Ἀνάμεσα στοὺς ἁγίους μάρτυρες τῆς Ἐκκλησίας μας συγκαταλέγεται καὶ ὁ νεομάρτυρας Ἀχμὲτ (17ος αἰ), ποὺ ἦταν Τοῦρκος καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη.
Στὸ σπίτι του εἶχε δοῦλες δύο αἰχμάλωτες Ρωσίδες. Μία νέα καὶ μία ἡλικιωμένη. Καὶ οἱ δύο ἦταν εὐσεβεῖς. Ἡ τελευταία συνήθιζε νὰ πηγαίνει στὴν ἐκκλησία σὲ κάθε γιορτή. Ἐκεῖ ἔπαιρνε ἀντίδωρα καὶ ἁγιασμό, κι ἔφερνε ἀπ’ αὐτὰ καὶ στὴ νέα.
Ἀλλὰ κάθε φορᾶ ποὺ γινόταν αὐτό, ὁ Ἀχμὲτ ἔνιωθε νὰ βγαίνει ἀπὸ τὸ στόμα τῆς κοπέλας μία ὑπέροχη εὐωδία.
Τί εἶναι αὐτὸ ποῦ τρῶς, κι εὐωδιάζει τὸ στόμα σου; τὴ ρωτοῦσε. Τίποτα ἰδιαίτερο, ἀπαντοῦσε ἐκείνη. Δὲν μπορεῖ. Κάτι συμβαίνει, ἐπέμενε ὁ Τοῦρκος.
Νὰ τί συμβαίνει, διευκρίνισε ἡ νέα. Συνηθίζω νὰ τρώω εὐλογημένο ἄρτο, πού μοῦ φέρνει ἡ γερόντισσα ἀπὸ τὴν ἐκκλησία τῶν χριστιανῶν.
Τότε ὁ Ἀχμὲτ θέλησε ἀπὸ περιέργεια νὰ δεῖ πῶς λειτουργοῦν οἱ χριστιανοὶ στὶς ἐκκλησίες τους. Ντύθηκε λοιπὸν σὰν χριστιανὸς καὶ πῆγε στὴν ἐκκλησία... τοῦ Πατριαρχείου, ὅπου παρακολούθησε τὴν Θεία Λειτουργία.
Στὴν διάρκειά της ὁ Δεσπότης Χριστὸς ἐπέτρεψε καὶ δεύτερο θαῦμα: Τὴν ὥρα ποὺ βάδιζε ὁ ἱερέας πρὸς τὴν Ὡραία Πύλη, τὸν εἶδε ὁ Ἀχμὲτ ὑψωμένο στὸν ἀέρα καὶ ὁλόφωτο. Φωτεινὲς ἀκτίνες ἔπεφταν ἀπὸ τὸ σῶμα του καὶ φώτιζαν τὰ κεφάλια τῶν χριστιανῶν. Δὲν φώτιζαν ὅμως τὸ κεφάλι τοῦ Ἀχμέτ. Συγκλονίστηκε μὲ ὅσα εἶδε ὁ ἀλλόθρησκος.
Τὰ μάτια τῆς ψυχῆς του ἄνοιξαν καὶ πίστεψε χωρὶς δισταγμὸ στὸν ἀληθινὸ Θεό. Ζήτησε ἀπὸ τὸν ἱερέα νὰ τὸν βαπτίσει, καὶ ἀργότερα, στὶς 3 Μαΐου 1682, ὁμολόγησε τὴν πίστη του σὲ μία συνάθροιση μεγιστάνων, ὁπότε ἀξιώθηκε νὰ λάβει καὶ τὸ βάπτισμα τοῦ μαρτυρίου.
Μνήμη του 24 Δεκεμβρίου †
πηγή: Μέγας Συναξαριστὴς τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου