18 Μαρ 2012

«Θέλουμε νά ζήσουμε ἑλληνικά!» Ἑλλάδα χωρίς ζωή ἑλληνική, εἶναι Ἑλλάδα πεθαμένη.

Χωρίς λληνικότητα - ξευρωπαϊσμός τς λλάδας
το Φώτη Κόντογλου
Λένε πολλοί πώς παράδοση πέθανε, πώς μάταια κοπιάζουμε σοι πιστεύουμε σ' ατή κι γωνιζόμαστε γιά νά μήν πεθάνει, καί πώς πρέπει νά τό πάρουμε πόφαση, πώς θά ζε στήν λλάδα μοναχά τό κορμί μας, ν τό πνεμα, ψυχή μας, καρδιά μας, θά ζονε μέ ξένα διανοήματα καί μέ ξένα ασθήματα. Μ' να λόγο, πώς πνευματικά, θά 'μαστε πεθαμένοι, γιατί τί τό φελος νά ζε κανένας στήν λλάδα καί νά μήν χει στή ζωή το τίποτα λληνικό; Τί τό φελος νά μή σέ βάλουνε στό κοιμητήριο λλά νά σέ βαστνε μέ τή νεκροκάσσα στό σπίτι σου, ν εσαι πεθαμένος καί συγχωρεμένος;...
Κατά καλή τύχη, τά πράγματα δέν εναι τσι, πο τά λογαριάζουνε ατοί πο δέν πιστεύουνε στήν παράδοση, πως δείχνουνε πολλά σημάδια, καί να νάμεσα σ' ατά εναι τό μέ πόσον νθουσιασμό διαβάζονται κάποια ρθρα, πως ατό πο γραψα τίς προάλλες στήν «λευθερία», « Παντοκράτωρ».
Ατοί πο λένε, πώς δέ μπορομε παρά νά χάσουμε τόν πνευματικό χαρακτήρα μας καί νά γίνουμε πνευματική ποικία τς Δύσεως, ατοί δέν πιστεύουνε τόσο σ' ατή τήν...
 νάγκη, σο θέλουνε κ’ πιθυμονε νά φομοιωθομε μέ τούς ξένους. Ατό εναι τό δεδες τους. Εναι σάν κείνους πο λέγει Πασκάλ, πώς λένε πς δέν πιστεύουνε στόν Χριστό πειδή τούς μποδίζει τό λογικό τους, ν κατά βάθος δέν θέλουνε νά βγονε ληθινά σα επε Χριστός, δηλαδή καρδιά τους δέν χει τή θέρμη πο χρειάζεται γιά νά χαρε κανένας γιά τήν ξαίσια παγγελία πο μς φερε Χριστός. Ψυχές μικρολόγες, μικρόχαρες, ποθερμικές, θέλουνε νά ζονε πως-πως, μέ συμβιβασμούς, βολεύοντας τά πράγματα, χωρίς εθύνες πνευματικές, χωρίς βάθος, χωρίς μεράκι —λλη λέξη δέν βρίσκω.
Ατοί πο θέλουνε νά ερωπαϊσθομε, μολογονε, χωρίς νά τό θέλουνε, πώς λογαριάζονται νάμεσα στά λλα τόσα καί τόσα νεύθυνα ντα, πο δέν χουνε καμμιά ατοβουλία στή ζωή, λλά φήνονται νά τούς κυλ τό ρεμα, χωρίς νά κολυμπνε παλληκαρίσια καταπάνω σ' ατό, γιά νά πιάσουνε πάνω στήν γαπημένη στεριά, στή γ τς παγγελίας. Δέν εναι δά καμμιά νάγκη νά 'σαι γραμματισμένος καί πολυδιαβασμένος, γιά νά κάνεις ατή τή δουλειά. Ατό τό διο πο κάνεις, τό κάνει καί τό μοδιστράκι, καί κάθε πλάσμα πο χει δουλειά τή μόδα. Ατά τά νύποπτα ντα, εναι κι ατά «φορες το πολιτισμο», το διου πολιτισμο πο θέλουνε νά μς φορέσουνε τό νεκρικό του φράκο τοτοι ο «προοδευτικοί». Μάλιστα ο μοδίστρες, ο κινηματογραφιτζδες κ' ο λλοι μοντερνοποιοί τς λλάδος, κάνουνε περισσότερη δουλειά γιά τόν ξευρωπαϊσμό μας, παρά τά βαθυστόχαστα ρθρα κ' ο θεωρίες τν σπουδασμένων, πο, χουνε τό διο δεδες μ' ατούς.
Λοιπόν, δέν εναι καμμιά σπουδαία φεύρεση κι νακάλυψη το Δυτικο Πόλου, ατό πο διατυμπανίζουνε σάν «γώνα» ο τέτοιοι πνευματικοί συγχρονιστές. κενο πο θέλουνε νά φέρουνε πό τό ξωτερικό, «πολιτισμός», μόδα, μοντερνισμός ρχεται δά μοναχός του. Εναι σάν τή γρίπη, σάν τήν πανούκλα, πο ρχεται θελά μας καί μς πιάνει. Κοιτάξετε γύρω σας, καί θά δετε.
Τό χρέος, μως, το νθρώπου πο ληθινά γαπ τόν τόπο του, —χι τίς πέτρες καί τά δέντρα το τόπου του, λλά τόν χαρακτήρα τόν πνευματικό της πατρίδας τού— εναι νά γωνιστε καταπάνω σ' ατό τό ρεμα, πο πάει νά σαρώσει τά θεμέλιά μας καί νά μς πνίξει, νά μς φήσει γυμνούς. μοντερνισμός εναι επρόσδεκτος σέ σους δέν χουνε οτε θεμέλιο γιά νά τό χάσουνε, οτε ροχο, γουν πο δέν χουνε παράδοση νά τούς δένει μέ τόν τόπο τους, οτε χαρακτήρα καί χρμα δικό τους. Ατοί μπορονε νά ζήσουνε καί μέσα σέ μία σκάφη πο τήν πηγαίνει πό δ κι πό κε τό ρεμα, καί μάλιστα καυχιονται, πώς τσι ζε νθρωπος πιό καλά καί χαρισάμενα, παρά μέσα στό σπίτι του, μέ τούς δικούς του, μέ τίς συνήθειές του, μέ τίς πίκρες καί μέ τίς χαρές του. Ο κήρυκες το ξευρωπαϊσμο, ,τι εναι λληνικό τό βλέπουνε σάν φτωχό, τιποτένιο, κι ,τι ρχεται πό ξω τό θεωρονε θαυμαστό, ξαίσιο. κόμα καί τόν γαλάζιον ορανό μας, βάλανε μαρα γυαλιά καί τόν βλέπουνε σταχτύν, συννεφιασμένον, κατά τή μόδα, μ' λο πο παινεύουνε τόν «αθριο ορανόν μας», στούς διους, πο χουνε γιά πνευματικά φεντικά τους. λλά, ο δυστυχες, πού νά πάρουνε εδηση τί εναι λλάδα! λλάδα κονε, κ' λλάδα δέν βλέπουνε! σον λληνικόν ορανόν βλέπουνε μέ τά μαρα τά γυαλιά, λλη τόση λλάδα νοιώθουνε μέ τήν ντάρα πο χει τό πνεμα τούς κ' καρδιά τους. λλάδα εναι πλοτος τς γής, κ' σες εσαστε ο φτωχοί, ο σαρακοστιανοί, ο νθρωποι μέ τά στενά κολλάρα καί μέ τίς μπανέλλες, κ' δανεική ρχοντιά σς εναι κάποια ραχνιασμένα σκοτεινά σπίτια, μέ σκονισμένα σερβίτσια, πολυκατοικίες «ρτιφισιέλ» στενές σάν ποντικόφακες, μούχλα, νόητες κουβέντες, θεατρινίστικο φος, νεκδοτάκια γιά τήν Πομπαντούρ, γιά τόν Μεττερνιχ καί γιά τούς σκηνοθετημένους Βολταίρους γιά τούς κρονόληρους Μπερνάρ Σ, πο τούς χετε γιά μοντέλα τς μικρολογίας σας. λλάδα δέν βγάζει μανιτάρια καί ζαμπόνια καί τυριά βρώμικα. λλάδα γενν μηρους, σιόδους, Ασχύλους, Πίνδαρους, Πολυκλειτους, κτίνους, Χρυσόστομους, Βασιλείους, νθέμιους, Πανσελήνους, Φερραίους, ποιητές τν δροσερν βουνν, Παπαδιαμάντηδες, νθρώπους πο μοσκοβολνε σάν τό τίμιο ξύλο. Μικρολογίες, νεκδοτάκια σάν ατά πο λένε στίς παρέες τούς ο μοντέρνοι κ' ο ερωπαϊσμένοι, «σπιρτόζες» βλακοσυζητήσεις καί τέτοια, ατά εναι τά πλούτη πο φέρνετε στήν λλάδα; Τίς ξιομνημόνευτες νοησίες το τάδε καί τάδε κφυλου μποέμ τς Μονμάρτρης καί τς Σάντα Λουτσίας; Καί τίς περες μέ τίς γριοφωνάρες πο ξεταβανώνουνε τό σπίτι, σκούζοντας σάν τρελοί «Πεθαίνω πελπισμένος!»; Μ ' ατά, καί μάλιστα μέ τά ποφάγια τους, θέλετε νά θραφε χώρα πο θράφηκε καί θρέφεται μέ τήν μβροσία καί μέ τό πρόσφορο, καί πο πιε καί πίνει τό νέκταρ καί τό αμα το Χριστο πό τό δισκοπότηρο τς ρθοδοξίας; Ατόν τόν τιμημένον ρχοντα, τόν λληνα, θέλετε νά τόν ξεγυμνώσετε πό τήν βασιλικιά στολή του, καί νά τόν ντύσετε μέ τά μουχλιασμένα ποφόρια τν ξένων, πως ντύνονται κάποιοι νέγροι τς φρικς, μέ ξεθωριασμένες ρεντιγκότες, μέ μαδημένα μιραμπ, καί μέ πωλέττες το Νέλσον καί μέ τρικαντά το Ναπολέοντα! φστε τόν νά πεθάνει ρχοντας, σάν τόν Παλαιολόγο, κι χι μασκαρεμένος. Νά 'χει τουλάχιστον πάνω του δυό-τρες παλιές πατρογονικές διαμαντόπετρες, κι χι νά 'ναι στολισμένος μέ χάντρες πο βάζουνε στ' λογα, φτάνει νά εναι βγαλμένες πό κάποια φάμπρικα τς Ερώπης. Ατά εναι τά ψηλά δεώδη γιά τά ποια γωνίζονται σοι δέν τούς ρέσει Θανάσης Διάκος, λλά Πάολο Μαλατέστα, πο δέν τούς ρέσει γιά Σοφιά, τό μέγα μοναστήρι, λλά τό τέρας το γίου Πέτρου, πο δέν τούς ρέσει γιασμένος καί μοσχοβολημένος Παπαδιαμάντης, λλά φανφαρόνος Ντ' ννούτσιο.
στόσο, λογαριάζουνε χωρίς τόν νοικοκύρη. πό στεριά κι πό θάλασσα βγαίνει φωνή καί βόγγος «θέλουμε νά ζήσουμε λληνικά!» λλάδα χωρίς ζωή λληνική, εναι λλάδα πεθαμένη. Γιά πρώτη φορά νεότητα κατάλαβε, πώς χει χρέος νά σώσει τόν πνευματικό χαρακτήρα τς φυλς της, καί νά μήν τήν φήσει στά νύχια τν νόητων καί κούφιων, πο θέλουνε μία λλάδα χωρίς τίποτα λληνικό, οτε καί τή γλώσσα τς τήν δια. λα νά γίνουνε «ερωπαϊκά», τς μόδας, κ' μες κάτι νθρωπάκια, σάν ατά πο βλέπουμε πώς φτάσαμε σ' ατό τό δεδες, μέ τό ατοκινητάκι, μς, τήν περά μας, τήν περετίτσα μας, τήν ξυπνη παρεούλα μας, τά σόκιν μας, τίς φιλεναδίτσες μας, τά μπαίν-μίξτ μας, τήν γκαρσονιέρα μας, τά ξυπνα νεκδοτάκιά μας, τό κουτσομπολιό μας, τά χαρτάκια μας, τό τσιγαράκι μας, τό 'να πόδι πάνω στ' λλο καί τό χέρι μας στή μέση, πως π.χ. κάνει Μωρίς Σεβαλιέ κ' Χαίϋγουορθ, κι λλα τέτοια.
μες ο λλοι ο μαγκούφηδες, ο καθυστηρημένοι παρχιτες, ο παληοημερολογίτες το πνεύματος, δέν θέλουμε, λλοίμονο, νά καταλάβουμε τήν πρόοδο, τήν ξέλιξη! Μά λα πο θρεφόμαστε μέ τά ντόπια καί θρέφουμε κι λλους, καί τούς συγκινμε μέ τά πατροπαράδοτα, πο δέν εναι μικρολογίες φράγκικες, μά κάποια πράγματα «μέγεθος χοντα»!
Σοβαρόν, ψηλόν, λάβε τόνον, Λύρα!
Ναί ψηλόν σοβαρόν τόνο ς πάρει λύρα τς ζως μας, κι ς φήσουμε τούς «νεκρούς θάπτειν τούς αυτν νεκρούς».
Ρωμιοσύνη εν' φυλή συνόκαιρη το κόσμου, κανένας δέν ερέθηκε γιά νά τήν ξαλείψει. Κανένας, γιατί σκέπει τήν π' τάψη, Θεός μου.
Ρωμιοσύνη θά χαθε ντας κόσμος λείψει.

1 σχόλιο:

  1. Ο ΜΕΓΑΣ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ...ΤΙ ΘΑ ΛΕΓΕ ΣΗΜΕΡΑ ΓΙΑ ΤΑ ΧΑΛΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ...

    ΑπάντησηΔιαγραφή

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.