Μαρτύρησε στήν Κωνσταντινούπολη στίς 25 Ἰανουαρίου 1720
Ὁ ἅγιος Νεομάρτυς Αὐξέντιος καταγόταν ἀπό τήν περιοχή τῆς Βελλᾶς τῶν Ἰωαννίνων καί ἦταν γέννημα εὐσεβῶν Χριστιανῶν. Σέ νεαρή ἡλικία πῆγε στήν Κωνσταντινούπολη καί ἐργαζόταν ὡς γουναράς. Ὅμως ὁ μισόκαλος διάβολος τοῦ ἔβαλε λογισμούς νά ζήσει αὐτή τήν πρόσκαιρη ζωή μέ ὑλικές ἀπολαύσεις καί τόν πλάνεσε καί ,ἀφήνοντας τήν τέχνη τοῦ ,κατατάχθηκε στά βασιλικά καράβια.
Ἔμεινε ἐκεῖ κάποιο χρονικό διάστημα ζώντας ἄστατα μέ τούς ἀλλοφύλους συντρόφους του.
Κάποια μέρα συκοφαντήθηκε ἀπ’ αὐτούς τούς ἴδιους ὅτι ἀρνήθηκε τόν Χριστό καί ἔγινε μουσουλμάνος . Ἐπειδή φοβήθηκε μήπως τό μάθει ὁ καπετάνιος τοῦ πλοίου , ἔφυγε κρυφά καί πῆγε στήν Κωνσταντινούπολη , ὅπου ἀγόρασε ἕνα καΐκι μέ τό ὁποῖο ἐργαζόταν γιά νά ζεῖ. Μετανίωσε ὁλόψυχα γιά τά πρότερα σφάλματά του καί μάλιστα φλεγόταν κυριολεκτικά ἡ καρδιά του νά μαρτυρήσει γιά τόν Χριστό. Παρακαλοῦσε δέ νύχτα μέρα μέ δάκρυα τόν Θεό νά τοῦ δείξει κάποιον ἔμπειρο πνευματικό νά ἐξομολογηθεῖ τόν πόθο του γιά τό μαρτύριο.
Ὁ Θεός ἄκουσε τίς προσευχές του καί κάποια μέρα πέρασε μέ τό καΐκι τοῦ τόν Σύγκελλο τοῦ Πατριαρχείου τόν Γρηγόριο, Ξηροποταμηνό μοναχό , στόν ὁποῖο ἐξομολογήθηκε τούς λογισμούς του. Ὁ εὐλαβής καί ἔμπειρος πνευματικός ἀρχικά ἐπήνεσε τόν πόθο τοῦ , προσπάθησε ὅμως νά τόν ἀποτρέψει μήπως δειλιάσει στά βασανιστήρια καί γίνει ἀρνητής. Τόν προέτρεψε νά γίνει μοναχός καί ἔτσι νά σωθεῖ.
Ὁ ἅγιος ἄκουσε σιωπηλά καί μέ εὐλάβεια τόν πνευματικό, ἡ καρδιά τοῦ ὅμως φλεγόταν ἀπό τόν πόθο τοῦ μαρτυρίου. Συνέχισε νά ἐργάζεται στό καΐκι τοῦ ,ὅπου ἀπ’ ὅσα ἔβγαζε κρατοῦσε τά ἀπολύτως ἀπαραίτητα γιά τή συντήρησή του καί τά ὑπόλοιπα τά ἔδινε ἐλεημοσύνη. Ζοῦσε μέ νηστεία, ἀγρυπνία καί προσευχή. Συνήθιζε δέ νά πηγαίνει στόν ναό τῆς Παναγίας τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς , ὅπου προσευχόταν ὅλη τή νύχτα στήν Παναγία νά τόν βοηθήσει νά τελειώσει τή ζωή του μέ μαρτύριο.
Ἔτσι κάποια μέρα πῆγε στό καράβι πού ὑπηρετοῦσε ναύτης. Οἱ συνάδελφοί του καί ἄλλοι πού τόν γνώριζαν ὅρμησαν πάνω του θυμωμένοι καί τόν χτυποῦσαν. Ἄλλοι τοῦ ἔλεγαν, πῶς ἐσύ ποῦ ἤσουν στή θρησκεία μᾶς ἔγινες πάλι χριστιανός ; καί τελικά τόν ὁδήγησαν στό δικαστήριο.
Ὁ ἅγιος μέ πολύ θάρρος ἔλεγε , ἐγώ Χριστιανός ἤμουν καί εἶμαι καί γιά τόν Χριστό μου εἶμαι ἕτοιμος νά ὑπομείνω μυριάδες βάσανα. Κάποιος ἀπό τούς παρισταμένους τόν χτύπησε μέ ἕνα σίδερο στό πρόσωπο καί χύθηκε τό δεξί του μάτι , μέ ἄλλο χτύπημα στό στόμα ἔπεσαν δύο ἀπό τά δόντια του. Ὁ μάρτυς τά ὑπέφερε χωρίς νά δειλιάσει καί εὐχαριστοῦσε τόν Θεό διότι τόν ἀξίωνε νά πάσχει γιά τό ὄνομά Του. Ὁ δικαστής τόν ρώτησε γιατί ἀρνήθηκε τό ἰσλάμ καί ἐπέστρεψε στόν χριστιανισμό. Ὁ ἅγιος του ἀπάντησε μέ πολύ θάρρος , ἐγώ, δικαστά, οὐδέποτε ἀρνήθηκα τόν Χριστό ἀλλά Τόν πιστεύω καί Τόν ὁμολογῶ ὡς Θεό παντοδύναμο καί δημιουργό του σύμπαντος. Εἶμαι δέ ἕτοιμος νά χύσω τό αἷμα μου γιά τήν πίστη μου καί ὄχι νά γίνω τοῦρκος. Μή γένοιτο.
Μόλις τ’ ἄκουσε ὁ δικαστής διέταξε θυμωμένος νά τοῦ δώσουν τριακόσιους ραβδισμούς στά πόδια. Ποτάμι ἔτρεχε τό αἷμα ἀπό τά νύχια τῶν ποδιῶν τοῦ , ἐκεῖνος ὅμως ὁ μακάριος εὐχαριστοῦσε τόν Θεό καί Τόν παρακαλοῦσε νά τόν ἐνισχύσει νά ὁλοκληρώσει τό μαρτύριό του. Ὁ δικαστής διέταξε νά τόν κλείσουν στή φυλακή.
Ὅταν ἔμαθε ὁ πνευματικός του ὁ Γρηγόριος τά γεγονότα , βρῆκε τρόπο νά μπεῖ στή φυλακή νά τόν ἀνταμώσει. Μέ τά λόγια του τόν ἐνθάρρυνε στό μαρτύριο ὥστε νά ὑπομείνει , νά καταισχύνει τόν διάβολο καί νά λάβει τόν στέφανο τῆς ἀθλήσεως . Ὁ ἅγιος ζήτησε νά μεταλάβει τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων καί πράγματι ὁ πνευματικός του πατέρας ἔφερε καί τοῦ μετέδωσε τήν Θεία Εὐχαριστία.
Μετά ἀπό λίγες ἡμέρες τόν ὁδήγησαν στό δικαστήριο δεμένο μέ βαριές ἁλυσίδες σάν κακοῦργο. Ὁ ἅγιος στεκόταν χαρούμενος λές καί ἦταν σέ κανένα πανηγύρι. Γιά μία ἀκόμα φορᾶ ,μπροστά στόν βεζύρη τώρα , ὁμολόγησε τόν Χριστό. Ἐγώ Χριστιανός γεννήθηκα καί Χριστιανός θέλω νά πεθάνω. Δέν ἀρνοῦμαι τήν πίστη μου ἀκόμη κι ἄν μου κάνετε μυριάδες βάσανα , γιατί αὐτή εἶναι καλή καί ἀληθινή. Τότε ὁ βεζύρης θυμωμένος διέταξε νά ἀποκεφαλιστεῖ.
Τόν ἅρπαξαν ἀμέσως καί τόν ὁδήγησαν στόν τόπο τῆς καταδίκης. Ἐκεῖ ,ἀφοῦ ὁ ἅγιος προσευχήθηκε γιά ὅλους τους ὀρθόδοξους Χριστιανούς, γονάτισε καί ὁ δήμιος τόν ἀποκεφάλισε. Ἦταν τριάντα ἐτῶν.
Τή νύχτα οὐράνιο φῶς κατέβαινε στό μαρτυρικό λείψανο , τό ὁποῖο ἔβλεπαν καί Τοῦρκοι καί Ρωμιοί.
Κάποιος ρωμιός ἄρχοντας πού εἶχε πρόσβαση στό παλάτι ζήτησε τό ἅγιο λείψανο γιά ταφῆ. Ἀφοῦ τό παρέλαβε , τό ἔπλυνε ὡς ἄλλος Νικόδημος μέ διάφορα μύρα καί ἀρώματα καί μέ πολλή εὐλάβεια τό σήκωσαν οἱ Χριστιανοί , μαζί μέ τόν Πατριάρχη καί ἄλλους Ἀρχιερεῖς καί τό ἔφεραν καί τό ἐνταφίασαν στήν Ι. Μ. Ζωοδόχου Πηγῆς , ὅπου συνήθιζε νά προσεύχεται ἀγρυπνώντας.
ΠΗΓΗ
ΑΠΟΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΟΝΗ ΒΑΤΟΠΑΙΔΙΟΥ
Στήν ἀνακομιδή τῶν λειψάνων τοῦ ξεχύθηκε τόση εὐωδία πού θαύμαζαν ὅλοι οἱ παριστάμενοι. Πλῆθος θαυμάτων ἀκολούθησαν.
Ἡ τιμία κάρα τοῦ δωρήθηκε στήν Ι. Μ. Ξηροποτάμου τοῦ Ἁγίου Ὅρους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου