18 Δεκ 2017

Ἀποτέφρωση νεκρῶν

Γράφει ἡ Ἀγγελικὴ Λιόση,
Μεταπτυχιακὸ Δικαίου Περιβάλλοντος (Νομικὴ ΕΚΠΑ)
«Τὶς δὲ κοινωνία φωτὶ πρὸς σκότος;  τὶς δὲ συμφώνησις Χριστῷ πρὸς Βελίαλ;  τὶς δὲ συγκατάθεσις να Θεοῦ μετὰ εἰδώλων; ὑμεῖς γὰρ ναὸς Θεοῦ ἐστε ζῶντος» (Β’ Κορ. 15,16).
Ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, ὡς ἀπόδειξη τῆς ἄφατης φιλανθρωπίας [1] καὶ συγκατάβασης τοῦ Θεοῦ ἀπέναντι στὸν πεπτωκότα ἄνθρωπο, ἀποτέλεσε τὴν ἀπαρχὴ τῆς χριστολογικῆς ἐνοποίησης τῆς διασπασμένης ἀπὸ τὴν ἁμαρτία ἀνθρώπινης φύσης. Οἱ σωτηριολογικὲς συνέπειες τῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ στὸ κοσμικὸ μεταπτωτικὸ γίγνεσθαι, ἐκτείνονται ἀναντίρρητα σὲ ὁλόκληρό το βιολογικὸ φάσμα τῆς Δημιουργίας, ἐπιδρώντας θεραπευτικά, μὲ ἀπώτερο σκοπὸ τὴν ἐν Χριστῷ  ἀναδόμηση ὅλων τν κτισμάτων.
Στὸν κατ’ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ Λόγου πλασθέντα ἄνθρωπο, ποὺ εἶναι προορισμένος νὰ γίνει, διὰ τῆς χριστοποίησής του, κοινωνὸς θείας φύσεως [2] ὁ ἁγιασμὸς πραγματοποιεῖται μὲ τὴ λειτουργικὴ συνεργασία τῶν δυὸ ὑποστάσεων τοῦ ἀνθρώπινου προσώπου, δηλαδὴ ψυχῆς καὶ σώματος. Ὁ Συμεὼν ὁ Νέος Θεολόγος διευκρινίζει, ὅτι ὁ ἄνθρωπος γίνεται Θεὸς κατὰ χάριν διατηρώντας ἀσύγχυτη καὶ ἀδιαίρετη τὴν ψυχοσωματική του ὁλότητα. Ἐπίσης, ὁ Παῦλος [3] χαρακτηρίζοντας τὰ μέλη τοῦ....
ἀνθρώπινου σώματος ὡς μέλη Χριστοῦ ἀποκαλύπτει τὴν ἐσχατολογικὴ ἐπανένωση τῶν ἀθάνατων ψυχῶν μὲ τὰ νέα ἄφθαρτα σώματα.

Συνεπῶς, μετὰ τὸν καθαγιασμὸ τοῦ ἀνθρώπινου σώματος ἀπὸ τὴν ὑποστατικὴ ἕνωση θείας καὶ ἀνθρώπινης φύσης στὸ πρόσωπο τοῦ Θεανθρώπου, οὐσιαστικά το σῶμα δὲν ἀποτελεῖ πλέον “κτήμα” τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλὰ νύμφη [4]  Βασιλέως, ἀφοῦ ὁ Χριστὸς τὸ ἀπάλλαξε ἀπὸ τὴ δουλεία τοῦ διαβόλου. Γι’ αὐτὸ τὸ λόγο σύσσωμη ἡ Πατερικὴ Θεολογία [5] ἐπιμένει στὴν ἀναγκαιότητα τῆς συμμετοχῆς τοῦ σώματος στὴν ἄσκηση τῶν εὐαγγελικῶν ἀρετῶν.

Ὡστόσο, ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος ἀκολουθώντας πιστὰ τὴ μεταπτωτικὴ λογική του ἀναπαράγει τὶς ὀλέθριες συνέπειες τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος σὲ κάθε θεσμικὴ ἔκφραση τῆς ἀλλοτριωμένης ζωῆς του. Γνωρίζουμε ἀπὸ τοὺς πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ὅτι κάθε ἀνθρώπινος νόμος ἀξιολογεῖται θεολογικὰ ὡς μεταπτωτικὸ [6] φαινόμενο, δεδομένου ὅτι στὴν κατάσταση τοῦ ἀρχαίου κάλλους τῶν πρωτοπλάστων  λειτουργοῦσε στὴν ἀνθρώπινη φύση μόνο ὁ ἠθικὸς νόμος. Ἡ θεσμοθέτηση [7] τῆς ἀποτέφρωσης τοῦ νεκρικοῦ λειψάνου, ὡς νόμιμου τρόπου μεταθανάτιας διάθεσης τοῦ σώματος, κατ’ ἐπιταγὴ τῆς τήρησης τῆς ἀρχῆς τῆς θρησκευτικῆς ἰσότητας ἀπὸ τὸ κράτος (ἄρθρο 13 Σ) μαρτυρεῖ τὸ βαθμὸ τῆς ἀκμάζουσας πνευματικῆς κρίσης, ποὺ συνιστᾶ τὴν κύρια αἰτία τῆς ἠθικῆς ἀποτελμάτωσης τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης.

Ἡ καταγωγὴ τῆς πρακτικῆς τς καύσης τῶν νεκρῶν, ὡς τύπου θρησκευτικῆς λατρείας, ἐντοπίζεται στὶς εἰδωλολατρικὲς διδασκαλίες τῶν ἀνατολικῶν θρησκειῶν. Συγκεκριμένα, στὸν Ἰνδουισμὸ καὶ τὸν Βουδισμὸ τὸ σῶμα θεωρεῖται “ἀκάθαρτο”, ὁπότε μὲ τὴ βοήθεια τῆς φωτιᾶς ἐξαγνίζεται ἡ ἐγκλωβισμένη σὲ αὐτὸ ψυχή, προκειμένου νὰ ἐπιτευχθεῖ ἡ ἐπιδιωκόμενη μετενσάρκωση. Ἀντίθετα, στὴ διδασκαλία τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, τὸ σῶμα χαρακτηρίζεται ὡς ἱερὸ [8], γι’ αὐτὸ κηδεύεται σύμφωνα μὲ τὸ πρότυπό τς ταφῆς [9] τοῦ Χριστοῦ μὲ τὴν ἐλπίδα τῆς μελλοντικῆς Ἀνάστασης [10] τῶν νεκρῶν. Ἄλλωστε, ὁ Χριστός, ὡς Κύριος τς ζωῆς καὶ τοῦ θανάτου, εἶχε ἀναφερθεῖ παραβολικὰ ἀρκετὲς φορὲς στὴν μελλοντικὴ ἐνσώματη [11] Ἀνάστασή Του.

Ἡ Ἐκκλησιαστικὴ Ἱεραρχία [12], διαφυλάσσοντας τὴν ὀρθόδοξη ταφικὴ παράδοση καὶ προνοώντας γιὰ τὰ πιστὰ μέλη τοῦ θεανθρώπινου σώματος, καταδίκασε συνοδικὰ τὴν ἐπιλογὴ τῆς ἀποτέφρωσης, ὡς ἀντιβαίνουσας στὸ πνεῦμα τῆς Ἁγίας Γραφῆς καὶ τῆς Ἱερᾶς Παράδοσης. Παρόλα αὐτά, ἡ κρατικὴ ἐξουσία μὲ τὴν ἔκδοση τῆς ΚΥΑ 4932/2017 (ΦΕΚ 441/Β/15-2-2017), ἡ ὁποία ἐξειδικεύει τὸ ἄρθρο 48 πάρ. 4 τοῦ ν. 4277/2014, νομιμοποίησε τὴν ἐγκατάσταση καὶ λειτουργία μονάδων ἀποτέφρωσης ὀστῶν νεκρῶν ἐντός τν ὀρθόδοξων χριστιανικῶν κοιμητηρίων. Αὐτὴ ἡ ρύθμιση ὑπονομεύει τὴν ἱεροπρέπεια τοῦ χώρου καὶ δηλώνει τὴν ἀσέβεια τοῦ κοινοῦ νομοθέτη καὶ τῆς διοίκησης ἀπέναντι στὴν τιμή, ποὺ ἀποδίδει ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία στὰ ἱερὰ λείψανα, τὰ ὁποῖα ἀποτελοῦν ἀποδείξεις θείας χάριτος χάρη στὴν ἀφθαρσία καὶ τὴ θαυματουργία τους. Ἐπιπλέον, τὸ παραπάνω χωροταξικὸ μέτρο προσβάλλει τὸ δικαίωμα τῆς ταφῆς [13] τῶν ὀρθοδόξων χριστιανῶν, ἀφοῦ μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο ἐπιχειρεῖται ἡ παράνομη κατάληψη τοῦ ἀναγκαίου χώρου, ποὺ κατὰ νόμο προορίζεται γιὰ τὴν ἀπρόσκοπτη διενέργεια τῆς δημόσιας ὑπηρεσίας τῆς ταφῆς.

Παράλληλα, ἡ θρασύτητα τοῦ νομοθέτη σὲ βάρος τῆς ἀνθρώπινης ἀξιοπρέπειας φανερώνεται καὶ στὴν ψήφιση τῶν ἄρθρων 132 καὶ 133 τοῦ πολυνομοσχεδίου [14] τοῦ ὑπουργείου Ἐσωτερικῶν γιὰ τοὺς ΟΤΑ, βάσει τῶν ὁποίων νομιμοποιοῦνται τὰ ἰδιωτικὰ [15] κέντρα ἀποτέφρωσης νεκρῶν. Ἡ πρόθεση τοῦ νομοθέτη νὰ παρουσιάζει τὸ νεκρὸ σῶμα ὡς ἀντικείμενο ἀνθρώπινης ἐξουσίασης, παραβαίνοντας τὴ θεία ἐντολὴ δυνάμει τῆς ὁποίας δόθηκε στὸν ἄνθρωπο ἐξουσία μόνο ἐπὶ τῶν ἀλόγων [16] ζώων, ἀποκαλύπτει τὴν ἀθεράπευτη ὑποδούλωση τοῦ ἀνθρώπου στὸ φοβερὸ πάθος τῆς φιλαργυρίας. Αὐτὸ χαρακτηρίζεται ἀπὸ τοὺς πατέρες [17] ὡς «νόσημα» τοῦ ἀνθρώπινου ψυχισμοῦ, ποὺ μπορεῖ νὰ ὁδηγήσει ἀκόμα καὶ στὴν ἄρνηση τοῦ Θεοῦ. Μὲ αὐτὴν τὴν ἐξέλιξη ἀποδεικνύεται ὅτι οὐσιαστικὰ ἡ νομιμοποίηση τῆς ἀποτέφρωσης δὲν ἐξυπηρετεῖ τὴν ἐφαρμογὴ τῆς ἀνεξιθρησκείας, ἀλλὰ τὰ οἰκονομικὰ συμφέροντα τῶν συμβαλλόμενων μὲ τὸ κράτος ἰδιωτικῶν ἐμπορικῶν ἐταιριῶν, ποὺ θὰ ἀνακυκλώνουν τὰ νεκρὰ πτώματα μὲ σκοπὸ τὴν παραγωγὴ “πράσινης ἐνέργειας”.

Ἀπὸ περιβαλλοντικὴ σκοπιά, διεθνεῖς ἐπιστημονικὲς ἔρευνες ἔχουν ἀποδείξει ὅτι ἡ καύση δὲν εἶναι, ὅπως συνηθίζει νὰ ἰσχυρίζεται ἡ διοίκηση, ὁ πιὸ ὑγιεινὸς τρόπος ἀποσύνθεσης τοῦ νεκροῦ σώματος. Ἐνδεικτικά, γιὰ τὴν πλήρη ἀποτέφρωση τοῦ ἀνθρώπινου σώματος θὰ πρέπει ἡ θερμοκρασία τοῦ κλιβάνου νὰ κυμανθεῖ ἀπὸ 1400-1800 F (850-1200 C) καὶ νὰ διατηρηθεῖ σὲ αὐτὰ τὰ ἐπίπεδα γιὰ 45 ἕως 90. Ἀπὸ αὐτὴ τὴ διαδικασία ἐκλύονται τοξικὰ ἀέρια, ὅπως διοξίνες, φουράνια καὶ ἄλλες βλαβερὲς χημικὲς οὐσίες, ὅπως ὁ ὑδράργυρος, ποὺ προκαλοῦν ἀτμοσφαιρικὴ ρύπανση καὶ προβλήματα ὑγείας, ἰδιαιτέρως σὲ ὑπαλλήλους καὶ περιοίκους ἐγκαταστάσεων ἀποτεφρωτηρίων. Ὁ σοβαρὸς περιβαλλοντικὸς κίνδυνος διατυπώνεται σὲ κείμενα διεθνῶν καὶ εὐρωπαϊκῶν συμβάσεων [18] γιὰ τὴν προστασία τοῦ περιβάλλοντος.

Οἱ ἀνησυχητικὲς διαστάσεις τοῦ φαινομένου τῆς διασυνοριακῆς ρύπανσης ἀπὸ χῶρες τῆς Εὐρώπης στὶς ὁποῖες ἡ πρακτική της καύσης τῶν νεκρῶν πραγματοποιεῖται ἐπὶ πολλὲς δεκαετίες, δὲν ἐμπόδισαν τὸ Δῆμο Ἀθηναίων νὰ ἐγκρίνει τὴ χωροθέτηση [19] τοῦ πρώτου ἀποτεφρωτηρίου σὲ περιοχὴ κοινόχρηστου πρασίνου στὸν Ἐλαιώνα. Παρατηροῦμε λοιπόν, ὅτι ἡ διοίκηση ἐπέλεξε τὴν ὑποβάθμιση τῶν ὅρων διαβίωσης τῶν πολιτῶν, μέσω τῆς ἐγκατάστασης ὀχλουσῶν δραστηριοτήτων ἐντός τς οἰκιστικῆς ζώνης, θυσιάζοντας στὸ βωμὸ τοῦ κέρδους δενδρόφυτες ἐκτάσεις, ποὺ ἀποτελοῦν τὸ ἀπαραίτητο ὑποκατάστατο φυσικοῦ περιβάλλοντος γιὰ τὴν διαφύλαξη τῆς δημόσιας ὑγείας ἐντός τν μεγαλουπόλεων. Προφανῶς, κύριο μέλημα τοῦ κράτους εἶναι ἡ καλύτερη διασφάλιση τῶν συμφερόντων τοῦ ἑκάστοτε ἐπιχειρηματία, ποὺ θὰ ἀποτελέσει τὸν φορέα ὑλοποίησης τοῦ ἔργου.

Τέλος, ἐπισημαίνεται ἡ “ἀπειλητικὴ” διάθεση τοῦ νομοθέτη νὰ εἰσβάλλει μὲ ἀντισυνταγματικὲς νομικὲς [20] διατυπώσεις στὰ ἐσωτερικὰ διοικητικὰ καὶ πνευματικὰ ζητήματα τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Ἀναμφίβολα, σὲ αὐτὸ τὸ “νομικὸ ὀλίσθημα” ἄσκησε ἐπιρροὴ ἡ ἀποδοχὴ τῆς ἀποτέφρωσης ἀπὸ τὴν Ρωμαιοκαθολικὴ Ἐκκλησία, ἡ ὁποία ἀπὸ τὸ 1983 τελεῖ τὴ Νεκρώσιμη Ἀκολουθία σὲ τεφροδόχο. Οἱ αἱρετικὲς πρακτικές της Δύσης δηλώνουν πανηγυρικά το ἀνορθόδοξο ἐκκοσμικευμένο πνεῦμα τῆς ἀποεκκλησιαστικοποίησης τῶν μυστηρίων, ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ συνυπάρξει μὲ τὸ ὀρθόδοξο πνεῦμα τῆς διαφύλαξης τῶν ἐξ’ ἀποκαλύψεως δογματικῶν ἀληθειῶν, ὡς ἀναλλοίωτων ὄψεων τῆς μιᾶς Ἀλήθειας, ποὺ εἶναι ὁ Θεάνθρωπος Χριστός. Οἱ αἰώνιοι λόγοι [21] τοῦ Σωτήρα μαρτυροῦν μὲ βεβαιότητα τὸ θρίαμβο τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας σὲ πεῖσμα τῶν ὅποιων σατανικῶν οὐτοπιῶν. 

                                        ---------------------------------------
[1]«Οὕτω γὰρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἴνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀποληται, ἄλλ' ἔχη ζωὴν αἰώνιον» (Ἰω. γ/ 16).

[2] Β΄ Πέτρ. 1, 3-4.

[3] Α΄ Κορ. 12,12.

[4] Ἰω. Χρυσόστομος, εἰς Ἃ΄ Κορ. 18,3, ΕΠΕ 18,502.

[5] Μ. Βασίλειος, Ἀσκητικαὶ Διατάξεις 4,3, PG 31, 1352a.

[6] Ἰω. Χρυσόστομος, εἰς Γεν. 8,1 ΕΠΕ 8,143.

[7] Βάσει τοῦ αρθρ. 35 τοῦ ν. 3448/2006.

[8] Α΄ Κορ. 6, 19.

[9] Μάρκ. 15,46.

[10]Ἰωάν. 5,28.

[11]«ἀπεκρίθη  Ἰησοῦς καὶ εἶπεν αὐτοῖς• λύσατε τὸν ναὸν τοῦτον, καὶ ἐν τρισὶν ἡμέραις ἐγερῶ αὐτὸν» (Ἰωάν. 19,20).

[12]Βλ. πρακτικὰ Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος (Συνοδικὴ Ἐπιτροπὴ Δογματικῶν καὶ Νομοκανονικῶν Ζητημάτων, 2000:14-16).

[13] Βλ. ἄρθρο 1 ν. 4368/2016 γιὰ τὸ δικαίωμα ἑκάστου νὰ ἐπιλέγει τὸν τόπο τοῦ ἐνταφιασμοῦ του.

[14] μὲ τίτλο: “Ρυθμίσεις γιὰ τὸν ἐκσυγχρονισμὸ τοῦ θεσμικοῦ πλαισίου ὀργάνωσης καὶ λειτουργίας τῶν Δημοτικῶν Ἐπιχειρήσεων Ὕδρευσης Ἀποχέτευσης (Δ.Ε.Υ.Α.). Ρυθμίσεις σχετικὲς μὲ τὴν ὀργάνωση, τὴ λειτουργία, τὰ οἰκονομικὰ καὶ τὸ προσωπικό τν Ο.Τ.Α.. Εὐρωπαϊκοὶ Ὅμιλοι Ἐδαφικῆς Συνεργασίας Μητρῶο Πολιτῶν καὶ ἄλλες διατάξεις”.

[15] Βάσει τοῦ ἄρθρου 106 πάρ.2 τοῦ Συντάγματος, ἡ ἰδιωτικὴ οἰκονομικὴ πρωτοβουλία δὲν ἐπιτρέπεται νὰ ἀναπτύσσεται σὲ βάρος τῆς ἐλευθερίας καὶ τῆς ἀνθρώπινης ἀξιοπρέπειας.

[16] Γρηγόριος Νύσσης, Εἰς τὸ ποιήσωμεν ἄνθρωπον, PG 44,264b.

[17] Ἰω. Χρυσόστομος, εἰς Ματθ. 80,3, PG 58,727.

[18]  Βλ. συμβάσεις Ospar καὶ Minamata.

[19] Βλ. ἄρθρ. 139 τοῦ νομοσχεδίου τοῦ Ὑπουργείου Περιβάλλοντος «Ἔλεγχος καὶ προστασία τοῦ δομημένου περιβάλλοντος» στὶς διατάξεις τοῦ ὁποίου κατοχυρώθηκε ἡ δυνατότητα τῆς χωροθέτησης τῶν Κέντρων Ἀποτέφρωσης Νεκρῶν σὲ χώρους κοινωνικῶν καὶ πολιτιστικῶν λειτουργιῶν, οἱ ὁποῖοι βρίσκονται μέσα στοὺς κοινόχρηστους χώρους τῆς πάρ. 8 τοῦ ἄρθρου 3 τοῦ ἀπὸ 20-9-1995 π.δ/τὸς τῆς περιοχῆς τοῦ Ἐλαιώνα.

[20] Βλ. ἄρθρο 15 πάρ. 3 τοῦ ν. 4368/2016 στὶς διατάξεις τοῦ ὁποίου ἐμφωλεύει ἐξαναγκασμὸς τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας σὲ τέλεση Νεκρωσίμου Ἀκολουθίας σὲ τεφροδόχο, κατὰ ἐξόφθαλμη παράβαση τῆς συνταγματικὰ κατοχυρωμένης ἀρχῆς τοῦ αὐτοδιοίκητου τς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος δυνάμει τοῦ ἄρθρου 3 τοῦ Συντάγματος.

[21] «Οἰκοδομήσω μου τὴν ἐκκλησίαν, καὶ πύλαι ἅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς» (Ματθ. 16, 18).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.