14 Φεβ 2016

«Ἀπὸ Διὸς ἄρχεσθαι», τουτέστιν, «ἀπὸ Χριστοῦ ἄρχεσθαι»

Γράφει ὁ Ἠλιάδης Σάββας, Δάσκαλος
Αν οἱ ἀρχαῖοι εἰδωλολάτρες πρόγονοί μας ἔλεγαν: «ἀπὸ Διὸς ἄρχεσθαι»,  ἐμεῖς ὀφείλουμε νὰ τονίζουμε μετ` ἐπιτάσεως: «ἀπὸ Χριστοῦ ἄρχεσθαι». Διότι τὸ σπουδαιότερο ὅλων στὴ ζωὴ μᾶς εἶναι ὁ Θεός μας, ὁ Χριστὸς καὶ ἡ ἐπικοινωνία μὲ τὸ πρόσωπό Του, εἰ δυνατὸν ἀδιαλείπτως, καθὼς ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος λέει: «Μνημονευτέον Θεοῦ μᾶλλον ἢ ἀναπνευστέον».
Καὶ ποιὰ εἶναι γιὰ μᾶς τοὺς χριστιανοὺς αὐτὴ ἡ ἀρχή; Εἶναι ἡ προσευχή. Ὁποιαδήποτε δημόσια συνάντηση βαφτισμένων Ὀρθόδοξων Χριστιανῶν δὲν μπορεῖ παρὰ νὰ ἀρχίζει καὶ νὰ τελειώνει μὲ προσευχή. Εἶναι χρέος πνευματικὸ νὰ ξεκινάει μὲ τὴν ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος τῆς Ἁγίας Τριάδος. Βέβαια, μὲ τὴν ἐπιθυμία, τελικά, εἰ δυνατόν, τῆς ἐφαρμογῆς τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ, διότι: «τὸ ἄδικον οὐκ εὐλογεῖται».
Εἶναι ἄκρως λυπηρό το φαινόμενο σήμερα. Λυπᾶται ὁ οὐρανὸς καὶ δακρύζει, ὅταν βλέπει τόσες δραστηριότητες τοῦ ἀνθρώπου, τόσες σκοτοῦρες, νὰ τὸν βασανίζουν ὁλημερὶς κι ὁλονυχτὶς καὶ νὰ τὸν σέρνουν ἀπὸ δῶ καὶ ἀπὸ κεῖ, κι αὐτὸς νὰ μὴ σηκώνει οὔτε μιὰ στιγμὴ τὸ κεφάλι ψηλά, νὰ παρακαλέσει, νὰ ζητήσει τὴ θεία βοήθεια καὶ τὴ φώτιση. Νὰ φωτιστεῖ, ὥστε τὸ ἔργο ποὺ θὰ ξεκινήσει, νὰ εὐοδωθεῖ κατὰ Θεό, νὰ....
εἶναι εὐλογημένο πρὸς ὠφέλεια δική του καὶ τῶν συνανθρώπων του. 
Τόσες ἀσχολίες, τόσα στενόχωρα πράγματα στὴ ζωὴ καὶ ὁ ἄνθρωπος ἐπιμένει. Ξεχασμένος καὶ κλεισμένος στὸν ἑαυτό του, στὴν ψευδαίσθηση τῆς αὐτοδυναμίας του, ποὺ τὴ διδάχτηκε σ` αὐτοὺς τοὺς χρόνους τοὺς χαλεποὺς καὶ μπῆκε στὸ πετσί του, βρίσκεται σὲ συνεχῆ ἀναστάτωση καὶ ἔνταση καὶ ἔχθρα μὲ τὸ συνάνθρωπό του, γιὰ πράγματα πρόσκαιρα, πολλὰ δὲ ἀνάξια λόγου.
Θυμᾶμαι τὰ χρόνια ποὺ ἐργάστηκα ὡς δάσκαλος στὰ σχολεῖα καὶ ἐλέγχομαι καὶ λυπᾶμαι. Κάναμε προσευχὴ τὸ πρωὶ ὅλο το σχολεῖο μαζί. Δὲν ἦταν ὅμως ἀρκετὴ ἐκείνη ἡ προσευχὴ γιὰ τοὺς δασκάλους. Ἔλειπε καὶ ἡ προσευχὴ ἡ ἰδιαίτερη, μὲ συγκεκριμένη ἀναφορὰ στὴ διακονία τοῦ διδακτικοῦ ἔργου, ποὺ θὰ μᾶς βοηθοῦσε περισσότερο καὶ θὰ μᾶς δυνάμωνε. Ἀλλὰ καὶ κατὰ τὶς συνεδριάσεις τοῦ συλλόγου διδασκόντων, ποὺ παίρναμε ἀποφάσεις  καὶ κατὰ τὶς παιδαγωγικὲς συναντήσεις μὲ τοὺς σχολικοὺς συμβούλους, ποτὲ δὲ γινόταν προσευχή. Οὔτε ὅταν ἀνεβαίναμε στὰ λεωφορεῖα, στὶς ἐκδρομὲς ἢ στὶς ἐκπαιδευτικὲς ἐπισκέψεις. Πόσο μᾶλλον κατὰ τὶς συνδικαλιστικὲς συνελεύσεις, ὅπου γίνονταν οἱ συνάδελφοι ἄνω κάτω. Πουθενὰ ὁ Θεός, πουθενὰ ἡ προσευχή. Ἴσα ἴσα τὴν ἐπιβαλλόμενη ἀπὸ τὸ νόμο ἢ ἀπὸ τὶς περιρρέουσες συνθῆκες δημόσια προσευχή.
Αὐτά, κατ` ἀναλογία, ἐννοεῖται πὼς ἀφοροῦν καὶ σὲ κάθε χῶρο ἐργασίας εἴτε πνευματικῆς εἴτε σωματικῆς. Εἴμαστε βαπτισμένοι καὶ ἔχουμε δικαίωμα καὶ χρέος νὰ ζητᾶμε τὴ βοήθεια τὸ πανταχοῦ παρόντος Πατέρα μας, ποὺ μᾶς ἀγαπάει ἄπειρα καὶ δὲ θέλει νὰ  ὑποφέρουμε. Θέλει νὰ εἴμαστε ἀγαπημένοι στὸ ὄνομά του, γιὰ νὰ εἶναι ἐγγυημένη ἡ ἀγάπη.
 Μᾶς ἀκούγονται παράξενα καὶ ἐξωπραγματικά τα γραφόμενα. Ναί, τὸ ξέρουμε, ἀλλὰ αὐτὴ εἶναι ἡ  ἀλήθεια, ἂν θέλει κάποιος νὰ πιστεύει πὼς εἶναι παιδὶ τοῦ Θεοῦ. Δὲν ἀναφερόμαστε στοὺς ἀρνητὲς τῆς πίστης, στοὺς ξεβαφτισμένους θεληματικά, στοὺς πλανεμένους καὶ στοὺς αἱρετικούς. Μιλᾶμε γιὰ τοὺς καλοπροαίρετους, ἀλλὰ ἀπληροφόρητους Ὀρθόδοξους Χριστιανούς, ποὺ ἔχουν αὐτιὰ καὶ θέλουν νὰ ἀκούσουν. 
«Καλά, θὰ πεῖ κάποιος, ἐκκλησία θὰ κάνουμε τὸ χῶρο τῆς ἐργασίας μας»; Ναί, κατὰ κάποιον τρόπο. Διότι ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ εἴμαστε μαζεμένοι δύο ἢ τρεῖς σὲ ἕναν τόπο, ἐκεῖ, ἀνάμεσά μας εἶναι ὁ Χριστός: «οὗ γὰρ εἰσι δύο ἢ τρεῖς συνηγμένοι εἰς τὸ ἐμὸν ὄνομα, ἐκεῖ εἰμι ἐν μέσω αὐτῶν. (Ματθ. 18-20) 
Ἑρμηνεύει ὁ ἅγιος Χρυσόστομος, πὼς  «ὅποιος στὴν ἀγάπη του γιὰ τὸν πλησίον βάζει ὡς προϋπόθεση τὴν παρουσία τοῦ Χριστοῦ», ἐκεῖνος εἶναι ἀληθινὰ παρών. Χωρὶς Χριστὸ τί ἐπικοινωνία καὶ τί συνεννόηση μπορεῖ νὰ ἐπιτευχθεῖ;
 Ἰδοὺ τί σχολιάζει καὶ ὁ Σχολάριος: «Νὰ ἀγαπιοῦνται μεταξύ τους (οἱ ἄνθρωποι) χάριν ἐμοῦ καὶ ὄχι νὰ μονοιάζουν μὲ ἀφορμὴ τὶς βιωτικὲς μέριμνες». Φοβερὴ καὶ ἐλεγκτικότατη παρατήρηση γιὰ μᾶς, ποὺ ἔχουμε πνιγεῖ στὰ βιωτικὰ καὶ δὲν μποροῦμε νὰ δοῦμε λίγο πέρα ἀπὸ τὸν ἑαυτό μας, νὰ παραχωρήσουμε, νὰ ἐνδώσουμε, νὰ μονοιάσουμε, ἔχοντας μέτρο τὴ θεία δικαιοσύνη.  
Ὁ Χριστός, ἀκούγοντας τὴν ὁμαδική, τὴν κοινὴ προσευχή, μᾶς ἐμπνέει, δίνει σοφία καὶ μᾶς ὁδηγεῖ στὴν ὁλοκλήρωση τοῦ καθήκοντος. Ἑρμηνεύει ὁ Ζιγαβηνός: «(Αὐτοὺς ποὺ προσεύχονται), τοὺς συνδέει ὁ Χριστὸς τοὺς φυλάγει καὶ ἀπαντάει στὰ αἰτήματά τους».
Κι ἂν συνεχίσουμε τὸ «ἀνέβασμα» πρὸς τὰ ἀνώτερα κλιμάκια συνάθροισης προσώπων, θὰ φτάσουμε στὸ κορυφαῖο ὄργανο λήψεως ἀποφάσεων γιὰ τὸ ἑλληνικὸ κράτος. Στὴ Βουλὴ τῶν Ἑλλήνων. Στὴν αἴθουσα ποὺ παίρνονται ἀποφάσεις ζωῆς καὶ θανάτου γιὰ ἕναν λαό. Ἐκεῖ ποὺ δὲν γίνεται ποτὲ προσευχή. Δὲν γίνεται ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος τοῦ Θεοῦ. Δὲν ἀκούγεται  οὔτε καὶ εἶναι ἀνεκτὸ νὰ ἀκουστεῖ αὐτὸ τὸ ὄνομα. Τί εὐλογία μπορεῖ νὰ ἔχει ἐκεῖνος ὁ χῶρος, ὅπου ἐλεύθερα χορεύουν τὰ δαιμόνια καὶ δὲν γίνεται τίποτε τὸ ἁγιαστικό, γιὰ νὰ τὰ πολεμήσει καὶ νὰ τὰ ἐκδιώξει; Πῶς νὰ μὴν τοὺς χορεύει ὁ διάβολος ἐκεῖ μέσα καὶ νὰ μὴν βρίσκουν ποτὲ ἄκρη μὲ ὅ,τι καὶ ἂν καταπιαστούν; Ἀποτυχία καὶ σύγχυση σὲ κάθε ἀποτέλεσμα. Πῶς νὰ ἐλπίζει ἔτσι ὁ λαὸς τοῦ Θεοῦ; 
Ὁ  Μέγας Βασίλειος, θέλοντας νὰ δείξει τὴ σοβαρότητα τοῦ πράγματος καὶ τὴν εὐθύνη ποὺ φέρουν ὅσοι συγκεντρώνονται στὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, ἑρμηνεύει πάνω στὸ προηγούμενο χωρίο: «Αὐτοὶ ποὺ μαζεύονται στὸ ὄνομα κάποιου, ὀφείλουν ὁπωσδήποτε νὰ γνωρίζουν τὸ σκοπὸ αὐτοῦ ποὺ τοὺς συγκέντρωσε. Καὶ νὰ προσπαθοῦν νὰ ταιριάξουν τὸν ἑαυτὸ τοὺς μ` αὐτόν, γιὰ νὰ βροῦν χάρη ἐξαιτίας τῆς εὐαρεστήσεώς του καὶ νὰ μὴν τιμωρηθοῦν γιὰ ἀμέλειες καὶ κρίματα στὰ ὁποῖα θὰ ὑποπέσουν. Διότι, αὐτοὶ ποὺ δὲν συγκεντρώνονται ἄξια καὶ σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Κυρίου, κι ἂν ἀκόμη νομίζουν ὅτι συγκεντρώθηκαν στὸ ὄνομά του, θὰ ἀκούσουνέ το: Τί μὲ ἀποκαλεῖτε Κύριε, Κύριε καὶ δὲν κάνετε αὐτὰ ποῦ λέω;». (Π. Τρεμπέλα, Ὑπόμνημα εἰς τὸ κατὰ Ματθαῖον)
Μετὰ ἀπ` ὅλα αὐτά, ποιὰ προκοπὴ νὰ περιμένει κανεὶς ἀνθρωπίνως, ὅταν οἱ συνεδριάσεις στὴ Βουλὴ τῶν Ἑλλήνων γίνονται μὲ ἀπαξίωση στὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ!
Μιὰ λύση πρακτικὴ προτείνεται γιὰ τὶς περιπτώσεις αὐτές, ποὺ μᾶς τὴν δίδαξαν οἱ ἅγιοι. Γιὰ ὅσους συμμετέχουν  σὲ δημόσιες συγκεντρώσεις  καὶ δὲν γίνεται προσευχή, νὰ ἐπαναλαμβάνουμε κατ` ἰδίαν τὴν εὐχὴ τοῦ Ἰησοῦ: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησον μέ». Ἐπίσης, μποροῦμε νὰ  ἀπομνημονεύσουμε μερικὲς σύντομες  προσευχὲς καὶ νὰ τὶς λέμε κατὰ τὸ χρόνο ποὺ βρισκόμαστε ἔξω ἀπὸ τὸ σπίτι. Αὐτὸ θὰ ἐνεργήσει καὶ  στὰ συμμετέχοντα καλοπροαίρετα πρόσωπα, θὰ εἶναι δὲ καὶ μιὰ βοήθεια, μιὰ εὐλογία, ἐκτὸς ἀπό μας καὶ γιὰ ὅσους θὰ συναντοῦμε.
Ἠλιάδης Σάββας
Δάσκαλος
Κιλκίς, 13-2-2016

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.