Τοῦ π. Σεραφεὶμ Ρόουζ
Τὸ θέμα τῆς ζωῆς μετὰ τὸν θάνατο ἔχει γίνει ἐντελῶς ξαφνικὰ ἀντικείμενο ἐκτεταμένου λαϊκοῦ ἐνδιαφέροντος στὸν δυτικὸ κόσμο. Τὰτελευταία χρόνια ἔχουν ἐκδοθεῖ πολλὰ βιβλία στὰ ὁποῖα ἐπιδιώκεται μία περιγραφὴ τῶν «μεταθανάτιων» ἐμπειριῶν. Διάσημοι ἐπιστήμονες καὶ ἰατροὶ ἔχουν συγγράψει τέτοια βιβλία ἢ ἔχουν ὑποστηρίξει θερμὰ τὴν ἔκδοσί τους. Μία ἐξ αὐτῶν, ἡ παγκοσμίου φήμης ἰατρὸς καὶ«εἰδικὸς» ἐπὶ προβλημάτων θανάτου καὶ ἐπιθανάτιας ἀγωνίας Ἔλιζαμπεθ Κιοῦμπλερ-Ρός, ὑποστηρίζει ὅτι οἱ ἔρευνες αὐτὲς σχετικὰ μὲ τὶς μεταθανάτιες ἐμπειρίες «θὰ διαφωτίσουν πολλοὺς καὶ θὰ ἐπιβεβαιώσουν αὐτὸ ποὺ διδασκόμαστε ἐδῶ καὶ δύο χιλιάδες χρόνια, ὅτι δηλαδὴὑπάρχει ζωὴ μετὰ τὸν θάνατο».
Ὅλα αὐτὰ βέβαια ἀποτελοῦν μία ἀπότομη ἀλλαγὴ τοῦ κλίματος ποὺ ἐπικρατοῦσε μέχρι σήμερα στοὺς ἰατρικοὺς καὶ ἐπιστημονικοὺς κύκλους, οἱ ὁποῖοι γενικὰ ἀντιμετώπιζαν τὸ θέμα τοῦ θανάτου σὰν «ταμποὺ» καὶ τοποθετοῦσαν κάθε ἰδέα περὶ συνεχίσεως τῆς ζωῆς μετὰ τὸν θάνατο στὸν χῶρο τῆς φαντασίας ἢ τῆς δεισιδαιμονίας ἤ, στὴν καλύτερη περίπτωσι, τῶν προσωπικῶν πεποιθήσεων, γιὰ τὶς ὁποῖες δὲνὑπάρχουν ἀντικειμενικὲς ....
ἀποδείξεις.
Ἡ ἐξωτερικὴ αἰτία τῆς ξαφνικῆς αὐτῆς ἀλλαγῆς τρόπου σκέψεως εἶναι ἁπλή: Τὰ τελευταία χρόνια χρησιμοποιοῦνται εὐρύτατα νέες τεχνικὲς διεγέρσεως τῆς σταματημένης καρδιᾶς γιὰ τὴν ἐπαναφορὰ τῶν ἀρτιθανῶν ἢ «κλινικὰ νεκρῶν» ἀσθενῶν στὴ ζωή. Έτσι ἕνας μεγάλος ἀριθμὸςἀτόμων «ἐξ ὁρισμοῦ» νεκρῶν γιὰ τὴν ἰατρικὴ ἐπιστήμη (χωρὶς σφυγμὸ ἢ καρδιακοὺς παλμοὺς) ἔχουν ἐπανέλθει στὴ ζωὴ καὶ πολλοὶ ἀπ' αὐτοὺς μιλοῦν ἤδη ἀνοιχτὰ γιὰ τὶς «μεταθανάτιες» ἐμπειρίες τους, ἐφ' ὅσον ἔχει ἐκλείψει ἡ σχετικὴ προκατάληψις καὶ ὁ φόβος νὰ τοὺς χαρακτηρίσουν τρελούς.
Ὅμως τὸ πιὸ ἐνδιαφέρον γιὰ μᾶς εἶναι τὸ βαθύτερο αἴτιο αὐτῆς τῆς ἀλλαγῆς, καθὼς ἐπίσης καὶ ἡ «ἰδεολογία» της. Γιὰ ποιὸ λόγο τὸφαινόμενο αὐτὸ νὰ γίνη ξαφνικὰ τόσο ἐξαιρετικὰ δημοφιλὲς καὶ βάσει ποιᾶς θρησκευτικῆς ἢ φιλοσοφικῆς θεωρίας γίνεται συνήθως κατανοητὸ ἀπὸ τοὺς περισσότερους; Αν ἔχη γίνει πιὰ κι αὐτὸ ἕνα ἀπὸ τὰ «σημεῖα τῶν καιρῶν», ἕνα σύμπτωμα τοῦ θρησκευτικοῦἐνδιαφέροντος τῶν ἡμερῶν μας, ποιὰ πρέπει νὰ εἶναι ἡ σημασία του; Θὰ ἐπανέλθουμε στὰ ἐρωτήματα αὐτά, ἀφοῦ ἐξετάσουμε ἀπὸ πιὸ κοντὰτὸ ἴδιο τὸ φαινόμενο.
Πρῶτα-πρῶτα ὅμως πρέπει νὰ διερωτηθοῦμε: Μὲ ποιὰ κριτήρια θὰ ἐξετάσουμε αὐτὸ τὸ φαινόμενο; Αὐτοὶ οἱ ἴδιοι ποὺ τὸ περιγράφουν δὲνἔχουν νὰ δώσουν κάποια σαφῆ ἑρμηνεία σ' αὐτό. Συχνὰ ἀναζητοῦν μιὰ τέτοια ἑρμηνεία σὲ ἀποκρυφιστικὰ ἢ πνευματιστικὰ κείμενα. Μερικοὶθρησκευόμενοι (ὅπως ἐπίσης καὶ μερικοὶ ἐπιστήμονες), ἐπειδὴ διαισθάνονται κάποια ἀπειλῆ γιὰ τὶς καθιερωμένες πεποιθήσεις τους, ἁπλὰἀπορρίπτουν αὐτὲς τὶς ἐμπειρίες, ἔτσι ὅπως περιγράφονται, καὶ τὶς τοποθετοῦν συνήθως στὸν χῶρο τῶν «παραισθήσεων». Αὐτὸ ἔχει γίνει ἀπὸμερικοὺς Προτεστάντες οἱ ὁποῖοι εἶναι προσκολλημένοι στὴν ἄποψι ὅτι ἡ ψυχὴ μετὰ τὸν θάνατο βρίσκεται σὲ κατάστασι ἀσυνειδησίας ἢπηγαίνει ἀμέσως «κοντὰ στὸν Χριστό». Τὸ ἴδιο κάνουν καὶ κάποιοι δογματικοὶ ἄθεοι, οἱ ὁποῖοι ἀπορρίπτουν ἐξ ὑπαρχῆς τὴν ἰδέα ὅτι ἡ ψυχὴἐπιζεῖ, ὁποιαδήποτε κι ἂν εἶναι τὰ τεκμήρια ποὺ τοὺς προσφέρονται. Όμως οἱ ἐμπειρίες αὐτὲς δὲν μποροῦν νὰ ἐξηγηθοῦν διὰ μίας ἁπλῆςἀπορρίψεως. Πρέπει νὰ κατανοηθοῦν σωστὰ αὐτὲς καθεαυτές, ἀλλὰ καὶ μέσα στὸ γενικώτερο πλαίσιο τῶν ὅσων γνωρίζουμε γιὰ τὴν τύχη τῆς ψυχῆς μετὰ τὸν θάνατο.
Δυστυχῶς ἀκόμη καὶ μερικοὶ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, ἐπηρεασμένοι συνήθως ἀπὸ κάποιες σύγχρονες ὑλιστικὲς ἰδέες, ποὺ πέρασαν συγκεκαλυμμένες μέσα στὸν Προτεσταντισμὸ καὶ τὸν Ρωμαιοκαθολικισμό, φθάνουν νὰ ἔχουν μᾶλλον ἀόριστη καὶ συγκεχυμένη γνώμη σχετικὰ μὲ τὴν πέραν τοῦ τάφου ζωή. Ὁ συγγραφεὺς κάποιου ἀπὸ τὰ νέα βιβλία γιὰ τὶς μεταθανάτιες ἐμπειρίες ζήτησε τὶς ἀπόψεις διαφόρωνὁμολογιῶν σχετικὰ μὲ τὴν κατάστασι τῆς ψυχῆς μετὰ τὸν θάνατο. Ἔτσι ἐπισκέφθηκε κι ἕναν ἱερέα τῆς Ἑλληνορθοδόξου Ἀρχιεπισκοπῆς, ὁὁποῖος τοῦ μίλησε γενικὰ γιὰ παράδεισο καὶ κόλασι, τοῦ εἶπε ὅμως ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία δὲν ἔχει «κάποια συγκεκριμένη ἄποψι γιὰ τὸ πῶς εἶναι ἡμέλλουσα ζωή». Ἔτσι ὁ συγγραφεὺς συνεπέρανε ὅτι «ἡ Ἑλληνορθόδοξη ἄποψι γιὰ τὴν μέλλουσα ζωὴ δὲν εἶναι σαφὴς»2.
Βέβαια ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἔχει ἀρκετὰ συγκεκριμένη διδασκαλία καὶ ἄποψι γιὰ τὴν μεταθανάτια ζωή, ξεκινώντας μάλιστα ἀπὸ αὐτὴν τὴν ἴδια τὴν στιγμὴ τοῦ θανάτου. Ἡ διδασκαλία αὐτὴ περιέχεται στὴν Ἁγία Γραφὴ (ἑρμηνευμένη σὲ συνάρτησι μὲ τὸ σύνολο τῶν χριστιανικῶν δογμάτων), στὰ κείμενα τῶν Ἁγίων Πατέρων καί, εἰδικώτερα, ὅσον ἄφορα τὶς συγκεκριμένες ἐμπειρίες τῆς ψυχῆς μετὰ τὸν θάνατο, σὲ πολλοὺς βίους ἁγίων καὶ ἀνθολογίες σχετικῶν προσωπικῶν ἐμπειριῶν. Ὁλόκληρο τὸ τέταρτο βιβλίο τῶν Διαλόγων τοῦ ἁγίου Γρηγορίου πάπα Ρώμης τοῦ Μεγάλου († 604) εἶναι ἀφιερωμένο στὸ θέμα αὐτό. Στὶς μέρες μᾶς ἐκδόθηκε στὰ ἀγγλικὰ μία ἀνθολογία ἀπὸ τέτοιες ἐμπειρίες, παρμένες τόσο ἀπὸ παλαιοὺς Βίους Ἁγίων ὅσο καὶ ἀπὸ πρόσφατες προσωπικὲς περιγραφές3. Ἐπίσης τελευταία ἐπανεκδόθηκε στὰ ἀγγλικὰ ἕναἀξιόλογο κείμενο, ποὺ γράφτηκε στὰ τέλη τοῦ 19ου αἰῶνος ἀπὸ κάποιον ποὺ ξαναγύρισε στὴ ζωή, ἀφοῦ παρέμεινε νεκρὸς ἐπὶ τριάντα ἔξιὤρες4. Ὁ Ὀρθόδοξος λοιπὸν ἔχει στὴν διάθεσί του μία πλούσια γραμματεία, μὲ τὴν βοήθεια τῆς ὁποίας μπορεῖ νὰ κατανοήση καὶ νὰἀξιολογήση τὶς νεώτερες «μεταθανάτιες» ἐμπειρίες κάτω ἀπὸ τὸ φῶς τῆς συνόλης χριστιανικῆς διδασκαλίας περὶ μελλούσης ζωῆς.
Τὸ βιβλίο ποὺ ἀναζωπύρωσε τὸ σύγχρονο ἐνδιαφέρον ἐπὶ τοῦ θέματος πρωτοκυκλοφόρησε τὸν Νοέμβριο τοῦ 1975 καὶ γράφτηκε ἀπὸ ἕνα νεαρὸ ψυχίατρο ἀπὸ τὶς νότιες Ἡνωμένες Πολιτείες5, ὁ ὁποῖος ὅμως τότε ἀγνοοῦσε ὁποιαδήποτε ἄλλη σχετικὴ μελέτη ἢ βιβλιογραφία. Καθὼςὅμως τὸ βιβλίο ἀκόμη τυπωνόταν, ἔγινε ἐμφανὲς ὅτι εἶχε ἤδη προϋπάρξει μεγάλο ἐνδιαφέρον ἐπὶ τοῦ θέματος καὶ ὅτι πολλὰ εἶχαν ἤδη γραφεῖπερὶ αὐτοῦ. Ἡ καταπληκτικὴ ἐπιτυχία τοῦ βιβλίου τοῦ δόκτορος Μούντυ (πουλήθηκαν πάνω ἀπὸ δύο ἑκατομμύρια ἀντίτυπα) ἔφερε τὶςἐμπειρίες τῶν ἑτοιμοθάνατων στὸ φῶς τῆς ἀνοιχτῆς δημοσιότητος καὶ τὰ ἑπόμενα τέσσερα χρόνια ἕνας ἀξιόλογος ἀριθμὸς βιβλίων καὶἄρθρων γιὰ τὶς ἐμπειρίες αὐτὲς ἐμφανίστηκε στὸν τύπο. Μεταξὺ τῶν σπουδαιότερων εἶναι τὰ ἄρθρα τῆς δόκτορος Ἐλίζαμπεθ Κιοῦμπλερ-Ρός, τῆς ὁποίας οἱ διαπιστώσεις εἶναι ὅμοιες μὲ ἐκεῖνες τοῦ δόκτορος Μούντυ, καὶ οἱ ἐπιστημονικὲς μελέτες τῶν ἰατρῶν Ὄσις καὶ Χάραλντσον.Ἐπίσης ὁ ἴδιος ὁ Μούντυ ἔγραψε ἕνα δεύτερο βιβλίο σὰν συνέχεια τοῦ πρώτου6 μὲ συμπληρωματικὸ ὑλικὸ καὶ καινούργιες σκέψεις ἐπὶ τοῦθέματος. Τὶς διαπιστώσεις αὐτῶν καὶ ἄλλων νεωτέρων βιβλίων (ποὺ κατὰ βάσιν συμφωνοῦν μεταξύ τους ὡς πρὸς τὰ ἐν λόγω φαινόμενα) θὰἐξετάσουμε παρακάτω. Καὶ θὰ ξεκινήσουμε ἀπὸ τὸ πρῶτο βιβλίο τοῦ δόκτορος Μούντυ, ποὺ ἀποτελεῖ μία ἀρκετὰ ἀντικειμενικὴ καὶσυστηματικὴ προσέγγισι τοῦ ὅλου θέματος.
Μέσα σὲ δέκα χρόνια ὁ Μούντυ συγκέντρωσε τὶς προσωπικὲς μαρτυρίες 150 περίπου ἀτόμων, τὰ ὁποία εἴτε εἶχαν γευθεῖ τὸν ἴδιο τὸν θάνατο ἢεἶχαν φθάσει στὰ πρόθυρά του, εἴτε τοῦ μετέφεραν τὶς ἐμπειρίες ἄλλων τοὺς ὁποίους εἶχαν δεῖ νὰ πεθαίνουν. Ἀπὸ ὅλους αὐτοὺς ἐπικέντρωσε τὶς ἔρευνές του σὲ πενήντα περίπου ἄτομα, μὲ τὰ ὁποῖα εἶχε λεπτομερεῖς συνεντεύξεις. Προσπαθεῖ νὰ εἶναι ἀντικειμενικὸς στὴν παρουσίασι τῶν στοιχείων αὐτῶν, μολονότι παραδέχεται ὅτι τὸ βιβλίο «εἶναι φυσικὸ νὰ ἀντικατροπτίζη τὴν παιδεία, τὶς γνῶμες καὶ τὶς προκαταλήψεις τοῦ συγγραφέως τοῦ»7, ὁ ὁποῖος ἀπὸ πλευρᾶς θρησκευτικῆς καταγωγῆς εἶναι μεθοδιστὴς προτεστάντης μὲ φιλελεύθερες μᾶλλον ἀπόψεις. Καὶ πράγματι ὑπάρχουν κάποια μειονεκτήματα στὸ βιβλίο αὐτό, ἂν θέλουμε νὰ τὸ δοῦμε σὰν μία
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου