13 Φεβ 2017

Μαθήματα Πατριδογνωσίας: «Τ΄ Ἀντρούτσου ἡ μάνα χαίρεται τοῦ Διάκου καμαρώνει...»

Γράφει ὁ Δημήτρης Νατσιὸς, δάσκαλος-Κιλκὶς
   «Ἄνοιξε μάνα μας γλυκειά, τὴν ἄφθαρτη καρδιά σου
    κι ἀγκάλιασέ τα τὰ φτωχά, τὰ μαῦρα τα παιδιά σου»
    (Ἀριστοτέλης Βαλαωρίτης)
Τούτη τὴν ἐποχή, ποὺ μᾶς «ἐκύκλωσαν α τοῦ βίου ζάλαι» καὶ μᾶς περικύκλωσαν οἱ σάπιοι καὶ οἱ ὑπέρμαχοι τοῦ ἀφελληνισμοῦ, καταφύγιο καὶ παρηγορία εἶναι ἡ ἐθνική μας ἱστορία. Ξεφεύγεις ἀπὸ τὶς ἀναθυμιάσεις, τὰ πνιγηρὰ «κατορθώματα» τῶν ποικιλώνυμων γραικύλων.
Ἔχω τὸ συνήθειο, ὅταν ἐντοπίζω κάτι ὡραῖο καὶ διδακτικό, νὰ τὸ δίνω στοὺς μαθητές μου. «Κλέβω» τὰ κείμενα τῶν σπουδαίων Ἑλλήνων-«ἐπαινετὴν κλεψίαν» θὰ ἔλεγε ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης- καὶ τὰ παραδίδω στὰ «διψασμένα καὶ πεινασμένα» γιὰ τὴν ἀλήθεια, παιδιά μας. Παρένθεση:
Ἂν εἴχαμε ὑπουργεῖο ἐθνικῆς, ἑλληνικῆς καὶ ὄχι νεοταξικῆς παιδείας, θὰ φροντίζαμε «νὰ πλουμίσουμε» τὴν δημοτικὴ ἐκπαίδευση μὲ δύο Ἀνθολόγια.
Τὸ πρῶτο θὰ τὸ τιτλοφορούσαμε «Ἐτυμολογικὸ Ἀνθολόγιο». Θὰ περιεῖχε λέξεις συχνόχρηστες τῆς νεοελληνικῆς καὶ τὴν γενέθλιο ἱστορία τους. Γιατί νὰ μὴν γνωρίζουν οἱ μαθητὲς μας τὴν ἐτυμολογικὴ συγγένεια τοῦ νεροῦ καὶ τοῦ....
νεαροῦ; ὅτι συνδέονται ὁ ἥλιος (ἄλιος) μὲ τὸ γιαλὸ καὶ τὴ θάλασσα, τὸ ἁλάτι, τὴ σαλάτα καὶ τὸ σαλάμι; Γιατί νὰ μὴν μαθαίνουν ὅτι νόστος καὶ νόστιμος σμιλεύτηκαν γιὰ πρώτη φορὰ στὶς «ἀμμουδιὲς τοῦ Ὁμήρου»; Γιατί ὀνομάστηκαν σκίουρος ἢ ρινόκερως αὐτὰ τὰ ζῶα ἢ καλύτερα κτήνη, ἀφοῦ ἔχουμε κτηνίατρο; Μὲ πόση εὐλάβεια, μ’ ἀνοιχτὸ κυριολεκτικὰ στόμα, παρακολουθοῦν τὰ παιδιὰ τὴν γοητευτικότατη αὐτὴ περιήγηση στὸν προγονικὸ λόγο!!
Τὸ δεύτερο Ἀνθολόγιο θὰ τὸ ὀνομάτιζα «Ἀνθολόγιο Πατριδογνωσίας». Βεβαίως ἡ λέξη πατριδογνωσία εἶναι ποινικοποιημένη πρὸς τὸ παρόν. Ὅσο κυβερνοῦν οἱ «καντιποτένιοι» (Μακρυγιάννης) η... πατριδοφθορία θὰ συνεχίζεται. Αντί στὰ σχολεῖα «νὰ γιομίζει ὁ μαθητὴς προκοπὴ κι ἀρετὴ» τώρα ἔχουμε τὴν τρανσφοβία καὶ τὴν ὁμοφοβία. Στο Ἀνθολόγιο αὐτὸ θὰ  ἐρανιζόμασταν ὅ,τι ἔνδοξο καὶ σπουδαῖο γράφτηκε ἀπὸ τοὺς μαϊστόρους τοῦ ἑλληνικοῦ λόγου ἀπὸ τὴν ἀρχαιότητα ὡς σήμερα. Ὅλες οἱ ἱερὲς «σκιὲς» τοῦ παρελθόντος, ἀπὸ τὸν Ὅμηρο, τὸν Πλάτωνα, τὸν Μέγα Βασίλειο, τὸν Φώτιο τὸν Μέγα, τὸν Ἰσαπόστολο Ἅγιο Κοσμᾶ, τὸν Μακρυγιάννη, τὸν Παπαδιαμάντη,τὸν Σεφέρη καὶ τὸν Κόντογλου, θὰ σιμώσουν τὸν νεαρὸ μαθητὴ καὶ «ἀγάλι γάλι ἀσηκώθη ἀπὸ χάμου, κι ὡσὰν νὰ΄χὲ τὸ φῶς τοῦ ἦλθε κοντά μου»  ὅπως λέει ὁ Διονύσιος Σολωμὸς στὸ «Ἡ σκιὰ τοῦ Ὁμήρου».
 Έλεγα, προλογικά, γιὰ τὰ κείμενα ποὺ ἐντοπίζω καὶ τὰ προσφέρω, ὡς κέρασμα, στοὺς μαθητές μου. Φέτος ποὺ διδάσκω ΣΤ΄ Δημοτικοῦ, ἡ ἱστορία τῆς εἶναι ἡ νεότερη καὶ δὴ ἡ Ἐθνικὴ Ἐπανάσταση τοῦ ΄21. Στὸ κεφάλαιο γιὰ τὸ Χάνι τῆς Γραβιᾶς, γιὰ νὰ κατανοήσουν καὶ νὰ θαυμάσουν οἱ μαθητές μου τὸν στρατηγὸ Ὀδυσσέα Ἀνδροῦτσο τοὺς μοίρασα ἕνα μεγαλειῶδες περιστατικό. Τὰ παιδιὰ κατάλαβαν γιατί ἡ μορφὴ τοῦ κοσμεῖ τὸ εἰκονοστάσι τοῦ Γένους. Τὸ βρῆκα στὰ ἅπαντά του ἐθνικοῦ μας ποιητὴ Ἀριστοτέλη Βαλαωρίτη, (ἔκδ, "Μέρμηγκας", σέλ.155), τοῦ «φυλάκτορα τοῦ Γένους», ὅπως τὸν ὀνομάζει ὁ Παλαμᾶς σ’ἕνα ποίημά του. Είναι γράμμα ποὺ ἔστειλε στὶς 31 Μαρτίου τοῦ 1860 στὸν Ἀνδρέα Λασκαράτο. Τὸ γεγονὸς τὸ χαρακτηρίζει «ἀνέγδοτο». 
Τὸ 1822 ὁ Ὀδυσσέας πολιορκεῖ τὴν Ἀκρόπολη τῶν Ἀθηνῶν "ὅπου εὐρίσκοντο κλεισμένοι οἱ Τοῦρκοι καὶ τὴν ὑπερασπίζοντο μὲ μεγάλη καρτεροψυχία... καὶ δὲν ἦτο σπάνιον κάπου νὰ βλέπεις τὰ ἐνάντια μέρη νὰ στέκονται μὲ τὰ χέρια σταυρωμένα καὶ ἄνεργα διὰ ἔλλειψιν ἀπὸ πολεμοφόδια. Κάτι παρόμοιο θὰ συνέβαινε βέβαια καὶ τὴν ἡμέρα ὅπου ἔτυχε τὸ ἀκόλουθο συμβάν" :
 «Ἐξύπνησαν κάποια παλληκάρια τοῦ Ὀδυσσέως, πρωὶ πρωὶ καὶ ἀπὸ τὸ πρῶτο γλυκοχάραμα ἔμειναν ἐκστατικά, βλέποντας τοὺς Τούρκους ἀνεβασμένους ἐπάνω εἰς τὸν Παρθενώνα καὶ ἐργαζόμενους μὲ μεγάλη βία νὰ χαλοῦν τὰ ὡραῖα ἐκεῖνα μνημεῖα. Τόσο παράξενη καὶ ἀκατανόητή τους ἐφάνη τέτοια ἀνωφελὴς βαρβαρότης, ὁπού ἔτρεξαν ἀμέσως νὰ εἰδοποιήσουν τὸν Ὀδυσσέα. Ἀφοῦ ὁ στρατηγὸς ἐβεβαιώθηκε μὲ τὰ μάτια τοῦ ἀπόλυσε τρία τέσσερα ἀπὸ τὰ παλληκάρια του νὰ πλησιάσουν εἰς τὴν Ἀκρόπολη καὶ νὰ ἐρωτήσουν τοῦ Τούρκους διατὶ ἔδειχναν τέτοια ἀγριότητα μὲ μάρμαρα, τὰ ὁποῖα δὲν τοὺς ἐπροξενοῦσαν καμμία βλάβη. Ἐπέταξαν μὲ μιᾶς οἱ γενναῖοι καὶ ὕστερα ἀπὸ λίγη ὥρα ἔφεραν εἰς τὸ στρατηγὸ τὴν ἀπόκριση ὅτι οἱ Τοῦρκοι μὴν ἔχοντας ἄλλο μολύβι διὰ νὰ χύσουν βόλια καὶ ξανοίξαντες ὅτι μέσα εἰς ἐκεῖνα τὰ μάρμαρα εὑρίσκεται τοῦτο τὸ μέταλλο, χυμένο ἐπίτηδες διὰ νὰ δίδη δύναμη καὶ σταθερότητα, εἶχαν ἀποφασίσει νὰ προστρέξουνε εἰς ἐκεῖνο τὸ χαλασμὸ διὰ νὰ δυνηθοῦνε νὰ ἐξακολουθήσουνε τὸν πόλεμο.
Τέτοια ἀπόκρισι ἐπροξένησε μεγάλη ἀπελπισία εἰς τοὺς Ἕλληνες καὶ ἀφοῦ ἐστοχάστηκαν τί νὰ πράξουν διὰ νὰ σώσουν ἀπὸ τὸν ὄλεθρο τὰ μνημεῖα τοῦ μεγαλείου των, ὅλοι μὲ μιὰ φωνὴ ἀποφάσισαν νὰ μηνύσουν εἰς τοὺς ἀποκλεισμένους νὰ παύσουν τὴν καταστροφὴ καὶ ἤσαν ἕτοιμοι νὰ τοὺς προμηθεύσουν ὅσο μολύβι τοὺς ἐχρειάζετο γιὰ τὴν ὑπεράσπισή τους. Οὕτω καὶ ἐγένετο. Έστρεξαν οἱ Τοῦρκοι, καὶ οἱ Ἕλληνες ἐξαγόρασαν μὲ τὸ αἷμα τοὺς -δίδοντες εἰς τοὺς ἐχθροὺς βόλια διὰ νὰ τοὺς σκοτώσουν- τὰ πολύτιμα ἐκεῖνα μάρμαρα, τὰ ὁποῖα ἤσαν προωρισμένα νὰ ζήσουν διὰ νὰ ἴδουν πάλιν ἀναστημένο ὁλόγυρά τους ἐκεῖνο τὸ ἔθνος, τὸ ὁποῖο ἀπὸ τόσους αἰώνας ἐφαίνετο βυθισμένο εἰς λήθαργο. Αξιοθαύμαστο παράδειγμα ἀρετῆς, γενναιότητος καὶ ζήλου πρὸς τὴν πατρίδα!».
Στὰ ἴδια «Ἅπαντά» το Ἀριστοτέλη Βαλαωρίτη, ὁ ὁποῖος εἶναι ἐντελῶς περιφρονημένος ἀπὸ τὰ σχολικὰ βιβλία-ἐνῶ συναντοῦμε κείμενο τοῦ ἀστρολόγου κ. Λεφάκη καὶ τὰ δαιμονικά του ζώδια στὴν Γ΄γυμνασίου-στὴν εἰσαγωγὴ γιὰ τὸ ἔξοχο, ἐπικό του ποίημα γιὰ τὸν «Ἀθανάση Διάκο», διαβάζω τὰ ἑξῆς, τὰ ὁποῖα θὰ μποροῦσαν νὰ ἀποτελοῦν πρόδρομο τῆς παπαδιαμαντικῆς ὁμολογίας πίστεως:  «Τὸ κατ’ ἐμὲ θέλω προσπαθήσει, ὅσον αι δυνάμεις μου τὸ ἐπιτρέπουσιν, εἴτε εἰσερχόμενος εἰς τὴν καλύβην τοῦ ποιμένος εἴτε διατρέχων τὰ ὅρη καὶ τὰς θάλασσας εἴτε παρευρισκόμενος ὁπουδήποτε ἡ χαρὰ καὶ ὁ πόνος ἐκβιάζει τὴν ἐκδήλωσιν τῶν αἰσθημάτων, νὰ συλλέγω καὶ βαθμηδὸν νὰ διασώζω τὰ πολύτιμα κειμήλια τῆς δημοτικῆς γλώσσας, πεποιθῶς ὅτι αὐτὸς εἶναι ὁ ἀπόρρητος σύνδεσμος ὁ δεικνύων τὴν γνησιότητα τῆς καταγωγῆς, ὁ μαρτυρῶν ὄτι ο πέλεκυς τῆς ξενοκρατίας οὐδέποτε κατέστρεψε τὴν ἑνότητα τῆς ἡμετέρας φυλῆς, θαυμασίως διασωθείσης τὴ παντοδυνάμω συνάρσει τῆς Ὀρθοδόξου ἠμῶν Πίστεως». (σέλ. 60).
Ἀκοῦν οἱ ἐκκλησιομάχοι; Ἡ ἡμετέρα φυλὴ σώθηκε-μᾶς κανοναρχεῖ ὁ μεγάλος Βαλαωρίτης- τὴ παντοδυνάμω συνάρσει (=συνδρομή, ὑποστήριξη) τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως!
Τέτοια κείμενα καὶ ποιήματα, ὁπού βροντοῦν τ' ἀντρειωμένα ἅρματα, τὰ καριοφίλια τοῦ Ἀνδρούτσου καὶ εὐωδιάζουν τὰ ἄμφια, τὰ ματωμένα ράσα τοῦ Παπαφλέσσα, πρέπει νὰ δίνουμε στὰ παιδιά. Νὰ ξαναγίνουν τὰ σχολεῖα ἑλληνικά. Τὶς ὁμοφοβίες καὶ ὅλην αὐτὴν τὴν περιρρέουσα λέπρα καὶ δυσωδία ἃς τὴν χαρίσουν στὰ δικά τους παιδιά... Ἐμεῖς θέλουμε νὰ ἀκοῦν τὰ παιδιὰ μᾶς «τ’ Ἀντρούτσου ἡ μάνα χαίρεται, τοῦ Διάκου καμαρώνει, γιατί ἔχουν γιοὺς ἁρματολοὺς καὶ γιοὺς καπεταναίους...».

1 σχόλιο:

  1. Άξιε Δάσκαλε,κύριε και φίλτατε Δημήτριε Νατσιέ, αγωνίζεσαι μόνος σου κι είσαι αξιέπαινος κι άξιος συγχαρητηρίων.Ας ελπίσουμε να σε ακολουθήσουν κι άλλοι κι ας ελπίσουμε ότι κι "ένας κούκος θα φέρη την Άνοιξιν " μαζί με την Ανάστασιν. Εύγε.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.