5 Απρ 2022

Ἁγία Θεοδώρα Θεσσαλονίκης ἡ Μυροβλύτισσα (5 Ἀπριλίου †)

ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου - Καθηγητοῦ
Στά ἁγιολόγια τῆς Ἐκκλησίας μας ὑπάρχουν ἅγιοι οἱ ὁποῖοι ἁγίασαν ὁμοῦ μέ μέλη τῶν βιολογικῶν τους οἰκογενειῶν. Μιά τέτοια ἁγία εἶναι καί ἡ ὁσία Θεοδώρα ἡ ἐν Θεσσαλονίκῃ, ἡ ὁποία μόνασε καί ἁγίασε μέ τήν κόρη τῆς Θεοπίστη. Οἱ δύο αὐτές ὁσιακές μορφές λαμπρύνουν τό πλούσιο ἁγιολογικό μωσαϊκό τῆς Ἐκκλησίας τῶν Θεσσαλονικέων.
Ἡ ἁγία Θεοδώρα γεννήθηκε στήν Αἴγινα τό 812 ἀπό εὐσεβεῖς γονεῖς. Ὁ πατέρας της ἦταν πρεσβύτερος. Δυστυχῶς ἡ μητέρα της πέθανε, λίγο μετά τόν τοκετό της, γι' αὐτό ἀναγκάστηκε ὁ πατέρας της νά τή δώσει γιά ἀνατροφή σέ μιά εὐλαβῆ ἀνάδοχό του... καί ἐκεῖνος ἀσπάσθηκε, μετά τή χηρεία του, τό μοναχικό βίο. Ἡ Θεοδώρα ἀνατράφηκε μέ εὐλάβεια, ἀπό τήν εὐσεβῆ ἀνάδοχο κόρη, ἀπέκτησε φόβο Θεοῦ καί στολίστηκε μέ σπάνιες ἀρετές. Ἐπίσης ἦταν στολισμένη καί μέ σπάνιο σωματικό κάλλος.

Ὅταν μεγάλωσε, ἡ εὐσεβής θετή μητέρα της τήν ἀρραβώνιασε με ἕναν νέο, περιζήτητο στό νησί. Ὅμως ἕνα τρομερό γεγονός της ἄλλαξε τή ζωή. Βάρβαροι Σαρακηνοί πειρατές εἰσέβαλλαν στήν Αἴγινα καί λεηλάτησαν τούς κατοίκους, σκοτώνοντας πολλούς. Μεταξύ αὐτῶν καί τόν ἀδελφό. Ἔτσι ἀναγκάστηκαν νά καταφύγουν στή Θεσσαλονίκη, μέ τόν μνηστῆρα της, ὅπου θά ἦταν πιό ἀσφαλεῖς.

Μετά ἀπό καιρό, ὅταν ἔφτασε σέ ἡλικία γάμου, παντρεύτηκαν καί ἔφεραν στόν κόσμο μιά κόρη, τή Θεοπίστη καί στή συνέχεια ἄλλα δύο παιδιά τά ὁποῖα πέθαναν σέ βρεφική ἡλικία. Ὁ χαμός τῶν παιδιῶν τους τούς γέμισε θλίψη, ἀλλά ἡ εὐσεβής Θεοδώρα δέν καταβλήθηκε. Ἔχοντας μεγάλη πίστη καί ἡρωικό φρόνημα, στήριζε τό σύζυγό της. Μάλιστα τοῦ πρότεινε νά ἀφιερώσουν τήν τότε ἑξάχρονη κόρη τους, την στό Θεό. Ὄντως τήν ἀφιέρωσαν στήν Ἱερά Μονή Ἁγίου Λουκᾶ.

Ὕστερα ἀπό καιρό ἕνα ἄλλο δυσάρεστο πλῆγμα δέχτηκε ἡ Θεοδώρα. Ὁ σύζυγός της ἀσθένησε καί πέθανε. Ὄντας 25 ἐτῶν, πῆρε τήν ἀπόφαση νά ἐνδυθεῖ τό μοναχικό σχῆμα. Πῆγε στήν Ἱερά Μονή Ἁγίου Στεφάνου, στήν πόλη τῆς Θεσσαλονίκης, ὅπου ἦταν ἡγουμένη μιά συγγένισσά της, ὀνόματι Ἄννα, ζητῶντας τήν νά τήν δεχτεῖ στή Μονή. Ἡ ἡγουμένη ἦταν ἐγνωσμένης ἁγιότητας καί εἶχε ἀναδειχθεῖ ὁμολογητής καί εἶχε βασανισθεῖ, ὡς ὑπέρμαχος τῶν Ἱερῶν Εἰκόνων (βρισκόμαστε στήν ἐποχή της εἰκονομαχίας). Ὅταν ἀντίκρισε τή νεαρή χήρα ἐξέφρασε τούς δισταγμούς της, φοβούμενη πώς κάποια στιγμή θά μετάνιωνε γιά τήν ἀπόφασή της καί θά ἐγκατέλειπε τό μοναχικό βίο. Ἀλλά, μπροστά στίς θερμές παρακλήσεις τῆς Θεοδώρας ἐνέδωσε, τή δέχτηκε καί τήν ἐνέταξε στήν ἀδελφότητα τῆς Μονῆς, ὑποβάλλοντάς την σέ διάφορες δοκιμασίες γιά νά πεισθεῖ γιά τήν ἀκλόνητη ἀπόφασή της.

Ἡ Θεοδώρα ἐπέδειξε πρωτοφανῆ ζῆλο καί ὑπακοή. Ἐκτελοῦσε μέ προθυμία κάθε διακόνημα, ὅσο ταπεινό καί κοπιαστικό ἦταν. Καλλιεργοῦσε σχέσεις ἀγάπης μέ τήν ὑπόλοιπη ἀδελφότητα καί καταγίνονταν στόν προσωπικό πνευματικό της ἀγῶνα. Νήστευε, ἀγρυπνοῦσε, μελετοῦσε πνευματικά καί ψυχωφελῆ βιβλία καί συμμετεῖχε στά Ἱερά Μυστήρια μέ εὐλάβεια καί ταπείνωση. Ἐξομολογοῦνταν ἀνελλιπῶς γιά νά ἀποκρούει τούς πειρασμούς τοῦ διαβόλου, ὁ ὁποῖος  πάσχισε, μέ δόλιους λογισμούς νά τήν ἀποσπάσει ἀπό τόν πνευματικό της ἀγῶνα καί νά τήν ἀπομακρύνει ἀπό τή Μονή, νά τήν ἐπαναφέρει ξανά στόν κόσμο. Ὅμως ἐκείνη ἔμεινε ἑδραῖα στήν ἀπόφασή της. Εἶχε ἀποκτήσει σέ μεγάλο βαθμό τήν ἀρετή τῆς ταπεινοφροσύνης, θεωρῶντας τόν ἑαυτό της ὡς τόν πλέον ἁμαρτωλό ἄνθρωπο τοῦ κόσμου. Συχνά ἐξέφραζε τήν γνώμη της ὅτι ἦταν ἡ πιό ἄχρηστη μοναχή στή Μονή. Στοχαζόταν τίς τιμωρίες τῆς κολάσεως καί ἔκλαιε πικρά γιά τά δεινά πού τήν περίμεναν!

Μετά ἀπό χρόνια, ὅταν εἶχε κοιμηθεῖ ἡ ἡγουμένη τῆς Μονῆς Ἁγίου Λουκᾶ, ἡ ὁποία εἶχε δεχθεῖ τήν κόρη τῆς Θεοπίστη καί ἐκείνη πῆρε τήν ἀπόφαση νά πάει νά μονάσει μαζί μέ τή μητέρα της τή Θεοδώρα. Ἔτσι ζήτησε νά τή δεχτοῦν στή Μονή Ἁγίου Στεφάνου. Ἡ ἡγουμένη τή δέχτηκε καί μάλιστα τήν ἔβαλε νά συγκατοικεῖ στό ἴδιο κελί μέ την κατά σάρκα μητέρα της.

Μητέρα καί κόρη, ὡς πνευματικές ἀδελφές πιά, μοιραζόταν τήν προσευχή καί τήν ἄσκηση καί ζοῦσαν ἀγγελικό βίο. Ἀλλά ὁ διάβολος, ὁ ὁποῖος μισεῖ θανάσιμα τούς ἀνθρώπους πού προκόβουν πνευματικά, θέλησε νά τίς προσβάλει, ξύπνησε μέσα στήν ψυχή τῆς Θεοδώρας τό μητρικό ἔνστικτο, τό ὁποῖο ἐπισκίασε τήν πνευματική τους σχέση. Αὐτό τό παρατήρησε ἡ ἡγουμένη καί ἀνησύχησε. Μάλιστα κάποια μέρα βρῆκε τή Θεοδώρα νά φροντίζει τά ἐνδύματα τῆς κόρης της, τή ρώτησε: «Θεοδώρα, τίνος εἶναι τό κορίτσι αὐτό;».  Τήν ἐπέπληξε καί τῆς ὑπενθύμισε το λόγο τοῦ Κυρίου πώς «ό φιλῶν πατέρα ἤ μητέρα ὑπέρ ἔμέ οὐκ ἔστι μόν ἄξιος καί ό φιλῶν ὑίόν ἡ θυγατέρα ὑπέρ ἔμέ οὐκ ἔστι μου ἄξιος» (Μάτθ.10,37). Γιά νά τίς προφυλάξει τίς χώρισε καί τούς ἀπαγόρευσε νά ἔχουν καμιά συναναστροφή. Ἐκεῖνες ὑπάκουσαν καί γιά δεκαπέντε χρόνια δέν ἀντάλλαξαν κουβέντα, ἄν καί συζοῦσαν στήν ἴδια Μονή, ἐργάζονταν καί γευμάτιζαν μαζί.

Ἀργότερα ἡ Θεοδώρα ἀσθένησε βαριά καί ἡ ἡγουμένη Ἄννα, κατόπιν παρακλήσεων τῶν ἄλλων μοναζουσῶν, ἔδωσε τήν ἄδεια στήν Θεοπίστη νά συνομιλήσει μαζί της. Διαπίστωσαν πώς πλέον εἶχε ἐκλείψει ἐντελῶς ἡ συγγενική σχέση τους καί ἔβλεπε ἡ μιά τήν ἄλλη ὡς ἀδελφή ἐν Χριστῷ, σάν τίς ἄλλες μοναχές τῆς ἀδελφότητας.
Ἡ Θεοδώρα εἶχε φθάσει ἤδη στό πεντηκοστό ἕκτο ἔτος τῆς ἡλικίας της καί εἶχε ὡριμάσει πνευματικά σέ μεγάλο σημεῖο. Ἐπίσης καί ἡ ἡγουμένη Ἄννα εἶχε  φθάσει σέ προχωρημένη ἡλικία καί ἔπασχε ἀπό γεροντική ἄνοια, μή μπορῶντας πιά νά ἀσκήσει τή διακονία τῆς ἡγουμένης στή Μονή. Τότε ὁ ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης ὅρισε ὡς ἡγουμένη τῆς Μονῆς τήν Θεοπίστη. Ἡ κατά σάρκα μητέρα της ἀξιώθηκε νά γίνει ὑποτακτικός τῆς κόρης της. Αὐτό τό δέχτηκε μέ μεγάλη χαρά καί ἐκτελοῦσε μέ ὑπακοή καί ἀγόγγυστα τίς ἐντολές της. Μάλιστα ἡ νέα ἡγουμένη της ἀνέθεσε τό δύσκολο διακόνημα, νά γηροκομεῖ τήν ἄρρωστη πρώην ἡγουμένη Ἄννα καί νά ὑπομένει μέ καρτερία καί ἠρεμία τίς δυστροπίες της.

Μετά ἀπό δεκαεννέα χρόνια καί ὄντας ἡ Θεοδώρα ἑβδομῆντα πέντε χρονῶν, ἀπαλλάχτηκε ἀπό ὅλα τά διακονήματά της. Αὐτό ὅμως τή στεναχώρησε καί γι' αὐτό ἐξακολουθοῦσε κρυφά νά ὑπηρετεῖ τιε ἀδελφές. Κοιμήθηκε εἰρηνικά τό 892, ἀφοῦ κάλεσε ὅλη τήν ἀδελφότητα νά τήν ἀποχαιρετίσει καί νά ζητήσει συγχώρεση. Ἡ ψυχή της φτερούγισε στόν οὐρανό καί τό γερασμένο καί ρυτιδιασμένο πρόσωπό της ἔλαμψε σάν τόν ἥλιο καί τό δωμάτιο πληρώθηκε ἀπό οὐράνια εὐωδία. Τό λάδι ἀπό τό κανδήλι τοῦ τάφου της μεταβλήθηκε σέ μύρο καί ξεχείλιζε, χαρίζοντας ἰάματα σέ πλῆθος ἀσθενῶν, ὅσοι χρίονταν ἀπό αὐτό. Γι' αὐτό καί τῆς δόθηκε ἡ προσωνυμία «Μυροβλύτισσα». Ἡ περιώνυμη Θεσσαλονίκη ἀξιώθηκε νά ἔχει δύο ἁγίους μυροβλύτες, τόν Δημήτριο καί τή Θεοδώρα. Τό 893 ἔκαναν τήν ἐκταφῆ βρῆκαν τό ἱερό σκήνωμά της ἄφθορο νά εὐωδιάζει. Τό ἐναπέθεσαν σέ πολύτιμη λάρνακα καί μετονόμασαν τήν Ἱερά Μονή Ἁγίου Στεφάνου, σέ Ἱερά Μονή Ἁγίας Θεοδώρας τῆς Μυροβλύτισσας, ἡ ὁποία ἔμελλε νά καταστεῖ σημαντικό πνευματικό κέντρο. Σήμερα λειτουργεῖ ὡς ἀνδρική Μονή καί στεγάζει τό Κέντρο Ἁγιολογικῶν Μελετῶν τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης.

Στά 1430, ὅταν οἱ ἀλλόθρησκοι Ὀθωμανοί κυρίευσαν τή Θεσσαλονίκη, ἄνοιξαν τή λάρνακα τῆς ἁγίας καί κομμάτιασαν τό σκήνωμά της. Οἱ Χριστιανοί μπόρεσαν νά συναρμολογήσουν τά κομμάτια, πρός προσκύνηση καί ἁγιασμό τῶν πιστῶν.

Ἡ μνήμη της τιμᾶται στίς 5 Ἀπριλίου καί στίς 3 Αὐγούστου, ἡμέρα μετακομιδής τοῦ Ἱεροῦ Λειψάνου της καί στίς 29 Αὐγούστου ἡ μνήμη τῆς ἁγίας Θεοπίστης.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.