16 Οκτ 2025

Ἅγιος Λογγίνος ὁ Ἑκατόνταρχος, ὁ Ἅγιος τοῦ Γολγοθᾶ

Στά ἱερά Εὐαγγέλια ὁ Ῥωμαῖος στρατιώτης πού λόγχευσε τὴν ἀκήρατη πλευρὰ τοῦ Ἐσταυρωμένου Ἰησοῦ εἶχε τὸ ἀξίωμα τοῦ Κεντυρίωνα – Ἑκατοντάρχου. Τὸ ὄνομά του «Λογγίνος» ἀναφέρεται στό ἀπόκρυφο Εὐαγγέλιο τοῦ Νικοδήμου καὶ πιθανῶς νά προέρχεται ἀπὸ τὴν ἑλληνικὴ λέξη «λόγχη». Ὁ Ἅγιος αὐτὸς τοῦ Γολγοθᾶ, ἦταν ἰουδαϊκῆς καταγωγῆς. Γεννήθηκε στήν ἁγιοτόκο Καππαδοκία καὶ ὑπηρετοῦσε στόν ῥωμαϊκὸ στρατὸ ὑπό τίς διαταγὲς τοῦ Ποντίου Πιλάτου. Ἦταν ἐπικεφαλῆς τῆς ὁμάδος πού ἐπιτηροῦσε τὰ ἄχραντα Πάθη τοῦ Κυρίου μας, τοὺς ἐμπτυσμούς, τοὺς κολαφισμούς, τὸ ἀκάνθινο στεφάνι καὶ τή φρικτή σταύρωσή Του.

Ὅταν ὁ Ἅγιος Λογγίνος βρέθηκε στόν φρικτὸ Γολγοθᾶ καὶ παρακολούθησε πού ἧταν στημένο ἀπὸ τοὺς φώναζαν «τὸ αἷμα αὐτοῦ ἐφ’ ἡμᾶς καὶ ἐπὶ τὰ τέκνα ἡμῶν» (Ματθ. κζ 25) δέν θὰ μποροῦσε νά φαντασθεῖ, ὅτι θὰ γινόταν ὁ πρῶτος ὁμολογητὴς τῆς Θεότητος τοῦ Ἰησοῦ καὶ τῆς Ἀναστάσεώς Του μέχρι καὶ μαρτυρικοῦ τέλους Του. Ὅταν οἱ Ἅγιοι Ἀπόστόλοι καὶ οἱ ἄλλοι μαθητὲς τοῦ Κυρίου ἀπομακρύνθηκαν ἀπὸ τὸν Γολγοθὰ ὁ Λογγίνος τοὺς ἀναπλήρωσε, ἀφοῦ εἶχε σαγηνευθεῖ ἀπὸ τὸ προσωπο τοῦ Ἰησοῦ καὶ ἡ ψυχὴ του εἶχε συγκινηθεῖ... ἀπὸ τὴν ἄδικη καταδίκη Του σὲ σταυρικὸ θάνατο. Κάτι μέσα του τοῦ ἔλεγε, ὅτι Ἐκεῖνος, ὁ καταδικασμένος σὰν κακοῦργος, δέν ἦταν τυχαῖο πρόσωπο, δέν ἦταν κοινὸς ἄνθρωπος. Αὐτὸ ἐπιβεβαίωσαν καὶ τὰ γεγονότα πού ἀκολούθησαν καὶ τὸν συντάραξαν ἐπιφέροντάς του τὴν «καλὴν ἀλλοίωσιν».

Τὴν ἕκτη ὥρα τῆς Μεγάλης ἐκείνης Παρασκευῆς εἶδε ὁ Λογγίνος νά ἁπλώνεται πυκνὸ σκοτάδι σὲ ὅλη τήν γῆ πού διήρκεσε τρεῖς ὦρες (Ματθ. κζ΄ 45, Μαρκ. ε΄ 33 καὶ Λουκ. κγ΄ 44). Τὴν ἑνάτη ὥρα εἶδε τὸν Χριστὸ νά παραδίδει τὸ πνεῦμα Του χωρὶς νά ἔχει περιέλθει πρίν σὲ κωματώδη καταστάση, ἐνῶ βρισκόταν ἤδη ἔξη ὧρες στόν Σταυρό, γεγονὸς ἄγνωστο στήν ἱστόρία τῶν σταυρικῶν ἐκτελέσεων. Πρὶν νά παραδώσει τὸ πνεῦμα Του τὸν ἄκουσε νά κραυγάζει μέ δυνατὴ φωνὴ: «Ἠλί, ἠλί, λιμὰ σαβαχθανὶ» δηλαδὴ «Θεέ μου, Θεέ μου, ἵνα τί με ἐγκατέλιπες» (Ματθ. κζ΄ 46, Μαρκ. ιε΄ 34). Καὶ εὐθὺς εἶδε τή γῆ νά σείεται, τὰ βουνὰ καί τίς πέτρες νά σχίζονται, τὰ μνημεῖα νά ἀνοίγουν καὶ πολλοὺς πεθαμένους νά ἀνασταίνονται καὶ νά ἐμφανίζονται στούς δρόμους. Ὁ συνετὸς Λογγίνος τότε καταλήφθηκε ἀπὸ φόβο, ἀφοῦ ὅλα αὐτὰ τὰ παράδοξα θαύματα συνέβαιναν γιά πρώτη φορὰ στήν ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητος.

Ὅταν ζητήθηκε ἀπὸ τὸν Λογγίνο νά ἐξετάσει ἂν ὁ Χριστὸς ἦταν πράγματι νεκρός, αὐτός τρύπησε μέ τή λόγχη τὴν πλευρὰ Του καὶ ἔτρεξε ἀπ’ αὐτὴν αἷμα καὶ νερό. Οἱ σταγόνες ἔσταξαν στό πρόσωπο τοῦ Ἑκατοντάρχου καὶ θεράπευσαν ἕνα χρόνιο πρόβλημα ὁράσεως πού τὸν ταλαιπωροῦσε. Τότε, σύμφωνα μέ τοὺς Εὐαγγελιστές, ἀναφώνησε: «Ἀληθῶς Θεοῦ Υἱὸς ἦν Οὖτος» (Ματθ. κζ΄ 54). Ἡ ὁμολογία του αὐτὴ ἧταν ἐνσυνείδητη, σαφὴς καὶ σταθερή. Ἤταν ἀπαντητικὴ φωνὴ πρὸς τὴν ταραγμένη καὶ πενθοῦσα φύση, πρὸς τοὺς φοβισμένους καὶ κατηφεῖς μαθητὲς τοῦ Θείου Διδασκάλου. Ὁμολογία συγκλονιστική, ἀξιωματούχου τῆς Ῥωμαϊκῆς Διοικήσεως στήν Ἰουδαία, τῆς ὁποίας ὁ ἀντιλάλος θὰ ἀκούγεται, ὅσο θὰ ὑπάρχει ζωὴ στόν πλανήτη αὐτό. Ἔτσι, μέσα σὲ αὐτή τὴν ἀτμόσφαιρα τῆς παρανομίας, τῆς μοχθηρίας καὶ τῆς κακίας, τῶν βλασφημιῶν καὶ τῶν ὕβρεων, βρέθηκε καὶ ἕνα στόμα ἀπὸ τὸ ὁποῖο ἐξῆλθε τὸ ἄρωμα τῆς ὁμολογίας καὶ τῆς δοξολογίας πρὸς τὸν Θεό, συνάμα δὲ καὶ τὸ μεγαλεῖο τῆς ταπεινώσεως.

Ἀργότερα ὁ ἴδιος ὁ Ἑκατόνταρχος διατάχθηκε ἀπὸ τὸν Πιλάτο μαζί μέ τὴν κουστωδία του νά φρουρήσει τὸν τάφο τοῦ Χριστοῦ, παρ’ ὅτι ἐκεῖνος γνώριζε ὅτι ὁ Λογγίνος εἶχε εὐνοϊκὴ γνώμη γιά τὸν Μεγάλο νεκρὸ καὶ εἶχε ὁμολογήσει τήν θεότητά Του. Μὲ αὐτὴ τή διαταγή ἀξιώθηκε ὁ μακάριος νά γίνει καὶ αὐτόπτης μάρτυρας τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ. Προφανῶς, στήν ἀνάθεση καὶ πάλι τῆς φυλάξεως ἀπὸ τὸν Λογγίνο τοῦ τάφου τοῦ Χριστοῦ, οἱ Ἰουδαῖοι δέν ἀντέδρασαν, γιατί, μετὰ τὰ τόσα θαυμαστὰ γεγονότα, κατὰ καὶ μετὰ τή Σταύρωση τοῦ Κυρίου, ὁπωσδήποτε βρίσκονταν σὲ μεγάλη σύγχυση.

Ὁ διατεταγμένος, λοιπόν, Ἑκατόνταρχος Λογγίνος, βρέθηκε αὐτόπτης μάρτυρας τῶν ὅσων συνέβησαν μὲ τρόπο θαυμαστό κατὰ τήν ἀναγγελία τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τὸν Ἀρχάγγελο Γαβριὴλ στίς Μυροφόρες. Συγκλονίστηκε μαζί μέ τοὺς στρατιῶτες του ἀπὸ τὸ δυνατὸ σεισμό. Εἶδε τὸν ἀστραπόμορφο Ἄγγελο, ὁ ὁποῖος κύλησε τὸν μεγάλο λίθο ἀπὸ τή θύρα τοῦ μνημείου καὶ ἔζησε τὰ μετὰ τὸ ἄγγελμα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ θαυμάσια, μέσα σὲ ἀγωνία, φόβο, συγκίνηση, ἀλλὰ καὶ ἀνεκλάλητη χαρά. Ἡ συγκίνησή του μετατράπηκε σὲ πίστη. Ἡ ξεχωριστὴ τιμή πού τοῦ ἔκανε ὁ Κύριος νά παρευρίσκεται στό μνῆμα Του, κατὰ τή διαπίστωση τῆς ἐγέρσεώς Του καί τοῦ ἐσφραγισμένου ἀπὸ τοὺς στρατιῶτες του Τάφου, τοῦ ἐπέφερε τὴν καλὴ ἀλλοίωση. «Τώρα, ποιός θὰ μποροῦσε νά τοῦ κλονίσει τὴν πίστη; Ἔβλεπε μέ τὰ ἴδια του τὰ μάτια τὸ κενὸ μνημεῖο, τὰ ἐντάφια σπάργανα, τὸ σουδάριο καί τὸν ἀποκυλισθέντα λίθο.

Γνώριζε καλὰ ὁ Λογγίνος, ὅτι οἱ Ἀρχιερεῖς θεώρησαν μεγάλη ντροπὴ τους τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ καὶ ὅτι ἔκαναν ἀμέσως μέ τοὺς Πρεσβυτέρους συμβούλιο, γιά νά σκεπάσουν τὴν ἐγκληματικὴ τους πράξη, σκέφθηκαν τή δωροδοκία. Ἔδωσαν στούς φρουροὺς ἀρκετὰ χρήματα, γιά νά συκοφαντήσουν τὴν Ἀνάσταση καὶ νά διαδώσουν, ὅτι οἱ μαθητὲς Του πῆγαν κρυφὰ τή νύχτα, καὶ ἔκλεψαν τὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ (Ματθ. κη΄ 13).

Ὁ εὐσεβὴς καὶ αὐτόπτης μάρτυρας τῶν συμβάντων στό Γολογοᾶ Λογγίνος βαπτίστηκε χριστιανὸς καὶ ἐπέστρεψε στήν πατρίδα του, τή Σανδιάλη τῆς Καππαδοκίας, γιά νά μεταδώσει τὸ μήνυμα τοῦ χριστιανισμοῦ, νά γίνει Ἀπόστολος τῆς Ἀναστάσεως. Τὸν συντρόφευσαν καὶ οἱ ἄλλοι δύο στρατιῶτες, ποὺ πίστεψαν στά θαύματα τοῦ Χριστοῦ καὶ συνέστησαν τὸ πρῶτο ἄτυπο κοινόβιο τοῦ χριστιανισμοῦ. Ὅμως οἱ Ἰουδαῖοι Ἀρχιερεῖς δέν μποροῦσαν νά ἀφήσουν τέτοια προσβολὴ ἀτιμώρητη. Ἀπευθύνθηκαν στόν αὐτοκράτορα τῆς Ῥώμης Τιβέριο καὶ κατηγόρησαν τὸ Λογγίνο γιά προδοσία.

Ὁ Τιβέριος διέταξε τὸν ἐπίτροπο τῆς περιοχῆς, τὸν Πόντιο Πιλάτο, νά τιμωρήσει παραδειγματικὰ τὸν ἀποστάτη. Ὁ Πιλᾶτος ἔστειλε ὁμάδα στρατιωτῶν ἐναντίον του, οἱ ὁποῖοι ἔφθασαν βράδυ ἔξω ἀπὸ τὴν οἰκία τοῦ πρώην Ἑκατοντάρχου. Δέν γνώριζαν ὅτι ὁ ἄνδρας πού τοὺς ὑποδέχθηκε μέ ἀγάπη ἧταν αὐτός πού ἀναζητοῦσαν καὶ τὸν διέταξαν νά τοὺς ὁδηγήσει στό σπίτι τοῦ Λογγίνου. Ὁ οἰκοδεσπότης Λογγίνος προθυμοποιήθηκε νά τοὺς δείξει αὐτόν πού ζητοῦσαν, ἀλλὰ πρῶτα τοὺς ἐτοίμασε φαγητὸ καὶ τοὺς ἔβαλε νά ξαποστάσουν. Οἱ στρατιῶτες μὴ γνωρίζοντας ποῖον ἔχουν ἀπέναντί τους τοῦ ἀποκάλυψαν τὸν σκοπὸ τοῦ ταξιδιοῦ τους, δηλαδὴ τή θανάτώση τοῦ Λογγίνου καὶ τῶν δύο στρατιωτῶν του. Αὐτὸς ἀτάραχος, τοὺς προέτρεψε νά μείνουν μαζὶ του γιά δυὸ ἡμέρες, μέχρι νά ἐπιστρέψουν καὶ οἱ ἄλλοι στρατιῶτες πού ἔψαχναν. Οἱ ἡμέρες πέρασαν, οἱ σύντροφοι ἔφθασαν καὶ ἦρθε ἡ ὥρα τῆς ἀποκαλύψεως. Οἱ ἀπεσταλμένοι δήμιοι ἔμειναν ἔκπληκτοι, ὅταν ὁ γενναιόδωρος οἰκοδεσπότης τοὺς εἶπε ὅτι ἐκεῖνος ἧταν ὁ ἄτιμος Ἑκατόνταρχος πού πρόδωσε τή Ῥώμη. Ἀκόμα περισσότερο παραξενεύθηκαν μέ τὴν εἰλικρίνειά του, ἀφοῦ δέν προσπάθησε νά ἀποφύγει τὸν θάνατο. Τοῦ ζήτησαν τὸν λόγο καὶ ὁ Λογγίνος ἀπάντησε ὅτι ἀνυπομονοῦσε νά μαρτυρήσει γιά τὴν πίστη του. Ἔτσι καὶ ἔγινε. Οἱ στρατιῶτες μέ βαριὰ καρδιά ἐκτέλεσαν τίς διαταγὲς τους, ἀποκεφάλισαν τὸν Ἑκατόνταρχο καὶ τοὺς συντρόφους του καὶ πήγαν τὰ κεφάλια στόν Πιλάτο, ὡς ἀπόδειξη τῆς ἐπιτυχοῦς ἀποστολῆς τους. Ἐκεῖνος μόλις τὰ εἶδε τὰ πέταξε περιφρονητικὰ ἀπὸ τὸ παραθυρο σὲ μιά χωματερή. Χρόνια μετά, μία τυφλὴ γυναῖκα βρῆκε τὴν τιμία κεφαλὴ τοῦ Μάρτυρος καὶ δι’αὐτῆς θεραπεύθηκε ἀπό βαρύ νόσημα πού την βασάνιζε.

Ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾶ τήν μνήμη τοῦ Λογγίνου και τῶν συνστρατιωτῶν του στίς 16 Οκτωβρίου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.