8 Ιουλ 2013

Τὰ κακὰ παιδιὰ εἶναι τὰ καλύτερα!



Ποιὸς μπορεῖ σήμερα νὰ πεῖ σὲ ἕνα παιδὶ "ἂν θές, παιδί μου φύγε", καὶ νὰ πεῖ τὸ παιδὶ "ποῦ νὰ πάω; Μακριὰ ἀπὸ σένα; Μὰ ἐσὺ εἶσαι ἡ χαρά μου. Γεμίζεις τὴ ζωή μου νόημα!" Φαντάσου νὰ  πεῖ ὁ γονιὸς "ἂν θὲς παιδί μου μὴ γυρνᾶς σήμερα νωρὶς τὸ βράδυ στὸ σπίτι" καὶ νὰ πεῖ τὸ παιδὶ "Μὰ τί λὲς τώρα; Θὰ ἀφήσω ἐγὼ αὐτὴ τὴ ζεστὴ φωλιά; Αὐτοὺς τοὺς καλοὺς γονεῖς; Αὐτὴ τὴν ὡραία ἀτμόσφαιρα;"
Εἶναι πολὺ βασικὸ  αὐτό. Αὐτὴ ἡ καταπίεση, ποὺ κάνει τὸ παιδὶ ν' ἀντιπαθεῖ μαζί μὲ ἐμᾶς καὶ τὸ Θεό. Πᾶνε "πακέτο" αὐτά, ὅπως λένε τὰ παιδιά. Δηλαδή, εἶναι μαζί, εἶναι σέτ, εἶναι ἑνωμένα. Κι ἂν ἐγὼ στραβώσω τὴν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ στὸ παιδί, κάνω μεγάλη ζημιὰ στὴν ψυχή του. Τὴν ἴδια ζημιὰ μπορῶ νὰ κάνω ὅμως καὶ σὲ ὁποιονδήποτε ἄνθρωπο, σὲ ὅποιον μιλάω γιὰ τὸν Θεὸ μὲ τρόπο λανθασμένο. Τώρα, βέβαια, σοὺ μιλάω μὲ ἀφορμὴ τὰ παιδιά. Ἀλλὰ μπορεῖ ἂν τὸ ζήσεις αὐτὸ καὶ στὸ γραφεῖο σου καὶ στὴ δουλειά σου καὶ στὴ γειτονιά σου καὶ στὴν πολυκατοικία σου.
Καὶ μέσα στὴν ἀναζήτηση, προκειμένου νὰ βροῦμε μία ἄκρη, ρώτησε ἕνας μαθητὴς τοὺς ἄλλους "Ρὲ παιδιά, ποῦ ὀφείλεται αὐτό;" Καὶ πετάγεται ἕνας καὶ λέει, "Μὰ εἶναι κολλημένοι οἱ ἄνθρωποι". Βιάστηκα νὰ τὸν κόψω, μὴν ξεφύγει ἡ κουβέντα. "Ἔλα" τοῦ λέω "ἠρέμησε" Δὲ θὰ ἀρχίσουμε νὰ μιλᾶμε ἔτσι τώρα". "Συγγνώμη, πάτερ. Εἴπατε νὰ μιλήσουμε ἄνετα. Δὲν εἶπα καὶ καμία βρισιά". 
Εἶχε δίκιο, μὰ ἔπρεπε νὰ εἶμαι καὶ προσεκτικός. " Τί ἐννοεῖς, μ' αὐτὴ τὴ λέξη;" "Ἐννοῶ αὐτὸ πού λέει ἡ λέξη", μοῦ λέει. "Δὲν τὸ 'χετε ἀκούσει; Ποῦ ζεῖτε; Εἶναι κολλημένοι. Δηλαδή, ἔχουν κολλήσει τὰ μυαλὰ τοὺς κάπου καὶ δὲν ἀλλάζουν γνώμη. Μὰ εἶναι συμπεριφορὰ αὐτή; "Έχω κάτι ἀναμνήσεις ἀπίστευτες, πάτερ. Θυμᾶμαι ὅτι στὸ δημοτικὸ μία φορὰ ἕνας δάσκαλος μᾶς ἔβγαλε ἀπὸ τὴν ἐκκλησία ποὺ εἴχαμε πάει νὰ ἐκκλησιαστοῦμε μὲ τὸ σχολεῖο, γιατί μιλάγαμε λίγο. Μᾶς βγάζει ἀπὸ τὴν ἐκκλησία, μᾶς δίνει δύο....
χαστούκια καὶ μᾶς ξαναβάζει μὲς τὴν ἐκκλησία. Γιατί μέσα στὴν ἐκκλησία, λέει, ἀπαγορευόταν νὰ δώσει χαστούκια ἀλλὰ ἔξω ἐπιτρεπόταν! Καὶ μετά πῆρε τὴ στάση προσευχῆς καὶ συνέχισε νὰ προσεύχεται. Κι ἐμᾶς... εἴχε μουδιασει τὸ μάγουλό μας ἀπ' τὰ χαστούκια!"

Κι ἔκανα τὰ παιδὰ τοὺς ἑξῆς συνδιασμοὺς μέσα τους: θεία λειτουργία-ἐκκλησία-προσευχὴ-χαστούκι-τιμωρία-ἐκδίκηση. Μία ἐμπειρία μὲ δυσάρεστες ἀναμνήσεις, ἐνῶ λογικὰ θὰ ἔπρεπε νὰ θυμίζει μόνο ἀγάπη καὶ καλοσύνη. Θὰ μοῦ πεῖς, "καλὰ ἐσὺ δὲ λὲς ὅτι θέλεις ἡσυχία στὴν ἐκκλησία;" "Ἐννοεῖται. Ἀλλὰ ποτὲ δὲν πιστεύω ὅτι πρέπει νὰ χαστουκίζουμε κάποιον ποὺ μιλάει καὶ μάλιστα ἕνα παιδὶ δημοτικοῦ!" Καὶ ρώτησα τὸν μαθητὴ πού ἔφαγε τὰ χαστούκια, "Καλὰ, αὐτὸ πότε ἔγινε;" "Ἔγινε τρίτη δημοτικοῦ." "Καὶ τώρα πᾶς", τοῦ λέω, "πρώτη Λυκείου! Καὶ τὸ θυμᾶσαι;" Καὶ μοῦ λέει, "ξεχνιοῦνται αὐτά; Ἢ θὰ ξεάσω τὸ ἄλλο ποὺ μὲ ἔπαιρναν στὸ γραφεῖο διάφοροι καθηγητὲς καὶ μοῦ ἔλεγαν: "ἐσὺ εἶσαι καλὸ παιδί. Μ' αὐτόν, τὸν τάδε, ναμη μιλᾶς. Μ' αὐτὴ μὴν ξανκάνεις παρέα. Δὲ σὲ βοηθᾶνε αὐτὰ τὰ παιδιά. Νὰ 'σαι μακρυὰ ἀπὸ αὐτὰ τὰ παιδιὰ."

Καὶ πετάχτηκε ἕνας στὴν τάξη ποὺ ἤτανε συμμαθητὴς τοῦ ἀπ' τὸ δημοτικὸ καὶ τοῦ λέει. "Ναὶ ρέ, ἀλλὰ παρόλο ποῦ δὲν ἂμς ἄφηναν νὰ κάνουμε παρέα ἐμεῖς κάναμε! Θυμᾶσαι; Ἂς ἔλεγαν αὐτοί! Ἐμεῖς ὅμως κάναμε!" Καὶ γέλαγαν ὅλοι, γιατί θυμήθηκαν ὅτι οἱ μεγάλοι τους ἀπαγόρευαν νὰ εἶναι φίλοι καὶ θέλησαν νὰ χαλάσουν τὸν λογισμό τους καὶ νὰ κάνουν τὰ παιδὰ νὰ βλέπουν καχύποπτά τους ἄλλους, ὅτι αὐτὸς ὁ  μαθητὴς εἶναι τὸ "κακὸ παιδί", αὐτὸς ὁ ἄλλος, αὐτὴ ἡ ἄλλη ἡ μαθήτρια εἶναι ἐπικίνδυνη, "φύγε ἀπ' αὐτὴν καὶ νὰ κάνεις παρέα μόνο μὲ κάποιους ἐκλεκτούς".

Κι ἐγὼ βέβαια, ἂν εἶχα παιδί, θὰ 'θελα νὰ προσέχει μὲ ποιοὺς κάνει παρέα. Ἀλλὰ ὄχι ἔτσι. Ὄχι μὲ τὴν ἔννοια ὅτι "αὐτὸ εἶναι τὸ κακὸ παιδὶ ποὺ πρέπει νὰ τὸ ἀποφεύγεις." Γιατί μὴν ξεχνᾶς: Τὰ κακὰ παιδὰ εἶναι τὰ καλύτερα! Τὰ κακὰ παιδιὰ ἀγαπάει ὁ Θεός. Τοὺς κακοὺς ἀνθρώπους ἀγαπάει ὁ Θεὸς καὶ δὲν τοὺς καταπιέζει καὶ γι' αὐτὸ τὸ λόγο ἴσως κάποτε ἀλλάξουν. Αὐτὴ ἡ καλοσύνη τοῦ Θεόυ ἔιναι ἡ μόνη πιθανότητα νὰ ἀλλάξει ἕνας κακός. Ἐπειδὴ ἀκρθβῶς δὲν τὸν καταπιέζει, ὁ θεός. Ἐσύ, ποὺ ὑποτίθεται ὅτι εἶσαι τὸ τόμα τοῦ Θεοῦ, ὁ ἄνθρωπος ποὺ διδάσκεις τὰ τοῦ Θεοῦ, ὅταν μαλώνεις τὸν ἄλλον, τὸν κάνεις νὰ ἀντιδρᾶ. Ὅταν τὸν ἀποαπίρνεις, τὸν κὰ΄νεῖς νὰ ἀκούσει τὴ φωνή σου σὰν καταπίεση στὴν ψυχή του. Πῶς νὰ πλησιάσει τὸ Θεὸ ἔτσι; Πετυχαίνεις ἀκριβῶς τὸ ἀντίθετο!

Ἀπόσπασμα ἀπὸ τὴν ὁμιλία τοῦ π. Ἀνδρέα Κονάνου, "Θεέ μου, εἶσαι ὅλος μία ἀγκαλιὰ"

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.