15 Ιουν 2022

Ἅγιος Ἱερώνυμος: Ὁ Μεγάλος Ὀρθόδοξος Πατέρας τῆς Δύσης (15 Ἰουνίου †)

ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου - Καθηγητοῦ
Ἕνας ἀπό τούς μεγαλύτερους ἁγίους καί Πατέρες τῆς Δυτικῆς Ἐκκλησίας εἶναι καί ὁ ἅγιος Ἱερώνυμος. Φυσικά ὁμιλοῦμε γιά τήν ἐποχή πού ἡ Ἐκκλησία σέ Ἀνατολή καί Δύση ἦταν ἑνωμένη καί ἡ δυτική Χριστιανοσύνη ἦταν ὀρθόδοξη. Οἱ Πατέρες τῆς Δυτικῆς Ἐκκλησίας τῶν πρωτοχριστιανικῶν χρόνων ὑπῆρξαν σέ ἁγιότητα καί θεολογική κατάρτιση ἐφάμιλλοι τῶν Πατέρων τῆς Ἀνατολῆς, οἱ ὁποῖοι συνέβαλαν τά μέγιστα στήν ἀνάπτυξη τῆς ἐκκλησιαστικῆς αὐτοσυνειδησίας, τήν διασάφηση τῶν δογμάτων καί τόν εὐαγγελισμό τῶν λαῶν πού βρίσκονταν στήν πλάνη καί... τήν παχυλή εἰδωλολατρία.
Ἕνας λοιπόν ἀπό αὐτούς τούς Πατέρες ἦταν καί ὁ ἅγιος Ἱερώνυμος. Γεννήθηκε τό 347 στήν πόλη Στριδώνα τῆς Δαλματίας καί ἦταν Ἰλλυρικής καταγωγῆς. Οἱ γονεῖς του, εὔποροι καί συνειδητοί χριστιανοί, τοῦ ἔδωσαν μόρφωση καί τοῦ ἐνέπνευσαν τήν εὐσέβεια. Σέ ἡλικία ἑπτά μόλις ἐτῶν τόν ἔστειλαν στή Ρώμη γιά νά σπουδάσει φιλολογία καί ρητορική, κοντά στόν ὀνομαστό δάσκαλο καί φιλόσοφο Ρουφίνο, μέ τόν ὁποῖο συνδέθηκε μέ φιλία. Στή Ρώμη ἔμεινε δεκαπέντε χρόνια. Περί τό τέλος αὐτῆς τῆς περιόδου ἀποκήρυξε τή φιλία τοῦ Ρουφίνου καί μαζί τίς κακοδοξίες τοῦ Ὠριγένη, τίς ὁποῖες εἶχε ἐνστερνιστεῖ καί δίδασκε ὁ δάσκαλός του. Στή συνέχεια ὁ Ἱερώνυμος, σέ ἡλικία δεκαεννέα ἐτῶν βαπτίσθηκε χριστιανός ἀπό τόν ἐπίσκοπο Ρώμης Λιβέριο. Τό 367 μετέβη στούς Τρεβήρους, γιά νά συνεχίσει τίς σπουδές του καί ἀργότερα τό 372 στήν πόλη Ἀκυλεία τῆς Τεργέστης γιά τόν ἴδιο λόγο. Μετά τήν ὁλοκλήρωση τῶν σπουδῶν του στράφηκε πρός τήν ἀσκητική ζωή, ἀλλά οἱ ἀπολαύσεις καί οἱ πειρασμοί τῆς ζωῆς δέν τοῦ ἐπέτρεψαν νά μυηθεῖ καί νά ἀκολουθήσει τό μοναχικό βίο. Ἀναφέρεται πώς γιά λίγο καιρό ἔζησε βίο ἔκλυτο, ὅπου γιά τό σύντομο παραστράτημά του ἔκλεγε καί θρηνοῦσε σέ ὅλη του τή ζωή.
Τό 373 ἀποφάσισε νά ἐπισκεφτεῖ  τούς Ἁγίου Τόπους, ὅπου ἔζησε ὁ Κύριος, ἀλλά ὅταν ἔφτασε στήν Ἀντιόχεια ἀρρώστησε βαριά καί παραλίγο νά πεθάνει. Ἐκεῖ συναισθάνθηκε τήν ἀμαρτωλότητά του καί μετανόησε πικρά γιά τόν ἔκλυτο βίο του.  Ὕστερα ἀπό θερμή προσευχή στό Θεό θεραπεύτηκε θαυματουργικά. Τό γεγονός αὐτό στάθηκε ἀφορμή νά ἀφιερώσει τόν ὑπόλοιπο βίο του στήν ἐν Χριστῷ ζωή καί τήν ὑπηρεσία τῆς Ἐκκλησίας. Δέν πῆρε το δρόμο πρός τά ἅγια προσκυνήματα, ἀλλά το δρόμο τῆς ἐρήμου της Συρίας, ὅπου μέ ἄσκηση καί προσευχή καθάρθηκε καί ἁγιάστηκε. Τό 378 γύρισε στήν Ἀντιόχεια, ὅπου ὁ ἐπίσκοπος Παυλίνος τόν χειροτόνησε, χωρίς τή θέλησή του πρεσβύτερο τό 379. Ὅμως ὁ Ἱερώνυμος οὐδέποτε πλησίασε στό ἅγιο Θυσιαστήριο, προφανῶς διότι θεωροῦσε τόν ἑαυτό του ἁμαρτωλό καί ἀνάξιο γιά τό μεγάλο ἀξίωμα τῆς Ἰεροσύνης.
Ἕνα χρόνο ἀργότερα τό 380 πῆγε στήν Κωνσταντινούπολη, ὅπου συνάντησε τόν ἅγιο Γρηγόριο τό Θεολόγο, καθώς καί τόν ἅγιο Γρηγόριο Νύσσης καί τόν ἅγιο Ἀμφιλόχιο Ἰκονίου. Ἔμεινε κοντά στούς μεγάλους αὐτούς Πατέρες περίπου δύο χρόνια, ὅπου διδάχτηκε τήν Θεολογία τῶν Ἑλλήνων Πατέρων καί μυήθηκε στή γνήσια πνευματικότητα τῆς Ἐκκλησία μας. Κατά τή διάρκεια τῆς παραμονῆς του στήν Βασιλεύουσα ἔμαθε καλά τήν ἑλληνική καθώς καί τήν ἑβραϊκή γλῶσσα, προκειμένου νά ἀσχοληθεῖ μέ τήν ἑρμηνεία τῶν Γραφῶν καί τή συγγραφή θεολογικῶν πραγματειῶν.
Τό 382 πῆγε στή Ρώμη ὅπου ἔγινε γραμματέας τοῦ πάπα Δάμασου ὡς τό 384. Πίστεψε πώς θά ἦταν ὁ ἑπόμενος πάπας, μετά το θάνατο τοῦ Δάμασου, ἀλλά οἱ διαβολές τοῦ ρωμαϊκοῦ κλήρου εἶχαν ὡς ἀποτέλεσμα νά μήν ἐκλεγεῖ στόν ἐπισκοπικό θρόνο τῆς Ρώμης. Συνδέθηκε πνευματικά μέ τρεῖς κυρίες τῆς ρωμαϊκῆς ἀριστοκρατίας, στίς ὁποῖες δίδαξε τήν ὀρθόδοξη πνευματικότητα καί τήν ἀσκητική ζωή, τή Παῦλα, τήν Εὐστοχία καί τήν Μαρκέλλα, ὅπου ἔγιναν ὁ πυρῆνας ὅπου
συνάζονταν πληθώρα ἄλλων γυναικῶν, στίς ὁποῖες ὁ Ἱερώνυμος δίδασκε τήν χριστιανική πίστη καί τήν πνευματική ζωή.
Πικραμένος ὅμως ἀπό τίς ἴντριγκες ὁρισμένων χριστιανῶν τῆς ρωμαϊκῆς μεγαλούπολης, ἀποφάσισε νά γυρίσει στήν Ἀνατολή, διότι τόν ἔθελγε ἡ πνευματικότητα τῆς χριστιανικῆς ἀνατολῆς. Τό ἀκολούθησαν καί οἱ τρεῖς μαθήτριές του. Ἔτσι τό 385 ἔφτασε στήν Βηθλεέμ, τήν ἁγία πόλη ὅπου γεννήθηκε ὁ Σωτῆρας τοῦ κόσμου Χριστός. Μέ χρήματα τῆς μαθήτριάς του Παύλας ἔχτισε δύο μοναστήρια κοντά στό ἅγιο σπήλαιο τῆς γεννήσεως, τό ἕνα ἀνδρικό, ὅπου ἔγινε ὁ ἴδιος ἡγούμενος καί τό ἄλλο γυναικεῖο, ὅπου ἔγινε ἡγουμένη ἡ Παῦλα. Ἐκεῖ ἔζησε τόν ὑπόλοιπο βίο του, ὅπως καί οἱ μαθήτριές του, προσευχόμενος, ἀσκούμενος στήν ἀρετή, μελετῶντας καί συγγράφοντας σπουδαία θεολογικά ἔργα.
Κοιμήθηκε στίς 30 Σεπτεμβρίου τοῦ 420 καί ἡ Ἐκκλησία μας τόν κατάταξε στή χορεία τῶν ἁγίων καί τῶν μεγάλων Πατέρων της. Ἡ μνήμη του τιμᾶται ἀπό μέν τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία στίς 15 Ἰουνίου, ἀπό δέ τούς Ρωμαιοκαθολικούς στίς 30 Σεπτεμβρίου.
Τό συγγραφικό ἔργο του ὑπῆρξε μεγάλο καί σέ ἔκταση καί σέ ποιότητα. Ἡ ἄριστη γνώση τῆς λατινικῆς γλώσσας τόν ἀνάδειξε ὡς ἕνα ἀπό τούς σπουδαιότερους Λατίνους συγγραφεῖς. Ἀσχολήθηκε κυρίως ὡς μεταφραστής ἔργων τῶν Ἑλλήνων Πατέρων στή λατινική γλῶσσα, συμβάλλοντας ἔτσι στήν  γνωριμία τῶν δυτικῶν μέ τήν ἀνατολική Θεολογία. Ἔγραψε ἀκόμη ἑρμηνευτικά, δογματικά καί ἀντιαιρετικά ἔργα. Διασώθηκε ἐπίσης μεγάλος ἀριθμός ἐπιστολῶν του. Τό σπουδαιότερο ὅμως ἔργο του εἶναι ἡ μετάφραση τῆς Ἁγίας Γραφῆς στά Λατινικά, ἡ ὁποία μᾶς εἶναι γνωστή ὡς Βουλγάτα, δηλαδή κοινή, δημώδης. Ὅσον ἀφορᾶ τή διδασκαλία του, αὐτή συνεχίζει τήν παράδοση τῶν μεγάλων Πατέρων τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας, Ἰγνατίου, Εἰρηναίου, Κυπριανοῦ καί τῶν Καππαδόκων Πατέρων. Ὁλόκληρο τό θεολογικό του σύστημα συνοψίζεται στήν ἀρχή, ὅτι ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου συντελεῖται μόνο μέσα στήν Ἐκκλησία, ἐνῶ ἔξω ἀπό Αὐτή ὑπάρχει ἡ ἀπώλεια, ὁ χωρισμός ἀπό το Θεό καί ὁ θάνατος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.