15 Ιουν 2022

Ἅγιος Αὐγουστῖνος Ἐπίσκοπος Ἰππῶνος (15 Ἰουνίου †)

ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου - καθηγητοῦ
Ἕνας ἀπό τούς μεγάλους Πατέρες καί διδασκάλους τῆς ἀρχαίας δυτικῆς Ἐκκλησίας ὑπῆρξε καί ὁ ἅγιος Αὐγουστῖνος, ἐπίσκοπος Ἰππῶνος τῆς Βορείου Ἀφρικῆς. Πρόκειται γιά μιά μεγάλη προσωπικότητα, ἡ ὁποία σφράγισε κυριολεκτικά τό ἀνθρώπινο πνεῦμα, δημιούργησε θεολογική σκέψη καί ἔδωσε συγκεκριμένη κατεύθυνση στόν δυτικό πολιτισμό.
Γεννήθηκε στήν πόλη Ταγάστη τῆς Νουμιδίας (σημερινή Ἀλγερία) τό 354. Ὁ πατέρας του, εὐγενής γαιοκτήμονας, ἦταν εἰδωλολάτρης, σέ ἀντίθεση μέ τή μητέρα τοῦ Μόνικα, ἡ ὁποία ἦταν ἔνθερμη χριστιανή καί ἡ ὁποία φρόντισε νά κατηχήσει τόν μικρό Αὐγουστῖνο στή χριστιανική πίστη. Ὅμως ἐκεῖνος φάνηκε... ἀπό μικρός ἀπείθαρχος καί ἀρνήθηκε τό ἅγιο Βάπτισμα.

Ἔδειξε νωρίς ἀσυνήθιστη εὐφυΐα καί ἔλαβε σοβαρή μόρφωση. Ἀρνήθηκε ἐπίμονα νά μάθει τήν ἑλληνική γλῶσσα, γεγονός πού θά ἀποβεῖ μοιραῖο ἀργότερα γιά τόν ἴδιο. Σέ ἡλικία δεκαεπτά ἐτῶν στάλθηκε στήν Καρχηδόνα νά σπουδάσει ρητορική. Ὅμως ἐκεῖ ἔμπλεξε μέ κακές παρέες καί ἄρχισε νά ζεῖ βίο ἔκλυτο. Συνδέθηκε μέ κάποια χριστιανή, μέ τήν ὁποία μάλιστα ἀπέκτησε καί ἕναν νόθο γιο τόν Ἀδεοδάτο, τό 372. Τό γεγονός αὐτό πλήγωσε βαθειά τήν εὐσεβῆ μητέρα του, ἡ ὁποία ἔχυνε ποτάμια δακρύων γιά τήν σωτηρία τοῦ γιου της.

Ἔγινε φανατικός μελετητής τοῦ Κικέρωνα, μέ ἀποτέλεσμα νά στραφεῖ πρός τή φιλοσοφία καί τήν ἀναζήτηση τῆς ἀλήθειας. Ἄρχισε σταδιακά νά θεωρεῖ τήν Ἁγία Γραφή ὡς ἀνεπαρκῆ καί γι' αὐτό στράφηκε σέ αἱρετικές ὁμάδες. Κατέληξε στήν αἵρεση τῶν Μανιχαίων, τῶν ὁποίων τό διαρχικό σύστημα γοήτευσε τόν ἀνήσυχο νεαρό Αὐγουστῖνο. Ἡ «θεοποίηση» τοῦ κακοῦ, ὅπως δόξαζε ἡ αἵρεση αὐτή, δικαιολογοῦσε τόν ἔκλυτο βίο του. Ἔμεινε στήν αἵρεση αὐτή ἐννέα χρόνια. Κατόπιν γύρισε στήν Ταγάστη καί ἄνοιξε σχολή ρητορικῆς. Ὅμως ἡ θητεία του στόν Μανιχαϊσμό τραυμάτισε βαθειά τήν ψυχή του καί γι' αὐτό ζοῦσε σέ ἕναν κόσμο ψευδαισθήσεων, ἦταν ἀνικανοποίητος πνευματικά. Σημαντικό ρόλο ἔπαιξε σ' αὐτόν ὁ ἐπίσκοπος Φαῦστος, ὁ ὁποῖος ἐνέβαλε πνευματικούς προβληματισμούς στήν ψυχή του. Ἀποφάσισε νά πάει στή Ρώμη, ὅπου ἄνοιξε ἄλλη σχολή ρητορικῆς καί συναναστράφηκε μέ ὀνομαστούς φιλοσόφους. Ἄρχισε νά μελετᾶ μέ πάθος τή νεοπλατωνική φιλοσοφία, ὅπου νόμισε πώς βρῆκε τήν ἀλήθεια, πού ἐπιζητοῦσε. Ὁ ἀσκητισμός τοῦ νεοπλατωνισμοῦ τόν ἀπέσπασε ἀπό τήν ἀνηθικότητα. Ἐκεῖ ἀρρώστησε βαριά. Μετά τήν ἀνάρρωση τοῦ πῆγε στό Μιλάνο, ὅπου μετέφερε τή σχολή του.

Σταθμό στήν πνευματική του πορεία στάθηκε ἡ γνωριμία τοῦ ἐκεῖ μέ τόν ἅγιο Ἀμβρόσιο ἐπίσκοπο Μεδιολάνων τό 384. Ἤδη ἡ μητέρα τοῦ Μόνικα εἶχε συναντηθεῖ μέ τόν ἅγιο ἐπίσκοπο καί τόν παρακάλεσε θερμά νά σώσει τό παιδί της. Ἡ ἁγιότητα, ἡ πραότητα καί ἡ γλυκύτητα τοῦ ἁγίου Ἀμβροσίου κατέκτησαν τόν ἀτίθασο Αὐγουστῖνο. Ὕστερα ἀπό μακρά κατήχηση, ὁ Αὐγουστῖνος μεταστράφηκε στήν Χριστιανική πίστη. Ἀποκήρυξε ὁριστικά τόν Μανιχαϊσμό καί στράφηκε στήν καλλιέργεια τοῦ ἐσωτερικοῦ του βίου, μέ βάση τήν χριστιανική πνευματικότητα. Ἀρνήθηκε νά νυμφευτεῖ, παρ' ὅλες τίς παρακλήσεις τῆς μητέρας του. Εἶχε διαβάσει το βίο τοῦ ἁγίου Ἀντωνίου καί ἀποφάσισε νά ἀκολουθήσει τόν ἄγαμο βίο. Ἕνα ὅραμα ἄλλαξε κυριολεκτικά τή ζωή του.  Σέ μιά στιγμή ἔντονης συναισθηματικῆς φόρτισης, κλαίγοντας γιά τόν πρότερο βίο του, παρουσιάστηκε ἕνα παιδί, τοῦ ὑπόδειξε νά διαβάσει τίς Ἐπιστολές τοῦ Ἀποστόλου Παύλου. Ὅταν ἄνοιξε τή Καινή Διαθήκη ἔπεσε στό χωρίο «μή κῶμοις καί μέθαις, μή κοίταις καί ἀσελγείαις, μή ἔριδι καί ζήλῳ, ἀλλ' ἐνδύσασθε τόν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, καί τῆς σαρκός πρόνοιαν μή ποιῆστε εἰς ἐπιθυμίαις» (Ρώμ.13,13). Αὐτό τό θεώρησε ὡς θέοθεν κλήση καί γι' αὐτό πῆρε τή  μεγάλη ἀπόφαση νά ἀλλάξει ὁριστικά κεφάλαιο στή ζωή του. Τό 387 ἔλαβε τό ἅγιο Βάπτισμα ἀπό τόν Ἀμβρόσιο, μαζί μέ τόν φίλο του Ἀλύπιο καί τό γιό τοῦ Ἀδεοδάτο. Κατόπιν μετέβηκαν στήν Όστια, ὅπου ἡ Μόνικα κοιμήθηκε.

Τό 388 ἐπέστρεψε στήν Ταγάστη, μαζί μέ τόν Ἀλύπιο καί τόν Ἀδεοδάτο. Ἀλλά λίγο μετά πέθανε ὁ Ἀδεοδάτος. Μετά ἀπό αὐτό μοίρασε τήν περιουσία του στούς φτωχούς καί ἀφιερώθηκε στή νηστεία, στήν προσευχή, στή μελέτη τῶν Γραφῶν καί στή συγγραφή. Σέ κάποια ἐπίσκεψή του στή γειτονική πόλη Ἰππώνα ὁ γέροντας ἐπίσκοπος Οὐαλέριος τοῦ πρότεινε νά εἰσέλθει στόν ἱερό κλῆρο. Δέχτηκε καί χειροτονήθηκε πρεσβύτερος. Τό 395, κατ' ἀπαίτηση κλήρου καί λαοῦ, ἐκλέχτηκε ἐπίσκοπος Ἰππῶνος. Γιά τριανταπέντε χρόνια λάμπρυνε τόν ἐπισκοπικό θρόνο τῆς ἀφρικανικῆς αὐτῆς πόλεως. Ὑπῆρξε ὑποδειγματικός, ποιμένας καί δάσκαλος, τοῦ ὁποίου ἡ φήμη ξεπέρασε τά ὅρια τῆς μικρῆς πόλεως. Ζοῦσε ἀσκητικά, μέ ταπείνωση καί ἔχυνε καθημερινά δάκρυα μετάνοιας. Ὑπῆρξε ὁ κατ' ἐξοχήν ἅγιος τῆς μετάνοιας. Μερίμνησε γιά τήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας φροντίζοντας γιά τήν ἄρση τοῦ φοβεροῦ σχίσματος τόν Νοβατιανῶν. Ὀργάνωσε μιά γιγαντιαία ἱεραποστολή γιά τήν μεταστροφή τῶν εἰδωλολατρῶν καί αἱρετικῶν στήν Ἐκκλησία. Ἀντιμετώπισε μέ ἐπιτυχία τήν αἵρεση τοῦ Πελαγιανισμοῦ. Παράλληλα ἔγραφε ἀκατάπαυστα νύχτα καί ἡμέρα τά περισπούδαστα ἔργα του. Ἕνα ἀπό τά σπουδαιότερα ἔργα του εἶναι «Περί τῆς Πολιτείας τοῦ Θεοῦ», τό ὁποῖο ἔγραψε μετά τήν ἅλωση τῆς Ρώμης ἀπό τούς βαρβάρους Οὔνους (410). Ἄλλο σπουδαῖο ἔργο του οἱ «Ἐξομολογήσεις», μιά ἐκ βάθους προσωπική ἐξομολόγηση γιά τήν πολυτάραχη ζωή του.

Κοιμήθηκε στίς 28 Αὐγούστου 427, ἐνῶ ἡ Ἰππώνα πολιορκοῦνταν ἀπό του Βανδάλους. Ἡ μνήμη του ἑορτάζεται στίς 15 Ἰουνίου.

Ὁ ἅγιος Αὐγουστῖνος ὑπῆρξε ἕνα ἀπό τά πιό δυνατά μυαλά τῆς ἀνθρωπότητας. Ὑπῆρξε ἕνας ἀπό τούς μεγαλύτερους ἐκκλησιαστικούς συγγραφεῖς καί θεολόγους. Ὅμως ἔπεσε δυστυχῶς καί σέ πλάνες. Αὐτό συνετέλεσε ἡ ἄγνοια τῶν Ἑλλήνων Πατέρων, ἀφοῦ δέν γνώριζε τήν ἑλληνική γλῶσσα, ἀλλά καί οἱ πνευματικές καταβολές του ἀπό τόν Μανιχαϊσμό καί τόν Νεοπλατωνισμό. Ἡ Ἐκκλησία εἶδε μέ συγκατάβαση τίς παρεκκλίσεις του, τίς ὁποῖες ἔθεσε στό περιθώριο καί ἐκτιμήθηκε ἡ εἰλικρινής μετάνοιά του καί ἡ ἁγία ζωή του. Ὅμως οἱ πλάνες του υἱοθετήθηκαν ἀπό τούς αἱρετικούς Φράγκους τον 8ο μ. Χ. αἰῶνα, οἱ ὁποῖες εἰσέβαλλαν στή δυτική χριστιανοσύνη καί καθιερώθηκαν ὡς δόγματα τοῦ παπισμοῦ καί τοῦ προτεσταντισμοῦ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.