12 Ιουλ 2011

ΑΝΑΙΡΕΣΕΙΣ ΣΥΚΟΦΑΝΤΙΩΝ περί βαρβαρότητος τῶν Χριστιανῶν...

Γράφει ὁ Γεώργιος Ἔξαρχος

Δέ θά ἀναφερθῶ οὐδόλως –λόγω στενότητος χώρου- στίς νεοειδωλολατρικές προπαγάνδες, ὅπως ἐπί παραδείγματι σέ ἔργα ἀνθελλήνων ἱεραρχῶν(!) σάν κι αὐτό τοῦ Μ.Ἀθανασίου «κατά εἰδώλων» καί ὄχι «κατά Ἑλλήνων», ἀφοῦ ὁ τίτλος αὐτός προσετέθη ἀργότερα ἀπό τούς ἐκδότες, γιά νά κατανόηση ὁ καθένας τό θεολογικό καί συνάμα ἀντιεπιστημονικό ὑπόβαθρο παρομοίων ἐνεργειῶν. Θά ἀρκεστῶ ἐπιγραμματικῶς σέ μερικά στοιχεία σύζευξης ἑλληνισμοῦ-χριστιανισμοῦ γιά τοῦ λόγου τό ἀληθές.
Κατ' ἀρχάς ἡ μεταφορά «εἰδωλολατρικῶν» μνημείων στήν νέα πρωτεύουσα (Κωνσταντινούπολη-Νέα Ῥώμη) γιά τήν διακόσμησί της,....
ναί μέν ἐμποδίζει τήν συνέχεια τῶν τοπικῶν λατρειῶν, ἀλλά τά ἀναδεικνύει ἀκόμη περισσότερο στήν ἴδια τήν χριστιανική πρωτεύουσα. Ὡς τήν ἐποχή τοῦ Ἰουστινιανοῡ εἰσέρρεαν ἀρχαῖα ἐθνικά μνημεῖα στήν Κωνσταντινούπολη. Τά ἀρχαία μνημεῖα τῶν Ἀθηνῶν καί τῶν Δελφῶν ἔμειναν ἀπείραχτα ἀπό τούς χριστιανούς. Ἡ μετατροπή τους σέ χριστιανικές ἐκκλησίες δείχνει περίτρανα τήν συνείδηση τῆς Ἱστορικῆς συνέπειας.Ὅσο καί ἄν αὐτό δέν ἱκανοποιεῖ τούς σημερινούς ἀρχαιολάτρες. Πατέρες ὅπως οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες, ὄχι μόνο Ἕλληνες ἦταν, ἄλλα καί φορεῖς ὑψηλῆς ἑλληνικῆς παιδείας. Τήν συνείδηση τῆς ἱστορικῆς συνέχειας τῶν Ἑλλήνων-Χριστιανῶν, ποῦ δέν ἀπέρριψαν τόν πολιτισμό τῶν προγόνων τους, ἄλλα μόνο τήν θρησκεία τους —ἡ ὅποια δέν ἦταν παρά νοσταλγία τῆς ἕν Χριστῷ ἀληθείας, ὅπως ἐπεσήμανε ἤδη ὅ Ἀπόστολος Παῦλος στόν "Ἄρειο Πάγο τῶν Ἀθηνῶν ὑποστηρίζει καί ἡ κ. Πολύμνια Ἀθανασιάδη,καθηγήτρια τοῦ καποδιστριακοῦ πανεπιστημίου: «Οἱ ἐκκλησίες καί τά παρεκκλήσια, πού βρέθηκαν σπαρμένα μέσα καί γύρω ἀπό τό τέμενος τοῦ Ἀπόλλωνα (= στούς Δελφούς) ὑπογραμμίζουν τήν συνέχισι τῆς πανάρχαιης θρησκευτικῆς παράδοσης τοῦ τόπου». Ὅπως, ἄλλωστε, θρησκειολόγοι καί λαογράφοι ἔχουν παραδεχθεῖ, ἄν «ξυπνοῦσε» σήμερα ἕνας ἀρχαῖος "Ἕλληνας καί βρισκόταν σέ ἕνα χριστιανικό πανηγύρι, δέν θά ἔνοιωθε ξένος στό περιβάλλον. Εἶναι δέ χαρακτηριστικό ὅτι πολλοί σύγχρονοι ἐπικριτές τῆς ὀρθόδοξης λαϊκῆς θρησκευτικότητας, κυρίως τῆς ἑλληνικῆς, σ' αὐτό τό «ἐπιχείρημα» καταφεύγουν, λησμονῶντας ὅτι ἡ ἑλληνική θρησκευτικότητα παρέμεινε ἀκέραιη, ἄλλαξε ὅμως ὁ προσανατολισμός τῆς. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος δέν καταστρέφει ἤ διαστρέφει τήν ἑλληνική θρησκευτικότητα, ἀλλά τήν στρέφει πρός τόν ἀναμενόμενο Ἀληθινό Θεό. Ὅσον ἀφορᾶ τόν Παρθενώνα, μιᾶς καί περί οὗ ὁ λόγος, ὡς εἰδωλολατρικός ναός ἐλειτούργησε γιά σχεδόν 600 χρόνια. Ἐνῶ ὡς ὀρθόδοξη ἐκκλησία περί τά 800 χρόνια στήν μνήμη τῆς Παναγίας τῆς Ἀθηννιώτισσας, ἡ ὁποία ἔγινε ἀργότερα γνώστη ὡς ἡ Παναγία ἡ Σουμελά τῶν ποντίων.
 Ὁ γνωστός ἀρχαιολόγος Ἄγγελος Χωρέμης, ἑρμηνεύοντας τήν περίπτωση τοῦ Μεγάλου Θεοδοσίου καταγράφει, «τό διάταγμα τοῦ Θεοδοσίου τοῦ Μεγάλου (391-3 μ.Χ.) ἀναφέρει ἀπαγόρευση λατρείας σέ ἀρχαία ἱερά καί τήν εἴσοδο στούς ναούς, δέν ἐντέλλεται ὅμως τήν καταστροφή τους. Ἄλλωστε δέν φαίνεται ἀνασκαφικά τέτοια καταστροφή... Τά μεγάλα κέντρα τῆς ἀρχαῖας λατρείας, ἐκεῖνα ἀκριβῶς πού λογικά θά ἔπρεπε νά ὑποστοῦν τήν μεγαλύτερη καταστροφή, ὅπως οἱ Δελφοί, ἡ Ὀλύμπια, ἡ Δωδώνη, τά ἱερά τῶν Ἀθηνῶν κ.ἄ. δέν φαίνεται, ἀνασκαφικά τουλάχιστον, νά ἔπαθαν ζημιές ἀπό ἀνθρώπινο χέρι στά τέλη τοῦ δ' αἰ. μ.Χ. Ἐξάλλου, πολλοί ναοί τῆς ἀρχαίας λατρείας σώθηκαν ὡς τίς ἥμερές μας σχεδόν ἀνέπαφοι, κυρίως στήν Κάτω Ἰταλία καί τήν Σικελία (ὅπου ἐπίσης βασίλευε ὁ Μ. Θεοδόσιος), ἀλλά καί τήν κυρίως Ἑλλάδα, ὅπως τό συγκρότημα τῆς Ἀκροπόλεως τῶν Ἀθηνῶν, ὁ ναός τοῦ Ἡφαίστου (Θησεῖον) καί ὁ Ναός τοῦ Ἰλισσοΰ». Μάλιστα, στόν Θεοδοσιανό Κώδικα (XVI, 10,25) «ἐπιτρέπεται στούς χριστιανούς νά μετατρέπουν τούς ἀρχαίους ναούς σέ χριστιανικούς» καί γι' αὐτό δέν καταστράφηκαν, ἄλλα σώθηκαν αὐτούσιοι (βλ. τόν ἀργαῖο ναό κάτω ἀπό τόν ἀνηγερμένο ἀπό τήν ἁγία Ἑλένη τόν δ' αἰώνα ναό τῆς Παναγίας τῆς Καταπολιανῆς ἤ Ἑκατονταπυλιανῆς στήν Πάρο, ποῦ ἀνακάλυψε ὁ ἀρχαιολόγος Ά. Ὀρλάνδος. Κατά τόν μεγάλο βυζαντινολόγο Διον. Ζακυθηνό ἡ διάταξη αὐτή ἔγινε ἀκριβῶς γιά νά σωθοῦν οἱ ναοί. «Δέν ὑπάρχει —λοιπόν— καμμία κρατική πολιτική, πού νά ἐνθαρρύνει τήν καταστροφή τῶν ἀρχαίων ἱερῶν». Τό 392, μέ διάταγμα τοῦ Θεοδοσίου, παρακωλύονται οἱ ἀθλητικοί ἀγῶνες λόγω τοῦ θρησκευτικοῦ (εἰδωλολατρικοῦ) χαρακτήρα τους, μέ ἀποκορύφωμα τήν κατάργηση τῶν Ὀλυμπιακῶν ἀγώνων (393), στό πλαίσιο ὅμως τῆς ἀπαγορεύσεως κάθε ἐθνικῆς θρησκευτικῆς ἐκδηλώσεως καί ὄχι ἀπό φανατικό «ἀνθελληνισμό». Διότι οὔτε τά Ἱερά της Ὀλύμπιας καταστράφηκαν, οὔτε πολύ περισσότερο τό χρυσελεφάντινο ἄγαλμα τοῦ Ὀλυμπίου Διός, πού μεταφέρθηκε στήν Κωνσταντινούπολη, γιά τήν διακόσμησι τῆς νέας πρωτεύουσας τοῦ Κράτους. Το πρόβλημα ἦταν, λοιπόν, ἡ λατρεία τῶν εἰδώλων καί ὄχι τό πνεῦμα τοῦ Ὁλυμπισμοῦ. Ἡ παύση τῶν Ὀλυμπιακῶν ἀγώνων, πού εἶχαν ἀπό μακροῦ περιέλθει σέ κατάσταση πτώσεως καί παντελοῦς ἀνυποληψίας, ἦταν ἤ μεγαλύτερη γι' αὐτούς εὐεργεσία. Οἱ Ὀλυμπιακοί ἀγῶνες εἶχαν πεθάνει ἠθικά πολύ πρό τοῦ Θεοδοσίου. Θά ἐπικαλεσθῶ ἐδῶ τήν γνώμη τοῦ μεγάλου ἀθλητικογράφου Ἄγγ. Παλαιολόγου: «Ὅταν τό 393 μ.Χ. ὁ αὐτοκράτορας Θεοδόσιος ὁ Μέγας διέτασσε τήν κατάπαυση τῶν Ὀλυμπιακῶν Ἀγώνων, διέπραττε βεβαίως μιά βάρβαρη πράξη. Ὅμως ἡ πρακτική ἀξία αὐτῆς τῆς ἀπαγόρευσης δέν ἦταν τό ἴδιο μεγάλη, γιατί ὅ Θεοδόσιος στήν πραγματικότητα παραβίαζε ἀνοικτᾶς θύρας, ἀφοῦ οἱ Ὀλυμπιακοί Ἀγῶνες εἶχαν πιά περιπέσει σέ κατάσταση ὑψίστης παρακμῆς καί ἀνυποληψίας. Οἱ ἀγῶνες μπορεῖ νά μήν εἶχαν σταματήσει ἀκόμα, εἶχε ὅμως ἐκλείψει ἡ Ὀλυμπιακή Ἰδέα».
Ἐν τέλει ἡ ἐπιθετική μανία τῶν νεοειδωλολατρῶν —ἀνεξάρτητα ἀπό τόν ἀριθμό τους— εἶναι οὐσιαστικός κίνδυνος γιά τήν ἑνότητα καί ὁμοψυχία τοῦ Ἔθνους μας σήμερα. Εἶναι ἡ ἀπειλή ἀπό τό παρελθόν, ποῦ βαίνει παράλληλα μέ τήν ἐξ ἴσου μεγάλη γιά τόν Ἑλληνισμό καί τήν Ὀρθοδοξία ἀπειλή ἀπό τό μέλλον, πού εἶναι ἡ Νέα Ἐποχή καί ἡ παγκοσμιοποίηση, στήν πολιτισμική κυρίως διάστασί της. Ἡ νεοειδωλολατρεία ζητᾶ τήν ἐπιστροφή στήν ἀρχαιότητα μέ μία ἐντελῶς ἀντιιστορική στροφή πρός τά πίσω. Ἡ παγκοσμιοποίηση ἐπιδιώκει τήν πολτοποίηση ὅλων τῶν πολιτισμῶν, συνεπῶς καί τοῦ ἑλληνορθοδόξου, γιά τήν ἐπικράτησι, πλανητικά, τοῦ ἀμερικανικοῡ «πολιτισμικοῦ» παραδείγματος. Ἤ νεοειδωλολατρεία προωθεῖ τόν σπαραγμό τοῦ ἔθνικοῦ μας σώματος, ταυτιζόμενη μέ τίς διαθέσεις καί τά ἀναπτυσσόμενα σχέδια τοῦ διεθνοῦς Σιωνισμοῦ, παρόλο πού κατά κανόνα —καί μᾶλλον φαινομενικά— οἵ νεοειδωλολάτρες θέλουν νά ἐμφανίζονται ὡς «ἀντισημίτες», χωρίς νά γίνεται «ὅμως φανερό, ἄν αὐτό σημαίνει καί «ἀντισιωνιστές»!

7 σχόλια:

  1. ΕΛΛΗΝ ΕΘΝΙΚΙΣΤΗΣ12 Ιουλίου 2011 στις 11:43 μ.μ.

    Συγχαρητήρια στον αρθρογράφο ! Έτσι ακριβώς έχουν τα πράγματα ! Ο Ελληνισμός είναι μια ΑΔΙΑΣΠΑΣΤΗ ιστορική και εθνολογική συνέχεια μέσα στον χρόνο !

    Οι νεοπαγανιστές, που επιχειρούν να διασπάσουν αυτή την συνέχεια, ισχυριζόμενοι ότι ο Χριστιανισμός και ο Ελληνισμός είναι ασύμβατες έννοιες, κάνουν ΜΕΓΑΛΗ ΖΗΜΙΑ στην ενότητα και την πνευματική ομοψυχία των Ελλήνων, ειδικά σήμερα που το Έθνος βρίσκεται σε τέτοιο κίνδυνο !!

    Το χειρότερο είναι πως εμφανίζονται ως δήθεν υπέρμαχοι του "Ελληνισμού", και ξεγελούν κάποιους καλοπροαίρετους αλλά αφελείς Συνέλληνες, που νομίζουν ότι υπερασπίζονται τον Ελληνισμό, χτυπώντας την Ορθοδοξία !

    Ευτυχώς που είναι λίγοι και γραφικοί.

    Χρειάζεται όμως εγρήγορση και ενημέρωση των Ελληνορθοδόξων Πατριωτών, για να μην επεκταθεί αυτό το φαινόμενο.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. ΟΣΟΙ ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΝ ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΕΝ ΕΝΟΜΑΤΙ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ ΕΙΝΑΙ ΠΡΑΚΤΟΡΕΣ ΤΩΝ ΣΙΩΝΙΣΤΩΝ. ΞΥΠΝΗΣΤΕ ΝΕΟΡΩΜΗΟΙ!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. ΔΑΣΚΑΛΕ ΠΟΥ ΔΙΔΑΣΚΕΙΣ ΝΑ ΡΘΟΥΜΕ ΝΑ ΣΕ ΑΚΟΥΣΟΥΜΕ;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. ὁ ἀρθρογράφος ἔχει κατι ἀπό Μεταλληνό καί Ζουράρι!!!
    Μάλλον θά κάνουν παρέα...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΕΙ ΚΑΠΟΥ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΑ Ο ΕΞΑΡΧΟΣ; ΕΠΕΙΔΗ ΤΟΝ ΕΧΩ ΔΙΑΒΑΣΕΙ ΚΑΙ ΣΕ ΑΛΛΑ ΕΝΤΥΠΑ;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. ο ελλην εθνικιστής μας έχει μπερδέψει λίγο. ο εθνικισμός έχει καταδικαστεί ως αίρεση από το οικουμενικο πατριαρχειο με αφορμή την βουλγαρικη εξαρχία. από την άλλη αυτά που λέει είναι ρωμαίικα. μήπως δεν ειναι και πολυ εθνικιστής;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  7. Η έχθρα των Βυζαντινών χριστιανών κατά των Ελληνων διατηρήθηκε αμείωτη καθ' όλη τη διάρκεια της αυτοκρατορίας, διότι η υπέρτατη έγνοια τους ήταν η τήρηση του μοναδικού «θεόπνευστου» δόγματος και η διδασκαλία των Πατέρων της Εκκλησίας. Ακόμη και στην περίοδο που θεωρείται «φιλελεύθερη» (του 11ου μ.Χ. αιώνα), οποιαδήποτε συμπάθεια προς τους Ελληνες φιλοσόφους, που διαφοροποιείται από το επίσημο δόγμα, επισύρει την καταδίκη και την αποπομπή. Αυτό έγινε λ.χ. με τον Ιωάννη Ιταλό, «ύπατο των φιλοσόφων», τον οποίο η πατριαρχική Σύνοδος κατηγόρησε ότι ασχολούνταν με ελληνικές αντιλήψεις που απέκλιναν από το ορθόδοξο δόγμα (τα των Ελλήνων δυσεβή δόγματα ...ανάθεμα). Φυσικά μετά το ονομαστικό ανάθεμα εναντίον του ο Ιταλός εξαφανίστηκε από τον δημόσιο βίο. Το ελληνίζειν ήταν καταδικαστέο και εξοβελιστέο από την κοσμική και θρησκευτική εξουσία μέχρι το τέλος του Βυζαντίου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο Γεώργιος Γεμιστός Πλήθων, ο οποίος προσπαθεί να ξεφύγει από την αρπαγή του χριστιανισμού και ανατρέχει στην πλατωνική φιλοσοφία. Είναι από τους πρώτους, στο ετοιμόρροπο και προ πολλού παρακμιακό Βυζάντιο, που τολμά να αποκαταστήσει ανοικτά μετά από 10 αιώνες το όνομα των Ελλήνων και την ελληνική παιδεία και δηλώνει ότι Ελληνες εσμέν γένει τε και παιδεία. Ομως ο ανθενωτικός Γεώργιος Σχολάριος (Γεννάδιος), μελετητής του Αριστοτέλη, που έγινε ο πρώτος Πατριάρχης μετά την πτώση της Κωνσταντινουπόλεως, αντέταξε ότι «χριστιανοί εσμέν», και παρέδωσε στην πυρά το έργο του Γεμιστού.

    Συνεπώς υπάρχει ένα αγεφύρωτο χάσμα μεταξύ του ελληνικού κόσμου και του βυζαντινού χριστιανισμού, πρόκειται για ασύμβατες και ασυμβίβαστες αντιλήψεις, νοοτροπίες και πρακτικές. Δεν είναι απλώς μόνο δύο διαφορετικοί κόσμοι, αλλά συνιστούν εντελώς άλλη νοηματοδότηση του βίου, άλλη σύλληψη του κόσμου, στηριζόμενοι σε άλλο ανθρωπολογικό τύπο.

    Ο ελληνικός κόσμος είναι ο πολιτισμός της ελευθερίας, της δημοκρατίας, της ισότητας, της πολιτικής συμμετοχής, του εκκλησίας του δήμου. Ενώ ο βυζαντινός εκπροσωπεί την ανελευθερία, την αυταρχική μοναρχία, την ανισότητα, την τυφλή υπακοή και πίστη στο εξ αποκαλύψεως μοναδικό δόγμα, την Εκκλησία των παθητικών πιστών. Θα πρέπει συνεπώς να διαλέξουμε: αρχαίο ελληνικό πολιτισμό ή βυζαντινό χριστιανισμό, αυτονομία ή ετερονομία, όπως σωστά προτείνει ο Κ. Καστοριάδης.² Και τα δύο μαζί δεν γίνεται, είναι σχήμα οξύμωρο. Οσον αφορά τον άλλο μύθο του νεοελληνικού χριστιανισμού για τον ρόλο της Εκκλησίας στην Επανάσταση του 1821, παραπέμπουμε στις εύστοχες επισημάνσεις του Σ. Πολυμίλη για τον αρνητικό ρόλο της Εκκλησίας.³ Προσθέτουμε μόνο δύο κείμενα των Πατριαρχείων του έτους 1798.

    Το πρώτο είναι ένας λίβελος κατά των Γάλλων διαφωτιστών και της ελευθερίας, ενώ ταυτοχρόνως είναι κήρυγμα δουλικής υποταγής «εις την υψηλήν βασιλείαν των Οθωμανών». Το δεύτερο κείμενο είναι κήρυγμα κατά του πρωτοπόρου μάρτυρα της ελευθερίας Ρήγα Φεραίου και του συντάγματός του, διότι κατά τον Πατριάρχη «είναι πλήρες σαθρότητος».4 Τα ιδεολογήματα, οι ιδεολογίες και οι μύθοι για τα ιστορικά γεγονότα είναι σαν τα ναρκωτικά: μας ταξιδεύουν μακριά από την πραγματικότητα, την καταργούν, επειδή δεν θέλουμε ή δεν έχουμε τη δύναμη να την αντιμετωπίσουμε. Η κατάργηση όμως της αλήθειας δημιουργεί διαστρεβλωμένο και διεστραμμένο κόσμο, και κατά συνέπεια στρεβλή ταυτότητα, πράγμα που είχε διαπιστώσει και ο Κ. Θ. Δημαράς, που έλεγε ότι στην Ελλάδα ορισμένοι «καλλιεργούν με ηδονή την ιστορική ανακρίβεια». Η συμβουλή του εθνικού μας ποιητή παραμένει επίκαιρη: «το έθνος πρέπει να μάθει να θεωρεί εθνικό ό,τι είναι αληθινό».
    ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ 05 04 07

    ΑπάντησηΔιαγραφή

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.