τοῦ Γιώργου Μάλφα
Τό βράδυ τῆς Μ. Τρίτης ὡς γνωστόν, στούς ναούς τῶν Ὀρθοδόξων ὅπου γής, ψάλλεται τό περίφημο τροπάριο τῆς Κασσιανῆς. Τό ἀπόλυτο αὐτό ἀριστοτέχνημα λόγου καί μέλους στό ὁποῖο ἡ χαρισματική βυζαντινή ὑμνογράφος ἐξέφρασε μέ τρόπο ἀκραία ἀληθινό καί ποιητικά μοναδικό, τόν καημό καί τό πάθος τῆς «ἀλειψάσης τόν Κύριον μύρω πόρνης γυναικός».
Κάθε Μ. Τρίτη βράδυ ἀναπολῶ μέ συγκίνηση τόν παπά πατέρα μου, αὐτόν τῶν παιδικῶν μου χρόνων στό γενέθλιο νησί μας. Σοβαρός καί ἱεροπρεπής ἐξέρχονταν τοῦ ἱεροῦ προκειμένου νά πάρει θέση στό δεξιό χορό γιά νά ψάλλει ὁ ἴδιος τό «Κύριε, ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις περιπεσοῦσα γυνή…» περιστοιχιζόμενος ἀπό μία ὁμάδα ζωηρῶν ἐφήβων. Καμάρωνα μέσα μου τότε γιά τήν πρωτοκαθεδρία τοῦ πατέρα καί πατώντας στίς μύτες τῶν ποδιῶν μου προσπαθοῦσα νά ἀνασηκωθῶ ὥστε νά βλέπω κάτι ἀπό τό μεγάλο ὀρθάνοιχτο βιβλίο. Θυμᾶμαι τήν ἀπόλυτη σιγή πού ἐπικρατοῦσε τότε μονομιᾶς στήν ἐκκλησία καί τήν αὐστηρή προσήλωση τοῦ πατέρα στήν ἀπόδοση τοῦ ὕμνου. Αἰσθάνομαι ἀκόμη τό βαρύ χέρι του πού ἀκουμποῦσε στόν ὦμο μου. Καί στ’ αὐτιά μου ἠχεῖ ἀκόμη τό....
ἰσοκράτημα τῆς χορωδίας. Ἐκεῖ στό ἀναλόγιο τῆς ἐνορίας μας, τά πρῶτα συλλαβίσματα, «ψαλμωδίες γλυκές μέ τά πρῶτα-πρῶτα Δόξα Σοί» πού λέει ὁ Ἐλύτης. Παιδικά ἀλησμόνητα βιώματα…
Μά κάτι ἰδιαίτερο, μοῦ προξενοῦσε ξεχωριστή ἐντύπωση κάθε Μ. Τρίτη…
«Πόρνη προσῆλθε σοί», «Ἡ πόρνη ἐν κλαυθμῶ ἀνεβόα», «Τό πολυτίμητον μύρον ἡ πόρνη ἔμιξε μετά δακρύων», «Πόρνη ἐπιγνοῦσα Θεόν» «Ἤπλωσεν ἡ πόρνη τάς τρίχας σοί τῷ Δεσπότη»… Αὐτά καί ἄλλα πολλά, διόλου εὔηχα, ἐκστομίζονταν κατ’ ἐξακολούθησιν μελωδικά στή διάρκεια ὅλης της βραδιᾶς. Παρά τήν ἀφελῆ μου τότε ἄγνοια ὑποψιαζόμουν πάντως ὅτι κάτι ἐξόχως τολμηρό λέγεται μέ μίαν ἐπιμονή ἐντελῶς ἀκατανόητη. Ἡ περιέργεια μέ ἔτρωγε. Γιά νά ρωτήσω τόν πατέρα ζητώντας διευκρινίσεις οὔτε λόγος. Κάτι μου ἔλεγε νά μήν τό ἀποτολμήσω, νά μήν τόν φέρω σέ δύσκολη θέση. Καί πάντως ἡ διάχυτη καί ἀόριστη ἐξήγηση περί «κακῶν γυναικών» πού τυχαία ἐπίασε τ’ αὐτί μου δέν μέ ἱκανοποιοῦσε καθόλου. Ὕποπτα πληθωρικός ὁ λόγος σέ μία ἀκολουθία, γιά τόσες πολλές καί τόσο πολύ «κακές γυναῖκες»!
Ἀναζήτησα λοιπόν μέ τή δέουσα κρυψίνοια τή σημασία τῆς λέξης «πόρνη» στό παλιό λεξικό τῆς πατρικῆς βιβλιοθήκης. Ἡ ἐπίμαχη ὅμως καί ὑπερβολικά κομψευμένη λεξικολογική διατύπωση ἐπέτεινε τή σύγχυση καί τήν ἀπορία μου. Τί σχέση ἀλήθεια, ἀναρωτιόμουν, θά μποροῦσε νά ἔχει μία «γυνή ἐκδιδομένη ἐπί χρήμασι» μέ τό βούρκωμα στά μάτια καί τή φωνή τοῦ πατέρα, πού μᾶς καθήλωνε ὅλους ἐκστατικά, μικρούς καί μεγάλους, ὅση ὥρα ἔψελνε τό τροπάριο τῆς Κασσιανῆς; Κάπου τότε εἶναι πού γεννήθηκε μέσα μου, πρώιμα καί μυστικά, ἕνα δέος ἀπόκρυφο γιά τίς πόρνες. Ὅλες τίς πόρνες. Τίς πόρνες γενικῶς!
Τά χρόνια πέρασαν, ἡ ἀπορία μου λύθηκε καί τό δέος ἔγινε συμπάθεια. Τρυφερή καί ἀπέραντη συμπάθεια γιά τήν κατηγορία αὐτή τῶν γυναικών, τῶν τόσο ἀνυπόληπτων στόν θρησκευτικό καί κοινωνικό μου περίγυρο. Φοιτητής μάλιστα στήν Ἀθήνα εἶχα τήν εὐλογία νά «γνωρίσω» πολλές ἀπό αὐτές! Συνήθιζα νά περπατῶ ἀμέριμνος ἀργά τά βράδια στούς δρόμους τοῦ κέντρου τῆς πρωτεύουσας, δίχως ὑποψία φόβου καί κυρίως ἐνοχῶν μή μέ δεῖ κανένα μάτι. Ἄλλοτε γιατί ἔχανα τό τελευταῖο δρομολόγιο τῆς γραμμῆς 732 Ἀθήνα-Ἅγιος Φανούριος πού μέ πήγαινε στό σπίτι μου, ἄλλοτε γιά νά ἀγοράσω φρεσκότατες τίς κυριακάτικες ἐφημερίδες, ἀπό τό βράδυ τοῦ Σαββάτου, στούς πάγκους τῆς Ὁμόνοιας. Κάποιες φορές πάλι ἁπλῶς γιά νά … ἀλλάξω παραστάσεις. Πλατεία Ὁμονοίας, Ἄγ. Κωνσταντίνου, Σωκράτους, πλατεία Βάθη, Λιοσίων, πλατεία Ἀττικῆς. Δρόμοι καί πλατεῖες, τόποι ἀπρόσιτοι, σχεδόν ἀπροσπέλαστοι καί σιωπηρά ἀπαγορευμένοι τίς νυχτερινές ὧρες γιά τή συμβατική κοινωνική εὐπρέπεια. Ἕνα τεράστιος μικρόκοσμος μυστηρίου καί μαρτυρίου: λαθραῖο περιθώριο, ὑγρό καταγώγιο, σκοτεινός ὑπόκοσμος. Μικρό, περί, κατά, ὑπό. Μά γιατί τόσες μικρόψυχες προθέσεις προσχηματικά τοποθετημένες μπροστά σέ τόσο ἄθλιες διαθέσεις; Πόσες ἀπαιτοῦνται ἐπιτέλους, γιά νά περιχαρακώσουν τά σώματα καί τίς ψυχές τόσων ἀνθρώπων;
Πόρνες, ἀλκοολικοί, τραβεστί, ἐξαρτημένοι, ἄστεγοι, σαλοί καί τρελαμένοι. Ὑπολογίστε, σᾶς παρακαλῶ, ἀνάμεσα σ’ αὐτούς καί κάμποσους ἁγίους! Τί νομίζατε! «Οὐ δέ ἐπλεόνασεν ἡ ἁμαρτία, ὑπερεπερίσσευσεν ἡ χάρις» δέν λέει στή Γραφή; Πνευματικός νόμος! Πάει καί τελείωσε. Ἄς σκούζουν οἱ ἠθικιστές κάθε κοπῆς. Κάτι παραπάνω ἤξερε ὁ Ἅγιος της Πολυκλινικῆς στήν Ὁμόνοια, ὁ γέροντας Πορφύριος, πού δέν ἀπέφευγε τίς κακοτοπιές καί ἁγίαζε τά «κακά» κορίτσια τήν παραμονή τῶν Φώτων μέσα στά ἴδια τούς τά σπίτια! Αὐτά τά κορίτσια τοῦ δρόμου, τῆς φθηνῆς ἐπιτήδευσης καί τῶν περίτεχνων ἀκκισμῶν, μέ τό τσιγάρο στό χέρι, πού καθώς περνοῦσες δίπλα τους, ἐκλιπαροῦσαν προκλητικά τήν παρέα σου, πουλώντας σέ εὐτελιστική τιμή τήν τιμή καί τό μεγαλεῖο του προσώπου τους. Ἀνακαλοῦσα αἴφνης τότε τό τροπάριο τῆς Κασσιανῆς μέ τόν τρόπο τοῦ πατέρα καί ἡ συμπάθειά μου γι’ αὐτές μεγάλωνε, αὔξανε μέσα μου! Δέν ἔβλεπα τότε τήν ἀσχήμια τοῦ ρημαγμένου τούς κορμιοῦ, δέν διέκρινα πιά πάνω τους τά στίγματα τοῦ πάθους, τῆς ταλαιπωρίας, τῆς ἀγοραίας ἐκμετάλλευσης. Δέν ἦταν οἶκτος, δέν ἦταν ἀπό λύπηση, ἦταν κάτι ἄλλο. Δέν ξέρω. Γί αὐτό καί θύμωνα πολύ μέσα μου κάθε φορᾶ πού περίεργοι περαστικοί, μέσα ἀπό τήν ἀσφάλεια τοῦ αὐτοκινήτου τους, ἀσχημονοῦσαν μέ χυδαῖες ἐκφράσεις καί προσβλητικές χειρονομίες σέ τοῦτα τά πλάσματα. Κᾶνε μᾶς ἐπίδειξη ἀνδρισμοῦ τώρα κύριε κρετίνε!
Τοῦτες τίς εἰκόνες καί τίς ἀναμνήσεις ἀνασύρω ἔκτοτε κάθε χρόνο τό βράδυ τῆς Μ. Τρίτης. Καί κάποιος καλός φίλος, ὁ ὁποῖος δηλώνει ἀγνωστικιστής (καί τί μ’ αὐτό, ἐγώ τολμῶ νά δηλώνω χριστιανός!) μοῦ ἐκμυστηρεύτηκε πρόσφατα τό ἐκπληκτικό, ὅτι ἐκκλησιάζεται παραδόξως μία φορά τό χρόνο. Ὄχι τά Χριστούγεννα, οὔτε καί τό Πάσχα. Τή Μ. Τρίτη τό βράδυ μου εἶπε, ἀνελλιπῶς!
Κάπως ἔτσι κατέληξα στό συμπέρασμα ὅτι ἡ Μ. Τρίτη, ἄν ὄχι ὁλόκληρο τό Μεγαλοβδόμαδο, ἀνήκει δικαιωματικά στίς Πόρνες! «Ὅτι οἱ τελῶναι καί αἵ πόρναι προάγουσιν ὑμᾶς εἰς τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ». Στίς πόρνες πού ξέρουν νά ἀγαποῦν προκαλώντας μέ τίς τρελές τους ἀκρότητες. Νά κατασπαταλοῦν ἀπερίσκεπτα μύρο πολύτιμο στά πόδια τοῦ Μανικοῦ Ἐραστῆ τους, τοῦ Χριστοῦ. Ἀπόλυτη προτεραιότητα. Νά τούς ἀφήσουμε χῶρο στούς ναούς αὐτές τίς μέρες. Νά σεβαστοῦμε τό δικό τους σφοδρό παραλήρημα, τό δικό τους παροξυσμό μετάνοιας. Νά ψάλλουν οἱ ἴδιες μέ λαχτάρα τά τροπάρια πού γράφτηκαν γι’ αὐτές. Ἄξιόν ἐστι!
Κι ἄς σταματήσουν ἐπιτέλους τά κηρύγματα αὐτή τήν Ἑβδομάδα, μήπως καί ξεθάψουμε κάποτε τά διαμάντια τῶν ὕμνων πού καταπλάκωσαν τόνοι φλύαρου καί ἐπιπόλαιου ἠθικισμοῦ μας. Κι ἄν συμβεῖ καί ἀναγνωρίσουμε κάποια ἀπό αὐτές, τίς ὄμορφες ἀπό τήν πολλή τους ταπείνωση γυναῖκες, καλό νά μεριάσουμε διακριτικά, νά τούς δώσουμε τή θέση μας καί νά χαμηλώσουμε ἐμεῖς τό δικό μας βλέμμα. Εἴπαμε, ὁλάκερα δική τους ἡ Ἑβδομάδα τῶν Παθῶν, δική τους κι ἡ Ἀνάσταση!
Ὑστερόγραφο: Στόν πατέρα, μέ…μεγάλη ὄντως καθυστέρηση. Δέν μοῦ ἐξήγησες ποτέ γιατί βούρκωνες κάθε Μ. Τρίτη. Δέν πειράζει, τό κατάλαβα μόνος μου. Δέν μέ βομβάρδισες ποτέ μέ συμβουλές ἀποφυγῆς «κακόφημων» τόπων καί ἀποστροφῆς «ἀνήθικων» ἀνθρώπων. Θά τό δοκιμάσω στά ἐγγόνια σου. Μοῦ ἀποκάλυψες ὅμως τόν τρόπο νά σέβομαι τό ἦθος τῶν τροπαρίων καί τῶν ἀνθρώπων τό ἦθος. Εὐγνώμων!
amen.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου