7 Αυγ 2011

Τὰ Μυστικὰ Ἄνθη δρέπω ὅπως ὁ Φώτης Κόντογλου (ἕνα προφητικό κειμενο)

Φώτης Κόντογλου
Σήμερα νομίζεται καλς σ λα, ποιος εναι διάφορος, ποιος δν νοιάζεται γι τίποτα, ποιος δν νιώθει καμι εθύνη. Αλλιώς τν λένε σωβινιστή, τοπικιστή, μισαλλόδοξο, φανατικό. ποιος γαπ τν χώρα μας, τ θη κα θιμά μας, τν παράδοσή μας, τν γλώσσα μας, θεωρεται πισθοδρομικός. Οι διάφοροι παιρνον γι φιλελεύθεροι νθρωποι, γι νθρωποι πο ζονε μ τ πνεμα τς ποχς μας, πο χουν γι πιστεύω την καλοπέραση, τ εκολο κέρδος, τς εκολίες, τς ναπαύσεις, κι ς μν πομείνει τίποτα πο ν θυμίζει σ ποι μέρος βρισκόμαστε, π πο κρατμε, ποιο ζήσανε πρν π μς στν χώρα μας. Η ξενομανία μς γινε τώρα σωστ ξενοδουλεία, σήμερα περν γι ρετή, κι ποιος χει τούτη τν ρρώστεια πι βαρει παρμένη, λογαριάζεται γι σπουδαος νθρωπος.
 λλάδα γινε να παζάρι πο πουλιονται λα, σ ποιον θέλει ν τ γοράσει. Καταντήσαμε ν μν χουμε πάνω μας τίποτα λληνικό, π τ σμα μας σαμε τ πνεμα μας. Τ μασκάρεμα ρχισε πρτα π τ πνεμα, κα στερα φθασε κα στ σμα. Περισσότερο ντιστάθηκε σ ατ τν παραμόρφωση  λας κα βαστάξε καμπόσο, μ στ τέλος τν πρε τ ρεμα κα πάει κα ατός. Μάλιστα εναι χειρότερος π τος γραμματισμένους. Τώρα μαϊμουδίζει τ φερσίματα κα τς κουβέντες πο βλέπει στν κινηματογράφο, γινε φιλότιμος κα διάντροπος. ν πρτα ξεχώριζε πὸ...
λλες φυλές, γιατί ταν σεμνός, φιλότιμος, ντροπαλός, καλοδεκτικός, τώρα γινε γνώριστος. Τ μορφα χαρακτηριστικά του σβήνουνε μέρα μ τν μέρα. Κα ο λιγοστο πο διατηρονε κόμη λίγα σημάδια π τν μορφι τς λληνικς ψυχς, παρασέρνονται σ ατ τν παραμόρφωση π τος πολλούς, πο εναι ο ξυπνοι, ο συγχρονισμένοι, ο μοντέρνοι, λλ πο εναι στ’ ληθιν ο ναίσθητοι κα ο ποκτηνωμένοι. Ο καλο ντρέπονται γιατί εναι καλοί, συμμαζεμένοι κα μ νατροφή. Ο λλοι τος λένε καθυστερημένους. Συμπαθητικς νθρωπος δύσκολα βρίσκεται πι σήμερα στν τόπο μας.  μόδα εναι ν εναι κανες ντιπαθητικός, κρύος, νοστος κα μάγκας. Μάλιστα οπως λα φραγκέψανε, φράγκεψε κα  μάγκας.
Ο πι γράμματοι νακατώνουνε στν κουβέντα τος κάποια γγλέζικα κα κε πο δν χρειάζονται. σο γι τος γραμματισμένους, λη  γραμματοσύνη τος εναι ν μιλνε γγλέζικα κα σ λίγο καιρ δν θ πάρχει λληνας ν μιλ λληνικά. Ας καταργηθε λοιπν  λληνικ γλώσσα λότελα, ν μν κουράζονται τ παιδιά μας στν σκοπη κμάθευσή της. Κοιτάχτε τ παιδιά μας. Παρατηρεστε τς φυσιογνωμίες τους, τ βλέμμα τους, τς κουβέντες τους, τ στεία τους, τ παιχνίδια τους. λα μυρίζουνε … λλάδα, ν μν βασκαθομε! Τ μόνο πο πόμεινε λληνικ εναι τ “ρέ”. Το μασκάρεμα γίνεται γοργ κα στ κορμ κα στν ψυχή. Οι λιγοστο πο ντιστέκονται κόμη σ ατν τν κατακλυσμό, πς ν μπορέσουνε ν βαστάξουνε; Γύρω τους βογγ  μεθυσμένη νθρωποθάλασσα. ρχεται καινούργιος κόσμος! Τ κολοσσαο μ τ ορλιάσματα το σκεπάζει τς ψαλμωδίες πο λένε ο μάρτυρες, περιμένοντας τ θηρία ν τος φάνε.
λλά αν θ λείψουν ο λληνες π τ πρόσωπο τς γής, μήπως θ πομείνουν τ βουνά, ο κροθαλασσιές, ο θάλασσες, τ νησι κα τ βράχια μ τν λληνικ χαρακτήρα τους; Καθόλου! Τ περισσότερα τ χουνε γοράσει νθρωποι πο ρθανε π τν βόρειο κεανό, πόγονοι τν Βικίγκων. Εκείνα τ κακόμοιρα νησι τί συμφορ χουνε πάθει!  φτώχεια τος στάθηκε  καταστροφή τους. Σήμερα τ ρημάξανε λλοι κουρσάροι, πι πικίνδυνοι πο σφάζουνε μ τ μπαμπάκι. Σκλαβώσανε τ νησι μ εγενικ τρόπο, μ τ χαμόγελο στ χείλη. Τ σπρα σπιτάκια τν νησιωτν, πο ζούσανε σ ατ πλοϊκο κα συμμαζεμένοι νθρωποι, θαρρες πς γίνανε δημόσια. Κυκλοφορον χιλιάδες φωτογραφίες τς Μυκόνου, τς Πάρου, τς Αγινας, τς δρας, κα ντ ν βλέπει κανες στος στενος δρόμους τος κάποιους ραιος νησιτες ψαράδες, ψημένους στν θάλασσα κα νησιώτισσες μ τ σεμνά τους ροχα, βλέπει ν γυρίζουν κάποια πλάσματα μισόγυμνα  λόγυμνα, ξενόφερτα, γκαλιασμένοι θεατρινίστικα κα ν κάνουνε κάποιες νοστες πιδείξεις “ταμπλ βιβάν”, σ ν παίζουν στν κινηματογράφο. Κα ρωτς, κουνώντας τ κεφάλι σου: τί σχέση μπορε ν χουν ατ τ δίποδα, μ κενα τ σπίτια κα μ τ στενοσόκκακα τν νησιν; Ταιριάζουνε μ ατά, σο ταιριάζουνε ο τουρίστες μ τ σόρτς μ τν Παρθενώνα πο μπροστά του φωτογραφίζονται. μως κε στέκονται σο ν φωτογραφηθονε, κα δν χουνε γι σπίτι τος τν ρχαο ναό, ν τοτοι στ νησιά, κατοικονε μέσα σ κενα τ ταίριαστα σπίτια. λα πηρετονε τ γοστα ατν τν φεντάδων. Μάλιστα τόσο πολ γαπον ατο τν λλάδα, πο εναι νθουσιασμένοι πς δν θ φήσουνε τίποτα λληνικ που πατήσουνε.
Καημένη λλάδα! Τί τέλος σ περίμενε! Μ δν χεις μήτε κάποιον ν σ κλάψει, γιατί τν κηδεία σου τ γιορτάζουνε σν γάμο, μ χαρς κα μ τραγούδια, πο ατ ετυχς δν εναι λληνικά. κοστε τν ξς στορία:  χταπόδα βοσκ στν πάτο τς θάλασσας, μαζ μ τ χταποδάκι. ’ξαφνα τ καμακίζουνε. Τ χταποδάκι φωνάζει: μ πιάσανε μάνα!  μάνα το το λέγει: μν φοβσαι παιδί μου! Ξαναφωνάζει τ μικρό: μ βγάζουν π τν θάλασσα! Πάλι λέγει  μάνα: μν φοβσαι παιδί μου. Κα πάλι: μ σγουρίζουνε μάνα! Μν φοβσαι παιδί μου! Μ κόβουνε μ τ μαχαίρι! Μν φοβσαι παιδί μου! Μ βράζουνε μάνα! Μν φοβσαι παιδί μου! Μ μασνε μάνα! Μν φοβσαι παιδί μου! Πίνουνε κρασ μάνα! Τότε κείνη ναστέναξε κα φώναξε: χ, σ χασα παιδί μου! Γιατί τ κρασ εναι  ντίμαχός του χταποδιοπειδ τ λιώνει στ στομάχι.
Δηλαδ  μάνα δν φοβήθηκε μήτε τ μαχαίρι, μήτε τν φωτιά, μήτε τ δόντια, λλ τ κρασί, πο εναι πι ρεμο κα θο μπροστ στ μαχαίρια κα τ δόντια.  λλάδα σν τ χταποδάκι πέρασε π φωτιές, δόντια, μαχαίρια, λλ πνεμα ΔΕΝ παρέδινε.  Φράγκος δν ρχεται μ μαχαίρια, πιστόλια κα φωτιές. ρθε μ χάδια κα γλυκόλογα. ρθε μ δρα, μ λεφτά, ν νακουφίσει τν φτώχειά μας, ν διασκεδάσει μαζί μας, ν χορέψει μαζί μας, ν μς εκολύνει τν ζω μ τ μηχανήματά του. πως τ χταποδάκι λιωσε στ κρασί, τσι κα  λλάδα κοντεύει ν χαθε π τ γλυκ κρασ πο τν μέθυσε κα δν ξέρει τί κάνει κα ξεγυμνώθηκε κα στρήνιασε κα κ το στρήνους ατς πλούτισεν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.