
Ἀποστολικὸ Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς Η' Λουκᾶ (Γαλ. Α' 11 – 19)
Ἐὰν ὑπῆρχε ἕνας ὁ ὁποῖος μποροῦσε νὰ καυχηθεῖ περισσότερο ὅλων γιὰ τὸ ζῆλο καὶ τὴν ἐφαρμογὴ τῶν πατρικῶν του παραδόσεων, αὐτὸς ὁπωσδήποτε ἦταν ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Μελετοῦσε καὶ ζοῦσε ὅσο τοῦ ἦταν δυνατὸν τὴν ἱστορία τῆς φυλῆς του, ποὺ ἦταν κυρίως ἡ ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ καθοδήγηση τοῦ λαοῦ Του. Φυσικά, γνώριζε στὴν ἐντέλεια τὶς παραδόσεις τῶν ραββίνων καὶ ἑρμηνευτῶν τοῦ νόμου, καὶ ὅπως γνωρίζουμε, δὲν ἀνεχόταν καμμία παρέκκλιση ἀπὸ αὐτές.
Ἐννοεῖται δὲ ὅτι παρὰ τὴν ἀγαθή του διάθεση καὶ παρὰ τὴν ἕως
λεπτομερειῶν ἑβραϊκὴ καὶ φαρισαϊκὴ γνώση τῶν παραδόσεων, ἔχανε μέσα ἀπὸ τὴ
συνείδησή του τὴν οὐσία αὐτῆς τῆς παραδόσεως. Τῆς παραδόσεως ἡ ὁποία δὲν ἦταν,
παρὰ ἡ προετοιμασία τῶν ἀνθρώπων γιὰ τὴν προσωπικὴ συνάντηση καὶ σύνδεση μὲ τὸν
Ἰησοῦ. Αὐτὸς ἀκριβῶς ἦταν καὶ ὁ λόγος, ὁ ἐξωτερικὸς δηλαδὴ τυπικισμὸς καὶ οἱ
«παραδόσεις τῶν ἀνθρώπων ποὺ ἀκύρωναν τὴν ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ» (Ματθ. ΙΕ΄6), ποὺ
τελικῶς τὸν ὁδήγησαν στὸ φοβερὸ κατάντημα, ὥστε, στὸ πρόσωπο τῶν Χριστιανῶν νὰ ἐκδιώκει
αὐτὸν τὸν ἴδιο τὸν Κύριο Ἰησοῦ. «Σαούλ, Σαούλ, τί μὲ καταδιώκεις»; (Πράξ. Ἀπ.
Θ΄4)
Τὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα ποὺ θὰ ἀκουστεῖ τὴν Κυριακὴ στὴ Θεία
Λειτουργία, εἶναι ὄντως συγκλονιστικό. Ἐκεῖ ὁ Ἀπόστολος ποὺ κοπίασε περισσότερο
ὅλων, χάριν τοῦ Εὐαγγελίου, μέσα σὲ πνεῦμα βαθυτάτης ταπεινώσεως, ἀλλὰ καὶ ἀποστολικῆς
ὁμολογίας γιὰ τὸν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ, περιγράφει τὴν ἴδια τοῦ τὴ ζωή, πρὸ καὶ μετὰ
Χριστόν. Ἀπὸ τὴ μία....
διαφαίνεται ὁ ἄκριτος ζῆλος τῆς φαρισαϊκῆς νοοτροπίας, καὶ ἀπὸ
τὴν ἄλλη ἡ εὐδοκία τοῦ Θεοῦ γιὰ νὰ εὐαγγελίζεται Αὐτὸν τὸν Κύριο Ἰησοῦ εἰς
πάντα τὰ ἔθνη. Ἐὰν τώρα θελήσουμε νὰ βροῦμε τί ἦταν αὐτὸ ποὺ πραγματικὰ διέθετε
καὶ ἀπὸ φανατικὸ διώκτη τὸν κατέστησε ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ, τὸν μεγαλύτερο τῶν Ἀποστόλων,
καὶ τὸν ἀνέδειξε μία ὄντως παγκόσμια προσωπικότητα, θὰ διαπιστώσουμε πὼς δὲν ἦταν
τίποτε ἄλλο ἐπὶ τῆς οὐσίας, παρὰ τὸ καλοπροαίρετον.
Ἡ ἁγνὴ δηλ. διάθεση τῆς καρδιᾶς του, γιὰ νὰ ὑπηρετήσει τὴν Ἀλήθεια
μὲ ὅλη του τὴν ὕπαρξη. Καὶ ἐπειδὴ ἡ Ἀλήθεια δὲν εἶναι κάτι τὸ θεωρητικὸ καὶ τὸ
νεφελῶδες, ἐπειδὴ ἡ Ἀλήθεια εἶναι Πρόσωπο, γι' αὐτὸ καὶ τελικῶς μετὰ «τὴν ὁδὸν
πρὸς τὴν Δαμασκόν», ἐγκατέλειψε τὸν ἐκπληρωμένο καὶ ἄρα τελειωμένο Ἰουδαϊσμό,
δέχθηκε τὸν Θεάνθρωπο Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ ὁ καταπληκτικός του ζῆλος διαφωτίστηκε
καὶ ἐξαγιάστηκε. Τώρα πλέον, λουσμένος μέσα στὸ φῶς τῆς Χάριτος, γνώρισε
πραγματικὰ τὴ σημασία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Κατανόησε δηλ. ὅτι ἡ σκιὰ καὶ τὸ
γράμμα τοῦ Νόμου, ὁδηγοῦσαν στὴν πραγματικότητα τῆς Καινῆς Διαθήκης. Βίωσε
πλέον τὴ μεγάλη Ἀλήθεια, ὅτι αὐτὸς ὁ Ἄσαρκος Λόγος ποὺ ἀποκαλυπτόταν στοὺς
Δικαίους καὶ τοὺς Προφῆτες, ἦταν Αὐτὸς ποὺ τώρα ἔλαβε τὴν ἀνθρωπίνη φύση γιὰ νὰ
σώσει τὸν ξεπεσμένο ἄνθρωπο. Καὶ ἀπὸ τὴ στιγμὴ ἐκείνη ὁ ξεκαθαρισμένος ζῆλος καὶ
ἡ πνευματικὴ – ἁγιαστικὴ ἰσορροπία ποὺ παραμένει ἀλλὰ καὶ ἀναπτύσσεται στὸν ἔσω
ἄνθρωπο, διοχετεύονται κατὰ μοναδικὸ τρόπο στὴν ὑπηρεσία τοῦ Εὐαγγελίου τῆς Ἀγάπης.
Ἐφεξῆς, ὁ Ἀπόστολος γίνεται μὲ τὸν ἐν Χριστῷ καὶ τὸν ἐν ἐπιγνώσει
ζῆλο του, παράδειγμα πρὸς ὅλους μας, ἀλλὰ καὶ ἀφορμὴ γιὰ νὰ ποῦμε κάποια
πράγματα ποὺ ἔχουν σχέση μὲ τὶς ἱερὲς παραδόσεις τῆς Ἐκκλησίας μας, καὶ γιὰ τὶς
ὁποῖες ἔχουμε χρέος ὡς πιστοὶ νὰ δείχνουμε ἀνάλογο εὐλογημένο ζῆλο. Ἄλλωστε, ὁ
θεόπνευστος λόγος «στήκετε καὶ κρατεῖτε τὰς παραδόσεις» (Β' Θεσ. Β' 15), θὰ
πρέπει νὰ εἶναι πάντοτε ἀφυπνιστικὸς ἀλλὰ καὶ καθοδηγητικός.
Βεβαίως, τὸ κεφάλαιο τῆς Ἱερᾶς Παραδόσεως, ποὺ παραμένει ἀναλλοίωτη
καὶ γενικῶς τῶν παραδόσεων ποὺ ἔχουν καιρικὸ χαρακτήρα, εἶναι τεράστιο καὶ ἀπαιτεῖ
μεγάλη ἔκταση καὶ εἰδικὲς ἀναφορές, ποὺ μπορεῖ καὶ πρέπει ὁ καθένας νὰ
μελετήσει στὰ εἰδικὰ ἐγχειρίδια τῆς Ὀρθοδόξου Δογματικῆς μας διδασκαλίας, ἀλλὰ
καὶ τὴν ἐφαρμογὴ τῆς παραπάνω διδασκαλίας στὴ ζωὴ τῶν θεουμένων Ἁγίων μας. Πολὺ
συνοπτικὰ ὅμως, ἐπιβάλλεται νὰ σημειώσουμε, ὅτι εἶναι ἀπολύτως ἀνάγκη νὰ
γνωρίσουμε, νὰ προσέξουμε καὶ νὰ τηροῦμε τὴν Ἱερὰ Ἀποστολικὴ Παράδοση, διότι ἀπὸ
τὴν τήρησή της, ἐξαρτᾶται ἡ σωτηρία μας.
Ὅταν ὁ Ἅγιος Κυπριανὸς κηρύσσει ὅτι «ἐκτὸς Ἐκκλησίας οὐκ ἔστι
σωτηρία», αὐτὴ ἀκριβῶς τὴν Ἀλήθεια ἐπισημαίνει. Ὅτι δηλ. ἔξω ἀπὸ αὐτὰ ποὺ
διδάσκει καὶ ἐφαρμόζει ἡ Ἐκκλησία μας, ἔξω ἀπὸ τὴν Ἀποστολική μας Παράδοση, εἶναι
ἀδύνατον νὰ σωθεῖ ὁ ἄνθρωπος.
Καὶ αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος ποὺ ὁ Ἅγιος Μάρκος ὁ Εὐγενικός,
τονίζει πρὸς κάθε κατεύθυνση ὅτι «εἰς τὰ τῆς Πίστεως οὐκ ἐγχωρεῖ συγκατάβασις»!
Καὶ φυσικὰ αὐτὸ εἶναι κάτι ποὺ οὐδεὶς σοβαρὸς πιστὸς (νοῦν ἔχων), θὰ ἀπορρίψει
καὶ θὰ ἀρνηθεῖ. Ὅπως ὅμως σὲ ὅλα τὰ θέματα ὑφίσταται ὁ κίνδυνος νὰ ὀλισθήσει
κανεὶς ἀπὸ τὴν μέση καὶ εὐλογημένη ὁδὸ τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ νὰ ὁδηγηθεῖ στὰ ἄκρα,
ἔτσι καὶ στὰ τῆς Ἱερᾶς Παραδόσεως ἐγκυμονεῖ ὁ κίνδυνος. Πράγματι, παρατηροῦνται
φυγόκεντρες δυνάμεις, μὲ ἀποτέλεσμα στὸ ὄνομα τῆς Παραδόσεως νὰ ἀκούγονται
θεωρίες καὶ νὰ ἐφαρμόζεται τακτικὴ ποὺ ταράσσει τὸ Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας.
Τὸ ἕνα ἄκρο εἶναι αὐτὸ ποὺ ὑποστηρίζει, ἂν ὄχι στὴ θεωρία
πάντως στὴν πράξη, ὅτι ἡ Ἱερὰ Ἀποστολικὴ Παράδοσις εἶναι κάτι τὸ ρευστὸ καὶ
κάτι ποὺ κατὰ καιροὺς μπορεῖ νὰ ἀλλάζει. Ἀγνοοῦν ἢ προφασίζονται ὁρισμένοι ὅτι ἀγνοοῦν,
πὼς μὲ τὸν ὄρο «Ἱερὰ Ἀποστολικὴ Παράδοση» ἐννοοῦμε τὰ δόγματα καὶ ταυτοχρόνως τὸν
ὀρθὸ τρόπο ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς. Πράγματα δηλ. ποῦ εἶναι ἐντελῶς ἀδύνατον νὰ ἀλλοιώνονται
μὲ τὸ πέρασμα τῶν καιρῶν, ἀφοῦ ὁ «Ἰησοῦς Χριστὸς χθὲς καὶ σήμερον ὁ αὐτὸς καὶ εἰς
τοὺς αἰώνας» (Ἑβρ. ΙΓ΄8)
Ὅσοι ἔχουν πέσει στὸ ἄκρο αὐτό, ἐργάζονται συστηματικὰ καὶ
πολὺ μεθοδικά, ὁρισμένες δὲ φορὲς καὶ χωρὶς οὐδένα δισταγμό, μὲ ἀποτέλεσμα, ὄχι
μόνο νὰ σκανδαλίζονται οἱ πραγματικὰ πιστοί, ἀλλὰ ἤδη νὰ ἔχει δημιουργηθεῖ
«σχολὴ» ποὺ ὑποστηρίζει διαφορετικὴ τακτικὴ ἀπὸ αὐτὴ τῶν Πατέρων καὶ μία ἀντιεκκλησιαστικὴ
οὐσιαστικὰ ζωὴ ποὺ ὁδηγεῖ στὴν ἀποτυχία καὶ τέλος σ' αὐτὸν τὸν ἀποχριστιανισμό. Τὰ δὲ ἐξωτερικὰ προσχήματα (καὶ οἱ νοοῦντες νοείτωσαν), δὲν
εἶναι τίποτε ἄλλο, παρὰ τὸ «χρύσωμα τοῦ χαπιοῦ».
Τὸ ἄλλο τώρα ἄκρο εἶναι ἡ κατάσταση τοῦ ἄκριτου ζήλου, ποὺ ὡς
«Ἱερὰ Ἀποστολικὴ Παράδοση», θεωρεῖ ὁτιδήποτε ὑπάρχει γενικῶς στὸ χῶρο τῆς Ἐκκλησίας,
καὶ τὸ ὁποῖο βεβαίως εἶναι καιρικοῦ χαρακτῆρος. Χρειάζεται ἄραγε νὰ τονισθεῖ ὅτι
ἡ κατάσταση αὐτή, κατὰ καιροὺς ἔχει ἐπιφέρει μεγάλη τὴ σύγχιση σὲ ἁπλοϊκὲς
ψυχές; Εἶναι ἄγνωστο τὸ γεγονὸς τῶν σχισμάτων, τῶν διαιρέσεων καὶ τῶν φατριῶν;
Αὐτὴ ἡ ἴδια ἡ πραγματικότητα ποὺ ζοῦμε ἀποδεικνύει ἀναντιρρήτως τοῦ λόγου τὸ ἀληθές,
καὶ ἀρκετὲς φορὲς ἔχουμε κάνει λόγο γιὰ τὴν πυορροοῦσα αὐτὴ πληγῆ στὸ Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας
μας.
Τὸ θέμα λοιπὸν εἶναι, ἀφοῦ γνωρίσουμε τὸ ποιὰ εἶναι αὐτὴ ἡ Ἱερὰ
Παράδοσις, ποῦ ὑφίσταται καὶ πῶς βιώνεται, στὴ συνέχεια νὰ σπουδάσουμε καὶ τὸν ὀρθὸ
τρόπο, τόσο τῆς διασφαλίσεώς της, ὅσο καὶ τῆς ἀναδείξεώς της, πράγμα ποὺ ἔχει
τόσο ἀνάγκη ὁ σημερινὸς κόσμος. Φυσικὰ καὶ δὲν εἶναι εὔκολη ὑπόθεση, ἀφοῦ ὡς γνωστὸν «τὸ ὀρθοδοξεῖν
ἐστὶ ἀεὶ σχοινοβατεῖν».
Πάντως, κάτω ἀπὸ τὰ ἄκρα τόσο τοῦ λεγόμενου φιλελευθερισμοῦ
καὶ οἰκουμενισμοῦ, ὅσο καὶ τοῦ ζήλου τοῦ οὐ κατ' ἐπίγνωσιν, ποὺ καὶ τὰ δύο
καταστρατηγοῦν τὴν Ἱερὰ Παράδοση, ὑφίσταται, πάντα κατὰ τὸν λόγο τῶν Πατέρων, ὁ
ἐπάρατος ἐγωϊσμός. Εἴτε καλυπτόμενος, εἴτε φανερός. Καὶ ὅλα αὐτὰ στὸ ὄνομα δῆθεν
τῆς ἀγάπης ἢ στὸν ἄκριτο ζῆλο γιὰ τὰ πάτρια.
Ἑπομένως, τὸ ζήτημα τῆς Ἱερᾶς Παραδόσεως, δὲν βασίζεται μόνο
στὸ κεφάλαιο τῆς Πίστεως, ἡ ὁποία εἶναι ἐκ τῶν ὧν οὐκ ἄνευ, ἀλλὰ οἰκοδομεῖται
καὶ στὴν μεγάλη ἀρετὴ τῆς διακρίσεως. Τῆς μείζονος αὐτῆς ἀρετῆς, ἡ ὁποία κάνει
τὸν πιστὸ νὰ γνωρίζει τὸ ποῦ, τὸ πῶς, τὸ πότε καὶ τὸ γιατί θὰ πρέπει νὰ μιλήσει
ἢ νὰ φέρει ἀντιρρήσεις.
Ἡ Ἁγία Γραφή, ἀλλὰ καὶ τὰ ἔργα τῶν Ἁγίων καὶ δὴ τῶν Πατέρων
τῆς Ἐκκλησίας μας, καὶ μάλιστα ὁ βίος καὶ ἡ πολιτεία ὅσων κατεῖχαν ὑψηλὲς
διοικητικὲς θέσεις καὶ ἦταν ἀσυμβίβαστοι, θὰ πρέπει νὰ μᾶς κάνουν πολὺ
προσεκτικοὺς στὸ θέμα τοῦ ἀγώνα. Τοῦ συνετοῦ ἀγώνα, ἀκριβῶς ὑπὲρ τῶν πατρίων
παραδόσεων.
Ἀδελφοί μου. Μόνο τυχαῖο δὲν εἶναι τὸ γεγονὸς τὸ ὁποῖο
τονίζει ὁ Ἀπόστολος, ὅτι δηλ. «ἀνῆλθον εἰς Ἱεροσόλυμα ἱστορῆσαι Πέτρον» (Γαλ. A'
18). Δηλ. ἀνέβηκα στὰ Ἱεροσόλυμα γιὰ νὰ γνωρίσω ἀπὸ κοντὰ τὸν Πέτρο.
Ἐὰν ἕνας Ἀπόστολος Παῦλος, ποὺ μιλοῦσε πρόσωπο πρὸς πρόσωπο
μὲ τὸν ἴδιο τὸν Κύριο, αἰσθάνθηκε τὴν ἀνάγκη νὰ ἐπικοινωνήσει μὲ τὸν Ἀπόστολο
Πέτρο καὶ νὰ καταστήσει τὸ ὅλο ἔργο τοῦ σύμφωνο καὶ μὲ τὴν εὐλογία ὅλων τῶν ἄλλων
Ἀποστόλων, ἄραγε πόσοι καὶ ποία προσοχὴ θὰ πρέπει νὰ δείχνουμε στὰ τοῦ Οἴκου τοῦ
Θεοῦ, καὶ μάλιστα ὅταν πρόκειται γιὰ ἀγῶνες ὑπὲρ τῆς Παραδόσεως;
Ὁ σύνδεσμος τῆς Πίστεως καὶ τῆς ἐν Χριστῷ κοινωνίας μὲ τοὺς ἀδελφοὺς
καὶ τοὺς Ἁγίους, ἀποτελεῖ τὴ λυδία λίθο, ἐπάνω στὴν ὁποία οἰκοδομεῖται ἡ
ποιμαντικὴ μέριμνα καὶ ἡ ποικίλη πνευματικὴ διακονία.
Εἴθε ἡ ταπείνωση καὶ ἡ διάκριση, μαζὶ βεβαίως καὶ μὲ τὸν ἔνθεο
ζῆλο, νὰ συνοδεύουν πάντοτε τοὺς ἀγῶνες ὑπὲρ τῆς Ἐκκλησίας μας.
Ἀμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου