26 Μαρ 2020

Διπλὴ ἑορτὴ γιὰ τὴν Ὀρθόδοξη Ἑλλάδα.

Ἡρακλῆς Ρεράκης, Καθηγητὴς Θεολογικῆς Σχολῆς ΑΠΘ 
25η Μαρτίου 2020: Διπλὴ ἑορτὴ γιὰ τὴν Ὀρθόδοξη Ἑλλάδα 
Σήμερα, οἱ Ἕλληνες Ὀρθόδοξοι ἑορτάζουμε ταυτόχρονα δύο Ἑορτές: 
α) Τὴ Μεγάλη Χριστιανική μας Ἑορτή, τὸν Εὐαγγελισμὸ τῆς Ὑπεραγίας Δεσποίνης ἠμῶν Θεοτόκου καὶ Ἀειπαρθένου Μαρίας κατὰ τὸν ὁποῖο ἀναγγέλλεται, ἐκ τοῦ Ἀγγέλου, στὴν Παρθένο Μαρία ἡ Μεγάλη Εἴδηση τῆς ἐπιλογῆς τοῦ Θεοῦ, νὰ εἶναι Ἐκείνη πού, ἐκ θείας ἐνέργειας, θὰ συλλάβει, θὰ κυοφορήσει καὶ θὰ τέξει τὸν Σωτήρα καὶ Λυτρωτὴ τοῦ κόσμου καὶ τοῦ ἀνθρώπου. 
β) Τὴ Μεγάλη Ἐθνική μας Ἑορτή, τὸν Ἐπαναστατικὸ Ξεσηκωμὸ τῶν Ἑλλήνων, τὸ 1821, γιὰ τὴν ἀπελευθέρωση τῆς Ἑλλάδας ἀπὸ τὸν τουρκικὸ ζυγό. 
Ἕνας ἀπὸ ἐκείνους, πού, μὲ τοὺς θαυμάσιους στίχους του, μᾶς προσφέρει τὸ ἑρμηνευτικὸ πλαίσιο τῆς συνδέσεως τῆς ὀρθόδοξης πίστεως, μὲ τὸν ἁγνὸ πατριωτικὸ ἀγώνα τῶν Ἑλλήνων ὑπὲρ τῆς Ἐλευθερίας, εἶναι ὁ Ἐθνικὸς Ποιητὴς Διονύσιος Σολωμός. 
Τιμώντας τὸν Ἐθνικό μας Ποιητή, Διονύσιο Σολωμό, τιμοῦμε τὸν... ξεσηκωμὸ τοῦ 1821 γιὰ τὴν Ἐλευθερία τῆς Ἑλλάδος 

(Πηγή: Τὸ βιβλίο, Ἡρακλῆς Ρεράκης, Θρησκευτικὰ καὶ πολιτισμικὰ πρότυπα στὸ ἔργο τοῦ Δ. Σολωμού, ἔκδ. Γρηγόρης, β΄ ἔκδοση, Ἀθήνα 2003, σελίδες 440) 

Σὲ μία ἐποχή, ὅπως ἐκείνη τῆς Τουρκοκρατίας πού, ἐπὶ τέσσερις περίπου αἰῶνες, «ὅλα τὰ σκίαζε ἡ φοβέρα καὶ τὰ πλάκωνε ἡ σκλαβιὰ» καὶ κάτω ἀπὸ ἀντίξοες, ἐν πολλοῖς, διεθνεῖς πολιτικὲς συνθῆκες ὁ ἑλληνικὸς λαὸς χρειαζόταν ἀφοσιωμένους ἥρωες, ποὺ θὰ διεξήγαγαν ἕναν ὑπὲρ πάντων ἀγώνα δύσκολο καὶ ἄνισο ἐναντίον τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας, χωρὶς ξένα στηρίγματα, προκειμένου νὰ ἀνακτήσει τὴν ἐλευθερία του. 

Αὐτὴ ἡ ὑπεροχὴ τοῦ ἐχθροῦ σὲ ὅλα τὰ ἐπίπεδα, ἀπαιτοῦσε τὴν πνευματικὴ καὶ ἠθικὴ στήριξη καὶ ἐμψύχωση τῶν ἀγωνιστῶν, ποὺ θὰ μείωνε τὴ διαφορὰ ποὺ ὑπῆρχε ἀνάμεσα στοὺς ἀδύναμους σὲ ἔμψυχο καὶ ἄψυχο ἐξοπλισμὸ χριστιανοὺς καὶ στοὺς ἰσχυρούς, πάνοπλους καὶ ὀργανωμένους μουσουλμάνους. Ὁ ἀγώνας γιὰ τὴν ἐλευθερία, συνεπῶς, χρειαζόταν καὶ θεωρητικὰ πατριωτικὰ στηρίγματα, ὅπως τὸ μεγάλο στήριγμα ποὺ προσέφερε, μὲ τὴν ποίησή του καὶ ἰδιαίτερα μὲ τὸν «Ὕμνον εἰς τὴν Ἐλευθερία», ὁ Ἐθνικός μας Ποιητὴς Διονύσιος Σολωμός, «τέκνον μὲ νοῦν Ἑλληνικὸν καὶ καρδίαν Ἑλληνικήν». 

Ὁ Σολωμὸς συμμετεῖχε ἐνεργὰ στὸν ἀγώνα, ὄχι ὡς μαχητὴς στὸ μέτωπο ἐναντίον τῶν τούρκων κατακτητῶν, ἀλλὰ ὡς ποιητής, ποὺ ἐνδυνάμωνε, μὲ τοὺς στίχους του, τὸν ἐπαναστατικὸ ἀγώνα γιὰ τὴν ἐλευθερία, ἀφοῦ πίστευε ὅτι ἡ Ἑλλάδα δὲν θὰ ἀναστηθεῖ μόνο μὲ τὴν ἐπανάσταση τῶν ὅπλων, ἂν δὲν ἐπαναστατήσουν μαζὶ οἱ συνειδήσεις καὶ οἱ ψυχὲς τῶν Ἑλλήνων. 

Ἤξερε ὅτι ἡ πατρίδα τοῦ ἀναγνωρίζει καὶ τιμᾶ στὸν ἴδιο βαθμὸ τόσο τὴν προσφορὰ τοῦ ἔνοπλου ἀγώνα ὅσο καὶ ἐκείνη τὴν πνευματικὴ συμβολὴ τῶν ποιητῶν καὶ τῶν ἄλλων πνευματικῶν προσώπων ὑπὲρ τῆς ἐλευθερίας. 

Γι’ αὐτὸ στὴ δύναμη τοῦ λαοῦ, ποὺ πολεμοῦσε μὲ τὸ γιαταγάνι, ὁ ποιητὴς πρόσθεσε τὴ δύναμη τοῦ πνεύματος καὶ τῆς τέχνης. 

Στέκεται κι αὐτὸς νοερὰ στὸ μέτωπο τοῦ πολέμου καὶ προβάλλει ἠρωϊκὰ πρότυπα, ἀνυψώνει πατριωτικὲς ἀρετές, ἐμψυχώνει ἠθικὲς ἀξίες καὶ βοηθᾶ τὰ παλικάρια, στὸν ἄλλο ἀγώνα ποὺ διεξάγεται μέσα τους, νὰ συνειδητοποιήσουν καὶ νὰ ἀποδεχθοῦν τὴ θυσία καὶ τὸν θάνατο, ὡς τὴ σπορὰ γιὰ τὸν τοκετὸ τῆς Ἐλευθερίας. 

Οἱ ἀγωνιστὲς ἄκουαν τὴ φωνή του, βίωναν τὸν Ὕμνο τῆς Ἐλευθερίας ποὺ τοὺς ἔψαλλε, καὶ οἱ λόγοι του, ποὺ ἀπευθύνονταν ἐνθαρρυντικὰ στὶς ψυχὲς τοὺς ἐκεῖνες τὶς ὧρες, λειτουργοῦσαν, τὸ ἴδιο ἀποτελεσματικά, ὅσο καὶ τὰ ὄπλα καὶ τὰ πολεμικὰ σχέδια. 

Ὁ πατριωτισμὸς τοῦ Σολωμοῦ ἔχει μία ξεχωριστὴ ποιότητα, διότι ὁ ἴδιος ὑπῆρξε ψυχικὰ συνδεμένος μὲ τὴν ἐθνικὴ ἀκοή, ὅραση καὶ μνήμη, στοχεύοντας πρωτίστως στὴν δύναμη ποὺ προσδίδει στὸν ἄνθρωπο ἡ ἐσωτερικὴ ἐλευθερία καὶ ὁ ἐσωτερικός του πολιτισμός. 

Σημασία, γιὰ τὸν Σολωμό, δὲν ἔχει νὰ εἶναι κανεὶς ἐξωτερικὰ ἐλεύθερος, ἀλλὰ νὰ αἰσθάνεται ἐλεύθερος. Ἔτσι, ἀκόμα καὶ ἂν εἶναι ὑποδουλωμένο τὸ ἔθνος του, σὲ κάποιον ἢ κάποιους ἐξωτερικοὺς τυράννους, διατηρεῖται μέσα του, ὑπαρξιακά, ἡ δύναμη καὶ ἡ χαρὰ τῆς Ἐλευθερίας. 

Ἑλλάδα καὶ Ἐλευθερία στὴν ποίηση τοῦ Σολωμοῦ, εἶναι δύο μεγέθη ποὺ σχεδὸν ταυτίζονται, διότι, ὅπως διασώζει ὁ Ι. Πολυλᾶς, «δὲν ἐσυνηθοῦσε νὰ θεατρίζη τὰ ἐθνικὰ φρονήματα, ἀλλὰ μὲς στὸ Ἅγιο βῆμα τῆς ψυχῆς, οἰκοδομοῦσε τὴν ἀληθινὴ Ἑλλάδα». 

Ξεκινοῦσε ἀπὸ τὴν ἀφετηρία ὅτι «τὸ ἔθνος πρέπει νὰ μάθη νὰ θεωρεῖ ἐθνικὸν ὅ, τί εἶναι ἀληθές», διότι Θεωροῦσε «τὴν ἐλευθερία μεστὴν ἀπὸ τὸ χρέος, δηλαδὴ ἀπ’ ὅσα περιέχει ἡ Ἠθική, ἡ Θρησκεία, ἡ Πατρίδα». 

Ἡ προσφορὰ τοῦ Σολωμοῦ σ’ ἐκεῖνα τὰ χρόνια ἀλλὰ καὶ στὰ μεταγενέστερα, ἕως καὶ σήμερα, ἀποτελεῖ ἕνα μήνυμα ἐλευθερίας τοῦ πνεύματος, ἕνα προσκλητήριο γιὰ τὸ μέλλον, μὲ στόχο τὰ Μεγάλα καὶ τὰ Ὑψηλά: «Οἱ μεγάλοι τὰ μεγάλα ποὺ τοὺς μοιάζουν ἀγαποῦν». 

Στὴν ποίησή του, ἀκόμη καὶ στὸν «Ὕμνο εἰς τὴν Ἐλευθερία», ἀναμετριέται μὲ τὴν Εὐρώπη, σὲ ἐπίπεδο ἠθικοπνευματικὸ καὶ πολιτισμικό, ἀγγίζοντας θέματα καὶ στάσεις τῆς σύγχρονης ζωῆς. 

Ἡ ἀναμέτρηση, ἑπομένως, δὲν βασίζεται σὲ μία ἐθνοκεντρικὴ ὑστερία ἢ μία φθαρμένη ρητορεία ἑνὸς ἀδιάλλακτου ἐθνικισμοῦ ἤ, ἀκόμη, σὲ μία ρομαντικὴ προγονοπληξία, ἀλλὰ σὲ κάτι πιὸ σύγχρονο, ἄγνωστο καὶ νεοελληνικό, ὑπενθυμίζοντας στοὺς Εὐρωπαίους ὅτι δὲν ὑπάρχει μόνον ἡ ἀρχαία (κλασικὴ) Ἑλλάδα ἀλλὰ καὶ ἡ σύγχρονη. 

Γενικά, μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι ἡ πνευματικὴ καὶ ἠθικὴ ἀναγέννηση τῆς πατρίδας, μὲ πρότυπο τὴν ἑλληνικὴ σοφία καὶ ἀρετή, ἀπὸ τὴν ἀρχαιότητα μέχρι καὶ τὴν ἐποχή του καὶ σὲ συνδυασμὸ μὲ τὸ δημιουργικὸ χριστιανικὸ πνεῦμα καὶ τὴ λαϊκὴ παράδοση, ἦταν τὸ σολωμικὸ ὅραμα τῆς προσφορᾶς καὶ τῆς θυσίας, ποὺ πίστευε ὅτι χρειαζόταν ἡ Πατρίδα, παράλληλα, μὲ τοὺς ἀπελευθερωτικοὺς ἀγῶνες, ποὺ συνεχίζονταν σὲ ὅλα τὰ μέτωπα. 

Ὑπῆρξε βαθύτατα πιστὸς ὀρθόδοξος Χριστιανός, ἐρασιτέχνης Ἱεροψάλτης καὶ μελετητὴς τῆς ὀρθόδοξης ὑμνογραφίας καί, γενικά, τῆς λατρευτικῆς ζωῆς, ἀπὸ τὴν ὁποία δανειζόταν πολλὰ πρότυπα, προκειμένου νὰ συνθέσει τὰ πλεῖστα ἀπὸ τὰ ποιήματά του. 

Ἡ χρήση, εἰδικότερα, τῆς Ὑμνογραφίας καί, γενικότερα, τῆς ἐκκλησιαστικῆς λατρείας, συνδεδεμένη ὅπως εἶναι, τόσο μὲ τὴν λογοτεχνικὴ ἔμπνευση ὅσο καὶ μὲ τὴν προοπτικὴ καὶ τὴν ἀναζήτηση τῆς αἰωνιότητας, ποὺ ἐναντιώνεται στὸν φόβο τοῦ θανάτου καὶ στὴν ὑπέρβαση τοῦ ἐφήμερου, προσδίδει στὸ ἔργο τοῦ Σολωμοῦ ἕνα βαθύτερο ὀντολογικὸ νόημα. Παράλληλα, τὸ ἐμπλουτίζει μὲ οἰκουμενικὲς καὶ πολιτισμικὲς συγγένειες μὲ ἄλλους ἀνθρώπους καὶ λαούς, ἐνῶ τὸ καθιστά, ἀφενός, προσιτό, ἀκόμα καὶ στὸν πιὸ ἁπλὸ ἄνθρωπο, ἀφετέρου, δείκτη τοῦ θείου καὶ τοῦ αἰωνίου. 

Παραθέτουμε, πρὸς τιμὴ τοῦ Μεγάλου Ἐθνικοῦ μας Ποιητῆ, μερικὲς μόνον στροφὲς ἀπὸ τὸν «Ὕμνον εἰς τὴν Ἐλευθερία», δειγματικὰ ἐπιλεγμένες, ποὺ ἀποδεικνύουν ὅτι ἡ ἐκκλησιαστικὴ ποίηση καὶ Ὑμνογραφία ἀποτελεῖ μία ἀπὸ τὶς πιὸ βασικὲς πηγὲς ἔμπνευσης καὶ δημιουργίας του. 



Σὲ γνωρίζω ἀπὸ τὴν κόψη τοῦ σπαθιοῦ τὴν τρομερή, 
σὲ γνωρίζω ἀπὸ τὴν ὄψη ποὺ μὲ βία μετράει τὴ γῆ. 

Ἀπ' τὰ κόκαλα βγαλμένη τῶν Ἑλλήνων τὰ ἱερά, 
καὶ σὰν πρῶτα ἀνδρειωμένη, χαῖρε, ὢ χαῖρε, Ἐλευθεριά! 

Πῆγες εἰς τὸ Μεσολόγγι τὴν ἡμέρα τοῦ Χριστοῦ, 
μέρα ποὺ ἄνθισαν οἱ λόγγοι γιὰ τὸ τέκνο τοῦ Θεοῦ. 

Σοὺ 'λθε ἐμπρὸς λαμποκοπώντας ἡ Θρησκεία μ' ἕνα σταυρό, 
καὶ τὸ δάκτυλο κινώντας ὁπού ἀνεῖ τὸν οὐρανό, 

«σ' αὐτό», ἐφώναξε, «τὸ χῶμα στάσου ὁλόρθη, Ἐλευθεριά!». 
Καὶ φιλώντας σου τὸ στόμα μπαίνει μὲς στὴν Ἐκκλησιά. 

Εἰς τὴν Τράπεζα σιμώνει, καὶ τὸ σύγνεφο τὸ ἀχνὸ 
γύρω - γύρω της πυκνώνει ποὺ σκορπάει τὸ Θυμιατό. 

Ἀγρικάει τὴν Ψαλμωδία ὁπού ἐδίδαξεν αὐτή· 
βλέπει τὴ φωταγωγία στοὺς Ἁγίους ἐμπρὸς χυτή. 

Ά, τὸ φῶς ποὺ σὲ στολίζει, σὰν ἡλίου φεγγοβολῆ, 
καὶ μακρόθεν σπινθηρίζει, δὲν εἶναι, ὄχι, ἀπὸ τὴ γῆ. 

Λάμψιν ἔχει ὅλη φλογώδη χεῖλος, μέτωπο, ὀφθαλμός· 
φῶς τὸ χέρι, φῶς τὸ πόδι, κι ὅλα γύρω σου εἶναι φῶς. 

Μὲ φωνὴ ποὺ καταπείθει προχωρώντας ὁμιλεῖς: 
«Σήμερ', ἄπιστοι, ἐγεννήθη, ναί, τοῦ κόσμου ὁ Λυτρωτής. 

Αὐτὸς λέγει, ἀφοκρασθεῖτε: "Ἐγὼ εἰμ' 'Ἄλφα, Ὠμέγα ἐγώ· 
πέστε, ποῦ θ' ἀποκρυφθεῖτε ἐσεῖς ὅλοι, ἂν ὀργισθῶ; 

Ἡ γῆ αἰσθάνεται τὴν τόση τοῦ χεριοῦ σου ἀνδραγαθιά, 
ποῦ ὅλην θέλει θανατώσει τὴ μισόχριστη σπορά. 

Ἔτσι ν' ἄκουα νὰ βουίξει τὸν βαθὺν Ὠκεανό, 
καὶ στὸ κύμα του νὰ πνίξει κάθε σπέρμα Ἀγαρηνό! 

Καὶ ἐκεῖ ποῦ 'ναι ἡ Ἁγία Σοφία, μὲς στοὺς λόφους τοὺς ἑπτά, 
ὅλα τ' ἄψυχα κορμία, βραχοσύντριφτα, γυμνά, 

σωριασμένα νὰ τὰ σπρώξει ἡ κατάρα τοῦ Θεοῦ, 
κι ἀπ' ἐκεῖ νὰ τὰ μαζώξει ὁ ἀδελφός του Φεγγαριοῦ. 

Κάθε πέτρα μνῆμα ἂς γένει, κι ἡ Θρησκεία κι ἡ Ἐλευθεριὰ 
μ' ἀργὸ πάτημα ἂς πηγαίνει μεταξύ τους καὶ ἂς μετρᾶ. 

Ά, γιατί δὲν ἔχω τώρα τὴ φωνὴ τοῦ Μωυσῆ; 
Μεγαλόφωνα τὴν ὥρα ὁπού ἐσβιοῦντο οἱ μισητοί, 

τὸ Θεὸν εὐχαριστοῦσε στοῦ πελάου τὴ λύσσα ἐμπρός, 
καὶ τὰ λόγια ἠχολογοῦσε ἀναρίθμητος λαός. 

Ἀκλουθάει τὴν ἁρμονία ἡ ἀδελφή του Ἀαρῶν, 
ἡ προφήτισσα Μαρία, μ' ἕνα τύμπανο τερπνὸν 

καὶ πηδοῦν ὅλες οἱ κόρες μὲ τσ' ἀγκάλες ἀνοικτές, 
τραγουδώντας, ἀνθοφόρες, μὲ τὰ τύμπανα κι ἐκειές. 

Σὲ γνωρίζω ἀπὸ τὴν κόψη τοῦ σπαθιοῦ τὴν τρομερή, 
σὲ γνωρίζω ἀπὸ τὴν ὄψη ποὺ μὲ βία μετράει τὴ γῆ 

Πνίγοντ' ὅλοι οἱ πολεμάρχοι καὶ δὲν μνέσκει ἕνα κορμί· 
χαίρου, σκιὰ τοῦ Πατριάρχη, ποὺ σὲ πέταξαν ἐκεῖ. 

Ἐκρυφόσμιγαν οἱ φίλοι μὲ τσ' ἐχθρούς τους τὴ Λαμπρή, 
καὶ τοὺς ἔτρεμαν τὰ χείλη δίνοντας τὰ εἰς τὸ φιλί. 

Κειες τὲς δάφνες ποὺ ἐσκορπίστε τώρα πλέον δὲν τὲς πατεῖ, 
καὶ τὸ χέρι ὁπού ἐφιλῆστε πλέον, α, πλέον δὲν εὐλογεῖ. 

'Ὅλοι κλάψτε· ἀποθαμένος ὁ Ἀρχηγὸς τῆς Ἐκκλησιᾶς· 
κλάψτε, κλάψτε· Κρεμασμένος, ὡσὰν νὰ 'τανε φονιάς! 

'Ἔχει ὀλάνοικτο τὸ στόμα π' ὧρες πρῶτα εἶχε γευθεῖ 
τ' Ἅγιον Αἷμα, τ' Ἅγιον Σῶμα· λὲς πὼς θὲ νὰ ξαναβγεῖ, 

ἡ κατάρα ποὺ εἶχε ἀφήσει, λίγο πρὶν νὰ ἀδικηθεῖ, 
εἰς ὁποῖον δὲν πολεμήσει κι΄ ἠμπορεῖ νὰ πολεμεῖ 

Ὢ ἀκουσμένοι εἰς τὴν ἀνδρεία καταστῆστε ἕνα Σταυρὸ 
καὶ φωνάξετε μὲ μία: «Βασιλεῖς, κοιτάξτ' ἐδῶ!» 

Τὸ Σημεῖον ποὺ προσκυνᾶτε εἶναι τοῦτο, καὶ γι' αὐτὸ 
ματωμένους μᾶς κοιτᾶτε στὸν ἀγώνα τὸ σκληρό. 

Ἀκατάπαυστα τὸ βρίζουν τὰ σκυλιὰ καὶ τὸ πατοῦν 
καὶ τὰ τέκνα τοῦ ἀφανίζουν καὶ τὴν πίστη ἀναγελοῦν. 

Ἐξ αἰτίας τοῦ ἐσπάρθη, ἐχάθη αἷμα ἀθῶο Χριστιανικό, 
ποῦ φωνάζει ἀπὸ τὰ βάθη τῆς νυκτός: Νὰ ἐκδικηθῶ. 

Δὲν ἀκοῦτε, ἐσεῖς Εἰκόνες τοῦ Θεοῦ, τέτοια φωνή; 
Τώρα ἐπέρασαν αἰῶνες καὶ δὲν ἔπαυσε στιγμή. 

Δὲν ἀκοῦτε; Εἰς κάθε μέρος σὰν τοῦ Ἄβελ καταβοᾶ· 
δὲν εἰν' φύσημα τοῦ ἀέρος ποὺ σφυρίζει εἰς τὰ μαλλιά. 

Τί θὰ κάμετε; Θ' ἀφῆστε νὰ ἀποκτήσομεν ἐμεῖς 
λευθεριᾶν, ἢ θὰ τὴν λύστε ἐξ αἰτίας πολιτικῆς; 

Τοῦτο ἀνίσως μελετᾶτε ἰδοὺ ἐμπρὸς σας τὸν Σταυρό: 
Βασιλεῖς, ἐλᾶτε, ἐλᾶτε, καὶ κτυπήσετε κι ἐδῶ!"».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.