Ἡ Πίστη καὶ ὁ σεβασμὸς στὴν Ἐκκλησία
ἦταν μία ἀξία ποὺ ὑπῆρχε πάντοτε στὴν παράδοση τοῦ ἑλληνικοῦ ἔθνους. Ἦταν ἡ
ταυτότητα τῆς γενιᾶς τοῦ Σαράντα. Διότι ἀπὸ τὴν τότε Ἡγεσία τῆς Ἑλλάδος μέχρι τὸν
τελευταῖο χωρικό τῆς ὑπαίθρου, ἅπαντες πίστευαν καὶ ἐπικαλοῦνταν τὴν βοήθεια τοῦ
Τριαδικοῦ Θεοῦ καὶ τῆς Παναγίας γιὰ τὴν αἴσια ἔκβαση στὴ δοκιμασία τοῦ πολέμου
μὲ τὴν Ἰταλία. Αὐτὴ ἡ ἐμπιστοσύνη στὴ Θεία Πρόνοια φάνηκε ξεκάθαρα καὶ στὰ ἱστορικὰ
Διαγγέλματα τὴν 28η Οκτωβρίου 1940, μὲ τὰ ὁποία οἱ ἰθύνοντες τῆς Ἑλλάδος
Γεώργιος Β΄, Ἰω. Μεταξάς, Ἀλ. Παπάγος συμπεριλαμβανομένου καὶ τοῦ Ἀρχιεπισκόπου
Ἀθηνῶν καὶ πάσης Ἑλλάδος Χρύσανθου, ἐνημέρωναν τὸν ἑλληνικὸ λαὸ γιὰ τὴν ἔναρξη
τοῦ ἀγώνα.
«Μὲ πίστην εἰς τὸν Θεὸν καὶ εἰς τὰ
πεπρωμένα τῆς φυλῆς, τὸ Ἔθνος σύσσωμον καὶ πειθαρχοῦν ὡς εἰς ἄνθρωπος, θὰ ἀγωνισθῆ
ὑπὲρ βωμῶν καὶ ἑστιῶν μέχρι τῆς τελικῆς Νίκης», ἀνέφερε μεταξὺ ἄλλων ὁ Βασιλεὺς
Γεώργιος Β’.
«Ἕλληνες, τώρα θὰ ἀποδείξωμεν ἐὰν
εἴμεθα ἄξιοι τῶν προγόνων μας καὶ τῆς ἐλευθερίας, τὴν ὁποίαν μᾶς ἐξησφάλισαν οἱ
προπάτορές μας. Ὅλον τὸ Ἔθνος ἂς ἐγερθῆ σύσσωμον, ἀγωνισθῆτε διὰ τὴν Πατρίδα, τὰς
γυναίκας, τὰ παιδιά σας, καὶ τὰς ἱερᾶς μας παραδόσεις», ὑπογράμμιζε ὁ Ἰ.
Μεταξάς. Ἐνώ τὴν 22α Νοεμβρίου 1940 ὅταν ὁ Ἑλληνικὸς Στρατὸς ἔμπαινε
ἐλευθερωτὴς στὴν Κορυτσὰ ὁ Μεταξὰς δήλωνε τὰ ἑξῆς: «Πρέπει νὰ εὐχαριστήσωμεν τὸν
Θεόν, διότι ἡ πρόνοια αὐτοῦ προώρισεν ἐκ νέου τὴν Ἑλλάδα εἰς τοιούτους ὑψηλοὺς ἀγώνας».
Στὴν ἡμερησία Διαταγὴ τῆς
28ης Οκτωβρίου 1940 ὁ Ἀρχιστράτηγος Ἀλέξανδρος Παπάγος τόνιζε στὰ στελέχη
καὶ τοὺς στρατιῶτες τὰ ἀκόλουθα: «Ἡ Α.Μ. ὁ Βασιλεὺς καὶ ἡ Ἐθνικὴ Κυβέρνησίς μου
ἐνεπιστεύθησαν τὴν ἀρχηγίαν τοῦ Στρατοῦ. Ἀναλαμβάνων αὐτήν, καλῶ τοὺς Ἀξιωματικοὺς
καὶ ὀπλίτας τοῦ Ἑλληνικοῦ Στρατοῦ εἰς τὴν ἐκτέλεσιν τοῦ ὑψίστου πρὸς τὴν
Πατρίδα καθήκοντος μὲ τὴν μεγαλυτέραν αὐταπάρνησιν καὶ σταθερότητα.Μὴν ἀμφιβάλλετε
ὅτι τελικῶς θὰ ἐπικρατήσωμεν μὲ τὴν βοήθειαν καὶ τὴν εὐλογίαν τοῦ Θεοῦ καὶ τὰς
εὐχᾶς τοῦ Ἔθνους. Ἕλληνες Ἀξιωματικοὶ καὶ ὀπλίται φανῆτε ἥρωες!»
Παράλληλα μὲ τὴν Πολιτειακή,
Πολιτικὴ καὶ Στρατιωτικὴ Ἡγεσία τῆς χώρας, ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν Χρύσανθος ἀνέφερε:
«Τέκνα ἐν Κυρίω ἀγαπητά,
Η Α.Μ. ὁ Βασιλεὺς καὶ ὁ πρόεδρος
τῆς ἐθνικῆς ἠμῶν κυβερνήσεως καλοῦν ἠμᾶς πάντας ἴνα ἀποδυθῶμεν εἰς Ἅγιον ὑπὲρ
Πίστεως καὶ Πατρίδος ἀμυντικὸν ἀγώνα. Ἡ Ἐκκλησία εὐλογεῖ τὰ ὄπλα τὰ ἱερὰ καὶ
πέποιθεν ὅτι τὰ τέκνα τῆς Πατρίδος εὐπειθῆ εἰς τὸ κέλευσμα Αὐτῆς καὶ τοῦ Θεοῦ θὰ
σπεύσουν ἐν μιὰ ψυχὴ καὶ καρδιὰ ν΄ ἀγωνισθοῦν ὑπὲρ βωμῶν καὶ ἑστιῶν καὶ τῆς Ἐλευθερίας
καὶ τιμῆς καὶ θὰ συνεχίσουν οὕτω τὴν ἂπ΄ αἰώνων πολλῶν ἀδιάκοπον σειρὰν τῶν
τιμίων καὶ ἐνδόξων ἀγώνων καὶ θὰ προτιμήσουν τὸν ὡραῖον θάνατον ἀπὸ τὴν ἄσχημον
ζωὴν τῆς δουλείας..».
Ἀξίζει νὰ ἀναφερθεῖ ὅτι ἡ
στρατευόμενη καὶ ποιμαίνουσα Ἐκκλησία, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ποιμαντικὴ καὶ λατρευτική
της ἀποστολή, στήριξε τὸν Στρατὸ καὶ τὸν ἑλληνικὸ λαὸ καθόλα τὰ ἔτη τοῦ
πολέμου. Δίπλα στοὺς στρατιῶτες τοῦ μετώπου ὑπῆρχε ἕνας Στρατιωτικὸς Ἱερέας.
Μάλιστα ὁ Ἀρχιεπίσκοπος
Χρύσανθος, τὴν 27η Απριλίου 1941 ἀρνήθηκε νὰ συμμετάσχει στὴν ἐπιτροπὴ
ποὺ θὰ παρέδιδε συμβολικὰ τὸ κλειδὶ τῆς πόλεως τῶν Ἀθηνῶν στοὺς Γερμανοὺς
κατακτητὲς καὶ δὲν ὅρκισε τὴν κατοχικὴ Κυβέρνηση Τσολάκογλου λέγοντας: «Δὲν
μπορῶ νὰ ὁρκίσω Κυβέρνησιν προβληθεῖσαν ὑπὸ τοῦ ἐχθροῦ. Ἠμεῖς γνωρίζωμεν ὅτι τὰς
Κυβερνήσεις ὁρίζει ὁ λαὸς καὶ ὁ Βασιλεύς. Ἐδῶ τώρα, οὔτε ὁ λαὸς ἐψήφισεν τὴν
Κυβέρνησιν οὔτε ὁ Βασιλεὺς τὴν ὅρισεν», μὲ συνέπεια νὰ χάσει τὸ θρόνο του.
Πέρα ἀπὸ τὴν παρηγοριὰ καὶ ἐνίσχυση
στὶς θλίψεις τοῦ πολέμου, ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία πρωτοστάτησε στὰ πικρὰ ἔτη τῆς
τριπλῆς Κατοχῆς καὶ τῆς φονικῆς πείνας γιὰ τὴν περίθαλψη τῶν ἀδυνάτων, τῶν
τραυματιῶν καὶ τῶν ἀναπήρων του πολέμου. Στὶς 4-11-1941 ὁ νέος Ἀρχιεπίσκοπος
Δαμασκηνὸς ἵδρυσε στὴν Ἀθήνα τὸν Ε.Ο.Χ.Α. (Ἐθνικὸ Ὀργανισμὸ Χριστιανικῆς Ἀλληλεγγύης),
ποὺ ὀργάνωσε συσσίτια καὶ προσέφερε φάρμακα στοὺς πάσχοντες. Ἡ Ἐκκλησία διὰ τοῦ
Ἀρχιεπισκόπου Δαμασκηνοῦ ἔσωσε Ἑβραίους ἀπὸ τὶς Γερμανικὲς Ἀρχές, ἐνῶ Κληρικοὶ
συμμετεῖχαν στὸν ἀντιστασιακὸ ἀγώνα, προσφέροντας γιὰ τὴν ἐλευθερία τῆς
Πατρίδας ἀκόμα καὶ τὴν ἴδια τοὺς τὴ ζωή.
Αὐτὴ λοιπὸν ἡ Πίστη στὸν
Θεάνθρωπο Χριστὸ καὶ στὴν Μητέρα του, τὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο, ἦταν ἡ κινητήρια
δύναμη ποὺ ἔδωσε «φτερὰ» σὲ Ἀξιωματικούς, Ὑπαξιωματικοὺς καὶ Ὁπλίτες τοῦ Ἑλληνικοῦ
Στρατοῦ ποὺ μάχονταν στὴν πρώτη γραμμὴ ὅσο καὶ στὰ μετόπισθεν ποὺ ἔστελναν ἐνισχύσεις
στὸ μέτωπο. Μὲ Πίστη στὸ Θεὸ καὶ στὸ δίκαιό του ἀγώνα Ἀξιωματικοὶ καὶ Ὁπλίτες ὁρμοῦσαν
μὲ ἐφ’ ὅπλου λόγχη κατὰ τῶν ἐχθρῶν φωνάζοντας « ΑΕΡΑ»!
Στὸ πλευρὸ τοῦ μαχόμενου Ἑλληνικοῦ
Στρατοῦ ἦταν καὶ ἡ Ὑπέρμαχος Στρατηγός, ἡ Παναγία. Μαρτυρίες ἀπὸ στρατιῶτες ποὺ
δὲν ἦταν κατὰ Χριστὸν σαλοί, ἀνέφεραν ὅτι ἔβλεπαν μία μαυροφορεμένη γυναίκα νὰ
τοὺς προστατεύει. Ἡ γυναίκα αὐτὴ ἀποκάλυψε ὅτι ἦταν ἡ ἴδια ἡ Θεοτόκος
στον Ἀνθυπασπιστὴ Νικόλαο Γκάτζαρο. Ὁ Ἀνθυπασπιστὴς ἔγραψε σὲ ἀναφορά του
πρὸς τὸ 1/40 Τάγμα Εὐζώνων τί εἶδε καὶ τί ἄκουσε ἀπὸ τὴ Θεοτόκο: «Εἶμαι ἡ
Παναγία. Μὴ φοβᾶσαι, παιδί μου. Ἐγὼ ἐνεφανίσθην νὰ σοὺ εἰπῶ τρεῖς λόγους, τοὺς ὁποίους
νὰ μὴ λησμονήσης. Ὁ παρὼν πόλεμος ἐκηρύχθη ἀπροκαλύπτως καὶ ἀναιτίως ὑπὸ τῆς Ἰταλίας
ἐναντίον τῆς Ἑλλάδος, ἀλλὰ θελήματί μου ἡ Ἑλλὰς θὰ ἐξέλθει τούτου νικηφόρος.».
Ἡ ἡρωικὴ γενιὰ τοῦ 1940 ἀντιμετώπισε
μὲ γενναιότητα τὸν ὑπέρτερο ἰταλικὸ ἐχθρὸ γράφοντας ἕνα ἀνεπανάληπτο Ἔπος στὴν
νεότερη ἑλληνικὴ Ἱστορία. Οἱ Ἕλληνες ἔδειξαν τὸ δρόμο τῆς θυσίας καὶ ἔδωσαν ἐλπίδα
στοὺς λαοὺς τῆς Εὐρώπης ποὺ εἶχαν ὑποταχθεῖ ἀπὸ τὶς δυνάμεις τοῦ Ἄξονα. Ἡ ἐποποιία
τοῦ 1940-‘41 ἦταν ἕνα θαῦμα τὸ ὁποῖο συντελέσθηκε χάρη στὴ θεοσέβεια, τὴν
φιλοπατρία καὶ τὸν ἡρωισμὸ τῶν Ἑλλήνων. Εἴθε οἱ νεότερες γενιὲς τῶν Ἑλλήνων νὰ
εἴμαστε πάντοτε ἄξιοι συνεχιστὲς τῶν ἡρωικῶν μας προγόνων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου