Εἰς μνημόσυνον αἰώνιον †16/07/1998
Ἂν
καὶ ποτὲ
δὲν ὑπῆρξε ἕνα
εἰδικὰ
ἀραβόφωνο μοναστήρι ἢ σκήτη στὸ
Ἅγιον Ὅρος,
ὑπῆρξαν
πολλοὶ ἀραβόφωνοι
μοναχοὶ ποὺ ἔχουν πάει στὸ Ἅγιον
Ὅρος γιὰ
νὰ ἀναζητήσουν
τὴ σωτηρία τους. Στὸ δικό μας καιρό, ὁ π.Ἰσαὰκ ὁ Ἀθωνίτης ταξίδεψε ἀπὸ τὸν Λίβανο στὸ
Ἅγιον Ὅρος,
ὅπου ἔγινε
μαθητὴς τοῦ Γέροντος Παϊσίου.
Τὸ
ἄρθρο ποὺ
ἀκολουθεῖ,
γράφτηκε στὴν ἀραβικὴ γλώσσα ἀπὸ τὸν ἀδελφό
του Ἀρχιμανδρίτη Ἰσαάκ, Ἀντώνη
καὶ σχολιασμένο ἀπὸ τὸν Ἐφραὶμ (Κυριάκου) Ἡγούμενο
τῆς Μονῆς
τοῦ Ἀρχαγγέλου
Μιχαὴλ στὸ
Μπασκίντα καὶ νῦν Μητροπολίτη Τριπόλεως τοῦ
Λιβάνου. Ἡ μετάφραση ἐδῶ, ὡστόσο, εἶναι
ἀπὸ
τὴ γαλλικὴ
μετάφραση τοῦ ἐγγράφου ποὺ
δημοσιεύθηκε στὴν Le Bon Pasteur, τὸ δελτίο τοῦ
l’Association des Chretiens Orthodoxes d’Antioche et de leurs Amis, 4,
March-June 2006.
Ἐπίσης
τὴν ἑλληνικὴ μετάφραση διόρθωσε ὁ ἄλλος ἀδελφός τοῦ Γέροντος Ἰσαὰκ ποὺ ζεῖ
στὴν Ἑλλάδα
ὁ γιατρὸς
Ἠλίας Ἀτάλα.
Ὁ
πατήρ Ἰσαὰκ γεννήθηκε ἀπὸ τὴν
Μάρθα καὶ τὸν Nemer Atallah στὶς 12
Ἀπριλίου 1937 σὲ ἕνα χωριὸ τοῦ
Λιβάνου Nabay στὴν περιοχὴ τoυ νομοῦ
Maten,15 χιλιόμετρα βορειοανατολικά τῆς Βηρυτοῦ
καὶ ποὺ
ἀνήκει στὴ
Μητρόπολη τοῦ Ὅρους Λιβάνου. Τοῦ
δόθηκε τὸ ὄνομα Fares (Φίλιππος). Μεγάλωσε σὲ
μία εὐσεβῆ
ὀρθόδοξη οἰκογένεια καὶ ἔμαθε ἀπὸ τὸν
πατέρα του "ὁ ὁποῖος ἦταν ψάλτης ἀπὸ
12 ἐτῶν
στὸ χωριό του, στὴν ἐκκλησία
τοῦ Ἀρχαγγέλου
Μιχαὴλ (Ταξιάρχης)", τὴν ἀγάπη
γιὰ τὸν
Χριστὸ καὶ
τὴν πίστη στὴν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας.
Ἀπὸ τὰ
νεανικά του χρόνια εἶχε κλίση στὴν μόνωση καὶ
τὴν προσευχή. Συχνὰ συνέβαινε οἱ
γονεῖς του νὰ τὸν χάνουν καὶ τελικὰ
νὰ τὸν
βρίσκουν νὰ προσεύχεται στὰ μέρη γύρω ἀπὸ τὸ
χωριό του, ὄχι μακριὰ ἀπὸ τὸ
σπίτι ποὺ γεννήθηκε. Ἦταν διαπίστωση πιὰ ὅτι ἤδη εἶχε
βρεῖ τὴν
ἐγγύτητα πρὸς τὸν Θεὸ καὶ
τὴν...
