- Γέροντα, οἱ δοκιμασίες πάντοτε ὠφελοῦν τοὺς ἀνθρώπους;
- Ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸ πὼς ἀντιμετωπίζει κανεὶς τὶς δοκιμασίες. Ὅσοι δὲν ἔχουν καλὴ διάθεση, βρίζουν τὸν Θεό, ὅταν τοὺς βρίσκουν διάφορες δοκιμασίες. «Γιατί νὰ τὸ πάθω ἐγὼ αὐτό; Λένε. Νά, ὁ ἄλλος ἔχει τόσα καλά! Θεὸς εἶναι αὐτός;» Δὲν λένε «ἥμαρτον», ἀλλὰ βασανίζονται. Ἐνῶ οἱ φιλότιμοι λένε: «Δόξα τῷ Θεῶ! Αὐτὴ ἡ δοκιμασία μὲ ἔφερε κοντὰ στὸν Θεό. Ὁ Θεὸς γιὰ τὸ καλό μου τὸ ἔκανε». Καὶ ἐνῶ μπορεῖ πρῶτα νὰ μὴν πατούσαν καθόλου στὴν ἐκκλησία, μετὰ ἀρχίζουν νὰ ἐκκλησιάζωνται, νὰ ἐξομολογοῦνται, νὰ κοινωνοῦν. Πολλὲς φορὲς μάλιστα ὁ Θεὸς τοὺς πολὺ σκληρούς τους φέρνει κάποια στιγμὴ μὲ μία δοκιμασία σὲ τέτοιο φιλότιμο, ποὺ μόνοι τους παίρνουν μεγάλη στροφὴ καὶ ἐξιλεώνονται μὲ τὸν πόνο ποὺ νιώθουν γιὰ ὅσα ἔκαναν.
- Ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸ πὼς ἀντιμετωπίζει κανεὶς τὶς δοκιμασίες. Ὅσοι δὲν ἔχουν καλὴ διάθεση, βρίζουν τὸν Θεό, ὅταν τοὺς βρίσκουν διάφορες δοκιμασίες. «Γιατί νὰ τὸ πάθω ἐγὼ αὐτό; Λένε. Νά, ὁ ἄλλος ἔχει τόσα καλά! Θεὸς εἶναι αὐτός;» Δὲν λένε «ἥμαρτον», ἀλλὰ βασανίζονται. Ἐνῶ οἱ φιλότιμοι λένε: «Δόξα τῷ Θεῶ! Αὐτὴ ἡ δοκιμασία μὲ ἔφερε κοντὰ στὸν Θεό. Ὁ Θεὸς γιὰ τὸ καλό μου τὸ ἔκανε». Καὶ ἐνῶ μπορεῖ πρῶτα νὰ μὴν πατούσαν καθόλου στὴν ἐκκλησία, μετὰ ἀρχίζουν νὰ ἐκκλησιάζωνται, νὰ ἐξομολογοῦνται, νὰ κοινωνοῦν. Πολλὲς φορὲς μάλιστα ὁ Θεὸς τοὺς πολὺ σκληρούς τους φέρνει κάποια στιγμὴ μὲ μία δοκιμασία σὲ τέτοιο φιλότιμο, ποὺ μόνοι τους παίρνουν μεγάλη στροφὴ καὶ ἐξιλεώνονται μὲ τὸν πόνο ποὺ νιώθουν γιὰ ὅσα ἔκαναν.- Γέροντα, πρέπει νὰ λέμε «δόξα Σοὶ ὁ Θεός», ὅταν ὅλα πηγαίνουν καλά;
- Μά, ἂν δὲν λέμε τὸ «δόξα Σοὶ ὁ Θεὸς» στὶς χαρές, πῶς θὰ τὸ ποῦμε στὶς θλίψεις; Ἐσὺ
τὸ λὲς στὶς θλίψεις καὶ δὲν θέλεις νὰ τὸ πῆς στὶς χαρές; Ἀλλά, ὅταν εἶναι ἀχάριστος κανείς, δὲν γνωρίζει τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἀχαριστία εἶναι....
μεγάλη ἁμαρτία. Γιὰ μένα εἶναι θανάσιμο ἁμάρτημα. Ὁ ἀχάριστος μὲ τίποτε δὲν εὐχαριστιέται Γιὰ ὅλα γκρινιάζει, ὅλα του φταῖνε. Στὴν πατρίδα μου, τὰ Φάρασα, χρησιμοποιοῦσαν πολὺ τὸ πετιμέζι. Ἕνα βράδυ μία κοπέλα ἔκλαιγε,
μεγάλη ἁμαρτία. Γιὰ μένα εἶναι θανάσιμο ἁμάρτημα. Ὁ ἀχάριστος μὲ τίποτε δὲν εὐχαριστιέται Γιὰ ὅλα γκρινιάζει, ὅλα του φταῖνε. Στὴν πατρίδα μου, τὰ Φάρασα, χρησιμοποιοῦσαν πολὺ τὸ πετιμέζι. Ἕνα βράδυ μία κοπέλα ἔκλαιγε,
γιατί ἤθελε πετιμέζι. Ἡ μάνα τῆς – τί νὰ κάνη; - πῆγε καὶ ζήτησε ἀπὸ τὴν γειτονιά. Αὐτή, μόλις πῆρε τὸ πετιμέζι, ἔβαλε πάλι τὰ κλάματα. Χτυποῦσε τὰ πόδια τῆς κάτω καὶ φώναζε: «Μαμά, θέλω καὶ γιαούρτι». «Τέτοια ὥρα, παιδάκι μου, ποῦ νὰ βρῶ γιαούρτι;» τῆς λέει ἡ μάνα της.
«Ὄχι, θέλω γιαούρτι». Πῆγε, ὑποχρεώθηκε ἡ καημένη σὲ μία γειτόνισσα, τῆς ἔφερε καὶ γιαούρτι. Τὸ παίρνει ἡ κόρη καὶ βάζει πάλι τὰ κλάματα. «Τώρα γιατί κλαῖς;», τὴν ρωτάει ἡ μάνα της. «Μαμά, τὰ θέλω ἀνακατεμένα». Τὰ παίρνει ἡ μάνα, τὰ ἀνακατεύει. Αὐτὴ βάζει πάλι τὰ κλάματα. «Μαμὰ δὲν μπορῶ νὰ τὰ φάω ἔτσι. Θέλω νὰ τὰ ξεχωρίσω!». Ὅποτε τὴν περιέλαβε στὰ σκαμπίλια ἡ μάνα της, καὶ ... ξεχωρίσθηκε τὸ πετιμέζι ἀπὸ τὸ γιαούρτι!
Ἔτσι, θέλω νὰ πῶ, κάνουν μερικὲς φορὲς πολλοὶ ἄνθρωποι, καὶ τότε ἔρχεται ἡ
παιδαγωγία τοῦ Θεοῦ. Τουλάχιστον νὰ ἀναγνωρίζουμε τὴν ἀχαριστία μας καὶ νὰ εὐχαριστοῦμε τὸν Θεὸ μέρα-νύχτα γιὰ τὶς εὐλογίες ποὺ μᾶς δίνει. Μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο θὰ πάρουμε καταπόδι τὸν δειλὸ διάβολο, ὁ ὁποῖος θὰ συμμαζέψη τὰ ταγκαλάκια του καὶ θὰ γίνη μαῦρο καπνός, γιατί θὰ τοῦ ἔχουμε βρεῖ πιὰ τὸ ἀδύνατο σημεῖο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου