15 Μαΐ 2018

«Τοῦτο δὲ γίνωσκε, ὅτι ἐν ἐσχάταις ἡμέραις ἐνστήσονται καιροὶ χαλεποί· ἔσονται γὰρ οἱ ἄνθρωποι…

Γράφει ὁ Σάββας Ἠλιάδης, Δάσκαλος
…φίλαυτοι, φιλάργυροι, ἀλαζόνες, ὑπερήφανοι, βλάσφημοι, γονεῦσιν ἀπειθεῖς, ἀχάριστοι, ἀνόσιοι, ἄστοργοι, ἄσπονδοι, διάβολοι, ἀκρατεῖς, ἀνήμεροι, ἀφιλάγαθοι, προδόται, προπετεῖς, τετυφωμένοι, φιλήδονοι μᾶλλον ἢ φιλόθεοι, ἔχοντες μόρφωσιν εὐσεβείας, τὴν δὲ δύναμιν αὐτῆς ἠρνημένοι. καὶ τούτους ἀποτρέπου». (Προς Τιμόθεον Β.΄ γ΄, 1-5).
Ἔσχατες ἡμέρες - Καιροί χαλεποί: «Δέν κατηγορεῖ ὁ Ἀπόστολος τίς ἡμέρες οὔτε τούς καιρούς, λέγοντάς τους χαλεπούς, ἀλλά τούς ἀνθρώπους, πού θά ζοῦν τότε. Λοιπόν, ἐμεῖς ἔτσι συνηθίζουμε νά ἀποκαλοῦμε τούς καιρούς πονηρούς ἤ μή πονηρούς. Πῶς; Ἀπό τά ἔργα πού κάνουν οἴ ἄνθρωποι τῶν ἡμερῶν ἐκείνων», λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος.

Ο ἀπόστολος Παῦλος λέει πρός τόν Τιμόθεο: «Καιροί δέ χαλεποί θέλουν ἀκολουθήσουν, δηλαδή, πολύ κακοί, δέν πρέπει δέ τοῦτο νά νοηθεί γιά τούς καιρούς καί γιά τούς μῆνες καί γιά τίς ἡμέρες αὐτές κάθ΄ἐαυτές, ἐπειδή οἱ καιροί καί οἱ μῆνες καί οἱ ἡμέρες κατά τήν φύση τους δέν εἶναι κακοί, ἀλλά λέγεται γιά τούς κακούς ἀνθρώπους, αὐτούς πού θά ζήσουν στίς ἔσχατες ἡμέρες καί γιά τίς ἐχθρικές περιστάσεις πού ἀκολουθοῦν αὐτούς τούς καιρούς. Διότι....καί ἐμεῖς ἔχουμε τήν συνήθεια, ὅταν μιλᾶμε, νά λέμε ὅτι ὁ καιρός αὐτός εἶναι πονηρός ἤ ὁ καιρός ἐκεῖνος εἶναι καλός. Ἔτσι λοιπόν ὀνομάζουμε τόν καιρό. Ἀπό τά καλά ἤ τά κακά πού συμβαίνουν στόν καιρό ἐκεῖνο ἤ ἀπό τούς καλούς ἤ κακούς ἀνθρώπους τοῦ καιροῦ ἐκείνου», λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης.

«Χαλεποί δέ ὀνομάζονται οἱ καιροί ἐξαιτίας τῶν χαλεπῶν ἔργων, πού γίνονται κατά τή διάρκειά τους, δηλαδή, πολύ φοβερά, φαῦλα καί πανούργα», λέει καί ὁ Ζιγαβηνός. Ἡ ἁμαρτία δημιουργεῖ καιρούς χαλεπούς. Διότι, ὅταν ὑπάρχει γενική διαφθορά τῶν ἠθῶν καί τῶν διαθέσεων τῶν ἀνθρώπων, εἶναι πολύ δύσκολο νά μήν παρασυρθεῖ κάποιος ἀπό αὐτήν καί νά διατηρήσει τήν καθαρότητά του.

Παραπάνω ὁ Παῦλος ἀναφέρει μία σειρά ἐπιθέτων, πού χαρακτηρίζουν τούς ἀνθρώπους τῶν ἐσχάτων ἡμερῶν. Ἄν ἀναφέρει κανείς σήμερα τά ἐπίθετα αὐτά γιά τούς σύγχρονους ἀνθρώπους, θά θεωρηθεῖ ὑβριστής, ἀπαισιόδοξος, ὑπερβολικός! Καί ὅμως ὁ Παῦλος τά ἀναφέρει ὅλα αὐτά θεοπνεύστως! Καί γιά τήν ἐποχή του καί γιά τή δική μας ἐποχή. Τό νά ἐπισημαίνει κανείς τίς πληγές ἤ τίς ἑστίες μολύνσεως δέν εἶναι ἀπαισιοδοξία καί ὑπερβολή. Εἶναι σύνεση καί φανερώνει ἀγάπη. Ἀλλιῶς, εἶναι ὑποκρισία καί ἔλλειψη ρεαλισμοῦ.


1. Ἄνθρωποι φίλαυτοι: Ἡ φιλαυτία εἶναι ἡ ρίζα ὅλων τῶν κακῶν: «Καί ἐξαρχῆς βάζει τό αἴτιο ὅλων τῶν κακῶν καί τήν ρίζα καί τήν πηγή καί ἀπό ἐκεῖ πού ὅλα τά ἄλλα κακά γεννιοῦνται, δηλαδή τήν ὑπεροψία» (Χρυσόστομος). «Ἀγαπώντας μόνο τούς ἑαυτούς μας ἀλλά ὄχι καί τούς ἀδελφούς… φροντίζοντας μόνο τά δικά μας ἀλλά ὄχι καί τῶν ἄλλων» (Ζιγαβηνός). Βέβαια, ὅλοι ἀγαπᾶμε τούς ἑαυτούς μας. Ἀλλά ἡ φιλαυτία εἶναι ἀχαλίνωτη, ἐγωιστική καί ἁμαρτωλή ἀγάπη τοῦ ἑαυτοῦ μας. Εἶναι ἀγάπη τοῦ σαρκικοῦ καί ὄχι τοῦ πνευματικοῦ ἑαυτοῦ μας. Εἶναι ἀγάπη πού ὑπηρετεῖ τό ἴδιον ἐγώ καί τίς ἐπιθυμίες του, πού ἐργάζεται γι΄ αὐτές καί δέν ἀποβλέπει στό νά ἀρέσει ὁ φίλαυτος στόν Θεό καί νά τηρήσει τό καθῆκον του, προσφέροντας τόν ἑαυτό τοῦ θυσία στούς ἄλλους. Οἱ φίλαυτοι προτιμοῦν τίς δικές τους ἀνέσεις καί ἱκανοποιήσεις ἀπό τήν οἰκοδομή τῆς Ἐκκλησίας. Βάζει πρώτους τους φίλαυτους διότι «τοῦτο ἡ ρίζα τῶν κακῶν» (Οἰκουμένιος). Ἐφόσον κέντρο τῆς ὑπάρξεως καί τῆς ζωῆς του ἔχει ὁ φίλαυτος τόν ἑαυτό του καί ὄχι τόν Θεό, ἐξαφανίζεται κάθε ἔννοια καθήκοντος. Πολύ ὄμορφα ὁ ἅγιος Νικόδημος γράφει: «Εἶναι λοιπόν ἡ φιλαυτία μία ἄτακτος φιλία τοῦ ἑαυτοῦ μᾶς (ἀνάρμοστη, ἀπρεπής), πού ὅταν μᾶς καταλάβει, ἐνεργοποιοῦμε ὅλα τά πάθη, μόνο καί μόνο γιά νά ἱκανοποιήσουμε τόν ἑαυτό μας καί ἡ ὁποία μᾶς κάνει ἀκόμη νά μήν σκεφτόμαστε καί νά μήν θέλουμε τό καλό του πλησίον μας, ἀλλά μόνο τό δικό μας …».


2. Ἄνθρωποι φιλάργυροι: Φαίνεται πώς ὁ φίλαυτος ἀγαπᾶ τόν ἑαυτό του, ἐνῶ στήν πραγματικότητα δέν τόν ἀγαπᾶ. Θέλει νά ἀγαπᾶ τόν ἑαυτό του, ἀδιαφορώντας γιά τούς ἄλλους, ἀλλά καί τόν ἑαυτό του τόν ἀδικεῖ. Ἐνδιαφέρεται γιά τό κλουβί καί καθόλου γιά τό πουλί, πού κελαηδεῖ μέσα στό κλουβί. Ἐνδιαφέρεται γιά τήν ὕλη, γιά ἐκεῖνα πού κάνουν πλούσιο τό σῶμα καί ὄχι τήν ψυχή. Εἶναι φιλάργυρος: «Αὐτός εἶναι ὁ φίλαυτος, αὐτός πού δέν ἀγαπάει καθόλου τόν ἑαυτό του. Ὁ δέ ὁ φιλάδελφος εἶναι αὐτός πού ἀγαπάει πραγματικά τόν ἑαυτό του. Ἀπό αὐτήν, τήν φιλαυτία, προέρχεται ἡ φιλαργυρία» (Χρυσόστομος). «Ἀφοῦ ἀνέφερε πρῶτα τήν ρίζα, μᾶς ὁδηγεῖ ξεχωριστά καί στά κλαδιά πού βγαίνουν ἀπ` αὐτήν, ἀπό τά ὁποία πρῶτο καί μεγαλύτερο εἶναι ἡ φιλαργυρία» (Ἅγιος Θεοφύλακτος Βουλγαρίας). «Ὁ φίλαυτος θά γίνει καί φιλάργυρος» (Ζιγαβηνός).


3. Ἄνθρωποι ἀλαζόνες: «Ἀλαζών, ἤτοι μεγάλαυχος» (Ζιγαβηνός). Ἡ ἀλαζονεία συνδυάζεται μέ τήν καύχηση. Τά χρήματα φέρνουν τήν ἀλαζονεία. Ὅποιος ἔχει πολλά λεφτά αἰσθάνεται ὑπεροπτικά ἔναντι τῶν ἄλλων. Θεωρεῖ πώς ἔχει μεγάλη ἀξία. Καί λησμονεῖ ὅτι τά λεφτά εἶναι γιά χρήση, ὄχι γιά κτήση.


4. Ἄνθρωποι ὑπερήφανοι: Ἡ ἀλαζονεία γεννᾶ τήν ὑπερηφάνεια, πού εἶναι κάποια ἐσωτερική αὐτοπεποίθηση. «Ἡ ἀλαζονεία, ὅταν προκόψει καί αὐξηθεῖ, γίνεται ὑπερηφάνεια, ἡ δέ ὑπερηφάνεια πάλι, γίνεται ὕβρις καί βλασφημία στόν Θεό… Καί ἡ ὑπερηφάνεια καί ἡ βλασφημία πρός τόν Θεό, προέρχονται ἀπό τήν φιλαυτία» (Ἅγιος Νικόδημος).


5. Ἄνθρωποι βλάσφημοι: Οἱ «κατηγορίαις χαίροντες» (Θεόδωρος Μοψουεστίας), αὐτοί πού χαίρονται νά κακολογοῦν.

Ἐκεῖνος πού βλέπει τόν ἑαυτό του ὡς μοναδικό κέντρο τοῦ κόσμου, εἶναι φυσικό νά δέσει στό περιθώριο τόν Θεό. Περιφρονεῖ τόν Θεό, ὑποτιμᾶ τόν Θεό. «Αὐτός πού ὑπερηφανεύεται κατά τῶν ἀνθρώπων, εὔκολα θά ὑπερηφανευτεῖ καί κατά τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι γεννιοῦνται καί οἱ ἁμαρτίες. Πολλές φορές ξεκινοῦν ἀπό κάτω, ἀπό χαμηλά. Διότι, αὐτός πού σέβεται τούς ἀνθρώπους, θά σεβαστεῖ πολύ περισσότερο τόν Θεό. Αὐτός πού εἶναι ἐπιεικής μέ τούς συνδούλους του, θά εἶναι ἐπιεικέστερος πρός τόν Κύριό του. Αὐτός δέ πού συνηθίζει νά ἀκολουθεῖ τέτοια συμπεριφορά καταφρόνιας πρός τους συνδούλους του, σίγουρα θά περιφρονήσει καί τόν Θεό» (Χρυσόστομος).


6. Ἄνθρωποι ἀπειθεῖς στούς γονεῖς: Ἀπειθεῖς εἶναι οἱ ἀνυπάκουοι «καί πρός τόν εὐεργέτην Θεόν καί πρός τούς εὐεργέτας αὐτῶν ἀνθρώπους» (Ζιγαβηνός). Ἐκεῖνος πού φτάνει στό σημεῖο νά ἀμφισβητήσει τήν ἀνώτερη ἐξουσία, τοῦ Θεοῦ τήν ἐξουσία, γιατί νά μήν ἀμφισβητήσει καί τήν κατώτερη ἐξουσία, ἐκείνη τῶν γονέων του;


7. Ἄνθρωποι ἀχάριστοι: «Καί πρός τόν εὐεργέτην Θεόν καί πρός τούς εὐεργέτας αὐτῶν ἀνθρώπους» (Ζιγαβηνός). Τόσο στούς γονεῖς, ὅσο καί στόν Θεό, στόν μεγάλο εὐεργέτη. Ἀλλά καί σέ ὅσους βρέθηκαν καί τούς εὐεργέτησαν στίς δυσκολίες τῆς ζωῆς.


8. Ἄνθρωποι ἀνόσιοι: Ἀσεβεῖς. Αὐτοί πού δέν ἔχουν ἱερό καί ὅσιο. Οἱ ἀνίεροι. Μπροστά στόν καινούριο «θεό», στόν ἑαυτό τους, ὅλα ἰσοπεδώνονται.


9. Ἄνθρωποι ἄστοργοι: «Ἄφιλοι πρός τούς οἰκείους» (Οἰκουμένιος) καί «πρός τά ἑαυτῶν τέκνα» (Ζιγαβηνός). Δές, πόσο διαφθείρει τήν φύση ἡ ἁμαρτία, ἀποστερώντας τούς ἀνθρώπους καί ἀπό ἐκεῖνα τά συναισθήματα, τά ὁποῖα ἔχουν φυτευτεῖ φυσικῶς μέσα τους καί σέ κάθε ζωντανή ὕπαρξη, γιά τήν διαιώνιση τοῦ εἴδους. Ἡ στοργή εἶναι κάτι φυσικό. Καί αὐτά ἀκόμη τά θηρία δέν στεροῦνται φυσικῶς τήν στοργή καί τήν ἀγάπη πρός τά μικρά τους. Καί ὅμως ὁ ἄνθρωπος διαφθείρεται τόσο πολύ ἀπό τήν ἁμαρτία, ὥστε ἀποσείει καί ἀπονεκρώνει καί τό φυσικό αὐτό ἔνστικτό του.


10. Ἄνθρωποι ἄσπονδοι: Ἀφερέγγυοι. Καμιά σπονδή, καμιά συμφωνία, καμιά διαθήκη δέν ἰσχύει γι΄ αὐτούς. «Ἀδιάλλακτοι μέ τούς ἀνθρώπους, πού ἔρχονται σέ ἀντίθεση μαζί τους» (Ζιγαβηνός). «Δέν εἶναι φερέγγυοι στίς φιλικές σχέσεις οὔτε εἰλικρινεῖς καί ἀληθινοί στις συμφωνίες πού κάνουν» (Θεόδωρος Μοψουεστίας). Ἄνθρωποι, πού ἀθετοῦν τίς ὑποσχέσεις καί τίς συμφωνίες τους.


11. Ἄνθρωποι διάβολοι: «Διαβάλλουν ὁ ἕνας τόν ἄλλον» (Ζιγαβηνός). Ἐπίσης «μεταφέρουν λόγια ἀπό ἐδῶ ἐκεῖ καί ἀπό ἐκεῖ ἐδῶ, μέ τελικό σκοπό νά δημιουργήσουν ἔχθρες καί ἀντιπαλότητες» (Θεόδωρος Μοψουεστίας). «Γιατί τό κάνουν αὐτό»; ρωτάει ὁ ἅγιος Νικόδημος καί ἀπαντάει: «Διότι νομίζουν πώς μέ αὐτήν τήν ἐνέργεια προξενοῦν στόν ἑαυτό τούς κάποια παρηγοριά, γιά νά μήν φαίνονται πώς μόνο αὐτοί εἶναι κακοί ἀλλά καί οἱ ἄλλοι».


12. Ἄνθρωποι ἀκρατεῖς: «Γλώσσης καί γαστρός καί ἀφροδισίων» (Ζιγαβηνός) «καί τῶν ἄλλων ἁπάντων» (Χρυσόστομος). Κάποιο φρένο ἔχουν ὅλα τά δημιουργήματα τοῦ Θεοῦ, ἔμψυχα καί ἄψυχα. Μόνο ὁ ἄθεος ἄνθρωπος δέν θέλει φρένο στίς ἐπιθυμίες του καί στήν κακότητά του. Εἶναι ἀκρατής. Ἡ ἐγκράτεια ἀποτελεῖ χαρακτηριστικό της λογικότητας καί τῆς ἐλευθερίας τοῦ ἀνθρώπου. «Τό κρατεῖν ἑαυτοῦ κρατίστη νίκη ἐστίν», ἔλεγαν οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες. Χωρίς ἐγκράτεια ὁ ἄνθρωπος γίνεται ἕρμαιο τῶν κακῶν ἐπιθυμιῶν του. Καί σήμερα βλέπουμε ὅλα νά ὠθοῦν σέ ἀκράτεια τόν ἄνθρωπο. Ἔχει ἀκράτεια στήν γλώσσα, στίς σαρκικές ὁρμές, στήν πλεονεξία, στό θυμό, στήν κακότητα. Ζωή χωρίς φρένο, ζωή τρέλας!


13. Ἄνθρωποι ἀνήμεροι: «Ὠμοί τινές καί ἀπάνθρωποι» (Οἰκουμένιος), «αὐτοί πού δέν φροντίζουν γιά καμιά καλοσύνη» (Θεόδωρος Μοψουεστίας). Χωρίς ἡμερότητα. Μέ ἀδάμαστη ἀγριότητα καί σκληρότητα. Στά ὅρια τῆς πωρώσεως. Θάλασσα φουρτουνιασμένη, χωρίς γαλήνη καί ἠρεμία!


14. Ἄνθρωποι ἀφιλάγαθοι: «Ἐχθροί κάθε καλοῦ πράγματος» (Οἰκουμένιος) ἤ ἐχθροί τῶν ἀνθρώπων πού εἶναι καλοί καί ἀγαθοί. Φίλος του ἀγαθοῦ καί κάθε ἀρετῆς δέν μπορεῖ νά εἶναι ὁ μανιακός ἐραστής τοῦ διαβόλου καί τοῦ θελήματός του.


15. Ἄνθρωποι προδόται: Ὁ ἴδιος ὁ Χριστός ἔζησε τό δράμα τῆς προδοσίας. Ὁ Ἰούδας, ὁ μαθητής του, τόν πρόδωσε γιά τά χρήματα. «Φιλίας καί ἐταιρίας» (Οἰκουμένιος), ἀλλά «καί τοῦ δικαίου καί τοῦ καλοῦ ἤ καί τῶν οἰκείων» (Ζιγαβηνός). Ὁ Χριστός προανήγγειλε ὅτι ὁ ἀδελφός θά παραδώσει στό θάνατο τόν ἀδελφό του καί ὁ πατέρας τό παιδί του καί αὐτοί εἶναι οἱ χειρότεροι προδότες. Προδότες (traditores) καλοῦνταν κατά τούς καιρούς τῶν διωγμῶν καί ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι παρέδιδαν τίς Ἅγιες Γραφές στούς διῶκτες τῶν Χριστιανῶν.

16. Ἄνθρωποι προπετεῖς: Θρασεῖς, αὐθάδεις, ἀπερίσκεπτοι. Ἀναφέρεται μᾶλλον στή γλώσσα παρά στίς πράξεις. Προπέτεια «ἡ ἀχαλίνωτος γλώσσα» (Λεξικό Σουίδας).

17. Ἄνθρωποι τετυφωμένοι: Τύφος εἶναι ἡ ἐξωτερίκευση τῆς ὑπερηφάνειας. Φουσκώνει ὁ ἄνθρωπος σάν παγώνι, ἀναζητώντας ἀπό παντοῦ ἀναγνώριση καί θαυμασμό. «Γεμάτοι ἀπό παραφροσύνη, τρέλα» (Χρυσόστομος). Ὅπως ἕνα μπαλόνι φουσκωμένο, πού τό πῆρε ὁ ἀέρας, εἶναι δύσκολο νά προσγειωθεῖ, ἔτσι καί ὁ τετυφωμένος»», ὁ φουσκωμένος ἀπό ἀέρα, ἀπό ἐγωισμό, ἄνθρωπος. Δύσκολα προσγειώνεται στήν πραγματικότητα.

18. Ἄνθρωποι φιλήδονοι μᾶλλον ἤ φιλόθεοι: «Ὧν ὁ Θεός ἡ κοιλία» (Φιλιπ. γ΄19). «μοιχοί καί μοιχαλίδες! οὐκ οἴδατε ὅτι ἡ φιλία τοῦ κόσμου ἔχθρα τοῦ Θεοῦ ἐστιν; ὅς ἄν οὔν βουληθῆ φίλος εἶναι τοῦ κόσμου, ἐχθρός του Θεοῦ καθίσταται». (Ἰακ.δ,4). Αὐτοί πού «κάνουν εὐχάριστα τήν ἀνταλλαγή τοῦ θείου πόθου μέ ὁτιδήποτε αἰσχρό» (Οἰκουμένιος). «Ὅπου ὑπάρχει ἀγάπη πρός τά γλυκά καί εὐχάριστά του κόσμου, ἐκεῖ ἐξαφανίζεται ὁ θεϊκός πόθος» (Θεοφύλακτος Βουλγαρίας). «Λέγοντας καί τό «ἤ φιλόθεοι», (παρά φιλόθεοι) δηλώνει ὅτι, ἐπειδή ἀγαποῦν περισσότερο τήν ἡδονή παρά τόν Θεό, γί` αὐτό χαρακτηρίζονται φιλήδονοι καί ὄχι φιλόθεοι» (Ὠριγένης).



19. Ἄνθρωποι ἔχοντες μόρφωσιν εὐσεβείας, τήν δέ δύναμιν αὐτῆς ἠρνημένοι: «Ἄψυχον καί νεκρόν καί σχῆμα μόνον καί τύπον καί ὑπόκρισιν δηλοί» (Χρυσόστομος). «Σχηματίζονται μόνον τήν εὐσέβειαν καί ὑποκρίνονται» (Οἰκουμένιος). Ἡ δύναμη τῆς εὐσεβείας συνίσταται στό νά παράγει ἔργα σύμφωνα πρός τήν φύση της. Τήν ἀρνεῖται κάποιος τήν εὐσέβεια, «ὅταν μηδέν πράττη τῶν τήν εὐσέβειαν χαρακτηριζόντων» (Χρυσόστομος). Ἡ ἐξωτερική μορφή τῆς εὐσέβειας εἶναι ὅλως διαφορετική ἀπό τήν δύναμή της. Μπορεῖ κάποιος νά ἔχει τήν μορφή καί νά στερεῖται τῆς δυνάμεως. Εἶναι δυνατόν νά εἶναι βαπτισμένος, νά φέρει τό ὄνομα τοῦ Χριστιανοῦ, νά ἐμφανίζεται ὡς ἄνθρωπος τοῦ Χριστοῦ καί μέ τή ζωή του νά ἀρνεῖται καί νά διαψεύδει ὅ,τι ὁμολογεῖ μέ τό στόμα του.

Τό συμπέρασμα ὅλων αὐτῶν συνάγεται ἀπό τό χρυσορρημον στόμα τοῦ ἅγιου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου: «Μή τοίνυν καταφρονῶμεν ἀλλήλων, ἴνα μάθωμεν καί τόν Θεόν τιμᾶν. Ὁ θρασύς κατά ἀνθρώπων καί κατά τοῦ Θεοῦ γίνεται θρασύς. Ὅταν δέ καί φιλαργυρία καί φιλαυτία καί ἀπονοια κατά ταῦτα συνέλθη, τί λοιπόν, λείπεται πρός τελείαν ἀπώλειαν»;

Σάββας Ἠλιάδης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.