11 Φεβ 2018

Οἱ «ἄλλοι» κόλαση ἢ σωτηρία;

Τοῦ πατρὸς Γεωργίου Μεταλληνοῦ, «Κηρύγματα στὰ Ἀποστολικὰ Ἀναγνώσματα»
Παιδαγωγικότατα προχωρεῖ στὴ λειτουργική της ζωὴ ἡ Ἐκκλησία μας. Διανύουμε τὴν περίοδο τοῦ Τριωδίου καὶ καλούμεθα νὰ ὁδεύσουμε διὰ τῆς μετανοίας, νηστείας καὶ ἐγκρατείας πρὸς τὴν «ἑορτὴν ἑορτῶν», τὴ ζωηφόρο Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ μας. Τὴν Κυριακή τοῦ «Τελώνου καὶ Φαρισαίου» διδαχθήκαμε τὴν ἀνάγκη ταπεινώσεως, ποὺ συνιστᾶ τὸ θεμέλιο τῆς μετανοίας. Τὴν «Κυριακή τοῦ Ἀσώτου» γνωρίσαμε τὸν Θεὸ ὡς Πατέρα καὶ Ἀγάπη, ποὺ περιμένει ἀδιάκοπα τὴν ἐπιστροφή μας. Σήμερα βλέπουμε τὸν Θεὸ ὡς δίκαιο Κριτὴ τοῦ κόσμου, ποὺ μὲ τὴν παρουσία Του διαιρεῖ τοὺς ἀνθρώπους σ’ αὐτούς, ποὺ ἔχοντας ζήσει μὲ τὴν ἀναμονὴ Του δοξάζονται στὸ ἄκτιστο φῶς Του, καὶ σ’ αὐτούς, ποὺ τραγικὰ ἀμετανόητοι («οἱ μηδέποτε μετανοήσαντες», ψάλλουμε σήμερα) ἀντικρίζουν τὸ Φῶς Του ὡς «πῦρ καταναλίσκον» καὶ κόλαση αἰώνια. Σήμερα, στὴν «ἀνάμνηση» τῆς κρίσεως, ἡ Ἐκκλησία μας ἔρχεται νὰ μᾶς ὑπογραμμίσει τὴ...
σημασία τοῦ συνανθρώπου μας στὴν ἱερὴ ὑπόθεση τῆς σωτηρίας μας.

Ἡ πτώση - ἀτομοποίηση τοῦ ἀνθρώπου
Οὐσιαστικὸ ἐπακόλουθο τῆς πτώσης εἶναι ἡ κατάλυση τῆς ἁρμονικῆς σχέσης μὲ τὸν συνάνθρωπο καὶ ὅλο τὸ φυσικὸ περιβάλλον μας. Ἡ ἀποστασία μας ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ ἡ ἄρνηση τῆς κοινωνίας μας μαζί Του ἐπιφέρει τὴ μετάσταση ἀπὸ τὴν κοινωνικότητα καὶ ἀδελφοσύνη στὴ φυλακὴ τῆς ἀτομικότητάς μας, τὸ κλείσιμο στὸν ἐγωισμό μας. Ὁ κοινωνικὰ πλασμένος ἄνθρωπος ἀτομοποιεῖται. Ἀπὸ πρόσωπο ἐλεύθερο, γίνεται ἄτομο δέσμιο τοῦ ἐγωκεντρισμοῦ του. Ἀρχικὰ οἱ δύο πρῶτοι ἄνθρωποι συνυπάρχουν, κοινωνοῦν μεταξύ τους προσωπικά, διαλέγονται καὶ συμφωνοῦν. Μετὰ τὴν ἁμαρτία διχάζονται. Ὁ ἕνας μεταθέτει τὴν εὐθύνη στὸν ἄλλο καὶ τὸν κατηγορεῖ. Γίνονται ἄτομα αὐτόνομα, ποὺ τὸ καθένα ὑπάρχει μόνο γιὰ τὸν ἑαυτό του. Ὑποκύπτουν στὰ ἔνστικτά τους καὶ θεριεύει μέσα τους ἡ ἰδιοτέλεια καὶ τὸ συμφέρον.

Συντελεῖται ἔτσι ἡ τραγικὴ διάσπαση τῆς ἀνθρώπινης κοινωνίας, ποὺ ἀκολουθεῖ τὴν ἐσωτερικὴ διάσπαση τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου. «Στασιάζει ἡ φύσις καθ' ἑαυτῆς» θὰ πεῖ χαρακτηριστικά, μέσα στὴ θεία σοφία του, ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής. Πρόκειται γιὰ τὴν ἀνισορροπία, ποὺ μπῆκε στὴ ζωή μας, τὴν τραγική μας σχιζοφρένεια, ποὺ ἐκφράζεται μὲ τοὺς μύριους τρόπους τῆς ἁμαρτίας μας. Ἡ ἐσωτερική μας διάσπαση ὁδήγησε στὴν κοινωνικὴ διάλυση. Τὴν κατάσταση αὐτὴ περιγράφει θεόπνευστα ὁ Μ. Βασίλειος: «Γεγενήμεθα -γράφει- καθ’ ἑαυτὸν ἕκαστος, ὥσπερ ἡ ψάμμος, οὐ συνημμένοι ἀλλήλοις, ἀλλ’ ἕκαστος καθ’ ἑαυτόν, διηρημένοι» (Ε.Π. 31, 1419).

Ὁ «Ἄλλος», ἔτσι, ἀπὸ «βοηθὸς ὅμοιος ἠμίν», ἀπὸ συνάνθρωπος γίνεται ἐχθρὸς καὶ ἀντίπαλός μας. Σ’ αὐτὸν ζητοῦμε τὴν αἰτία τοῦ κακοῦ, τῆς κακοδαιμονίας μας. Ἡ σύγχρονη φιλοσοφία δὲν θὰ διστάσει νὰ δεῖ τὸν «Ἄλλο» σὰν τὴν ἴδια τὴν «κόλασή» μας, ὅπως καὶ ἂν νοηθεῖ ὁ χαρακτηρισμὸς αὐτός. Δὲν εἶναι περίεργο, λοιπόν, ποὺ ἡ ἐποχή μας, ἰδιαίτερα, πάσχει ἀπὸ λιμὸ κοινωνίας, ὀρθῆς καὶ γνήσιας κοινωνίας. Ὅλα τὰ θλιβερὰ ὑποκατάστατα κοινωνίας (ἀπὸ τοὺς «τεκέδες» τῶν ναρκομανῶν μέχρι τὶς «κομμοῦνες» τῶν ποικιλώνυμων ἀναρχικῶν τῆς νεολαίας μας) τί ἄλλο παρ’ αὐτὸ ἀποδεικνύουν; Ὁ σημερινὸς ἄνθρωπος πνίγεται στὴν ἀσφυκτικὴ μονοτητά του. Ὁ «Ἄλλος», ὁ συνάνθρωπος, ἀπωθεῖται ὡς συμφορά. Ὅταν εἶναι παρών, θεωρεῖται αἰτία τῆς κακοδαιμονίας μας, σφετεριστὴς τῆς εὐτυχίας μας. Ὅταν ἀπουσιάζει, νοεῖται ὡς αἰτία τῆς τραγικότητας τῆς μοναξιᾶς μας!

Ὁ «Ἄλλος» ἡ σωτηρία μας
Ἡ Ἐκκλησία μας ὅμως διδάσκει σήμερα, μὲ τὰ ἁγιογραφικὰ της ἀναγνώσματα, ὅτι ὁ συνάνθρωπός μας μᾶς δίνεται ἀπὸ τὸν Θεὸ ὡς δυνατότητα σωτηρίας, ποὺ μπορεῖ ὅμως νὰ μεταβληθεῖ καὶ σὲ δυνατότητα κολάσεως. Ἀπὸ μᾶς ἐξαρτᾶται, ἀπὸ τὴ στάση μας ἀπέναντί του. Ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸ πὼς ἐμεῖς βλέπουμε τὸν «Ἄλλο» δίπλα μας μὲ τὰ μάτια τοῦ Χριστοῦ ἢ τοῦ Διαβόλου. Ἡ «κατηγορία» τοῦ «πλησίον» σφραγίζει τελεσίδικα τὴν ἐν Χριστῷ νέα κοινωνία, τὴν Ἐκκλησία. Μὲ τὴ ἔννοια τοῦ «πλησίον», ὅπως τὴ γνωρίζουμε στὴν παραβολὴ τοῦ «καλοῦ Σαμαρείτη», βγαίνει ἀπὸ κάθε ἐθνικιστικὸ ἢ φατριαστικὸ ἀπομονωτισμὸ ἡ Ἐκκλησία. «Πλησίον» μας εἶναι ὁ κάθε ἄνθρωπος.

Στὸν συνάνθρωπό μας βλέπουμε τὸν ἴδιο τὸν Χριστό. Ἀγαπώντας τὸν πλησίον μας, ἀγαπᾶμε Ἐκεῖνον, τοῦ Ὁποίου κάθε ἄνθρωπος εἶναι εἰκόνα (πρβλ. τὸ «ἐμοὶ ἐποιήσατε» τῆς σημερινῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς). Δὲν ἀγαπῶ, συνεπῶς, τὸν «πλησίον» μου μὲ τὴν ἔννοια τοῦ οἴκτου, τῆς εὐσπλαχνίας, τῆς συμπόνιας. Τὸν ἀγαπῶ, διότι σ’ αὐτὸν ὑπάρχει ὁ ἴδιος Χριστός, ποὺ ὑπάρχει καὶ σὲ μένα. Ἀγαπώντας τὸν «πλησίον» μου, ἀγαπῶ τὸν Χριστό, καὶ μισώντας τον, μισῶ Ἐκεῖνον. Εἶναι δὲ χαρακτηριστικό, ὅτι στὸ Εὐαγγέλιο ἡ ἔννοια τοῦ «πλησίον» εἶναι πρωταρχικὰ ἐνεργητικὴ - ἀγαπητική, καὶ ὄχι παθητική. «Πλησίον» εἶναι ὁ «Σαμαρείτης», αὐτὸς ποὺ ἔμπρακτα ἀγαπᾶ, καὶ μετὰ ἐκεῖνος, ποὺ δέχεται τὴν ἀγάπη.

Ἀπόηχος ἁγιοπνευματικὸς τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου εἶναι τὰ λόγια τοῦ Παύλου. Ἂν ἡ «θέση» στὴ στάση μου ἔναντι στὸν ἀδελφό μου εἶναι ἡ ἀγάπη, ἡ «ἄρνηση» εἶναι ὁ σκανδαλισμὸς τοῦ ἀδελφοῦ μου καὶ ὁ κλονισμὸς τῆς πίστεώς του. «Γι' αὐτὸ τὸν λόγο, ἂν κάποιο φαγητὸ κάνει τὸν ἀδελφό μου νὰ πέσει, δὲν θὰ φάγω ποτὲ κρέας, γιὰ νὰ μὴ γίνω αἰτία νὰ σκανδαλισθεῖ (καὶ πέσει πνευματικὰ) ὁ ἀδελφός μου»! Ὁ τρόπος σκέψεως τοῦ Παύλου, τὸ φρόνημά του, εἶναι ἀπόλυτα Χριστοκεντρικό. Ὁ Χριστὸς θέλησε νὰ πεθάνει γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ ἀδελφοῦ μου καὶ ἐγὼ δὲν θὰ κάμω μία τόσο μικρὴ «θυσία» γιὰ τὴ πνευματικὴ προκοπή του;

Ἡ φράση τοῦ Ἀποστόλου: «εἰς Χριστὸν ἁμαρτάνετε» εἶναι διακήρυξη στοὺς αἰῶνες, ὅτι κάθε κακό, ποὺ κάνουμε στὸν συνάνθρωπό μας, τὸ δέχεται ὁ Χριστός. Τὸν Χριστὸ διώκουμε, διώκοντας -ἄδικα μάλιστα- τοὺς ἀδελφούς μας (Πράξ. β' 5: ἐγὼ εἰμι Ἰησοῦς, ὂν σὺ διώκεις). Τὸν Χριστὸ ἀδικοῦμε καὶ ἐκμεταλλευόμαστε, βασανίζουμε ἢ κατατρέχουμε, στὸ πρόσωπο τοῦ συνανθρώπου μας. Τρεῖς φορὲς ἀναφέρει ὁ Παῦλος στὸ σύντομο ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα τὴ λέξη «ἀδελφός», τὴν ἴδια ποὺ χρησιμοποιεῖ καὶ ὁ Κύριος στὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα, δηλώνοντας τὴν πνευματικὴ συγγένεια, ποὺ συνάπτουμε μὲ τοὺς συνανθρώπους μας στὸ ὄνομά Του. Τὸ βασικὸ κριτήριο τῆς κρίσεώς μας εἶναι ἡ στάση μας ἀπέναντι στοὺς «ἀδελφούς» μας.

Ἡ λύση τοῦ δράματος τῆς κοινωνίας μας δίνεται ἀπὸ τὸν Χριστό. Στὴν «καινὴ κτίση», τὴν Ἐκκλησία Του, ὁ συνάνθρωπος (ξανὰ) γίνεται «πλησίον» καὶ «ἀδελφός» μας. Ἡ αἰτία τοῦ κακοῦ ἐντοπίζεται ἀπὸ τὸν Χριστὸ μέσα μας, καὶ ἡ δικαίωσή μας γίνεται μὲ τὸν ἐν Χριστῷ ἁγιασμό μας καὶ ΟΧΙ μὲ τὴν κατάκριση τοῦ «Ἄλλου». Γι’ αὐτὸ ὅλη τὴν περίοδο τοῦ Τριωδίου, περισσότερο καὶ συχνότερα ἀπὸ κάθε ἄλλη περίοδο τοῦ ἔτους, προσευχόμαστε μὲ τὰ λόγια τοῦ Ἁγίου Ἐφραὶμ τοῦ Σύρου: «Ναί, Κύριε βασιλεῦ, δώρησαί μοι τοῦ ὁρᾶν τὰ ἐμᾶ πταίσματα, καὶ μὴ κατακρίνειν τὸν ἀδελφόν μου... Ἀμήν».

(Ἀποστολικὸ Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς τῆς Ἀπόκρεω)
(Α' Κορ. η' 8 - θ' 2)
Ἀδελφοί, βρῶμα ἡμᾶς οὐ παρίστησι τῷ Θεῷ· οὔτε γὰρ ἐὰν φάγωμεν περισσεύομεν, οὔτε ἐὰν μὴ φάγωμεν ὑστερούμεθα. Βλέπετε δὲ μήπως ἡ ἐξουσία ὑμῶν αὕτη πρόσκομμα γένηται τοῖς ἀσθενοῦσιν. Ἐὰν γάρ τις ἴδῃ σε, τὸν ἔχοντα γνῶσιν, ἐν εἰδωλείῳ κατακείμενον, οὐχὶ ἡ συνείδησις αὐτοῦ ἀσθενοῦς ὄντος οἰκοδομηθήσεται εἰς τὸ τὰ εἰδωλόθυτα ἐσθίειν; Καὶ ἀπολεῖται ὁ ἀσθενῶν ἀδελφὸς ἐπὶ τῇ σῇ γνώσει, δι᾽ ὃν Χριστὸς ἀπέθανεν. Οὕτω δὲ ἁμαρτάνοντες εἰς τοὺς ἀδελφοὺς καὶ τύπτοντες αὐτῶν τὴν συνείδησιν ἀσθενοῦσαν εἰς Χριστὸν ἁμαρτάνετε. Διόπερ εἰ βρῶμα σκανδαλίζει τὸν ἀδελφόν μου, οὐ μὴ φάγω κρέα εἰς τὸν αἰῶνα, ἵνα μὴ τὸν ἀδελφόν μου σκανδαλίσω. Οὐκ εἰμὶ ἀπόστολος; οὐκ εἰμὶ ἐλεύθερος; οὐχὶ ᾽Ιησοῦν Χριστὸν τὸν Κύριον ἡμῶν ἑώρακα; οὐ τὸν ἔργον μου ὑμεῖς ἐστε ἐν Κυρίῳ; Εἰ ἄλλοις οὐκ εἰμὶ ἀπόστολος, ἀλλά γε ὑμῖν εἰμί· ἡ γὰρ σφραγὶς τῆς ἐμῆς ἀποστολῆς ὑμεῖς ἐστε ἐν Κυρίῳ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.