8 Μαρ 2017

Σχέσεις Ἐκκλησίας καὶ Πολιτείας

Ὁ Μέγας Φώτιος ἀπευθυνόμενος μὲ ἐπιστολή του πρὸς τὸν Μιχαήλ, τὸν βασιλέα τῶν Βουλγάρων σχετικὰ μὲ τὸ ποιὸ εἶναι τὸ ἔργο τοῦ ἄρχοντα μεταξύ των πολλῶν ἀναφέρει «Πρέπει οἱ ἀρετὲς νὰ ἐδραιώνωνται μαζὶ μὲ τὴν πίστη καὶ ὁ σοβαρὸς ἄνθρωπος νὰ καταρτίζεται καὶ μὲ τὰ δύο. Καθόσον ἡ ὀρθότητα τῶν δογμάτων προβάλλει τὴν κοσμιότητα τῆς πολιτείας, ἐνῶ ἡ καθαρότητα τῶν πράξεων διακηρύσσει τὴν θεϊκότητα τῆς πίστεως, ἀπὸ τὰ ὁποῖα τὸ καθένα χωρὶς τὸ ἄλλο συνήθως ξεπέφτει». Δηλαδή, σύμφωνα μὲ τὸν Μ. Φώτιο, ἡ κοσμιότητα τῆς πολιτείας, δηλαδὴ ἡ σωστὴ πορεία της, ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὴν ὀρθὴ πίστη, ἀπὸ τὸ σωστὸ δόγμα ποὺ θὰ πρέπη νὰ χαρακτηρίζη τὸν ἄρχοντα. Οἱ σπουδαῖοι αὐτοὶ λόγοι τοῦ Μεγάλου Φωτίου εἶναι ὁδοδεῖκτες τόσο γιὰ τὸ πὼς πρέπει νὰ πορεύεται κάθε ἄνθρωπος στὴν προσωπική του ζωὴ ὅσο καὶ κάθε ὀργανωμένη κοινωνία ὡς σύνολο ἀνθρώπων. Ἔτσι στὴν ἐποχή μας, ὅπου ὄχι μόνον δὲν ὑπάρχει σωστὴ πίστη, ἀλλὰ καὶ οἱ ἄρχοντες τῆς Πολιτείας πολεμοῦν τὴν πίστη, ἡ πορεία τῆς κοινωνίας ὁδηγεῖται ἀπὸ τὸ κακὸ στὸ χειρότερο.
Βασικὴ αἰτία τῆς κατὰ κρημνὸν πορείας τῆς Πατρίδος μας εἶναι ἀναμφίβολα οἱ ἀρχὲς καὶ οἱ ἀντιλήψεις τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ Διαφωτισμοῦ, τὶς ὁποῖες ἔχουν ἐνστερνισθῆ οἱ κυβερνῆτες μας καὶ δυστυχῶς αὐτὲς ἔχουν διαποτίσει καὶ τὴν καθημερινότητα τοῦ ἁπλοῦ ἀνθρώπου. Ἰδέες οἱ ὁποῖες ἔχουν ὡς στόχο μία ἄθεη ἐξυγχρονισμένη, φιλελεύθερη κοινωνία. Ἔτσι ἀνὰ τακτὰ χρονικὰ διαστήματα, μέσα ἀπὸ διάφορα ζητήματα, ὅπως τῶν ταυτοτήτων, τοῦ πολιτικοῦ γάμου, τῆς καύσης τῶν νεκρῶν κ.λπ. ἔρχεται στὸ προσκήνιο τὸ....
πρόβλημα τῶν σχέσεων μεταξὺ Ἐκκλησίας καὶ Πολιτείας. Ὅπως καὶ στὶς ἡμέρες μας μὲ τὸ ζήτημα τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν ἀλλὰ καὶ τῆς ἀναθεώρησης τοῦ Συντάγματος.
Ἀφορμὴ γιὰ τοὺς προβληματισμοὺς αὐτοὺς ὑπῆρξε ἡ ἡμερίδα ποὺ πραγματοποιήθηκε πρὶν δύο μῆνες στὸν Δικηγορικὸ Σύλλογο Ἀθηνῶν, μὲ θέμα «Σχέσεις Ἐκκλησίας-Πολιτείας καὶ Συνταγματικὴ Ἀναθεώρηση», στὴν ὁποία πῆραν μέρος οἱ Συνταγματολόγοι Καθηγητὲς καὶ ὑπουργοὶ Εὐάγγελος Βενιζέλος, Μιχάλης Σταθόπουλος, Νίκος Ἀλιβιζάτος καὶ Ἰωάννης Κονιδάρης. Ἄνθρωποι οἱ ὁποῖοι ἔχουν διαδραματίσει καὶ συνεχίζουν νὰ διαδραματίζουν πρωταγωνιστικὸ ρόλο στὶς σχέσεις Ἐκκλησίας καὶ Πολιτείας, ὡς ὑπουργοὶ μὲ θεσμοθέτηση νόμων, ἀλλὰ καὶ πολιτικοὶ καὶ καθηγητὲς μὲ παραγωγὴ κειμένων, καὶ τὴν γενικότερη προσπάθειά τους ποὺ στόχο ἔχει τὴν περιθωριοποίηση καὶ τὸν ἐξοβελισμὸ τῆς Ἐκκλησίας ἀπὸ τὴν καθημερινότητα τοῦ Ἕλληνα πολίτη. Ἄνθρωποι ἐχθρικοὶ πρὸς τὴν Ἐκκλησία καὶ πρὸς τὸ πρόσωπο τοῦ Κυρίου, κάτι τὸ ὁποῖο καταφάνηκε καὶ στὴν ἡμερίδα μὲ τὸν εἰρωνικὸ καὶ σκωπτικὸ τρόπο μὲ τὸν ὁποῖον μιλοῦσαν. Ὅπως ὁ κ. Σταθόπουλος, ὁ ὁποῖος ἀναφερόμενος στὸ ἄρθρο 3 τοῦ Συντάγματος, τὸ ὁποῖο τονίζει ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἔχει ὡς κεφαλὴ της τὸν Κύριο ἠμῶν Ἰησοῦ Χριστὸν εἶπε μὲ εἰρωνεία, «δηλαδὴ τὸ Σύνταγμα ἀπαγορεύει στοὺς Ἕλληνες πολίτες νὰ μὴ εἶναι χριστιανοὶ ὀρθόδοξοι».
Χαρακτηριστικὸ καὶ τῶν τεσσάρων ὁμιλητῶν εἶναι ὅτι δὲν ἀναφέρθηκαν σὲ χωρισμὸ τῆς Ἐκλησίας ἀπὸ τὴν Πολιτεία, ἀλλὰ γιὰ ὁριοθέτηση τῶν ρόλων, «διότι ὁ ὅρος χωρισμὸς εἶναι ἕνας ὅρος ἀρνητικὰ φορτισμένος» εἶπε χαρακτηριστικὰ ὁ κ. Σταθόπουλος «ἀλλὰ γιὰ μία ἀναδιαρρύθμιση τῶν σχέσεων, ἕνα σύστημα διακριτῶν ρόλων καὶ ἁρμοδιοτήτων, ὥστε νὰ μὴ ἐπεμβαίνη ὁ ἕνας σὲ θέματα ἁρμοδιότητος τοῦ ἄλλου. Ἡ διάκριση ἁρμοδιοτήτων ἀφορᾶ τὴν Ἐκκλησία καὶ τὴν Πολιτεία καὶ ὄχι τὴν κοινωνία» τόνισε ὁ κ. ὑπουργός. «Διότι ὁ πολίτης μπορεῖ νὰ ἀσκῆ ἐλεύθερα τὶς θρησκευτικές του πεποιθήσεις, ἀφοῦ αὐτὸ προστατεύεται καὶ ἀπὸ τὸ Σύνταγμα. Οἱ ἐπεμβάσεις τῆς Ἐκκλησίας», εἶπε ὁ κ. ὑπουργός, «ὑπάρχουν στὴν πράξη, μὲ ἀποτέλεσμα τὴν ἀνάμειξη τῶν ἁρμοδιοτήτων». Καὶ ἀνέφερε ὡς παράδειγμα τὸ θέμα τῆς ὀνοματοδοσίας τοῦ παιδιοῦ, ὅπου ὁ νόμος ὁρίζει ὅτι γίνεται στὸ ληξιαρχεῖο μετὰ τὴν γέννησή του καὶ ὄχι μετὰ τὴν βάπτιση, ὅπως θέλει ἡ Ἐκκλησία. Ἡ σχετικὰ μὲ τὸ μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν, «ὅπου το περιεχόμενό του καὶ οἱ ὧρες διδασκαλίας του καθορίζονται ἀπὸ τὴν Πολιτεία, μετὰ ἀπὸ διάλογο μὲ τὴν Ἐκκλησία. Ἡ τελικὴ ὅμως ἀπόφαση εἶναι πάντα ἁρμοδιότητα τῆς Πολιτείας» τόνισε ὁ κ. καθηγητής. Ἄρα γίνεται καταφανὲς ὅτι ἡ Πολιτεία δὲν ἀποσκοπεῖ μόνο στὸ νὰ ἔχη τὸν πρῶτο ρόλο, ἀλλὰ καὶ στὸ νὰ ἐπιβληθῆ, ὡς ὑπέρτατη ἀρχή, στὴν ζωὴ τοῦ πολίτη καὶ νὰ ὁδηγήση τὴν Ἐκκλησία σταδιακὰ στὸ περιθώριο.
Ἐπίσης, αὐτὸ ποὺ τονίσθηκε ἀπὸ τοὺς ὁμιλητὲς εἶναι ὅτι, παρατηρώντας σὲ ἕνα βάθος χρόνου σαράντα ἐτῶν, δηλαδὴ ἀπὸ τὸ 1975, ὅταν ἔγινε ἡ τελευταία ἀναθεώρηση τοῦ Συντάγματος, πολλὰ ζητήματα, παρὰ τὶς ἀντιδράσεις τῆς Ἐκκλησίας ἔχουν λυθῆ. Καὶ μάλιστα, ὅπως τόνισε ὁ κ. Ἀλιβιζάτος, «αὐτὸ ὀφείλεται στὶς διεθνεῖς πιέσεις ποὺ δέχεται ἡ Ἑλλάδα, ἀλλὰ καὶ στὶς δικαστικὲς ἀποφάσεις τοῦ Στρασβούργου». Ἔτσι ἡ Πολιτεία θεσπίζει νόμους, ὅπως ἡ ἀποτέφρωση τῶν νεκρῶν, ἡ ἡ κατάργηση τῆς φυλάκισης τῶν ἀντιρρησιῶν συνειδήσεως καὶ των  μαρτύρων τοῦ Ἰεχωβά, ἡ ἡ ἀναγνώριση νέων θρησκειῶν, ἡ ἡ διαγραφὴ τοῦ θρησκεύματος ἀπὸ τὶς ταυτότητες, ἡ ἡ χρήση τοῦ ὄρου θρησκευτικὴ οὐδετερότητα γιὰ τὸ Κράτος, παρὰ τὴν ἀντισυνταγματικότητά τους. Ἡ ἀκόμα καὶ ἡ ἀνάληψη ἀπὸ τοὺς βουλευτὲς τῶν καθηκόντων τους μὲ πολιτικὸ ὅρκο καὶ ὄχι θρησκευτικό, ὅπως ρητὰ ὁρίζει τὸ Σύνταγμα. Ἔτσι τόνισε ὁ κ. καθηγητής, «παρατηροῦμε τὴν ἐπίλυση πολλῶν ζητημάτων, στὰ ὁποῖα ἀντιδρᾶ ἡ Ἐκκλησία, χωρὶς νὰ ἔχη γίνει ὁ χωρισμὸς Ἐκκλησίας καὶ Πολιτείας, δηλαδὴ νὰ παραμένη ἡ Ἐκκλησία νομικὸ πρόσωπο δημοσίου δικαίου». Καὶ τελειώνοντας ἀναρωτήθηκε ὁ κ. ’Ἀλιβιζατος, «εἶναι ἀνάγκη νὰ ὑπάρξη ὁ χωρισμός, ὅταν ἐπιλύωνται τὰ προβλήματα πρὸς ὄφελος τῆς Πολιτείας;». Ὁ δὲ κ. Βενιζέλος ἦταν σαφὴς λέγοντας ὅτι, «ἀποσκοποῦμε σὲ μία ἀποκρατικοποίηση τῆς θρησκείας ἀλλὰ καὶ στὴν ἀφαίρεση τῶν θρησκευτικῶν χαρακτηριστικῶν τς Πολιτείας».
Ἀκόμα, οἱ ὁμιλητὲς ἀναφέρθηκαν στὴν προμετωπίδα τοῦ Συντάγματος, στὸ προοίμιο, τὸ ὁποῖο ἀναφέρει, «Εἰς τὸ ὄνομα τῆς Ὁμοουσίου καὶ Ἀδιαιρέτου Τριάδος» καὶ στὰ ἄρθρα 3, 13, τὰ ὁποῖα ἅπτονται τῶν σχέσεων Ἐκκλησίας καὶ Πολιτείας. Ὁ κ. Κονιδάρης τόνισε σχετικὰ μὲ τὸ προοίμιο ὅτι ἡ ἐπίκληση αὐτὴ «δὲν ἔχει νομικὴ σημασία, ἀλλὰ ὅτι πρόκειται γιὰ ζήτημα ἱστορικῆς μνήμης» καὶ γιὰ αὐτὸ θὰ μποροῦσε νὰ ἀπαλειφθῆ. Τὴν στιγμὴ μάλιστα, ὅταν «μερίδα ἱεραρχῶν ἔχει τὴν ἀντίληψη ὅτι ὅλες οἱ διατάξεις τοῦ Συντάγματος θὰ πρέπει νὰ συμμορφώνωνται μὲ τὸ πνεῦμα τῆς προμετωπίδος». Ἐπίσης, σχολίασε ὅτι τὸ ἄρθρο 3, ἐπειδὴ καλύπτει τὶς σχέσεις τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος μὲ τὸ Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως καὶ τὴν Πολιτεία, θὰ μποροῦσε νὰ διατηρηθῆ, ὅμως μετὰ ἀπὸ βελτιώσεις καὶ τροποποιήσεις. Γιὰ δὲ τὸν ὄρο «ἐπικρατοῦσα θρησκεία» τόνισαν ὅτι δὲν θὰ πρέπη νὰ προσδίδη προνομιακὸ χαρακτήρα στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἀλλὰ διαπιστωτικὴ ἀξία. Ὁ κ. Κονιδάρης ἀνέφερε ὅτι «δὲν εἶναι μόνο ἐπικρατοῦσα ἀλλὰ καὶ συγκυβερνώσα, ἀφοῦ οἱ ἐπιθυμίες της» τόνισε «μέσω δικῶν τῆς ἀνθρώπων ἔχουν ἀπρόσκοπτη δίοδο πρὸς νομοθέτηση στὴν Βουλή, οἱ ὁποῖοι μάλιστα κατέχουν θέσεις σὲ ὅλες τὶς κυβερνήσεις». Καὶ ὁλοκλήρωσε λέγοντας ὅτι τὸ ἄρθρο 3 σωστὸ θὰ ἦταν νὰ ἐνσωματωθῆ στὸ ἄρθρο 13. Ἐνῶ ὁ κ. Σταθόπουλος τόνισε ὅτι τὸ ἄρθρο 3 θὰ πρέπη νὰ ἀπαλειφθῆ τελείως. Στὸν ὁμιλία τοῦ ὁ κ. Βενιζέλος σημείωσε ὅτι ἐνσωματώνοντας τὸ ἄρθρο 3 στὸ 13 ἐπιτυγχάνεται καὶ ἡ ὑποβάθμισή του, τὴν στιγμὴ μάλιστα ποὺ τὸ ἄρθρο 3 κάποτε ἦταν 1. Παρατηροῦμε, δηλαδή, μία συστηματικὴ ὑποβάθμιση ἀκόμα καὶ τῶν ἄρθρων τοῦ Συντάγματος, τὰ ὁποῖα ἀναφέρονται στὴν Ἐκκλησία ἀπὸ μέρους τῆς Πολιτείας.
Τέλος, σχετικὰ μὲ τὴν μισθοδοσία τῶν ἱερέων ἀνέφεραν ὅτι αὐτὴ θὰ πρέπη νὰ ἀποσυνδεθῆ ἀπὸ ἱστορικὰ δικαιώματα, ἀπαλλοτριώσεις καὶ ἀποζημιώσεις καὶ ὅτι εἶναι ὑποχρέωση τῆς Πολιτείας ἡ ἐπίλυσή του, μία ἐπίλυση ἡ ὁποία θὰ ἅπτεται τῶν κληρικῶν ὅλων τν θρησκειῶν. Γιὰ δὲ τὸ Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως ἀνέφεραν ὅτι τοὺς ἀπασχολεῖ μόνο ὡς διεθνὴς ὀντότητα καὶ ὄχι ὡς Ἐκκλησία καὶ ἰδιαίτερά το διεθνὲς status του.
Ὀλοκληρώνοντας τὴν παρουσίαση τῶν προτάσεων ποὺ συζητήθηκαν στὴν ἡμερίδα, θὰ θέλαμε νὰ μεταφέρουμε τὸν προβληματισμὸ τοῦ κ. Βενιζέλου στὸ ἐρώτημα, γιατί ἡ Ἐκκλησία νὰ εἶναι νομικὸ πρόσωπο δημοσίου δικαίου καὶ νὰ μὴ εἶναι ἰδιωτικοῦ δικαίου, «Φανταστεῖται», εἶπε, «νὰ εἶναι ἡ Ἐκκλησία νομικὸ πρόσωπο ἰδιωτικοῦ δικαίου λόγω τοῦ μεγέθους του, μὲ ἀκτιβισμό, ἐπικαλούμενο τὴν θρησκευτικὴ ἐλευθερία νὰ παρεμβαίνη πολιτικά, κοινωνικά, νὰ διεκδικῆ, νὰ ἔχη ἄποψη γιὰ ὅλα, νὰ ὀργανώνη λατρευτικὲς ἐκδηλώσεις, διαδηλώσεις, νὰ ἐκδίδη ἐφημερίδα, νὰ ἔχη τηλεοπτικὸ σταθμό, τηλεόραση, νὰ ἔχη προτιμήσεις πολιτικές, νὰ παίζη στὸ χρηματιστήριο. Σκεφθεῖτε πῶς θὰ ἐξελιχθῆ ἡ κατάσταση;». Νομίζουμε ὅτι ὁ σχολιασμὸς εἶναι περιττός. Δυστυχῶς μόνο οἱ χριστιανοὶ δὲν τὸ φαντάζονται.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.