27 Απρ 2022

Εἰ Χριστός οὐκ ἐγείγερται...

ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου - Καθηγητοῦ
Ἡ βεβαία πίστη τῆς Ἐκκλησίας στήν λαμπροφόρο ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ἀποτελεῖ αὐτή τήν ἴδια τήν ὕπαρξή Της. Τό μέγα καί ἀνεπανάληπτο αὐτό γεγονός εἶναι τό ἀκράδαντο θεμέλιο πάνω στό ὁποῖο εἶναι θεμελιωμένη καί ἑδραιωμένη. Τό Θεῖο πρόσωπο τοῦ Ἀναστάντα Ἱδρυτῆ Της εἶναι ἡ ἀκατανίκητη δύναμη, πού τή συγκροτεῖ, τή συντηρεῖ καί τήν ὁδηγεῖ μέ ἀσφάλεια στό σωτήριο προορισμό Της. Οἱ ἅγιοι Πατέρες ἀποφάνθηκαν «ἐν ἑνί στόματι» πώς ἡ ζωή τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἡ ἀκατάπαυτη βίωση τοῦ ὑπερτάτου γεγονότος τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου. Εἶναι μιά διαρκής συμμετοχή καί πρόγευση τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία...ἀπορρέει ἀπό τό ζωοδόχο Τάφο τοῦ Χριστοῦ.
Ὅμως ὑπάρχει καί ὁ κακόδοξος ἀντίλογος γι' αὐτή τήν πίστη τῆς Ἐκκλησίας. Ὑπάρχουν ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι ἀρνοῦνται τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ καί κάνουν ὑπεράνθρωπες προσπάθειες νά πείσουν γιά τίς μικρόνοες ἀπόψεις τους. Ὑπάρχουν δυστυχῶς καί κατ' ὄνομα χριστιανοί, οἱ ὁποῖοι ἑρμηνεύουν τό ὕψιστο γεγονός ὡς δῆθεν συμβολικό λόγο! Ὅλοι αὐτοί καλλιεργοῦν τήν προσωπική τους «ἀδιάληπτον ὀδύνην» (Ρώμ.9,2) καί «τίσουσιν ὄλεθρον αἰώνιον ἀπό προσώπου τοῦ Κυρίου» (Β΄,Θέσ.1,8), διότι σφραγίζουν ἐθελούσια τούς ὀφθαλμούς τούς νά μήν ἀντικρύσουν τό ἀναστάσιμο φῶς.
Φαίνεται πώς ἀρνητές τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ ὑπῆρχαν καί στήν ἀρχαία Ἐκκλησία καί μάλιστα στήν ἐκκλησία τῆς Κορίνθου. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἀφιερώνει ἕνα ὁλόκληρο κεφάλαιο στήν Ἀ΄ πρός Κορινθίους Ἐπιστολή του, γιά νά πείσει γιά τό ἀδιαμφισβήτητο γεγονός τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου «Εἰ,Εἶ δέ Χριστός κηρύσσεται ὅτι ἐκ νεκρῶν ἐγήγερται, πώς λέγουσί τινες ἐν ὑμῖν ὅτι ἀνάστασις νεκρῶν οὐκ ἔστιν΄ εἰ,εἶ δέ ἀνάστασις νεκρῶν οὐκ ἔστιν, οὐδέ Χριστός ἐγήγερται΄ εἰ,εἶ δέ Χριστός οὐκ ἐγήγερται, κενόν ἄρα τό κήρυγμα ἡμῶν, κενή δέ καί ἡ πίστις ὑμῶν. Εὑρισκόμεθα δέ καί ψευδομάρτυρες τοῦ Θεοῦ, ὅτι ἐμαρτυρήσαμεν κατά τοῦ Θεοῦ ὅτι ἤγειρε τόν Χριστόν, ὅν οὐκ ἤγειρεν, εἶπερ ἄρα νεκροί οὐκ ἐγείρονται΄ εἰ,εἶ γάρ νεκροί οὐκ ἐγείρονται, οὐδέ Χριστός ἐγήγερται. Εἰ,Εἶ δέ Χριστός οὐκ ἐγήγερται, ἡ πίστις ὑμών΄ ὅτι ἐστέ ἐν ταῖς ἁμαρτίαις ὑμῶν. Ἄρα καί οἱ κοιμηθέντες ἐν Χριστῷ ἀπώλοντο. Εἰ,Εἶ ἐν τῇ ζωῇ ταύτῃ ἠλπικότες ἐσμέν ἐν Χριστῷ μόνο, ἐλεεινότεροι πάντων ἀνθρώπων ἐσμέν» (Ἀ΄κορ.15,12-18).
Εἶναι ὄντως φοβερός ὁ λόγος τοῦ ἀποστόλου τῶν Ἐθνῶν. Παράλληλα ξεχειλίζει ἀπό τη βεβαία πίστη του στήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, ἀποπνέοντας ἄρρητο ἄρωμα αἰσιοδοξίας. Δέ διστάζει νά χαρακτηρίσει τόν ἑαυτό του ψεύτη, ἀπατεῶνα καί ἐλεεινό ἄνθρωπο ἄν τό κήρυγμά του ἦταν ἀπογυμνωμένο ἀπό τήν πίστη στήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Αὐτή ἡ πίστη του ἀπορρέει ἀπό τό γεγονός ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστός δέν εἶναι μόνο ἄνθρωπος, ἀλλά ὁ σαρκωμένος Θεός. Εἶναι ὁ «Υἱός τοῦ Θεοῦ ἐν δυνάμει» (Ρώμ.8,1,4). Εἶναι ὁ Υἱός «τῆς ἀγάπης αὐτοῦ... εἰκών τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀοράτου, πρωτότοκος πάσης κτίσεως... αὐτός ἐστιν πρό πάντων, καί τά πάντα ἐν αὐτῷ συνέστηκε» (Κόλ.1,13-17). Φύσει Θεός ἀληθινός, ἐκ Θεοῦ ἀληθινοῦ. Ἀρχηγός καί δοτήρ τῆς ζωῆς, ἔχοντας τή ζωή ἀφ' ἑαυτοῦ. Ὁ θάνατος ὄχι μόνο δέν ἔχει καμιά σχέση μέ τή θεία φύση Του, ἀλλά εἶναι τό φρικτό καί ὀλέθριο ἀποτέλεσμα ἀλλότριας ἐπιλογῆς τῶν κτισμάτων Τοῦ ἀπό τό δικό Του θέλημα. Κατά συνέπεια ἡ ἀνάστασή Τοῦ ἦταν ἡ πιό ἀναγκαστική νομοτέλεια ὅλων τῶν ἐποχῶν. Ἀπό αὐτή τήν πίστη ἀπορρέει ἡ βεβαιότητα τοῦ ἀποστόλου Παύλου γιά τήν ἀνάσταση τοῦ Κυρίου, διακηρύττοντας πώς ἡ πίστη αὐτή «καταγγέλεται ἐν ὅλῳ τῷ κόσμῳ. Μάρτυς μου (δέ) ἐστιν ὁ Θεός, ὦ λατρεύω ἐν τῷ πνεύματί μου ἐν τῷ εὐαγγελίῳ τοῦ Υἱοῦ αὐτοῦ» (Ρώμ.1,8-9).
Ὁ ἅγιος ἀπόστολος τοῦ Χριστοῦ περιγράφει μέ τόν πιό ἀπαισιόδοξο τρόπο τήν ἄρνηση κάποιων στήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Ἀπογυμνωμένο τό κήρυγμα τοῦ Ἰησοῦ ἀπό τήν πίστη στήν ἀνάσταση τό θεωρεῖ ὄχι μόνον ἀνώφελο ἀλλά καί ἐπιζήμιο γιά τήν ἀνθρωπότητα, διότι ἔτσι ὁ Χριστός ὑποβιβάζεται στήν κατηγορία τῶν πάμπολλων ἄλλων ἱδρυτῶν θρησκειῶν, στήν κατηγορία τῶν θνητῶν νομοθετῶν καί κοινωνικῶν ἀναμορφωτῶν καί ἡ Ἐκκλησία Του ἐντάσσεται στίς τόσες ἄλλες θρησκεῖες τοῦ κόσμου. Λησμονοῦν ὅμως πώς παρά τήν παρουσία πλειάδων θρησκειῶν στόν προχριστιανικό κόσμο, ἡ κακοδαιμονία ἦταν ἡ μόνιμη τραγική κατάσταση. «Οὐκ ἔστιν ἀλήθεια, οὐδέ ἔλεος, οὐδέ ἐπίγνωσις Θεοῦ ἐπί τῆς γῆς. Ἀρά καί ψεῦδος καί φόνος καί κλοπή καί μοιχεία κέχυται ἐπί τῆς γῆς, καί αἵματα ἀφ' αἵμασιν μίσγουσιν» (Ωσ.4,2. βλ. Ησ.1,17.Αμώς41.Μιχ.2,1). Ἡ θρησκεῖες δέ μποροῦσαν νά προσφέρουν τίποτε τό οὐσιαστικό στό ταλαίπωρο ἀνθρώπινο γένος.
Ὁ Ἐνανθρωπήσας Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ δέν ἦρθε στή γῆ νά ἱδρύσει μιά ἀκόμη θρησκεία, ἔστω την πιό τέλεια διότι ὁ κόσμος εἶχε χορτάσει ἀπό θρησκεῖες, τελετουργικά, ἠθικιστικές διδασκαλίες καί κοινωνικές ἀναμορφώσεις. Δέν ἀποζητοῦσε πιά νέα θρησκεία, ἀλλά καθολική σωτηρία, τήν ὁποία προσέφερε μόνον ὁ Χριστός.
To γεγονός τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου ἀποτελεῖ τό θριαμβευτικό πέρας τοῦ ἐπί γῆς σωτηριώδους ἔργου Του. Ὁ Χριστός ἔγινε ἄνθρωπος, ὄχι ἁπλά νά γίνει κοινωνός τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως καί νά προσφέρει βοήθεια στόν πεσόντα ἄνθρωπο, ἀλλά ἦρθε στόν κόσμο νά σώσει ὁλοκληρωτικά τήν ἀνθρωπότητα ἀπό τή δίνη τοῦ κακοῦ καί τά τραγικά ἀποτελέσματα τῆς ἁμαρτίας. Ἦρθε προπάντων νά ἐλευθερώσει τόν ἄνθρωπο ἀπό τό χειρότερο ἐχθρό του, τόν πικρό θάνατο, ὁ ὁποῖος κατέστη, μετά τήν πτώση, νομοτέλεια στή θεία δημιουργία (Γέν.2,17). Ὁ ἀπόστολος Παῦλος θέλοντας νά ἐκφράσει δυναμικά τό φοβερό γεγονός τοῦ θανάτου, ἀναφώνησε: «ταλαίπωρος ἐγώ ἄνθρωπος, τίς μέ ρύσεται ἐκ τοῦ σώματος τοῦ θανάτου τούτου;» (Ρώμ.7,24). Προορισμός ὅλων τῶν ἀνθρώπων ἦταν ὁ Ἅδης, ἡ κοινή «οἰκία παντί θνητῷ» (Ἰώβ30,23), «τό σκότος τό ἐξώτερον, (ὅπου) ἐκεῖ ἔσται ὁ κλαυθμός καί ὁ βρυγμός των ὀδόντων» (Μάτθ.25,30). Ὁ ἀπαράβατος νόμος τῆς θνητότητας καί ὁ ἀπόλυτος προορισμός κάθε ἀνθρωπίνης ὕπαρξης στόν παμφάγο Ἅδη, καθιστοῦσε τόν ἄνθρωπο ὡς τό τραγικότερο ὅν τῆς δημιουργίας.
Μοναδικό ἀντίδοτο κατέστη ὁ θάνατος τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος θανάτωσε τό δικό μας θάνατο, ἀφοῦ «ἔσχατος ἐχθρός καταργεῖται ὁ θάνατος» (Ἀ΄κορ.15,26). Ὁ Χριστός «ἡμᾶς ἐξηγόρασεν ἐκ τῆς κατάρας τοῦ νόμου, γενώμενος ὑπέρ ἡμῶν κατάρα» (Γάλ.3,13). Δηλαδή ὑποτάχτηκε ἐθελούσια στήν νομοτέλεια τοῦ θανάτου, γιά νά καταργήσει το θάνατο. Δέχτηκε νά κατέβη στόν ἀνήλιο τόπο τῆς βασάνου, τόν Ἅδη, γιά νά καταλύσει τό αἰώνιο βασίλειό του. «Ὁ Θεός ἐρρύσατο ἡμᾶς ἐκ τῆς ἐξουσίας τοῦ σκότους, καί μετέστησεν εἰς τήν βασιλείαν τοῦ υἱοῦ τῆς ἀγάπης αὐτοῦ, ἕν ὦ ἔχομεν τήν ἀπολύτρωσιν» (Κόλ.1,13). Μετά τήν τιτάνια μάχη καί τήν περιφανῆ νίκη Του κατά τοῦ Ἅδη, ἀνέστη θριαμβευτικά διαλύοντας τήν ἀχλή καί τή σκοτοδίνη τῆς ἁμαρτίας καί ἀνοίγοντας μιά καινούρια σελίδα στήν ἱστορία τοῦ κόσμου. «Ὁ Θεός αὐτόν ὑπερύψωσε καί ἐχαρίσατο αὐτῷ ὄνομα το ὑπέρ πάν ὄνομα, ἶνα,ἵνα ἐν τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ Χριστοῦ πᾶν γόνυ κάμψη ἐπουρανίων καί ἐπιγείων καί καταχθονίων, καί πᾶσα γλῶσσα εξὁμολογήσηται ὅτι Κύριος Ἰησοῦς Χριστός εἰς δόξαν Θεοῦ Πατρός» (Φιλιπ.2,9-11).
Ὁ θάνατος δέν ἔχει πιά καμιά δύναμη καί ἐπιβολή στούς πιστούς χάρη στήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, διότι πιστεύουμε ὅτι «ὁ ἐγείρας τόν Χριστόν ἐκ τῶν νεκρῶν ζωοποιήσει καί τά θνητά σώματα ἡμῶν» (Ρώμ.8,11). Μᾶς διαβεβαίωσε ὁ Ἴδιος ὁ Κύριος: «Ἀμήν ἀμήν λέγω ὑμῖν ὅτι ὁ τόν λόγον μου ἀκούων καί πιστεύων τῷ πέμψαντί μέ ἔχει ζωήν αἰώνιον, καί εἰς κρίσιν οὐκ ἔρχεται, ἀλλά μεταβέβηκεν
ἐκ τοῦ θανάτου εἰς τήν ζωήν» (Ἰωαν.5,24). Πιό ἐλπιδοφόρος λόγος ἀπό αὐτόν δέν ὑπάρχει! Ὁ φυσικός μας θάνατος εἶναι ἕνα ἀσήμαντο πιά γεγονός, τό ὁποῖο δέν ἔχει καμιά οὐσιαστική ἐπίπτωση στήν ὕπαρξή μας. Εἶναι ἕνας μεγάλος ὕπνος, ὥσπου νά μᾶς ξυπνήσει ὁ Ἀναστημένος Κύριός μας, καθ' ὅτι «οἱ νεκροί ἀκούσονται τῆς φωνῆς τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, καί οἱ ἀκούσαντες ζήσονται» (Ἰωάν.5,25)!
Ἡ ἄρνηση τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου εἶναι ἡ πιό ἐκφραστική ὄψη τῆς τραγικότητας, τήν ὁποία συνεχίζει νά βιώνει ἡ ἀποστατοῦσα ἀνθρωπότητα. Ἄνθρωποι θλιβεροί, οἱ ὁποῖοι ἀρέσκονται νά αὐτοαποκαλοῦνται «προοδευτικοί» καί «θεραπευτές τοῦ ὀρθοῦ λόγου», βασανίζονται νά ἀπογυμνώσουν τόν Ἰησοῦ Χριστό ἀπό τή θεία του φύση καί ὡς ἐκ τούτου πασχίζουν νά «ἀποδείξουν» ὅτι ἡ ἔνδοξη Ἀνάστασή Τοῦ εἶναι μῦθος! Στήν πραγματικότητα ὅμως φανερώνουν τήν ἐμμονή τους στήν προχριστιανική κακοδαιμονία καί ὁμολογοῦν τήν πορεία τους στόν μηδενιστικό ἀφανισμό. Χαίρονται νά ὑποστηρίζουν ὅτι τό πέρας τοῦ βίου τους εἶναι ὁ ὑγρός τάφος καί συνένοικοί τους τά ἀδηφάγα σκουλήκια! Πιό ἀκραῖος παραλογισμός ἀπό αὐτόν δέν ὑπάρχει! Σέ τέτοιες ἔσχατες μορφές κατάντιας ὁδηγεῖ τόν ἄνθρωπο ἡ παραζάλη τῆς ἁμαρτίας!
Ἡ πνευματική τους μυωπία τους ἐμποδίζει νά δοῦν τήν ὑπέρτατη κοσμοϊστορική ἀνατροπή πού συντελέσθηκε χάρις στήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Ἀφοῦ νικήθηκε κατά κράτος ὁ διάβολος, ἡ πηγή καί ὁ αἴτιος τοῦ κακοῦ, «ὁ θεός τοῦ αἰῶνος τούτου» (Β΄κόρ.4,4), ἤρθη ἀπό τόν κόσμο τό κακό καί θεμελιώθηκε ἡ ἀτέρμονη Βασιλεία τοῦ Θεοῦ (Ἐφεσ.5,5), ἡ «καινή ἀνθρωπότης» (Ἐφεσ.2,15), ἡ νέα κοινωνία τῆς ἀγάπης καί τῆς συναδελφώσεως τῶν ἀνθρώπων, ὁ λαός ὁ ἅγιος «πάσης φυλῆς καί γλώσσης καί λαοῦ καί ἔθνους» (Ἀποκ.5,9).
Στή μεταναστάσιμη ἱστορική περίοδο τοῦ κόσμου τό κακό ὑπάρχει καί διαιωνίζεται χάρη στούς ἀρνητές τοῦ Χριστοῦ, οἱ ὁποῖοι ὡς ἐντολοδόχοι τοῦ «ἄρχοντος τοῦ κακοῦ» (Ἰωάν.16,11), δίνουν παράταση στήν ἀνθρώπινη κακοδαιμονία. Αὐτοί «οὐ,οὗ δύνανται ἀκούειν τόν λόγον» τοῦ Χριστοῦ (Ἰωάν.8,44) καί «μή ὑπακούοντες τῷ εὐαγγελίῳ» (Β΄θέσσ.1,8). Στρέφουν τό πρόσωπό τους ἀπό τό ἄσβεστο ἀναστάσιμο φῶς, διότι ἡ ἐκτυφλωτική πνευματική λαμπρότητα καταδεικνύει τήν ὀλοσκότεινη ψυχική τους κατάσταση.
Γιά μας τούς πιστούς τοῦ ἀναστημένου Χριστοῦ δέν τίθεται οὔτε ὡς ἁπλή σκέψη τό δίλημμα «εἰ,εἶ Χριστός οὐκ ἐγείγερται» (Ἀ΄κορ.15,13), διότι ἡ πίστη μας στόν ἀναστημένο Λυτρωτή μας εἶναι τόσο φυσική καί ἀπαραίτητη γιά τήν ὕπαρξή μας, ὅσο ἡ ἀναπνοή μας! Μαρτυροῦμε στό σύγχρονο ἀποστατημένο κόσμο πώς «ἐν αὐτῷ ζῶμεν καί κινούμεθα καί ἐσμέν... γένος οὖν ὑπάρχοντες τοῦ Θεοῦ» (Πράξ.17,28) καί κατά συνέπεια διακηρύττουμε μέ σθένος πώς καμιά δύναμη δέ μπορεῖ νά μᾶς «χωρίσει ἀπό τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ, (οὔτε) θλῖψις ἤ στενοχωρία, ἤ διωγμός, ἤ λιμός, ἤ γυμνότης ἤ κίνδυνος ἤ μαχαίρᾳ... ὑπερνικῶμεν δια τοῦ ἀγαπήσαντος ἡμᾶς», διότι ὁ «Χριστός ὁ ἀποθανών, μᾶλλον δέ καί ἐγερθείς, ὅς καί ἐστιν ἐν δεξιᾷ τοῦ Θεοῦ... ἐντυγχάνει ὑπερ ἡμῶν» (Ρώμ.8,34-38).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.