Ἐκκλησία
Του.
Μία μέρα, ὅταν ἦταν ἀκόμα ἀρκετὰ νέος 14 χρονῶν
ἔφυγε ἀπὸ τὸ
σπίτι τῆς οἰκογένειάς του γιὰ νὰ πάει στὸ
μοναστήρι τοῦ Προφήτη Ἠλία στὸ
Shwaιρ, κοντινὸ μοναστήρι ποὺ ἀπέχει
ἀπὸ
τὸ χωριὸ
5 χιλιόμετρα, ἀλλὰ ὁ
πατέρας του ἔστειλε νὰ πᾶνε νὰ
τὸν βροῦν
καὶ νὰ
τὸν φέρουν πίσω. Ἐκείνη τὴν
ἐποχὴ
ἔλεγαν, ὅτι δὲν ἦταν παράδοση τῶν
μοναστηριῶν νὰ δεχθοῦν τὸ μεγαλύτερο γιὸ
τῆς οἰκογενείας
ὡς μοναχό, δεδομένου ὅτι ἀναλάμβανε
τὴν ὑποστήριξη
τῆς οἰκογενείας. Ὁ Fares συμφώνησε καὶ ἐπέστρεψε σπίτι του.
Ἔκανε
τὶς ἀρχικές
του σπουδὲς στὸ σχολεῖο τοῦ χωριοῦ
του, Nabay, στὴ συνέχεια, ἐγκατέλειψε τὸ
σχολεῖο γιὰ νὰ ἐργαστεῖ
ὡς μαθητευόμενος ξυλουργός. Στὸ τέλος τῆς
μαθητείας του, πῆγε γιὰ τὴν
πρακτική του στὴν Βηρυτό.
Ἐκεῖ κάθε βράδυ, στὸ τέλος τῆς ἐργασίας του, ἔπαιρνε
μαθήματα στὴ βυζαντινὴ ψαλμωδία στὴ
Βηρυτοὺ στὸ σχολεῖο τοῦ Mitri-Al Murr, Πρωτοψάλτη τῆς Ἐκκλησίας
τῆς Ἀντιόχειας.
Τὸ
καλοκαίρι τοῦ 1962, σὲ ἡλικία
εἴκοσι πέντε, πῆρε τὴν ἀπόφαση τῆς
ζωῆς του. Σὲ μία μικρὴ τσάντα του,
ταχτοποίησε προσεκτικὰ τὰ ροῦχα
του καὶ ἄφησε
τὴν δουλειά του στὸ Grand Phonecia ξενοδοχεῖο, τὸ
ὁποῖο
ἦταν τὸ
πρότυπο γιὰ τὴν πολυτέλεια στὴν Βηρυτὸ τὴν
ἐποχὴ
ἐκείνη, καὶ ἐπέστρεψε στὸ σπίτι του ἀφοῦ
ζήτησε τὴν παραίτησή του. Ὅταν ἔφτασε
στὸ σπίτι του παρέδωσε στὸν πατέρα
του, γιὰ τὸν ὁποῖο εἶχε
τεράστιο σεβασμὸ καὶ ὑπακοὴ ἀστείρευτη,
τὶς οἰκονομίες
του σένα βιβλιαρίο, μὲ 3000 λίρες, ποσὸν σεβαστὸ γιὰ τὴν
ἐποχὴ
ἐκείνη λέγοντας «Αὐτὸ τὸ λογαριασμὸ
ταμιευτηρίου ἔχει ἀνοιχθεῖ
στὸ ὄνομά
σας. Θὰ ἤθελα,
νὰ τὰ
διανείμεις ἐξίσου μεταξὺ ὅλων
τῶν μελῶν
τῆς οἰκογενείας.
Ὅσο γιὰ
μένα, ἐγὼ
δὲν χρειάζομαι τίποτα γιατί πρόκειται νὰ πάω στὸ
μοναστήρι.
Μὲ
θλίψη ὁ πατέρας του τὸν
ρώτησε, "Τί μπορῶ καλύτερο νὰ σοὺ
προσφέρουμε σὲ αὐτὸν τὸν κόσμο, ἔτσι
ὥστε νὰ
μὴν γίνεις μοναχός;" Ὁ Fares τοῦ ἀπάντησε, "Ἀκόμα καὶ
ἂν μπορεῖτε
νὰ μοῦ
δώσετε ὅλον αὐτὸν τὸν κόσμο ὡς
ἀντίτιμο, τὰ μάτια μου δὲν ἔχει καμμία ἀξία!
Ἡ ζωή μου δὲν εἶναι ἐδῶ, ἀλλὰ
στὸ μοναστήρι". Ὁ πατέρας του, προσπάθησε σκληρὰ
νὰ τὸν
ἀποτρέψει ἀπὸ τὸ νὰ ἀκολουθήσει τὸ
δρόμο τοῦ μοναχισμοῦ, τοποθετώντας ὡς πίεση τὴν φροντίδα γιὰ τὰ ἄλλα μέλη τῆς
οἰκογενείας, ἀλλὰ ἦταν μάταιο.
Τὴν
ἴδια ἡμέρα,
ὁ Fares πῆρε
τὴν τσάντα του καὶ κατευθύνθηκε μὲ τὸν ἀδερφὸ
του Ἀντώνη
πρὸς τὴν
κατεύθυνση τῆς μονῆς τῆς
Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου στὴν Bkeftin, στὴν
περιοχὴ τῆς
Κούρας, μία θέση ποὺ δὲν εἶχε
ἐπισκεφτεῖ
ποτέ. Εἶχε μόνο διεύθυνση καὶ τὸ ὄνομα τοῦ
ἡγουμένου της, Ἀρχιμανδρίτη Yuhanna (Mansour), τὸν νῦν Μητροπολίτη Λαοδικείας στὴν Συρία.
Ὁ Fares φτάνοντας στὸ μοναστήρι βγῆκε
ἀπὸ
τὸ ταξὶ
καὶ ἔπεσε
στὰ γόνατά του, ἀντικρίζοντας τὸ
μοναστήρι καί σηκώνοντας τὰ χέρια του,
ἀπήγγειλε μία προσευχὴ δική του…. "Εὐχαριστῶ τὸν
Κύριο γιὰ τὸ ὅτι μου ἔκανε πραγματικότητα τὴν ἐπιθυμία μου".
Ὁ
Ἀρχιμανδρίτης Yuhanna τοὺς πῆρε
στὸ ἀρχονταρίκι
τοῦ μοναστηρίου γιὰ νὰ
τοὺς ὑποδεχθεῖ. Τὸ
μοναστήρι ἦταν σὲ μεγάλο βαθμὸ ἐρημωμένο, τὰ
περισσότερα ἀπὸ τὰ δωμάτιά του ἦταν
σὲ ἄθλια
κατάσταση καὶ σχεδὸν ἀκατοίκητα
Ἕνας μοναχὸς ζοῦσε ἐκεῖ ἐκτὸς
ἀπὸ
τόν Ἡγούμενο.
Ὁ
ἥλιος ἔδυε,
ὅταν ὁ
ἀδελφός τοῦ Γέροντος Ἰσαάκ, Ἀντώνης,
ἐπέστρεψε, ἀφήνοντας τὸν μεγαλύτερο ἀδελφό του στὸ
μοναστήρι.. Στὸ σπίτι ἡ οἰκογένεια, περίμενε μὲ ἀγωνία
τὰ νέα γιὰ
τὸν Fares. Ὁ πατέρας τοῦ μίλησε πρῶτος, λέγοντας "Λοιπόν, ποῦ ἀκριβῶς πῆγε;", "Γιὰ τὸ
μοναστήρι τῆς Bkeftin στὴ Κούρα," ἀποκρίθηκε,
«ἀλλὰ
σᾶς διαβεβαιώνω ἀμέσως, ὅτι δεδομένης τῆς κατάστασης στήν μονή, καὶ δεδομένου ὅτι
ὁ Fares ἐργάστηκε
τὰ τελευταία χρόνια στὸ ὑπερπολυτελὲς Phonecia Hotel στὴν Βηρυτό, δὲν θὰ μπορέσει νὰ
μείνει ἐκεῖ πάνω ἀπὸ δύο ἢ
τρεῖς ἡμέρες
προτοῦ νὰ
τὸν δεῖτε
νὰ ἐπιστρέφει
στὸ σπίτι» Ὁ πατέρας κοίταξε τὸν ἀδελφό
τοῦ Fares, Ἀντώνη στὰ μάτια καὶ
εἶπε: "Δὲν
ἔχει σημασία τὶς δυσκολίες ποὺ θὰ συναντήσει, ἀλλὰ νὰ
ξέρετε ὅτι ὁ ἀδελφός σας δὲν θὰ
ἐπιστρέψει ξανὰ πίσω".
Ἡ
ζωντάνια τοῦ πνεύματός του καὶ ὁ ζῆλος ποὺ
ἔδειξε ὁ
Fares στὶς σπουδὲς του σίγουρα ἐνθάρρυναν τὸν
Ἡγούμενο Yuhanna νὰ τοῦ
ἐπιτρέψει νὰ ἐπεκτείνει τὶς σπουδές του, τὸ ὁποῖο καὶ
ἔγινε μὲ
τὴν ἐγγραφή
του στὸ σχολεῖο ποὺ ἀνήκει στὴν
Πατριαρχικὴ Μονὴ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου στὸ
Μπαλαμὰντ στὴν περιφέρεια τῆς
Κούρας, στὸν Βόρειο Λίβανο. Ἔτσι ὁ
Fares βρέθηκε, ὑπὸ τὴν
αἰγίδα τοῦ
Ἰγνατίου (Hazim, τὸ σημερινὸ
Πατριάρχη τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας τῆς Ἀντιοχείας), ποὺ ἦταν
ἐκείνη τὴν
στιγμὴ ἐπίσκοπός
τῆς Λαοδικείας στὴν Συρία καὶ ἔμενε
στὸ μοναστήρι τοῦ Μπαλαμάντ.
Χειροτονήθηκε διάκονος μὲ
τὸ ὄνομα
Φίλιππος, στὸ μοναστήρι ἀφιερωμένο στὸν
Ἅγιο Ἰάκωβο
τὸν Πέρση στὸ Dedde τῆς Κούρας τὸ 1963, διὰ
τῆς τοποθέτησης τῶν χεριῶν
τοῦ Ἠλία
(Kourban), Μητροπολίτη τῆς Ἐπισκοπῆς
τῆς Τρίπολης καὶ τοῦ Μητροπολίτη τῆς Κούρας, ὑπὸ τοὺς
ὁποίους ἦταν
τὸ μοναστήρι τοῦ Bkeftin στὴν ὁποία εἶχε
ὑποταχθεῖ. Ἦταν ἀξιοσημείωτη καθ ΄ὅλη
τὴν περίοδο τῆς ἐκεῖ παραμονῆς
του ἡ προσήλωσή του στὴ προσευχή, τὴν
ἄσκηση καὶ
στὸ ὅτι
ἔκανε μὲ
εἰρήνη καὶ
μὲ πολὺ
ζῆλο ὅ,τι
τοῦ εἶχε
ἀνατεθεῖ
νὰ κάνει, καὶ γιὰ τὴν ὑπακοή
του στοὺς προϊσταμένους του.
Ἡ
Θεία Πρόνοια, ὡς συνήθως,
χρησιμοποιώντας τὶς τοπικὲς συνθῆκες
τὸν ἀνάγκασε
νὰ φύγει ἀπὸ τὸ
σχολεῖο τοῦ Balamand γιὰ τὴν Πάτμο στὴν
Ἑλλάδα τὸ
1968, ὅπου ἔλαβε τὸ δίπλωμα τοῦ Λυκείου.
