31 Μαρ 2020

Θεία Κοινωνία και μεταδοτικές ασθένειες (Ὁμιλία πρώτη)


Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία μακαριστοῦ Γέροντος Ἀθανασίου Μυτιληναίου μὲ θέμα: «ΘΕΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΔΟΤΙΚΕΣ ΑΣΘΕΝΕΙΕΣ...»

(έκτακτη ὁμιλία ποὺ ἐκφωνήθηκε στὶς 28-2-1988 ἐξ ἀφορμῆς ἐρωτήσεως τοῦ βουλευτοῦ Β. Αγοράστη πρὸς τοὺς Ὑπουργοὺς Παιδείας καὶ Ὑγείας σχετικὰ μὲ τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο παρέχεται ἡ Θεία Κοινωνία)

Τὴν ἀφορμή, ἀγαπητοί μου, τοῦ παρόντος θέματος μᾶς ἔδωσε μία πρόταση ἑνὸς βουλευτοῦ, ποὺ ἔκανε στὴ Βουλὴ καὶ ποὺ ἀναφέρεται στὸ θέμα τοῦ τρόπου τῆς μεταδόσεως τῆς Θείας Εὐχαριστίας, τῆς Θείας Κοινωνίας. Καὶ ὅτι ὁ τρόπος αὐτὸς ἐγκυμονεῖ κινδύνους τῆς ὑγείας τοῦ λαοῦ.
Βέβαια θὰ ἀπαντήσουμε, ἀλλὰ θὰ ἔπρεπε ὅμως νὰ ὀφείλουμε χάριτες σὲ ἐκείνους οἱ ὁποῖοι μποροῦν νὰ ἀναταράσσουν πολλὲς φορὲς τέτοιες καταστάσεις, διότι δίδουν τὴν εὐκαιρία νὰ μείνουμε καὶ σὲ θετικὲς πλευρές. Ὅπως εἶναι ἡ γνώση τοῦ μυστηρίου τῆς Θείας Εὐχαριστίας, ποὺ δίδεται ἡ ἀφορμὴ ἀπὸ αὐτὸ τὸ περιστατικό, γιὰ νὰ μάθει καὶ νὰ πληροφορηθεῖ ὁ χριστιανικός μας λαὸς ποιὰ εἶναι ἡ οὐσία τοῦ μυστηρίου τῆς Θείας Εὐχαριστίας, διότι...
μετὰ ἀπὸ τὴν ἀναίρεση τῶν ὅσων ἐλέχθησαν ἀπὸ τὸν κ. Βουλευτήν, θὰ θέλαμε νὰ τονίσουμε, γιατί ἐκεῖ εἶναι τὸ θετικὸ μέρος, νὰ τονίσουμε τὴν οὐσία τοῦ μυστηρίου τῆς Θείας Εὐχαριστίας καὶ σὲ ἕνα τρίτο μέρος νὰ ἀναφερθοῦμε ἱστορικὰ πιὰ στὸν τρόπο μεταδόσεως τοῦ μυστηρίου τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Μὲ ποιὸν τρόπο θὰ πάρω τὴ Θεία Κοινωνία. Καὶ ἂν ἦταν πάντοτε στὴν ἱστορία αὐτὸς ὁ ἴδιος τρόπος τὸν ὁποῖο ἔχουμε σήμερα.
Συνεπῶς, ἀφοῦ δίδεται ἐξ ἀφορμῆς αὐτοῦ του περιστατικοῦ ἡ εὐκαιρία νὰ ἀκουστοῦν μερικὰ πράγματα, μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι δὲν ὀφείλουμε χάριτες σὲ ἐκείνους οἱ ὁποῖοι δίδουν αὐτὲς τὶς εὐκαιρίες;
Ἀλλὰ καὶ κάτι ἀκόμη. Ἂν ὑποτεθεῖ ὅτι ὑπάρχουν ἢ μπαίνουν στὴν περιοχὴ τοῦ πειρασμοῦ αὐτὲς οἱ προτάσεις, θὰ λέγαμε ὅτι δὲν θὰ εἴχαμε μάρτυρες ἀγαπητοί μου, ἐὰν ὑποτεθεῖ ὅτι δὲν εἴχαμε πειρασμούς.
Λέγει ὁ Κύριος: «ἀνένδεκτόν ἐστι τοῦ μὴ ἐλθεῖν τὰ σκάνδαλα»[Λούκ.17,1]. Εἶναι, λέγει, ἀδύνατον νὰ μὴν ἔλθουν τὰ σκάνδαλα. «Οὐαὶ τῶν ἀνθρώπω ἐκείνω δὶ  οὗ τὸ σκάνδαλον ἔρχεται»[Μάτθ.18,7]. Σὲ σχέση μόνο μὲ αὐτὸν ποὺ μπορεῖ νὰ γίνει αἰτία τοῦ σκανδάλου, ὁ Κύριος εἶπε «ἀλίμονό του», καὶ μάλιστα λέγει ὅτι συμφέρει γι’αὐτὸν νὰ φουντάρει στὴ θάλασσα μὲ μία μυλόπετρα, γιὰ νὰ εἶναι ἐκ τοῦ ἀσφαλοῦς τὸ φουντάρισμα. Καὶ γιατί συμφέρει; Διότι ἡ τιμωρία τοῦ αὐτοκτονοῦντος- περὶ αὐτοῦ πρόκειται- εἶναι ἐλαφροτέρα τοῦ σκανδαλίζοντος. Αὐτὸ τὸ εἶπε ὁ Κύριος καὶ εἶναι σαφές. «Ἀνένδεκτον» λοιπὸν «ἐστι τοῦ μὴ ἐλθεῖν τὰ σκάνδαλα». Εἶναι ἀδύνατο νὰ μὴν ἔρθουν.
Καὶ ἂν θέλετε, εἶναι ἐκεῖνο ποὺ λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «Δεῖ γὰρ καὶ αἱρέσεις ἐν ὑμὶν εἶναι, ἴνα οἱ δόκιμοι φανεροὶ γένωνται ἐν ὑμὶν»[Ἃ΄Κόρ.11,19]- «αἱρέσεις», ξέρετε, στὴ γλώσσα τῆς Γραφῆς, θὰ πεῖ σχίσμα. Δὲν ἔχει τὴν ἔννοια τὴ σύγχρονη ποὺ εἶναι ἀπόκλιση ἀπὸ τὴν πίστη, ἀλλὰ εἶναι τὸ σχίσμα, εἶναι ἐκεῖνοι δηλαδὴ ποὺ δημιουργοῦν προβλήματα μέσα στὸν χῶρο τῆς Ἐκκλησίας. Μὲ διάφορα καμώματα ἢ φιλοπρωτίες ἢ ἄλλα πράγματα. Λέγει: «Δεῖ» (:πρέπει), γιατί μὲ τὸν τρόπο αὐτόν, «ἴνα οἱ δόκιμοι φανεροὶ γένωνται ἐν ὑμίν». Γιὰ νὰ γίνουν οἱ δόκιμοι, οἱ δοκιμασμένοι ἄνθρωποι, φανεροί· διότι τί ἀποδεικνύει τὸν δόκιμο; Ὁ πειρασμός. Εἶναι αὐτὸ ποὺ λέγει ὁ λαός μας, ὅτι ἡ φουρτούνα κάνει τὸν καπετάνιο. Ἔτσι, ἡ φουρτούνα ἀπὸ μία πλευρὰ εἶναι ἄσχημη, ἀλλὰ καὶ ταυτόχρονα καλή· διότι δίδει τὴν εὐκαιρία νὰ ἀναδείξει τὸν σωστό μας, τὸν καλὸ καπετάνιο. Καὶ ἐν προκειμένω, τὸν σωστὸ χριστιανὸ τὸν ἀναδεικνύει ὁ πειρασμός. Καὶ ἂν ὁ πειρασμὸς εἶναι ἔντονος καὶ ἀναδειχθεῖ εἰς μάρτυρα ὁ χριστιανός, πέστε μου πόσες χάριτες θὰ ὄφειλε στὸν πειρασμὸ ποὺ τοῦ ἔγινε ἀφορμὴ νὰ ἀποκτήσει μαρτυρικὸ στεφάνι καὶ ποιὰ θὰ ἦταν ἡ δόξα του στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ;
Ἀλλὰ καὶ κάτι ἀκόμα, θὰ λέγαμε, ἐν προοιμίω, ὅτι εἶναι μία ἐποχὴ κρίσιμη. Ὁ Κύριος λίγο πρὶν σταυρωθεῖ, πρὶν παραδοθεῖ, εἶπε: «Νῦν κρίσις ἐστὶ τοῦ κόσμου τούτου»[Ἰω.12,31].Τώρα, λέγει, ὑπάρχει μία κρίσις. «Νῦν ὁ ἄρχων τοῦ κόσμου τούτου ἐκβληθήσεται ἔξω», καὶ ὁ ἄρχων τοῦ κόσμου τούτου θὰ πεταχθεῖ ἔξω. Καὶ ἀναφέρεται στὸν διάβολο. Αὐτὸ τὸ «κρίσις», θὰ λέγαμε, πάντοτε ὑπάρχει μέσα στὴν Ἐκκλησία, ἀλλὰ σὲ κάποιες ἐποχὲς αὐτὴ ἡ κρίσις εἶναι ἰσχυροτέρα. Καὶ θὰ τονίζεται περισσότερο καὶ περισσότερο στὰ ἔσχατα. Ἔτσι, ἐσχατολογικὴ εἶναι ἐκείνη ἡ παρατήρηση ποὺ ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης λέγει στὴν Ἀποκάλυψή Του, ὅτι «ὁ ἅγιος ἁγιασθήτω ἔτι» καὶ «ὁ ρυπαρὸς ρυπαρευθήτω ἔτι»[Ἀποκ.22,11]. Τί θὰ πεῖ αὐτό; Θὰ πεῖ ὅτι μέσα στὸν ἴδιο χῶρο, καὶ εἶναι ὁ χῶρος τῆς Ἐκκλησίας, διότι κατὰ τεκμήριο εἴμεθα ὅλοι βαπτισμένοι, τουλάχιστον μέχρι αὐτὴ τὴ στιγμή, αὔριο δὲν ξέρω τί μπορεῖ νὰ συμβαίνει, μέχρι αὐτὴ τὴ στιγμὴ εἴμεθα ὅλοι βαπτισμένοι· καὶ οἱ φιλικῶς διακείμενοι εἰς τὴν Ἐκκλησίαν καὶ οἱ ἐχθρικῶς διακείμενοι εἰς τὴν Ἐκκλησίαν, εἴμεθα ὅλοι βαπτισμένοι.
Μέσα λοιπὸν εἰς αὐτὸν τὸν χῶρον τῆς Ἐκκλησίας, τῆς κολυμβήθρας, τοῦ μυστηρίου τοῦ Βαπτίσματος, ὅλοι ἔχουμε ἰσότητα. Εἴμεθα ὅλοι ἐνώπιόν του Θεοῦ ἴσοι. Γιατί γινήκαμε παιδιὰ τοῦ Θεοῦ. Κάποια στιγμὴ ὅμως τὰ πράγματα ἀλλάζουν σέ μας. Καὶ τότε ἐκεῖνος ποὺ ἐνίωσε τὴ χαρισματικότητα τοῦ βαπτίσματος θέλει νὰ γίνει ἀπὸ ἅγιος ἁγιότερος καὶ ἐκεῖνος ποὺ δὲν ἀναγνωρίζει τὸ βάπτισμά του, δὲν τὸ θέλει, τὸ ἔχει ἀρνηθεῖ, μὲ τὸν τρόπο τῆς ζωῆς τοῦ κτλ, ἐὰν μάλιστα κάποτε φθάναμε νὰ ἀρνηθοῦμε καὶ τὸν Θεό, τότε βέβαια, ἀναμφισβήτητα ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς ἀρχίζει νὰ ρυπαίνεται, νὰ τὸν ρυπαίνει ἡ ἁμαρτία.
Καὶ ἐδῶ τώρα ὁ πολὺ μυστηριώδης λόγος, ποὺ εἶναι πρῶτον διαπίστωσις καὶ δεύτερον καὶ ἐντολή: «ὁ ἅγιος ἁγιασθήτω ἔτι» καὶ «ὁ ρυπαρὸς ρυπαρευθήτω ἔτι». «Ἔτι», θὰ πεῖ «ἀκόμη»· διότι ὁ ἅγιος καὶ ὁ ρυπαρὸς κάποια στιγμὴ ἤσαν μαζί. Στὸν ἴδιο χῶρο τῆς Ἐκκλησίας. Ἀλλὰ ὅταν ἀρχίσουν τὰ πράγματα νὰ γίνονται ἔντονα, ἔκδηλα, τότε ἀναμφισβήτητα ἀρχίζει νὰ ὑπάρχει ἢ ὀφείλει νὰ ὑπάρχει μία διάστασις. Ἐὰν λοιπὸν λέγει Αὐτὸς ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, Αὐτὸ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο: «ὁ ἅγιος νὰ γίνει πιὸ ἅγιος», σημαίνει ὅτι ἐὰν σὲ κάποιο σημεῖο συναντιώνταν αὐτοὶ οἱ δύο, ἔστω καὶ τοπικὸ σημεῖο, ἂν ὄχι τροπικό, κάποια στιγμὴ πηγαίνει πιὸ πέρα· εἶπα τοπικό, γιὰ νὰ καταλάβετε τὸ παράδειγμα, ἀφοῦ λέει: «ἔτι», ἀκόμη, πάει πιὸ πέρα.
Ἀλλὰ καὶ ἂν ὁ ρυπαρὸς γίνει πιὸ ρυπαρός, θὰ πάει κι αὐτὸς πιὸ πέρα. Αὐτομάτως λοιπὸν ὅταν ἕνας πάει πιὸ ἀριστερά, ὁ ἄλλος πιὸ δεξιά, πιὸ πέρα, πιὸ πέρα, δὲν εἶναι πολὺ φυσικὸ αὐτὸ τὸ χάσμα νὰ μεγαλώνει; Ε, αὐτὸ εἶναι μία παραγγελία, ἀγαπητοί μου, ἐσχατολογική· διότι δὲν ἀναμένονται πιὰ διορθώσεις σὲ καταστάσεις. Φρόντισε ἂν πίστεψες νὰ γίνεις πιὸ πιστός. Ἂν τηρεῖς τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ καὶ ἁγιάζεσαι, νὰ γίνεις πιὸ ἄξιος. Οἱ πειρασμοὶ πρέπει νὰ σὲ κάνουν παλικάρι, ἅγιο, γιὰ νὰ ἀντέξεις στὰ ἐπερχόμενα δεινὰ καὶ δὴ στὸν ἐρχομὸ τοῦ προσώπου τοῦ Ἀντιχρίστου.
Ἂν πάλι εἶσαι ρυπαρός, μὴν κάθεσαι καθόλου. Τράβα τὸν δρόμο σου. Πήγαινε νὰ γίνεις πιὸ ρυπαρός! Θέλετε νὰ καταλάβετε τὴν ἔννοια αὐτή; Ὅταν ὁ Χριστὸς εἶπε στὸν Ἰούδα, στὸ Μεγάλο Δεῖπνο· ἐν τῷ μεταξὺ εἶπε ὅτι κάποιος θὰ μὲ προδώσει ἀπό σας. Καὶ ὅλοι ταράχτηκαν. Καὶ εἶπε ὁ Κύριος εἰς τὸν Ἰούδα: «Ἐκεῖνο ποὺ ἔχεις νὰ κάνεις, κᾶνε τὸ γρήγορα». Τί σήμαινε αὐτό; Εἶχε δύο φάσεις. Ἡ μία ἦταν νὰ τὸν συνταράξει ὁ Κύριος τελευταία στιγμὴ καὶ νὰ μετανοήσει. «Ά, ὥστε λοιπὸν κατάλαβε τί πάω νὰ κάνω; Καὶ τί πάω νὰ κάνω;». Ἀλλὰ δὲν συνῆλθε ὁ Ἰούδας. Ὅποτε ἦταν τώρα ἡ ἄλλη πλευρά. Ἡ μία, αὐτή· νὰ συνέλθει.
Ἡ ἄλλη πλευρὰ εἶναι ὅτι, ἂν εἶσαι ρυπαρός, γίνε πιὸ ρυπαρός. Γιατί; Ἤδη διάλεξες τὴν πορεία σου. Αἴρεται ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ. Γιατί; Διότι σαφῶς λέγει ἐκεῖ, ἀπὸ τὴ στιγμὴ ἐκείνη εἰσῆλθεν ὁ σατανᾶς εἰς τὴν καρδίαν τοῦ Ἰούδα καὶ ὁ Ἰούδας δὲν μποροῦσε πιὰ νὰ μετανοήσει. Πέστε μου, ἂν κάποτε σταθοῦμε μπροστὰ σὲ αὐτὸ τὸ ὁ ἅγιος ἁγιασθήτω ἔτι» καὶ «ὁ ρυπαρὸς ρυπαρευθήτω ἔτι», κι αὐτὸς μπορεῖ νὰ εἶναι ὁ πατέρας μου, νὰ εἶναι ὁ ἀδελφός μου, νὰ εἶναι τὸ παιδί μου, ἐννοῶ μὲ συγγενικὸ δεσμό, νὰ εἶναι ἁπλῶς ὁ συμπατριώτης μου, αὐτὸς ποῦ μιλάει τὰ Ἑλληνικά, ὁ Ἕλληνάς μου, ὁ ἄνθρωπός μου, αὐτὸς ποῦ ζῶ μαζί του στὴν ἴδια πόλη, μπορῶ νὰ μὴν ὀδύρομαι; Μπορῶ νὰ μὴν κλαίω; Μπορῶ νὰ μὴν πενθῶ; Ἐκεῖνος μπορεῖ νὰ … καὶ νὰ καγχάζει, ἀλλὰ ἐγὼ θὰ πενθῶ. Γὶ΄αὐτὸ καὶ οἱ μάρτυρες πενθοῦσαν γιὰ τοὺς διῶκτες τους. Λυποῦνταν γιὰ τοὺς διῶκτες τους. Γιὰ ἐκείνους ποὺ τοὺς ὑπέβαλλαν στὸ μαρτύριο.
Ἔτσι, ἂς καταλάβουμε, ἐκ προοιμίων σᾶς τὸ εἶπα, καὶ σὰν προοίμιο τὸ ἀνέφερα ὅτι, μὴν ξενίζεστε ἂν βλέπετε νὰ ὑπάρχουν τέτοιες καταστάσεις ποὺ μποροῦν νὰ στρέφονται δημόσια πιὰ ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας. Τίποτα. Μὴν σᾶς παραξενεύει. Θὰ λέγαμε «τὸν δρόμο τους καὶ τὸν δρόμο μας». Κάποτε ὁ ὅσιος Λουκᾶς, ὁ ἐν Βοιωτία, ποὺ ὑπάρχει ἐκεῖ ἡ μονὴ τοῦ ὁσίου Λουκᾶ ἐπήγαινε, εἶχε συνήθεια κάθε Μεγάλη Παρασκευὴ νὰ πάει στὴν κορυφὴ τοῦ βουνοῦ μὲ ἕνα σταυρὸ νὰ κάνει προσευχή. Ὅπως περπατοῦσε στὸ μονοπάτι, εἶδε στὸν δρόμο, στὸ μονοπάτι ἐπάνω μία ὀχιά. Εἶχε σηκωθεῖ ἡ ὀχιὰ αὐτὴ μὲ ἀπειλητικὲς διαθέσεις κατὰ τοῦ ὁσίου Λουκᾶ. Στάθηκε ὁ ὅσιος Λουκᾶς, δὲν μποροῦσε νὰ πάει ἀριστερὰ ἢ δεξιὰ γιατί δὲν ὑπῆρχε τρόπος, ἦταν στενὸ τὸ μονοπάτι ἀπὸ ἐκεῖ καὶ εἶπε: «Πλάσμα τοῦ Θεοῦ, κι ἐγὼ πλάσμα τοῦ Θεοῦ εἶμαι· ἄντε λοιπόν, στὸν δικό σου τὸν δρόμο καὶ στὸν δικό μου τὸν δρόμο ἐγώ». Πόσες φορές μου χρησίμευσε ἐμένα αὐτό…: «Στὸν δρόμο σου καὶ στὸν δρόμο μου». Ἡ ὀχιὰ κατέβασε τὸ κεφάλι κάτω, σύρθηκε καὶ χάθηκε. Ἐπῆγε στὸν δρόμο της. Καὶ ὁ ὅσιος Λουκᾶς ἐπῆγε στὸν δρόμο του. Δὲν εἶναι παρὰ μία ἄλλη ἔκφρασις, μέσα σὲ μία, θὰ λέγαμε, ἀσκητικὴ ἐμπειρία, κατὰ τό : «ὁ ἅγιος ἁγιασθήτω ἔτι» καὶ «ὁ ρυπαρὸς ρυπαρευθήτω ἔτι», ἔστω καὶ ἂν αὐτὸ γιὰ μᾶς δημιουργεῖ πένθος καὶ λύπη πολλὴ στὴν καρδιά.
Ἀλλὰ ἂς ἔρθουμε, ἀγαπητοί μου, εἰς τὸ θέμα μας· διότι μὴν ξεχνᾶμε ὅτι ὅλοι οἱ ἄνθρωποι δὲν ἔχουν τὴν ἴδια δύναμη νὰ ἀντέξουν, γὶ΄αὐτὸ καὶ εἶναι ἀνάγκη νὰ γίνεται μία ἀναίρεση καὶ ἀναθεώρηση τῶν ὅσων μποροῦν νὰ λέγουν ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας, γιὰ νὰ στηρίζονται οἱ ἀσθενεῖς. Ἐγὼ θὰ ἤθελα νὰ ἔλεγα ὅτι ὅλοι ἐσεῖς δὲν εἴσαστε ἀσθενεῖς στὴν πίστη, δὲν ἔχετε ἀνάγκη στηριγμού, θὰ ἦταν περιττὸ νὰ πῶ τὸ θέμα αὐτό, ἀλλὰ ὑπάρχουν ὅμως, πῶς νὰ τὸ κάνουμε, καὶ οἱ ἀσθενεῖς εἰς τὴν πίστιν, σαλεύονται, στενοχωροῦνται, μήπως καὶ εἶναι ἔτσι, μήπως εἶναι καὶ ἀλλιῶς, γὶ΄αὐτὸν τὸν λόγο χάριν αὐτῶν, θὰ πρέπει νὰ δώσουμε μίαν ἀπάντηση ἀναιρέσεως τῶν ὅσων ἔχουν εἰπωθεῖ.
Ποιὰ ἦταν ἡ πρότασις τοῦ κ. βουλευτοὺ εἰς τὴν Βουλή; Τὴν ἔχω ἐδῶ, ἐπιτρέψατέ μου πολὺ γρήγορα νὰ τὴν διαβάσω, γιατί πρέπει νὰ διαβαστεῖ, δὲν θὰ μπορέσουμε νὰ κάνουμε ἀναίρεση, ἐὰν δὲν δοῦμε τὴ θέση.
«Σύμφωνα μὲ τοὺς ἱεροὺς κανόνες τῆς Ὀρθοδόξου Ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας», λέγει εἰς τὴν Βουλὴν ὁ κ. Βουλευτής, «προβλέπεται ἡ θεία Μετάληψις τῶν πιστῶν μέσα στοὺς ἱεροὺς ναούς. Ἔτσι, σὲ κάποιο σημεῖο τῆς Λειτουργίας, μέσα στὶς Ἐκκλησίες ὁ μητροπολίτης ἢ ὁ ἀρχιερέας, μεταλαμβάνει ὅλους τους ἱερεῖς καὶ διακόνους τῆς Ἐκκλησίας, οἱ ὁποῖοι πίνουν(μὲ μαῦρα γράμματα, σημαίνει ὑπογραμμισμένα) πίνουν τρεῖς φορὲς ἀπὸ ἴδιο δισκοπότηρο(ὑπογραμμισμένο αὐτὸ) καὶ στὴ συνέχεια πάντα ἀπὸ τὸ ἴδιο δισκοπότηρο, τὸ ἁγίασμα ποὺ ἔμεινε, μὲ ἕνα μεταλλικὸ κουταλάκι μεταλαμβάνει τοὺς πιστούς, ἡλικίας ἔξι μηνῶν ἕως 80-90 ἐτῶν· ὅποτε παρατηρεῖται τὸ θλιβερὸ καὶ ἀπαράδεκτο φαινόμενο, τὸ κουταλάκι νὰ μπαίνει στὸ στόμα γέροντα ἢ γερόντισσας 80-90 ἐτῶν, μὲ σαπισμένα δόντια κτλ. καὶ στὴ συνέχεια στὸ τρυφερὸ στοματάκι τοῦ βρέφους τῶν 6 μηνῶν ἢ τοῦ νηπίου τῶν 2-3 ἐτῶν, γεγονὸς ποὺ προκαλεῖ ἀποστροφή, προβληματισμὸ καὶ ἀνησυχία γιὰ μεθόδους ἀναχρονιστικὲς καὶ ἐπικίνδυνες στὴ σύγχρονη κοινωνία καὶ δημόσια ὑγεία.
Ὕστερα ἀπὸ τὴν παραπάνω πραγματικὰ ἀπαράδεκτη κατάσταση(τώρα μὲ κεφαλαία γράμματα καὶ μαῦρα, δηλαδὴ ὑπογραμμισμένα) ΕΡΩΤΩ, τὸν μὲν Ὑπουργὸ Θρησκευμάτων ἂν ἔχει πρόθεση νὰ διερευνήσει τὶς σκέψεις καὶ ἀπόψεις τοῦ ἀρχιεπισκόπου Σεραφεὶμ καὶ τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, ἂν σκέπτονται νὰ διατηρήσουν αὐτὸν τὸν ἐπικίνδυνο τρόπο τῆς ἁγίας Μετάληψης, ὁ ὁποῖος ἴσως νὰ σώζει τὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλὰ ἴσως καὶ νὰ βλάψει τὸ σῶμα τὸ δικό του καὶ τῶν συνανθρώπων του. Τὸν δὲ Ὑπουργὸν Ὑγείας, νὰ μᾶς πληροφορήσει ἐὰν αὐτὸς ὁ τρόπος στὴ σημερινὴ ἐποχὴ τῆς ταχύτατης μετάδοσης μικροβίων, τελεῖ ὑπὸ τὴν ἔγκρισιν ἢ ἀνοχὴ τοῦ Ὑπουργείου καὶ ποιὲς εἶναι οἱ ἀπόψεις τῶν ἰατρικῶν συλλόγων καὶ κυρίως τοῦ Ἰατρικοῦ Συλλόγου τῆς Ἀθήνας».
Αὐτά, ἀγαπητοί μου, ἐλέχθηκαν στὴν Βουλή. Καὶ ἐπειδὴ ἡ Βουλὴ εἶναι Βουλὴ καὶ εἶναι δημόσιος χῶρος, ἀκούγεται ἡ κάθε γνώμη, λέγεται κάθε γνώμη καὶ ἀκούγεται κάθε γνώμη, βεβαίως θὰ λέγαμε ὅτι θὰ ἔπρεπε νὰ δοθοῦν καὶ οἱ ἀπαντήσεις ποὺ ζητήθηκαν.
Καὶ πρῶτα πρῶτα δόθηκε ἡ ἀπάντηση τοῦ Ἰατρικοῦ Συλλόγου Ἀθηνῶν· γιατί αὐτὸ ζήτησε ὁ κ. βουλευτής. Καὶ ἡ ἀπάντηση εἶναι ἐδῶ γραμμένη, θὰ σᾶς κουράσω ἀλλὰ εἶναι ἀνάγκη νὰ εἰπωθεῖ. Τί νὰ κάνω; Καὶ ἐπειδὴ βλέπω ὅτι ὁ χρόνος τρώγεται μὲ αὐτὸ πάρα πολύ, ἀλλὰ ἴσως ἀναγκαστοῦμε καὶ μία δεύτερη ὁμιλία νὰ ἀφιερώσουμε. Γράφονται τοῦτα ὡς ἀπάντησις, ἀπὸ τὸν ἀντιπρόεδρο τοῦ Ἰατρικοῦ Συλλόγου Ἀθηνῶν κ. Ἀθανάσιον Ἀβραμίδην, Ἐπίκουρον Καθηγητὴν τῆς Ἰατρικῆς.
«Ἐλάβομεν τὴν ἀκόλουθον ἐπιστολὴν διὰ τὸ θέμα τῆς Θείας Κοινωνίας καὶ τοὺς κινδύνους μεταδόσεως ἀσθενειῶν.
Κύριε διευθυντά, εἰς ἀπάντησιν ἐπὶ ἐρωτήσεως εἰς τὴν Βουλὴν σχετικὰ μὲ τὴ Θεῖα Κοινωνία καὶ τοὺς κινδύνους μεταδόσεως ἀσθενειῶν, ὑποβάλλονται τὰ ἀκόλουθα πρὸς ἐνημέρωσιν τοῦ ἀναγνωστικοῦ σας κοινοῦ. Εἰς τὴν Βουλὴν τῶν Ἑλλήνων κατετέθη ἐρώτησις ἀπὸ τὸν βουλευτὴ κ. Ἀγοράστη, μὲ τὴν ὁποία πρῶτα καταφέρεται γιὰ τὸ «θλιβερὸ καὶ ἀπαράδεκτο φαινόμενο»(τὸ «κουταλάκι»), ἐννοεῖ τὴν ἁγία λαβίδα τῆς Θείας Μεταλήψεως, «νὰ μπαίνει στὸ σῶμα γέροντα ἢ γερόντισσας 80-90 ἐτῶν μὲ σάπια δόντια καὶ στὴ συνέχεια στὸ τρυφερὸ στοματάκι τοῦ βρέφους τῶν 6 μηνῶν ἢ τοῦ νηπίου 2-3 ἐτῶν. Γεγονὸς ποὺ προκαλεῖ ἀποστροφήν, προβληματισμόν, καὶ ἀνησυχία γιὰ μεθόδους ἀναχρονιστικὲς καὶ ἐπικίνδυνες στὴ σύγχρονη κοινωνία καὶ δημόσια ὑγεία»(τὸ παίρνει αὐτούσιο ἀπὸ τοὺς λόγους τοῦ κ. βουλευτού). Ὕστερα δὲ ἐρωτᾶ, ἂν αὐτὸ τελεῖ ὑπὸ τὴν ἔγκρισιν τοῦ Ὑπουργείου καὶ ποιὲς εἶναι οἱ ἀπόψεις τῶν ἰατρικῶν συλλόγων, καὶ κυρίως τοῦ ἰατρικοῦ συλλόγου τῆς Ἀθήνας.
Προφανῶς ὁ ἐρωτῶν βουλευτὴς δὲν γνωρίζει ὅτι τὸ θέμα αὐτὸ εἶναι παμπάλαιο καὶ ὅτι ἐπ’αὐτοῦ κατὰ καιροὺς ἔχουν λάβει θέση οἱ πάντες. Πρόκειται δὲ γιὰ ἕνα θέμα πίστεως κατ’ ἐξοχήν. Καὶ ἐλάχιστα ἰατρικόν· διότι εἶναι θέμα ἐπενέργειας ὑπερφυσικῶν, πνευματικῶν δυνάμεων, οἱ ὁποῖες βρίσκονται πέρα ἀπὸ τὸ πεδίον ἐρεύνης καὶ τὶς δυνατότητες τῆς ἐπιστήμης. Ὁ πιστὸς προσέρχεται γιὰ νὰ κοινωνήσει, μετὰ φόβου Θεοῦ, πίστεως καὶ ἀγάπης. Πίστεως σὲ Ἐκεῖνον ποὺ εἶπε: «Ὁ τρώγων μου τὴν σάρκα καὶ πίνων μου τὸ αἷμα ἐν ἐμοὶ μένει καγῶ ἐν αὐτῶ» καὶ εἶναι πεπεισμένος ὅτι μεταλαμβάνει σῶμα καὶ αἷμα Χριστοῦ. Προσέρχεται δὲ μὲ συντριβὴ καρδιᾶς στὸ ἅγιο ποτήριο, στὸ ποτήριο τῆς ζωῆς, ἴνα λάβει Χριστόν, Σωτήρα καὶ Ζωὴ ἀπὸ τὴν πηγὴ τῆς Ζωῆς, ὄχι δὲ θάνατον. Στὸ ὄνομα τῆς πίστεώς του καὶ στὴν ἀξιοπιστία τοῦ Θεοῦ Τοῦ τοῦ εἶναι ἀδιανόητο ὅτι ὁ Παντοδύναμος Θεός, ὁ Ὁποῖος ἀγάπη ἐστι καὶ ἀπὸ ἀγάπη διὰ τὸν ἄνθρωπον ἀνέβηκε στὸν σταυρόν, θὰ ἐπέτρεπε ποτὲ νὰ μεταδοθεῖ στὸν μεταλαμβάνοντα μία ὁποιαδήποτε ἀρρώστια μὲ τὸ ἴδιο Του τὸ Σῶμα καὶ μὲ τὸ δικό Του τὸ αἷμα, ὅταν μὲ αὐτὰ τὸν ἁγιάζει.
Ἑπομένως γιὰ τὸν πιστὸ πρόβλημα δὲν ὑπάρχει. Ἐκεῖνοι ὅμως οἱ ὁποῖοι ἀμφιβάλλουν ἢ φοβοῦνται μὴν πάρουν κάποια ἀρρώστια μὲ τὴ Θεία Κοινωνία, ὅσοι δὲν πιστεύουν στὴν οὐσία τῆς Θείας Κοινωνίας, αὐτοὶ ποὺ δὲν ἔχουν λόγο νὰ μεταλάβουν καὶ εἶναι δικαίωμά τους, νὰ ἀπέχουν. Ἂς ἀφήσουν ὅμως τοὺς ἄλλους ἥσυχους. Εἶναι μάλιστα παρατηρημένο ὅτι οἱ μὴ πιστεύοντες εἶναι κυρίως ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι περισσότερο ὁμιλοῦν ἀπὸ τοὺς κινδύνους ἀπὸ τὴ Θεία Κοινωνία. Ὅπως καὶ τὸ ὅτι κόπτονται(ἀπὸ τοὺς λόγους τοῦ κ. βουλευτὴ) «γιὰ τὸ καλὸ τῶν πιστῶν». Ἐξ ἐκείνων οἱ ὁποῖοι ἀσκοῦν πολεμικὴν ἐναντίνον τῶν πιστῶν.
Πάντως ἰατρικῶς δὲν ὑπάρχει οὔτε μία βεβαιωμένη περίπτωσις ἁπλοῦ πιστοῦ στὸν ὁποῖον νὰ ἔχει μεταδοθεῖ ἀρρώστια μὲ τὴ Θεία Μετάληψη. Οὔτε καὶ ἱερέως, ὁ ὁποῖος μάλιστα μετὰ τὴν κοινωνία τῶν πιστῶν κάνει τὴν «κατάλυση»(ὅταν καταλύουμε τὸ ἅγιο ποτήριο δηλαδὴ) καὶ καταπίνει ὅλα τὰ ὑπόλοιπά της Θείας Κοινωνίας μέχρι τρυγὸς (μέχρι τὸν πάτο τοῦ ἁγίου ποτηρίου, αὐτὸ θὰ πεῖ), μαζὶ μὲ ὅ,τι ἀπὸ τὸ στόμα τοῦ κάθε μεταλαμβάνοντος διὰ τῆς Ἁγίας Λαβίδας κατέληξε στὸ Ἅγιο Ποτήριο. Οὔτε ἀκόμη καὶ τότε ποὺ ἔβραζε ἡ φυματίωση, ἐθέριζε ἡ σύφιλη καὶ ἡ λέπρα ἤτανε εὐρύτατα διαδεδομένη. Τὰ ἴδια προφανῶς θὰ ἴσχυαν ἂν ἐτίθετο θέμα καὶ γιὰ τὸ AIDS. Δεδομένα τὰ ὁποῖα νὰ ὁδηγοῦν τὴν ἰατρικὴ σὲ παρέμβαση δὲν ὑπάρχουν. Σὲ θέματα πίστεως ἄλλωστε, ὅταν μάλιστα πρόκειται γιὰ τὰ μυστήρια τῆς χριστιανικῆς πίστεως δὲν εἶναι εὐχερὲς νὰ ὑπεισέλθει ἡ Ἰατρική, διότι τὰ μυστήρια τελοῦνται μὲ τὴν ἐπενέργεια πνευματικῶν δυνάμεων, οἱ ὁποῖες εἶναι ἐκτός του πεδίου τῶν δυνατοτήτων τῆς ἐπιστήμης, ἄρα καὶ τῆς Ἰατρικῆς.
Ἑπομένως, τὸ θέμα παραμένει στὶς ἁρμοδιότητες τῆς Ἐκκλησίας νὰ ἐπιλέγει τοὺς τρόπους μὲ τοὺς ὁποίους θὰ διεκπεραιώσει τὴν ἀποστολή της. Σύγκρουση μεταξὺ ἐπιστήμης καὶ Ἐκκλησίας δὲν ὑπάρχει παρὰ μόνο στοὺς ἔχοντες τρικυμία ἐν κρανίω, ἐφόσον ἀμφότερες ἐξυπηρετοῦν τὴν ἀλήθεια, ὁπωσδήποτε δὲ κινοῦνται ἐπὶ διαφορετικῆς βάσεως καὶ σὲ διαφορετικὰ ἐπίπεδα. Χρειάζεται βεβαίως ἐπίγνωση τῶν ὁρίων ἑκάστης καὶ ἀλληλοσεβασμὸς στὴν τήρηση τῶν ἀποστάσεων ἑκατέρωθεν».
Αὐτά, ἀγαπητοί μου, ἀνακοίνωσε ὁ Ἰατρικὸς Σύλλογος Ἀθηνῶν. Σᾶς τὸ διάβασα. Πρέπει, τὰ ξέρετε πιὸ καλά, γιατί ἐσεῖς μου δίνετε τὰ ἀποκόμματα, ἐγὼ δὲν παίρνω ἐφημερίδα. Τὰ ἔχετε διαβάσει αὐτὰ καὶ κομίζω γλαύκας εἰς Ἀθήνας, σᾶς εἶναι γνωστὰ αὐτὰ τὰ πράγματα, ἐν τοιαύτη περιπτώσει ἐφόσον πρέπει νὰ ἔχουμε τὴν ἀναίρεση, ἔπρεπε νὰ ἔχουμε καὶ τὴν ἀνάγνωση τόσο τῆς προτάσεως, ὅσο καὶ τὸ τί ἀπαντάει ὁ Ἰατρικὸς Σύλλογος. Βλέπουμε λοιπὸν ὅτι ἡ ἀπάντησις τοῦ Ἰατρικοῦ Συλλόγου Ἀθηνῶν εἶναι πλήρης, εἶναι μὲ ἰατρικὴν ἐπίγνωσιν καὶ μὲ σεβασμό, ὅπως εἶπε, εἰς τὰ θέματα τῆς Ἐκκλησίας.
Συνεπῶς ἡ πρότασις, θὰ λέγαμε, τοῦ κ. βουλευτού, πράγματι κάπου ἀλλοῦ ἀπέβλεπε. Ἁπλῶς θὰ λέγαμε ὅτι βρίσκεται στὰ πλαίσια του, τὰ γενικότερα πλαίσια τοῦ ἀντιεκκλησιαστικοῦ ἀγῶνος, ποὺ τόσο κατάφορα τὸν τελευταῖο καιρὸ ἔχει ἐξαπολυθεῖ. Εἴμεθα ὅλοι μάρτυρες αὐτῆς τῆς ἐπιθέσεως. Πάντως ὀρθὰ ἀπαντᾶ ὁ Ἰατρικὸς Σύλλογος κὰ θὰ ἐπαναλάβω κάτι. Γιατί θέλω νὰ τὸ τονίσω. Πάλι ἀπὸ τὸν Ἰατρικὸν Σύλλογον: «Ἑπομένως γιὰ τὸν πιστὸ πρόβλημα δὲν ὑπάρχει. Ἐκεῖνοι ὅμως οἱ ὁποῖοι ἀμφιβάλλουν ἢ φοβοῦνται μὴν πάρουν κάποια ἀρρώστια μὲ τὴ Θεία Κοινωνία, ὅσοι δὲν πιστεύουν στὴν οὐσία τῆς Θείας Κοινωνίας, αὐτοὶ ποὺ δὲν ἔχουν λόγο νὰ μεταλάβουν καὶ εἶναι δικαίωμά τους, νὰ ἀπέχουν. Ἂς ἀφήσουν ὅμως τοὺς ἄλλους ἥσυχους-ἀλλὰ βλέπετε, δὲν τοὺς ἀφήνουν ἥσυχους-. Εἶναι μάλιστα παρατηρημένο ὅτι οἱ μὴ πιστεύοντες εἶναι κυρίως ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι περισσότερο ὁμιλοῦν ἀπὸ τοὺς κινδύνους ἀπὸ τὴ Θεία Κοινωνία. Ὅπως καὶ τὸ ὅτι κόπτονται(ἀπὸ τοὺς λόγους τοῦ κ. βουλευτὴ) «γιὰ τὸ καλὸ τῶν πιστῶν». Ἐξ ἐκείνων οἱ ὁποῖοι ἀσκοῦν πολεμικὴν ἐναντίον τῆς πίστεως» Ἀσκοῦν πολεμικὴ ἐναντίον τῆς πίστεως. Δὲν τὸ λέω ἐγώ. Τὸ λέγει ὁ Ἰατρικὸς Σύλλογος.
Ὅσο γιὰ τὴν ἐρώτηση ποὺ κάνει ὁ κ. βουλευτὴς στὸ Ὑπουργεῖο Παιδείας γιὰ τὸ ἴδιο θέμα, θὰ ἀπαντούσαμε ὅτι σὲ θέματα πίστεως τὸ Ὑπουργεῖο Παιδείας δὲν εἶναι ἁρμόδιο. Ἁρμοδία εἶναι μόνο ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Ὅταν μάλιστα ὁ κ. βουλευτὴς λέγει-παίρνω ἀπὸ τὴν ἀγόρευσή του- «ὁ ὁποῖος τρόπος-δικά του λόγια- ἴσως νὰ σώζει τὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου ἀλλὰ ἴσως καὶ νὰ βλάψει τὸ σῶμα τὸ δικό του καὶ τῶν συνανθρώπων του». Ὅταν λοιπὸν ὁ κ. βουλευτὴς βάζει ἐκεῖνο τὸ «ἴσως νὰ σώζει», δηλαδὴ θέτει ὑπὸ ἀμφισβήτηση τὸ θέμα τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου δηλαδὴ μὲ τὴ Θεία Εὐχαριστία, τὸ ὀλιγοτερον ἐμφανίζεται ὁ κ. βουλευτὴς ἄπιστος. Τὸ ὀλιγοτερον. Μὲ τὸν μετριότερον χαρακτηρισμόν. Καὶ βέβαια σὰν ἄπιστος πράγματι δὲν ἔχει δικαίωμα νὰ κρίνει ἐκεῖνα ποὺ δὲν τοῦ ἀνήκουν. Εἶναι πολὺ φυσικό.
Καὶ μάλιστα ἐπ’αὐτοῦ ἀπαντᾶ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Εἶναι ἀπὸ τὴν Ἃ΄πρὸς Κορινθίους ἐπιστολήν,2,14: «Ψυχικὸς ἄνθρωπος(ψυχικὸς θὰ πεῖ ἐκεῖνος ποὺ ἔχει μείνει στὸ βιολογικό του ἐπίπεδο, δηλαδὴ δὲν εἶναι ὁ ἀνεπτυγμένος πνευματικά, δὲν ἔχει τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ. Αὐτοὺς τοὺς κρίνει ἡ Ἁγία Γραφὴ ὡς ψυχικοὺς ἀνθρώπους. Εἶναι τρεῖς κατηγορίες. Ὁ ψυχικός, ὁ σαρκικὸς καὶ ὁ πνευματικός. Ὁ ψυχικὸς εἶναι αὐτὸς ποὺ μένει στὴ βιολογία του. Ὁ σαρκικὸς εἶναι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος γνώρισε τὴν πνευματικὴ ζωὴ ἀλλὰ ἀκόμη δὲν εἶναι φτασμένος. Καὶ ὁ πνευματικὸς ἐκεῖνος πιὰ ποὺ κυβερνᾶται ἀπὸ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον. Λέγει λοιπὸν ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «Ψυχικὸς δὲ ἄνθρωπος οὐ δέχεται τὰ τοῦ Πνεύματος τοῦ Θεοῦ(:κάτι ποὺ ἀφορᾶ στὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ καὶ τὰ ἔργα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὁ ψυχικὸς ἄνθρωπος δὲν τὰ δέχεται)». Καὶ ὄχι μόνο δὲν τὰ δέχεται: «μωρία γὰρ αὐτῶ ἐστι(: τοῦ εἶναι ἀνόητα, τοῦ εἶναι κουταμάρες· ἄντε αὐτὸ τὸ κουταλάκι τώρα καὶ δὲν ξέρω τί) καὶ οὐ δύναται γνῶναι, ὅτι πνευματικῶς ἀνακρίνεται(:καὶ δὲν μπορεῖ νὰ μάθει, νὰ γνωρίσει ὅτι αὐτὰ ἀναλύονται πνευματικὰ ἀπὸ πνευματικοὺς ἀνθρώπους).
«Ὁ δὲ πνευματικὸς ἀνακρίνει μὲν πάντα, αὐτὸς δὲ ὓπ  οὐδενὸς ἀνακρίνεται». Ὁ πνευματικὸς ἄνθρωπος ὅλους τους ἐξετάζει, ὅλα μπορεῖ νὰ τὰ βάλει κάτω ἀπὸ τὴν κριτική του, ἀλλὰ δὲν μπορεῖ νὰ μπεῖ κάτω ἀπὸ τὴν κριτικὴ μὴ πνευματικῶν ἀνθρώπων. Ἂν τὸ θέλετε, νὰ σᾶς πῶ κάτι. Ἡ ψυχολογία ἐπὶ παραδείγματι μπορεῖ νὰ ἐξετάζει τοὺς ἀνθρώπους. Ὁ ἅγιος ὅμως δὲν μπαίνει στὸν χῶρο τῆς Ψυχολογίας. Γιατί; Γιατί ἡ ἁγιότητα ἐκφεύγει ἀπὸ τὸν χῶρο τῆς Ψυχολογίας. Αὐτὸ εἶναι τὸ πάρα πάρα πολὺ σπουδαῖο.
Ὡστόσο θέματα πίστεως δὲν ἀνήκουν, ἀγαπητοί, οὔτε στὰ Ὑπουργεῖα, οὔτε στοὺς Βουλευτές, οὔτε στὴ Βουλή. Ἀνήκουν μόνον εἰς τὴν Ἐκκλησίαν. Μπορεῖ ἡ Ἐκκλησία νὰ βρεῖ ἕναν ἄλλον τρόπο μεταδόσεως τῆς Θείας Εὐχαριστίας, ἂν ἐκείνη τὸ κρίνει, ὄχι ὅμως γιατί φοβᾶται τὶς ἀρρώστιες ἀλλὰ γιατί κάποιος ἄλλος τρόπος πιθανῶς τὴ διευκολύνει, τεχνικῶς, περισσότερο. Ὅπως ἐξάλλου καὶ ἱστορικὰ ἔτσι ἔγινε στὸ παρελθόν, ὅταν μετελάμβαναν οἱ πιστοὶ ἀπὸ τὸ Ἅγιο Ποτήριο, καὶ ἐπειδὴ ἐγίνοντο ζημίες, θὰ τὸ δοῦμε αὐτὸ παρακάτω τὴν ἐρχομένη Κυριακὴ -πρῶτα ὁ Θεὸς- γιατί δὲν ἐπαρκεῖ ὁ χρόνος, ἄλλαξε, καὶ εἰσήγαγε αὐτὸ ποὺ λέμε «λαβίδα». Καὶ λαβίδα κατὰ λέξη δὲν εἶναι, εἶναι κοχλιάριον. Λαβίδα θὰ πεῖ τσιμπίδα. Ἀλλὰ γιατί λέγεται λαβίδα, ἔμεινε τὸ ὄνομα τῆς προηγούμενης χρήσεως. Θὰ τὸ δοῦμε ὅμως ὅταν ἔρθουμε εἰς τὸν οἰκεῖον τόπον. Ἐκεῖνο ποὺ ἔχω νὰ σᾶς πῶ, ὅτι ἡ Ἐκκλησία πιστεύει ὅτι ἡ Θεία Εὐχαριστία εἶναι τὸ ζωντανὸ σῶμα καὶ αἷμα τοῦ Χριστοῦ, γὶ΄αὐτὸ ἀκόμη καὶ ξεχωριστὴ λαβίδα γιὰ τοὺς ἀσθενεῖς ποὺ κοινωνοῦν, δὲν τὴν ἐπιτρέπει. Προσέξτε αὐτὸ τὸ σημεῖο.
Βέβαια ἕνας ὁ ὁποῖος δὲν θὰ εἶχε τὴν πίστη νὰ μείνει στὸ σημεῖο αὐτό. Εἴπαμε, μπορεῖ νὰ ἀναχωρήσει. Ὅποιος θέλει, μπορεῖ νὰ μείνει. Ἡ Ἐκκλησία κανέναν δὲν ἐκβιάζει. Ἂν ὑποτεθεῖ ὅτι κατηγοροῦν τὴν Ἐκκλησία μὲ τὸν νηπιοβαπτισμὸ- «μὲ ρώτησαν ἐμένα νὰ μὲ βαπτίσουν;», λέγουν τὰ νεότερα παιδιά μας- ἂν λοιπὸν κατηγοροῦν τὴν Ἐκκλησία γιὰ τὸν νηπιοβαπτισμό, λυποῦμαι, ἀλλὰ κανεὶς μπορεῖ μετὰ ἂν θέλει νὰ φύγει. Καὶ ἂν δὲν πιστεύει σὲ τίποτα, τότε δὲν φοβεῖται καὶ τὶς συνέπειες τῆς ἀπομάκρυνσής του ἀπὸ τὴν κολυμβήθρα, ἀπὸ τὸ βάπτισμά του, ἀπὸ τὸν Θεό, τὸν Ὁποῖο ἐπιτέλους, δὲν πιστεύει. Ἄρα, τί σὲ ἐνοχλεῖ, ἄνθρωπέ μου; Ἐπειδὴ σὲ βάπτισε ὁ πατέρας σου; Ε, πὲς ὅτι ἦταν ἕνα μπάνιο ποὺ ἔκανες, ἀφοῦ δὲν πιστεύεις, τίποτε ἄλλο καὶ ἦταν ἕνα ἀπὸ τὰ πολλὰ μπάνια πού σου ‘κᾶνε ἡ μάνα σου ὅταν ἤσουνα νήπιο. Τίποτε ἄλλο. Γιατί ὑβρίζεις τὴν Ἐκκλησία; Γιατί τὴν ὑβρίζεις;
Ἀλλὰ νὰ τὸ ξέρετε, ἀγαπητοί. Ἂν κάποιος σᾶς βρίζει στὸν δρόμο, πίσω του εἶναι ὁ διάβολος. Κι ἂν οἱ ἄνθρωποι καταφέρονται σήμερα ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας, δὲν εἶναι οἱ ἄνθρωποι τόσο· εἶναι ὁ διάβολος ἀπὸ πίσω. Μὴν ξεχνᾶτε ἐκεῖνο τὸ ἐσχατολογικό, ὅτι ὁ διάβολος, λέγει, ὅταν βλέπει ὅτι δὲν ἔχει πλέον χρόνο- εἶναι στὴν Ἀποκάλυψη- ἔχει θυμὸ πολύ. Μὴν τὸ ξεχνᾶτε. Ἔτσι, δὲν θὰ βλέπουμε τὸν ἄλλο ἄνθρωπο σὰν κι ἐκεῖνον ποὺ στρέφεται ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας, καὶ πρέπει τώρα νὰ τὸν πετάξουμε. Ὁ διάβολος εἶναι ἀπὸ πίσω. Νὰ σᾶς πῶ ἕνα μικρὸ παράδειγμα. Ὅταν κάποτε, πετᾶτε μία πέτρα σὲ ἕνα σκυλί, δεμένο σκυλί, τὸ σκυλὶ δαγκώνει τὴν πέτρα. Γιατί δὲν μπορεῖ νὰ σᾶς φτάσει. Ἐπειδὴ εἶναι δεμένο. Τὸ ἔχετε προσέξει; Δαγκώνει τὴν πέτρα. Ἀφοῦ ἐγὼ τὴν πέταξα τὴν πέτρα. Ἔτσι λοιπὸν εἴμεθα ἀνόητοι πολλὲς φορὲς ἐμεῖς οἱ πιστοί, νὰ νομίζουμε ὅτι ὁ ἄλλος μᾶς ἐπιτίθεται. Ὁ διάβολος ἐπιτίθεται! Οἱ ἄνθρωποι ποὺ ἐπιτίθενται εἶναι ἄξιοι πολλῶν, πολλῶν, πολλῶν δακρύων. Καὶ πρέπει νὰ δείξουμε εἰς αὐτοὺς πολλὴν ἀγάπην καὶ πολλὴν φιλανθρωπία. Πιστεύω νὰ συμφωνεῖτε.
Ὡστόσο, σᾶς εἶπε ὅτι ἡ Ἐκκλησία οὔτε τότε χρησιμοποιοῦσε, συγνώμη, οὔτε γιὰ τοὺς ἀσθενεῖς ἔχει ξεχωριστὴ λαβίδα, οὔτε ποτὲ ξεχώρισε ἡ Ἐκκλησία- δὲν θὰ μποροῦσε νὰ τὸ κάνει;- ἀλλὰ πιστεύει τί εἶναι τὸ Ἅγιο Ποτήριο- ποτὲ δὲν ξεχώρισε, σᾶς εἶπα, τοὺς ὑγιεῖς ἀπὸ τοὺς ἀρρώστους. Ἢ τὰ μικρὰ παιδιὰ ἀπὸ τοὺς ἡλικιωμένους, μὲ τὰ σάπια δόντια, ἢ ὅ,τι ἄλλο, ποὺ λέγει ὁ κ. βουλευτής. Γὶ΄αὐτὸ πολὺ σωστὰ σημειώνει ὁ Ἰατρικὸς Σύλλογος Ἀθηνῶν, φαίνεται ἴσως εἶναι μία δημοσίευσις, Τρίτη 16 Φεβρουαρίου τρέχοντος ἔτους. Φαίνεται ὅτι δόθηκε περιληπτικὴ ἀπάντηση, εἶναι ἡ ἑξῆς: «Ἀπὸ τὴ μέχρι σήμερα πείρα-ἀπαντάει ὁ ἰατρικὸς σύλλογος- καὶ ἀπὸ τὴ βιβλιογραφία, δὲν προκύπτουν στοιχεῖα ποὺ νὰ πείθουν ὅτι καταρχὴν ἔχουν μεταδοθεῖ νοσήματα». Δὲν ὑπάρχει καμία βιβλιογραφία ἢ πείρα.
Ἂν θέλετε ὅμως ἐγὼ νὰ σᾶς πῶ καὶ μερικὰ παραδείγματα ποὺ εἶναι πολὺ ἐνδεικτικά. Ὅτι δὲν κινδυνεύει κανεὶς πράγματι νὰ ἀρρωστήσει. Καταρχᾶς θὰ’ θελα νὰ ἀναφερθῶ σὲ μία ἐπιστολογράφο ἐδῶ της πόλεώς μας, ποὺ ἔστειλε στὴν τοπικὴ ἐφημερίδα μία ἐπιστολὴ καὶ ἀναφέρεται σὲ ἕναν Λαρισαῖο ἱερέα τὸν πάπα-Στάμο Κονταξή. Ἐγὼ δὲν τὸν πρόλαβα· νομίζω ἦταν στὸ Νεκροταφεῖο δὲν θυμᾶμαι. Ἴσως ἐκεῖ. Πρέπει νὰ ἔχει πεθάνει πρὸ τοῦ ’60. Λοιπόν. Αὐτὸς κάποτε πῆγε, λέγει, νὰ μεταλάβει κάποιον φυματικόν. Μόλις κοινώνησε ὁ φυματικὸς δὲν κατάφερε νὰ καταπιεῖ, κονδυλιάστηκε, τί ἔπαθε δὲν ξέρω, ἔβηξε καὶ ἔβγαλε τὸ περιεχόμενο ἐπάνω εἰς τὸ πάπλωμά του. Δὲν ἐδίστασε, λέγει ἡ ἐπιστολογράφος, ὁ ἱερεὺς νὰ φάγει ἐκεῖνο ποὺ βγῆκε ἀπὸ τὸ στόμα τοῦ φυματικοῦ. Καὶ ὅτι ὁ ἱερεὺς αὐτός, μετὰ ἀπὸ τὸ περιστατικὸ αὐτό, χωρὶς βέβαια νὰ γίνει φυματικός, ἔζησε ἄλλα 35 χρόνια καὶ ἔφτασε στὴν ἡλικία τῶν 94 ἐτῶν. Ἀλλὰ πρέπει νὰ σᾶς πῶ ὅτι αὐτὸ τὸ περιστατικὸ ἔχει μυριάκις ἐπαναληφθεῖ. Θὰ τὸ ἀκούσετε σὲ κάθε τόπο γιατί ἁπλῶς ἐπαναλαμβάνεται τὸ φαινόμενο αὐτό.
Ἀκοῦστε ὅμως καὶ τὸ ἀντίθετο παράδειγμα. Κάποτε, ἀγαπητοί μου, ἕνας ἱερεὺς μ’ ἕναν διάκονο ἐπῆγαν σ΄ ἕναν ἰδρυματικὸν ναόν, δηλαδὴ σὲ ἕνα ἵδρυμα ποὺ ἦταν φυματικοί, ἕνα Σανατόριο, νὰ τελέσουν τὴ Θεία Λειτουργία. Ἐτέλεσαν τὴν Θεία Λειτουργία καὶ βεβαίως ὅλοι οἱ τρόφιμοι τοῦ Σανατορίου, δηλαδὴ οἱ φυματικοί, ἐκοινώνησαν ἀπὸ τὸ Ἅγιον Ποτήριον. Κατὰ τὴν τάξη, ὁ διάκονος ἔπρεπε νὰ κάνει τὴν κατάλυση, ἀλλὰ ὁ διάκονος δὲν κινεῖται νὰ καταλύσει. «Καταλύω» λέγεται «τρώγω τὸ περιεχόμενο, τὸ ὑπόλοιπό του Ἁγίου Ποτηρίου». Αὐτὸ λέγεται κατάλυση στὴ γλώσσα τὴν ἱερατική. Τοῦ λέει ὁ ἱερεύς, -Παιδί μου κᾶνε κατάλυση. -Ἐγώ; Ποτέ, λέγει ὁ διάκονος. Τόσοι φυματικοὶ κοινώνησαν, ἐγὼ θὰ κάνω κατάλυση; Ποτέ. -Παιδί μου, τοῦ λέγει, εἶναι πολὺ μεγάλη ἁμαρτία νὰ τὸ ἰσχυρίζεσαι αὐτό. -Ἐγὼ δὲν τὸ κάνω, λέγει ὁ διάκονος. –Καλά, λέγει. Καὶ κατέλυσε ὁ ἱερεύς. Τὸ ἑπόμενον ἔτος ποὺ γιόρταζε πάλι αὐτὸς ὁ ναΐσκος ἐκεῖ του Σανατορίου, ἐπῆγε πάλι ὁ ἱερεὺς γιὰ νὰ λειτουργήσει. Ἤτανε μόνος του. Τέλεσε τὴ Θεία Λειτουργία καὶ ἄρχισε νὰ κοινωνεῖ τοὺς τροφίμους, δηλαδὴ τοὺς φυματικούς. Ἀνάμεσα εἰς τοὺς φυματικοὺς φυματικὸς πιὰ ἦταν καὶ ὁ διάκονος, ἐνῶ ὁ ἱερεύς, ἀγαπητοί μου, δὲν ἔγινε φυματικός.
Τὰ δύο αὐτὰ περιστατικὰ θυμίζουν ἐκεῖνο ποὺ κάποτε ὁ Γεδεῶν ἐζήτησε ἀπὸ τὸν Θεό, γιὰ νὰ βεβαιωθεῖ ὅτι ἦταν θέλημά Του νὰ πολεμήσει τοὺς Φιλισταίους, τοὺς ἐχθρούς: «Κύριε», λέγει, «θὰ βάλω μαλλὶ ἔξω, μαλλὶ πρόβειο(ξέρετε τὸ μαλλὶ δέχεται τὴν ὑγρασία ὅταν πέφτει τὸ βράδυ δροσιὰ)λοιπόν, θὰ σὲ παρακαλέσω πολύ, ἐὰν εἶναι θέλημά σου πραγματικὰ νὰ πολεμήσουμε, δῶσε νὰ πέσει ὑγρασία ἐπάνω εἰς τὸν πόκον, δηλαδὴ στὸ μαλλί, ἀλλὰ νὰ μὴν πέσει ὑγρασία στὴ γύρω περιοχή». Τὸ πρωὶ βρῆκε μούσκεμα τὸν πόκο, τὸ μαλλί, τὴν τούφα ἀπὸ τὸ μαλλί, ἀλλὰ ἡ γῆ ἦταν ξερή, δὲν εἶχε ὑγρασία. Ἀντέστρεψε, θὰ λέγαμε, αὐτὸ ποὺ ζητοῦσε. «Κύριε, ἂν εἶναι θέλημά Σου, δῶσε νὰ πέσει ὑγρασία σὲ ὅλη τὴ γῆ, τὴ γύρω γῆ, ἀλλὰ νὰ μὴν πέσει ἐπάνω εἰς τὸ μαλλί». Τὴν ἄλλη μέρα τὸ πρωὶ ἤτανε μουσκεμένη ἡ γῆ ἀπὸ τὴν ὑγρασία, ἀλλὰ τὸ μαλλὶ ἦταν κατάστεγνο. Αὐτό μου θυμίζει τὰ δύο αὐτὰ περιστατικά. Τὸ ἕνα ἔτσι καὶ τὸ ἄλλο ἔτσι.
Βέβαια, ἂν ἔπρεπε κανεὶς νὰ λέγει θὰ ἤθελε χρόνο πολύ, ἁπλῶς ἐγὼ αὐτὰ σας τὰ εἶπα κάπως ἐνδεικτικά.
Ἐντούτοις, ἐντούτοις, ὑπάρχουν ἄνθρωποι ποὺ ἀρρωσταίνουν ἀπὸ τὸ Ἅγιο Ποτήριο. Χμ.. μία κυρία μὲ κοίταξε παράξενα. Ναί, ἀγαπητοί μου. Ὑπάρχουν ἄνθρωποι ποὺ ἀρρωσταίνουν ἀπὸ τὸ Ἅγιο Ποτήριο. Καὶ θὰ σᾶς δώσω ἁγιογραφικὴ μαρτυρία. Ὅταν πάει κάποιος νὰ κοινωνήσει χωρὶς νὰ πιστεύει ὅτι εἶναι Σῶμα καὶ Αἷμα Χριστοῦ! Αὐτὸς ἀρρωσταίνει μέχρι θανάτου!
Ἀκοῦστε τί λέγει ἐδῶ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Εἶναι ἀπὸ τὴν Ἃ΄πρὸς Κορινθίους ἐπιστολή του: «ὥστε ὃς ἂν ἐσθίη τὸν ἄρτον τοῦτον ἢ πίνη τὸ ποτήριον τοῦ Κυρίου ἀναξίως» -καὶ τὸ ἀναξίως κυριότατα δὲν ἀναφέρεται εἰς τὸ νὰ εἶμαι πόρνος καὶ ἀνήθικος, εἶναι κι αὐτὸ βεβαίως, εἶναι ὅλα τὰ ἁμαρτήματα, προσέξτε, μὴν πάρετε θάρρος σὲ αὐτὸ τὸ σημεῖο- νὰ φυλάξει ὁ Θεὸς- κυριότατα ἀναφέρεται εἰς τὸ θέμα τῆς πίστεως. Μάλιστα αὐτὸ ὅλως τονίζεται ἀπὸ τοὺς ἑρμηνευτές. Αὐτός, λέγει, θὰ τὸ δεῖτε ἀπὸ τὸ κείμενο, «ἔνοχος ἔσται τοῦ σώματος καὶ αἵματος τοῦ Κυρίου». Εἶναι ἔνοχος ἀπέναντι στὸ σῶμα καὶ τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ[Ἃ΄Κόρ.11,27]. «…Ὁ γὰρ ἐσθίων καὶ πίνων ἀναξίως κρίμα (:καταδίκη) ἐαυτῶ ἐσθίει καὶ πίνει, μὴ διακρίνων(νὰ ἡ ἀπάντησις) τὸ σῶμα τοῦ Κυρίου». Ἐπειδὴ δὲν διακρίνει. Νομίζει ὅτι εἶναι ψωμάκι καὶ κρασάκι. Κι «ἐπειδὴ κοινωνοῦν ὅλοι, ἂς κοινωνήσω κι ἐγώ, γιὰ τὸ καλό του χρόνου». Ἔτσι λένε μερικοί. Γιὰ τὸ καλό του χρόνου…
Ἀγαπητοί μου, ποῦ πᾶμε, τί κάνουμε; Τί κάνουμε; Λοιπὸν ὅταν δὲν πιστεύεις, τότε εἶσαι ἔνοχος ἀπέναντι στὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι αὐτὸ ποὺ βλέπεις ἐσὺ ποὺ δὲν πιστεύεις, σὰν κρασὶ καὶ ψωμί, δὲν εἶναι σύμβολο. Αὐτὸ θὰ δοῦμε τὴν ἐρχόμενη φορᾶ στὴν περίπτωση τῆς οὐσίας τοῦ μυστηρίου. Δὲν εἶναι σύμβολο· ἀλλὰ εἶναι αὐτὸ τὸ Σῶμα καὶ αὐτὸ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ. «Διὰ τοῦτο -συνεχίζει ὁ Ἀπόστολος- ἐν ὑμὶν (: γὶ΄αὐτό, λέγει, ὢ Κορίνθιοι, ἀνάμεσά σας)πολλοὶ ἀσθενεῖς καὶ ἄρρωστοι (ἀσθενεῖς καὶ ἄρρωστοι(: ἀσθενεῖς θὰ πεῖ αὐτοὶ ποὺ ἔχουν ἀδιαθεσία· ἄρρωστοι αὐτοὶ ποὺ ἔχουν βαρύτερη περίπτωση ἀρρώστιας) καὶ κοιμῶνται ἱκανοὶ (: καὶ πεθαίνουν ἀρκετοί). «Εἰ γὰρ ἑαυτοὺς διεκρίνομεν, οὐκ ἂν ἐκρινόμεθα». Γιατί ἂν ἐμεῖς ἐξετάζαμε τὸν ἑαυτό μας: «Πιστεύω ὅταν πάω νὰ κοινωνήσω;», τότε δὲν θὰ μᾶς καταδίκαζε ὁ Θεός.
Τὸ βλέπει λοιπὸν κανεὶς πολὺ καθαρά. Ὥστε πράγματι ἀρρωσταίνουν ἐκεῖνοι ποὺ προσέρχονται στὸ Ἅγιο Ποτήριο· ὅταν ὅμως εἶναι ἄπιστοι. Ἐπειδὴ κοινωνοῦν ἀναξίως τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Γὶ΄αὐτὸ ἀκριβῶς τὸν λόγο, τὴν τελευταία στιγμή, ἀγαπητοί μου, πρὶν κοινωνήσουμε ὅλοι οἱ πιστοί, μάλιστα οἱ πιστοὶ ἔχουν, ἂν δὲν γίνει ἀνάγνωση τῶν εὐχῶν ἀπὸ τὸν ψάλτη, ὁ καθένας ἕνα ἐγκόλπιο, κι ἀπὸ ἐκεῖ μπορεῖ νὰ διαβάσει· τί λέγει; «Πιστεύω, Κύριε, καὶ ὁμολογῶ -δηλαδὴ κάνει ἀνανέωση τῆς πίστεώς του, διότι πιστεύει, ἀλλὰ κάνει ἀνανέωση τῆς πίστεώς του)· πιστεύω, Κύριε(καὶ ὄχι μόνο πιστεύω ἀλλὰ) καὶ ὁμολογῶ ὅτι Σὺ εἰ ἀληθῶς ὁ Χριστός, ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος ὁ ἐλθῶν εἰς τὸν κόσμον ἁμαρτωλοὺς σῶσαι, ὧν πρῶτος εἰμι ἐγὼ -καὶ ὁμολογῶ ὅτι Σὺ εἰ ἀληθῶς ὁ Χριστὸς ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος(:ὅτι Σὺ εἶσαι ὁ Θεάνθρωπος Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, τοῦ ζῶντος Θεοῦ· ἐκείνη τὴν ὁμολογία τὴν ὁποία ἔκανε ὁ Ἀπόστολος Πέτρος)· Ἔτι πιστεύω(:ἀκόμη πιστεύω) ὅτι τοῦτο αὐτό ἐστι τὸ ἄχραντον Σῶμά Σου (: στὴν ἑλληνικὴ γλώσσα «τοῦτο αὐτό ἐστι», θὰ πεῖ «αὐτὸ δά», «τοῦτο, τοῦτο, τοῦτο, αὐτὸ τοῦτο· αὐτὸ δά, θὰ πεῖ ἑλληνικὰ δηλαδὴ αὐτὸ ποὺ τώρα θὰ κοινωνήσω. Πιστεύω ὅτι εἶναι τὸ ἄχραντο Σῶμα Σου. Δὲν συμβολίζει τὸ ἄχραντο Σῶμα Σου· εἶναι) καὶ τοῦτο αὐτό ἐστι τὸ τίμιον Αἷμά Σου».
Συνεπῶς τὸ Ἅγιο Ποτήριο εἶναι πηγὴ ζωῆς καὶ ὄχι ἀσθενειῶν καὶ θανάτου. Γὶ΄αὐτὸ πολὺ σωστὰ στὴν ἀνακοίνωσή της καὶ ἡ Ἱερὰ Μητρόπολίς μας ἐδῶ ἡ τοπικὴ γράφει στὴν τοπικὴ ἐφημερίδα 7/2 τρέχοντος: «Συνεπῶς οἱ ἐνδιαφερόμενοι, ἂν δὲν στοχεύσουν ἀλλοῦ, καλὸν εἶναι νὰ ἐπισημαίνουν ὄχι φανταστικές, ἀλλὰ ὑπαρκτὲς αἰτίες μεταδόσεως τῶν ἀσθενειῶν καὶ μάλιστα τὰ κέντρα τῆς ἁμαρτίας καὶ ἀκολασίας».
Πράγματι, ἀγαπητοί, σὲ ἕνα παλιότερο δημοσίευμα, εἰδικὰ γιὰ τὸ AIDS, εἶχε σὲ μικρὲς εἰκόνες, φερ’εἰπεῖν μία λεκάνη ἀποχωρητηρίου, ἕνα πόμολο πόρτας, καὶ ἄλλα ἀντικείμενα, ἂν κανεὶς δὶ’ αὐτῶν μπορεῖ νὰ κολλήσει. Εἶχε καὶ ἕνα Ἅγιο Ποτήριο. Εἰς ἐφημερίδα Ἀθηναϊκή. Κι ἔλεγε ὅτι δὲν εἶναι ἑστία μόλυνσης τὸ Ἅγιο Ποτήριο, τουλάχιστο ὡς πρὸς τὸ AIDS, ἀπὸ ἐπιστημονικῆς πλευρᾶς. Ἀλλὰ ἡ ἴδια ἡ πολιτεία λέει ὅτι τὸ AIDS, ἡ ἴδια ἡ πολιτεία, μεταδίδεται, γιατί περὶ τοῦ AIDS ὁ λόγος, σήμερα δὲν ἔχουμε λέπρα, ε, ἂν ἔχουμε ἀφροδίσια νοσήματα… ἔχουμε, ἀλλὰ ἐν τοιαύτη περιπτώσει τὸ AIDS εἶναι ἐκεῖνο ποὺ τρομάζει, ἡ ἴδια λοιπὸν ἡ πολιτεία λέγει ὅτι τὸ AIDS μεταδίδεται μόνο μὲ τὸ σπέρμα, μὲ τὸ αἷμα καὶ μὲ τὸν τοκετό. Ἐγὼ προσωπικὰ στὶς εἰδήσεις δέκα ἡ ὥρα, ἀπὸ τὸ Πρῶτο Πρόγραμμα, στὶς 11-2-1988, ἄκουσα μετὰ τὶς εἰδήσεις, τὴν ἑξῆς ἀνακοίνωση. Μὲ συγχωρεῖτε πὼς θὰ τὸ πῶ ἀλλὰ ἔτσι τὸ ‘πὲ ἡ ἀνακοίνωση: «Ἂν χρησιμοποιεῖτε στὶς σεξουαλικές σας σχέσεις προφυλακτικό, καὶ ἂν χρησιμοποιεῖτε ναρκωτικὰ καὶ προσέχετε τὶς σύριγγες, τίποτ΄ἄλλο μὴ φοβάστε». Ἔτσι εἶπε τὸ ραδιόφωνο. Τ’ ἄκουσα μὲ τὰ αὐτιά μου. Ἐρωτῶ λοιπόν. Μήπως ὑπάρχει ἀντίφασις μεταξὺ τῶν ἀνακοινώσεων τῶν ἐπισήμων της πολιτείας καὶ τοῦ κ. βουλευτού; Μήπως ὑπάρχει ἀντίφασις; Κι ἂν δὲν θέλουν νὰ τὸ σημειώσουν σὰν ἀντίφαση, μήπως πράγματι κάπου ἀλλοῦ σκοπεύουν;
Ἀκόμη θὰ λέγαμε ὅτι οἱ ἡδονικὲς ἀναζητήσεις ἔφεραν τὸ AIDS. Ποιὸς δὲν τὸ ξέρει αὐτό; Οἱ ἡδονικὲς ἀναζητήσεις. Στὶς 16 Φεβρουαρίου τρέχοντος ἔτους, ὁ ἀκαδημαϊκὸς Νικόλαος Ματσανιώτης, σὲ μία πρόσφατη ὁμιλία του στὴν Ἀκαδημία τῶν Ἀθηνῶν, ποὺ ἀναφερόταν γιὰ τὸ AIDS, εἶπε μεταξὺ τῶν ἄλλων καὶ τὰ ἑξῆς: «Ὁ ἰὸς μεταδόθηκε στὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὸν πράσινο πίθηκο ποὺ ζεῖ στὴν Κεντρικὴ Ἀφρική». Ἀκόμη εἶπε ὅτι «τὸ 1973 ἕνα ἀφρικανὸς ἐπιστήμονας δημοσίευσε μία μελέτη γιὰ τὴ ζωὴ τῶν φυλῶν ποὺ ζοῦν στὴν περιοχὴ τῶν μεγάλων λιμνῶν τῆς κεντρικῆς Ἀφρικῆς. Στὴ μελέτη, ὁ ἐπιστήμονας ἀναφέρει ὅτι οἱ κάτοικοι μίας φυλῆς, ἔκαναν μεταγγίσεις αἵματος ἀπὸ πράσινο πίθηκο, γιὰ νὰ ἔχουν καλύτερες σεξουαλικὲς ἐπιδόσεις. Ἔτσι τὸ AIDS μεταδόθηκε ἀπὸ τὸν πράσινο πίθηκο στὸν ἄνθρωπο». Ὁρίστε.
Ἔτσι, θὰ λέγαμε, θὰ λέγαμε, θὰ παρακαλέσουμε ἐκείνους ποὺ σπερμολογοῦν ἀνησυχητικὲς πληροφορίες στὸν λαὸ τοῦ Θεοῦ, νὰ στραφοῦν μᾶλλον σὲ ἄλλους τόπους μολυσματικούς. Ἂν θέλουν, ἂς πλήξουν τὴν ὁμοφυλοφιλία, ποὺ τὴν προστατεύουν, καὶ ποὺ εἶναι ὁ φορέας, κύριος φορέας αὐτοῦ του μικροβίου, τοῦ ἰοῦ. Ἂν θέλουν, ὅλοι αὐτοὶ οἱ κύριοι, ἂς περιορίσουν τὴν ἀνηθικότητα, ποὺ μὲ κάθε τρόπο τὴν προπαγανδίζουν. Ἂν θέλουν, ἀκόμα, ἂς στραφοῦν νὰ περιορίσουν τὰ ναρκωτικά, ποὺ κυριολεκτικὰ μαστίζουν τὴ νεολαία μας. Καὶ ἂς ἀφήσουν ἥσυχούς τους Χριστιανούς, νὰ ζοῦν τὴν πνευματική τους ζωή, ποὺ κέντρο τῆς πνευματικῆς τους ζωῆς εἶναι τὸ μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας, καὶ τῆς παρούσης καὶ τῆς αἰωνίου ζωῆς.
Ἀλλὰ ὅλα αὐτὰ ποὺ συνέβησαν, ἀγαπητοί μου, πρέπει νὰ ποῦμε καὶ τοῦτο. Ὀφείλονται στὴν ἄγνοια, γενικότερα, τοῦ Χριστιανισμοῦ καὶ εἰδικότερα τοῦ μυστηρίου τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Ἂν ἐγνώριζαν οἱ Χριστιανοὶ μᾶς τί εἶναι τὸ μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας, θὰ ἔμεναν ὁπωσδήποτε ἀμετακίνητοι στὴν πίστη τους. Ἐκεῖνο πάντως ποὺ χαρακτηρίζει τοὺς Χριστιανούς μας δὲν εἶναι, δυστυχῶς, ἡ θεολογικὴ γνώση τοῦ μυστηρίου τῆς Θείας Εὐχαριστίας ἀλλὰ ἡ συναισθηματική, θὰ λέγαμε, προσέγγιση τοῦ μυστηρίου. Ὅτι πάω νὰ κοινωνήσω. Ἀλλὰ δὲν ξέρει τί εἶναι αὐτὸ ποὺ θὰ κοινωνήσει. Καὶ εἶναι ἀνάγκη, ὄχι βεβαίως νὰ ἀφαιρέσουμε τὸ συναισθηματικὸ στοιχεῖο ἀλλὰ θὰ πρέπει νὰ προσθέσουμε καὶ τὸ θεολογικὸ στοιχεῖο, γιὰ νὰ ὑπάρχει μία θεολογικὴ στήριξη. Νὰ ξέρω γιατί πηγαίνω νὰ κοινωνήσω. Ὅπως θὰ δοῦμε λίγο πιὸ κάτω, τὴν ἐρχόμενη φορᾶ· ὁ ἅγιος Κύριλλος στὶς «Κατηχήσεις» του, στὴν 4η καὶ 5η, στὶς «Μυσταγωγικές» του «Κατηχήσεις», ἀναφέρεται στὸ μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Καὶ τὸ τονίζει αὐτό. Ἀλλά, ἔχει ἀτονίσει αὐτό. Καὶ εἶναι ἀπὸ τὰ λάθη μας. Ὅτι, δυστυχῶς, δὲν ἐνημερώνουμε τὸν λαό μας γιὰ τὰ μεγάλη αὐτὰ θέματα τῆς πίστεώς μας.
Τί εἶναι ὅμως τὸ μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας; Τὸ μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας εἶναι ἡ καρδιὰ τῆς καρδιᾶς τοῦ Χριστιανισμοῦ! Ἂν ἡ Θεία Λειτουργία ποὺ πλαισιώνει τὸ μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας, εἶναι ἡ καρδιὰ τῆς πίστεως, ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι ἡ καρδία τῆς πίστεως, τότε τὸ μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας εἶναι ἡ καρδιὰ τῆς Θείας Λειτουργίας!
Ὅλα τὰ μυστήρια ἂν θέλετε, πρὸς αὐτὸ τὸ μυστήριο ἀποτείνονται. Σὰν σὲ τελικὸ σκοπό. Ἀφοῦ ὅλα εἶναι μέσο διὰ τὴν ἀπόκτηση τοῦ τελικοῦ σκοποῦ. Δὲν βαφτίστηκα γιὰ νὰ βαφτιστῶ, ἀλλὰ βαφτίστηκα γιὰ νὰ φτάσω στὸ σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Νὰ προσεγγίσω καὶ νὰ οἰκειωθῶ καὶ νὰ γίνω σύσσωμος καὶ συναῖμος μὲ τὸν Χριστό. Γιατί δὲν θὰ μποροῦσα νὰ προσεγγίσω ἐὰν δὲν βαπτιζόμουν. Βαφτίζομαι λοιπὸν γὶ΄αὐτὸν τὸν λόγο. Γὶ΄αὐτὸ σας εἶπα, ὅλα τὰ μυστήρια τείνουν πρὸς αὐτὸ τὸ κεντρικὸ μυστήριο, τὸ ὁποῖο δὲν εἶναι ἕνα μέσο, ἀλλὰ εἶναι σκοπός. Εἶναι ὁ τελικὸς σκοπός, νὰ ἑνωθῶ μὲ τὸν Θεό! Ἂν δὲν φτάσω ἐκεῖ, τότε εἶναι περιττὸ τὸ βάπτισμα. Καὶ χωρὶς τὸ μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας, πρέπει νὰ σᾶς πῶ, Ἐκκλησία δὲν νοεῖται. Διότι, τί εἶναι τὸ μυστήριο; Εἶναι τὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Καὶ μὲ ποιὸν τρόπο ἐνσωματώνονται οἱ πιστοὶ στὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ, γιὰ νὰ ἀποτελέσουν τὴν Ἐκκλησία; Μὲ ποιὸ τρόπο; Μὲ τὸ νὰ γίνονται μέτοχοί του Ποτηρίου. Νὰ μεταλαμβάνουν τοῦ Σώματος καὶ τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ. Γὶ΄αὐτὸ πολὺ σωστὰ ἐλέχθη, μάλιστα ἀπὸ τὸν μακαριστὸ π. Ἰουστίνο Πόποβιτς: «ὅποιος κατανοεῖ τὴν Θεία Λειτουργία καὶ συνεπῶς καὶ τὴν καρδιά της, ποὺ εἶναι τὸ μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας, κατανοεῖ τὸν Χριστιανισμό!».
Στὴν οὐσία, ἤθελα νὰ σᾶς ἔλεγα, ὅτι, ὅλα αὐτὰ τὰ χρόνια ἐπολεμήθη τὸ κήρυγμα. Εἶχε ἀπαγορευτεῖ ὁ ἱερεὺς νὰ κάνει κήρυγμα. Νὰ ἔχει κηρυκτικὴ δραστηριότητα. Ἀλλὰ ἀπὸ τὸν καιρὸ ὅμως ποὺ ἀφέθησαν, κατὰ τὸν Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο, οἱ Ἐκκλησίες, ὄχι ὅλες, κάποιες Ἐκκλησίες ἐλεύθερες, ὁ Στάλιν τὸ εἶχε κάνει αὐτό, ἐπέτρεπε μόνο τὴ Θεία Λειτουργία. Μόνο. Δὲν ἐπέτρεπε τὸ κήρυγμα. Ἀλλὰ δὲν ἦταν θεολόγος. Γιὰ νὰ μποροῦσε νὰ συλλάβει ὅτι δὲν ἀποτελοῦσε τὸ κήρυγμα, ἐκεῖνο ποὺ θὰ στήριζε τὸν πιστὸ στὴν πίστη. Ἀλλὰ τὸ μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Καὶ αὐτὸ τὸ μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας ἔμεινε.
Θυμᾶμαι ἕνας σύγχρονος Σέρβος καθηγητής, ὁ π. Ἀθανάσιος ὁ Γιέφτιτς, τὸ ἔλεγε αὐτό· ὅτι «ἂς πλήξουν ὅ,τι θέλουν· τὴ Θεία Λειτουργία νὰ μὴν πλήξουν». Κι ὅταν ἡ Θεία Λειτουργία δὲν πλήττεται, τότε διατηρεῖται ἡ Ἐκκλησία. Ἀλλὰ καὶ ἂν ὑποτεθεῖ ὅτι πλήττεται- γιατί θὰ λέγαμε, ἴσως κατενοήθη ποῦ ἔπρεπε νὰ πλήξουν, μὲ αὐτὸ τὸ περιστατικὸ τῶν τελευταίων ἡμερῶν- θὰ ἀπαντούσαμε ὅτι, ἂν ποτὲ πληγεῖ ἡ Ἐκκλησία, δηλαδὴ νὰ μὴν τελεῖται τὸ μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας, ὅτι θὰ ἀπαγορεύεται νὰ γίνεται ἡ Θεία Λειτουργία, ὁ μὴ γένοιτο, ἀλλὰ ὅλα εἶναι δυνατά, ἐὰν ὁ βόρειος πόλος μπορεῖ νὰ ἔρθει στὸν Ἰσημερινό… γιατί ὄχι; Ἐὰν ὁ γαίδαρος πετάει…γιατί ὄχι;Ἅμα τὸν βάλετε σὲ ἕνα ἀεροπλάνο, πετάει ὁ γαίδαρος· ὅλα εἶναι δυνατά, ὅλα εἶναι δυνατό, τότε βεβαίως ἡ Θεία Λειτουργία, θὰ ἐτελεῖτο, ὅπως καὶ ἐτελεῖτο ἐκεῖ ὅπου τέλος πάντων ἐτελεῖτο. Ἀλλὰ ἐτελεῖτο.
Ἐν ἡμέραις Ἀντιχρίστου θὰ τελεῖται; Ναί. Τὸ λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Ὅτι θὰ τελεῖται τὸ μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας ἀγαπητοί μου, ἄχρις οὗ ἂν ἔλθη, ἕως ὅτου ὁ Χριστὸς ἔλθει. Ἐὰν δηλαδὴ ἔλθει σήμερα τὸ ἀπόγευμα ὁ Χριστός, τὸ πρωὶ θὰ ἔχει τελεστεῖ Θεία Λειτουργία. Ποῦ; Σὲ κάποια μέρη τοῦ κόσμου. Ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι παμμέγιστον στοιχεῖο. Εἶναι αὐτή, σᾶς εἶπα, ποὺ συντηρεῖ τὴν Ἐκκλησία.
Ἀλλὰ πῶς θὰ μπορέσουμε ὅμως νὰ κατανοήσουμε τὴν οὐσία τοῦ μυστήριου; Αὐτὴ ἡ κατανόηση πρῶτα-πρῶτα βρίσκεται μέσα σὲ αὐτὰ τὰ ἰδρυτικὰ λόγια του Χριστοῦ, γιὰ τὸ μυστήριο ποὺ ἄφησε, τὸ μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας·καὶ ποὺ οἱ Ἀπόστολοι πρῶτα καὶ οἱ Ἀποστολικοὶ Πατέρες κατόπιν καὶ οἱ Πατέρες καὶ ἡ Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας κατανόησαν ποιὰ εἶναι ἡ οὐσία τοῦ μυστηρίου καὶ ποιὰ ἡ ἀξία του καὶ ποιὰ ἡ θέση του.
Ἀλλὰ αὐτά, ἀγαπητοί μου, ἐπειδὴ κατὰ δυστυχίαν, δὲν μπόρεσα νὰ τὰ μαζέψω ὅλα μέσα σὲ μία ὥρα, ζητῶ συγνώμη, καὶ τὴν ἐρχόμενη Κυριακή, πρῶτα ὁ Θεός, θὰ συνεχίσουμε τὸ θέμα αὐτό.

ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ

καὶ μὲ ἀπροσμέτρητη εὐγνωμοσύνη στὸν πνευματικό μας καθοδηγητὴ μακαριστὸ Γέροντα Ἀθανάσιο Μυτιληναῖο, μεταφορὰ τῆς ἀπομαγνητοφωνημένης ὁμιλίας σὲ ἠλεκτρονικὸ κείμενο καὶ ἐπιμέλεια: Ἑλένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ: 
· Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ. 

3 σχόλια:

  1. O υ δ ε π ο τ ε ακούστηκε η δημοσιεύτηκε είδηση για μετάδοση νοσηματος από τη θεία ευχαριστια , στη θεία ευχαριστια βρίσκεται ο I δ ι ο ς ο Χριστός , ο I δ ι ο ς ο Θεός , ο οποίος είναι π υ ρ κ α τ α ν α λ ι σ κ ο ν όπως γράφει στην επιστολή προς Eβρ. ο Aποστολος των εθνών . Ο άρτος και ο οίνος μ ε τ α β α λ λ ο ν τ α ι από το Aγιο Πνεύμα σε μ α τ ω μ ε ν ε ς σ α ρ κ ε ς του Kυριου και Θεού και Σωτήρος ημών Iησου Xριστου , είναι μ υ σ τ η ρ ι ο A σ υ λ λ η π τ ο για την A v θ ρ ω π ι ν η λογική , δ ε το κατανοεί το π ε π ε ρ α σ μ ε ν ο μυαλό μας . O μ ω ς από τη σ υ γ κ ε ν τ ρ ω σ η ανθρώπων - O π ο υ δ η π ο τ ε - είναι δυνατή η μετάδοση νοσημάτων .

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Είμαι 89 ετών ιερέας.Κατά τη διάρκεια της ιερατικής μου διακονίας κοινώνησα πολύ κόσμο και με σοβαρές μεταδιδόμενες ασθένειες.Τον καιρό που το ειτς ήταν στο αποκορύφωμά του,μια Κυριακή ήλθε ένας νέος στο Ιερό και μου είπε:πάτερ έχω έιτς και θέλω να κοινωνήσω,έφερα και κουταλάκι.Εγώ του είπα,φύλαξε το κουταλάκι και να πάς να σταθείς τελευταίος στη σειρά και θα σε κοινωνήσω όπως τους άλλους.Έτσι έγινε και εγώ κατελυσα το περίσευμα της Θείας Κοινωνίας και όπως βλέπετε όχι μόνο δεν έπαθα τίποτα,άλλά ζω και πλησιάζω τα 90 με καθαρό νου και διαύγεια πνεύματος.
    Αυτός ο θόρυβος που γίνεται τώρα με τον κορονοϊό είναι αποτάλεσμα άγνοιας και απιστίας το λιγότερο που θα πω.
    Η Θεία Κοινωνία είναι το Σώμα και το Αίμα του Κυρίου,είναι η τροφή της ψυχής για να ζήσει,σύμφωνα με τον ίδιο τον Κύριο.Διαβάστε το έκτο κεφάλαιο του κατά Ιωάννου για να καταλάβετε την αλήθεια.Oσοι δε κοινωνούν έχουν ψυχή νεκρή όχι ζωντανή,γιατί από ζωντανό οργανισμό όταν λείψει η τροφή πεθαίνει δεν είναι έτσι;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Eυαγγελιον Iωαννου31 Μαρτίου 2020 στις 4:17 μ.μ.

    ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν , ὁ π ι σ τ ε ύ ω ν εἰς ἐ μ ὲ ἔχει ζ ω ὴ ν α ἰ ώ ν ι ο ν . ἐ γ ώ ε ἰ μ ι ὁ ἄρτος τῆς ζ ω ῆ ς . οἱ πατέρες ὑμῶν ἔφαγον τὸ μάννα ἐν τῇ ἐρήμῳ καὶ ἀπέθανον · o ὗ τ ό ς ἐ σ τ ι ν ὁ ἄρτος ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβαίνων , ἵνα τις ἐξ α ὐ τ ο ῦ φάγῃ καὶ μ ὴ ἀποθάνῃ . ἐ γ ώ ε ἰ μ ι ὁ ἄρτος ὁ ζ ῶ ν ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς · ἐ ά ν τις φάγῃ ἐκ τ ο ύ τ ο υ τοῦ ἄρτου , ζ ή σ ε τ α ι εἰς τὸν α ἰ ῶ ν α . καὶ ὁ ἄρτος δὲ ὃν ἐ γ ὼ δ ώ σ ω , ἡ σ ά ρ ξ μ ο υ ἐ σ τ ι ν , ἣν ἐ γ ὼ δ ώ σ ω ὑπὲρ τῆς τοῦ κόσμου ζ ω ῆ ς . εμάχοντο οὖν πρὸς ἀλλήλους οἱ Ἰουδαῖοι λέγοντας · πῶς δύναται ο ὗ τ ο ς ἡμῖν δοῦναι τὴν σάρκα φαγεῖν ; εἶπεν οὖν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς · ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν , ἐ ὰ ν μ ὴ φάγητε τὴ σάρκα τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου καὶ πίητε αὐτοῦ τὸ αἷμα , ο ὐ κ ἔχετε ζ ω ὴ ν ἐν ἑαυτοῖς . ὁ τρώγων μου τὴ σάρκα καὶ πίνων μου τὸ αἷμα ἔχει ζ ω ὴ ν αἰώνιον , καὶ ἐ γ ὼ ἀ ν α σ τ ή σ ω αὐτὸν ἐν τῇ ἐσχάτῃ ἡμέρᾳ . ἡ γὰρ σ ά ρ ξ μου ἀ λ η θ ῶ ς ἐ σ τ ι β ρ ῶ σ ι ς , καὶ τὸ αἷμά μου ἀ λ η θ ῶ ς ἐ σ τ ι π ό σ ι ς . ὁ τρώγων μου τὴ σάρκα καὶ πίνων μου τὸ αἷμα ἐν ἐ μ ο ὶ μ έ ν ε ι , κἀγὼ ἐν αὐτῷ .

    ΑπάντησηΔιαγραφή

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.