26 Απρ 2014

«Εἰρήνη! Ὄνομα γλυκὺ καὶ πράγμα γλυκύτερον»

Γράφει ὁ πατὴρ Ἰωὴλ Κωνστάνταρος
Λίγες ψυχὲς ἔχουν προσεγγίσει τὴ λύπη τῶν μαθητῶν καὶ λίγες ὑπάρξεις ἔζησαν τὸ δράμα τῶν ἀποστόλων, ὅταν αὐτοὶ εἶδαν τὸν Κύριο νεκρὸ καὶ ὅταν ἡ εἰρήνη φτερούγησε μέσα ἀπὸ τὴν καρδιά τους.
Καὶ δὲν ὑπάρχει χειρότερο πράγμα ἀπὸ τὸ νὰ χάνει κανεὶς τὴν ἐλπίδα του καὶ μέσα στὴν καρδιὰ του τὸ καρκίνωμα τῆς συγχύσεως καὶ τῆς ταραχῆς νὰ κατατρώγει τὰ κύτταρα τῆς εἰρήνης.
Αὐτὴ ἀκριβῶς τὴν κατάσταση βίωναν οἱ μαθητὲς κλεισμένοι μέσα στὸ ὑπερῶον ὅταν ξαφνικὰ τὰ πράγματα ἄλλαξαν. Ὁ Κύριος καὶ Διδάσκαλος, ὁ Ἔνδοξος Νικητὴς τοῦ Θανάτου, ὁ Θεάνθρωπος Ἀναστημένος, ἐμφανίζεται μπροστά τους.
«Ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς καὶ ἔστη εἰς τὸ μέσον, καὶ λέγει αὐτοῖς· εἰρήνη ὑμίν».
Μέσα στὴν ὁμάδα τῶν μαθητῶν, πού ἡ θλίψις τοὺς εἶχε μεταβάλει σὲ ἀνθρώπινα ράκη, προσφέρει τὴν δική Του Εἰρήνη; «Εἰρήνη ὑμὶν» εἶπε καὶ ξαναεῖπε, δίνοντάς τους τὴν ἐξουσία τοῦ δεσμεῖν καὶ λύειν τὶς ἁμαρτίες τῶν ἀνθρώπων: «Καθὼς ἀπέσταλκέ με ὁ πατήρ, καγῶ πέμπω ὑμᾶς. Καὶ τοῦτο εἰπῶν ἐνεφύσησε καὶ λέγει αὐτοῖς· λάβετε Πνεύμα Ἅγιον· ἂν τινῶν ἀφῆτε τὰς ἁμαρτίας, ἀφίενται αὐτοῖς, ἂν τινῶν κρατῆτε, κεκράτηνται». 
“Ειρήνη” λοιπόν. Τὸ γλυκὺ ὄνομα καὶ ἡ πνοὴ τοῦ οὐρανοῦ μέσα στὴν ὅλη ψυχοσωματικὴ ὕπαρξη. Αὐτὸ εἶναι τὸ πρῶτο καὶ μεγάλο δῶρο ποὺ χαρίζει ὁ Ἰησοῦς ἀμέσως μετὰ τὴν ἔνδοξή Του Ἀνάσταση στοὺς μαθητές Του.
Καὶ ὅταν λέμε γιὰ μαθητές, δὲν ἐννοοῦμε μόνο αὐτοὺς ποὺ εὑρίσκονταν...
φοβισμένοι στὸ ὑπερῶον. Πρωτίστως βεβαίως σὲ αὐτούς. Ἀλλὰ ἡ εὐλογία τῆς εἰρήνης ἐπεκτείνεται, καλύπτει καὶ ἐπισφραγίζει τὶς καρδιὲς ὅλων τῶν μαθητῶν, δηλ. τῶν πιστῶν, τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας Του, τοῦ Σώματός του, ἕως τὸ τέλος τῶν αἰώνων.
Ὑπῆρξε, ἄραγε ἄνθρωπος, ὑπάρχει ἀλλὰ καὶ θὰ βρεθεῖ ποτὲ ψυχὴ πού νὰ μὴ διψᾶ στὰ τρίσβαθα τῆς πνευματικῆς καρδιᾶς τὸ οὐρανόσταλτο αὐτὸ δῶρο πού χαρίζει ὁ Πατὴρ δι' Υἱοῦ ἐν Ἁγίω Πνεύματι; Εἴτε τὸ ἔχει συνειδητοποιήσει ἡ ὕπαρξις, εἴτε ὄχι, στὸ βάθος τῆς συνειδήσεώς μας καὶ τοῦ εἶναι μας, αὐτὸ κυρίως λαχταροῦμε καὶ γι' αὐτὸ ἀγωνιζόμαστε .
Ρώτησε κάποτε, ἕνας ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ ποὺ εὑρισκόταν ἔτη καὶ ἐνιαυτοὺς στὸν εὐλογημένο χῶρο τῆς ἀσκήσεως, μία ὁμάδα φοιτητῶν: Τί ἔστι ἄνθρωπος; Γιὰ νὰ δώσει ὁ ἴδιος τὴν ἀπάντηση στοὺς νέους ἐανθρώπους ποὺ ἐκρέμοντο ἀπὸ τὰ χείλη του. «Ἄνθρωπος ἐστὶ τὸ ὀμορφότερο δημιούργημα τοῦ Θεοῦ, τὸ ὁποῖο δὲν εἶναι πλασμένο παρὰ γιὰ τὴν χαρὰ καὶ τὴν εὐλογία ποὺ φέρει ἡ Εἰρήνη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος «ἡ πάντα νοῦν ὑπερέχουσα»».
Ναί, αὐτὴ εἶναι ἡ πραγματικότητα. Καὶ στὴν φράση αὐτὴ τοῦ Γέροντος περικλείεται ὅλο τὸ κεφάλαιο τοῦ Χριστιανικοῦ μας ἀγώνα καὶ ὁ Προσανατολισμὸς τῆς Ὀρθοδόξου πορείας μας, τῆς ὄμορφης καὶ τρισευλογημένης Ὀρθοπραξίας μας.
Μέσα δὲ στὸ πλαίσιο αὐτὸ ποὺ ἀποτυπώνει τὴν πραγματικότητα, τοῦ γιατί ὑπάρχουμε καὶ γιὰ ποιὸν λόγο ζοῦμε, ἀτενίζουμε τοὺς μαθητές, τὴν ὥρα ποὺ εἶχαν στὸ μέσον αὐτῶν, τὸν Ἀναστημένο διδάσκαλο, ὡς ἐκπροσώπους ὅλης τς οἰκουμένης, ἀπὸ τῶν περάτων ἕως τῶν περάτων τῆς γς, ὡς ἐκπροσώπους τοῦ γένους τῶν ἀνθρώπων ποὺ ἐντός τς Ἐκκλησίας, διὰ τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν διαδόχων αὐτῶν, λαμβάνουν καὶ θὰ λάβουν τὴν εὐλογία τς «Εἰρήνης»!
Ἀλλὰ στὸ σημεῖο αὐτὸ εἶναι ἀνάγκη νὰ προσθέσουμε τοῦτο τὸ σημαντικό. Τὸ «Εἰρήνη πάσι» ποὺ ἀπευθύνει ὁ Κύριος, δὲν ἐξαντλεῖται ἁπλὰ σὲ μία κατάσταση εἰρηνικὴ καὶ ποὺ ὅπως εἴπαμε διψὰ ὁ ἄνθρωπος, ἀλλὰ εἶναι κάτι τὸ πολὺ βαθύτερο ποὺ ξεπερνᾶ τὶς διανοητικὲς δυνάμεις τοῦ ἀνθρώπου. Η “Ειρήνη” αυτή τοῦ Ἰησοῦ εἶναι μία εὐλογία, ποὺ συμπεριλαμβάνει καὶ πλῆθος ἄλλων δωρεῶν ποὺ εἶναι ἀναγκαῖες γιὰ νὰ ἀνθίσει καὶ νὰ εὐωδιάσει τὸ λουλούδι αὐτὸ τῆς χάριτος.
Καὶ ὁμολογουμένως, τὸ κατάλληλο ἔδαφος εἶναι ἡ ἄφεσις τῶν ἁμαρτιῶν, ποὺ ὁ ἴδιος ὁ ἀνθρωπος  χρειάζεται ἐν ταπεινώσει νὰ ζητήσει ἀπὸ τὸν Ἰησοῦ διὰ τοῦ μυστηρίου τῆς Ἱερᾶς ἐξομολογήσεως. Ὁ ἐπίγειος ἄγγελος, ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος σὲ τόνο θριαμβευτικὸ καὶ μέσα σὲ ριπὲς Ἀναστάσιμης χαρᾶς καὶ εὐωδίας, διασαλπίζει: «μηδεὶς ὀδυρέσθω πταίσματα· συγγνώμη γὰρ ἐκ τοῦ τάφου ἀνέτειλεν»!
Καὶ ὅσοι γεύθηκαν αὐτὴ τὴν ἀλήθεια, αἰσθάνθηκαν τὴν ἀπαλοιφὴ τῆς ἐνοχῆς ἀπὸ τὴν συνείδηση, τὸ σκόρπισμα τῆς ταραχῆς καὶ τὴν ἐνθρόνιση, στὸ κέντρο τῆς καρδιᾶς, τῆς γαλήνης καὶ ἐπιτέλους τῆς χαρᾶς.
Τώρα καταλαβαίνει κανεὶς τὴν ἐναλλαγὴ τῶν συναισθημάτων τῶν μαθητῶν, ποὺ ἀπὸ φοβισμένοι καὶ ἀπογοητευμένοι μεταβάλλονται σὲ πρόσωπα ποὺ ἀναδύουν τὴν χαρὰ τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τὰ ἀπύθμενα βάθη τῆς καρδιᾶς.
Ὁ μαθητὴς τῆς ἀγάπης ποὺ θεοκίνητος καταγράφει καὶ τὴν τελευταία του λέξη σὲ ὅ,τι ὑψηλότερο θὰ μποροῦσαν νὰ κρατοῦν στὰ χέρια τους τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας, στὸ Ἱερό του Εὐαγγέλιο, σημειώνει τὴν λέξη «ἐχάρησαν». Καί πώς εἶναι δυνατὸν νὰ συμβαίνει διαφορετικά, ἀφοῦ ἡ Εἰρήνη εἶναι ἡ θυγατέρα ποὺ γεννᾶ τὴν χαρά! Ὅπου εἶναι ἡ μία, ἀδύνατον νὰ ἀπουσιάζει καὶ ἡ δεύτερη.
«Ἐχάρησαν οὒν οἱ μαθηταὶ ἰδόντες τὸν Κύριον»!
Μὲ τὴν ζωντανὴ παρουσία τοῦ ἀναστάντος Χριστοῦ, ὁ φόβος καὶ ὁ τρόμος ποὺ εἶχαν φωλιάσει, ἔφυγαν ἀπὸ τὶς καρδιές τους, καὶ ἡ χαρὰ πλημμύρισε τὶς ὑπάρξεις τους. Αὐτὴν ἀκριβῶς τὴν κατάσταση τῆς λύπης ποὺ θὰ τὴν διαδεχόταν ἡ χαρά, τὴν εἶχε προείπει ὁ Κύριος: «Μικρὸν καὶ οὐ θεωρεῖτε μέ, καὶ πάλιν μικρὸν καὶ ὄψεσθέ με». Και ἐπιπλέον τοὺς διευκρινίζει: «Ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμὶν ὅτι κλαύσετε καὶ θρηνήσετε ὑμεῖς... ἀλλὰ ἡ λύπη ὑμῶν εἰς χαρὰν γενήσετε» (Ἰωάν. ΙΣΤ' 16,20).
Βεβαίως ἡ χαρὰ αὐτὴ στηρίζεται στὴν πίστη τῆς Ἀναστάσεως. Ὄχι μόνο στὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ καὶ στὴ δική μας, τὴν προσωπικὴ ἀνάσταση, ὅταν θὰ ἔρθει ἡ ὁρισμένη ὥρα. Ὅποιος ὅμως δὲν πιστεύει στὴν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, καὶ δὲν ἐλπίζει καὶ στὴ δική του ἀνάσταση, αὐτὸς δὲν ἔχει λόγο νὰ χαίρεται. Κι ἂν φαίνεται στὸν κόσμο ὅτι χαίρεται, γιὰ ὅσους μποροῦν νὰ διακρίνουν κάτω ἀπὸ τὰ φαινόμενα, ἡ καρδιὰ εἶναι γεμάτη θλίψη, ἄγχος καὶ στενοχώρια. Αὐτὸς δὲ εἶναι καὶ ὁ οὐσιαστικὸς λόγος ποὺ στὰ μάτια τῶν ἀθέων καὶ τῶν ἀπίστων, ἔχει ἀποτυπωθεῖ ἡ μόνιμη θλίψη καὶ τὸ παγερὸ βλέμμα τῆς ἀποστασίας.
Ἐχάρησαν λοιπὸν οἱ μαθητὲς καὶ διότι εἶδαν τὸν Κύριο καὶ διότι ἔλαβαν τὴν εὐλογία τῆς εἰρήνης, ἀλλὰ καὶ τὴν ἰδιαίτερη ἐξουσία νὰ συγχωροῦν τὰ ἁμαρτήματα.
Καὶ ναὶ μὲν ὁ Θωμὰς δὲν πίστευσε στὴν ὁμολογία τῶν ἄλλων μαθητῶν, ἐκφράζοντας μαζὶ μὲ τὴν ὀλιγοπιστία καὶ ἕνα παράπονο, γιὰ τὸ ὅτι δὲν ἔζησε καὶ αὐτὸς τὸ συγκλονιστικὸ γεγονός. Ὅμως, «μεθ' ἡμέρας ὀκτώ», λαμβάνει τὸ μεγάλο μάθημα ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Κύριο καὶ γεμάτος ἱερὸ δέος καὶ εἰρήνη στὴν καρδιά, ὁμολογεὶ «ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου»!
Τῆς εἰρήνης ποὺ κατοικεῖ ἀναφαίρετα στὴν ψυχὴ ἀλλὰ καὶ στὸ σῶμα μας. Καὶ αὐτὴ ἡ κατάσταση εἶναι ὄχι κάτι τὸ στατικό, ἀλλὰ μία δυναμικὴ πραγματικότητα ποὺ ἐμπνέει τὸν πιστὸ νὰ ἀναπτερώνει τὸ ζῆλο του καὶ νὰ προκόπτει στὴν ἀρετὴ καὶ στὴν ἁγιότητα. Ἄλλωστε ἡ εἰρήνη αὐτὴ δὲν ἐξαρτᾶται ἀπὸ ἐξωτερικοὺς παράγοντες καὶ ἀπὸ ἀνθρώπινες συμφωνίες. Εἶναι ἡ εἰρήνη τοῦ Κυρίου ἠμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Μᾶς τὸ ἐτόνισε ξεκάθαρα, μᾶς τὸ ὑποσχέθηκε καὶ μᾶς τὴν ἐχάρισε. «Εἰρήνην τὴν ἐμὴν δίδωμι ὑμίν, οὗ καθὼς ὁ κόσμος» (Ἰωάν. ΙΔ' 27).
Καὶ αὐτὸ συμβαίνει διότι ὁ Χριστὸς δὲν εἶναι μόνο ἄνθρωπος, ἀλλὰ ὁ Θεὸς ποὺ ἔγινε ἄνθρωπος.   Ἀναστᾶς Κύριος, δὲν χαρίζει ἁπλῶς καὶ γιὰ λίγες στιγμὲς τὴν εἰρήνη, ἀλλὰ τὴν δωρίζει ἀναφαίρετα. Εἶναι ἀποκλειστικῶς δική του αὐτὴ ἡ δωρεά, καὶ τοῦτο, διότι εἶναι ὁ Θεὸς ποὺ δύναται νὰ παρέχει ἰσοβίως τὸ μοναδικὸ αὐτὸ δῶρο Του στοὺς πιστούς. Σύμφωνα δὲ μὲ τὸν λόγο τοῦ Ἄπ. Παύλου, ὁ Χριστός, «Αὐτὸς ἐστὶν ἡ εἰρήνη ἠμῶν» (Ἐφεσ. Β' 14). Επομένως ἡ εἰρήνη δὲν εἶναι ἁπλῶς ἕνα πολύτιμο ἀγαθό, ποὺ ἔχει καὶ προσφέρει ὁ Χριστός, ἀλλὰ εἶναι πρόσωπο. Τὸ Πρόσωπο τοῦ Νικητοῦ τοῦ Θανάτου, τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Αὐτὴ ἡ πραγματικότητα εἶναι ἀνάγκη νὰ βιώνεται στὴν ζωή μας. Ὁ ἀγώνας δηλ. καὶ ἡ εὐλογία τῆς Χριστοποιήσεώς μας, ποὺ ξεκινᾶ εἰρηνικὼς ἀπὸ τὴν ἁπλὴ καθημερινότητα καὶ τὶς ἀναγκαῖες ὑποχωρήσεις στὰ ἐπουσιώδη καὶ ποὺ φθάνει ἕως αὐτὴ τὴν κορυφαία ὁμολογία πρὸς τὴν κάθε κατεύθυνση «ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου»!

Καὶ ἐπειδὴ ὅλοι μας λίγο-πολὺ ἔχουμε παρασυρθεῖ ἀπὸ τὸ ταραχῶδες πνεῦμα τῆς ἐποχῆς, ἂς ἐπικεντρώσουμε λίγο τὴν προσοχή μας στὸν Βιβλικὸ λόγο τοῦ Θεόπνευστου Παροιμιαστῆ: «Κρεῖσσον ψῶμος μεθ' ἡδονῆς ἐν εἰρήνη ἢ οἶκος πλήρης πολλῶν ἀγαθῶν» (Πάρ. ΙΖ' 1). Αμήν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.