Μια ἀπόπειρα κατανόησης καί συνολικῆς προσέγγισης τῶν ζητημάτων πού ἀφοροῦν τήν ὁριοθέτηση τῶν θαλασσίων ζωνῶν τῆς Ἑλλάδας
Τοῦ Γεωργίου Σαββαϊδη*
Οἱ γραμμές αὐτές γράφονται σέ μία προσπάθεια ἐπεξήγησης καί καλύτερης κατανόησης ὁρισμένων κανόνων τοῦ ἰσχύοντος Δικαίου τῆς Θαλάσσης ἀφενός καί τῆς ἀνάγκης συνολικῆς προσέγγισης τῶν ζητημάτων πού ἀφοροῦν τήν ὁριοθέτηση τῶν θαλασσίων ζωνῶν τῆς Ἑλλάδος ἀφετέρου.
Ἡ προσπέλαση τῶν ζητημάτων αὐτῶν δέν εἶναι εὐχερής διότι ἐμπλέκονται νομικά, πολιτικά, ἱστορικά, ἀμυντικά καί οἰκονομικά ζητήματα διαφόρου προελεύσεως καί σημασίας πού ἀπαιτοῦν μακρόχρονη γνώση, παρακολούθηση τῶν ἐξελίξεων καί συνολική ἐκτίμηση καί προσέγγιση πρίν ἀπό τήν ἀνάληψη δράσεων καί πρωτοβουλιῶν.
ΠαρεμβάσειςΤο πολυσύνθετο καί πολυδιάστατο τῶν ζητημάτων αὐτῶν ἐπεξηγεῖ, σέ σημαντικό βαθμό, ἀλλά ὄχι πλήρως τήν ἀποσπασματική προσέγγισή τους ἀπό...
πολιτικούς, ἀκαδημαϊκούς, διπλωματικούς καί δημοσιογραφικούς ταγούς κατά τά τελευταία σαράντα χρόνια τουλάχιστον. Δυστυχῶς ὅμως παρεμβαίνουν πέραν τῶν γνωστικῶν ἐλλείψεων καί τῶν ἐγγενῶν δυσκολιῶν κατανόησης, καί ἄλλοι σοβαρότεροι παράγοντες πολιτικοῦ, ἰδεολογικοῦ, ἰδεοληπτικοῦ ἤ καί συνωμοσιολογικού, ὁρισμένες φορές, χαρακτῆρος πού ἐκτρέπουν τήν ἀνάγκη ἤρεμης, νηφάλιας καί συνεκτικῆς προσέγγισης τῶν πολύ σημαντικῶν αὐτῶν ζητημάτων.Οἱ παρεμβάσεις αὐτές ἀποδίδουν προθέσεις ἀνεπίτρεπτων συμβιβασμῶν, ἀποκαλύπτουν δῆθεν ἀναληφθεῖσες δεσμεύσεις πρός γείτονες καί τρίτους, ἐμπλέκουν τόν χειρισμό ζητημάτων ἐσωτερικῆς φύσεως καί ἐπικαιρότητας μέ τόν χειρισμό πρωτοβουλιῶν ἤ καί διμερῶν διαπραγματεύσεων τῆς χώρας, μέ προφανῆ ζημιογόνα ἀποτελέσματα στή διεξαγωγή τῶν τελευταίων κ. τ. λ. Κοινή ἐπωδός καί σύνηθες ἀβασάνιστο συμπέρασμα τῶν προαναφερθέντων εἶναι ὅτι ἡ χώρα στερεῖται πολιτικῆς καί διπλωματικῆς σοβαρότητος στήν ἀντιμετώπιση τῶν ζητημάτων αὐτῶν, ὅτι οἱ ἔχοντες τήν εὐθύνη τῶν χειρισμῶν κινοῦνται συχνά μεταξύ ἀνεπάρκειας, ἐρασιτεχνισμοῦ ἤ καί ἐθνικῆς μειοδοσίας καί ὅτι ἐνόψει ὅλων αὐτῶν τῶν (διαχρονικῶν) ἀνεπαρκειῶν, δυσλειτουργιῶν ἤ καί ἐλλείψεων σταθερῶν πατριωτικῶν ἀντιβάρων, εἶναι προτιμότερο ἄν ὄχι ἀναγκαῖο τά σχετικά ζητήματα νά παραμένουν ἀνέγγιχτα ἤ ἀρρύθμιστα.
Οἱ ἀντιλήψεις αὐτές, πού κατά καιρούς ἐκφράζονται ἀπό διάφορες πλευρές, ἐπιβάλλουν νομίζω μία συνοπτική, λόγω χώρου, ἀλλά ἐπιχειρηματολογημένη ἀνασκευή:
Πρῶτον. Ἡ Ἑλλάς ἔχει θέσει κατά τά τελευταία χρόνια ὡς βασικό στρατηγικό στόχο τήν ὁριοθέτηση τῶν θαλασσίων ζωνῶν της μέ ὅλα τά γειτονικά της κράτη μέ βάση τά δικαιώματα πού ἀπορρέουν ἀπό τό ἰσχῦον Δίκαιό της Θαλάσσης. Ἐάν σκεφθεῖ κανείς πόσους ἀγῶνες καί θυσίες ἀπήτησε γιά τό Ἔθνος μας ὁ διαδοχικός καθορισμός τῶν χερσαίων συνόρων της χώρας ἀπό τό 1830 καί ἐντεῦθεν, μπορεῖ σχετικά εὔκολα νά ἀντιληφθεῖ τή σημασία καί τό εὖρος τοῦ ἐγχειρήματος μέσω τῆς διπλωματίας καί τῆς διαπραγμάτευσης.
Δεύτερον. Λέγοντας θαλάσσιες ζῶνες ἐννοοῦμε, κατά τό Διεθνές Δίκαιο, τέσσερις διαφορετικές θαλάσσιες περιοχές οἱ ὁποῖες ὑφίστανται σήμερα γύρω ἀπό τήν ἐδαφική ἐπικράτεια τῆς χώρας ἤ δέν ὑφίστανται ἀλλά μποροῦν νά ἐγκαθιδρυθοῦν στό μέλλον ὑπό τίς προϋποθέσεις καί τά ὅρια πού καθορίζει τό ἰσχῦον Δίκαιό της Θαλάσσης. Οἱ ζῶνες αὐτές εἶναι τά χωρικά ὕδατα, ἡ συνορεύουσα ζώνη, ἡ ὑφαλοκρηπίδα καί ἡ ἀποκλειστική οἰκονομική ζώνη. Ἐντός τῶν ζωνῶν αὐτῶν ἰσχύουν διαφορετικά νομικά καθεστῶτα ἐξικνούμενα ἀπό τήν πλήρη ἄσκηση κυριαρχίας μέχρι τήν ἄσκηση ὁρισμένων διοικητικῶν ἁρμοδιοτήτων.
Τρίτον. Τό ἰσχῦον Δίκαιό της Θαλάσσης παρέχει κατ’ ἀρχήν τουλάχιστον ἰσότητα νομικῶν δικαιωμάτων σέ ὅλα τά τμήματα ἑνός κράτους εἴτε αὐτά εἶναι ἠπειρωτικά εἴτε νησιωτικά. Εἰσάγει ὅμως μία ἐξαίρεση στήν ἀναγνώριση αὐτῶν τῶν δικαιωμάτων, καθόσον ἀφορᾶ στήν ὑφαλοκρηπίδα καί τήν ἀποκλειστική οἰκονομική ζώνη, προκειμένου περί βράχων πού εἶναι ἀκατοίκητοι ἤ δέν μποροῦν νά συντηρήσουν μορφή οἰκονομικῆς ζωῆς. Στίς εἰδικές αὐτές περιπτώσεις τούς ἀναγνωρίζει μόνο χωρικά ὕδατα καί συνορεύουσα ζώνη.
Τέταρτον. Τό ἰσχῦον Δίκαιο καθορίζει γιά κάθε μία ἀπό τίς προαναφερθεῖσες ζῶνες διαφορετικά μέγιστα ὅρια. Τά κράτη ἔχουν τή δυνατότητα νά ὁρίσουν τό maximum τοῦ προβλεπόμενου ὁρίου ἤ καί ὀλιγοτερο. Προκειμένου περί χωρικῶν ὑδάτων καί ἐφόσον ὁρίζεται τό maximum σέ περιοχές στενῶν διεθνοῦς ναυσιπλοΐας, τό παράκτιο κράτος ὑποχρεοῦται στήν ἐφαρμογή ὁρισμένων συγκεκριμένων διατάξεων τοῦ Δικαίου τῆς Θαλάσσης, πού σκοπόν ἔχουν τήν ἐξασφάλιση τῆς ἐλευθερίας διεθνοῦς ναυσιπλοΐας καί ἀεροπλοΐας.
Πέμπτον. Τά ἰσότιμα δικαιώματα πού ἀναγνωρίζονται, ὅπως προαναφέρθηκε, στά κράτη ἀναφορικά μέ τά ἠπειρωτικά καί νησιωτικά ἐδάφη τους, ὑπόκεινται στή διαδικασία τῆς ὁριοθέτησης ἐφόσον οἱ ἀντίστοιχες θαλάσσιες ζῶνες τούς ἐπικαλύπτονται.
Πρόκειται περί τῆς διαδικασίας ἐκείνης ἡ ὁποία ἀποτελεῖ τό ἀναγκαῖο συμπλήρωμα τῆς ἀναγνωρίσεως ὅλων τῶν δικαιωμάτων τῶν ἐδαφῶν ὅπως προεξετέθησαν. Ἡ διαδικασία τῆς ὁριοθέτησης συνιστᾶ θεωρητικά νομική καί τεχνική μεθοδολογία. Τέτοιος ὅμως περιοριστικός χαρακτηρισμός εἶναι ἁπλῶς ἀπατηλός ἤ ψευδεπίγραφος. Καί τοῦτο γιά δύο λόγους: Κατά πρῶτον διότι τό ἰσχῦον Δίκαιό της Θαλάσσης διαφοροποιεῖ τή διαδικασία τῆς ὁριοθέτησης ἑκάστης θαλασσίας ζώνης καί κατά δεύτερον ἐπειδή ἡ φρασεολογία πού χρησιμοποιεῖται εἶναι ἠθελημένα ἀόριστη καί παραπέμπει ρητά στή μέση γραμμή ἴσης ἀποστάσεως μόνο στήν περίπτωση τῆς χωρικῆς θαλάσσης πού ὁριοθετεῖται, ἐνῶ στίς πολύ σημαντικές περιπτώσεις τῆς ὑφαλοκρηπίδος καί τῆς ἀποκλειστικῆς οἰκονομικῆς ζώνης, ἠθελημένα καί πάλι ἀόριστα καί γενικόλογα, παραπέμπει στό Διεθνές Δίκαιο καί στήν ἀνάγκη ἐπιτεύξεως ἑνός δίκαιου ἀποτελέσματος, ὡς προϊόντος της συγκεκριμένης ὁριοθέτησης.
Ἕκτον. Τίς προαναφερθεῖσες καί ἠθελημένα ἀόριστες καί γενικόλογες αὐτές διατυπώσεις ἦλθε νά ἑρμηνεύσει μέ σειρά ἀποφάσεών του ἀπό τό 1969 καί ἐφεξῆς τό Διεθνές Δικαστήριο τῆς Χάγης. Οἱ ἀποφάσεις αὐτές συνιστοῦν κυμαινόμενη διεθνῆ νομολογία, μέ εἰσαγωγή διαφόρων κριτηρίων, τά ὁποία ὑποτίθεται ὅτι ἀφοροῦν στήν συγκεκριμένη ὑπόθεση πού ἄγεται ἐνώπιόν του ΔΔΧ. Παρά ταῦτα δημιουργοῦν σπουδαῖα νομικά προηγούμενα, τά ὁποῖα οἱ διάδικοι προσπαθοῦν μέ κάθε τρόπο νά ἐκμεταλλευθοῦν, νά ἑρμηνεύσουν ἤ καί νά παρερμηνεύσουν κατά τά συμφέροντά τους εἴτε στό στάδιο τῶν διαπραγματεύσεων εἴτε στό στάδιο τῆς δικαστικῆς παραπομπῆς ἐφόσον φθάσουν μέχρις ἐκεῖ.
Ἕβδομον. Τά προεκτεθέντα πού ἀναφέρονται τόσο στήν ἀναγνώριση δικαιωμάτων τῶν παρακτίων κρατῶν ἐπί τῶν θαλασσίων ζωνῶν, ὅσο καί στήν ὁριοθέτηση τῶν δικαιωμάτων αὐτῶν, εἶναι ἐνδεικτικά ὅτι αὐτοματισμοί στήν ἀναγνώριση δικαιωμάτων ἤ ἀσφαλεῖς προβλέψεις γιά τήν ἔκβαση δικαστικῶν παραπομπῶν μέ βάση ὄχι μόνο τό ἠθελημένα ἀσαφές Δίκαιό της Θαλάσσης, ἀλλά καί τήν ἐξελισσόμενη διεθνῆ νομολογία εἶναι ἀστάθμητοι ἐν πολλοῖς παράγοντες καί δέν θά πρέπει νά θεωροῦνται δεδομένοι.
Ὄγδοον. Ἡ παραπομπή σέ διεθνῆ δικαστική ἐπίλυση, πέραν τῶν ἀβεβαιοτήτων ἐκβάσεως πού παρουσιάζει, ἀπαιτεῖ καί σύνταξη συνυποσχετικοῦ (πού ἀποτελεῖ εἰδική διεθνῆ συμφωνία καί χρειάζεται κύρωση ἀπό τά κοινοβούλια τῶν ἐνδιαφερομένων). Ἐπί πλέον, συνιστᾶ χρονοβόρο καί δαπανηρή διαδικασία, ἀφήνει ἀνοιχτό τό ἐνδεχόμενο παρεμβάσεως τρίτων χωρῶν κατά τό στάδιο τῆς ἐκδικάσεως πρός προστασία τῶν πραγματικῶν ἤ εἰκαζομένων συμφερόντων τους καί, τέλος, δέν ἀποκλείει ἐξ ὁρισμοῦ διαφωνίες περί τήν ἐφαρμογήν τῆς ἐκδοθησομένης ἀποφάσεως ἰδίως ἐάν ὑπάρξει κακοπιστία τῶν διαδίκων.
Τά δεδομένα αὐτά ὁδηγοῦν ὁρισμένους διεθνολόγους νά προτιμοῦν μία συμβιβαστική διμερῆ συμφωνία ὁριοθέτησης ἀπό μία ἰδιαίτερα εὐνοϊκή γιά τόν ἕνα τῶν διαδίκων δικαστική ἀπόφαση, ἡ ὁποία ἐνδεχομένως θά ἀμφισβητηθεῖ στήν πράξη.
Ἔνατον. Ὅλοι οἱ ἀνωτέρω παράγοντες ὁμού λαμβανόμενοι καί συνεκτιμώμενοι ὁδηγοῦν στό συμπέρασμα ὅτι ἡ χώρα μας ὀρθῶς ἀνέλαβε προσπάθεια πρό μερικῶν ἐτῶν νά ὁρίσει, μέσω διαπραγματεύσεων μέ τίς ὅμορες χῶρες, τίς θαλάσσιες ζῶνες τίς ὁποῖες δικαιοῦται βάσει τοῦ Διεθνοῦς Δικαίου.
Οἱ χειριζόμενοι τά ζητήματα αὐτά, ἐν ὀνόματι πάντοτε τῶν Κυβερνήσεων τῆς χώρας μας, δέν εἶναι ἐρασιτέχνες ἤ αἰθεροβάμονες μή ἀντιλαμβανόμενοι τίς δυσκολίες ἤ τούς κινδύνους πού κρύβουν πάντοτε οἱ διαπραγματεύσεις αὐτές.
ΔιαλογοςΟμως θά πρέπει νά ὑπογραμμισθεῖ κατά τόν πλέον κατηγορηματικό τρόπο, ὅτι διαπραγμάτευση ὁριοθέτησης θαλασσίων ζωνῶν κατά τό Διεθνές Δίκαιο δέν σημαίνει ἀποδοχή ἤ παραδοχή διεκδικήσεων, διαστρεβλωμένων δικαιωμάτων, ἐπιδιώξεων ἤ μεθοδεύσεων τῆς ὁποιασδήποτε ἄλλης πλευρᾶς. Διάλογος μέ ἀποντες, κωφούς ἤ ὑποστηρικτές, κατ’ ὄνομα μόνον τῆς καλῆς γειτονίας δέν γίνεται νά ὑπάρξει. Διαπραγμάτευση ἐξάλλου παρομοίων θεμάτων ὑπό τό κράτος μεγαφώνων καί προβολέων πουθενά στόν κόσμο δέν διεξάγεται καί ἄν τυχόν ἐπιχειρηθεῖ θά εἶναι ἐξ ὁρισμοῦ ἀδιέξοδος. Ἀπαιτεῖται λοιπόν ἑνότητα σκοποῦ, σοβαρότητα, πρωτοβουλία, βαθιά γνώση τοῦ ἀντικειμένου σέ ὅλες τίς πολύπλευρες πτυχές του καί, τέλος, καί πρό παντός ἰσχυρή πολιτική βούληση.
*Ὁ κ. Γεώργιος Σαββαΐδης εἶναι Πρέσβης, Συντονιστής Πολιτικοστρατιωτικῶν καί Ἐπιχειρησιακῶν Ὑποθέσεων ΥΠΕΞ, πρώην Γέν. Γραμματεύς τοῦ ΥΠΕΞ καί Ἐπικεφαλῆς τῆς Διαπραγματευτικῆς Ὁμάδος τῆς χώρας μας μέ τίς ὅμορες χῶρες γιά τήν ὁριοθέτηση τῶν Θαλασσίων Ζωνῶν.
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου