21 Ιουν 2012

Τό Κήρυγμα

Ποῖον κήρυγμα; Τὸ κήρυγμα ἐκεῖνο, εἰς τὸ ὁποῖον ὁ ἱεροκῆρυξ προσπαθεῖ νὰ θαμπώσῃ τοὺς ἀκροατὰς μὲ ῥητορικὰ σχήματα-πυροτεχνήματα; Ποῖον κήρυγμα; Τὸ κήρυγμα ἐκεῖνο, κατὰ τὸ ὁποῖον ὁ ἱεροκῆρυξ ὁμιλεῖ εἰς γλῶσσαν ὑψηλήν, ἀπρόσιτον καὶ ἀκατάληπτον ἀπὸ τὸν πολὺν λαόν; Ποῖον κήρυγμα; Τὸ κήρυγμα, τὸ ὁποῖον διαρκῶς κοινωνιολογεῖ καὶ οὐδέποτε ἀσχολεῖται μὲ τὸ κυριώτερον τῶν θεμάτων, τὴν Βασιλείαν τῶν Οὐρανῶν; Ὄχι. Τὸ κήρυγμα τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ εἶχε τὴν σφραγῖδα τοῦ γνησίου ἀποστολικοῦ κηρύγματος. Ἐν πρώτοις ἐκεῖνο τὸ ὁποῖον λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος δι᾿ ἑαυτὸν καὶ τοὺς λοιποὺς Ἀποστόλους: ἐπίστευσα, διὸ ἐλάλησα. (Β´ Κορ. 4, 13), εἶχε τὴν πλήρη ἐφαρμογήν του εἰς τὸν ἅγιον τοῦτον ἄνδρα.
Ὁ Κοσμᾶς ἐπίστευεν εἰς ὅλας τὰς σωτηριώδεις ἀληθείας τῆς Ὀρθοδόξου. Ἐπίστευεν ἀκραδάντως. Ἐγὼ -ἐκήρυττεν- ἐδιάβασα πολλὰ περὶ Ἑβραίων, ἀσεβῶν, αἱρετικῶν καὶ ἀθέων. Τὰ βάθη τῆς σοφίας ἠρεύνησα. Ὅλες οἱ πίστες εἶνε ψεύτικες. Τοῦτο ἐκατάλαβα ἀληθινά· μόνον ἡ πίστις τῶν Ὀρθοδόξων εἶνε καλὴ καὶ ἁγία, τὸ νὰ πιστεύωμεν καὶ νὰ βαπτιζώμεθα εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρός, καὶ τοῦ Υἱοῦ, καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Τοῦτο σᾶς λέγω εἰς τὸ τέλος· νὰ εὐφραίνεσθε ὅπου εἶσθε Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, καὶ νὰ κλαίετε διὰ τοὺς ἀσεβεῖς καὶ τοὺς αἱρετικοὺς ὅπου περιπατοῦν εἰς τὸ σκότος. Καὶ τὴν πίστιν αὐτὴν ἐκήρυττε μὲ ἁπλότητα θαυμαστήν. Ἐκήρυττε τόσον ἁπλᾶ, ὥστε καὶ ἕνα παιδὶ ἀκόμα ἠδύνατο νὰ ἐννοήσῃ. Ἐκήρυττε μὲ συναίσθησιν. Ἐκήρυττε μὲ δάκρυα. Ἐκήρυττε κάτω ἀπὸ....
 τὴν σκιὰν τοῦ Σταυροῦ. Ἔκοπτε τὸν πνευματικὸν ἄρτον εἰς μικρὰ τεμάχια καὶ τὸν διένειμεν εἰς ὅλους, ὅπως ὁ ἱερεὺς μὲ τὸ ἅγιον κοχλιάριον μεταδίδει τὴν Θείαν Κοινωνίαν, τὸ τίμιον Σῶμα καὶ Αἷμα τοῦ Κυρίου. Ὄντως ἱερουργίαν ἐπετέλει κηρύττων τὸ Εὐαγγέλιον. Διὰ τῆς προσευχῆς, ἡνωμένος μὲ τὸν Θεόν, ἐγνώριζε τὸν τρόπον, μὲ τὸν ὁποῖον ἐπεκενώνει μὲ τὰς ψυχὰς τῶν ἀκροατῶν. Τὸ κήρυγμά του ἦτο μεταρσίωσις ψυχῶν. καὶ σήμερον ἀκόμη ὅποιος διαβάζει τὰς διδαχάς, τὰς ὁποίας διέσωσαν οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ, αἰσθάνεται ὅτι μία δύναμις πνευματικὴ τὸν ἁρπάζει, τὸν ὑψώνει ὑπεράνω τῆς γῆς, καὶ μὲ πτέρυγας ἀετοῦ, μὲ πτέρυγας ἀγγέλου, τὸν μεταφέρει εἰς κόσμους πνευματικούς, καὶ ἀΰλους. Τοιαύτην ἦτο ἡ ἐντύπωσις, τὴν ὁποίαν προεκάλει τὸ ἁπλοῦν, ἀλλὰ πλήρες ἀπὸ τὴν δύναμιν τοῦ παναγίου Πνεύματος κήρυγμα, ὥστε μὲ δάκρυα εἰς τὰ μάτια οἱ ἀκροαταί του παρεκάλουν νὰ μείνῃ εἰς τὸν τόπον, νὰ ὁμιλήσῃ καὶ πάλιν, καὶ κατὰ χιλιάδας, κλῆρος καὶ λαός, ἠκολούθουν αὐτὸν εἰς μακρὰς ἀποστάσεις, διότι δὲν ἤθελον νὰ ἀποχωρισθοῦν τοιούτου ἀνεκτίμητου κήρυκος τοῦ Εὐαγγελίου, ὁδηγοῦ ψυχῶν.

2. Η ΚΑΤ᾿ ΑΤΟΜΟΝ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ

Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὡς ἱεραπόστολος δὲν ἠρκεῖτο μόνον εἰς τὸ κήρυγμα, ὅπερ ἀπηύθηνε πρὸς χιλιάδας ἀκροατῶν. Πλὴν τοῦ γενικοῦ τούτου κηρύγματος, μιμητὴς τοῦ κορυφαίου Ἀποστόλου, τοῦ ἀΰλου, ὅστις κάμνων σύντομον ἀπολογισμὸν τοῦ ἀποστολικοῦ του ἔργου ἐν Ἐφέσῳ ἔλεγε: Τριετίαν νύκτα καὶ ἡμέραν οὐκ ἐπαυσάμην μετὰ δακρύων νουθετῶν ἕνα ἕκαστον. (Πράξ. 20, 31), ἀληθὴς ὁπαδὸς τοῦ Θεανθρώπου, ὅστις παρὰ τὸ φρέαρ Συχὰρ ὡς ἀκροατήριον εἶχε μίαν καὶ μόνην ψυχήν, τὴν Σαμαρείτιδα (Ἰωάν. 4, 7-27), ὁ Κοσμᾶς ἐδίδασκεν, ὅσον ἠδύνατο, καὶ ἰδιαιτέρως ἕνα ἕκαστον. Κατὰ τὰς ἀποστολικάς του περιοδείας ἤρχετο εἰς ἐπαφὴν μὲ ποικίλης καταστάσεως ἄτομα, ἤνοιγε συζητήσεις καὶ μὲ πτωχούς, ἀλλὰ καὶ μὲ πλουσίους καὶ ἄρχοντας καὶ ἐξουσιαστὰς τοῦ καιροῦ ἐκείνου, καὶ μὲ ἀλλοπίστους ἀκόμη, μὲ ἕναν καὶ μόνον σκοπόν, νὰ διαφωτίσῃ καὶ νὰ σώσῃ, νὰ ἐλκύσῃ ἐκ τοῦ σκότους εἰς τὸ θαυμαστὸν φῶς πᾶσαν ψυχήν. Εἶχε τὸ τάλαντον τοῦ λόγου, τῆς εὐκόλου καὶ ταχείας ἐπικοινωνίας μὲ τὰς ψυχάς, κατεῖχε τὸ μυστικὸν νὰ ἀπαντᾷ εἰς ἕνα ἕκαστον ὅ,τι δι᾿ αὐτὸν ἦτο χρήσιμον καὶ ἀναγκαῖον καὶ νὰ πληροφορῇ τὸν νοῦν καὶ νὰ ἀναπαύῃ τὴν καρδίαν. Ὡς ἰατρὸς πολύπειρος ἔκαμνεν ὀρθὴν διάγνωσιν τῶν πνευματικῶν νόσων καὶ ἐχορήγει ἑκάστῳ τὸ κατάλληλον φάρμακον εἰς δόσεις κανονικάς.

Ἂς ἀναφέρωμεν δύο ἀνέκδοτα ἐκ τῆς ἱεραποστολικῆς του ζωῆς.

Ἕνας Μπέης ἦτο ἀσθενής, καὶ μὴ εὑρίσκων θεραπείαν εἰς αὐτούς, κατέφυγε εἰς αὐτόν. Ὁ Ἅγιος τὸν ἤκουσε μὲ προσοχήν, καὶ κατόπιν σκέψεως τοῦ λέγει: Ἐὰν θέλῃς νὰ θεραπευθῇς, τὸ πρῶτον ποὺ ἔχεις νὰ κάμῃς εἶναι νὰ παύσῃς νὰ πίνῃς ῥακί (Ὁ Μπέης ἦτο ἀλκοολικός). Τὸ δεύτερον· ὅσας κακουργίας ἔκαμες, τόσας ἀγαθοεργίας νὰ κάμῃς. Καὶ τρίτον· νὰ δίδῃς πάντοτε ἐλεημοσύνην, τουλάχιστον τὸ 1/10 τῶν ἀγαθῶν σου. Αὐτὰ τὰ φάρμακα συνέστησεν εἰς τὸν Μπέην. Ὁ Μπέης ἐστενοχωρήθη, ἰδίως διὰ τὸ πρῶτον φάρμακον, τὴν τελείαν ἀποχὴν ἀπὸ τὴν μέθην, ἀπὸ τὰ οἰνοπνευματώδη ποτά, ἀλλὰ τέλος ὑπεχώρησε καὶ ἐδήλωσεν, ὅτι θὰ συνεμορφοῦτο πρὸς τὰς ὁδηγίας τοῦ Ἁγίου. Συνεμορφώθη καὶ ἐθεραπεύθη καὶ ἐγένετο θαυμαστὴς τοῦ Ἁγίου.

Ἄλλοτε πάλιν συνήντησε ληστοσυμμορίαν, τῆς ὁποίας ὁ ἀρχηγὸς καὶ τὰ παλληκάρια ἦλθον καὶ ἡσπάθησαν τὴν χεῖρά του. Τόσον σεβασμὸν ἐνέπνεεν καὶ εἰς τὰς ἀγρίας αὐτὰς φύσεις. Τοὺς ἐδίδαξε καταλλήλως. Οἱ λησταὶ συνεκινήθησαν. Τὸ ἀποτέλεσμα· Ἄφησαν τὰ ὅπλα, καὶ ἄλλοι μὲν ἀπῆλθον εἰς μοναστήρια θρηνοῦντες διὰ τὰ κακουργήματα ποὺ εἶχον διαπράξει, ἄλλοι δὲ κατῆλθον εἰς τὴν πολιτείαν καὶ ἔζησαν ἥσυχον βίον μεταξὺ τῶν χριστιανῶν, τοὺς ὁποίους προηγουμένως ἔκλεπτον καὶ ἐλήστευον.

Ἀκόμη καὶ κατὰ τὴν ὥραν τοῦ γενικοῦ κηρύγματος προσεκάλει ἕναν ἐκ τῶν ἀκροατῶν καὶ ἤνοιγε μετ᾿ αὐτοῦ χαριέστατον διάλογον, προσπαθῶν διὰ ἐρωτήσεων νὰ πληροφορηθῇ ἐὰν καὶ κατὰ πόσον οἱ ἀκροαταί του ἐφήρμοζον τὴν βασιλικὴν ἐντολήν, τὴν ἐντολὴν τῆς ἀγάπης, ἐὰν εἶχον τὴν ἀγάπην πρὸς τὸν Θεόν, καὶ τὸν πλησίον. Θέλω -ἔλεγε- νὰ ζυγίσω τὴν ἀγάπη σας ἐὰν εἶνε γνησία…
3. ΟΜΑΔΕΣ (πυρῆνες χριστιανικῆς μελέτης)

Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς δὲν ἤθελε ἡ γενική καὶ κατ᾿ ἄτομον διδαχήν του μετὰ τὴν ἀναχώρησίν του νὰ λησμονηθῇ, δὲν ἤθελε ὁ πολύτιμος σπόρος τῆς ἀληθείας νὰ ἁρπαχθῇ ἀπὸ τὰ ἐναέρια πνεύματα καὶ νὰ μὴν μείνῃ τίποτε ἀπολύτως εἰς τὴν μνήμην των. Ἤθελεν ἡ θεία διδαχὴ νὰ φυλαχθῇ εἰς τὸ βάθος τῆς ὑπάρξεως τῶν ἀκροατῶν, ὡς μία διαρκὴς ὑπόμνησις τοῦ ἠθικοῦ καὶ θρησκευτικοῦ των χρέους. Πρὸς τοῦτο προέτρεπεν, ἵνα οἱ ἀκροαταί του συγκεντρώνωνται κάπου, καὶ ἀντὶ νὰ συζητοῦν ἀνωφελεῖς καὶ ματαίας συζητήσεις, συζητοῦν ἐπάνω εἰς τὸ κήρυγμα, εἰς τὰ θεῖα ῥητὰ τῆς Γραφῆς, ποὺ αὐτὸς ἡρμήνευσεν. Ἰδοὺ πὼς ἐπὶ τοῦ θέματος τούτου ἐκφράζεται: Τώρα καὶ ἐγὼ ἐδῶ ὅπου ἦλθα καὶ κοπιάζω εἶνε καλὸν νὰ μὴν δώσητε ὀλίγην παρηγορίαν, πληρωμήν; Καὶ τι πληρωμὴν θέλω ἐγώ; Χρήματα; Καὶ τι νὰ τὰ κάμω; Ἐγὼ μὲ τὴν χάριν τοῦ Θεοῦ μήτε σακκούλα ἔχω, μήτε σπίτι, μήτε ἄλλο ῥάσο, καὶ τὸ σκαμνὶ ὅπου ἔχω ἰδικόν σας εἶνε, τὸ ὁποῖον εἰκονίζει τὸν τάφον μου. Ἐτοῦτος ὁ τάφος ἔχει τὴν ἐξουσίαν νὰ διδάξῃ βασιλεῖς, πατριάρχας, ἀρχιερεῖς, ἱερεῖς, ἄνδρας καὶ γυναῖκας, νέους καὶ γέροντας καὶ ὅλον τὸν κόσμον. Ἀνίσως καὶ ἐπερπατοῦσα διὰ ἄσπρα, θὰ ἤμουν τρελλὸς καὶ ἀνόητος. Ἀμὴ τι εἶνε ἡ πληρωμή μου; Νὰ καθήσετε ἀπὸ πέντε-δέκα νὰ συνομιλῆτε αὐτὰ τὰ θεῖα νοήματα, νὰ τὰ βάλετε μέσα εἰς τὴν καρδίαν σας, διὰ νὰ προξενήσουν τὴν αἰώνιον ζωήν… Τώρα ἀνίσως καὶ τὰ κάμνετε καὶ τὰ βάλλετε εἰς τὸν νοῦν σας, δὲν μὲ φαίνεται καὶ ἐμὲ τίποτε ὁ κόπος. Εἰ δὲ καὶ δὲν τὰ κάμνετε, φεύγω λυπημένος μὲ τὰ δάκρυα στὰ μάτια.

4. Η ΑΚΤΙΝΟΒΟΛΙΑ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ (καλὰ ἔργα).

Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς δὲν ἤθελε οἱ ἀκροαταί του νὰ μένουν μόνον εἰς τὴν θεωρίαν, εἰς τὰς ὠφελίμους συζητήσεις ἐπὶ τῆς Γραφῆς καὶ τῶν θρησκευτικῶν βιβλίων, εἰς τὴν ξηρὰν ἐκπλήρωσιν τῶν τυπικῶν καθηκόντων των ὡς χριστιανῶν. Δὲν ἤθελε ἡ πίστις αὐτῶν νὰ εἶνε νεκρά. Τὴν ἤθελεν ζωντανήν, μυστικὸν μοχλόν, κινητήριον δύναμιν διὰ πᾶν ὅ,τι ὡραῖον καὶ ὑψηλὸν ὑπάρχει ἐν τῷ κόσμῳ. Ἤθελε τοὺς πιστοὺς πρωτοστατοῦντας εἰς πᾶν ἔργον ἀγαθόν, ὅλους τοὺς ἀκροατὰς τῶν κηρυγμάτων του δημιουργοὺς καὶ ποιητάς, ἐκτελεστὰς δηλαδὴ ὅλων τῶν ἐντολῶν, τῶν μικρῶν καὶ μεγάλων τοῦ Κυρίου, διὰ νὰ γίνουν οὗτοι ἄξιοι τοῦ θείου μακαρισμοῦ: Μακάριοι οἱ ἀκούοντες τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ φυλάσσοντες αὐτόν. (Λουκᾶ 11, 28).

Ἠκολούθει καὶ ἐν τούτῳ τὰ ἴχνη τοῦ Ἀποστόλου τῶν Ἐθνῶν, ὅστις, γράφων πρὸς τὸν πιστόν του μαθητὴν Τίτον, συνεμβούλευε τοῦτον διαρκῶς νὰ προτρέπῃ τοὺς πιστοὺς εἰς ἔργα ἀγαθά. Μανθανέτωσαν καὶ οἱ ἡμέτεροι καλῶν ἔργων προΐστασθαι εἰς τὰς ἀναγκαίας χρείας, ἵνα μὴ ὧσιν ἄκαρποι. (Τίτον 3, 14). Καὶ ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς εἰς ἔργα χριστιανικῆς ἀγάπης διαρκῶς παρεκίνει τοὺς ἀκροατάς του. Διότι εἶχε σπλάγχνα πατρικά. Ἐπόνει, συνέπασχε, συνεσταυροῦτο μὲ τὸν καθημερινῶς σταυρούμενον ἐπὶ μυριάδων σταυρῶν λαὸν τοῦ Κυρίου. Ἠσθάνετο τὰς ἀνάγκας τῶν χριστιανῶν, ὑλικὰς καὶ πνευματικάς, ὡς ἰδίας ἀνάγκας, συνελάμβανε τοὺς ἤχους τῶν πόνων τῶν δυστυχούντων τῆς ἐποχῆς καὶ συγκεκινημένος ὁ ἴδιος ἐκ τῆς θέας τῆς ἀνθρωπίνης δυστυχίας μὲ τέχνην ὡμίλει, ἔπληττε τὰς χορδὰς τῶν καρδιῶν τῶν ἀκροατῶν του, προεκάλει τὴν συμπάθειαν, διήγειρεν ὅσον οὐδεὶς ἄλλος τὰ φιλάνθρωπα αἰσθήματα καὶ μὲ γιγαντιαίαν δύναμιν, μὲ τὴν δύναμιν τῆς θείας χάριτος, ὤθει τὸν λαὸν πρὸς ἔργα κοινῆς αγαθοεργίας.

Καὶ τὶ δὲν ἔπραξε ὑπὲρ τοῦ γένους ὁ κοινωφελέστατος οὗτος ἄνθρωπος!

Πρῶτον ἀγαθὸν ἔργον. Εἰς τὰ παλάτια τῶν μπέηδων καὶ τῶν πασάδων ὑπηρέτουν νεαραὶ χριστιαναὶ γυναῖκες (βάγιες), αἱ ὁποῖαι ἐγαλούχουν τὰ τέκνα τῶν τυράννων καὶ ἐκινδύνευαν νὰ παρασυρθοῦν εἰς τὴν διαφθορὰν καὶ τὴν ἀκολασίαν καὶ τελείως νὰ ἀπωλεσθοῦν. Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς κατώρθωσε νὰ πείσῃ πολλοὺς Τούρκους νὰ ἐκδιώξουν ἐκ τῆς ὑπηρεσίας των τὰς τοιαύτας γυναῖκας, λέγων εἰς αὐτούς, ὅτι λόγῳ τῆς ἀκολασίας των καὶ τοῦ μολυσμοῦ μὲ γυναῖκας ξένης θρησκείας θὰ ἐπισύρουν τὴν ὀργὴ τοῦ Οὐρανοῦ καὶ ἡ φυλή των θὰ ἐξαλειφθῇ ἐκ τοῦ προσώπου τῆς γῆς. Ποῦ εἶνε –τοὺς ἔλεγεν- ἡ παλαιά σας δόξα; Δὲν εἶσθε σεῖς, οἱ ὁποῖοι ἐπὶ Σουλεϊμάνη εἴχατε φθάσει μέχρι Βιέννης; Σᾶς ἐταπείνωσεν καὶ κατέστρεψεν ἡ ἀκολασίας σας. Μετανοήσατε, ἐκδιώξατε τὰς χριστιανὰς γυναῖκας. Εἰς δὲ τοὺς χριστιανοὺς πάλιν ἔλεγεν, ὅτι δὲν πρέπει αἱ γυναῖκές των νὰ γαλουχοῦν τουρκόπαιδα, ἵνα μὴν πάθουν ὅ,τι ἔπαθεν ἡ ὄρνις ἐκείνη τοῦ Αἰσωπείου μύθου, ἡ ὁποία ἐθέρμαινεν ὑπὸ τὰς πτέρυγας ὠὰ ὄφεως. Κατὰ τὸν ἱστορικὸν Ζῶτον-Μολοττόν, συγγραφέα τοῦ λεξικοῦ τῶν Ἁγίων Πάντων, κατόπιν δραστηρίων ἐνεργειῶν τοῦ Ἁγίου 1.500 γαλοῦχοι (παραμάνες) χριστιαναὶ γυναῖκες, αἱ ὁποῖαι ὑπηρέτουν εἰς τὰ παλάτια τῶν πασάδων καὶ μπέηδων, ἀπηλευθερώθησαν καὶ ηὐλόγουν τὸν Ἅγιον διὰ τὴν σωτηρίαν των.

Δεύτερον. Εἰς τὰ περισσότερα χωρία Ἠπείρου, Μακεδονίας καὶ Ἀλβανίας δὲν ὑπῆρχον κολυμβήθραι, καὶ ἡ βάπτισις τῶν νηπίων ἐγίνετο ἀτελής, καὶ μεγάλη ἦτο διὰ τοῦτο ἡ εὐθύνη κλήρου καὶ λαοῦ. Ὁ Ἅγιος ἔφριξε διὰ τὴν ἁμαρτίαν αὐτήν, νὰ μὴν βαπτίζωνται κανονικῶς τὰ παιδιὰ τῶν Ὀρθοδόξων! Ἔπεισε τοὺς πλουσίους ὁμογενεῖς Κωνσταντινουπόλεως, Ἰωαννίνων καὶ ἄλλων πόλεων τοῦ Ἑλληνισμοῦ νὰ δώσουν διὰ τὴν κατασκευὴν κολυμβηθρῶν, καὶ οὕτω 4.000 χαλκωματένιαι κολυμβῆθραι κατεσκευάσθησαν καὶ ἐστάλησαν εἰς ὅλας τὰς ἐκκλησίας τῶν χωρίων ποὺ ἐστεροῦντο.

Τρίτον. Πολυπληθῆ περιεφέροντο εἰς τοὺς δρόμους τὰ ὀρφανὰ πεινασμένα, γυμνά, ἀξιοθρήνητα, τῶν ὁποίων οἱ ἥρωες πατέρες ἐφονεύθησαν ὑπὸ τῶν τυράννων. Τις περὶ αὐτῶν τῶν θυμάτων τῆς ἐθνικῆς συμφορᾶς θὰ ἐμερίμνα; Πάλιν ἡ ἀγάπη τοῦ στοργικοῦ πατρὸς ἐθαυματούργει. Εἰς τὰς διδαχάς του ἐσυνίστα θερμῶς εἰς ὅλους τοὺς χριστιανούς, τοὺς ὁπωσδήποτε εὐποροῦντας, καὶ ἰδίως εἰς τὰ ἀνδρόγυνα ποὺ δὲν εἶχον ἀποκτήσει τέκνα, νὰ προσλάβουν ὡς μέλη τῆς οἰκογενείας των ἕνα ἤ δύο ὀρφανὰ παιδιά, καὶ ἡ εὐλογία τοῦ Θεοῦ πλουσίως θὰ ἐξεχύνετο εἰς τοὺς οἴκους των. Πόσα ὀρφανὰ καὶ πτωχὰ παιδιὰ δὲν ἐσώθησαν χάρις εἰς τὸ στοργικὸν ἐνδιαφέρον τοῦ ἀποστολικοῦ ἱεροκήρυκος!

Τέταρτον. Περιερχόμενος ὁ Ἅγιος τὴν ὕπαιθρον χώραν, μετὰ βαθυτάτης του λύπης διεπίστωνεν, ὅτι Ἑλληνικὰ σχολεῖα δὲν ὑπῆρχον. Ὅλοι σχεδὸν οἱ χριστιανοί, ἄνδρες καὶ γυναῖκες ἦσαν ἀγράμματοι, καὶ εἰς τὰ δάκτυλα τῆς μιᾶς χειρὸς εἰς κάθε χωρίον ἠριθμοῦντο οἱ γνωρίζοντες ἀνάγνωσιν καὶ γραφήν. Μὲ πόσην θερμότητα ὡμίλει πρὸς τὸν λαὸν περὶ τῆς ἀξίας τῶν γραμμάτων, τῆς ἀναγκαιότητος τῆς χριστιανικῆς παιδείας καὶ ἀνατροφῆς τῆς νέας γενεᾶς, ἡ ὁποία ἀργότερον ἐδημιούργησε τὸ θαῦμα τῆς ἐπαναστάσεως τοῦ 1821. Ἀνοίξατε σχολεῖα -ἐφώναζε παντοῦ- . Νὰ σπουδάζετε καὶ ἐσεῖς ἀδελφοί μου, νὰ μανθάνετε γράμματα ὅσα μπορεῖτε. Καὶ ἄν δὲν ἐμάθατε οἱ πατέρες, νὰ σπουδάζετε τὰ παιδιά σας νὰ μανθάνουν τὰ Ἑλληνικά, διότι καὶ ἡ Ἐκκλησίαν μας εἶνε εἰς τὴν Ἑλληνικήν. Καὶ ἄν δὲν σπουδάσῃς τὰ Ἑλληνικὰ ἀδελφέ μου, δὲν ἠμπορεῖς νὰ καταλάβῃς ἐκεῖνα ὅπου ὁμολογεῖ ἡ Ἐκκλησία μας. Καλύτερον ἀδελφέ μου νὰ ἔχῃς Ἐλληνικὸν σχολεῖον εἰς τὴν χώραν σου, παρὰ νὰ ἔχῃς βρύσες καὶ ποτάμια, καὶ ὡσὰν μάθῃ τὸ παιδί σου γράμματα, τότε λέγεται ἄνθρωπος. Τὸ σχολεῖον ἀνοίγει τὰς ἐκκλησίας· τὸ σχολεῖον ἀνοίγει τὰ μοναστήρια.

Χάρις εἰς τὰς ἐνεργείας τοῦ Ἁγίου 210 Ἑλληνικὰ Σχολεῖα ἐκτίσθησαν, ὡς καὶ 1.100 ἄλλα κατώτερα σχολεῖα ἤρχισαν νὰ λειτουργοῦν, εἰς τὰ ὁποῖα ἐδιδάσκοντο οἱ Ἑλληνόπαιδες ἀνάγνωσιν καὶ γραφήν. Φῶς ἔλαμψεν εἰς τοὺς ἐν τῷ ζοφερῷ σκότει τῆς ἀμαθείας καθημένους, φῶς Χριστιανικῆς παιδείας, τὸ ὁποῖον ἤναψεν ὁ πυρφόρος Ἅγιος. Ἕνας αὐτὸς ἀνεπλήρωσεν τὴν ἔλλειψιν Ὑπουργείου Παιδείας κατὰ τοὺς χρόνους ἐκείνους τῆς Τουρκοκρατίας.

Ἀλλὰ θὰ ἐρωτήσῃ τις, ποῦ εὕρισκε τὰ μεγάλα χρηματικὰ ποσά, τὰ ὁποῖα ἐχρειάζοντο διὰ τὴν ἀνέργεσιν καὶ λειτουργίαν τοσοῦτων σχολείων; Αὐτὸς ὁ ἴδιος χρήματα δὲν εἶχεν. Ἦτο πένης, ἀκτήμων ὅπως ὁ Χριστός. Ἐγὼ ἀδελφοί μου -ἔλεγε- μὲ τὴν χάριν τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ ἐσταυρωμένου καὶ Θεοῦ δὲν ἔχω μήτε σακκούλα, μήτε σπίτι, μήτε κασσέλλα, μήτε ἄλλο ῥάσο ἀπὸ αὐτὸ ποὺ φορῶ, ἀλλὰ ἀκόμη παρακαλῶ τὸν κύριόν μου μὲχρι τέλος τῆς ζωής μου νὰ μὲ ἀξιώσῃ νὰ μὴν ἀποκτήσω σακκούλα, διότι ὡσὰν κάμνω ἀρχὴν νὰ παίρνω ἄσπρα εὐθὺς ἔχασα τοὺς ἀδελφούς μου καὶ δὲν ἠμπορῶ καὶ τὰ δύο, ἤ τὸν Θεὸν ἤ τὸν διάβολον. Καὶ ὅμως ὁ ἀκτήμων αὐτὸς καλόγηρος κατώρθωσε νὰ συγκεντρώσῃ διὰ τὸ ἔργον τοῦ Θεοῦ τεράστια ποσά. Πῶς; Ἀκούσατε! Ὁ ἀποστολικὸς ἱεροκήρυξ κατὰ τὰς περιοδείας, ἔβλεπεν ὅτι αἱ γυναῖκες τῶν ὁπωσδήποτε εὐποροῦντων ἠγάπων τὴν πολυτέλειαν, ἐνεδύοντο μὲ μεταξωτὰ ἐνδύματα, καὶ ἐστολίζοντο μὲ δακτυλίδια, βραχιόλια, σκουλαρίκια, καδένες, ἐφόρουν εἰς τὴν κεφαλὴν ταινίας ἀπὸ χρυσὰ φλουριά. Πλοῦτος πολὺς εἰς τὰ χέρια, τὰ στήθη καὶ τὰς κεφαλὰς τῶν πλουσίων γυναικῶν. Στολισμὸς ματαιότητος! Αἴ! Ὅλον αὐτὸν τὸν στολισμὸν τῆς ματαιότητος τὸν κατήργησεν ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς. Ὅλον αὐτὸν τὸν ἄχρηστον θησαυρόν, τὸ χρυσάφι, τὸ ἀσήμι, τὰ πολύτιμα πετράδια μὲ τὴν διδαχήν του κατὰ τῆς πολυτελείας ἔπεισε τὰς χριστιανὰς γυναῖκας νὰ τὸν παραδώσουν ὑπὲρ τοῦ Γένους, ὑπὲρ τῆς ἱδρύσεως καὶ λειτουργίας τῶν Ἑλληνικῶν Σχολείων. Καὶ τὸν παρέδωκαν! Οὕτω συνελέγησαν θησαυροί, οἱ ὁποῖοι ἀπετέλεσαν τὴν πρώτην ἀρχὴν τοῦ ἰδιαιτέρου ταμείου, τοῦ ταμείου τῶν ἐλεῶν. Ὑπὲρ τῶν γυναικῶν αὐτῶν, αἱ ὁποῖαι μόλις ἤκουον τὸ κήρυγμα τοῦ Ἁγίου ἔσπευδον καὶ προσέφερον τὰ πολύτιμα στολίδια των, ὑπὲρ τῶν ἀξιοθαυμάστων αὐτῶν γυναικῶν ὡς καὶ τῶν ἄλλων συνεργατῶν τοῦ Ἁγίου, ὁ μνημονευθεὶς συγγραφεὺς ὑψώνει φωνὴν ἱκέτιδα πρὸς τὸν θρόνον τοῦ Ὑψίστου, καὶ λέγει τὰ ἑξῆς συγκινητικὰ λόγια: Ἔμποροι, κτίσται, ἁγιογράφοι, διδάσκαλοι, ἱερεῖς, μοναχοὶ καὶ κοσμικοὶ ἠκολούθουν τὸν Ἅγιον εὐκολύνοντες τὴν σύστασιν σχολείων καὶ ἐκκλησιῶν. Αἰωνία ἡ μνήμη τῶν γυναικῶν τῆς Ἠπείρου, αἱ ὁποῖαι ἔκτισαν 210 Ἑλληνικὰ Σχολεία μὲ τὴν ἀξίαν τῶν κοσμημάτων καὶ ἐπροίκισαν αὐτὰ μὲ τὸ περίσσευμα αὐτῶν, σωζόμενα ἕως τὴν σήμερον. Αἰωνία ἡ μνήμη χιλιάκις. (Ζώτου-Μολοττοῦ· Λεξικὸν τῶν Ἁγίων Πάντων, σελ. 620).

Πέμπτον. Μὲ τὴν θερμήν, τὴν πύρινην διδασκαλίαν, κατώρθωσε νὰ καταργήσῃ τὰ παζάρια τῆς Κυριακῆς καὶ νὰ μεταφέρῃ ταῦτα εἰς τὴν ἡμέραν τοῦ Σαββάτου πρὸς μεγάλην λύπην τῶν Ἑβραίων, οἱ ὁποῖοι καὶ τὸν ἐμίσησαν θανασίμως. Ἐδίδαξεν ὅσον οὐδεὶς ἄλλος τῆς ἀξίαν τῆς Κυριακῆς ἡμέρας καὶ ἐκαυτηρίασε τοὺς βεβηλοῦντας τὴν ἁγίαν ταύτην ἡμέραν. Συνίστα τὴν ἐργασίαν, νὰ καλλιεργοῦν ἐντατικῶς τὴν γῆν, ἰδίως δὲ νὰ φυτεύουν δένδρα. Ἐπιγραμματικῶς ἐκήρυττεν: Ὅσοι δὲν ἀγαποῦν τὰ δένδρα καὶ τὰ φυτά, θὰ ζοῦν φτωχικά. Χάρις εἰς τὰς ἐντόνους συστάσεις τοῦ Ἁγίου χιλιάδες ἀγρίων δένδρων ἐνεβολιάσθησαν καὶ ἐγένοντο καρποφόρα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.