21 Οκτ 2016

Ἡ ἀποτυχία τῆς συνάντησης τοῦ Κιέτι, ὑπὸ τὸ πρίσμα παπικοῦ ἀρθρογράφου

Ἱερὰ Μηγτρόπολις Πειραιῶς, γραφεῖο ἐπὶ τῶν αἱρέσεων καὶ τῶν παραθρησκειῶν
Ὅπως εἶναι γνωστὸ πρὶν ἀπὸ μερικὲς ἡμέρες, (16 ἕως 22 Σεπτεμβρίου 2016), συνῆλθε ἡ 14η Ὁλομέλεια τῆς Μικτῆς Ἐπιτροπῆς ἐπὶ τοῦ Θεολογικοῦ Διαλόγου μεταξὺ Ὀρθοδόξων καὶ Ρωμαιοκαθολικῶν στὸ Κιέτι τῆς Ἰταλίας ἡ ὁποία κατήρτισε ἕνα τελικὸ κείμενο κοινῆς ἀποδοχῆς μὲ τίτλο: «Συνοδικότητα καὶ Πρωτεῖο κατὰ τὴν πρώτη χιλιετία: καθ’ ὁδὸν πρὸς μία κοινὴ κατανόηση στὴν ὑπηρεσία τῆς ἑνότητος τῆς Ἐκκλησίας». Ἐπειδὴ πρόκειται τὸ κείμενο αὐτὸ νὰ συζητηθεῖ συνοδικὰ σὲ προσεχῆ Σύνοδο τῆς Ἱεραρχίας, πρὸς τὸ παρὸν δὲν θὰ καταπιαστοῦμε μὲ αὐτό. Αὐτὸ ἄλλωστε εἶναι τὸ ἁρμόζον καὶ πρέπον, τὸ νὰ μὴν προτρέχουμε ἐμεῖς νὰ ἐκφράσουμε πρῶτοι τὴ γνώμη μας, ἀλλὰ νὰ ἀφήσουμε νὰ ἀποφανθεῖ πρῶτα ἐπ’ αὐτοῦ ἡ Ἱεραρχία. Θὰ περιοριστοῦμε μόνον νὰ σχολιάσουμε τὴ συνάντηση τοῦ Κιέτι ἀπὸ τὴν σκοπιὰ ἑνὸς παπικοῦ ἀρθρογράφου, τοῦ Mark Woods, ὁ ὁποῖος δημοσίευσε στὸ ἰστολόγιο «Christiantoday.com», ἕνα ἄρθρο μὲ...
τίτλο «ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΣΑΝ ΟΙ ΟΡΘΟΔΟΞΕΣ ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ ΝΑ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΟΥΝ ΤΟΝ ΠΑΠΑ; ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΕΝΤΕΛΩΣ ΑΔΙΑΝΟΗΤΟ», τὸ ὁποῖο μετέφρασε ἡ κ. Φαίη Ἀβέρωφ καὶ ἀναδημοσιεύτηκε στὸ ἰστολόγιο «Πατερικὴ Παράδοση». 

Κατ’ ἀρχὴν ὑπενθυμίζουμε ὅτι γιὰ τὸ θέμα τοῦ Πρωτείου καὶ τῆς Συνοδικότητος ἡ Ἱερὰ Μητρόπολή μας διοργάνωσε τὸ 2010 μία πολλὴ σημαντικὴ Ἡμερίδα μὲ τίτλο: «‘Πρωτείον’, Συνοδικότης καὶ Ἑνότης τῆς Ἐκκλησίας», τὰ Πρακτικὰ τῆς ὁποίας μάλιστα ἔχουν ἐκδοθεῖ, (Στοιχειοθεσία - Ἐκτύπωση «Λυχνία», τηλ. 2103410436). 
Γιὰ τὸν ἀρθρογράφο «τὸ παπικὸ Πρωτεῖο ἦταν ἀποδεκτὸ ἀπὸ ὅλους τούς Χριστιανοὺς» καθ’ ὅλη τὴν διάρκεια τῆς πρώτης χιλιετίας. Τὸ θέμα εἶναι λελυμένο ἀπὸ παπικῆς ἀπόψεως, δὲν τὸ συζητάει. Ἐκεῖνο ποὺ τὸν προβληματίζει εἶναι, ἂν θὰ γίνει ἀποδεκτὸ ἀπὸ τοὺς Ὀρθοδόξους. 

Γιὰ τὴν ἀποδοχὴ του βλέπει τρία μεγάλα ἐμπόδια, ποὺ πιστεύει ὅτι εἶναι πολὺ δύσκολο νὰ ξεπεραστοῦν. Τὸ πρῶτο εἶναι τὸ «status τῶν Οὐνιτῶν». Γιὰ τὸ θέμα τῆς Οὐνίας ἔχουμε ἀναφερθεῖ πολλὲς φορές. Κατὰ τὴν ταπεινή μας γνώμη, οἱ Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες θὰ ἔπρεπε νὰ μὴν προχωρήσουν στὴ συζήτηση τοῦ θέματος τοῦ Πρωτείου, προτοῦ συζητηθεῖ τὸ θέμα τῆς Οὐνίας. Καὶ τοῦτο διότι ἡ ἐπάρατη Οὐνία ἀποτελεῖ τὸ ὄνειδος τῆς παπικῆς δολιότητας καὶ πραγματικὴ αἱμορροοῦσα πληγῆ στὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως τὸ χαρακτήρισε πρόσφατα καὶ ὁ Πατριάρχης Μόσχας κ. Κύριλλος. Θὰ μποροῦσε τὸ πρόβλημα τῆς Οὐνίας νὰ γίνει τὸ ἰσχυρὸ ὅπλο στὰ χέρια τῶν Ὀρθοδόξων, γιὰ νὰ ὑποχωρήσει ἡ παπικὴ ἀδιαλλαξία. Ἀλλὰ κάτι τέτοιο δὲν ἔγινε καὶ οὔτε πρόκειται νὰ γίνει, διότι ὁ διάλογος προχωράει κατόπιν σχεδίου, σχεδιασμένος στὰ οἰκουμενιστικὰ γραφεῖα! 

Τὸ δεύτερο ἐμπόδιο εἶναι «αὐτὸ ποὺ κάποιος ἐπιφανὴς Ὀρθόδοξος θεολόγος, ὁ Μητροπολίτης Περγάμου Ζηζιούλας, ἀναφέρεται ὡς ‘Ὀρθόδοξοι Ταλιμπάν’». Προφανῶς ὁ Σεβ. Περγάμου μὲ τὸν ὄρο «Ὀρθόδοξοι Ταλιμπᾶν» ἐννοεῖ ὅλους ἐκείνους, ποὺ μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἀγωνίζονται νὰ παραμείνει ἡ Ὀρθόδοξη πίστη ἀνόθευτη καὶ ἀπαραχάρακτη καὶ οἱ ὁποῖοι θεωροῦνται ἀπὸ τοὺς οἰκουμενιστὲς ὡς «Ταλιμπᾶν». Καὶ τὸ τρίτο εἶναι «τὸ εὐρύτερο πολιτικὸ τοπίο», δηλαδὴ οἱ εὐρύτερες γεωπολιτικὲς ἐξελίξεις μεταξὺ Ρωσίας καὶ Δύσεως, οἱ ὁποῖες σαφῶς ἐπηρεάζουν τὴν διαμόρφωση τῶν ἐκκλησιαστικῶν πραγμάτων.

Ἐκεῖνο ποὺ μᾶς ἐντυπωσιάζει εἶναι ὅτι τόσο γιὰ τὸν Σεβ. Περγάμου, ὅσο καὶ γιὰ τὸν ἀρθρογράφο οἱ «Ὀρθόδοξοι Ταλιμπᾶν» ἀποτελοῦν ἕνα μεγάλο ἐμπόδιο. Μ’ ἄλλα λόγια οἱ ἀγῶνες τοῦ κλήρου καὶ τοῦ πιστοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴ διαφύλαξη τῆς πίστεως ὄχι μόνον γίνονται ἀντιληπτοὶ ἀπὸ τοὺς οἰκουμενιστὲς καὶ τοὺς αἱρετικοὺς παπικούς, ἀλλὰ καὶ πολύ τούς προβληματίζουν. Οἱ ἀγῶνες αὐτοὶ τοὺς φρενάρουν, τοὺς χαλοῦν τὰ σχέδια, εἶναι ἕνας πονοκέφαλος, δὲν ξέρουν πὼς νὰ τὸν ἀντιμετωπίσουν, παρ’ ὅλο ποὺ αὐτοὶ ἔχουν ἐκκλησιαστικὴ δύναμη στὰ χέρια τους. Μποροῦν, ἂν θέλουν, νὰ καθαιρέσουν, νὰ ἀφορίσουν, νὰ ἐπιβάλουν ἐκκλησιαστικὲς ποινές. Μερικὲς φορὲς μάλιστα τὸ ἔκαναν, ἀλλὰ εἶδαν τὸ κόστος, τὴν ἀντίδραση τοῦ λαοῦ καὶ κατάλαβαν ὅτι οἱ ποινὲς στὶς περισσότερες περιπτώσεις δὲν ὠφελοῦν, ἀλλὰ φέρνουν ἀντίθετα ἀποτελέσματα.

Τὴν πραγματικότητα αὐτὴ χρειάζεται νὰ τὴν τονίσουμε καὶ νὰ τὴν ὑπογραμμίσουμε, διότι πολλὲς φορὲς δημιουργεῖται ἡ ἐντύπωση, ὅτι ὁ ἀγώνας μας εἶναι μάταιος καὶ ἀνώφελος. Ὅτι παλεύουμε νὰ ἐπιτύχουμε ἀδύνατα πράγματα, ἀφοῦ δὲν ἔχουμε τὴν ἐκκλησιαστικὴ δύναμη, νὰ ἀντιστρέψουμε τὴν πορεία τῶν πραγμάτων, ἄμεσα, γρήγορα καὶ ἀποτελεσματικά. Καὶ ἔτσι ἀπογοητευόμαστε καὶ ἀπελπιζόμαστε. Ὄχι. Δὲν θὰ ἀπελπιστοῦμε, ἀλλὰ θὰ κάνουμε τὸ καθῆκον μας καὶ τὰ ὑπόλοιπα θὰ τὰ ἀφήσουμε στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ. Ἐκεῖνος θὰ φέρει τὸ ἀποτέλεσμα, τὸ ὁποῖο ἐμεῖς ἀδυνατοῦμε νὰ φέρουμε εἰς πέρας. Ὁ ἀγώνας μας ὅμως πρέπει νὰ γίνεται ὄχι μὲ τυφλὸ φανατισμό, ἀλλὰ μὲ ζῆλο κατ’ ἐπίγνωση, μὲ ταπείνωση, μὲ προσευχὴ καὶ ἐκκλησιαστικὸ ἦθος. Καὶ πρῶτα ἀπὸ ὅλα πρέπει νὰ γνωρίζουμε εἰς βάθος τὸ ἀντικείμενο γιὰ τὸ ὁποῖο ἀγωνιζόμαστε, γιὰ νὰ εἴμαστε εἰς θέσιν νὰ δίδουμε  «ἀπολογίαν παντὶ τῷ αἰτούντι», (Α΄ Πετρ. 3,15) καὶ νὰ ἀποστομώνουμε τοὺς ἀντιλέγοντας. Στὴν παροῦσα λοιπὸν χρονικὴ συγκυρία ποὺ συζητεῖται τὸ θέμα τοῦ Πρωτείου στοὺς Διαχριστιανικοὺς Διαλόγους εἶναι ἀνάγκη νὰ ὑπενθυμίσουμε ὁρισμένα βασικὰ στοιχεῖα τοῦ θέματος πρὸς ἐνημέρωση καὶ ἐπαγρύπνηση τοῦ πιστοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ.

Τὸ πρῶτο ποὺ πρέπει νὰ ὑπενθυμίσουμε εἶναι, ὅτι ἡ Ἐκκλησία καθ’ ὅλη τὴν διάρκεια τῆς πρώτης χιλιετίας οὐδέποτε ἀναγνώρισε στὸν Πάπα Πρωτεῖο παγκόσμιας ἐξουσίας καὶ κυριαρχίας ἐφ’ ὅλης τῆς Ἐκκλησίας. Στὴν Ἐκκλησία, τὸ πρωτεῖο ἀνήκει στὴν Κεφαλή της, τὸν Ἰησοῦ Χριστό, «ὃς ἐστὶν ἀρχή, πρωτότοκος ἐκ τῶν νεκρῶν, ἴνα γένηται ἐν πάσιν αὐτὸς πρωτεύων», (Κολ.1,18), «καὶ αὐτὸν ἔδωκε κεφαλὴν ὑπὲρ πάντα τῇ Ἐκκλησίᾳ» (Ἔφ. 1,22). Κεφαλὴ στὴν Ἐκκλησία δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι ἕνας ἄνθρωπος, ὁ Πάπας.

Ἡ προσπάθεια τῶν Παπικῶν νὰ θεμελιώσουν ἁγιογραφικᾶ τὸ Πρωτεῖο στὸ  χωρίο «καγῶ δὲ σοὶ λέγω, ὅτι σὺ εἰ Πέτρος, καὶ ἐπὶ ταύτη τῇ πέτρα οἰκοδομήσω μου τὴν ἐκκλησίαν, καὶ πύλαι ἅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς» (Ματθ. 16,18), εἶναι ἄστοχη, διότι ἡ φράση τοῦ Κυρίου «καὶ ἐπὶ ταύτη τῇ πέτρα» δὲν ἀναφέρεται στὸ πρόσωπο τοῦ Πέτρου, ἀλλὰ στὴν ὁμολογία του, ποὺ ἔγινε ὕστερα ἀπὸ ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ Πατέρα. Ἡ θεμέλιος πέτρα, πάνω στὴν ὁποία οἰκοδομεῖται ἡ Ἐκκλησία, δὲν εἶναι ὁ Πέτρος, ἀλλὰ ὁ Χριστὸς καὶ στὴ συνέχεια οἱ ἀπόστολοι, σύμφωνα μὲ τὸ λόγο τοῦ Παύλου «θεμέλιον γὰρ ἄλλον οὐδεὶς δύναται θεῖναι παρὰ τὸν κείμενον, ὃς ἐστιν Ἰησοῦς Χριστὸς» (Α΄ Κορ. 3,11) καὶ σύμφωνα μὲ τὸν ἄλλο λόγο του: «ἐποικοδομηθέντες  ἐπὶ τῷ θεμελίω  τῶν ἀποστόλων καὶ προφητῶν, ὄντος  ἀκρογωνιαίου αὐτοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Ἔφ. 2,20).

Συνεπῶς ἡ πέτρα τοῦ χωρίου αὐτοῦ δὲν ταυτίζεται μὲ τὸν Πέτρο ἀποκλειστικά, ὅπως ἐπίσης ἡ ἐξουσία τοῦ δεσμεῖν καὶ λύειν, γιὰ τὴν ὁποία γίνεται λόγος στὸν ἑπόμενο στίχο «καὶ δώσω σοὶ τὰς κλεῖς  τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν, καὶ ὁ ἐὰν δήσης  ἐπὶ τῆς γής, ἔσται δεδεμένον ἐν τοῖς οὐρανοῖς», δὲν ἦταν δικαίωμα μόνο τοῦ Πέτρου. Τὴν ἴδια ἐξουσία τοῦ δεσμεῖν καὶ λύειν ἔδωσε ὁ Χριστὸς καὶ στοὺς ἄλλους ἀποστόλους, σύμφωνα μὲ τὸ λόγον του μετὰ τὴν  ἀνάσταση «ἂν τινῶν ἀφῆτε τὰς ἁμαρτίας, ἀφίενται αὐτοῖς, ἂν τινῶν κρατεῖτε, κεκράτηνται» (Ἰωάν. 20,23).

Ἡ ἀρχέγονη Ἐκκλησία τῶν ἀποστολικῶν χρόνων, ἤδη ἀπὸ τὶς πρῶτες ἡμέρες τῆς ζωῆς της, καθιέρωσε τον Συνοδικὸ Θεσμό, ὡς τρόπο διοικήσεως τῆς Ἐκκλησίας καὶ ὄχι τὴν ἀπολυταρχικὴ ἐξουσία ἑνὸς προσώπου, ὅπως αὐτὸ φαίνεται ἀπὸ ἕνα πλῆθος βιβλικῶν μαρτυριῶν ἀπὸ τὶς Πράξεις καὶ τὶς Ἐπιστολές. Ἀναφέρουμε μερικές: α) Μὲ συνοδικὸ τρόπο ἐκλέγεται ὁ ἀπόστολος Ματθίας εἰς ἀντικατάσταση τοῦ ἐκπεσόντος Ἰούδα τοῦ Ἰσκαριώτου, (Πράξ. 1,15-26). β) Μὲ συνοδικὸ τρόπο ἐπίσης ἐκλέγονται οἱ ἑπτὰ διάκονοι (Πράξ. 6,1-7). γ) Μὲ συνοδικὸ τρόπο ἐπιλύεται στὴν Ἀποστολικὴ Σύνοδο τῶν Ἱεροσολύμων, (49μ.Χ.), τὸ θέμα τῆς περιτομῆς. Πρόεδρος τῆς Συνόδου ἦταν ὁ Ἰάκωβος καὶ ὄχι ὁ Πέτρος (Πράξ. 15,1-31). Ὑπάρχει ἀκόμη ἕνα πλῆθος μαρτυριῶν ὑπὲρ τοῦ Συνοδικοῦ Θεσμοῦ καὶ κατὰ τοῦ Πρωτείου κατὰ τοὺς τρεῖς πρώτους αἰῶνες μέχρι τὴν Α΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, τὶς ὁποῖες παραθέτει σὲ ὁμιλία του ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. κ. Σεραφεὶμ μὲ τίτλο «Ὁ Παπισμὸς ὡς ἐκκλησιολογικὸ πρόβλημα (μὲ ἀναφορὰ στὸ Συνοδικὸ Σύστημα τῆς Ἐκκλησίας)», στὴν παρὰ πάνω μνημονευθεῖσα Ἡμερίδα καὶ παραπέμπουμε ἐκεῖ τὸν ἀναγνώστη.

Παράλληλα μὲ τὸν Συνοδικὸ Θεσμὸ ἡ Ἐκκλησία καθιέρωσε ἤδη  ἀπὸ τὴν μεταποστολικὴ ἐποχὴ τὰ λεγόμενα «πρεσβεία τιμῆς». Σύμφωνα μὲ «ἀρχαῖον ἔθος», οἱ ἐπίσκοποι ὁρισμένων τοπικῶν ἐκκλησιῶν, συνήθως τῶν μεγάλων πόλεων τοῦ ρωμαϊκοῦ κράτους, (Ρώμης, Ἀλεξανδρείας, Ἀντιοχείας, Ἐφέσου, Καισαρείας, Κορίνθου κ.λ.π.), ἀπολάμβαναν ἰδιαιτέρας τιμῆς. Καὶ τοῦτο διότι οἱ ἐπίσκοποι αὐτοὶ ἀφ’ ἑνὸς μὲν διέσωζαν ζῶσα τὴν παράδοση τῶν ἁγίων Ἀποστόλων καὶ  ἀφ’ ἑτέρου διότι στὴν ἐπισκοπικὴ ἕδρα αὐτῶν τῶν πόλεων συνήθως συνήρχοντο οἱ πλησιόχωροι ἐπίσκοποι, γιὰ νὰ συζητήσουν σοβαρὰ ἐκκλησιαστικὰ προβλήματα. Ἡ ἰδιαίτερη αὐτὴ τιμὴ πρὸς τοὺς ἐπισκόπους αὐτῶν τῶν πόλεων εἶναι τὰ λεγόμενα «πρεσβεία τιμῆς». Πολὺ ὡραία περιγράφει τὴν ἐξέλιξη τῶν «πρεσβειῶν τιμῆς», ἀλλὰ καὶ τὴν παράλληλη ἀνάπτυξη τῶν ἀξιώσεων τοῦ Πάπα γιὰ παγκόσμια ἐξουσία, ὁ ἱερομόναχος π. Λουκᾶς Γρηγοριάτης, σὲ ὁμιλία του μὲ θέμα «Πρωτεῖον, Συνοδικότης καὶ ἑνότης τῆς Ἐκκλησίας» στὴν παρὰ πάνω μνημονευθεῖσα Ἡμερίδα. Παραθέτουμε παρὰ κάτω ὁρισμένα ἀποσπάσματα.

Τὰ «πρεσβεία τιμῆς» εἶναι θεσμὸς ποὺ καθιερώθηκε ἐθιμικά, ἀλλὰ ἔχει ἰσχυρὴ καὶ ἀναντίρρητη ἐκκλησιολογικὴ θεμελίωση. Διαφυλάσσει καὶ ἐκφράζει τὴν ἑνότητα καὶ τὴν κοινωνία τῶν τοπικῶν ἐκκλησιῶν ἐν τῇ Ὀρθοδόξῳ πίστει, ἐν τῇ μίᾳ Εὐχαριστίᾳ καὶ ἐν τῇ ἀγάπῃ. Μὲ ἄλλα λόγια ἐκφράζει καὶ διαφυλάττει τὴν ἀποστολικὴ συνοδικότητα στὶς σχέσεις τῶν τοπικῶν ἐκκλησιῶν. Διότι συνοδικότης δὲν εἶναι ἁπλῶς ἡ συλλογικότης, ἢ ὁ δημοκρατικὸς τρόπος διοικήσεως τῶν ἐκκλησιαστικῶν πραγμάτων, ἀλλὰ πρωτίστως εἶναι ὁ τρόπος βιώσεως τῆς ἑνότητος τῆς Ἐκκλησίας ὡς σώματος Χριστοῦ, ὡς κοινωνίας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Κατὰ τὴν περίοδο τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων τὰ ἀρχαία «πρεσβεία τιμῆς» σταδιακὰ ὁριστικοποιοῦνται στὰ πατριαρχικὰ δίκαια τῶν θρόνων τῆς Πενταρχίας. Δία τοῦ 3ου Κανόνος τῆς Β΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου καθορίστηκαν τὰ προνόμια-πρεσβεία τοῦ ἐπισκόπου Κων/πόλεως, δεύτερα μετὰ τὰ «πρεσβεία τιμῆς», (καὶ ὄχι ἐξουσίας), τοῦ ἐπισκόπου Ρώμης, προταχθέντος κατὰ τάξιν τιμῆς τοῦ ἐπισκόπου Κων/πόλεως τῶν ἄλλων Πατριαρχῶν. Δία τοῦ 28ου Κανόνος τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου ἐπικυρώθηκαν καὶ ἀναγνωρίστηκαν καὶ πάλι τὰ εἰδικὰ προνόμια – «πρεσβεία τιμῆς» τοῦ ἀρχιεπισκόπου Κων/πόλεως τὰ ὁποία ἔδωσε σ’ αὐτὸν ἡ Β΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος. 

Δία τοῦ 36ου Κανόνος τῆς Πενθέκτης Οἰκουμενικῆς Συνόδου ἀνανεώθηκαν καὶ πάλι τὰ προνόμια τοῦ Πατριάρχου Κων/πόλεως καὶ ὁρίσθηκε ἡ Πενταρχία τῶν Πατριαρχῶν. Σὲ καμιὰ ἀπὸ τὶς διατάξεις αὐτὲς δὲν ὑπάρχει καὶ ἡ παραμικρὴ νύξη γιὰ κάποια ἰδιαίτερη διοικητική, ἢ δικαστικὴ ἐξουσία τοῦ Πάπα Ρώμης. Δία μέσου ὅλων αὐτῶν τῶν Κανόνων διοικητικῆς καὶ δικαστικῆς φύσεως, τοὺς ὁποίους οἱ Οἰκουμενικὲς Σύνοδοι, (ποὺ ἀναγνωριζόμεναι καὶ ἀπὸ τὸν Παπισμό), ἐψήφισαν, ἀποκλείσθηκε καὶ καταδικάστηκε ρητὰ καὶ κατηγορηματικὰ κάθε ἔννοια Πρωτείου. Οἱ ἑπτὰ Οἰκουμενικὲς Σύνοδοι σαφῶς καὶ ἀπεριφράστως διεκήρυξαν, ὅτι αὐτὲς μόνες ἀποτελοῦν τὴν ἀνωτάτη ἀρχὴ καὶ ἐξουσία ἐπὶ τῆς Ἐκκλησίας.

Παράλληλα ὅμως μὲ τὴν διαμόρφωση τῶν «πρεσβειῶν τιμῆς», ἄρχισαν νὰ διαμορφώνονται καὶ οἱ ἀξιώσεις τοῦ Πάπα Ρώμης νὰ εἶναι ὄχι μόνο «πρῶτος» τῆς τοπικῆς συνόδου τῆς Ρώμης, ὄχι μόνο πρωτοκάθεδρος μεταξὺ τῶν ἰσοτίμων τῶν πατριαρχῶν, ἀλλὰ ὑπεράνω καὶ αὐτῶν ἀκόμη τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων. Τὸ παπικὸ Πρωτεῖο ἤδη γεννᾶται ὡς ἀντίθεσις στὸν θεσμὸ τῆς Πενταρχίας, ὡς μοναρχία στὸν ἀντίποδα τῆς Συνοδικότητος. Ἡ πρώτη μετριοπαθὴς ἀπόπειρα προβολῆς παπικοῦ Πρωτείου ἀπὸ τὸν Πάπα Ἀνίκητο, ποὺ ἐκδηλώθηκε κατὰ τὰ τέλη τοῦ 2ου αἰῶνος καὶ συνεχίσθηκε ἀπὸ τοὺς διαδόχους του Βίκτωρα καὶ Στέφανο, μὲ ἀφορμὴ τὶς ἔριδες γιὰ τὸν ἑορτασμὸ τοῦ Πάσχα καὶ τὸ βάπτισμα τῶν αἱρετικῶν, ἀποκρούστηκε ἔντονα ἀπὸ τοὺς ἀποστολικοὺς Πατέρες ἅγιο Πολυκάρπο Σμύρνης, Πολυκράτη Ἐφέσου, ἅγιο Εἰρηναῖο Λουγδούνου, ἅγιο Κυπριανὸ Καρχηδόνος κ.α., ἀλλὰ καὶ ἀπὸ Τοπικὲς Συνόδους στὴν Ἀφρικὴ καὶ στὴ Γαλλία.

Μετὰ τὸ τέλος τῆς Εἰκονομαχίας οἱ παπικὲς ἀξιώσεις ἐπανῆλθαν μὲ τὴν ὑποστήριξη τῶν Φράγκων ἡγεμόνων καὶ μὲ τὴν χρήση νόθων κειμένων, (ψευδοκωνσταντίνειος δωρεὰ καὶ ψευδοϊσιδώρειες διατάξεις), τὰ ὁποία κατέλυαν πλήρως τὸ κανονικὸ καθεστὼς τῶν «πρεσβείων τιμῆς». 

Ὁ παπικὸς ἡγεμονισμός, ἔφτασε στὸ ἀποκορύφωμά του ἀπὸ τὸν 9ον αἰώνα καὶ ἐντεῦθεν, ὁπότε παρατηροῦμε τὴν ἀπροκάλυπτη πλέον καὶ ξεκάθαρη  ἐπιδίωξη τῶν Παπῶν νὰ ὑποτάξουν τὶς ἀνατολικὲς ἐκκλησίες. Ἡ προσπάθεια αὐτὴ ἦταν μία ἀλαζονικὴ περιφρόνηση τῶν κανονικῶς θεσπισθέντων «πρεσβείων τιμῆς». Ἦταν δηλαδὴ μία ἀλαζονικὴ πρόκληση, ποὺ στρεφόταν εὐθέως κατ’ αὐτῆς τῆς ἰδίας τῆς Ἑνότητος καὶ τῆς Συνοδικότητος τῆς Ἐκκλησίας. Ρωμαιοκαθολικοὶ ἱστορικοὶ δικαιολογοῦν τὴν ἀνάδυση τοῦ παπικοῦ πρωτείου ὡς μία «ἐκκλησιολογικὴ» ἀναγκαιότητα, ἐπικαλούμενοι τὴν ἀνάγκη τοῦ παπικοῦ θρόνου νὰ περιφρουρήσει τὰ κανονικά του δικαιώματα στὶς ἐπαρχίες τῆς Εὐρώπης, στὶς ὁποῖες οἱ Φράγκοι ἡγεμόνες κινούμενοι ἀπὸ πνεῦμα καισαροπαπισμοῦ, δὲν τοῦ ἐπέτρεπαν νὰ τὰ ἐξασκήσει.

Ὅμως τὸ παπικὸ Πρωτεῖο, ἂν καὶ γιγαντώθηκε ὡς ἀντίδραση στὸν καισαροπαπισμὸ τῶν εὐρωπαίων ἡγεμόνων, κυοφορήθηκε ἤδη ἀπὸ τοὺς πρώτους χριστιανικοὺς αἰῶνες ὡς ἡ «ἐπηρμένη δυτικὴ ὀφρύς», γεννήθηκε τὸν 4ον αἰώνα ὡς ἀπαίτηση τοῦ ἐκκλήτου ἐφ’ ὅλης τῆς Ἐκκλησίας, κατὰ παραβίαση τῶν κανονικῶν «πρεσβείων τιμῆς», καὶ ἀνδρώθηκε ὡς ἀντίδραση στὸ κανονικὸ καθεστὼς τοῦ 28ου  Κανόνος τῆς Δ΄  Οἰκουμενικῆς Συνόδου.

Δὲν θὰ ἐπεκταθοῦμε περισσότερο στὸ θέμα αὐτό, (τὸ ὁποῖο βέβαια εἶναι τεράστιο),  γιὰ νὰ μὴν κουράσουμε τὸν ἀναγνώστη. Ἀρκοῦν αὐτὰ γιὰ νὰ συνειδητοποιήσουμε μία μεγάλη ἀλήθεια: Ὅτι ἡ ἀνάπτυξη τοῦ παπικοῦ Πρωτείου τορπίλισε τὸ Συνοδικὸ Πολίτευμα τῆς Ἐκκλησίας στὴ Δύση. Καὶ ὅτι τὰ «πρεσβεία τιμῆς», ἡ Συνοδικότητα καὶ ἡ Ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας ἀλληλοπεριχωροῦνται. Ἐνῶ ἀντίθετα, τὰ «πρεσβεία τιμῆς» καὶ τὸ παπικὸ Πρωτεῖο ἀλληλοαναιροῦνται, ὅπως ἐπίσης ἀλληλοαναιροῦνται ἡ Συνοδικότητα καὶ τὸ παπικὸ Πρωτεῖο.

Θὰ κλείσουμε μὲ τὸν θεοφώτιστο λόγο τοῦ ἁγίου Ἰουστίνου τοῦ Πόποβιτς, ὁ ὁποῖος σχετικὰ μὲ τὸ θέμα αὐτὸ λέγει: «Δία τοῦ δόγματος αὐτοῦ, [τοῦ παπικοῦ Πρωτείου], ὁ ἄνθρωπος τῆς Εὐρώπης κατὰ δογματικῶς ἀποφασιστικὸν τρόπον, ἐκήρυξε τὸ δόγμα τῆς αὐταρκείας τοῦ εὐρωπαίου ἀνθρώπου καὶ οὕτω τελικῶς ἐφανέρωσεν ὅτι δὲν τοῦ χρειάζεται ὁ Θεάνθρωπος καὶ εἰς τὴν γῆν δὲν ὑπάρχει θέσις διὰ τὸν Θεάνθρωπον. Ὁ τοποτηρητὴς τοῦ Χριστοῦ — Vicarius Christi — τὸν ἀντικαθιστᾶ πλήρως. Εἰς τὴν πραγματικότητα ἀπὸ αὐτὸ τὸ δόγμα ζῆ, τὸ ἀκολουθεῖ καὶ ἐπιμόνως τὸ ὁμολογεῖ, ὁ κάθε εὐρωπαϊκὸς οὐμανισμὸς» (Ἀπὸ τὸ βιβλίο «Ἄνθρωπος καὶ Θεάνθρωπος»).

Ἐκ τοῦ Γραφείου ἐπὶ τῶν Αἱρέσεων καὶ τῶν Παραθρησκειῶν

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.