Γράφει ὁ π. Χερουβεὶμ Βελέτζας
Ἄφρονα χαρακτηρίζει ὁ Κύριος τὸν πλούσιό της παραβολῆς ποὺ ἀκοῦμε κατὰ τὴ σημερινὴ Θεία Λειτουργία. Τὸν πλούσιο ἐκεῖνο ποὺ ἡ γῆ τοῦ ἔκανε τόσο πολλοὺς καρπούς, ὥστε δὲν εἶχε ποῦ νὰ τοὺς βάλει. Καὶ σκέφτηκε: “θὰ γκρεμίσω τὶς ἀποθῆκες μου καὶ θὰ χτίσω μεγαλύτερες καὶ θὰ πῶ: ψυχή μου, ἔχεις ἄφθονα ἀγαθὰ γιὰ πολλὰ χρόνια, φάε, πιές, εὐχαριστήσου”. Ὁ Θεὸς ὅμως τοῦ εἶπε: “ἄφρονα, ἀπόψε ἀφήνεις τὴν τελευταία σου πνοή. Ὅλα αὐτὰ ποῦ ἑτοίμασες σὲ ποιὸν θὰ ἀνήκουν λοιπόν;”.“Τέτοιος εἶναι ὁ ἄνθρωπος ποὺ μαζεύει θησαυροὺς γιὰ τὸν ἑαυτό του καὶ δὲν πλουτίζει κατὰ Θεόν”. Μὲ αὐτὴ τὴ φράση κλείνει ὁ Χριστὸς τὴν παραβολή, θέλοντας νὰ ἀντιδιαστείλει τὴ μέριμνα γιὰ τὰ ὑλικὰ ἀγαθὰ μὲ τὴ φροντίδα γιὰ τὴν ἀπόκτηση τῶν πνευματικῶν θησαυρῶν. Δὲν καταδικάζει τὸν ἄνθρωπο τῆς παραβολῆς ἐπειδὴ ἦταν πλούσιος, οὔτε γιατί καρποφόρησε ἄφθονα ἡ γῆ του. Τὸν κατακρίνει γιὰ τὸν ἐγωκεντρισμό του, ποὺ ἀφ' ἑνὸς μὲν θεώρησε ὅτι τὰ ἀγαθὰ ποὺ ἀπέκτησε προορίζονται ἀποκλειστικὰ γιὰ τὴ δική του εὐχαρίστηση καὶ ἀφ' ἑτέρου πίστεψε ὅτι θὰ ζεῖ αἰώνια καὶ θὰ ἀπολαμβάνει τὸν πλοῦτο του.
Τὸν χαρακτηρίζει ὁ Χριστὸς ἄφρονα, δηλαδὴ ἀνόητο, ὄχι γιὰ τὴν προνοητικότητά του, ἀλλὰ γιὰ τὴν ἀπληστία του. Θὰ μποροῦσε ὁ πλούσιος της παραβολῆς νὰ...
συγκεντρώσει τὰ ἀγαθά του στὶς ἀποθῆκες ποὺ διέθετε καὶ τὸ περίσσευμα νὰ τὸ δώσει στοὺς φτωχούς, περιμένοντας στὸ μεταξὺ τὴ νέα σοδειά. Αὐτὸς ὅμως ὄχι μόνο δὲν σκέφτεται τὸν πλησίον του, ἀλλὰ μὲ τὴ συμπεριφορὰ τοῦ δείχνει ὅτι δὲν ἐμπιστεύεται τὸν Θεό, ἢ ἔστω τὴ γῆ τὴν ἴδια ποὺ παράγει τοὺς καρπούς. Καὶ τὸ ἀποτέλεσμα δὲν εἶναι ἄλλο, ἀπὸ τὸ νὰ στερηθεῖ καὶ ὁ ἴδιος, μίας ποὺ ὁ Θεὸς τὸν παίρνει ἀπὸ τὴν ἐπίγεια ζωή, ὅλα αὐτὰ ποὺ μὲ κόπο καὶ ἱδρώτα συνέλεξε γιὰ τὴν δική του προσωπικὴ ἀπόλαυση.
Καταδικάζει ἐπιπλέον τούτη τὴ συμπεριφορὰ ὁ Κύριος, ἐπειδὴ στὸ βάθος τοῦ ὁ ἐγωκεντρισμὸς συνιστᾶ ἀπιστία κατὰ τοῦ Θεοῦ. Χαίρεται ὁ πλούσιος μὲ τὴ γῆ καὶ τὰ ἀγαθά του, θεωρεῖ ὅτι τοῦ ἀνήκουν ὅλα καὶ ὅτι μπορεῖ μόνος του νὰ ρυθμίζει τὴ ζωή του. Ξεχνᾶ πὼς ὅ,τι καὶ ἂν ἔχουμε, εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ, ἀκόμα καὶ τὰ ὑλικὰ ἀγαθά. Ξεχνᾶ, ἀκόμα περισσότερο, πὼς ὅσο καὶ ἂν προσπαθήσουμε, πάντα ὑπάρχουν γεγονότα καὶ καταστάσεις στὴ ζωή μας ποὺ οὔτε νὰ προβλέψουμε μποροῦμε, οὔτε νὰ ἐλέγξουμε ἢ νὰ ἀποτρέψουμε. Καὶ ἐκεῖ, ἂν μὴ τί ἄλλο, ἀποδεικνύεται πόσο εὔθραυστη εἶναι ἡ “παντοδυναμία” μας καὶ πόσο ἔχουμε ἀνάγκη τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ.
Γὶ αὐτὸ καὶ ὁ Χριστός, στὴν ἐπὶ τοῦ Ὅρους ὁμιλία Του, πρὶν μᾶς παροτρύνει νὰ φροντίζουμε γιὰ τοὺς πνευματικοὺς θησαυρούς, μᾶς λέει νὰ μὴ μεριμνᾶμε οὔτε γιὰ τροφές, οὔτε γιὰ ἐνδύματα, οὔτε γιὰ ἐπίγειους θησαυροὺς ποὺ ἀφανίζονται ἀπὸ τοὺς κλέφτες καὶ ἀπὸ τὴ φθορὰ τοῦ χρόνου, καὶ νὰ μὴν εἴμαστε ὀλιγόπιστοι ἀλλὰ νὰ ἔχουμε ἐμπιστοσύνη στὸ Θεό, ποὺ φροντίζει καὶ προσφέρει τροφὴ στὰ πουλιὰ καὶ λαμπρὰ χρώματα στὰ λουλούδια, καὶ κάθε ἀπαραίτητο ἀγαθὸ στὸν ἄνθρωπο ποὺ πιστεύει στὸν Θεὸ[1]. “Αλλά”, μᾶς παροτρύνει, “ νὰ ἀποθησαυρίζετε τοὺς ἐπουράνιους θησαυρούς, ποὺ οὔτε σαπίζουν, οὔτε καταναλώνονται, οὔτε ἁρπάζονται ἀπὸ τοὺς κλέφτες. Γιατί ὅπου βρίσκεται ὁ θησαυρός σου, ἐκεῖ εἶναι καὶ ἡ καρδιὰ σοὺ”[2].
Δυστυχῶς, ἡ καρδιὰ τῶν ἀνθρώπων ἀνέκαθεν κινεῖται καὶ προσκολλᾶται σὲ αὐτὰ ποὺ βλέπει, στὶς μέριμνες τοῦ βίου καὶ στὰ ὑλικὰ ἀγαθά. Ἡ καταναλωτικὴ κοινωνία μέσα στὴν ὁποία ζοῦμε δὲν ἀποτελεῖ ἐξαίρεση ἀλλὰ ἐπίφαση αὐτοῦ του γεγονότος. Οἱ ἄνθρωποι διακατεχόμαστε ἀπὸ μία σπουδὴ νὰ ἀποκτήσουμε ὅσο περισσότερα μποροῦμε, προκειμένου νὰ κάνουμε τὴ ζωή μας πιὸ ἄνετη, καὶ τελικὰ ἐγκλωβιζόμαστε στὴν ἀναζήτηση τῆς εὐτυχίας, στὴ δυστυχία τῆς πλεονεξίας μας. Ἀδιαφοροῦμε γιὰ τὸν πλησίον μας, γιὰ τὰ προβλήματά του, γιὰ τὶς ἀνάγκες του. Καὶ τελικά, σὰν τὸν ἄφρονά της παραβολῆς, παγιδευόμαστε στὸν ἐγωισμό μας καὶ ὀλιγοπιστοῦμε ἀπέναντι στὸ Θεό.
Δὲν μᾶς λέει ὁ Χριστὸς νὰ μὴ φροντίζουμε γιὰ τὴν οἰκογένειά μας, γιὰ τὸ μέλλον τῶν παιδιῶν μας, γιὰ τὴν ἐξασφάλιση τῶν ἀναγκαίων. Ἀλλὰ μᾶς τονίζει ὅτι δὲν εἶναι αὐτὰ ὅλα τόσο σημαντικά, ὥστε νὰ ξεχνοῦμε τὴν ἐπιμέλεια τῆς ψυχῆς μας. Μᾶς παροτρύνει λοιπὸν νὰ προσδιορίσουμε ἐκ νέου τὶς προτεραιότητές μας, νὰ στρέψουμε καὶ πάλι στὸ βλέμμα στὸν οὐρανό: “νὰ ἐπιζητεῖτε πρῶτα τὴν βασιλεία τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν δικαιοσύνη Του, καὶ ὅλα τὰ ἄλλα θὰ σᾶς δοθούν”[3]
[1] Πρβ. Ματθ. 6, 19-32.
[2] Ματθ. 6, 20-21.
[3] Ματθ. 6,33
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου