(Οἱ μύθοι του στοχεύουν στὴν ἀνάδειξη τῆς ἠθικῆς, τοῦ κοινωνικοῦ καθήκοντος καὶ τῆς ἀλήθειας, κάτι ποὺ ἔχει ἐκλείψει παντελῶς ἀπὸ τὴν τρέχουσα καθημερινότητα).
Οἱ μύθοι τοῦ Αἰσώπου μέσα ἀπὸ τὸν προφορικὸ λόγο τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων κατάφεραν νὰ διασωθοῦν καὶ σήμερα κυκλοφοροῦν σὲ πολλὲς ἐκδόσεις καὶ μεταφράσεις σὲ ὅλο τὸν κόσμο. Αὐτὸ ποὺ κάνει τοὺς μύθους του νὰ ξεχωρίζουν εἶναι τὸ ἠθικὸ καὶ διδακτικὸ περιεχόμενό τους.
Οἱ μύθοι του στηρίζονται στὴν ἀλληγορία, κάτι ἀνάμεσα στὴν ἀφήγηση καὶ τὴν παραβολή. Οἱ μύθοι του θὰ στρέψουν τὴν προσοχὴ στὴν εἰσαγωγὴ φανταστικῶν χαρακτήρων, τῶν ὁποίων ἡ συμπεριφορὰ καὶ οἱ πράξεις στοχεύουν στὴν...
Μὲ τὸ νὰ μένει ὁ Αἴσωπος στὴν ἀφάνεια καὶ νὰ μὴ συμμετέχει ἐνεργὰ στοὺς μύθους, δίνει στὴν ἀφήγησή του ἕναν ἀέρα ὑπεροχῆς. Ἀπὸ ἁπλὸς μυθοποιὸς ἀναδεικνύεται μεγάλος δάσκαλος τῆς ἠθικῆς. Δὲν ἀφηγεῖται μόνο οὔτε χρησιμοποιεῖ ἁπλῶς παραβολὲς καὶ ἀλληγορίες, ἀλλὰ ὑπερασπίζεται τὴν ἀρετὴ καὶ ἐχθρεύεται τὴν ἀχρειότητα. Ἐπιδίωξή του πέρα ἀπὸ τὸ νὰ προκαλέσει γέλιο -μέσα ἀπὸ εὐτράπελα, κωμικὲς καταστάσεις καὶ χιουμοριστικὲς περιγραφὲς- εἶναι νὰ καταστήσει σαφὲς τὸ ἠθικό του μήνυμα…
Κάθε μύθος ἀποτελεῖται ἀπὸ τὰ ἀφηγηματικὰ μέρη, τὸ ἠθικὸ δίδαγμα καὶ τὰ ἰδιαίτερα χαρακτηριστικὰ τῶν φανταστικῶν ἡρώων ποὺ πρωταγωνιστοῦν κάθε φορᾶ. Ἡ ἀφήγηση ἐξαντλεῖται σὲ ἕνα αὐτοτελὲς περιστατικό, ποὺ δὲν βαρύνεται ἀπὸ περιττὲς λεπτομέρειες. Τὸ ἠθικὸ δίδαγμα (ἐπιμύθιο) εἶναι ξεκάθαρο, ὥστε εὔκολα καταλήγει σ’ αὐτὸ κάθε ἀναγνώστης, ἐνῶ τὰ ζῶα ποὺ χρησιμοποιοῦνται ὡς ἥρωες διατηροῦν τὰ χαρακτηριστικά τους γνωρίσματα καὶ τὰ συνδυάζουν μὲ τὰ πάθη καὶ τὸν ψυχισμὸ τῶν ἀνθρώπων…
Πηγή: «ΠΕΜΠΤΟΥΣΙΑ»
Συμβολικῶς, παραθέτουμε ἕναν ἀπὸ αὐτούς, ὁ ὁποῖος πλήττει εὐστόχως τὴν κατ΄ ἐπίφασιν προβαλλόμενη εἰκόνα τῆς τάχα ἐλεύθερης σκέψης καὶ δράσης τοῦ σημερινοῦ ἀνθρώπου. Μία ζωή, ἕνα ψέμα!
Ὁ ὁδοιπόρος καὶ ἡ Ἀλήθεια
(Μύθος τοῦ Αἰσώπου)
Ἕνας ὁδοιπόρος συνάντησε στὸ δρόμο μία γυναίκα ποὺ καθόταν σκυθρωπὴ καὶ μὲ τὸ κεφάλι σκυμμένο. Τὴ ρώτησε: «Ποιὰ εἶσαι;»κι ἐκείνη ἀπάντησε: «Ἡ Ἀλήθεια!». «Καὶ γιατί ἔφυγες ἀπὸ τὴν πόλη, ρώτησε πάλι ὁ ἄντρας καὶ μένεις στὴν ἐρημιά;». Καὶ ἡ Ἀλήθεια ἀπάντησε: «Στὰ παλιὰ τὰ χρόνια οἱ ψεῦτες ἦταν λίγοι. Τώρα ὅμως τὰ ὅσα λέγονται καὶ τὰ ὅσα ἀκούγονται εἶναι ὅλα ψέματα».
Ὁ διαβάτης κι ἡ Ἀλήθεια
Σ` ἄνυδρο τόπο, σ` ἄξενο λημέρι,
πού δὲ βλογήθη ἀπ` τοῦ Θεοῦ τὸ χέρι,
πλανιέται κόρη μὲ θλιμμένα μάτια.
Στὴν ὄψη μοιάζει ν` ἄφησε παλάτια.
Ποιὰ νὰ `ναι τάχα ἡ μοίρα της, ποιὸς ξέρει;
*
Ξάφνου στή στράτα πρόβαλε διαβάτης,
π` ἀκολουθεῖ μὲ βιά τὰ βήματά της.
«Κόρη μου, νὰ χαρεῖς, τῆς κράζει, στάσου.
Ποιὰ εἶσαι; Πές μου τ` ὄνομά σου.
Σὰν πῶς νὰ σ` ἔχει ἡ ἔρημο κυρά της»;
*
«Ἐγὼ εἶμαι ἡ Ἀλήθεια ἡ προαιώνια
κι ἡ λάμψη μου δὲ σβήνει μὲ τὰ χρόνια.
Σκληρὰ πιὰ τώρα ἡ λησμονιὰ μὲ δέρνει,
ἀλλούθ` ἡ ἀγάπη τῶν ἀνθρώπων γέρνει:
Στὸ ψέμα! Ζῶ φρικτὴ τὴν καταφρόνια»!
Ἀπόδοση σὲ ποιητικὴ μορφή:
Σάββας Ἠλιάδης
Δάσκαλος
Κιλκίς, 26-4-2021
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου