
Σὲ πολὺ μικρὴ ἡλικία ἔμεινε ὀρφανὸς καὶ τὸ 1808 ἔφυγε γιὰ σπουδὲς στὴν Ἰταλία, μὲ τὴ συνοδεία τοῦ ἰταλοῦ δασκάλου τοῦ Ρώσση. Ἑπτὰ χρόνια ἀργότερα πῆρε τὸ ἀπολυτήριο ἀπὸ τὸ Λύκειο τῆς Κρεμόνας καὶ γράφτηκε στὸ πανεπιστήμιο τῆς Πάβιας, ἀπ' ὅπου πῆρε τὸ πτυχίο τῆς Νομικῆς. Παράλληλα μὲ τὶς σπουδὲς στὴ νομική, γιὰ τὴν ὁποία οὐδέποτε ἐνδιαφέρθηκε, ἄρχισε νὰ γράφει στίχους στὴν ἰταλικὴ γλώσσα, ἐνῶ ἦρθε σὲ ἐπαφὴ μὲ διαπρεπεῖς φιλοσόφους, φιλολόγους καὶ ἀξιόλογους ἐκπροσώπους τῆς λογοτεχνικῆς κίνησης τῆς ἐποχῆς.
Τὸ 1818 ἐπέστρεψε στὴ Ζάκυνθο, ὅπου παρέμεινε γιὰ δέκα χρόνια. Ἐκεῖ ἄρχισε νὰ γράφει τὰ πρῶτα του ἀξιόλογα στιχουργήματα στὰ ἑλληνικά. Τὸ πρῶτο ἐκτενὲς ἑλληνικὸ ποίημά του καὶ πλέον γνωστὸ εἶναι ὁ «Ὕμνος εἰς τὴν Ἐλευθερίαν», ἀπόσπασμα τοῦ ὁποίου καθιερώθηκε ὡς Ἐθνικός μας Ὕμνος. Λίγο ἀργότερα, συνέθεσε τὸ λυρικὸ ποίημα «Εἰς τὸν θάνατο τοῦ Λὸρδ Μπάυρον» καὶ ἀκολούθησαν «Ἡ καταστροφὴ τῶν Ψαρῶν», «Ἡ Φαρμακωμένη», «Ὁ Λάμπρος», «Εἰς Μοναχήν», «Ὁ Κρητικός», «Οἱ ἐλεύθεροι πολιορκημένοι», «Ὁ Πορφύρας».
Στὰ τέλη τοῦ 1828 ἐγκαταστάθηκε μόνιμα στὴν Κέρκυρα, συνεχίζοντας τὴν...
ἐνασχόλησή του μὲ τὴν ποίηση σχεδὸν ἀπομονωμένος. Δὲν ἔκανε οὔτε ἕνα ταξίδι στὴν ἐλευθερωμένη Ἑλλάδα, γιατί, ὅπως ὑποστηρίζεται, «δὲν ἐσυνηθοῦσε νὰ θεατρίζει στὸ ἐθνικό του φρόνημα ἀλλὰ μὲς τὸ ἅγιο βῆμα τῆς ψυχῆς».
Στὶς 3 Φεβρουαρίου τοῦ 1849 παρασημοφορήθηκε μὲ τὸ Χρυσὸ Σταυρὸ τοῦ Σωτῆρος, διότι «μὲ τὴν ποίηση τοῦ διέγειρε τὰ αἰσθήματα τοῦ λαοῦ στὸν ἀγώνα γιὰ ἐθνικὴ ἀνεξαρτησία».
Πέθανε στις 9 Φεβρουαρίου του 1857 στὴν Κέρκυρα, ὕστερα ἀπὸ ἀλλεπάλληλες ἐγκεφαλικὲς συμφορήσεις. Τὰ ὀστᾶ τοῦ μεταφέρθηκαν τὸ 1865 στὴ Ζάκυνθο καὶ τοποθετήθηκαν ἀρχικῶς σ' ἕνα μικρὸ μαυσωλεῖο στὸν τάφο τοῦ Κάλβου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου