
Ἄριστος χειριστὴς τοῦ λόγου, ὁ πρώην Δικαστικὸς Λειτουργὸς ἀνέπτυξε τὸ θέμα: «Μὲ τὸ Θεὸ ἢ χωρὶς τὸ Θεό;». Ἱκανοποιητικὸ καὶ ἐκλεκτὸ τὸ ἀκροατήριο.
Παραθέτουμε αὐτούσια τὴν ὁμιλία.
«Τὸ περὶ Θεοῦ ἐρώτημα εἶναι πανάρχαιο καὶ πάντοτε σύγχρονο. Ἡ παρουσία ἢ ἀπουσία τοῦ Θεοῦ, ὡς κορυφαῖο ἐρώτημα, τίθεται συνεχῶς ἐνώπιόν μας. Καὶ ὁ σημερινὸς παγκοσμιοποιημένος ἄνθρωπος θέτει τὰ ἐρωτήματα:
Τί εἶναι ὁ Θεός; Ποῦ εἶναι; Τί κάνει γιὰ μένα; Νὰ πιστεύω στo Θεὸ ἢ ὄχι; Στὴ ζωή μου νὰ προχωρήσω μὲ τὸ Θεὸ ἢ χωρὶς τὸ Θεό;
Ἀναμφιβόλως ὅλοι οἱ ἄνθρωποι προβληματίζονται μὲ τὸ θέμα Θεὸς καὶ πράγματι μᾶς ἀπασχολεῖ. Συχνά, μάλιστα, φιλόσοφος πολιτικοί, διανοητές, ἐπιστήμονες, καλλιτέχνες, καλλιτέχνες θέτουν τὰ ἐρωτήματα αὐτὰ καὶ προβληματίζονται στὸ περὶ Θεοῦ ἐρώτημα. Καὶ ὅσο οἱ τεχνολογικὲς ἐπιτυχίες αὐξάνουν,τόσο τὰ ἐρωτήματα καθίστανται ἐπιτακτικά. Ἔχει μάλιστα διαπιστωθεῖ ὅσο κι ἂν πολεμεῖται ὁ Θεός, ὅσο κι ἂν ἐπιχειρεῖται νὰ τεθεῖ ἀτὴ γωνία, τόσο τὸ αἴσθημα τοῦ ἀνικανοποίητου ψυχικοῦ κενοῦ μεγενθύνεται καὶ ὁ Θεὸς ἀναζητεῖται.
Προσφάτως, ὁ καθημερινὸς τύπος βρῆκε τὴν εὐκαιρία νὰ προβάλη μὲ περισσὴν προχειρότητα τὸν ἀθεϊσμό. Το ἐκ Λονδίνο σύνθημα σύγχρονων ἀθέων: «Πιθανῶς δὲν ὑπάρχει Θεός. Τώρα σταματῆστε νὰ ἀνησυχεῖτε καὶ ἀπολαῦστε τὴ ζωή σας», τί ἄλλο...
προκύπτει παρὰ τὴν ἀγωνία τοῦ σύγχρονου ἀνθρώπου;Ὁ νέος ἀθεϊσμὸς μὲ τὶς ποικίλες μορφὲς καὶ τάσεις τοῦ ὅπως σήμερα παρουσιάζεται δὲν εἶναι φαινόμενο αὐτόνομο. Δὲν εἶναι γέννημα τωρινό. Ἔχει ρίζες. Καὶ αὐτὲς βρίσκονται στοὺς περασμένους αἰῶνες, στοὺς αἰῶνες τῆς Μεταρρύθμισης, στὶς ἄκρως ἀντιθρησκευτικὲς τάσεις καὶ πράξεις τοῦ 18ου αἰώνα, στὸν μετέπειτα στρατευμένο ἀθεϊσμό, στὸν ἀγνωστικισμὸ καὶ ἄθεο ὑπαρξισμὸ τοῦ 20ου αἰώνα, στὴ λεγόμενη «θεολογία τοῦ θανάτου τοῦ Θεοῦ» καὶ στὸ ἄκρως ὑλιστικὸ φρόνημα.
Γι’ αὐτὸ βεβαίως τὸ φαινόμενο τοῦ νέου ἀθεϊσμοῦ δὲν φταῖνε μόνον οἱ ἄλλοι. Φταῖνε καὶ οἱ χριστιανοὶ καὶ θὰ πρέπει νὰ γίνει ἐπισταμένη αὐτοκριτικὴ στὸ σημεῖο αὐτό.
Τί ἀκριβῶς ὅμως εἶναι ὁ νέος ἀθεϊσμός, τὸ λυπηρὸ αὐτὸ φαινόμενο;
Εἶναι ἡ χειραφέτηση ἀπὸ τὸ Θεό, ἡ αὐτονομία καὶ στὴ θέση Του ἡ ἐνθρόνισις μόνου του ἀνθρώπου. Μιλᾶμε δηλαδὴ γιὰ ἕνα ἄθεο οὐμανισμό. Θεὸς ὁ ἄνθρωπος , τὸ κτίσμα, τὸ δημιούργημα τοῦ Θεοῦ, ὁ πεπερασμένος ἄνθρωπος. Ὑποκατάστατο τοῦ Θεοῦ ὁ ἄνθρωπος. Ἔχουμε ἔτσι μία ἀπολυτοποίηση τῆς ἀνθρωπίνης λογικῆς, τῆς ratio ποὺ ὁδηγεῖ βεβαίως στὴν ἄρνηση καὶ τὸ μηδενισμὸ ἢ στὴν τύχη καὶ τὴν ὕλη.
Ὁ νέος ἀθεϊσμὸς λαμβάνει τὶς μορφὲς κατὰ καιροὺς εἴτε τῆς πολεμικῆς ἢ τῆς ἀδιαφορίας ἢ τῆς ὕπαρξης τοῦ τίποτε. Τὸ φαινόμενο φυσικὰ μὴ νομίσουμε ὅτι εἶναι μόνο στὸ ἐξωτερικό. Εἶναι καὶ ἐντὸς τῶν τειχῶν.
Ἡ ἑλληνικὴ κοινωνία δυστυχῶς ἔχει διαβρωθεῖ ἀπὸ τὸ δηλητήριο αὐτό. Εἰσβάλλει καὶ στὴ χώρας μας ὁ ἐξοβελισμὸς τοῦ Θεοῦ μεθοδικὰ καὶ συνεχῶς μὲ προσχήματα, μὲ ὀμιχλώδεις θεωρίες, ὄντως «προφάσεις ἐν ἁμαρτίαις».
Καὶ μεῖς γίναμε ἐπιλήσμονές του Θεοῦ καὶ ἀκολουθοῦμε στὰ ἀχνάρια καὶ στὴ νοοτροπία καὶ ρύθμιση ζωῆς, τρόπους βιοτὴς τοῦ νέου ἀθεϊσμοῦ. Λήθη τοῦ Θεοῦ = Νέος ἀθεϊσμός.
Ξεχνᾶμε τὸ Θεό. Στὸ περιθώριο. Ἀντικαθιστοῦμε τὸ Θεὸ μὲ τὸν ἑαυτό μας, τὴ λογικοκρατία μας, τὴ μέθη τῆς ὑλοφροσύνης.
Ἰδοὺ μερικὰ παραδείγματα αὐτῆς τῆς παθογένειας. Ἀντὶ στὰ παιδιά μας νὰ δίνουμε ἄδολο γάλα τῆς μητρὸς ὀρθοδόξου πίστεως, δίνουμε πικρό, ἀλλότριο, ξένο πρὸς τὶς παραδόσεις μας καὶ ἀντὶ ἀργότερα στοὺς νέους μας νὰ δίνουμε στερεὰ τροφὴ προσφέρουμε μουχλιασμένη, τυποποιημένη πνευματικῶς. Ὅ,τι σερβίρει ὁ συρμὸς τῆς νέας ἰδεολογίας τοῦ νέου ἀθεϊσμοῦ.
Ἀντι του θείου λόγου δίδουμε λόγο ἀνθρώπινο, ξύλινο, ἐκκοσμικευμένο, τὸ χειρότερο, παγανιστικό.
Ἀντι του ἤθους προσφέρουμε τὸ ἄηθες καὶ εἰρωνευόμεθα τὸ ἠθικό, καθαρὸ καὶ ἁγνό.
Δὲν ὑπάρχουν στὸ λεξιλόγιό μας οἱ λέξεις «ἐγκράτεια» καὶ «παρθενία».
Φθάσαμε ἀντὶ τῆς παρεχομένης εὐλογίας τοῦ γάμου στὸ ναὸ τοῦ Θεοῦ, στὴν ἐκκλησία, σὲ ἐλεύθερες συμβιώσεις καὶ σὲ ἁπλὲς δικαιοπρακτικὲς συμβάσεις γάμου.
Ἀντι της εὐσεβείας καὶ τηρήσεως τοῦ νόμου Θεοῦ προχωρήσαμε στὴν κάθε εἴδους ἀσέβεια καὶ ἀνομία καὶ ἀκόμη περισσότερο ἀμνηστεύσαμε τὴν ἁμαρτία καὶ συνάμα καὶ τὴν προβάλλουμε.
Νὰ μιλήσουμε γιὰ ὁράματα, γιὰ ἰδανικά, γιὰ πρότυπα γιὰ πανάρχαιες ἀξίες ζωῆς! Αὐτὸς ὡστόσο ὁ νέος ἀθεϊσμὸς ἔχει ὀδυνηρὲς ἠθικὲς συνέπειες μὲ τὴν εὐρύτερη σημασία ὄρου.
Μακρυὰ ἀπὸ τὸν Θεό, ἡ κακοδαιμονία τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου. Ἡ ἀπανθρωπιά. «Ὁ ἄνθρωπος χωρὶς θεὸ εἶναι ὁ ἄνθρωπος ἐναντίον τοῦ ἀνθρωπισμοῦ», ἔγραφε ὁ Gabriel Marcel. «Ἂν δὲν ὑπάρχει Θεός, τὸ πᾶν ἐπιτρέπεται’, φώναζε καὶ ὁ γερὸ-Καραμαζὼφ στὸ περίφημο μυθιστόρημα τοῦ Ντοστογιέφσκυ.
Μακράν του Θεοῦ «μόνον δάκρυα (nur tranen)». Καὶ τοῦτο γιατί ζωὴ χωρὶς τὸ Θεὸ εἶναι χωρὶς πυξίδα ἐλπίδας, ζωὴ ἀπαρηγόρητη, ζωὴ ἠθικῶς ἀθλία, ἄνευ νοήματος. Ζωὴ ποὺ δὲν ἀντέχεται.
Τὸ δράμα τοῦ συγχρόνου ἀνθρώπου εἶναι ἡ στέρησις τοῦ Θεοῦ, ἡ ἀπιστία, ἡ ἀθεΐα, ἡ μὴ εὕρεση τοῦ θεοῦ. Γιατί τὸ θέμα Θεὸς εἶναι θεμελιῶδες γιὰ τὴν ἀνθρώπινη ὕπαρξη. Δὲν ὑπάρχει μηδέν. Ὑπάρχει ὁ Θεός.
Στὸ σημεῖο αὐτὸ ἔχουμε νὰ καταθέσουμε ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφή, Παλαιὰ καὶ καινὴ Διαθήκη ὅτι ὁ Θεὸς ἐπιθέτων ἀνεξάλειπτον τὴν ἑαυτοῦ σφραγίδα ἐπὶ τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου, (ἄνθρωπος γὰρ ψυχοσωματικὴ ἑνότης) καὶ ἐμφυτεύων τὸν ἠθικόν του νόμον στὴ συνείδηση τοῦ πλάσματός Του θέτει τὰ ἀπαρασάλευτα θεμέλια της ἀμέσου ἀναφορᾶς καὶ κοινωνίας, τῆς προσωπικῆς σχέσεως μὲ τὸ Θεό. Ἡ μεταφυσικὴ ἀνησυχία, ἀναζήτηση καὶ φορᾶ τοῦ ἀνθρώπου πρὸς τὸ Θεὸ σημαίνει τὴν ἐσωτάτη πνευματικὴ ἐξάρτησή μας ἀπὸ τὸν Οὐράνιο Πατέρα μας. Δὲν εἴμαστε ἐμεῖς ποὺ ἀνακαλύψαμε τὸ Θεό. Ἐκεῖνος ἀποκαλύφθηκε σὲ ἐμᾶς. Καὶ τὸ πρῶτο ποὺ βλέπει ὁ ἄνθρωπος μόλις ἀνοίγει τοὺς ὀφθαλμοὺς τοῦ μετὰ τὴν ἐμφύσησιν τῆς θείας πνοῆς εἶναι ὁ Θεός. Εἶναι λοιπὸν θρησκεῦον ὂν ὁ ἄνθρωπος. Ὁ Θεὸς εἶναι Ἐκεῖνος ποὺ ὁρίζει τὰ σύμπαντα καὶ τὴ ζωὴ τοῦ καθενός μας. Δεν ἤλθαμε στὴ ζωὴ αὐτομάτως. Γνωρίζει κάθε λεπτομέρεια ὡς Παντογνώστης καὶ ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἡ κορωνὶς τῆς θείας Δημιουργίας, πλασμένος «κατ’ εἰκόνα καὶ καθ’ ὁμοίωσιν» Θεοῦ. Εἶναι Ἐκεῖνος ὁ Ὁποῖος κρίνει καὶ ὁμιλεῖ.
Ἀλλὰ πῶς ὁμιλεῖ ὁ Θεός;
Ἰδοὺ τὸ σπουδαιότατο καὶ λίαν χρήσιμο ἐρώτημα: Ὁ Θεός, ὁ Πλάστης καὶ Δημιουργός του ἀνθρώπου δὲν ἔχει ἐγκαταλείψει τὸν ἄνθρωπο. Μὲ πολλοὺς τρόπους ὁμιλεῖ ὁ Θεὸς στὸ πλάσμα Του. Δὲν χρειάζεται νὰ ἔχει τὴν ἰδικὴ μᾶς γλώσσα. Ὡστόσο μᾶς ὁμιλεῖ, ἀρκεῖ ἐμεῖς νὰ ἔχουμε τὴ διάθεση, διάκριση καὶ ἑτοιμότητα νὰ Τὸν ἀκοῦμε καὶ νὰ ἐννοοῦμε τὰ θεία οὐράνια μηνύματά Του.
Πῶς λοιπὸν ὁμιλεῖ ὁ Θεός;
Πρῶτον, μὲ τὴ φωνὴ τῆς συνειδήσεως. Είναι ἕνα μεγάλο μυστήριο, ἡ φωνὴ τῆς συνειδήσεως στὸ ἐσωτερικό του κάθε ἀνθρώπου. Συνείδησις εἶναι ἡ ἠθικὴ δύναμις τοῦ νοεροῦ τῆς ψυχῆς ἡ κρίνουσα τὰς πράξεις μας. Ὅλοι μας ἔχουμε πείρα τῆς συνειδήσεως. Ἀκοῦμε συχνὰ τὴ φωνή: -Μὴν κάνεις αὐτό. Κᾶνε ἐκεῖνο. Καὶ συγχρόνως ἡ φωνὴ αὐτὴ τῆς συνειδήσεως ἔρχεται ὡς φωνὴ ἐλεγκτικὴ ποὺ δὲν μᾶς ἀφήνει νὰ ἡσυχάσουμε. Ἀλλὰ καὶ ὡς ἄγγελος Θεοῦ μᾶς λέγει τὴ βουλὴ τοῦ Θεοῦ.
Δεύτερον, μᾶς ὁμιλεῖ ὁ Θεὸς μὲ τοὺς συνανθρώπους μας. Δια τῶν ἀνθρώπων ὁμιλεῖ ὁ φιλάνθρωπος Θεός. Μὲ τὸν ἄλλο συνάνθρωπο ποὺ εἶναι ὁ καθένας μας καὶ εἰκόνα Θεοῦ καὶ τὸν ἔχουμε δίπλα μας στὴν ἀνθρώπινη κοινωνία. Πολλάκις καὶ μὲ ἁπλούς, ταπεινοὺς ἀνθρώπους ποὺ ὁ Ὕψιστος χρησιμοποιεῖ γιὰ τὴν σωτηρία μας. Εἶναι οἱ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ.
Τρίτον, ὁ Θεὸς μᾶς ὁμιλεῖ μὲ τοὺς Ἁγίους Του. Αγίους ποὺ ἀναδεικνύει ἡ θεία Χάρις σὲ κάθε ἐποχή. Οἱ ἅγιοι ἀναμεταδίδουν τὴ φωνή, τὶς θεῖες ἐντολές. Ὁ ἐνάρετος βίος τους, τὰ θαύματα, ἡ εὐωδία τῶν λειψάνων τους, ἡ παρουσία τοὺς ὅλα αὐτὰ ἀποκαλύπτουν καὶ δηλώνουν τὴ θεία φωνή.
Ἕνα τέταρτο σημεῖο ἐξαιρετικὰ σπουδαῖο της φωνῆς τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ ὕπαρξη τῆς Ἁγίας Ἐκκλησίας. Ο Θεὸς ὁμιλεῖ διὰ τῆς ἁγιαστικῆς χάριτος τῶν ἱερῶν Μυστηρίων τὰ ὁποία τελεσιουργοῦνται στὴν Κιβωτὸ τῆς σωτηρίας, τὴν Ἐκκλησία. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι θεῖον καθίδρυμα, τὴν Ὁποία δὲν θὰ πρέπει νὰ τὴ θεωροῦμε μοναχὰ ὡς μία διοικητικὴ ἀνθρώπινη ὀργάνωση, ἀλλὰ πρωτίστως ὡς τὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ὡς ὁ Χριστὸς παρατεινόμενος εἰς τοὺς αἰώνας, ὡς μία συνεχῆ Πεντηκοστὴ ὅπου τὸ Ἅγιον Πνεῦμα λαλεῖ καὶ ἐνεργεῖ διὰ τῶν κληρικῶν καὶ Αὐτὸ εἶναι ἡ ζωογόνος πνοὴ τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Θεὸς ὁμιλεῖ διὰ τῆς Ἐκκλησίας «εἰς οἰκοδομὴν σώματος» γι’ αὐτὸ καὶ οἱ πιστοὶ μέλη τῆς Ἐκκλησίας δὲν εἶναι ὡς ἐκκλησιαστικὴ σύναξις ἕνα ἁπλὸ ἄθροισμα ἀνθρώπων ἢ ὀπαδῶν μίας ἰδεολογίας ἀλλὰ κοινωνία χάριτος Θεοῦ.
Ἀκόμη ὁ Θεὸς μᾶς ὁμιλεῖ καὶ μ’ ὅλα ὅσα συμβαίνουν στὸν μάταιο τοῦτο κόσμο. Μας ὁμιλεῖ ἐνίοτε καὶ μὲ τὶς ἀσθένειες, τὶς θλίψεις, τὸν πόνο, τὴν ἀποτυχία, ἀλλὰ καὶ μὲ τὶς ἐπιτυχίες καὶ χαρές. Ὁμιλεῖ μὲ πολλοὺς τρόπους. Καὶ τέλος θὰ προσθέσουμε ὅτι μᾶς ὁμιλεῖ καὶ διὰ τῆς σιωπῆς Του. Πρόκειται γιὰ τὸν ἀλάλητο λόγο τοῦ Θεοῦ. Γιὰ τὴ μυστικὴ ἀξία τῆς σιωπῆς Του. Καὶ ἡ σιωπὴ διδάσκει καὶ νουθετεῖ.
Ὅταν, λοιπόν, ὁ Θεὸς ὁμιλεῖ καὶ μᾶς καλεῖ καὶ προσκαλεῖ ὁποία θὰ πρέπει νὰ εἶναι ἡ δική μας στάση ζωῆς; Ἡ ἀπάντηση ἡ δική μας εἶναι τὸ «Γενηθήτω τὸ θέλημά Σου». Τότε εἴμεθα ἐλεύθεροι καὶ ἀπελεύθεροι ἀπὸ τὸ στενὸ ὁρίζοντά μας, τὴν προσήλωσή μας στὰ φθαρτὰ καὶ γήινα ἀντὶ τῶν ἀφθάρτων καὶ αἰωνίων. Μὴ συνεπῶς ἔχουμε κλειστὰ τὰ ὦτα στὴ φωνὴ τοῦ Θεοῦ. Στὸ «Εἶπεν ὁ Θεός», νὰ ἀπαντᾶμε «Λάλει Κύριε ὅτι ὁ δοῦλος Σου ἀκούει».
Αὐτὸ σημαίνει συνεχῆ αἴσθηση τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ, μνήμη Θεοῦ καὶ ἐμπιστοσύνη σὲ Αὐτόν. Ἐμπιστοσύνη εἶναι τὸ μεγάλο κεφάλαιο τῆς ἀνθρώπινης πορείας καὶ προσωπικῆς ἱστορίας. Ὅλοι μας γράφουμε ἱστορία. Ὁποία ὅμως; Μὲ τὸ Θεὸ ἢ χωρὶς τὸ Θεό!
Ἂν εἶναι χωρὶς τὸν Θεὸ ὑπακούοντας τυφλὰ στὰ κελεύσματα τοῦ νέου ἀθεϊσμοῦ, τότε ἰσχύει καὶ γιὰ μᾶς τὸ «ἤρξατο καταποντίζεσθαι» καὶ τὸ «ἄνθρωπος ἐν τιμὴ ὧν οὐ συνῆκε, παρασυνεβλήθη τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις καὶ ὁμοιώθη αὐτοῖς» καὶ τὸ «ὁ ἄπιστος εἰς θάλασσαν ἀλίμενον πλανᾶται διηνεκῶς».
Μὲ τὸ Θεὸ διέρχεσαι ἀπὸ τὴν ἀλογία καὶ ἀπανθρωπιὰ στὴ θεϊκὴ ἐμπειρία, στὴ θεογνωσία, στὴν ἄλλη γνώση καὶ γεύση. Γιατί ὁ Θεὸς δὲν ἀποδεικνύεται. Βιώνεται. Καὶ ὅλοι μας ἔχουμε ἄμεση ἀνάγκη ἀπὸ θεϊκὸ βίωμα, ἀπὸ χάρη Θεοῦ, ἀπὸ πίστη, ἡ ὁποία μιλᾶ ἄφωνα καὶ τὰ ἄφατα μυστήρια τοῦ Θεοῦ στὴ ζωή μας.
Καὶ θὰ πρέπει νὰ τὸ ὑπογραμμίσουμε καὶ τοῦτο, γενικότερα, ὅτι ὁ ἑλληνικὸς λαὸς στὸ βάθος εἶναι πιστὸς καὶ εὐλαβής. Ξέρει. Δὲν υἱοθετεῖ κανένα ἰδεολόγημα τοῦ νέου ἀθεϊσμοῦ. Εἶναι τὸ παρήγορο καὶ ἐλπιδοφόρο σημεῖο γιὰ τὸν τόπο μας.
Ἀγαπητοί μου,
Ὁ τίτλος τῆς παρούσης ὁμιλίας ἦταν: «Μὲ τὸ Θεὸ ἢ χωρὶς τὸ Θεό»; Ἐμεῖς λέμε: Μὲ τὸ Θεό.
Πηγή: Ἐφημερίδα “Ἐκκλησιολόγος”
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου