30 Ιουν 2010

ΑΝΑΜΝΗΣΗ-ΕΝΟΧΗ-ΛΥΤΡΩΣΗ

--> Ἀρχ. Ἰωήλ Κωνστάνταρος Ἱεροκήρυκας - Γενικός Ἀρχιερατικός Ἐπίτροπος Ἱερᾶς Μητροπόλεως Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς καί Κονίτσης
Πρὶν περάσουμε νὰ δοῦμε τὴν κάθε θρησκεία μὲ τὰ ἰδιαίτερα χαρακτηριστικά της, θὰ πρέπει ν’ ἀπαντήσουμε σ’ ἕνα βασικότατο ἐρώτημα ποὺ τίθεται ἀπὸ πολλούς, ὅταν μελετώντας αὐτές, παρατηροῦν πὼς ὅλες γενικῶς οἱ θρησκεῖες, παρὰ τὶς τεράστιες διαφορὲς τοὺς φέρουν κάποια κοινὰ χαρακτηριστικά.
Τὸ ἐρώτημα λοιπὸν ποῦ τίθεται στὸ σημεῖο αὐτὸ εἶναι τὸ ἑξῆς: «Ποιὸς εἶναι ὁ λόγος ποὺ φαίνεται ἕνα κοινὸ ρεῦμα νὰ διαπερνᾶ τὴν προσδοκία ὅλων τῶν ἀνθρώπων καὶ ὅλων τῶν Ἐθνῶν; Ποιὰ εἶναι αὐτὴ ἡ ἐσωτερικὴ αἰτία κατὰ τὴν ὁποία ὅλες οἱ θρησκεῖες, ὅταν μελετηθοῦν βέβαια σωστά, ἐμφανίζουν τὴν προσδοκία τοῦ Λυτρωτοῦ»; Ὁπωσδήποτε, τὸ παραπάνω ἐρώτημα θὰ μᾶς βοηθήσει νὰ προχωρήσουμε στὴν οὐσιαστικὴ ἔρευνα καὶ στὴν ἀποκάλυψη τῆς κοινῆς πανανθρώπινης προσδοκίας. Ταυτοχρόνως δὲ τὸ ἐρώτημα αὐτὸ θὰ φωτίσει τὸν χῶρο ὥστε νὰ ἀνακαλύψουμε μία καταπληκτικὴ παγκόσμια ἀρχαιότατη ἀνάμνηση.

Ἂς ξεκινήσουμε λοιπὸν ἀπ’ τὴν... ἀρχή. 
Συγκλονίζεται ὁ ἄνθρωπος ὅταν μελετᾶ σὲ βάθος τὸ πρῶτο βιβλίο τῆς Ἁγίας Γραφῆς, τὴν Γένεση. Εἶναι τὸ μοναδικὸ βιβλίο ποὺ ἀρχίζει μὲ θεοπρεπῆ καὶ λεπτομερῆ ἐξιστόρηση τῆς δημιουργίας τοῦ κόσμου ἀπὸ τὸν Θεό. Βεβαίως ἡ Ἁγία Γραφὴ δὲν περιέχει ἀνθρώπινη φαντασία ἢ κοσμολογικὲς εἰκασίες , ἀλλὰ ἀποκάλυψη Θεοῦ σὲ ἐμᾶς τοὺς ἀνθρώπους. Μᾶς πληροφορεῖ γιὰ ὅσα μᾶς εἶναι ἀπαραίτητα καὶ ἀπολύτως ἀναγκαία ὥστε νὰ γνωρίσουμε τὸν Δημιουργό μας καὶ τὶς ἰδιότητές του. Μία δὲ βασικότατη ἀλήθεια, πλὴν τῶν ἄλλων ποὺ μᾶς ἀποκαλύπτει, εἶναι ἡ «ἐκ τοῦ μηδενὸς» δημιουργία τοῦ κόσμου ἀπὸ Αὐτὸν τὸν Πανάγαθο, Πάνσοφο καὶ Παντοδύναμο Τριαδικὸ Θεό. 
(Ἐννοεῖται ὅτι γιὰ νὰ παρακολουθήσουμε τὰ ὅσα ἀναφέρονται, εἶναι ἀνάγκη νὰ μελετηθοῦν τὰ πρῶτα κεφάλαια τοῦ βιβλίου τῆς Γενέσεως). 
Ὁ Βασιλιὰς τῆς ὅλης κτίσεως, ἡ κορωνίδα τῆς ὅλης δημιουργίας, ὁ ἄνθρωπος, ὅπως εἶναι γνωστό, διὰ τῆς παραβάσεως τῆς ἐντολῆς τοῦ Θεοῦ, ξέπεσε ἀπὸ τὴν λαμπρὴ κατάσταση ποὺ βρισκόταν, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἐπέλθει αὐτὴ ἡ φοβερὴ κατάσταση ποὺ κάνει τὸν ἄνθρωπο νὰ χάνει τὸν Παράδεισο μὲ ὅ,τι αὐτὸ συνεπάγεται. 
Τὸ μεγαλύτερο λοιπὸν δράμα τοῦ ἀνθρώπου, ἤδη ξεκίνησε μὲ τὴν παρακοή του στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. 
Τὸ ζεῦγος τῶν πρωτοπλάστων βρίσκεται τώρα ἐκτός του «Παραδείσου τῆς τρυφῆς» καὶ γεύεται, «τὴ ἀπάτη τοῦ ὄφεως», τὶς συνέπειες τῆς ἐπιλογῆς του, μὲ κορυφαία πράξη τοῦ δράματος τὸν φοβερὸ καὶ ἀφύσικο θάνατο. 
Χτυπημένο τώρα τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων, θὰ κατακτήσει καὶ θὰ κατακυριεύσει μὲ τὸ πέρασμα τῶν αἰώνων τὴν ἐπιφάνεια τῆς γής. Ὅμως, παρὰ τὴ θλίψη, τὰ ἀφάνταστα βάσανα καὶ τὶς ταλαιπωρίες ἀπὸ τὰ ἀγριεμένα στοιχεῖα τῆς φύσεως, παρὰ τὸν θάνατο ποὺ μὲ τὸ ἀκονισμένο τοῦ δρεπάνι θερίζει ἐξαγριωμένος τὸ δύστυχο γένος τῶν θνητῶν, στὰ βάθη τῆς ὑπάρξεως ὁ ἄνθρωπος, σὰν μία φλόγα, θὰ κρατᾶ ἀναμμένη τὴν ἀνάμνηση τῆς πρώτης εὐτυχίας ἀλλὰ καὶ τὴν φαρμακερὴ συνείδηση τῆς ἐνοχῆς... 
Καὶ οἱ αἰῶνες τώρα διαδέχονται ὁ ἕνας τὸν ἄλλον. Οἱ ἄνθρωποι αὐξάνουν καὶ χωρίζονται σὲ γένη, πατριὲς καὶ σὲ Ἔθνη... Οἱ ἀποστάσεις θὰ χωρίσουν τοὺς λαοὺς καὶ οἱ διαφορετικὲς συνθῆκες διαβίωσης, θὰ τοὺς ἀλλοιώσουν τὴν γλώσσα καὶ τὰ ἔθιμα. Καὶ ὅμως, οἱ τόσες καὶ τόσες ἀναστατώσεις καὶ οἱ ἐξοντωτικοὶ πόλεμοι ποὺ θὰ ἀκολουθοῦν ἀσταμάτητα τὴν δύσμοιρη πορεία τῆς ζωῆς, ἀλλὰ καὶ τὸ φοβερὸ μίσος τῶν ἀκαθάρτων πνευμάτων ,δὲν θὰ ἔχουν τὴν δύναμη νὰ διαγράψουν μέσα ἀπὸ τὴν ψυχὴ τῆς «τραυματισμένης εἰκόνας» τοῦ Θεοῦ, τὴν γλυκειὰ ἀνάμνηση τοῦ Παραδείσου ἀλλὰ καὶ τὴν ταραχὴ τῆς ἐνοχῆς. 
Ὅλες αὐτὲς βέβαια οἱ παραδόσεις ποὺ διαμορφώνονται ἀπὸ τόπο σὲ τόπο καὶ ἀπὸ Ἔθνος σὲ Ἔθνος, μαζὶ μὲ αὐτὴ τὴν ριζωμένη ἀνάμνηση τοῦ «κήπου τῆς Ἐδέμ», σιγὰ-σιγὰ καὶ μὲ τὸ πέρασμα τῶν καιρῶν καὶ τῶν αἰώνων δημιουργοῦν τὶς πρωτόγονες θρησκευτικὲς δοξασίες ποὺ καὶ αὐτὲς ἐξελίσσονται σὲ θρησκεῖες. Παρ’ ὂλ’ αὐτά, ὅπως ἤδη τονίσαμε, πάντοτε, ὅλοι οἱ ἄνθρωποι στὰ βάθη τῆς ὑπάρξεώς τους καὶ στὴν οὐσία τοῦ πιστεύω τους, διακρατοῦν τὴν διπλὴ αὐτὴ ὑπαρξιακὴ κατάσταση τῆς ἀνάμνησης καὶ τῆς ἐνοχῆς. 
Ἔτσι λοιπό, ὁ κάθε λαὸς τώρα, μαζὶ μὲ τὴ δική του γλώσσα, τὰ δικά του ἤθη καὶ ἔθιμα, τὶς δικές του παραδόσεις, θὰ ἐκφράσει μέσα καὶ ἀπὸ τὴν δική του πλέον θρησκεία καὶ μὲ τὸν ἰδιαίτερο τρόπο τοῦ τὴν κοινὴ αὐτὴ πείρα. Καὶ ὁπωσδήποτε, τὸ θαυμαστὸ αὐτὸ παγκόσμιο γεγονός, ἀποδεικνύει τὴν ἑνότητα τοῦ ἀνθρωπίνου γένους στὸν κοινό του πυρήνα, ὅτι δήλ. εἴτε πίστευαν σὲ ἕνα Θεὸ εἴτε σὲ πολλούς, ἡ οὐσία τοῦ θρησκευτικοῦ συναισθήματος παραμένει κοινὴ στὴν ἀνάμνηση καὶ στὴν ἐνοχή. 
Εἶναι μάλιστα πολὺ σημαντικὸ αὐτὸ ποὺ παρατήρησαν κάποιοι οἱ ὁποῖοι δὲν μένουν στὴν ἐπιφάνεια τῶν πραγμάτων, ὅτι ὁ εἰκαστικὸς καὶ καλλιτεχνικὸς χῶρος, περισσότερο ἀπὸ ὁτιδήποτε ἄλλο, ἐκφράζει τὴν πραγματικότητα αὐτή. Καὶ ὄντως, τόσο ἡ μουσική, ὅσο κυρίως τὰ πρόσωπα στὰ ἀρχαῖα ἀγάλματα, ἀνεξαρτήτως τῆς πλαστικῆς τους στάσεως καὶ τῆς καλλιτεχνικῆς γραμμῆς ποὺ χαρακτηρίζει τὸν γλύπτη, ὅλα τὰ πρόσωπα φέρουν ἀποτυπωμένο ἕνα πνεῦμα μελαγχολίας. Σὲ ὁρισμένα μάλιστα ἐξ’ αὐτῶν, ἡ ἀγωνία καὶ ἡ μελαγχολία ἐμφανίζονται πολὺ ἔντονα στὸ ὅλο δημιούργημα. Τοῦτο, ἑρμηνεύουν οἱ εἰδικοί, δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο παρὰ ἡ ἀποτύπωση τῆς ἀνάμνησης τῆς ἐνοχῆς ποὺ ὑπῆρχε καὶ αὐξανόταν σὺν τῷ χρόνω στὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων. Πολὺ δὲ περισσότερο στὶς λεπτὲς συνειδήσεις τῶν καλλιτεχνῶν ποὺ θέλοντας καὶ μὴ ἐπάνω στὰ δημιουργήματά τους, ἀνέκαθεν, ἀποτυπώνουν τὸ βαθύτατο περιεχόμενο τῆς καρδιᾶς τους. 
Πρὶν περάσουμε νὰ δοῦμε μερικὲς χαρακτηριστικὲς περιπτώσεις θρησκευτικῶν παραδόσεων ἄλλων λαῶν, στὸ κοινὸ αὐτὸ ἐπίπεδο γιὰ τὸ ὁποῖο κάνουμε λόγο, νὰ σταθοῦμε καὶ πάλι γιὰ λίγο στὸ Ἑλληνικό μας Ἔθνος. 
Ἤδη ἔχουμε κάνει λόγο γιὰ τοὺς προγόνους μᾶς Ἀθηναίους οἱ ὁποῖοι, ἐκτὸς τῶν ἄλλων εἶχαν στήσει βωμὸ δίχως ἄγαλμα καὶ χωρὶς ναὸ μὲ τὴν παράδοξη ἐπιγραφὴ «ΑΓΝΩΣΤΩ ΘΕΩ». Ὁ Ἀπόστολος τῶν Ἐθνῶν, ὁ Παῦλος, σκέφτηκε ὅτι τὸν ἄγνωστο καὶ μόνο ἀληθινὸ Θεό, ἦλθε νὰ τοὺς κάνει γνωστὸ καὶ θεώρησε καλὸ σημάδι γιὰ τοὺς Ἀθηναίους καὶ σημεῖο ἐπαφῆς, μὲ τὴν ἀποκαλυπτικὴ πίστη, τὸν βωμὸ ἐκεῖνο. Γι’ αὐτὸ ἀκριβῶς ἐπάνω στὸν Ἄρειο Πάγο, ὅπου ἔκανε τὴν περίφημη ὁμιλία του, ἀπ’τὸν βωμὸ τοῦ ἀγνώστου Θεοῦ πῆρε ἀφορμὴ καὶ εἶπε στοὺς Ἀθηναίους ὅτι τὸν Θεὸν «Ὂν ἀγνοοῦντες εὐσεβεῖτε, τοῦτον ἐγὼ καταγγέλω ὑμὶν» (Πράξ. Ἄπ. ΙΖ΄ 23). 
Πολλὲς ἔρευνες καὶ συζητήσεις ἔγιναν ἀπὸ τοὺς πιὸ παλαιοὺς χρόνους γιὰ τὸ θέμα αὐτὸ τοῦ ἀγνώστου Θεοῦ. Ἀπὸ ποιὰ ἀφορμὴ χτίστηκε ὁ βωμὸς αὐτός; Ποιὸς τάχα Θεὸς κρυβόταν κάτω ἀπὸ τὴν ἀνωνυμία αὐτή; Ποιὰ ἐπίσης ἦταν ἡ λατρεία ποῦ τοῦ πρόσφεραν; Στὰ ἐρωτήματα αὐτά, ἀλλὰ καὶ σὲ ἄλλα παρόμοια ὅλες οἱ ἔρευνες καὶ οἱ πιθανὲς ἀπαντήσεις, συγκλίνουν σὲ αὐτὸ ποὺ τονίσαμε παραπάνω. Ὅτι ὁ κάθε λαός, ἄλλος περισσότερο καὶ ἄλλος λιγότερο, πάντως ὅλοι οἱ λαοί, μὲ τὸν δικό του πάντοτε τρόπο ἐκφράσεως ὁ καθένας, ἔδειχναν τὴν δίψα τοῦ Θεοῦ στὴ συνείδηση τοῦ ἀνθρώπου καὶ μάλιστα μέσω αὐτῶν τῶν ἐκφράσεων, ἀποτύπωναν μαζὶ μὲ τὴν μελαγχολία καὶ τὴν γλυκεία ἀνάμνηση, ἐπίσης καὶ τὴν προσδοκία τῆς λυτρώσεως καὶ ἄρα τὴν ἐλπίδα καὶ τὴν προσμονὴ τοῦ Λυτρωτοῦ. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.