16 Ιαν 2012

«Ἡ Πόλις ἑάλω», ἀλλά καί ζῆ

ὁμιλία τοῦ Σεβασμ. Μητροπολίτη Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου, Ἵεροθέου Βλάχου
Πολλὲς φορὲς ὁμίλησα καὶ ἔγραψα γιὰ τὴν Ρωμαϊκὴ Αὐτοκρατορία, αὐτὸ ποὺ μᾶς συνήθισαν νὰ ὀνομάζουμε Βυζάντιο, ἀλλὰ γιὰ πρώτη φορὰ ὁμιλῶ γιὰ τὴν Τρίτη 29 Μαΐου 1453, ποὺ εἶναι ἡμέρα πτώσεως τῆς Κωνσταντινουπόλεως καὶ βεβαίως γενικότερά της Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας - Βυζαντίου. Γι’ αὐτὸ ὀφείλω εὐχαριστίες στὴν Διακίδειο Σχολὴ ποὺ διοργάνωσε αὐτὴν τὴν ἐκδήλωση καὶ τὸν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Πατρὼν κ. Νικόδημο ποὺ ἔδωσε μὲ ἐγκαρδιότητα τὴν εὐλογία του. Ἀνέλαβα τὴν εὐθύνη αὐτὴ νὰ συμμετάσχω καὶ ἐγὼ διὰ τοῦ τρόπου αὐτοῦ στὸ μνημόσυνο γιὰ τὶς ψυχὲς τῶν ἀοιδίμων προμάχων τῆς ἠρωϊκῆς ἀντιστάσεως ποὺ ἀγωνίσθηκαν μὲ ἠρωϊκὸ σθένος. Ἐπειδὴ τὸ θέμα εἶναι μεγάλο θὰ ἐπιδιώξω νὰ ὁμιλήσω ἐπιλεκτικὰ καὶ ἀποσπασματικά.

1. Τό ὄνομα τῆς Αὐτοκρατορίας

Πρὶν προχωρήσω στὴν ἔκθεση τῶν ἀπόψεών μου θὰ ἤθελα νὰ ὑπογραμμίσω ὅτι τὴν 29ην Μαΐου 1453 δὲν ἔχουμε πτώση τοῦ Βυζαντίου, ἀλλὰ πτώση τῆς Κωνσταντινουπόλεως τῆς Νέας Ρώμης....

Αὐτὸ εἶναι σημαντικό, γιατί δὲν ὑπῆρξε ποτὲ Βυζαντινὸ Κράτος, πρᾶγμα τὸ ὁποῖο ὀνομάσθηκε μόλις τὸ 1562 ἀπὸ τὸν Ἱερώνυμο Βόλφ, ἀλλὰ ὑπῆρξε Ρωμαϊκὸ Κράτος.
Γνωρίζω ἀπὸ πολλὲς μελέτες, κυρίως ἐδῶ στὴν Ἑλλάδα ὀφείλουμε χάριτας στὸν ἀείμνηστο Καθηγητὴ π. Ἰωάννη Ρωμανίδη καὶ τὸν Καθηγητὴ π. Γεώργιο Μεταλληνὸ καθὼς ἐπίσης καὶ σὲ ἄλλους ἐπιστήμονες, ὅτι τὸ ὄνομα Βυζάντιο καὶ Βυζαντινὸ Κράτος δόθηκε ἕναν αἰῶνα μετὰ τὴν πτώση τῆς Αὐτοκρατορίας καὶ τῆς πρωτεύουσάς της, τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Εἶναι γνωστὸν ὅτι ὁ Μ. Κωνσταντῖνος δὲν ἵδρυσε μιὰ καινούρια Αὐτοκρατορία, ἀλλὰ ἁπλῶς μετέφερε τὴν πρωτεύουσα τῆς Αὐτοκρατορίας ἀπὸ τὴν Ρώμη στὴν ἀρχαία πόλη Βυζάντιο, ποὺ τὴν ἄλλαξε καὶ τὴν ὀνόμασε Νέα Ρώμη καὶ ἀργότερα ἔλαβε τὴν ὀνομασία Κωνσταντινούπολη λόγω τοῦ ἰδρυτοῦ της. Μεταφέρθηκε ἡ πρωτεύουσα, ὅπως ἐδῶ, ὅταν δημιουργήθηκε τὸ Ἑλληνικὸ Κράτος, ἡ πρώτη πρωτεύουσα ἦταν τὸ Ναύπλιο καὶ στὴν συνέχεια ἡ πρωτεύουσα μεταφέρθηκε στὴν Ἀθῆνα.

Πέρα ἀπὸ ὅσα λέγονται ἀπὸ τοὺς προαναφερθέντας Καθηγητᾶς, θὰ ἤθελα νὰ ἀναφέρω ἕνα πρόσφατο βιβλίο τοῦ Βυζαντινολόγου Καθηγητοῦ τῆς Ὀξφόρδης ἄιιil Μηnηῆ μὲ τίτλο «Βυζάντιο, ἡ αὐτοκρατορία τῆς Νέας Ρώμης», ὅπου μεταξὺ τῶν ἄλλων γράφει: «ὅσο γιὰ τὸ ἐπίθετο "βυζαντινὸς" μποροῦν νὰ διατυπωθοῦν (καὶ ἔχουν διατυπωθεῖ) σοβαρὲς ἀντιρρήσεις γιὰ τὴν καταλληλότητά του. Ἐπειδὴ ὅμως, ἔτσι καὶ ἀλλιῶς, ὁ ὅρος ἔχει ἐπικρατήσει θὰ ἦταν ἔνδειξη σχολαστικισμοῦ νὰ τὸν ἀπορρίψουμε, ἐφ’ ὅσον συμφωνοῦμε πὼς ἡ χρήση τοῦ εἶναι ἁπλῶς συμβατική. Στὴν πραγματικότητα φυσικὰ δὲν ὑπῆρξε ποτὲ μιὰ "βυζαντινὴ αὐτοκρατορία". Ὑπῆρξε ἕνα ρωμαϊκὸ κράτος μὲ κέντρο τὴν Κωνσταντινούπολη. Οἱ κάτοικοί του ὀνόμαζαν τοὺς ἑαυτοὺς τοὺς "Ρωμαίους" ἢ ἁπλῶς "χριστιανούς", καὶ τὴν πατρίδα τοὺς "Ρωμανία"».

Βέβαια, ὅπως εἶναι γνωστόν, τὶς παραμονὲς τῆς πτώσεως ἡ Ρωμανία-Βυζάντιο δὲν ἦταν ἡ παλαιὰ μεγάλη Αὐτοκρατορία, ἀλλὰ μόνο ἡ πόλη τῆς Κωνσταντινούπολης μὲ τὴν περιφέρειά της, μὲ λίγους κατοίκους καὶ μαχητές, ἀφοῦ ὅλη ἡ Μικρὰ Ἀσία, καθὼς ἐπίσης καὶ ἡ Ἀνατολικὴ Θρᾴκη εἶχαν κατακυριευθῆ ἀπὸ τοὺς Ὀθωμανούς. Ἕναν αἰῶνα πρίν, ἤτοι ἀπὸ τὴν 2 Μαρτίου τοῦ 1345, γιὰ πρώτη φορὰ οἱ Ὀθωμανοὶ πάτησαν τὸ πόδι τους στὴν Καλλίπολη τῆς Θρᾴκης.


2. Ημέρα ἀποφρὰς καὶ ἔνδοξη

Ἡ πτώση τῆς Κωνσταντινουπόλεως παρέμεινε μέσα στὸν θρῦλο καὶ τὶς παραδόσεις μας καὶ μάλιστα ἡ 29η Μαΐου θεωρεῖται ἀποφρὰς ἡμέρα. Πρόκειται γιὰ ἕνα ἀπὸ τὰ τραγικότερα γεγονότα τῆς ἱστορίας μας. Ἡ 29η Μαΐου εἶναι πράγματι τὸ μεταίχμιο μεταξύ της ἔνδοξης Ρωμηοσύνης καὶ τῆς πονεμένης Ρωμηοσύνης. Ἡ Ρωμηοσύνη ἔζησε καὶ μετὰ τὴν πτώση τῆς Ρωμανίας, ἀλλὰ μὲ διαφορετικὴ μορφή. Δὲν γνωρίζει κανεὶς πιὰ μορφὴ εἶναι ἡ καλύτερη.
Τὸ γεγονὸς εἶναι ὅτι ἡ Ρωμαϊκὴ Αὐτοκρατορία δημούργησε ἕναν πολιτισμό, ὁ ὁποῖος μεγαλούργησε, ἰδιαιτέρως ὅσο ἡ Αὐτοκρατορία αὐτὴ ὁδηγεῖτο πρὸς τὸ τέλος της ἢ καλύτερα τὴν τελείωσή της, καὶ αὐτὸς ὁ πολιτισμὸς παρέμεινε καὶ μετὰ τὴν πτώση τῆς μέχρι σήμερα. Μέχρι τὴν πτώση τῆς Κωνσταντινουπόλεως λειτουργοῦσε ἡ καταφατικὴ διάσταση τῆς Ρωμηοσύνης, ἐνῷ μετὰ τὴν πτώση τῆς λειτουργοῦσε καὶ μεγαλούργησε ἡ ἀποφατικὴ διάσταση τῆς Ρωμηοσύνης, ἀφοῦ παρὰ τὶς δυσκολίες ἀνέδειξε τοὺς νεομάρτυρας, οἱ ὁποῖοι κατὰ τὸν ἅγιο Νικόδημο τὸν Ἁγιορείτη ἀνανέωσαν τὸ μαρτυρολόγιο, δηλαδὴ τὸ μαρτυρικὸ πνεῦμα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.
Μπορεῖ νὰ ὑπογραμμισθῆ ὅτι μέχρι τὸ 1453 ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀνέδειξε τὸ ὁμολογιακό της πνεῦμα, ἀφοῦ κατοχύρωσε τὴν ὀρθόδοξη διδασκαλία, καθὼς ἐπίσης κατοχύρωσε τὸ μαρτυρικὸ καὶ ἡσυχαστικό της πνεῦμα. Μάλιστα δέ, ὅπως ἔχει παρατηρηθῆ, ὁ ἡσυχασμός, ποὺ ἀποτελεῖ τὴν πεμπτουσία τῆς ὀρθοδόξου διδασκαλίας, ἀναπτύχθηκε ἀκόμη περισσότερο πρὸς τὸ τέλος τῆς Αὐτοκρατορίας καὶ ἦταν ἐκεῖνος ποὺ διαφύλαξε τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ζωντανὴ καὶ δυναμικὴ κατὰ τὴν Τουρκοκρατία καὶ αὐτὴ ἐνεψύχωσε ὅλο τὸ ὑπόδουλο γένος καὶ ἀνέδειξε, ὅπως ἐλέχθη προηγουμένως, τοὺς μάρτυρας καὶ ὁμολογητᾶς τῆς πίστεως.
Ὁ ἀείμνηστος π. Ἰωάννης Ρωμανίδης, τοῦ ὁποίου ἡ ἀγάπη γιὰ τὴν Ρωμαϊκὴ Αὐτοκρατορία, τὸ λεγόμενο Βυζάντιο, εἶναι δεδομένη, ἀναφερόμενος στὴν πτώση τῆς Κωνσταντινουπόλεως καὶ μάλιστα ἀντιμετωπίζοντας τὴν κατηγορία μερικῶν ὅτι στὴν πτώση συνετέλεσαν οἱ μοναχοί, εἶπε σὲ προφορική του ὁμιλία ὅτι «ἄλλο εἶναι ἡ ἰατρικὴ ἐπιστήμη καὶ ἄλλο ἡ πολιτική, ἡ μία δὲν ἔχει σχέση μὲ τὴν ἄλλη. Βέβαια, οἱ ἰατροὶ (δηλαδὴ οἱ Κληρικοὶ καὶ μοναχοὶ) εἶχαν πέσει μὲ τὰ μοῦτρα νὰ σωθῆ ἡ Αὐτοκρατορία, ἀλλὰ εἶχε φθάσει ἡ Αὐτοκρατορία σὲ τέτοιο σημεῖο, ποὺ δὲν ἐσώζετο. Ἀλλὰ ὅμως ἡ ἰατρικὴ ἐπιστήμη σώθηκε. Καὶ διατηρήθηκε ὅλα τὰ χρόνια της Τουρκοκρατίας».
Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἡ ὀρθόδοξη πίστη ποὺ ἦταν ἡ βάση τοῦ Βυζαντίου εἶναι ἡ ἐπιστήμη τῆς θεραπείας τοῦ ἀνθρώπου. Αὐτὴ ἡ πίστη ποὺ ἔχει θεραπευτικὰ ἀποτελέσματα εἶχε γίνει ἡ κυρία πολιτικὴ τῆς Αὐτοκρατορίας. Ὅμως, ὅταν χάθηκε ἡ πολιτικὴ αὐτὴ δὲν χάθηκε καὶ ἡ θεραπεία. Ἔτσι, ὅπως ἀλλοῦ ἔλεγε ὁ ἀείμνηστος π. Ἰωάννης, ἡ 29η Μαΐου εἶναι ἡμέρα ἀποφράς, διότι καταλύθηκε ἡ ἐναπομείνασα Αὐτοκρατορία, ἀλλὰ ὅμως μπορεῖ νὰ θεωρηθῆ καὶ ὡς ἡμέρα τῆς Ὀρθοδοξίας, διότι ἡ ὀρθόδοξη πίστη ἀπαλλάχθηκε ἀπὸ τὶς ἐκκοσμικευμένες προσμίξεις της καὶ διατήρησε τὴν ἡσυχαστικὴ παράδοση.
Ὅσα θὰ ἀκολουθήσουν μποροῦν νὰ μᾶς διαφωτίσουν ὡς πρὸς τὸ σημεῖο αὐτό.


3. Τά αἴτια τῆς πτώσεως τῆς Πόλης

Ὑπάρχει ἕνα λαμπρὸ ἔργο τοῦ διαπρεποῦς Βυζαντινολόγου Στῆβεν Ράνσιμαν μὲ τίτλο «ἡ ἅλωση τῆς Κωνσταντινουπόλεως», στὸ ὁποῖο μπορεῖ κανεὶς νὰ βρῆ πολλὰ στοιχεῖα ἀπαραίτητα γιὰ τὴν κατανόηση τόσο τῶν αἰτίων ποὺ ὁδήγησαν στὴν πτώση τῆς Βασιλευούσης, ὅσο καὶ τῶν περιστατικῶν καὶ γεγονότων ποὺ προηγήθηκαν τῆς ἁλώσεως, ποὺ ἔγιναν κατὰ τὴν διάρκειά της καὶ ἀκολούθησαν μετὰ ἀπὸ αὐτήν. Θὰ δοῦμε τὰ βασικότερα ἀπὸ αὐτά, γιατί ἔτσι θὰ κατανοήσουμε τὰ σημαντικὰ αὐτὰ γεγονότα.
Δύο ἦταν τὰ βασικὰ αἴτια τῆς πτώσεως τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Τὸ πρῶτο αἴτιο ἦταν τὰ ὅσα ἔγιναν κατὰ τὴν Δ' Σταυροφορία τὸ 1204, ἡ ὁποία κατέλυσε τὴν ἀνατολικὴ Ρωμαϊκὴ Αὐτοκρατορία, ἡ ὁποία λειτουργοῦσε ὡς ὑπερεθνικὸ Κράτος. Μετὰ τὴν κατάλυση τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ἀπὸ τοὺς δυτικοὺς σταυροφόρους, ἔφυγε ἡ πολιτικὴ καὶ ἐκκλησιαστικὴ ἡγεσία, ἡ πόλη λεηλατήθηκε καὶ δὲν μπόρεσε ἀπὸ τότε νὰ ἀποκτήση τὴν παλαιά της αἴγλη. Τὰ τμήματα τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας χωρίσθηκαν σὲ φέουδα καὶ ἐδόθησαν σὲ διαφόρους Φράγκους Ἡγεμόνας. Παράλληλα ἐδημιουργήθηκαν τρία μεγάλα Κέντρα, ὅπως ἡ Αὐτοκρατορία τῆς Νικαίας, ἡ Αὐτοκρατορία τῆς Τραπεζούντας καὶ τὸ Δεσποτάτο τῆς Ἠπείρου. Ἀλλὰ καὶ μετὰ τὴν ἐπανάκτηση τῆς Κωνσταντινουπόλεως, μετὰ ἀπὸ μισὸ αἰῶνα, ἡ Αὐτοκρατορία δὲν ἦταν ὅπως παλαιά, «δὲν ἦταν πιὰ ἡ κυριαρχοῦσα δύναμη στὴν χριστιανικὴ ἀνατολή». Αὐτὴ ἡ ἀποδυνάμωση τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας μετὰ τὴν Δ' Σταυροφορία ἐπέτρεψε στοὺς Σελτζούκους νὰ ἐπεκτείνουν τὰ ἐδάφη τους. Μετὰ τὴν ἐπανάκτησή της τὸ 1261 ἡ Αὐτοκρατορία εἶχε μεγάλα προβλήματα, ἀντιμετώπιζε μεγάλες ἀπειλὲς τόσο ἀπὸ τὰ Βαλκανικὰ Κράτη, τοὺς Σέρβους, ὅσο καὶ ἀπὸ τοὺς δυτικούς.
Ὁ Ἄγγλος ἱστορικὸς ἐηίnbήὴ ἰσχυρίζεται ὅτι ἡ κατάληψη τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀπὸ τοὺς Βενετοὺς καὶ τοὺς Φράγκους τὸ 1204 καὶ ἡ ἐγκατάσταση στὴν Βασιλεύουσα ἑνὸς Φράγκου Αὐτοκράτορα ἦταν τὸ κορυφαῖο γεγονὸς τῆς κατάρρευσης τοῦ βυζαντινοῦ κόσμου. Μάλιστα τὸ 1204 «ἦταν ἡ πρώτη φορὰ ποὺ ἡ Κωνσταντινούπολη ἔπεφτε στὰ χέρια ἐχθρῶν ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τῶν ἐγκαινίων τῆς τὸ 330 μ.Χ.». Καὶ παρατηρεῖ εὔστοχα: «ὁ συγκλονισμὸς τοῦ 1204 ἦταν ἑπομένως μεγαλύτερος ἀπὸ ἐκεῖνον τοῦ 1453, ὅταν ἡ Πόλη ἔπεσε γιὰ δεύτερη φορά. Τὴ φορὰ αὐτὴ ἡ καταστροφὴ εἶχε ἕνα προηγούμενο καὶ δὲν ἦλθε ὡς ἔκπληξη. Τὸ 1453 ἡ Κωνσταντινούπολη βρισκόταν ἤδη περικυκλωμένη καὶ πολιορκημένη ἐπὶ ἕνα αἰῶνα, στὴν διάρκεια τοῦ ὁποίου ὁ βρόγχος σφιγγόταν ὅλο καὶ πιὸ δυνατά».
Τὸ δεύτερο αἴτιο τῆς πτώσεως τῆς Κωνσταντινουπόλεως ποὺ συνδέεται μὲ τὸ προηγούμενο, ἦταν τὸ μῖσος τῶν Φράγκων ἔναντί της Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας. Τὸ μῖσος αὐτὸ ἐκδηλώθηκε ἀκόμη ἀπὸ τὴν Ζ' Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ἡ ὁποία θέσπισε τὴν προσκύνηση τῶν ἱερῶν εἰκόνων καὶ συνεχίσθηκε ἀργότερα. Ἡ πολιτικὴ τῶν Φράγκων συνδέθηκε μὲ μιὰ θεολογία ποὺ ἦταν ἀντίθετη μὲ τὴν θεολογία τῆς ὀρθοδόξου Ἀνατολῆς. Τὸ σχίσμα μεταξὺ τῶν Ἐκκλησιῶν, στὴν πραγματικότητα ἡ ἀπόσχιση τῆς Παλαιᾶς Ρώμης ἀπὸ τὴν Νέα Ρώμη, ὅταν ἡ Παλαιὰ Ρώμη καταλήφθηκε ἀπὸ τοὺς Φράγκους, αὔξησε τὸ χάσμα μεταξὺ τῶν δύο τμημάτων τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας. Αὐτὸ τὸ χάσμα ὄχι μόνον δὲν μπόρεσαν νὰ γεφυρώσουν οἱ προσπάθειες γιὰ τὴν ἕνωση τῶν Ἐκκλησιῶν, ἀλλὰ τὸ αὔξησαν ἀκόμη περισσότερο.
Εἶναι χαρακτηριστικὸ ὅτι οἱ Ἀνατολικοί, ὑπὸ τὴν πίεση τῶν ἐπεκτάσεων τῶν Ὀθωμανῶν, θέλησαν νὰ ἐπιτύχουν τὴν ἕνωση μὲ τὴν δυτικὴ Ἐκκλησία, καὶ αὐτὸ ἔγινε παρὰ τὴν διαφωνία τοῦ ἁγίου Μάρκου τοῦ Εὐγενικοῦ, Μητροπολίτου Ἐφέσου, στὴν Σύνοδο τῆς Φερράρας-Φλωρεντίας τὸ 1438-1439. Παρὰ τὴν ἕνωση, ὅμως, οἱ δυτικοὶ δὲν βοήθησαν καὶ δὲν μποροῦσαν νὰ βοηθήσουν τὴν Κωνσταντινούπολη. Φαίνεται, ὅμως, ὄχι μόνον δὲν μποροῦσαν νὰ συνδράμουν, ἀλλὰ καὶ δὲν ἤθελαν. Ὁ Στῆβεν Ράνσιμαν παραθέτει πλεῖστα παραδείγματα ἀπὸ τοὺς ἐκκλησιαστικοὺς καὶ πολιτικοὺς ἡγέτες τῆς Δύσεως, στὰ ὁποῖα φαίνεται καθαρὰ ὅτι δὲν εἶχαν τὴν δυνατότητα καὶ τὴν βούληση νὰ βοηθήσουν οἰκονομικὰ καὶ στρατιωτικά. Παρὰ τὴν ἕνωση καὶ τὴν ἄρνησή τους νὰ βοηθήσουν, ἐν τούτοις μερικοὶ Ἐνετοὶ καὶ Γενουάτες ἦρθαν αὐθόρμητα ἀπὸ τὴν Ἰταλία γιὰ νὰ πολεμήσουν ἐναντίον τῶν Ὀθωμανῶν. Καὶ τελικὰ οἱ Ἐνετοὶ καὶ οἱ Γενουάτες συμμετεῖχαν κατὰ τὴν ἀντίσταση στὴν πολιορκία, ἂν καὶ ὑπῆρχαν μεταξύ τους πολλὲς διαφορές, καὶ μάλιστα οἱ Γενουάτες ἀπεχώρησαν τὴν τελευταία στιγμὴ ἀπὸ τὸν ἀγῶνα.
Στὸ σημεῖο αὐτὸ πρέπει νὰ σημειωθῆ ὅτι τὶς παραμονὲς τῆς πτώσεως τῆς Κωνσταντινουπόλεως ὑπῆρχαν τρεῖς τάσεις, ποὺ ἦταν ἔκφραση τῶν τριῶν ἰδεολογικῶν ρευμάτων ποὺ εἶχαν ἀναπτυχθῆ τὸν τελευταῖο αἰῶνα στὴν Αὐτοκρατορία. Εἶναι γνωστὸν ὅτι στὴν Σύνοδο τῆς Φερράρας-Φλωρεντίας συμμετεῖχε ὅ,τι ἐκλεκτότερο εἶχε νὰ παρουσιάση τὴν ἐποχὴ ἐκείνη ἡ Ρωμαϊκὴ Ὀρθοδοξία. Τρεῖς ἀπὸ αὐτοὺς ἦταν ἐκπρόσωποι αὐτῶν τῶν τάσεων. Ὁ ἕνας ἦταν ὁ Γεννάδιος Σχολάριος, ὁ ὁποῖος μετὰ τὴν πτώση τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἔγινε ὁ πρῶτος Πατριάρχης τοῦ ὑποδούλου Γένους. Ὁ Γεννάδιος ἔβλεπε ὡς μεγαλύτερο τὸν κίνδυνο ποὺ προερχόταν ἀπὸ τὴν Δύση, μὲ τὴν ἀλλοίωση τῆς ὀρθοδόξου πίστεως καὶ τὴν ὑποδούλωση τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας στὸν Πάπα. Ὁ δεύτερος ἐκπρόσωπος μιᾶς ἄλλης τάσεως ἦταν ὁ Βησσαρίων, Ἐπίσκοπος Νικαίας, ὁ ὁποῖος πίστευε ὅτι ἔπρεπε νὰ γίνη ἡ ἕνωση τῶν Ἐκκλησιῶν, ὥστε διὰ τοῦ τρόπου αὐτοῦ νὰ σταλῆ βοήθεια ἀπὸ τὴν Δύση, καὶ νὰ διατηρηθῆ ἐλεύθερη ἡ Κωνσταντινούπολη. Καὶ ὁ τρίτος ἐκπρόσωπος τῶν τάσεων αὐτῶν ἦταν ὁ Γεώργιος Γεμιστὸς Πλήθων, ὁ ὁποῖος πρότεινε τὴν ἀναδιοργάνωση τοῦ Κράτους σύμφωνα μὲ τὴν πλατωνικὴ φιλοσοφία, καὶ γενικὰ τὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ παράδοση. Ὁ ἴδιος ἔκανε ὑποδείξεις γιὰ διάφορα κοινωνικὰ οἰκονομικὰ καὶ στρατιωτικὰ ζητήματα, τὰ ὁποῖα ἐν πολλοῖς ἦταν ἀνεφάρμοστα. Ἀκόμη καὶ τὸν Χριστιανικὸ Θεὸ ὀνόμαζε Δία.
Ἀπὸ τὶς τρεῖς αὐτὲς τάσεις ἀποδείχθηκε ὅτι ἡ πιὸ ρεαλιστικὴ ἐκπροσωπεῖτο ἀπὸ τὸν Γεννάδιο Σχολάριο. Καὶ αὐτό, γιατί οἱ ἀπόψεις τοῦ Γεωργίου-Γεμιστοῦ Πλήθωνος δὲν μποροῦσαν νὰ ἐφαρμοσθοῦν, ἦταν ἰδεαλιστικὲς καὶ οὐτοπιστικές, οἱ δὲ ἀπόψεις τοῦ Βησσαρίωνος ἦταν ἀνεφάρμοστες. Ἄλλωστε ὁ Βησσαρίων τὶς παραμονὲς τῆς πτώσεως τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ἤτοι μετὰ τὴν Σύνοδο τῆς Φερράρας-Φλωρεντίας, ἔφυγε ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη καὶ πῆγε στὴν Δύση, προσεχώρησε στὴν λατινικὴ Ἐκκλησία, ἔγινε Καρδινάλιος καὶ παρ’ ὀλίγον νὰ ἐκλεγῆ καὶ Πάπας, ἀλλὰ τελικὰ δὲν μπόρεσε, παρὰ τὶς προσπάθειές του, νὰ παρακινήση τοὺς δυτικοὺς νὰ σπεύσουν σὲ βοήθεια τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Μιὰ ἐλάχιστη βοήθεια ποὺ ἦλθε δὲν μπόρεσε οὐσιαστικὰ νὰ βοηθήση. Ὁ Βησσαρίων ἀγωνίσθηκε γιὰ νὰ προσελκύση τὸ ἐνδιαφέρον τῶν Παπικῶν γιὰ νὰ περισωθῆ ἡ ἀνεξαρτησία τοῦ Γένους, ἀλλὰ καὶ νὰ συγκροτηθοῦν σταυροφορίες τῶν ἡγεμόνων τῆς Δύσεως ἐναντίον τῶν Τούρκων. Στὸ συνέδριο τῆς Μάντουας (1459) καὶ στὴν συγκέντρωση στὴν Ἀγκῶνα (1464) φάνηκε ὅτι θὰ μποροῦσε νὰ πραγματοποιηθῆ σταυροφορία, ἀλλὰ λόγω τῶν ἐρίδων μεταξὺ τῶν ἡγεμόνων τελικὰ οἱ Εὐρωπαῖοι ἡγεμόνες ἔδειξαν ἀπροθυμία. Ὁ Βησσαρίων, ὡς παπικὸς ἀντιπρόσωπος, ταξίδευσε στὴν Νεάπολη, τὴν Βενετία, τὴν Οὐγγαρία καὶ τὴν Γερμανία προκειμένου νὰ ὁμονοήσουν οἱ πολιτικοὶ ἡγέτες καὶ νὰ ἀναλάβουν ἱερὸ πόλεμο ἐναντίον τῶν Τούρκων. Ἐνῷ ἦταν γέρων στὴν ἡλικία, μετέβη στὴν Γαλλία τὸ ἔτος 1472, ἀλλὰ καὶ ὁ Βασιλιὰς Λουδοβίκος ΙΑ' δὲν ἔδειξε προθυμία γιὰ τὸ ἔργο αὐτό. Ὅταν ἐπέστρεψε στὴν Ρώμη ἀπὸ τὴν Γαλλία καὶ ἐνῷ βρισκόταν στὴν Ραβέννα, πέθανε τὴν 18η Νοεμβρίου 1472, εἴκοσι χρόνια μετὰ τὴν πτώση τῆς Κωνσταντινουπόλεως, χωρὶς νὰ ἐπιτύχη ἀπολύτως τίποτε. Ἔτσι, ἡ ἐλπίδα του νὰ βρῆ οὐσιαστικὴ βοήθεια ἀπὸ τὴν Δύση γιὰ τὴν διάσωση τῆς Κωνσταντινουπόλεως καὶ τὴν ἐκδίωξη τῶν Τούρκων ἀπέβη ἄκαρπη, παρὰ τὸ ὅτι ἀναγνωριζόταν ὡς μεγάλη φυσιογνωμία καὶ μάλιστα ἐγκατέλειψε τὴν ὀρθόδοξη πίστη του καὶ ἔγινε παπικός.
Ὅμως ἡ ὁμάδα τοῦ Γενναδίου Σχολαρίου εἶχε πιὸ ρεαλιστικὲς ἀπόψεις, ἀφοῦ πίστευε ὅτι τὸ Βυζάντιο, ποὺ ἦταν ἕνα ἀπομεινάρι τῆς παλαιᾶς δόξας, οὕτως ἢ ἄλλως θὰ καταδικαζόταν, ἀλλὰ ἔπρεπε νὰ γίνη προσπάθεια νὰ διατηρηθῆ ἡ ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας. Διότι μὲ τὴν ἀλλοίωση τῆς πίστεως καὶ τὴν ἕνωση μὲ τὴν Δυτικὴ Ἐκκλησία, ὑπῆρχε σοβαρὸς κίνδυνος νὰ στοιχίση στὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη πάνω ἀπὸ τὰ τρία τέταρτα τῶν Ἐπισκόπων του. Ὁ Στῆβεν Ράνσιμαν μὲ ἐρωτηματικὸ τρόπο διατυπώνει ὡς ἑξῆς τὴν ἄποψη αὐτή: «Ἡ ἑλληνικὴ ἀκεραιότητα θὰ μποροῦσε νὰ διατηρηθεῖ καλύτερα ἀπὸ ἕναν ἑνωμένο λαὸ κάτω ἀπὸ μουσουλμανικὴ κυριαρχία παρὰ ἀπὸ ἕνα κομμάτι κολλημένο στὸ κράσπεδο τοῦ δυτικοῦ κόσμου;». Καὶ σημειώνει: «Ἡ παρατήρηση ποὺ ἀποδίδεται ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς του στὸν τελευταῖο μέγα Πρωτονοτάριο τοῦ Βυζαντίου Λουκᾶ Νοταρᾶ ὅτι εἶπε: "Καλύτερα τὸ σαρίκι τοῦ σουλτάνου παρὰ τὸ καπέλο τοῦ καρδιναλίου", δὲν ἦταν τόσο σκανδαλώδης ὅσο φαίνεται ἐκ πρώτης ὄψεως».
Ὁ μεγάλος Ἄγγλος ἱστορικὸς ἐηίnbήὴ γράφει ὅτι στὶς παραμονὲς τῆς Ἁλώσεως τῆς Κωνσταντινουπόλεως λεγόταν ὅτι ὁ Μέγας Δοῦκας Λουκᾶς Νοταρᾶς ἀνεφώνησε: «κρειττότερον ἐστιν εἰδέναι ἐν μέσῃ τὴ πόλει τὸ φακιόλιον βασιλεῦον Τούρκων ἢ καλύπτραν Λατινικήν». Ὅμως αὐτὸ τὸ ἐνέταξε ὁ ἐηίnbήὴ μέσα στὴν ὅλη προοπτική της ἀντιπάθειας τῶν Κωνσταντινουπολιτῶν ἀπέναντι στὴν ἐπιθετικότητα τῶν Δυτικῶν Χριστιανῶν. Εἶχαν προηγηθῆ τὰ γεγονότα τῆς ἁλώσεως καὶ λεηλατήσεως τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀπὸ τοὺς Φράγκους καὶ ὅλες οἱ ἐπιθετικὲς ἐνέργειες τῶν Παπῶν γιὰ νὰ ἀφομοιώσουν τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Γράφει ὁ ἐηίnbήὴ ὅτι οἱ Ἕλληνες ἔβλεπαν ὡς ἀκατανόητη τὴν «θριαμβευτικὴ ἐπίθεση τῆς Δύσης». Ἀντίθετα «ἡ ἐπίθεση τῶν μουσουλμάνων γειτόνων τῶν Ἑλλήνων στὴν Ἀνατολὴ προκάλεσε λιγότερες ἑλληνικὲς δυσαρέσκειες, ἐπειδὴ δὲν ἐπέφερε στοὺς Ἕλληνες τόσο μεγάλο συγκλονισμό... οἱ Ἕλληνες μποροῦσαν νὰ συμφιλιωθοῦν εὐκολότερα μὲ τὴν προοπτικὴ νὰ κατακτηθοῦν ἀπὸ τοὺς Σελτζούκους καὶ Ὀθωμανοὺς κληρονόμους τῶν Ἀράβων παρὰ νὰ κυριαρχηθοῦν ἀπὸ τοὺς τυχάρπαστους δυτικούς».
Αὐτὴ ἦταν ἡ γενικὴ αἴσθηση τῶν Ρωμηῶν. Γι’ αὐτὸ «ἡ ἀδελφή του Αὐτοκράτορα Μιχαὴλ Ἡ' λέγεται πὼς εἶχε ἀναφωνήσει τὸ 1275», ὕστερα ἀπὸ τὶς προσπάθειες ποὺ ἔγιναν γιὰ νὰ ὑποταχθῆ ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία στὸν Παπικὸ θρόνο: «Καλύτερα νὰ καταστραφεῖ ἡ αὐτοκρατορία τοῦ ἀδελφοῦ μου, παρὰ ἡ καθαρότητα τῆς ὀρθόδοξης πίστης».
Ἐπίσης, τὸ «λαϊκὸ αἴσθημα τῆς ἴδιας ἐποχῆς ἦταν κράττον ἐμπεσεῖν εἰς χεῖρας Τούρκων ἢ Φράγκων». Καὶ ὅπως λέγει ὁ ἐηίnbήή, ἐπικαλούμενος τὴν ἱστορικὴ ἀνάλυση τοῦ ἀvήίὶ ἅ. «τὴν ἴδια προτίμηση εἶχε ἐκφράσει ὁ Πατριάρχης Μιχαὴλ Γ', ποὺ κατεῖχε τὸ ἀξίωμα αὐτὸ στὴ διάρκεια τῶν ἐτῶν 1170-1178, ἕναν αἰῶνα προτοῦ κὰν τεθεῖ τὸ ζήτημα νὰ ἐξαγοραστεῖ ἡ δυτικὴ στρατιωτικὴ βοήθεια μὲ τίμημα τὴν ὑποταγὴ τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας στὸ ἐκκλησιαστικὸ πρωτεῖον τοῦ Πάπα».
Ἑπομένως, ἡ ἄποψη ὅτι συμφέρει τὴν Ρωμηοσύνη ἡ ὑποδούλωσή της στοὺς Ὀθωμανοὺς παρὰ στοὺς Φράγκους, κυριαρχοῦσε ἀπὸ τὸν 12 αἰῶνα, ἦταν μιὰ γενικὴ ἀπαίτηση τοῦ λαοῦ καὶ εἶχε σχέση μὲ τὶς βαρβαρικὲς ἐπιθέσεις τῆς Δύσεως ἐναντίον τῆς Ἀνατολῆς καὶ κυρίως τῶν Φράγκων ἐναντίον τῶν Ρωμηῶν.
Αὐτὸς ὁ ἱστορικὸς συμβιβασμός, ὅταν τὸν ἐπέβαλαν οἱ ἱστορικὲς περιστάσεις, χωρὶς νὰ τὸ ἐπιδιώκουν οἱ Ρωμηοί, δικαιώθηκε πλήρως ἀπὸ τὴν ἱστορία. Γι’ αὐτὸ ὅταν ὁ Γεννάδιος Σχολάριος ἔγινε ὁ πρῶτος Πατριάρχης τοῦ Γένους, «ποὺ τελικὰ ἔκανε τὴν ἐκλογὴ τοῦ Νοταρᾶ, κατανόησε τὰ συμφέροντα τῶν συμπατριωτῶν τοῦ καλύτερα ἀπὸ τὸν Βησσαρίωνα». Καὶ μάλιστα κατὰ τὸν Wηήdhήίιὴ ὅταν ὁ Γεννάδιος Σχολάριος τέθηκε ἐπικεφαλῆς τοῦ νεοδημιουργημένου Rὶm Millήιi «ἡ ἀκεραιότητα τῆς Ἐκκλησίας διατηρήθηκε, καί, μαζὶ μὲ αὐτήν, ἡ ἀκεραιότητα τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ».
Τὸ γεγονὸς εἶναι ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μὲ τὴν ἑνότητά της καὶ μὲ τὴν ἡσυχαστική της θεολογία διατήρησε γιὰ τετρακόσια χρόνια σκλαβιᾶς τὸ δοῦλο γένος, τόσο στὴν πίστη ὅσο καὶ στὴν ἑλληνικότητά του, καὶ τὸ προετοίμασε γιὰ τὴν Ἐπανάσταση τοῦ 1821, ἐνῷ ὁ ἑλληνορθόδοξος πληθυσμὸς τῆς Κάτω Ἰταλίας καὶ κυρίως τῆς Σικελίας, τῆς λεγομένης Μεγάλης Ἑλλάδος, ἔχασε καὶ τὴν Ὀρθοδοξία καὶ τὴν ἑλληνικότητα. Ἔτσι, παρὰ τὰ τραύματα τῆς δουλείας, δικαιώθηκε ἡ ἄποψη τοῦ ἁγίου Μάρκου τοῦ Εὐγενικοῦ καὶ τοῦ Γενναδίου Σχολαρίου.

4. Η πολιορκία καὶ ἡ πτώση

Οἱ περιγραφὲς τῆς πολιορκίας εἶναι φοβερές. Οἱ μάχιμοι στὴν πόλη δὲν ἦταν πολλοί. Ὁ ἀριθμὸς τῶν μαχητὼν τῶν δύο στρατοπέδων ἦταν ἄνισος. Ὁ Αὐτοκράτωρ Κωνσταντῖνος Παλαιολόγος κάλεσε τὸν γραμματέα τοῦ Φραντζῆ νὰ τοῦ κάνει ἀπογραφὴ τῶν ἀνδρῶν μέσα στὴν πόλη ποὺ μποροῦσαν νὰ φέρουν ὄπλα. Ὁ Φραντζὴς βρῆκε ὅτι «ὑπῆρχαν μόνο τέσσερις χιλιάδες ἐνιακόσιες ὀγδόντα τρεῖς διαθέσιμοι Ἕλληνες καὶ λίγο κάτω ἀπὸ δύο χιλιάδες ξένοι. Ὁ Κωνσταντῖνος ἔμεινε κατάπληκτος ἀπὸ τοὺς ἀριθμοὺς καὶ εἶπε στὸν Φραντζὴ νὰ μὴν τοὺς δημοσιεύσει». Ὁ στρατὸς τῶν Ὀθωμανῶν ἀποτελεῖτο ἀπὸ ὀγδόντα περίπου χιλιάδες ἄνδρες καὶ ὀρδὲς ἀτάκτων.
Ἡ ἀνδρεία τῶν πολιορκουμένων ἦταν πολὺ μεγάλη. Ὁ Αὐτοκράτορας πολεμοῦσε ὡς ἁπλὸς στρατιώτης. Φαίνεται ὅμως ὅτι οἱ Γενουάτες ἔδειχναν μιὰ οὐδετερότητα σὲ κρίσιμες στιγμὲς τοῦ ἀγῶνος, ἀφοῦ ἐπεδίωκαν τὴν εἰρήνη καὶ τὴν συμφωνία μὲ τὸν Σουλτάνο. Στὸν Αὐτοκράτορα Κωνσταντῖνο προτάθηκε νὰ φύγη ἀπὸ τὴν Πόλη, ἀλλὰ ἐκεῖνος ἀρνήθηκε. «Ἦταν τόσο κουρασμένος, ὥστε τὴν ὥρα ποὺ τοῦ μιλοῦσαν λιποθύμησε. Ὅταν συνῆλθε, τοὺς εἶπε καὶ πάλι ὅτι δὲν μποροῦσε νὰ ἐγκαταλείψει τὸν λαό του. Θὰ πέθαινε μαζί του».
Στὰ τείχη πολεμοῦσαν οἱ μαχητές, ἀλλὰ τοὺς βοηθοῦσε καὶ ὅλος ὁ λαός. Γυναῖκες, καὶ μοναχὲς «ἔσπευσαν στὰ τείχη νὰ βοηθήσουν γιὰ τὴ μεταφορὰ ὑλικῶν γιὰ τὴν ἐνίσχυση τῶν ὀχυρωμάτων, καὶ νὰ μεταφέρουν στάμνες μὲ νερό, γιὰ νὰ ξεδιψάσουν οἱ ἀμυνόμενοι».
Ἐκτὸς ἀπὸ τὸν ἠρωϊκὸ ἀγῶνα τῶν μαχητὼν ἀλλὰ καὶ τοῦ λαοῦ, ὁ Αὐτοκράτορας ἔδωσε ἐντολὴ νὰ γίνονται ἀκολουθίες, λιτανεῖες, προσευχὲς πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τὴν Παναγία. Ἦταν πολὺ συγκινητικὴ ἡ τελευταία λειτουργία ποὺ ἔγινε στὴν Ἁγία Σοφία, ὅπου ἔκλαιγαν καὶ ἀλληλοσυγχωρέθηκαν καὶ στὴν συνέχεια κοινώνησαν.
Ὁ ἱστορικὸς Βυζαντινολόγος ἔηιiliηv συνέλεξε λεπτομέρειες τῆς καταστάσεως ποὺ ἐπικρατοῦσε τὶς ἡμέρες ἐκεῖνες, καὶ τὶς παραμονὲς τῆς πτώσεως τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Γίνονταν θρησκευτικὲς τελετὲς καὶ λιτανεῖες καὶ ὅλος ὁ λαὸς ἔψαλε τὸ «Κύριε ἐλέησον». Ἀναφέρει δὲ τὸν τρόπο τῆς τελευταίας θείας Λειτουργίας ποὺ τελέσθηκε στὴν Ἁγία Σοφία, ὅπως τὸν περιγράφει ὁ ἄγγλος ἱστορικὸς ἅ. Ρήηιι: «Ἡ μεγάλη ἀκολουθία ἐκείνης τῆς βραδυᾶς, ἡ ὁποία πρέπει νὰ κατέχη ξεχωριστὴ θέσι στὴν ἱστορία, ἦτο ἡ τελευταία Χριστιανικὴ ἀκολουθία ποὺ ἔλαβε χώρα στὴν ἐκκλησία τῆς Ἁγίας Σοφίας... Ἡ ἱερὴ ἀκολουθία στὴν πραγματικότητα ἦταν μία ἐπιθανάτιος λειτουργία. Ἡ Αὐτοκρατορία ἀντιμετώπιζε τὴν ἀγωνία καὶ ἔπρεπε ἡ σχετικὴ μὲ τὸ πνεῦμα της, ποὺ ἔσβυνε, Ἀκολουθία νὰ γίνη δημοσία, στὴν πιὸ ὡραία της ἐκκλησία καὶ μπροστὰ στὸν τελευταῖο γενναῖο της Αὐτοκράτορα. Ἐὰν ἡ σκηνὴ τῆς στέψεως τοῦ Καρόλου τοῦ Μεγάλου καὶ τῆς δημιουργίας μιᾶς Αὐτοκρατορίας –τὴν ὁποία τόσον ζωντανὰ περιγράφει ὁ αἴιηη– ἀνήκει στὶς πιὸ γραφικές της ἱστορίας, ἡ σκηνὴ τῆς τελευταίας Λειτουργίας, ποὺ ἔγινε στὴν Ἁγία Σοφία, εἶναι ἀσφαλῶς ἀπὸ τὶς πιὸ τραγικές».
Μετὰ τὴν πτώση τῆς Κωνσταντινουπόλεως, τὸν θάνατο τοῦ τελευταίου Αὐτοκράτορα Κωνσταντίνου καὶ τὴν εἴσοδο τῶν Τούρκων στὴν Πόλη ἄρχισε ἡ σφαγή, ἡ λεηλασία, ἡ λαφυραγώγηση καὶ ὁ ἑξανδραπονδισμός. Ὁ Σουλτάνος Μωάμεθ ὁ Πορθητὴς ὑποσχέθηκε στοὺς στρατιῶτες του ὅτι θὰ ἔχουν τὸ δικαίωμα νὰ λαφυραγωγήσουν τὴν Πόλη γιὰ τρεῖς ἡμέρες. Πράγματι ἡ καταστροφὴ ἦταν πολὺ μεγάλη. «Τὰ ἰδιωτικὰ σπίτια λεηλατήθηκαν συστηματικὰ' κάθε τμῆμα λαφυραγωγῶν ἄφηνε μιὰ μικρὴ σημαία στὴν εἴσοδο γιὰ νὰ δείξει ὅτι τὸ σπίτι εἶχε λεηλατηθῆ ὁλοσχερῶς. Μαζὶ μὲ τὰ ὑπάρχοντά τους ἔπαιρναν καὶ τοὺς ἐνοίκους. Ὅποιος λιποθυμοῦσε ἢ ἔπεφτε ἀπὸ ἀδυναμία, σφαζόταν μαζὶ μὲ μερικὰ μικρὰ παιδιὰ ποὺ θεωρήθηκαν ὅτι δὲν εἶχαν ἀξία' ἀλλὰ κατὰ κανόνα τώρα πιὰ δὲ θυσίαζαν τὴ ζωὴ τῶν αἰχμαλώτων. Ὑπῆρχαν ἀκόμα μεγάλες βιβλιοθῆκες στὴν Πόλη, μερικὲς κοσμικὲς καὶ οἱ περισσότερες τῶν μοναστηριῶν. Τὰ περισσότερα βιβλία κάηκαν' ἀλλὰ ὑπῆρξαν μερικοὶ Τοῦρκοι ἀρκετὰ ἔξυπνοι γιὰ νὰ καταλάβουν ὅτι ἦταν ἐμπορεύσιμα ἀντικείμενα καὶ διέσωσαν μερικὰ ποὺ ἀργότερα πουλήθηκαν γιὰ εὐτελῆ ποσὰ σὲ ὅποιον ἐνδιαφερόταν. Μέσα στὶς ἐκκλησίες ἔγιναν σκηνὲς ἀκολασίας. Πολλοὶ ἐσταυρωμένοι μὲ πολύτιμες πέτρες κουβαλήθηκαν μὲ τούρκικα τουρμπάνια τυλιγμένα γύρω ἀπὸ τὰ κεφάλια τους. Πολλὰ κτίρια ἔπαθαν ἀνεπανόρθωτες ζημίες. Τὸ βράδυ δὲν ὑπῆρχαν πολλὰ γιὰ νὰ νὰ λαφυραγωγηθούν' καὶ κανένας δὲ διαμαρτυρήθηκε, ὅταν ὁ σουλτάνος προκήρυξε ὅτι ἡ λαφυραγωγία ἔπρεπε νὰ σταματήσει. Οἱ στρατιῶτες εἶχαν ἀρκετὴ ἀσχολία γιὰ τὶς ὑπόλοιπες δύο μέρες νὰ μοιράσουν τὰ λάφυρα καὶ νὰ μετρήσουν τοὺς αἰχμαλώτους. Διαδόθηκε ὅτι αὐτοὶ ἦταν πενήντα χιλιάδες, ἀπὸ τοὺς ὁποίους μόνο πεντακόσιοι ἦταν στρατιῶτες. Οἱ ὑπόλοιποι ἀπὸ τοὺς χριστιανοὺς στρατιῶτες σκοτώθηκαν, ἐκτὸς ἀπὸ τοὺς λίγους ἄνδρες ποὺ διέφυγαν μὲ τὰ πλοῖα. Οἱ νεκροί, μαζὶ μὲ τοὺς ἀμάχους ποὺ ὑπῆρξαν θύματα τῆς σφαγῆς, λέγεται ὅτι ἦταν τέσσερις χιλιάδες». Ὁ Σουλτάνος ἀπελευθέρωσε τὶς περισσότερες ἀπὸ τὶς εὐγενεῖς ἀρχόντισσες, ἀλλὰ κράτησε γιὰ τὸ χαρέμι τοῦ τὰ ὡραιότερα ἀπὸ τὰ ἀγόρια καὶ τὰ κορίτσια. Ἐπίσης, λέγεται ὅτι ὁ Μεχμὲτ (Μωάμεθ) «εἶχε στείλει τετρακόσια ἑλληνοπαίδια ὡς δῶρο στὸν καθένα ἀπὸ τοὺς τρεῖς κυριότερους μωαμεθανοὺς ἡγεμόνες: τὸν σουλτάνο τῆς Αἰγύπτου, τὸ βασιλιὰ τῆς Τύνιδας καὶ τὸ βασιλιὰ τῆς Γρανάδας».
Ὁ Δοῦκας ὡς ἑξῆς θρήνησε γιὰ τὴν πτώση τῆς Κωνσταντινουπόλεως τὸ 1453: «Ὢ πόλις, πόλις, πόλεων πασῶν κεφαλή! ὢ πόλις, πόλις κέντρον τῶν τεσσάρων του κόσμου μερῶν! ὢ πόλις, πόλις, Χριστιανῶν καύχημα καὶ βαρβάρων ἀφανισμός! ὢ πόλις, πόλις, ἄλλη παράδεισος φυτευθεῖσα πρὸς δυσμᾶς, ἔχουσα ἔνδον φυτὰ παντοία βρίθοντα καρποὺς πνευματικούς! ποῦ σου τὸ κάλλος, παράδεισε; ποῦ σου ἡ τῶν χαρίτων τοῦ πνεύματος εὐεργετικὴ ρώσις ψυχῆς τὲ καὶ σώματος; ποῦ τὰ τῶν ἀποστόλων τοῦ κυρίου μου σώματα, τὰ πρὸ πολλοῦ φυτευθέντα ἐν τῷ ἀειθαλεῖ παραδείσω, ἔχοντα ἐν μέσῳ τούτων τὸ πορφυροῦν ἱμάτιον, τὴν λόγχην, τὸν σπόγγον, τὸν κάλαμον, ἄτινα ἀσπάζοντες ἐφανταζόμεθα τὸν ἐν σταυρῷ ὑψωθέντα ὁρᾶν, ποῦ τὰ τῶν ὀστῶν λείψανα, ποῦ τὰ τῶν μαρτύρων; ποῦ τὰ τοῦ μεγάλου Κωνσταντίνου καὶ τῶν λοιπῶν βασιλέων πτώματα;...».


5. Η νοσταλγία καὶ τὸ ὄνειρο τῆς Πόλης

Λίγο πιὸ κάτω θὰ ἀναφερθῶ στὸ ὅραμα καὶ τὸ ὄνειρο τῶν Ρωμηῶν γιὰ τὴν ἀπελευθέρωση τῆς Πόλης, ἀκόμη καὶ μετὰ τὸ 1821 καὶ τὴν συγκρότηση τοῦ πρώτου Ἑλληνικοῦ Κράτους. Ἀλλὰ ἐδῶ πρέπει νὰ σημειωθῆ ὅτι πάντοτε τὸ ὅραμα τοῦ ἀληθινοῦ Ρωμηοῦ ἦταν ἡ ἀπελευθέρωση τῆς Πόλης, ποὺ ἀποτελοῦσε τὴν πρωτεύουσά τους.
Ἡ Ἕλλη Σκοπετέα στὸ βιβλίο τῆς «τὸ "Πρότυπο Βασίλειο" καὶ ἡ "Μεγάλη Ἰδέα"», χρησιμοποιώντας ἀρχειακὸ ὑλικό, ἀναλύει διεξοδικὰ ὅτι μετὰ τὴν συγκρότηση τοῦ Ἑλληνικοῦ Βασιλείου, ἐπιδιώκεται ἀπὸ τὶς Μεγάλες Δυνάμεις νὰ ἀπαρτισθῆ ἕνα «Πρότυπο Βασίλειο» μὲ δύο βασικὰ στοιχεῖα. Τὸ ἕνα ὁ προσανατολισμός του πρὸς τὴν Εὐρώπη καὶ τὴν παράδοσή της, καὶ τὸ δεύτερο ἡ ἀνάπτυξη τῆς ἀρχαιοελληνικῆς κληρονομιᾶς, δηλαδὴ ἡ συνδέσή του μὲ τὴν ἀρχαία Ἑλλάδα. Ἐπιδιωκόταν μὲ ὅλους τους τρόπους ἡ ἀνάπτυξη μιᾶς νέας συνείδησης στὸ ἀρτιγέννητο Βασίλειο, τοῦ ὁποίου ὡς ἀρτιγέννητου νηπίου ἀνάδοχος ἦταν ἡ Εὐρώπη. Ὅμως παράλληλα στὸν λαὸ οὐδέποτε ἔσβησε τὸ ὄνειρο καὶ ἡ ἰδέα τῆς Πόλης. Κυρίως σὲ αὐτὸ τὸ σημεῖο θὰ ἐπικεντρωθῆ ἡ προσοχή μας ἀπὸ τὴν ἐνδιαφέρουσα αὐτὴ μελέτη.
Ἡ Ἕλλη Σκοπετέα ἀναλύει ὅτι ὁ πατέρας τῆς Μεγάλης Ἰδέας εἶναι ὁ Ἰωάννης Κωλέττης, ὁ ὁποῖος ὁμίλησε γιὰ τὴν Μεγάλη Ἰδέα τοῦ Γένους σὲ μιὰ μνημειώδη ἀγόρευσή του στὴν Ἐθνοσυνέλευση τὴν 14-1-1844. Γενικὰ γινόταν λόγος γιὰ τὸ ὅτι ἡ ὁλοκλήρωση τῆς Ἐπαναστάσεως τοῦ 1821 συνδεόταν μὲ τὴν ἀπελευθέρωση τῆς Πόλης, τῆς ὁποίας κέντρο ἦταν ἡ Ἁγία Σοφία, μὲ τὴν ὅλη παράδοσή της. Ὅμως ἡ Μεγάλη Ἰδέα πέρασε ἀπὸ τρεῖς φάσεις. Ἡ πρώτη, ποὺ καλλιεργήθηκε ἀπὸ τὸν Ἰωάννη Κωλέττη, ἀλλὰ κυρίως ἀπὸ τὸν Βασιλιὰ Ὄθωνα, ἦταν νὰ θεωρῆται ὡς ἐθνικὸ κέντρο ἡ Κωνσταντινούπολη, καὶ τὸ ὄνειρο ἦταν ἡ Ἀνατολικὴ Ἑλληνικὴ Αὐτοκρατορία, γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Κωλέττης πρότεινε νὰ μὴν ἀποκτήση τὸ Ἑλληνικὸ Κράτος νέα ἐπίσημη πρωτεύουσα, γιατί ἡ πραγματική του πρωτεύουσα εἶναι ἡ Κωνσταντινούπολη. Ἡ δεύτερη φάση τῆς Μεγάλης Ἰδέας ποὺ συνέπεσε μὲ τὴν ἔλευση τοῦ Βασιλέως Γεωργίου στὴν Ἑλλάδα, ἐκφραζόταν μὲ τὴν αὔξηση τοῦ Βασιλείου τῆς Ἑλλάδος καὶ αὐτὸ ἐνθαρρύνθηκε καὶ μὲ τὸ γεγονὸς τῆς ἕνωσης τῶν Ἑπτανήσων μὲ τὴν Ἑλλάδα. Ἔτσι, σὲ αὐτὴν τὴν φάση ἐθνικὸ κέντρο θεωρεῖται πιὰ ἡ Ἀθῆνα, ἀλλὰ ἐπιδιωκόταν ἡ ἐπέκταση τῶν ἑλληνικῶν συνόρων. Καὶ ἡ τρίτη φάση τῆς Μεγάλης Ἰδέας ποὺ ἀναπτύχθηκε γύρω στὰ 1870 λειτουργοῦσε ὡς συμβιβασμὸς τῶν δύο κέντρων, ἤτοι τῆς Κωνσταντινουπόλεως καὶ τῆς Ἀθήνας «πίσω ἀπὸ τὸ σχῆμα τοῦ ἑλληνοθωμανισμοῦ». Ὁ ἑλληνοθωμανισμὸς συνδέεται μὲ τὸ δόγμα τῆς ἀκεραιότητας τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας, μὲ τὴν δυναμικὴ παρουσία τῶν Ρωμηῶν σὲ αὐτήν, καὶ ἔτσι στὴν πραγματικότητα μὲ τὸν ἑλληνοθωμανισμὸ «ἀνασυρόταν στὴν ἐπιφάνεια ἡ προεπαναστατικὴ φαναριώτικη δυνατότητα», δηλαδὴ ἡ ἔσωθεν φθορὰ τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας. Ὅμως μὲ τὴν νέα μορφὴ λειτουργεῖ ὄχι ὡς «διάβρωση τῆς Αὐτοκρατορίας ἐκ τῶν ἔνδον, ἀλλὰ ἐνσωμάτωση τῶν Ἑλλήνων στὸν ὀθωμανικὸ κρατικὸ μηχανισμό».
Βεβαίως ἡ Μεγάλη Ἰδέα τοῦ Γένους, ποὺ συνδεόταν τόσο μὲ τὴν ἀπελευθέρωση τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ὅσο καὶ μὲ τὴν ἀνασύσταση τοῦ Ρωμαϊκοῦ Κράτους, καταστράφηκε ὁλοσχερῶς μὲ τὴν Μικρασιατικὴ Καταστροφή, ποὺ εἶναι χειρότερη καὶ ἀπὸ τὴν πτώση τῆς Κωνσταντινουπόλεως τὴν 29η Μαΐου τοῦ 1453. Ὡστόσο, ὅμως, τὸ πνεῦμα τῆς Ρωμηοσύνης παραμένει μέσα στὶς καρδιές μας, ἀλλὰ καὶ σὲ ὁλόκληρο τὸν κόσμο.


6. Τό ζωντανὸ πνεῦμα τῆς Ρωμηοσύνης

Ἡ πτώση τῆς Κωνσταντινουπόλεως ὑπῆρξε ἕνα ἀπὸ τὰ σημαντικότερα γεγονότα μέσα στὴν ἱστορία. Πρέπει νὰ παρατηρηθῆ ὅτι τὰ ἐγκαίνια τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἔγιναν ἀπὸ τὸν Μ. Κωνσταντῖνο καὶ τὴν μητέρα τοῦ Ἑλένη στὶς 11 Μαΐου τοῦ 330 καὶ ἡ πτώση τῆς ἔγινε στὶς 29 Μαΐου τοῦ 1453, ἐνῷ Αὐτοκράτορας ἦταν ὁ Κωνσταντῖνος καὶ ἡ μητέρα τοῦ Ἑλένη. Ἡ ἵδρυσή της ἔγινε μὲ μεγαλοπρέπεια καὶ τελετές, ἐνῷ ἡ πτώση τῆς συνδέθηκε μὲ θεία Λειτουργία ποὺ ἔγινε μέσα σὲ ἕνα ἐσχατολογικὸ χαρακτῆρα καὶ προοπτική, ἔσβυσε μέσα στὴν αἰωνιότητα, στὴν διαχρονικότητα τοῦ χρόνου ποὺ διαποτίζει τὴν θεία Εὐχαριστία, ὅπως τὸ ἐκφράζει ἡ ἐκφώνηση τοῦ Ἱερέως «τὰ σᾶ ἐκ τῶν σῶν σοῖ προσφέρομεν κατὰ πάντα καὶ διὰ πάντα».
Ὅμως, παρὰ τὴν τραγικότητα τῆς πτώσης, ἀλλὰ καὶ τῶν γεγονότων ποὺ ἀκολούθησαν ὑπάρχουν καὶ τὰ θετικὰ σημεῖα, ἀφοῦ ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία κατὰ τὴν Τουρκοκρατία διοργανώθηκε μὲ τὶς δικές της δυνάμεις, σφυρηλατήθηκε ἡ ἑνότητα τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, διαφυλάχθηκε τὸ δόγμα. Ὁ Σουλτάνος ἀνέδειξε Πατριάρχη τὸν ἡγέτη τῆς ἡσυχαστικῆς παραδόσεως, τὸν Γεννάδιο Σχολάριο, καὶ ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀπετέλεσε μιὰ αὐτοδιοικούμενη κοινότητα μὲ τὸ σύστημα τοῦ Μιλὲτ ποὺ καθόρισε ὁ Σουλτάνος.
Αὐτὴ ἡ διαφύλαξη τοῦ δόγματος καὶ τοῦ ἡσυχαστικοῦ πνεύματος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἀνέδειξε ὁμολογητᾶς καὶ μάρτυρες, τοὺς νεομάρτυρες, ἐνέπνευσε ἀγωνιστές, ἐνίσχυσε τοὺς ἁπλοὺς ἀνθρώπους τοῦ λαοῦ καὶ διεφύλαξε γενικὰ τὰ ἱερὰ καὶ τὰ ὅσια της φυλῆς μας καὶ τῆς ὀρθοδόξου παραδόσεως.
Τὸ πνεῦμα τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας, τῆς Ρωμηοσύνης, δὲν χάθηκε μὲ τὴν πτώση τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Διασώθηκε ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, κυρίως ἀπὸ τὸν μαρτυρικὸ Πρωτόθρονο Οἰκουμενικὸ θρόνο, ἀπὸ τὸν ὀρθόδοξο μοναχισμὸ καὶ ἀπὸ τὸν πολιτισμὸ τῆς Ρωμηοσύνης, μὲ τὴν ἁγιογραφία, τὴν ναοδομία, τὴν μουσικὴ καὶ τὴν ἰατρικὴ ψυχοθεραπευτικὴ μέθοδο ποὺ διασῴζει τὴν ἀρχοντιὰ καὶ τὸ μεγαλεῖο της Ὀρθοδόξου Παραδόσεως.
Ἡ Ρωμηοσύνη, καὶ ὅταν ἦταν ὀργανωμένο Κράτος, ἦταν στὴν βάση τοῦ πνευματική, ἀλλὰ καὶ τώρα ποὺ καταργήθηκε τὸ Κράτος ἀνήκει σὲ ὅλον τὸν κόσμο, σὲ ὁλόκληρη τὴν Οἰκουμένη, ἀφοῦ Ρωμηοὶ ὑπάρχουν σὲ ὅλα τὰ μέρη τῆς γής. Καὶ ἐλπίζουμε ὅτι αὐτὸ τὸ πνεῦμα τῆς Ρωμηοσύνης μὲ τὸν πολιτισμὸ καὶ τὴν πνευματικὴ ἰατρική, ὅπως ἐκφράζεται ἀπὸ τὴν νηπτικὴ καὶ φιλοκαλικὴ παράδοση, θὰ κυριαρχήση σὲ ὁλόκληρο τὸν κόσμο. Ἄλλωστε, σήμερα καὶ στὴν Εὐρώπη, τὴν Ἀμερικὴ καὶ τὴν Ἀνατολή, ὑπάρχουν Ρωμηοί, στὸ πνεῦμα καὶ τὴν καρδιά, ἐκτὸς ἀπὸ ἑλληνόφωνους, καὶ ἀραβόφωνοι, σλαβόφωνοι, ἀγγλόφωνοι, γαλλόφωνοι κλπ. Ἡ ἀγάπη ποὺ δείχνουν ὅλοι στὴν Ρωμαίϊκη παράδοση δείχνει ὅτι ὑπάρχουν δυνάμεις μεγάλες μέσα στὴν Ρωμηοσύνη. Τὸ πνεῦμα τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας, παρὰ τὴν πτώση τοῦ ὀργανωμένου Κράτους, εἶναι ζωντανό. «Ἡ Ρωμιοσύνη ἓν φυλὴ συνόκαιρη τοῦ κόσμου, κανένας δὲν ἐβρέθηκεν γιὰ νὰ τὴν –ἰ–ξηλείψη, κανένας, γιατί σκέπει τὴν ποὺ τ’ ἄψη ὁ Θεός μου. Ἡ Ρωμιοσύνη ἓν νὰ χαθῆ, ὄντας ὁ κόσμος λείψη!».
Ὅπως τὶς παραμονὲς τῆς πτώσεως τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἐπικρατοῦσαν τρεῖς τάσεις, ἤτοι ἡ φιλοδυτική, ἡ ἀρχαιοελληνικὴ καὶ ἡ ἡσυχαστικὴ καὶ βέβαια δικαιώθηκε ἡ τελευταία, ἔτσι καὶ σήμερα ἐπικρατοῦν καὶ οἱ τρεῖς αὐτὲς τάσεις, δηλαδὴ ὑπάρχουν ἄνθρωποι ποὺ ἐκφράζουν καὶ σήμερα αὐτὲς τὶς τρεῖς παραδόσεις. Ὅμως ἐὰν θέλουμε νὰ μεγαλουργήσουμε στὴν Οἰκουμένη θὰ πρέπει νὰ ἐπιμείνουμε στὴν παράδοση τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, τοῦ ἁγίου Μάρκου τοῦ Εὐγενικοῦ καὶ τοῦ Γενναδίου Σχολαρίου, διότι αὐτὴ ἡ παράδοση ἀπαντᾶ στὰ ὑπαρξιακὰ προβλήματα τοῦ ἀνθρώπου, καὶ αὐτὴν τὴν παράδοση ἀναζητοῦν οἱ βασανισμένοι σύγχρονοι ἄνθρωποι καὶ σὲ Ἀνατολὴ καὶ σὲ Δύση.
Γι’ αὐτὸ σήμερα δὲν θρηνοῦμε ἁπλῶς γιὰ τὴν πτώση, ἀλλὰ δοξάζουμε τὸ πνεῦμα καὶ τὴν ὀμορφιὰ αὐτοῦ του πολιτισμοῦ καὶ τῆς παραδόσεως ποὺ μπόρεσε νὰ εἰσδύση μέσα στὸ βάθος τῆς τελευταίας θείας Λειτουργίας στὴν Ἁγία Σοφία, καὶ ἔτσι εἰσεχώρησε μέσα στὸ πνευματικὸ DNα τῆς ἀνθρωπότητος.
Μὲ αὐτὴν τὴν ἔννοια τὸ πνεῦμα τοῦ τελευταίου ἡγέτη τῆς Αὐτοκρατορίας, τοῦ Κωνσταντίνου τοῦ Παλαιολόγου, εἶναι ζωντανό. Καὶ ὁ τελευταῖος Αὐτοκράτορας δὲν εἶναι ἁπλῶς μαρμαρωμένος, ἀλλὰ διαφεντεύει καὶ βασιλεύει σὲ ὅσους αἰσθάνονται Ρωμηοί, μὲ τὴν πνευματικὴ οἰκουμενικὴ ἀντίληψη. Καὶ ὁ λόγος τοῦ τελευταίου Αὐτοκράτορα πρὸς τὸν Σουλτάνο, ποὺ τοῦ ζητοῦσε νὰ παραδώση τὴν Πόλη: «τὴν πόλιν οὐ σοὶ δίδομεν' κοινὴ γὰρ γνώμη πάντες αὐτοπροαιρέτως ἀποθανούμεθα καὶ οὐ φεισόμεθα τῆς ζωῆς ἠμῶν», δείχνει ὅτι ἡ Πόλη δὲν παραδόθηκε, ἀλλὰ εἶναι ζωντανή, ἀφοῦ ἀκολούθησε τοὺς εὐλογημένους μαχητᾶς στὸν ζωοποιὸ τάφο καὶ ἀπὸ ἐκεῖ ἀναστήθηκε καὶ εἶναι σήμερα ἡ πνευματικὴ πόλη τοῦ κάθε Ρωμηοῦ ποὺ ζῆ σὲ ὅλα τὰ μήκη καὶ πλάτη τῆς γής, καὶ ὁραματίζεται τὴν οὐράνια πόλη «ἢς τεχνίτης καὶ δημιουργὸς ὁ Θεός».
Μετὰ τὴν ἅλωση τῆς Πόλης, τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο ἀνέπτυξε μεγάλη δράση, ὁ δὲ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης ἔγινε ὁ ἐθνάρχης καὶ μάρτυρας τοῦ Γένους μας. Μέσα στὴν ὀργάνωση τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας, παρὰ τὰ προβλήματα ποὺ ἀνεφύησαν, τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο ἀποδείχθηκε ὁ συνεκτικὸς δεσμὸς ὅλων τῶν ἄλλων Πατριαρχείων καὶ κράτησε ἀναμμένη τὴν φλόγα τῆς πίστεως, τῆς θεολογίας καὶ τῆς κοινοτικῆς ζωῆς. Ἡ Ἐκκλησία ὡς μαρτυρικὴ ἀνέδειξε νεομάρτυρες καὶ πολλοὶ Πατριάρχες καὶ Ἐπίσκοποι ἀνεδείχθησαν μάρτυρες στὸ ἁγιολόγιο τῆς Ἐκκλησίας μας. Τὸ πνεῦμα τοῦ ρωμαίϊκου πολιτισμοῦ ἐπέζησε καὶ ἐπιζῆ. Καὶ τὸ σημαντικότερο εἶναι ὅτι ἀκόμη καὶ σήμερα τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο εἶναι ἡ πρωτόθρονη Ἐκκλησία, ποὺ προεδρεύει καὶ ἀναλαμβάνει ὑπεύθυνες ἀποστολὲς καὶ πρωτοβουλίες γιὰ τὴν διατήρηση τῆς ἑνότητος τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, καὶ μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο μᾶς ὑπενθυμίζει ζωντανὰ καὶ δυναμικὰ τὴν γιὰ χίλια χρόνια λάμψασα Χριστιανικὴ Ρωμαϊκὴ Αὐτοκρατορία. Ἐπειδὴ δὲ διαθέτει τεράστια πεῖρα σὲ ὅλους τους τομεῖς, γι’ αὐτὸ καὶ οἱ κατὰ τόπους αὐτοκέφαλες Ἐκκλησίες πρέπει νὰ συνεργάζονται στενώτατα μὲ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο. Στὸν θεσμὸ καὶ τὴν διακονία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, τοῦ ὁποίου ἡ ζωὴ καὶ ἡ δράση ἁπλώνεται σὲ ὁλόκληρο τὸν κόσμο, ἀπὸ τὴν Ἀμερικὴ μέχρι τὴν Ἀσία, καὶ τὸ ὁποῖο ἐκφράζει τὸ οἰκουμενικὸ πνεῦμα τῆς Ρωμηοσύνης, ἀλλὰ καὶ τὴν ἡσυχαστικὴ ζωὴ τῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεως μὲ τὴν εὐλογημένη παρουσία τοῦ Ἁγίου Ὅρους, διασῴζεται ὄχι μόνον ἡ Βασιλεύουσα, ἀλλὰ καὶ ὁλόκληρο τὸ πνεῦμα τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας, αὐτοῦ ποὺ ὀνομάζουμε Βυζάντιο.

Γι’ αὐτὸ ἡ «Πόλις ἑάλω» ἀλλὰ καὶ ζῆ.


Σημείωση (Πηγή: 'Εκκλησιαστική Παρέμβαση')


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.