13 Ιαν 2019

Ὁ φιλάργυρος ἀγὰς

Γράφει ὁ Σάββας Ἠλιάδης, Δάσκαλος - Κιλκίς
(Θὰ μποροῦσε νὰ εἶναι …)
Κάποτε ὁ Μεμὶς Ἀγάς, ἕνας ἄνθρωπος πολὺ φιλάργυρος, ἀρρώστησε βαριά. Ἡ γυναίκα του φώναξε ἀμέσως τὸν γιατρό, γιὰ νὰ δεῖ τί εἶχε. Ἐν τῷ μεταξὺ ὁ Μεμὶς Ἀγὰς ἔστειλε κρυφὰ τὸν ἐγγονό του, νὰ φωνάξει τὸν γέροντα Ἰμάμη.
Ἔπειτα ἀπὸ λίγο ὁ Ἰμάμης καὶ ὁ γιατρὸς βρίσκονταν στὸ δωμάτιο τοῦ Μεμὶς Ἀγά. Ὁ Μεμὶς Ἀγὰς ρώτησε πρῶτα τὸν γιατρὸ πόσο θὰ στοιχίσει ἡ θεραπεία του, ἐπισκέψεις καὶ φάρμακα μαζί. Ὁ γιατρὸς τοῦ εἶπε ὅτι ἡ ἀρρώστια του ἦταν πολὺ βαριὰ καὶ ὅτι ἡ θεραπεία του θὰ στοίχιζε τουλάχιστον 200 ἕως 250 γρόσια. Γύρισε ἔπειτα πρὸς τὸν Ἰμάμη καὶ τὸν ρώτησε πόσο θὰ στοίχιζε ἡ κηδεία του, ἂν τυχὸν πέθαινε. Ὁ Ἰμάμης τοῦ εἶπε ὅτι θὰ στοίχιζε 40 γρόσια. Τότε λοιπόν, γύρισε ὁ Μεμὶς Ἀγὰς πρὸς τὸν γιατρὸ καὶ τοῦ λέει:
_ Εἶσαι ἐλεύθερος, γιατρέ, δὲν ἔχω ἀνάγκη ἀπὸ τὶς ὑπηρεσίες σου. Ὅπως βλέπεις ἀπὸ αὐτὴν τὴν ὑπόθεση, προτιμώντας τὸν Ἰμάμη, κερδίζω τουλάχιστον 160 γρόσια!
(Διάπλασις τῶν Παίδων, Ἰανουάριος 1934)


Θὰ μπορούσαμε νὰ μεταφέρουμε τὸν παραπάνω μύθο στὸ σήμερα καὶ νὰ παραλληλίσουμε τὰ πρόσωπά του καὶ τὶς ἐνέργειές τους μὲ αὐτὲς ποὺ ξεδιπλώνονται τὶς τελευταῖες δεκαετίες στὴν πατρίδα μας, κάνοντας μερικὲς σκέψεις...



Μεμὶς ἀγὰς θὰ μποροῦσε νὰ εἶναι ὁ ἑλληνικὸς λαός. Ἐμεῖς, ποὺ λησμονήσαμε τὸν ὑγιῆ τρόπο ζωῆς ποὺ μᾶς πρόσφεραν οἱ γενεὲς τῶν ἀπὸ αἰώνων προγόνων μας καὶ στραφήκαμε ἀποκλειστικὰ στὴν ἐξ Ἑσπερίας ἐφορμήσασα ὑλιστικὴ ἀπόλαυση τῆς ζωῆς. Ζήσαμε σὰν ἀγάδες πραγματικοί. Δὲν ἀκούσαμε τὴν πιστὴ σύζυγο καὶ μητέρα μας, τὴν Ἐκκλησία μὲ τὴν λεβεντογέννα ρωμαίικη Παράδοση καὶ Ἱστορία της καὶ τὰ φρόνιμα παιδιά της, τοὺς ἁγίους καὶ τοὺς ἥρωές της. Δὲν ἀκροαστήκαμε καὶ δὲν σεβαστήκαμε τὴν διαγεγραμμένη ἱστορικὴ πορεία τοῦ Γένους μας. Ἀπαρνηθήκαμε τὴν κοπιώδη ἀτραπὸ τῆς ἀρετῆς καὶ προτιμήσαμε νὰ ἀκολουθήσουμε ἀφελῶς τὴν λεωφόρο τοῦ δυτικοῦ καὶ προτεσταντίζοντος εὐδαιμονισμοῦ. Πιστέψαμε στὶς ὑποσχέσεις τῶν ἐξ Ἑσπερίας «φίλων» του καὶ δεχτήκαμε τὴν πρόκληση.
Ἔτσι, παραζαλισμένοι ἀπὸ τὸ πνεῦμα τοῦ ὑλιστικοῦ, μηχανιστικοῦ εὐδαιμονισμοῦ, πέσαμε στὴν παγίδα καὶ μπήκαμε στὸν θανατηφόρο χορὸ τῆς κατανάλωσης. Ξοδεύαμε ὅμως ἀπὸ αὐτὰ ποὺ δὲν ἦταν δικά μας καὶ σκορπούσαμε ἀπὸ αὐτὰ ποὺ δὲν μᾶς ἀνῆκαν. Ὅταν ἦρθε ἡ κατάλληλη ὥρα, ἦρθαν οἱ «φίλοι» μας καὶ ζήτησαν πίσω τὰ χρεωστούμενα. Ἔβαλαν μάλιστα δικούς τους ἔμπιστους ἀνθρώπους στὴν ἐξουσία, γιὰ νὰ φέρουν εἰς πέρας ἐπιτυχῶς τὴν ἐπιχείρηση. Ἐπιβλήθηκαν, μὲ ἀνίερες προφάσεις, ὀδυνηρὲς περικοπὲς σὲ χρήματα καὶ σὲ κάθε ἀγαθὸ καὶ ἀφοῦ ἀρχίσαμε νὰ νιώθουμε τὴν στέρηση βαθιὰ στὸ πετσί μας, ἀρρωστήσαμε βαριά. Πέσαμε σὲ βαθιὰ κατάθλιψη.

Σύζυγος καὶ μητέρα θὰ μποροῦσε νὰ εἶναι ἡ ἁγία Ἐκκλησία, ἡ Ἱστορία καὶ ἡ Παράδοσή μας. Μὲ ἀγάπη καὶ μειλιχιότητα ἡ καλὴ καὶ ταπεινὴ σύζυγος καὶ μητέρα παρακολουθοῦσε ὅλη αὐτὴν τὴν πορεία τῶν δικῶν της παιδιῶν. Δίδασκε, συμβούλευε, καθοδηγοῦσε τοὺς καλοπροαίρετους καὶ ὅσους ἤθελαν νὰ παραμείνουν στὴν ἀσφαλῆ καὶ σωτήρια ἀτραπό της. Ἐπιστράτεψε μάλιστα τοὺς γιατρούς της καὶ τὰ ἰατρικά της μέσα καὶ φάρμακα (Λατρεία, Μυστηριακὴ ζωή, πνευματικοὺς ὁδηγούς, διδασκάλους, βιβλία καὶ ἄλλα μέσα πνευματικά), γιὰ νὰ θεραπεύσει ἀπὸ τὴν ἀσθένεια αὐτὴ ὅσο τὸ δυνατὸν περισσότερους. Ἀλλά, καθότι παραζαλισμένοι, μιλοῦσε «εἰς ὦτα μὴ ἀκουόντων».
Ἡ κατάσταση ἦταν δύσκολη καὶ ἐμεῖς δὲν ἀλλάζαμε νοοτροπία καὶ δὲν λέγαμε νὰ βοηθήσουμε πρὸς τὴν κατεύθυνση αὐτή. Πιστεύαμε πὼς οἱ «φίλοι» μας θὰ μᾶς λυπηθοῦν. Ὅταν μάλιστα ἀρχίσαμε νὰ νιώθουμε πὼς γεννιέται μέσα μας ἡ ἐπιθυμία τῆς ἐπιστροφῆς στὰ πάτρια μονοπάτια, διστάσαμε, φοβηθήκαμε, καθὼς καταλάβαμε πὼς κινδυνεύαμε νὰ χάσουμε τὴν ψεύτικη αὐτὴ ἐλπίδα καὶ τὴν χαρὰ τῆς ἀπόλαυσης τῆς γλυκιᾶς ζωῆς. Ἔπρεπε πάση θυσία νὰ μείνουμε μαζὶ μὲ τοὺς «φίλους» μας!

Γιατρὸς καὶ τὰ 250 γρόσια θὰ μποροῦσαν νὰ εἶναι ἡ Ἐκκλησία καὶ ἡ Παράδοσή της. Ὁ δρόμος γιὰ τὴν ἀρετὴ εἶναι κοπιώδης. Ζητάει πολλά! Στοιχίζει, διότι ζητάει τὴν ἀπάρνηση τοῦ θελήματος καὶ τὴν ὑπακοὴ σὲ ἀρχὲς καὶ νόμους ἠθικοὺς καὶ πνευματικούς. Βέβαια, ἐμεῖς ξεχάσαμε πὼς ἡ θυσία καὶ ὁ σταυρὸς εἶναι ποὺ θὰ φέρουν τὴν ἀληθινὴ χαρὰ καὶ τὴν πραγματικὴ ἀπόλαυση τῆς ζωῆς, ἀλλὰ καὶ τὴν ἐλπίδα τῆς αἰωνιότητος. Στοιχίζουν, ἀλλὰ ἀνταποδίδουν πλούσια, ὄχι μόνο ψυχικὰ ἀλλὰ ὁπωσδήποτε καὶ ὑλικά. Ἐγγυημένος δὲ δωροδότης ὅλων αὐτῶν εἶναι ὁ παντοδύναμος Θεός. Δὲν τὰ προτιμήσαμε, ἐμεῖς, ὁ «ἀγὰς» λαὸς καὶ συνεχίσαμε νὰ ἔχουμε στραμμένη τὴν ἐλπίδα καὶ τὸ εἶναι μας πρὸς τὸν Ἰμάμη, τὸν ἀντιπρόσωπο τοῦ θανάτου.

Ἐγγονὸς θὰ μποροῦσε νὰ εἶναι τὰ ἐξαγορασμένα πρόσωπα τῆς ἐξουσίας, ἀλλὰ καὶ κάθε καλοθελητὴς συμφεροντολόγος Ἕλληνας προδότης. Αὐτοὺς τοὺς στείλαμε ἀγγελιοφόρους στὴν Εὐρώπη, νὰ φέρουν τοὺς «φίλους» μας σύντομα γιὰ συμπαράσταση καὶ ὑποστήριξη, μήπως καὶ ἀλλάξουμε μυαλὰ μὲ τὴν ἐπίσκεψη τοῦ ἐπιστήμονα γιατροῦ. Ἐργάστηκαν κρυφὰ καὶ δόλια οἱ «ἐγγονοὶ» μας αὐτοὶ (πάντοτε ὑπῆρχαν οἱ «ἐγγονοὶ» στὴν ἱστορία μας) καὶ οἱ «φίλοι» ἔστειλαν ἐγκαίρως τὰ κατάλληλα πρόσωπα.

Ἰμάμης καὶ τὰ 40 γρόσια θὰ μποροῦσαν νὰ εἶναι οἱ δυτικοὶ «φίλοι» μας καὶ τὰ θανατηφόρα δῶρα τους. Χωρὶς χρονοτριβῆ κάναμε τὶς διαβουλεύσεις μὲ τὸν Ἰμάμη καὶ τὸν γιατρὸ μὲ τὰ φτωχὰ καὶ ἰσχνὰ ἠθικὰ καὶ πνευματικὰ κριτήρια ποὺ μᾶς ἀπέμειναν. Πέρασαν τόσα χρόνια καὶ δὲν θυμόμαστε τί μᾶς ἔλεγαν οἱ παπποῦδες καὶ οἱ γιαγιάδες μας. Δὲν θυμόμαστε ποιοὶ εἴμαστε καὶ ποὺ πηγαίνουμε. Δὲν διδάξαμε στὰ παιδιὰ μας ἰδανικὰ καὶ ἀρετή. Θυμόμαστε μόνο πὼς τὸ εὔκολο καὶ εὐχάριστο εἶναι τὸ καλύτερο. Τὸ ζήσαμε ἔντονα πρόσφατα καὶ μᾶς συνέχει ἀκόμη ψυχὴ τὲ καὶ καρδία. Τὸ πρόσκαιρο καὶ ἡδονικὸ μαζὶ συνθέτουν τὴν τελειότερη ἀπόλαυση, τὸν μοναδικὸ σκοπὸ τῆς ζωῆς μας. Ἂς χαροῦμε ἐδῶ καὶ τώρα ὅ,τι μποροῦμε. Ἂς κοιτάξουμε τὸν ἑαυτό μας, ἔστω κι ἂν μᾶς μείνει λίγος χρόνος καλοπέρασης, παρὰ νὰ μποῦμε στὸν ζυγὸ καὶ νὰ ἀγωνιστοῦμε γιὰ κάτι ποὺ δὲν εἶναι καὶ σίγουρο πὼς κάτι θὰ κερδίσουμε.

Ἄγνωστο καὶ ἀβέβαιο τὸ μέλλον εἴπαμε, σύμφωνα καὶ μὲ τὸ ἄσμα τὸ λαϊκό: «μία εἶναι ἡ οὐσία, δὲν ὑπάρχει ἀθανασία» καὶ τὸ ἀρχαῖο ἀπόφθεγμα: «ἐμοῦ θανόντος, γαία πυρὶ μιχθήτω». Ἀγνοήσαμε τὸν ποιητή: «Χρωστᾶμε σ' ὅσους ἦρθαν πέρασαν,
θὰ 'ρθουν, θὰ περάσουν.
Κριτὲς θὰ μᾶς δικάσουν
οἱ ἀγέννητοι, οἱ νεκροὶ»
καὶ προτιμήσαμε τὸν Ἰμάμη.

Καὶ παραδοθήκαμε αὐτοβούλως στὰ χέρια τοῦ θανάτου. Καὶ καταλαβαίνουμε πὼς σβήνουμε σιγὰ σιγά, δίχως νὰ ἔχουμε δυνάμεις ἀντίστασης σ` αὐτὲς τὶς ἰσοπεδωτικὲς ἐξελίξεις. Καὶ ρωτᾶμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλον γιὰ τὸ πῶς καταντήσαμε ἔτσι καὶ ποῦ θὰ βρεθοῦμε τελικά! Ὅμως δὲν θέλουμε νὰ παραδεχτοῦμε πὼς ἀπὸ μόνοι μας χριστήκαμε νεκροὶ καὶ μελλοθάνατοι. Νεκρὸ τὸ παρόν μας, νεκρὸ καὶ τὸ μέλλον μας!
ΚΑΠΩΣ ΕΤΣΙ … ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΣΑΝ ΝΑ ΕΙΝΑΙ!

Σάββας Ἠλιάδης
Δάσκαλος
Κιλκίς, 12-1-2019

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.