18 Απρ 2023

«Ὅταν ἔχεις λύπη ὁ Χριστός σου λείπει»

Γράφει ὁ Δημήτριος Νατσιός, Δάσκαλος-Κιλκὶς
«Τό ἐπ' ἐμοί, ἐν ὅσῳ ζῶ καί ἀναπνέω καί σωφρονώ, δέν θά παύσω, ἰδίως κατά τάς πανεκλάμπρους ταύτας ἡμέρας, νά ὑμνῶ μετά λατρείας τόν Χριστό μου, νά περιγράφω μετ' ἔρωτος τήν φύσιν καί νά ζωγραφώ μετά στοργῆς τά γνήσια ἑλληνικά ἔθιμα.... Ἄν ἐπιλάθωμαί σου Ἱερουσαλήμ, ἐπιλησθείη ἡ δεξιά μου, κολληθείη ἡ γλῶσσα μου τῷ λάρυγγί μου, ἐάν οὐ,οὗ μή σοῦ μνησθῶ». (Παπαδιαμάντης).

«Τό μοσκοβόλημα πού βγάζουνε τά ἄνθη καί τά βότανα, τό κελάηδισμα τῶν πουλιῶν, τό λεπτό τ' ἀγέρι πού σαλεύει χλωρά κλαριά, τ' ἀλαφρό κῦμα πού γλυκομουρμουρίζει στήν ἀκρογιαλιά, στούς κάβους, στά νησιά, στά βουνά καί τά λαγκάδια, ὅλα τά νιώθεις νά πανηγυρίζουνε μαζί μέ τά... μακάρια πνεύματα τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ». (Κόντογλου).

Κόντογλου καί Παπαδιαμάντης: ἀπό τίς πιό ἔντιμες καί ἁγνές μορφές τῶν γραμμάτων μας. «Ζωγραφούν» σ' ὅλη τους τή ζωή «μετ' ἔρωτος», τήν γνησιότητα, ξεσκεπάζουν τό κίβδηλο, τό ψεύτικο, τούς «χαλασοχώρηδες». Ἐπιμένουν καί οἱ δύο στήν τήρηση τῆς παράδοσης, ὄχι ὡς στείρα τυπολατρία καί ἀναιμική μίμηση, ἀλλά ὡς πηγή ζῶσα πού ἀρδεύει ἀδιαλείπτως «τό ὁλόδροσο δέντρο τῆς φυλῆς μας».

Ὁ Κόντογλου εἶναι αὐτός πού ἔστρεψε ξανά τήν ἁγιογραφία στήν βυζαντινή παράδοση. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός λέει «δεῖξε μου τίς εἰκόνες πού προσκυνᾶς γιά νά σοῦ πῶ τί πίστη ἔχεις». Μέχρι τήν ἐμφάνιση τοῦ Κόντογλου εἶχε ἐπικρατήσει στούς ὀρθόδοξους ναούς ἡ δυτική, ἡ κοσμική, ἡ σαρκική νοοτροπία, μέ τίς καταστολισμένες, γλυκανάλατες Μαντόνες, οἱ ὁποῖες κρατοῦν στήν ἀγκαλιά ξανθούς μπέμπηδες, πού παριστάνουν τό «θεῖο βρέφος». Ὅμως, ὅπως λέει ὁ Κόντογλου, οἱ βυζαντινοί ἁγιογράφοι ζωγραφίζουν μέ ταπείνωση, χωρίς περιττά ψιμύθια καί στολίδια, δίχως καμμιά φιλοδοξία νά ξαφνιάσουνε καί νά κάνουν ἐντύπωση, ζωγραφίζανε σάν νά προσεύχονται. Στά χρόνια, διηγεῖται, τῆς βασιλείας τοῦ Λέοντος τοῦ Σοφοῦ κάποιος ζωγράφος θέλησε νά ἱστορήσει τόν Σωτῆρα Χριστό, ὥστε νά μοιάζει μέ τόν θεό Ἀπόλλωνα καί ἀμέσως παρέλυσε, «ἐξηράνθη ἡ χείρ αὐτοῦ».

Γιά τήν βυζαντινή μουσική, σφοδρός ἐπικριτής τῶν καινοτομιῶν εἶναι ὁ Παπαδιαμάντης. Γινόταν θηρίο, ἄν μάθαινε πώς κάποιος ἱερέας ἤ ψάλτης μετέφραζε τά ἱερά κείμενα στήν «δημοτικιά». «Ὁ πόθος τῆς ἐπιδείξεως, ἡ μανία τῆς καινοτομίας, ἡ ὑπερηφάνεια καί ὁ ἐγωισμός» ὁδηγοῦν μερικούς σέ ἐκσυγχρονιστικές θεωρίες. Τό «ἀνοίξω τό στόμα μου καί πληρωθήσεται πνεύματος» πῶς θά ἀποδοθεῖ: «θ' ἀνοίξω τό στόμα μου καί θά γεμίσει πνεῦμα καί θά βγάλω λόγο;». Τά τροπάρια, τονίζει, γίνονται νεκρά μέχρι νεκροφανείας. «Ποιός Ἕλληνας», γράφει ὁ Κόντογλου, «θά νιώσει κατάνυξη ἀπό τά μουσικά αὐτά μασκαριλίκια καί πῶς θά κάνει τήν προσευχή του ἀκούγοντας τά λόγια τῶν ἁγίων μελῳδῶν νά ἀλλοιώνονται καί νά γελοιοποιοῦνται ἀπό τά στόματα ψευτονεωτεριστῶν;». Ὁ Παπαδιαμάντης ἦταν ἀρνητικός ἔναντι τῆς τότε πολιτικῆς, διότι ἔβλεπε νά διαμορφώνεται ἕνας πολιτικός βίος ἔξω ἀπό τήν πνευματική καί ἠθική παράδοση τῆς ἐκκλησίας, κάτι πού ἐπαναλαμβάνεται ἐντονότατα στίς μέρες μας.

Ὁ Σπύρος Μελάς στόν «Πρόλογο» τῶν «Ἁπάντων», ἀπό τόν Γ. Βαλέτα (τομ. Α, σελ. 18) παρατηρεῖ: «Εἶναι ὁ μόνος πού εἶδε ὅτι ἡ θρησκεία, μέ ἄλλα λόγια ἡ Ὀρθοδοξία, ἦταν ἡ σπονδυλική στήλη τοῦ ἐθνικοῦ σώματος». Ἀπόκλιση ἀπό τήν Ὀρθόδοξη πολιτική παράδοση γιά τόν Παπαδιαμάντη σήμαινε καί σημαίνει πολιτικό θάνατο τοῦ Γένους. Καί γι' αὐτό ἦταν σφόδρα πολέμιος ἐναντίον αὐτῶν πού συκοφαντοῦσαν τήν βυζαντινή μας παράδοση, πού περισσότερο ἴσως κι ἀπό πνευματική, εἶναι παράδοση πολιτική, μέσα ἀπό τήν θρησκευτική της ἔκφραση. Στό περίφημο διήγημά του «Λαμπριάτικος Ψάλτης», πού δημοσιεύτηκε τό 1893 στήν «Ἀκρόπολη», γράφει τά ἀκόλουθα σαρκαστικά, γι' αὐτούς πού τόν μυκτήριζαν γιά τήν ἐμμονή του νά γράφει θρησκευτικά - ἑορταστικά διηγήματα: «Μή θρησκευτικά πρός Θεοῦ! Τό ἑλληνικόν ἔθνος δέν εἶναι βυζαντινοί, ἐννοήσατε; Οἱ σημερινοί Ἕλληνες εἶναι κατευθεῖαν διάδοχοι τῶν ἀρχαίων....»..... καί οἱ δύο γέροντες Δάσκαλοι τοῦ Γένους, δίδαξαν μέ τόν ἀπαράμιλλο τρόπο τους τό πῶς μπορεῖ νά ἀνορθωθεῖ ὁ τόπος.

Σέ συνθῆκες πολλαπλῆς κρίσης (οἰκονομικῆς, κοινωνικῆς, πνευματικῆς καί ἀνθρωπολογικῆς) πού διάγει ἡ χώρα μας ἡ μόνη δυνατότητα ἐπιβίωσής μας θά ἦταν ἡ ἐπιστροφή στήν Παράδοσης τῆς τρισεύγενης Ρωμιοσύνης καί ἡ σύνδεσή της μέ τίς τρομερές προκλήσεις πού ἀντιμετωπίζουμε. Δύο παράγοντες, ριζιμιά λιθάρια, πρέπει νά ξαναβροῦν τον κυριολεκτικά ἐθνοσωτήριο στόχο τους: Ἡ οἰκογένεια καί τό σχολεῖο. Γιά τήν παιδεία πού διακονῶ ἐδῶ καί 33 χρόνια...

Μιά παιδεία ἀναστάσιμη θέλουμε, παιδεία χαρᾶς καί χάριτος.

Αὐτό θά σήμαινε ἀναμόρφωση τῶν ἀναλυτικῶν προγραμμάτων ἔτσι ὥστε, μέ κοπιαστική μελέτη καί σπουδή, ὁ μαθητής νά μαθαίνει νά γράφει, νά διαβάζει, νά ὑπολογίζει καί νά ἐκφράζεται σωστά, νά γνωρίσει τίς βασικές πτυχές τῆς Ἱστορίας, τοῦ Πολιτισμοῦ καί τῆς Πίστεώς μας καί τῆς Γλώσσας μας. Αὐτό ὅμως προϋποθέτει δασκάλους-παιδαγωγούς πού πιστεύουν βαθιά στήν παιδευτική ἀξία τοῦ μαθήματος, τό ὁποῖο καί θέλουν νά τό μεταδώσουν στούς μαθητές τους. Ὁ δάσκαλος καί ἐν γένει ὁ ἐκπαιδευτικός θά πρέπει νά γίνει, μέσα ἀπό τό παράδειγμα τῆς ζωῆς του, ἡ χαμένη «αὐθεντία» καί τό κοινωνικό πρότυπο, ὁ Ρωμιός, ὁ Ὀρθόδοξος Ἕλληνας, πού χαιρετᾶ τούς μαθητές του κάθε πρωί, γιά 40 ἡμέρες, ὡς τήν Ἀνάληψη τοῦ Χριστοῦ, μέ τό κοσμοχαρμόσυνο μήνυμα: Χριστός ἀνέστη. Δέν ντρέπεται νά παρουσιάζει Αὐτόν πού τόσο πολύ ἔχουν ἀνάγκη τά νέα παιδιά. (Ὅταν ἔχεις λύπη ὁ Χριστός σου λείπει, ἔλεγε ὁ ἅγιος Παϊσιος).  Νά ἀκουστοῦν στίς σχολικές αἴθουσες καί πάλι πρωί- πρωί τά «γράμματα πού διαβάζουνε οἱ ἀγράμματοι κι ἁγιάζουνε» καί ὄχι νεοταξικά εὐφυολογήματα τοῦ τύπου «πρῶτα ὁ μαθητής», «τό νέο σχολεῖο πού μαθαίνει στόν μαθητή νά μαθαίνει» ἤ τά τελευταίας κοπῆς «ἐργαστήρια δεξιοτήτων», πού μόνο ἄγχος γεμίζουν τόν δάσκαλο, καρυκεύματα ἐν πολλοῖς δηλητηρίων. Αὐτές οἱ κενές περιεχομένου προτάσεις δῆθεν ἐλευθεριότητας καί ψευτοπροοδευτικότητας ὁδηγοῦν στή γενίκευση τῆς ἀμάθειας, στήν ἀπόκτηση περιστασιακῶν, κατακερματισμένων, ἄχρηστων πολλές φορές, γνώσεων -πληροφοριῶν, πού εἶναι ἀδύνατον νά συνδεθοῦν μεταξύ τους. Νά στραφοῦμε ἐπιτέλους στούς δικούς μας, στά μυρίπνοα ἄνθη τους Γένους, πού χωρίς πτωχοαλαζονεῖες καί μωρές ἐπιδείξεις κηρύσσουν καί διδάσκουν: «Ὅλες οἱ πίστεις εἶναι ψεύτικες... μόνο ἡ πίστις τῶν Ὀρθοδόξων εἶναι καλή καί ἁγία. Τοῦτο σᾶς λέγω τώρα. Νά εὐφραίνεσθε ὅπου εἶσθε Χριστιανοί». (Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός). Χριστός Ἀνέστη!!

Δημήτρης Νατσιός
δάσκαλος-Κιλκίς

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.