Ὁ
Γέροντας τότε ἐξεδήλωσε τὴν ἐπιθυμία
του νὰ ἐμβαθύνει
τὶς γνώσεις του στὴ Θεολογία μὲ
τὸ νὰ
γίνει φοιτητὴς στὴν Σχολὴ
Θεολογίας στὸ Ἀριστοτέλειο Πανεπιστήμιο τῆς
Θεσσαλονίκης, ὅπου ἀπεφοίτησε μὲ
ἄριστα καὶ
ὅπου ὑπηρέτησε
ὡς διάκονος στὸν καθεδρικὸ ναὸ τοῦ
Ἁγίου Δημητρίου, πολιούχου τῆς πόλεως.
Θὰ
πρέπει νὰ σημειωθεῖ, ὅτι
αὐτὸς
ἦταν γνωστὸς γιὰ τὴν πολὺ
ὄμορφη φωνή, ἡ ὁποία προσέλκυε πολλοὺς ἀπὸ τοὺς
πιστοὺς νὰ
ἀκούσουν τὴν ψαλτική τῆς ἀντιοχειανῆς παράδοσης καὶ
νὰ ἀπολαύσουν
τὴν Θεία Λειτουργία στὰ ἀραβικὰ καὶ
στὰ ἑλληνικά.
Ἀλλὰ τὸ
πιὸ σημαντικὸ γεγονὸς γιὰ τὸν
ἴδιο κατὰ
τὴν διάρκεια αὐτῆς τῆς περιόδου, ἦταν
ὅτι ἦρθε
σὲ οὐσιαστικὴ ἐπαφὴ μὲ
τὸ Ἅγιον Ὅρος, καθὼς
καὶ μὲ
τὴν μοναστικὴ ζωὴ ποὺ καλλιεργήθηκε στὸ Περιβόλι τῆς Παναγίας.
Ἐκεῖ
συγκεκριμένα γνώρισε Αὐτὸν ποὺ
θὰ γινόταν ὁ πνευματικὸς πατέρας
του, τὸν Γέροντα Παΐσιο (+ 12 Ἰουλίου τοῦ
1994).
Μὲ
τὴν ἐπιστροφή
του στὸν Λίβανο, χειροτονήθηκε ἱερέας στὸν
Πατριαρχικὸ Μοναστήρι τῆς Κοιμήσεως τῆς
Θεοτόκου στὸ Μπαλαμὰντ διὰ
τῆς ἐπιθέσεως
τῶν χειρῶν
τοῦ μακαριστοῦ πατριάρχου Ἠλία IV
(Μουαουάντ), μὲ τὸ ὄνομα
Φίλιππος. Στὴν συνέχεια ἔζησε στὴν
περίοδο ἀπὸ τὸ 1973 καὶ τὸ
1975 στὸ μικρὸ μοναστήρι ἀφιερωμένο
στὴν μνήμη τοῦ Ἁγίου Γεωργίου τοῦ Τροπαιοφόρου, μετόχι τῆς Ἱερᾶς Μονῆς
τῆς Θεοτόκου στὸ Χαματούρας, στὴν
περιοχὴ τῆς
Zgharta στὸ Βόρειο Λίβανο, ἕνα Μετόχι τῆς
Ἱερᾶς
Ἀρχιεπισκοπῆς τοῦ Ὅρους Λιβάνου στὴν ἐπικράτεια τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς τῆς
Τρίπολης καὶ τῆς Κούρας.
Ὁ
πατήρ Φίλιππος πῆρε τὴν τοποθέτησή του στὸ μοναστήρι τοῦ Ἁγίου Γεωργίου μὲ πολὺ ἐνθουσιασμό. Ἔβαλε
τὸν ἑαυτό
του νὰ ἐργαστεῖ ἀμέσως
στὴν ἀποκατάσταση
τῆς ἐκκλησίας
τοῦ μοναστηριοῦ καὶ τῶν κελιῶν
τῶν μοναχῶν
ποὺ περιέβαλαν τὴν μονή. Ἐπίσης,
νοιαζόταν γιὰ τὴν παραμελημένη περιοχὴ
τοῦ μοναστηριοῦ, μὲ τὴν ἐκ
νέου φύτευση ἐλαιόδεντρων καὶ ἀμπελιῶν. Ἡ
προσωπικότητα τοῦ Πατρός Φιλίππου καὶ τὸ ἔργο ποὺ
ἔκανε ἄρχισαν
νὰ ἀποδίδουν
καρποὺς καὶ τὸ μοναστήρι λίγο λίγο
ἔγινε γνωστὸ μέρος τῆς πνευματικῆς ἀνανέωσης
ποὺ προσέλκυσε ὅλο καὶ περισσότερες ψυχὲς στὸν
Κύριο. Ἀξίζει νὰ σημειωθεῖ ὅτι ὁ
Πατήρ Φίλιππος ὑπηρέτησε κατὰ τὴν
διάρκεια τῆς παραμονῆς του στὸ
ἐν λόγω μοναστήρι καὶ τὴν
ἐνορία ἀφιερωμένη
στὸν Ἀρχάγγελο
Μιχαὴλ στὸ
χωριὸ κοντὰ στὸ Ras Kifa.
Ὅμως,
κάτω ἀπὸ
τὴν πίεση τοῦ πολέμου στὸν Λίβανο, ἀναγκάστηκε νὰ
ἐγκαταλείψει τὸ μοναστήρι του, ποὺ
βρίσκεται ὅπως ἀπαιτεῖ ἡ παράδοση σὲ
μία βουνοκορφή, ἡ ὁποία εἶχε
γίνει στὸ πόλεμο μία πολύτιμη
στρατιωτικὴ θέση, καὶ νὰ ἀναζητήσει καταφύγιο ἀκόμη μία φορὰ στὴν Θεσσαλονίκη, ἀφοῦ εἶχε
λάβει τὸ βαθμὸ τοῦ Ἀρχιμανδρίτου τὸ
1976. Ἄσκησε τὴν ἱεροσύνη του στὴν ἴδια πόλη, στὴν ἐκκλησία τῆς Ἁγίας
Βαρβάρας καὶ εἶχε ἀναλάβει τὴν εὐθύνη
τῶν φοιτητῶν θεολογίας ποὺ εἶχαν μεταφερθεῖ
ἀπὸ
τὴν Πατριαρχικὴ Μονὴ τῆς Κοιμήσεως τῆς
Θεοτόκου Μπαλαμὰντ ποὺ ἔκλεισε
λόγω πολέμου, στὴν Θεολογικὴ σχολὴ
τῆς Θεσσαλονίκης μὲ τὴν
ἀμέριστη βοήθεια γιὰ τὴ
μεταφορά τους, ἀπὸ τὸ
μητροπολίτη Παντελεήμων Ροδόπουλο, καθηγητὴ
στὴν ἐν
λόγω θεολογικὴ σχολή.
Τὸ
1978, ἔλαβε τὴν ἄδεια ἀπὸ τὸ Σεβασμιώτατο George (Χόντρ) τοῦ Ὅρους
τοῦ Λιβάνου, ἀπὸ τὸν ὁποῖο
ἐξακολουθοῦσε νὰ ἐξαρτᾶται,
νὰ ἐνταχθεῖ στὴν
μοναστικὴ κοινότητα τοῦ Ἁγίου
Ὅρους. Κινήθηκε πρὸς τὴν
Μονὴ Σταυρονικήτα καὶ ἔλαβε
τὸ ὄνομα
τοῦ Ἁγίου
Ἰσαὰκ
τοῦ Σύρου ποὺ τὸν εὐλαβούταν πολύ. Τώρα πιὰ μποροῦσε
ὡς ἐκ
τούτου νὰ παρακολουθεῖ στενότερα τὶς
διδασκαλίες τοῦ πνευματικοῦ του πατρός, τοῦ Γέροντος Παϊσίου, ποὺ
ζοῦσε τότε σὲ ἐρημητήριο ἀφιερωμένο στὸ
Τίμιο Σταυρὸ καὶ ποὺ δὲν ἀπέχει
πολὺ ἀπὸ τὸ
μοναστήρι τοῦ Σταυρονικήτα.
Λέγεται ὅτι ἕνας ἀξιοσέβαστος μοναχός του Ἁγίου Ὅρους
εἶπε πρὸς
αὐτόν, "Ἔχετε
ἔρθει ἐδῶ ἀπὸ μία χώρα ποῦ
ἔχει τόσους πολλοὺς Ἁγίους
ὅπως τὸν
ἐνάρετο Ἅγιο
Ἰσαὰκ
τὸν Σύρο, προκειμένου νὰ μάθετε τὴ
μοναστικὴ ζωή;".
Ὁ
πατὴρ Ἰσαὰκ ἀπάντησε: "Ναί, ἡ ἐμπειρία
τῶν Ἁγίων
Πατέρων μας ἔχει διαφυλαχτεῖ σὲ μεγάλο βαθμὸ
στὸ Ἅγιον
Ὅρος καὶ
ἔχω ἔρθει
γιὰ ἐνισχυθῶ σὲ
αὐτὸν
τὸν Ἅγιο
τόπο".
Ἕνα
χρόνο μετὰ τὴν ἄφιξή του στὸ μοναστήρι τοῦ
Σταυρονικήτα, ἀναχώρησε στὸ νέο καταφύγιό του, τὸ ἀσκητήριο τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου ποὺ ὁ ἴδιος ἀνακαίνισε
στὴν περιοχὴ τῆς Καψάλας, ποὺ δὲν
ἀπέχει πολὺ ἀπὸ τὶς
Καρυές, τὴν πρωτεύουσα τοῦ Ἁγίου
Ὅρους. Ἔζησε
ἐκεῖ γιὰ τέσσερα χρόνια, μία ζωὴ πολὺ
σκληρῆς ἄσκησης
καὶ ἔντονου
πνευματικοῦ ἀγώνος. Ἦρθε ἀντιμέτωπος μὲ
πολλοὺς πειρασμοὺς καὶ δοκιμασίες ποὺ προσπάθησαν νὰ
τὸν κάνουν νὰ ἀφήσει τὴ ἀσκητικὴ μόνωσή του, ὥσπου
μία μέρα, ὅταν, συγκλονισμένος ἀπὸ τὶς σκέψεις του, τὴν κούρασή του, καὶ τὶς δυσκολίες του, ἀνακάλυψε ἕνα μικρὸ τάφο, ἐνῶ περπατοῦσε
σὲ κάποιο σημεῖο τοῦ κελιοῦ του. Στάθηκε μπροστά του καὶ προσευχήθηκε
θερμά, ἀφήνοντας τὸν ἑαυτό
του στοὺς κόλπους τῆς μνήμης τοῦ
θανάτου. Στὴ συνέχεια, εἶπε μὲ
μία ἀποφασιστικὴ φωνή, «Ἐδῶ μπορῶ
νὰ πεθάνω»
Ἀπὸ ἐκείνη
τὴν στιγμή, οἱ σκέψεις ποὺ τὸν βασάνιζαν ἐντελῶς ἐξαφανίστηκαν.
Αὐτὴ
ἡ μνήμη τοῦ θανάτου δὲν τὸν ἄφησε
ποτέ, καὶ σύμφωνα μὲ τὴ
μοναστικὴ παράδοση, ἔσκαψε ἕναν
τάφο τοῦ δικοῦ του μεγέθους του, μὲ τὰ χέρια του, μέσα στὸν κῆπο στὸ ἀσκητήριό
του. Ἡ μνήμη αὐτὴ ἡ τόσο καθοριστικὴ δὲν τὸν ἄφηνε
κάθε μέρα μέχρι ποὺ τὸ σῶμα
του ἀναπαύτηκε
ἐκεῖ
τὴν Πέμπτη 16 Ἰουλίου 1998.
Παρέμεινε στὸ Ἅγιον
Ὅρος ἀπὸ τὸ
1978 μέχρι τὸ 1998, τὸ ἔτος
ἀνάπαυσή του, καὶ ἦταν γνωστὸς γιὰ
ἀσκητισμό του καὶ τὴν πνευματικὴ ἀγωνιστικότητά
του. Ἔγινε, μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ,
ἕνας διάσημος πνευματικὸς πατέρας στὸ
Ἅγιον Ὅρος
καὶ στὴν
Ἑλλάδα, καὶ ἔνθερμος ὑποστηρικτὴς
τῆς ἐπιμελοῦς πρακτικῆς
του μυστηρίου τῆς Ἐξομολογήσεως. Ἦταν
γνωστὸ ὅτι
εἶχε ἀποκτήσει
τὴ φήμη τοῦ ἀρίστου, ἔμπειρου καὶ
θεόπνευστου Πνευματικοῦ, κάτι ποὺ λίγοι ἔχουν
στὸ Ἅγιον
Ὅρος.
Στὴ
διάρκεια τῆς ζωῆς του, ἔγινε ἐπίσης μία ζωντανὴ γέφυρα μεταξύ τῆς Ἐκκλησίας
τῆς Ἀντιοχείας
καὶ τοῦ
Ἁγίου Ὅρους.
Συχνὰ εἶπε, "ἐκπροσωπῶ
τὴν Ἀντιόχεια
στὸ Ἅγιο
Ὅρος", καὶ
ἦταν περήφανος γιὰ αὐτό.
Πολλοὶ χριστιανοὶ τοῦ Λιβάνου, ἀλλὰ
καὶ ἀραβόφωνοι χριστιανοὶ τῶν Πατριαρχείων Ἀντιοχείας,
Ἱεροσολύμων καὶ Ἀλεξανδρείας, καθὼς καὶ
ἄλλοι ποὺ
ἦρθαν ἀπὸ τὸν
Νέο Κόσμο ἐρχόντουσαν νὰ λάβουν τὴν
εὐλογία του καὶ νὰ ζητήσουν τὴν συμβουλή του.
Ἔκανε
ἐπίσης μία σειρὰ ἀπὸ σύντομα ταξίδια στὴ χώρα καταγωγῆς του, τὸν Λίβανο, καθὼς
καὶ τὴν
Συρία, τὴν Ἰορδανία καὶ τὴν Αἴγυπτο.
Χάρη δὲ σὲ
Ἐκεῖνον
ἔχουν δημιουργηθεῖ στὸν
Λίβανο τέσσερα μοναστήρια, (τρία ἀνδρικὰ καὶ
ἕνα γυναικεῖο) πολὺ πνευματικὰ καὶ
ἀποτελοῦν
πιὰ, φάρους γιὰ τὴν πνευματικὴ ἀναγέννηση
τοῦ Λιβάνου.
Ἐπίσης
εἶναι γνωστὴ ἡ βοήθεια ποὺ πρόσφερε σὲ
διάφορα μέρη τῆς Ἑλλάδας ὅπως
στὴν Λέσβο ὅπου ἐξομολογοῦσε ἐπὶ δεκαετία περίπου συμβάλλοντας καθοριστικὰ στὴν
ἀναβίωση τῆς αὐθεντικῆς πνευματικότητας τῆς Λέσβου… θὰ ἐπανέλθουμε ἐν
καιρῶ στὴν
εὐλογία αὐτή.
Ἂς
μᾶς ἀκολουθοῦν οἱ
προσευχές του στὴν δύσκολη ἐποχὴ
αὐτὴ
ποὺ ζοῦμε…
Ἀμήν..
γένοιτο …!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου