13 Νοε 2021

Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος: Ὁ χρυσορρόας ποταμός τῆς Ἐκκλησίας μας (13 Νοεμβρίου †)

ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου - Καθηγητοῦ
Ὁ 4ος μ. Χ. αἰῶνας χαρακτηρίζεται ὡς ὁ «χρυσός αἰῶνας τῆς Θεολογίας», χάρις στούς μεγάλους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, οἱ ὁποῖοι ἔζησαν καί ἔδρασαν τήν συγκεκριμένη ἐκείνη χρονική περίοδο. Ἕνας ἀπό αὐτούς ἦταν καί ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ὁ ὁποῖος συγκαταλέγεται στούς κορυφαίους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας καί στούς μεγάλους ἄνδρες τῆς ἱστορίας. Μάλιστα ἀνήκει στή χορεία τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, μαζί μέ τόν Μέγα Βασίλειο καί τόν Γρηγόριο τό Θεολόγο.
Γεννήθηκε στήν Ἀντιόχεια τό 354, κατ' ἄλλους τό 347. Ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν Σεκοῦνδος. Ἦταν στρατηγός καί εἰδωλολάτρης, τόν ὁποῖο μετέστρεψε στόν Χριστιανισμό ἡ σύζυγός του καί μητέρα τοῦ Ἰωάννη, ἡ ὑπέροχη Ἀνθοῦσα. Ὁ πατέρας του πέθανε νωρίς, ἀφήνοντας μόνους, τήν 20χρονη Ἀνθοῦσα μέ τόν μικρό Ἰωάννη. Ἐκείνη ἀνάλαβε νά τόν μεγαλώσει μέ παιδεία καί φόβο... Θεοῦ καί νά τοῦ δώσει χριστιανική ἀνατροφή. Ὡς εὐκατάστατη, φρόντισε νά τόν σπουδάσει στά καλλίτερα σχολεῖα τῆς Ἀντιόχειας. Ἀφοῦ ὁλοκλήρωσε τήν ἐγκύκλιο μόρφωσή του, προσκολλήθηκε στόν ὀνομαστό εἰδωλολάτρη Λιβάνιο ὥστε νά συμπληρώσει τίς σπουδές του στήν ρητορική καί στή φιλοσοφία. Ἡ ἐπίδοσή του ἦταν τέτοια ὥστε ὁ Λιβάνιος τόν προόριζε γιά διάδοχό του στή Σχολή! Ἀλλά ὅταν διαπίστωσε ὅτι ἦταν Χριστιανός καί προόριζε τόν ἑαυτό του γιά τή διακονία τῆς Ἐκκλησίας, εἶπε μέ πικρία: «δυστυχῶς τόν Ἰωάννη τόν κέρδισε ἡ Ἐκκλησία»!
Ἀμέσως μετά σπούδασε Θεολογία στήν ὀνομαστή Θεολογική Σχολή τῆς Ἀντιόχειας. Ἄσκησε γιά λίγο χρόνο τό ἐπάγγελμα τοῦ ρήτορα, στό ὁποῖο σημείωσε μεγάλη ἐπιτυχία. Ὅμως πολύ γρήγορα καί μετά το θάνατο τῆς μητέρας του, ἐγκατέλειψε τήν κοσμική δόξα, τό προσοδοφόρο ἐπάγγελμα καί τίς ἰαχές τοῦ πλήθους καί ἀφιερώθηκε στήν ὑπηρεσία τῆς Ἐκκλησίας.
Τό 372 βαπτίστηκε καί ἀποφάσισε νά γίνει μοναχός. Ἀποσύρθηκε στήν ἔρημο γιά κάθαρση, προσευχή καί πνευματική προετοιμασία γιά τήν κατοπινή πορεία τῆς ζωῆς του. Ἔμεινε ἐκεῖ πέντε χρόνια, ἀσκούμενος καί μελετῶντας τίς ἅγιες Γραφές. Ὅμως ἀπό τήν αὐστηρή ἄσκηση κλονίστηκε σοβαρά ἡ ὑγεία του. Τό πρόβλημα αὐτό τῆς ὑγείας του θά τόν συνοδεύει σέ ὅλη του τή ζωή καί θά τόν ταλαιπωρεῖ. Γι' αὐτό γύρισε στήν Ἀντιόχεια.
Τό 381χειροτονήθηκε διάκονος ἀπό τόν ἀρχιεπίσκοπο Μελέτιο καί τό 385 πρεσβύτερος ἀπό τόν διάδοχό του Φλαβιανό. Γιά δεκατρία ὁλόκληρα χρόνια ἐργάστηκε δραστήρια καί ἀναδείχθηκε πρότυπο ποιμένα, διδασκάλου καί κοινωνικοῦ ἐργάτη. Ἐκφωνοῦσε πύρινους λόγους καί ἡ εὐγλωττία του σαγήνευε τά πλήθη, τά ὁποῖα συνέρρεαν νά τόν ἀκούσουν. Χιλιάδες εἰδωλολάτρες πίστευαν καί ἐντάσσονταν στήν Ἐκκλησία. Ἀξιόλογη ὑπῆρξε ἐπίσης καί ἡ κοινωνική του προσφορά. Πλῆθος ἀναξιοπαθούντων ἔβρισκαν κοντά του πνευματική καί ὑλική στήριξη.
Ἡ φήμη τοῦ Ἰωάννη ἔφτασε παντοῦ, μέχρι καί τήν Βασιλεύουσα. Στίς 15 Δεκεμβρίου τοῦ 397 κλήθηκε στήν Κωνσταντινούπολη ἀπό τόν αὐτοκράτορα Ἀρκάδιο (395-408) γιά νά βοηθήσει στήν ἀνόρθωση τῆς Ἐκκλησίας. Ἐκεῖ, τό 398 ἀναγκάστηκε, παρά τή θέλησή του, νά χειροτονηθεῖ ἐπίσκοπος καί νά ἀναλάβει το θρόνο τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Ὡς ἀρχιεπίσκοπος τῆς πρωτόρθονης Ἐκκλησίας, ἐπιδόθηκε μέ πρωτοφανῆ ζῆλο γιά τήν ἀνόρθωση τῶν ἐκκλησιαστικῶν πραγμάτων. Ἀπομάκρυνε τούς διεφθαρμένους καί ἀνάξιους ἱερωμένους καί προώθησε τούς ἄξιους. Καθαίρεσε 13 τοὐλάχιστον ἐπισκόπους γιά «σιμωνία» καί ἠθικά παραπτώματα.
Ἀπό τίς πρῶτες μέρες ὀργάνωσε ἕνα καταπληκτικό δίκτυο ἀνακούφισης τῶν χιλιάδων φτωχῶν καί κατατρεγμένων τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Σίτιζε καθημερινά περισσότερους ἀπό 7.000 ἀπόρους. Δημιούργησε ἐπίσης ἱδρύματα, νοσοκομεῖα καί ἄσυλα γιά τά ὀρφανά, τίς χῆρες, τούς ἡλικιωμένους, τούς ἀσθενεῖς καί ἀνάπηρους, ὅπου παρέχονταν δωρεάν διακονία σέ ὅλους.
Ταυτόχρονα ὀργάνωσε ἀκόμα μιά γιγαντιαία ἱεραποστολική ἀποστολή μέ μοναχούς ἱεραποστόλους στήν Περσία, τήν Κελτική, τήν Φοινίκη, τή Σκυθία καί τήν Γοτθία, μεταστρέφοντας χιλιάδες εἰδωλολατρῶν καί ἱδρύοντας Ἐκκλησίες στίς χῶρες αὐτές.
Μιλοῦσε ἀδιάκοπα καί μέ τή γνωστή ρητορική του δεινότητα σαγήνευε τά πλήθη, ἐλέγχοντας τήν ἁμαρτία καί τή διαφθορά. Ἀνέλαβε, ἐπίσης ἕναν τιτάνιο ἀγῶνα κατά τῆς διαφθορᾶς καί τῆς ἀκολασίας πού εἶχε ἐπικρατήσει στήν πλούσια πρωτεύουσα τοῦ κράτους. Ὁ ἔλεγχός του ἔφτασε μέχρι τά ἀνάκτορα καί ἰδιαίτερα στηλίτευσε τήν διεφθαρμένη αὐτοκράτειρα Εὐδοξία καί τόν ἐπίσης διεφθαρμένο αὐλικό Εὐτρόπιο. Ἦρθε σέ ρήξη μέ τούς ἰσχυρούς τοῦ χρήματος, τῆς κρατικῆς ἐξουσίας καί ἐπίσης μέ τούς διεφθαρμένους ἐπισκόπους καί κληρικούς.
Τό ἀποτέλεσμα τῶν ἐλέγχων του ἦταν νά πέσει σέ δυσμένεια καί νά ὑποστεῖ φοβερές διώξεις. Ἡ ἀδίστακτη αὐτοκράτειρα, πέτυχε μέ τή βοήθεια τοῦ ἐπίσης διεφθαρμένου Ἀρχιεπισκόπου Ἀλεξανδρείας Θεοφίλου καί τή συμμετοχή 36 ἐπισκόπων, νά συγκαλέσει τό 403 την ἕν Δρῦ ψευδοσύνοδο, νά καθαιρέσει τόν Χρυσόστομο καί νά τόν ἐξορίσει στήν Βηθυνία. Μετά ὅμως ἀπό σφοδρή ἀντίδραση καί στάση τοῦ πιστοῦ λαοῦ, ἡ Εὐδοξία ἀναγκάστηκε νά τόν ἀνακαλέσει ἀπό τήν ἐξορία καί νά ἀποκαταστήσει στό θρόνο του. Ἀλλά ὁ μεγάλος ἐλεγκτής δέν ἔπαψε καί πάλι νά στηλιτεύει τή διεφθαρμένη ἐξουσία. Τό 404 τόν ἐξόρισε καί πάλι στήν Κουκουσό τῆς Καππαδοκίας καί ἀπό ἐκεῖ πιό μακριά, στά Κόμανα τοῦ Πόντου, στά σύνορα μέ τήν Ἀρμενία, ὅπου κοιμήθηκε ἀποκαμωμένος ἀπό τίς ταλαιπωρίες καί τίς σωματικές του παθήσεις στίς 14 Σεπτεμβρίου τοῦ 407. Τό 438 ἀποκομίσθηκε τό λείψανό του μέ τιμές στήν Κωνσταντινούπολη, ὅπου σύσσωμος ὁ λαός τῆς Βασιλεύουσας φώναζε: «Ἰωάννη γύρισες στό θρόνο σου»!
Τό συγγραφικό θεολογικό ἔργο πού κληροδότησε στήν Ἐκκλησία εἶναι τεράστιο. Ὑπῆρξε ἀπαράμιλλος ἑρμηνευτής τῶν Γραφῶν, πραγματική αὐθεντία γιά τούς κατοπινούς θεολόγους. Ἔγραψε πλῆθος ἐπιστολῶν. Μᾶς διασώθηκαν ἐπίσης πληθώρα ὁμιλιῶν του, τίς ὁποῖες κατέγραφαν σύγχρονοι ταχυγράφοι, καί τίς ὁποῖες διακρίνει ἡ ρητορική δεινότητα τοῦ μεγάλου ἄνδρα, ἡ σαφήνεια καί ἡ ἁπλότητα. Γιά τοῦτο καί ἡ Ἐκκλησία μας τοῦ προσέδωσε τόν τίτλο Χρυσόστομος, διότι ὑπῆρξε πραγματικά ὁ μεγαλύτερος ρήτορας, τό γλυκόλαλο ἀηδόνι τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως παρατηρεῖ σύγχρονος στοχαστής. Τέλος συνέθεσε καί τήν Θεία Λειτουργία, ἡ ὁποία ἐπικράτησε νά τελεῖται στίς Ἐκκλησίες μᾶς ὡς σήμερα.
Ὁ Ἱερός Χρυσόστομος εἶναι (πρέπει νά εἶναι) τό διαχρονικό σύμβολο τοῦ ἀσυμβίβαστου ἀνθρώπου μέ τό κακό, ὅπου αὐτό βρίσκεται, εἴτε στήν Ἐκκλησία, εἴτε στήν κοσμική ἐξουσία, εἴτε στήν κοινωνία. Εἶναι ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος, μέ τήν προσωπική του κάθαρση, κατανόησε ὅτι ἔχουμε χρέος ὡς Χριστιανοί νά πολεμᾶμε τό κακό, μέ ὅποιο προσωπικό κόστος. Ὁ μεγάλος αὐτός ἄνδρας θά πρέπει νά ἀποτελεῖ τό πρότυπο τοῦ συνεποῦς ἀγωνιστῆ καί γιά μᾶς σήμερα, κληρικούς καί λαϊκούς, νά ἀγωνιζόμαστε, στά μέτρα τῶν δυνατοτήτων μας, γιά τήν ἐκβολή τοῦ κακοῦ ἀπό τόν κόσμο τοῦ Θεοῦ, ἀδιαφορῶντας, ὅπως ἐκεῖνος, γιά τίς ὅποιες συνέπειες.
Ἡ Μνήμη του τιμᾶται στίς 13 Νοεμβρίου καί ἡ ἀνακομιδή τῶν λειψάνων του στίς 27 Ἰανουαρίου. Τιμᾶται ἐπίσης καί στίς 30 Ἰανουαρίου, μαζί μέ τούς ἄλλους δύο
Ἱεράρχες, οἱ ὁποῖοι, ὁμοῦ, τιμῶνται ὡς προστάτες τῆς παιδείας, τῆς ἐπιστήμης καί τοῦ πολιτισμοῦ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.