7 Μαρ 2020

Ὁ Ἅγιος Λαυρέντιος ὁ Μεγαρεὺς

ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου - Καθηγητοῦ
Ἡ ἀττικὴ γῆ ἀνέδειξε, σὲ ὅλες τὶς ἱστορικὲς περιόδους, μιὰ πλειάδα ἁγίων, οἱ ὁποῖοι λαμπρύνουν τὸ ἁγιολογικὸ στερέωμα τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἕνας ἀπὸ αὐτοὺς εἶναι καὶ ὁ Ὅσιος Λαυρέντιος ἀπὸ τὰ Μέγαρα, κτήτορας τῆς Ἱερᾶς καὶ Σεβασμίας Μονῆς Φανερωμένης Σαλαμίνας.

Γεννήθηκε καὶ ἔζησε τὸ δεύτερο μισὸ τοῦ 18ου αἰῶνα στὰ Μέγαρα τῆς Ἀττικῆς ἀπὸ φτωχούς, ἀλλὰ εὐσεβεῖς γονεῖς, τὸν Δημήτριο καὶ τὴν Κυριακή. Ὀνομαζόταν Λάμπρος Κανέλλος καὶ ἀσκοῦσε τὸ ἐπάγγελμα τοῦ ἀγρότη καὶ τοῦ οἰκοδόμου. Ἦταν νυμφευμένος μὲ μιὰ εὐσεβῆ σύζυγο, τὴ Βασίλω, μὲ τὴν ὁποία ἀπέκτησαν δύο παιδιά, τὸν Ἰωάννη καὶ τὸ Δημήτριο. Ζοῦσαν μιὰ ἥσυχη καὶ ἐνάρετη οἰκογενειακὴ καὶ χριστιανικὴ ζωή, στὰ δύσκολα ἐκεῖνα τῆς τουρκοκρατίας.
Κάποτε ὁ εὐσεβὴς χωρικὸς Λάμπρος εἶδε ἕνα παράξενο ὄνειρο, τὴν Παναγία, ἡ ὁποία τοῦ ζήτησε νὰμεταβεῖ στὸ ἀπέναντι νησί, τὴ Σαλαμῖνα, γιὰ νὰ οἰκοδομήσει ἕναν ναό, στὰ σωζόμενα ἐρείπια παλαιότερου ναοῦ της. Ὁ Λάμπρος ταράχτηκε, μὲν ἀλλὰ δὲν ἔδωσε ἰδιαίτερη σημασία. Τὸ ὄνειρο επαναλήφτηκε ἄλλες δύο φορές. Τὴν τρίτη φορὰ κατάλαβε ὅτι κάτι σοβαρὸ συμβαίνει καὶ τὸν κατέλαβε ἱερὸς φόβος. Διηγήθηκε τὸ συμβὰν στοὺς δικούς του καὶ τοὺς φίλους του, οἱ ὁποῖοι τὸν συμβούλεψαν νὰ ὑπακούσει στὴν προτροπὴ τῆς Θεοτόκου. Ἀποφάσισε λοιπὸν νὰ μεταβεῖ στὴ Σαλαμῖνα. Κατέβηκε στὴν παραλία τοῦ Μεγάλου Πεύκου καὶ προσπάθησε νὰ βρεῖ πλεούμενο νὰ τὸν περάσει στὴν ἀντίπερα ὄχθη τοῦ νησιοῦ. Ὅμως ἦταν χειμῶνας καὶ ὑπῆρχε θαλασσοταραχὴ καὶ οἱ βαρκάρηδες εἶχαν ἀποσύρει τὶς βάρκες τους στὴ στεριά. Ὁ Λάμπρος στεκόταν ἀμήχανος καὶ στενοχωρημένος στὴν ἀκτή, προσευχόμενος στὴν Παναγία νὰ τὸν βοηθήσει νὰ περάσει στὸ νησί. Τότε συνέβη τὸ ἑξῆς παράδοξο καὶ θαυμαστὸ γεγονός. Μιὰ γλυκιὰ φωνὴ σὰν μελωδία ἀκούστηκε:...
«Ρῖξε τὸ πανωφόρι σου στὴν θάλασσα καὶ ἀνέβα ἐπάνω σε αὐτό, θὰ πλεύσεις μὲ ἀσφάλεια καὶ σῷος θὰ ἀποβιβαστεῖς στὴν ἀπέναντι ἀκτὴ τοῦ νησιοῦ»!

Γεμᾶτος πίστη καὶ ἄκρατη συγκίνηση ὁ εὐσεβὴς Λάμπρος ὑπάκουσε στὴ μυστηριώδη ἐντολὴ καὶ χωρὶς νὰ χάσει καιρὸ ἅπλωσε τὴν κάπα του στὰ κύματα, ἀνέβηκε σὲ αὐτὴ καὶ σὰν σὲ σχεδία, κατάφερε νὰ διασχίσει τὸ θαλάσσιο πέρασμα καὶ νὰ φτάσει στὴ βόρεια πλευρὰ τῆς Σαλαμίνας, μὲ ἀσφάλεια καὶ χωρὶς νὰ βραχεῖ καθόλου! Βγαίνοντας στὴ στεριὰ αντίκρισε τὰ χαλάσματα ἐρειπωμένης παλιᾶς Μονῆς.

Ἀμέσως ἄρχισε τὸ οἰκοδομικὸ ἔργο τῆς ἀνέγερσης τοῦ ναοῦ, ὅπως τὸν πρόσταξε ἡ Παναγία. Ἀλλὰ ἀνασηκώνοντας τὶς πέτρες βρῆκε μιὰ παμπάλαια καὶ μαυρισμένη ἀπὸ τὸ χρόνο καὶ τὴν ὑγρασία εἰκόνα τῆς Θεομήτορος, τὴν Θαυματουργὴ Εἰκόνα τῆς Παναγίας τῆς «Φανερωμένης» ἢ «Νεοφανείσας». Ὁ Λάμπρος ἀναλύθηκε σὲ δάκρυα χαρᾶς, διότι συνειδητοποίησε ὅτι ἀξιώθηκε νὰ γίνει ὄργανο τῆς θείας χάριτος, ταπεινὸς ὑπηρέτης τῆς Θεοτόκου. Γι' αὐτὸ ἀποφάσισε νὰ μείνει στὸν ἁγιασμένο ἐκεῖνο τόπο, νὰ γίνει μοναχὸς καὶ νὰ κτίσει Ἱερὰ Μονὴ πρὸς τιμὴν τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, ὅπου θὰ στέγαζε τὴν Θαυματουργὸ Εἰκόνα της.

Γύρισε στὴν οἰκογένειά του καὶ διηγήθηκε μὲ δέος ὅσα βίωσε. Τὰ δυό του παιδιὰ εἶχαν μεγαλώσει καὶ δὲν εἶχαν ἀνάγκη τὴν ἀρωγή του καὶ ἡ πιστή του σύζυγος τοῦ ἔδωσε τὴν ἄδεια νὰ γίνει μοναχός. Ὁ Λάμπρος ἀποχαιρέτησε τὴν ἀγαπημένη του οἰκογένεια καὶ ἐπέστρεψε στὴ Σαλαμῖνα, ὅπου ἐκάρη μοναχός, λαμβάνοντας τὸ μοναχικὸ ὄνομα Λαυρέντιος.

O ἄρχισε τὶς οἰκοδομικὲς ἐργασίες τὸ ἔτος 1682. Βοηθούμενος ἀπὸ εὐσεβὴς χριστιανοὺς τῆς περιοχῆς, ἔκτισε ἀρχικὰ ναό, πρὸς τιμὴν τοῦ Ἁγίου Νικολάου καὶ στὴ συνέχεια, μὲ πολλοὺς κόπους, μιὰ περίλαμπρη Μονή, τὴν ὁποία ἀφιέρωσε στὴν Παναγία τὴν Φανερωμένη. Μετὰ τὸ πέρας τῶν ἐργασιῶν ἦρθαν καὶ ἄλλοι μοναχοὶ νὰ ἐγκαταβιώσουν ἐκεῖ. Ὁ Λαυρέντιος χειροτονήθηκε πρεσβύτερος καὶ ἔγινε ἡγούμενος τῆς Μονῆς. Μὲ τὸν προσωπικὸ τοῦ ἀγῶνα, τὴν ἀδιάλειπτη προσευχή, τὴ νηστεία, τὴν ἀγρυπνία καὶ τὴ μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς καὶ τῶν Πατέρων, κατέστη μιὰ ἄρτια πνευματικὴ προσωπικότητα. Οἱ ἀρετές του, ἡ σοφία του καὶ ἁγιότητά του εἶχαν γίνει γνωστὲς στὴν εὐρύτερη περιοχή, ὅπου συνέρρεαν πλήθη πιστῶν νὰ πάρουν τὴν εὐλογία του καὶ νὰ τὸν συμβουλευτοῦν. Ἡ εὐλάβειά του ἐπέδρασε καὶ στὴν οἰκογένειά του. Ἡ σύζυγός του, τὸν ἀκολούθησε στὴ μοναχικὴ ζωή, ἐκάρη καὶ ἐκείνη μοναχὴ καὶ ἔλαβε τὸ μοναχικὸ ὄνομα Βασσιανή. Ὁ ἕνας ἀπὸ τοὺς γιούς του, ὁ Ἰωάννης, μιμούμενος τὸν πατέρα τοῦ Λαυρέντιο, ἀποφάσισε νὰ ἀφιερωθεῖ στὴν Ἐκκλησία, ἐκάρη μοναχός, λαμβάνοντας τὸ μοναχικὸ ὄνομα Ἰωακεὶμ καὶ γινόμενος διάδοχός του στὴν ηγουμενία τῆς Μονῆς.

Μετὰ ἀπὸ ὀκτὼ ηγουμενίας ἀποφάσισε νὰ ἀποσυρθεῖ σὲ ἔρημο τόπο, γιὰ νὰ ζήσει ὡς ἐρημίτης. Ἀφοῦ κατέστησε ἡγούμενο τὸν Ἰωακείμ, κατευθύνθηκε πρὸς τὰ νότια τῆς νήσου καὶ ἐγκαταστάθηκε σὲ ἀπόκρημνο καὶ δυσπρόσιτο βραχῶδες μέρος. Ἔκτισε ἐκεῖ ἕνα μικρὸ κελί, ὅπου τὸ ἀφιέρωσε στὸν Προφήτη Ἠλία. Λάξευσε στὸ βράχο κοίλωμα γιὰ νὰ συγκεντρώνει τὸ νερὸ τῆς βροχῆς γιὰ τὶς ἀνάγκες του καὶ τρέφονταν μὲ ἄγρια χόρτα τοῦ βραχώδους βουνοῦ. Ἐκεῖ ζοῦσε στὴ γαλήνη τῆς ἐρήμου μὲ προσευχή, νηστεία καὶ ἀγρυπνία, ψάλλοντας ἀδιάκοπα αἴνους στὸ Θεὸ καὶ εὐχαριστῶντας τὴν Παναγία γιὰ τὴν τιμὴ ποὺ τοῦ ἔκανε νὰ Τὴν ὑπηρετήσει.

Ἀλλὰ οἱ πιστοί τον ἀνακάλυψαν καὶ συνέρεαν στὸ δύσβατο ερημητήριό του νὰ πάρουν τὴν εὐλογία του καὶ νὰ ζητήσουν τὴ βοήθειά του στὶς δυσκολίες τῆς ζωῆς τους. Μάλιστα ἀξιώθηκε νὰ ἐπιτελεῖ καὶ πολλὰ θαύματα. Πλῆθος ἀσθενῶν ἔτρεχαν νὰ βροῦν τὴν ὑγεία τους στὸν ἅγιο ἐρημίτη. Ἐκεῖνος γεμᾶτος καλοσύνη δὲν ἀρνοῦνταν σὲ κανέναν τὴ βοήθειά του. Χαρακτηριστικὸ γεγονὸς εἶναι ἡ θαυματουργικὴ ἴαση ἀπὸ ἀνίατη ἀσθένεια συζύγου Ὀθωμανοῦ ἀξιωματούχου τῶν Ἀθηνῶν. Παρὰ τὶς ἀντιρρήσεις τῆς τουρκάλας ἀσθενοῦς, κλήθηκε ὁ Ἅγιος στὸ σπίτι τους στὴν Ἀθήνα, τὴν ὁποία σταυρώνοντάς την, την θεράπευσε καὶ τὴν ἔσωσε ἀπὸ βέβαιο θάνατο. Ὁ Ὀθωμανὸς ἀξιωματοῦχος, μαζὶ μὲ τὶς εὐχαριστίες του, ἀπέδωσε στὴν Ἱερὰ Μονὴ ἔκταση της, τὴν ὁποία παράνομα κατεῖχε ἐκεῖνος, στὴν ἀπέναντι περιοχὴ τῆς Μεγαρίδος, στὴ θέση, ἡ ὁποία μέχρι σήμερα ἀποκαλεῖται Βλυχάδα.

Ὁ τραχὺς καὶ δύσκολος ἀσκητικός του ἀγῶνας ἔφθειραν τὴν ὑγεία του. Ἀσθένησε καὶ στὶς 7 (κατ' ἄλλους στὶς 9) Μαρτίου τοῦ 1707 κοιμήθηκε εἰρηνικά, παραδίδοντας τὴν ψυχή του στὸ Θεὸ καὶ στὴν Παναγία Μητέρα Τοῦ. Ἔφυγε χωρὶς νὰ δεῖ τὴν αγιογράφηση τοῦ καθολικοῦ τῆς Μονῆς, τὴν ὁποία ὁλοκλήρωσε ὁ γιός του Ἱερομόναχος Ἰωακείμ. Τὸ ἱερό του λείψανο τάφηκε στὸ διακονικὸ τοῦ καθολικοῦ του παρεκκλησίου τοῦ Ἁγίου Χαραλάμπους, ἢ κατ' ἄλλη πληροφορία στὸ καθολικὸ τοῦ παρεκκλησίου τοῦ Ἁγίου Νικολάου, στὸ δάπεδο τοῦ ναοῦ, μπροστὰ στὸ Ἅγιο Βῆμα.

Ἡ Ἱερὰ Μονὴ Φανερωμένης, σεμνύνεται γιὰ τὸν ὅσιο κτήτορά της καὶ ἔχει τὴν εὐλογία νὰ κατέχει Λείψανα του, σὲ ἀργυρὲς λειψανοθῆκες. Ἡ τιμία κάρα του βρίσκεται γιὰ προσκύνηση στὴν ἁγία πρόθεση τοῦ παρεκκλησίου τοῦ Ἁγίου Νικολάου, μπροστὰ στὴν ὁλόσωμη τοιχογραφία του καὶ δίπλα στὴν θαυματουργὴ εἰκόνα τῆς Παναγίας Φανερωμένης.

Ἡ μνήμη του τιμᾶται στὶς 7 Μαρτίου, τὴν ἡμέρα τῆς ὁσιακῆς του κοιμήσεως

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.