Μέσα στὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων λοιπὸν εἶχε βρεθεῖ ὁ Ζαχαρίας -γιατί ἦταν ἄξιος καὶ εἶχε τὸν ἱερατικὸ βαθμὸ γιὰ μία τέτοια ὑπηρεσία. Καθὼς λοιπὸν βρισκόταν στὸ θυσιαστήριο, δέχτηκε μέσα στὴν ἐπίμονη προσευχή του, τὴν ἐπίσκεψη οὐράνιου ἀγγέλου. Τὸν εἶδε νὰ στέκεται δεξιὰ ἀπὸ τὸ θυσιαστήριο ποὺ προσφερόταν τὸ θυμίαμα καὶ νὰ τοῦ μιλάει γιὰ τὸν ἐρχομὸ τοῦ...Λόγου τοῦ Θεοῦ στὴ γῆ, χαρίζοντάς του ἔτσι τὴν πιὸ οὐράνια καὶ πιὸ εὐχάριστη ἀγγελία.
Ὁ Ἄγγελος ποὺ ἔφερε αὐτὰ τὰ σπουδαῖα μηνύματα ἦταν ὁ ἀρχάγγελος Γαβριήλ. Αὐτὸς καὶ μόνο μὲ τὸ ὄνομά του φανερώνει τὴ σημασία ποὺ εἶχαν τὰ μηνύματα ποὺ ἔφερνε. Γιατί αὐτὸς ἦρθε στὸ θυσιαστήριο νὰ ἀναγγείλει θαυμαστὰ γεγονότα, ποὺ θὰ γίνονταν πρὶν ἀπὸ τὴν ἐνανθρώπιση τοῦ Θεοῦ, γιὰ τὴν ὁποία καὶ ὁ ἱερέας Ζαχαρίας τόσο ἐπίμονα παρακαλοῦσε. Αὐτόν, τὸν Ζαχαρία, τὸν εἶδε ὁ ἄγγελος τοῦ Θεοῦ νὰ συγκλονίζεται ἀπὸ τὸ ὅραμα τῆς παρουσίας του καὶ κατάλαβε ὅτι ὅσο πιὸ πολὺ φοβόταν τόσο πιὸ πολὺ κλονιζόταν. Γιατί λέει τὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο: «Ταράχτηκε ὁ Ζαχαρίας βλέποντας τὸν ἄγγελο καὶ ἔπεσε πάνω του φόβος μεγάλος» (Λουκᾶ. 1, 12). Ὁ τρόμος τοῦ Ζαχαρία φανέρωνε ὅτι ἔφτανε ὁ χρόνος ποὺ θὰ σταματοῦσε ἡ ἀπόλυτη ἰσχὺς τοῦ νόμου τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης καὶ ὅτι ἦρθε ὁ καιρὸς ποὺ οἱ ἄνθρωποι θὰ ἀκολουθοῦσαν τὸ δρόμο τοῦ Εὐαγγελίου. Διώχνει λοιπὸν τὸ φόβο ἀπὸ τὸν Ζαχαρία καὶ στὴ συνέχεια τοῦ δίνει τὰ εὐχάριστα μηνύματα. Γιατί ὅσα τοῦ εἶπε δὲν προκαλοῦσαν φόβο ἀλλὰ ἀφοβία καὶ εὐχαρίστηση. Τί τοῦ εἶπε; «Μὴ φοβᾶσαι Ζαχαρία, γιατί ὁ Θεὸς ἄκουσε τὴν προσευχή σου» (Λουκᾶ. 1,13). Δηλαδή, δὲν τοῦ φώναξε μόνο: Τί φοβᾶσαι σεβάσμιε γέροντα, τί φοβᾶσαι τώρα ποῦ παίρνεις αὐτὰ ποῦ ζητᾶς; Τί φοβᾶσαι τώρα ποῦ λυτρώνεσαι ἀπὸ τὸ βάρος τῆς νομικῆς λατρείας; Γιατί ταράζεσαι τώρα ποῦ βλέπεις τὸ φῶς μετὰ ἀπὸ τὴ σκιά; Γιατί μένεις κατάπληκτος τώρα ποῦ βλέπεις νὰ ἑδραιώνονται στὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ ὅσοι κλονίζονταν πρίν; Ἀλλὰ τοῦ εἶπε: Εἶναι ὑπερθαύμαστα αὐτὰ τὰ μηνύματα πού σου φέρνω, δὲν ἐμπνέουν ὅμως φόβο σὲ ὅσους τὰ ἀκοῦνε. Ἔχω νὰ σοὺ ἀποκαλύψω μεγάλα μυστήρια, δὲν πρέπει ὅμως νὰ ταραχτεῖς τώρα ἀκριβῶς ποὺ θὰ τὰ ἀκούσεις. Ἀντίθετα πρέπει νὰ χαρεῖς καὶ νὰ εὐχαριστηθεῖς μαζί μου, γιατί αὐτὰ ἀπὸ τὴ φύση τοὺς προξενοῦν χαρὰ καὶ εὐφροσύνη. Ἡ λύτρωση τῶν ἀνθρώπων βρίσκεται πιὰ κοντά τους. Ἔφτασε ἡ ὥρα νὰ σηκωθοῦν οἱ πεσμένοι. Ὁ νόμος βρῆκε τὸ σκοπό του. Ἔχει πιὰ ἀνατείλει ὁ καιρὸς τῆς θείας Χάριτος. Καὶ πολὺ σύντομα θὰ δεῖς -γιατί βρίσκεται κοντὰ στὰ μάτια σου- Αὐτὸν ποὺ εἶναι τὸ κεφάλαιο ὅλων αὐτῶν πού σου εἶπα. Θὰ δεῖς τὸ Θεὸ Λόγο νὰ σαρκώνεται ἀπὸ τὴν Παρθένο, νὰ γεννιέται, ὅπως ὅλοι ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι καὶ νὰ σώζει ὅλο τὸ ἀνθρώπινο γένος. Καὶ δὲν θὰ θαυμάσεις μόνο αὐτὰ ποὺ τόσο πολὺ ἐπιθύμησες νὰ δεῖς, ἀλλὰ θὰ εὐτυχήσεις καὶ νὰ τὰ ὑπηρετήσεις. Γιὰ νὰ πιστέψεις δὲ στὰ λόγιά μου, προσθέτω -καὶ σὲ παρακαλῶ νὰ πιστέψεις- ἀκόμη ἕνα ἀξιοθαύμαστο γεγονὸς καὶ σοὺ ἀποκαλύπτω ὅτι θὰ γίνουν πραγματικότητα ἐκεῖνα γιὰ τὰ ὁποία εἶχες χάσει τὴν ἐλπίδα σου. Ποιὰ εἶναι αὐτά; «Ἡ γυναίκα σου ἡ Ἐλισάβετ, θὰ σοὺ γεννήσει γιὸ καὶ θὰ τὸν ὀνομάσεις Ἰωάννη. Καὶ θὰ δοκιμάσεις, χαρὰ καὶ ἀγαλλίαση καὶ πολλοὶ θὰ χαροῦν γιὰ τὴ γέννησή του. Αὐτὸς θὰ ἀναδειχτεῖ μεγάλος ἐνώπιόν του Κυρίου καὶ δὲν θὰ πιεῖ κρασὶ καὶ οἰνοπνευματώδη ποτά, καὶ θὰ γεμίσει ἀπὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ἀπὸ τὸν καιρὸ ἀκόμα ποὺ θὰ βρίσκεται στὴν κοιλιὰ τῆς μάνας του. Καὶ πολλοὺς ἀπὸ τοὺς ἀπογόνους τοὺ Ἰσραήλ, ποὺ ἔχουν ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ τὸ Θεό, θὰ τοὺς ἐπαναφέρει μὲ τὴ μετάνοια στὸν Κύριο καὶ Θεό τους, ποὺ ἔγινε γιὰ χάρη τοὺς ἄνθρωπος. Καὶ αὐτὸς θὰ προπορευθεῖ πρὶν ἀπὸ Αὐτὸν μὲ τὸ πνεῦμα καὶ τὴ δύναμη τοῦ προφήτη Ἠλία, γιὰ νὰ ξαναγυρίσει στὰ παιδιὰ τὶς καρδιὲς τῶν πατέρων τους καὶ νὰ ξαναφέρει στοὺς ἀπειθεῖς τὸ φρόνημα ποὺ ἔχουν οἱ δίκαιοι. Καὶ νὰ ἑτοιμάσει ὅλους αὐτοὺς ποὺ εἶχαν καλὴ προαίρεση ὥστε νὰ δεχθοῦν τὸν Κύριο» (Λουκᾶ. 1,13-18).
Βλέπεις πόσα καὶ πόσο μεγάλα εἶναι αὐτὰ γιὰ τὰ ὁποία ἀγγελικὲς φωνὲς μαρτυροῦν ὅτι θὰ μποροῦσε νὰ καυχηθεῖ ὁ Ἰωάννης, γιατί συνέβηκαν στὴ σύλληψή του καὶ πρὶν ἀκόμη ἀπ’ αὐτήν; Βέβαια γεννήθηκε καὶ ὁ Σαμουὴλ ἀπὸ τὴ στείρα μάνα του, ἀλλὰ δὲν ἦταν γερασμένη, οὔτε ὁ πατέρας τοῦ εἶχε προχωρήσει τόσο στὴν ἡλικία, ὥστε νὰ θεωρεῖται γέρος. Γεννήθηκε καὶ ὁ Ἰσαὰκ ἀπὸ γέρους γονεῖς ποὺ εἶχαν πιὰ περάσει τὸ χρόνο τῆς τεκνογονίας καὶ εἶχαν χάσει τὴ φυσικὴ ἀκμὴ γι’ αὐτήν. Αλλά δὲν πληρώθηκε ἀπὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ὅταν ἀκόμα ἦταν μέσα στὴν κοιλιὰ τῆς μάνας του. Ἀλλὰ καὶ ἀπὸ ὅλους τους μεγάλους ἄνδρες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης κανένας δὲν στολιζόταν μὲ τὰ στολίδια ποὺ στολίζεται ὁ Ἰωάννης.
Ὑπῆρξε μὲν προφήτης ὁ Σαμουὴλ καὶ ἔβλεπε πραγματικὰ τὰ μέλλοντα σὰν παρόντα. Καὶ αὐτὸς δὲν εἶχε πιεῖ ποτὲ κρασὶ καὶ οἰνοπνευματώδη ποτά, ἀλλὰ δὲν κατοικοῦσε στὴν ἔρημο οὔτε τρεφόταν μὲ ἀσυνήθιστες στοὺς ἀνθρώπους τροφές. Οὔτε ἡ γέννησή του προξένησε τόση χαρά, ὅση σκόρπισε μὲ τὴν γέννησή του ὂ Ἰωάννης, ποὺ ἀναδείχτηκε ὁ μεγαλύτερος ἀπ’ ὅλους τους ἀνθρώπους καὶ ποὺ ἀξιώθηκε νὰ γίνει ὁ Πρόδρομος τῆς παγκόσμιας χαρᾶς, δηλαδὴ τοῦ Χριστοῦ.
Καρπὸς στείρας ὑπῆρξε καὶ ὁ φημισμένος γιὰ τὴ σοφία τοὺ Ἰωσὴφ καὶ πρὶν βέβαια ἀπ’ αὐτὸν ἐκεῖνος ὁ μακάριος Ἰακώβ, ποὺ τὸν γέννησε ἀπὸ τὴ στείρα Ραχήλ. Ὑπῆρξε ἀκόμα καὶ σώφρονας ὁ Ἰωσὴφ -γιατί νίκησε μὲ τόσο ἀξιοθαύμαστο τρόπο τὴ λαγνεία τῆς Αἰγύπτιας καὶ κράτησε τὴν ἁγνότητά του- ἀλλὰ δὲν ἔγινε ποτὲ ὁ στρατάρχης τοῦ παρθενικοῦ τάγματος, ὅπως ὁ Ἰωάννης. Πόσο δὲ μεγάλη ἀπόσταση ὑπάρχει μεταξὺ παρθενίας καὶ ἠθικῆς ἀκεραιότητας, τὸ μαρτυροῦν μόνες τους αὐτὲς οἱ ἴδιες οἱ ἀρετές. Καὶ εἶναι βέβαιο ὅτι ἡ ὑψηλότερη θέση δίνεται σὲ κείνους τοὺς ἄνδρες καὶ τὶς γυναῖκες ποὺ τίμησαν τόσο τὴν σωματικὴ ὅσο καὶ τὴν ψυχικὴ παρθενία, ποὺ δίνει μὲ τὴ χάρη του καὶ ἐμπνέει μὲ τὸ παράδειγμά του ὁ Χριστὸς καὶ ἔγιναν καὶ εἶναι μιμητὲς τῆς Πανάχραντης Παρθένου ποὺ τὸν γέννησε. Αὐτὸ βέβαια καὶ ὁ ἴδιος ὁ Σωτήρας μᾶς Ἰησοῦς Χριστὸς τὸ ἔκανε ὁλοφάνερο σὲ ὅλους ὅταν εἶπε ὅτι δὲν μποροῦν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι νὰ βαδίσουν στὸ δρόμο τῆς παρθενίας, δηλαδὴ νὰ εἶναι ἄξιοι ἑνὸς τέτοιου χαρίσματος, ἀλλὰ μόνον ἐκεῖνοι γιὰ τοὺς ὁποίους, σύμφωνα μὲ τὴ θεϊκή Του πρόγνωση, τοὺς θεώρησε ἄξιους καὶ τοὺς τὸ χάρισε.
Ὁ Θεὸς ἀγάπησε τὸν Ἰακὼβ ἀκόμα τότε ποὺ βρισκόταν στὴν κοιλιὰ τῆς μάνας του, γιατί ἐκείνη κυοφορώντας τὸν ἄκουσε θεϊκὴ φωνὴ νὰ τῆς λέει: «Ἀγάπησα τὸν Ἰακὼβ καὶ μίσησα τὸν Ἠσαὺ» (Γέν. 25,23 -Ρώμ. 9,13). Ἀλλὰ δὲν πληρώθηκε μὲ Ἅγιο Πνεῦμα ὁ Ἰακὼβ στὸν καιρὸ τῆς κυοφορίας του. Ἰκανώθηκε ἀκόμη ὁ Ἰακώβ, στὸ ὁλονύχτιο ἐκεῖνο δράμα του νὰ παλέψει μὲ τὸ Θεό, γιατί πραγματικὰ τότε βασίλευε τὸ πυκνὸ σκοτάδι τῆς ἄγνοιας τοῦ Θεοῦ. Ἀλλὰ δὲν μπόρεσε καὶ δὲν χαριτώθηκε νὰ πορευτεῖ μπροστὰ ἀπὸ τὸ Θεὸ καὶ νὰ τὸν βαπτίσει. Αὐτό, ἀπ’ ὅλους τους ἀνθρώπους, μόνο ὁ Ἰωάννης μπόρεσε νὰ τὸ τολμήσει. Γιατί εἶχε πιὰ φέξει ὁ ὄρθρος τῆς γνώσεως τοῦ Θεοῦ καὶ κατὰ συνέπεια ἔλαμπε φωτεινὰ ἡ ἡμέρα τῆς ἀλήθειας. Καὶ ὁ Ἰακὼβ ἀπὸ τὴν πάλη τοῦ αὐτὴ μὲ τὸ Θεὸ πληγώθηκε στὸ μηρό του καὶ κούτσαινε καὶ δὲν μποροῦσε καθόλου νὰ βαδίσει γρήγορα. Ἔτσι προμήνυε τόσο φανερὰ ὅτι ὅλοι οἱ ἀπόγονοί του θὰ εἶναι βραδυκίνητοι καὶ δυσκίνητοι, δηλαδὴ ἀπρόθυμοι καὶ ἀδιάφοροι γιὰ τὴ λυτρωτικὴ Χάρη ποὺ ὁ Θεὸς χάριζε στὴ ζωή τους. Δηλαδὴ τὸ πάθημα τοῦ Ἰακὼβ ἔκανε φανερὴ τὴν τόσο καταστρεπτικὴ ἀπροθυμία καὶ ἀδιαφορία τῶν ἀνθρώπων. Ὁ Ἰωάννης ὅμως δὲν εἶχε ποτὲ τοῦ ἕνα τέτοιο ἐλάττωμα, ἂν καὶ καταγόταν ἀπὸ τοὺς ἀπογόνους τοὺ Ἰακώβ. Ἀντίστροφα αὐτὸς γίνεται ἄριστος δρομέας τῆς Χάριτος καὶ πρόδρομός της. Παραμένει μακριὰ ἀπὸ τὴν Ἰουδαϊκὴ ἀπιστία καὶ ἀφήνει πίσω του καὶ μακριὰ τὰ σκιώδη μυστήρια τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης.
Θὰ ἤθελα ἀκόμη νὰ κάνω μία σύγκριση μεταξύ του Σαμψῶν καὶ τοῦ Ἰωάννη. Γιατί καὶ ὁ Σαμψῶν γεννήθηκε ἀπὸ στείρα μάνα καὶ φάνηκε σὰν καρπὸς θερμῆς προσευχῆς πρὸς τὸ Θεὸ καὶ ποτὲ δὲν ἔκοψε τὰ μαλλιά του μὲ δική του ἀπόφαση, ὅπως λέει ἡ Ἁγία Γραφή: «Ποτὲ δὲν ἄγγιξε ξυράφι τὰ μαλλιὰ τῆς κεφαλῆς τοῦ» (Κρίτ, 16,17 – Ἀριθμ. 6,5). Ἦταν ἀκόμη ὁ Σαμψῶν πλουτισμένος καὶ μὲ ἄλλα θεϊκὰ δῶρα καὶ ὅμως ἡ Δαλιδά, πάλι μία πόρνη γυναίκα, τὸν δέσμευσε καὶ δὲν τὸν ἄφησε νὰ βαδίσει τὰ βήματα τοῦ Ἰωάννη. Καὶ ὑπῆρξαν καὶ ἄλλοι πολλοὶ μεγάλοι ἐνώπιόν του Κυρίου, ἀλλὰ δὲν ἀξιώθηκαν νὰ ἐπιστρέψουν τὶς καρδιὲς τῶν Ἰσραηλιτῶν πρὸς τὸν Κύριο καὶ Θεό τους. Οὔτε ἀξιώθηκαν νὰ πορευτοῦν πρὶν ἀπὸ τὸ Χριστὸ μὲ τὴ δύναμη καὶ τὸ πνεῦμα τοῦ προφήτη Ἠλία. Οὔτε ἀναδείχτηκαν σὲ τέτοιο ὕψος ὥστε νὰ βοηθήσουν στὴν ἀναγέννηση τῶν γονιῶν τους, ποὺ εἶχαν μεγαλώσει καὶ τραφεῖ μὲ τὸν Ἰουδαϊκὸ νόμο καὶ νὰ τοὺς κάνουν νὰ συμβαδίζουν μὲ τὰ παιδιά τους, ποὺ τώρα πιὰ βαδίζουν τὸ νόμο τῆς Χάριτος. Οὔτε ὁδήγησαν τοὺς ἀνυπότακτους Ἰουδαίους κατὰ τέτοιο τρόπο, ὥστε νὰ ἀποκτήσουν τὸ φρόνημα καὶ τὴ ζωὴ αὐτῶν ποὺ δικαιώθηκαν μέσα στὸ Χριστό. Οὔτε ἑτοίμασαν τοὺς ἀνθρώπους νὰ δεχτοῦν τὸν Κύριο, ποὺ φανερώθηκε στὴ γῆ καὶ ἔλαμψε σὰν ἄλλος Ἥλιος. Οὔτε καὶ ἀπὸ ὅλα αὐτὰ πέτυχαν ἢ ἔκαναν κάτι μεγαλύτερο. Ἀλλὰ βέβαια τί μπορεῖ νὰ ὑπάρξει μεγαλύτερο ἀπὸ τὸ νὰ δεῖ κανεὶς μὲ τὰ μάτια τοῦ σαρκωμένο τὸν Κύριο καὶ νὰ τὸν βαπτίσει, ὅπως ὁ Ἰωάννης; Γεννήθηκαν λοιπὸν καὶ αὐτοὶ ἀπὸ στεῖρες μητέρες καὶ θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε ὅτι ἦταν φορτωμένοι μὲ πολλὰ δῶρα ἀπὸ τὸ Θεό, τὰ ὁποία ὅμως, ὅταν μὲν συγκρίνονται μὲ τὶς ἀρετὲς ἄλλων ἀνθρώπων φαίνονται μεγάλα, ὅταν ὅμως τολμήσουν νὰ συγκριθοῦν μὲ τὰ ὑπέροχα χαρίσματα τοῦ Ἰωάννη, τότε εἶναι πολὺ μικρά. Μπροστὰ σ’ αὐτὰ τὰ ὑπέροχα καὶ ἀνυπέρβλητα δῶρα τοῦ Ἰωάννη καὶ ὁ ἱερέας Ζαχαρίας, τότε ποὺ ἐπρόκειτο νὰ ἀναδειχτεῖ πατέρας του, ἔμεινε κατάπληκτος καὶ ἡ πολλή του ἀμηχανία τὸν ἔκανε νὰ δεχτεῖ μὲ τὸ νοῦ τοῦ τὸ κεντρὶ τῆς δυσπιστίας. Καὶ πληγωμένος πιὰ ἀπ’ αὐτὴ τὴ δυσπιστία ἀποτόλμησε νὰ ἐκφράσει πρὸς τὸν ἄγγελο ἐκεῖνα τὰ φοβερὰ λόγια της δυσπιστίας: «Τί εἶναι αὐτὸ ποὺ θὰ μὲ κάνει νὰ πιστέψω αὐτὰ πού μου λές, γιατί ἐγὼ εἶμαι πολὺ γέρος καὶ ἡ γυναίκα μου ἔχει καὶ αὐτὴ περάσει τὴν ἡλικία τῆς τεκνογονίας» (Λουκᾶ. 1,18).19 Αὐτὰ τὰ λόγια βέβαια δὲν ἔπρεπε ποτὲ νὰ τὰ πεῖ αὐτὸς ποὺ θὰ γινόταν πατέρας τοῦ Ἰωάννη. Τὰ εἶπε ὅμως ὄχι ὡς πατέρας τοῦ Ἰωάννη, δηλαδὴ πατέρας τῆς φωνῆς ποὺ θὰ ἀξιωνόταν νὰ κηρύξει τὰ πιὸ μεγάλα καὶ τὰ πιὸ ὑπέροχα μηνύματα στὸν κόσμο, ἀλλὰ ὡς ἐκπρόσωπος τοῦ στενόφωνου καὶ βραδύγλωσσου νόμου τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Ὁ Μωυσῆς ποὺ ἔγραψε τὸ Νόμο, ὁ ἴδιος μαρτυρεῖ γιὰ τὸν ἑαυτό του ὅτι ἦταν βραδύγλωσσος καὶ ἰσχνόφωνος. Γι’ αὐτὸ τὸ λόγο λοιπὸν ἀμέσως σιώπησε καὶ αὐτὸς στὸν ὁποῖο δόθηκαν ὅλα αὐτὰ τὰ μηνύματα, γιατί ἔπρεπε ὁ ἴδιος μὲ τὴ σιωπή του νὰ συμβολίσει καὶ νὰ προσημάνει ὅτι ἡ ἰσχὺς τοῦ Μωσαϊκοῦ Νόμου θὰ σταματήσει, μόλις θὰ φανερωθεῖ πλέον ὡς ἄνθρωπος, ὁ Σαρκωμένος Λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ Μεγάλος Νομοθέτης τῆς Χάριτος, Ἰησοῦς Χριστός. Τὰ πίστεψε ὅμως ὅλα αὐτὰ ὁ Ζαχαρίας ὅταν ὁ ἄγγελος τοῦ ἐπέβαλε σιωπή• «Ἐγὼ εἶμαι ὁ Γαβριήλ, ποὺ παραστέκομαι ἐμπρὸς στὸ Θεό, γιὰ νὰ τὸν ὑπηρετῶ. Καὶ μὲ ἔστειλε ὁ Θεὸς νὰ σοὺ μιλήσω καὶ νὰ σοὺ φέρω τὰ χαρούμενα μηνύματα. Καὶ ἀφοῦ ζητᾶς σημεῖο, θὰ τὸ ἔχεις, ὄχι ὅμως ὅπως τὸ θέλεις. Θὰ εἶσαι βουβὸς καὶ δὲν θὰ μπορεῖς νὰ μιλήσεις μέχρι τὴν ἡμέρα, ποὺ θὰ γίνουν αὐτά. Καὶ σοὺ ἐπιβάλλεται αὐτὴ ἡ τιμωρία, ἐπειδὴ δὲν πίστεψες στὰ λόγιά μου, ποὺ θὰ πραγματοποιηθοῦν στὸν καιρὸ τοὺς» (Λουκᾶ. 1,19-20). Καὶ ἦταν πολὺ κατάλληλο ἕνα τέτοιο ἐπιτίμιο, δηλαδὴ ἡ ἀφωνία, ἂν καὶ ἐπρόκειτο νὰ γίνει πατέρας τῆς φωνῆς τοῦ Λόγου. Γιατί δὲν ὑπῆρξε ὁ Ζαχαρίας ἁπλῶς σύμβολο αὐτῶν, ποὺ ἔχοντας τὴ συνείδησή τους διαμορφωμένη, σύμφωνα μὲ τὸ Μωσαϊκὸ νόμο, θὰ δυσπιστοῦσαν στὸ Νόμο τῆς Χάριτος, ἀλλὰ περισσότερο γιατί δὲν πίστεψε ὅτι ἀπὸ αὐτὸν θὰ προέλθει ἡ φωνή, ποὺ θὰ στελνόταν νὰ κηρύξει ὅλα αὐτὰ τὰ νέα καὶ χαρούμενα μηνύματα. Ἐφόσον λοιπὸν δυσπίστησε γιὰ τὴ γέννηση τῆς φωνῆς τοῦ Λόγου, ἦταν δίκαιο νὰ στερηθεῖ καὶ τὴ δική του φωνή. Γιατί, ὅπως λέει καὶ ὁ σοφὸς Σολομῶν, «μέσα στὶς ἁμαρτίες τοῦ βρίσκει κανεὶς καὶ τὴν κόλασή του». Ἔτσι λοιπὸν ἔμαθε νὰ μὴ δυσπιστεῖ γιὰ τὴ φωνὴ ποὺ θὰ προερχόταν ἀπὸ τὴν ἔρημο, δηλαδὴ ἀπὸ τὴ στείρα μάνα.
Ὁ Ἰωάννης λοιπὸν βλάστησε στὴν ἄγονη γῆ, δηλαδὴ στὴ στείρα μήτρα τῆς μάνας του καὶ κήρυξε στὴν ἔρημο τὴν Ἰουδαϊκή, δηλαδὴ στὶς ψυχές, ποὺ δὲν εἶχαν καρποὺς πίστεως. Κήρυξε ἀκόμα καὶ στὴν ἐκκλησία τῶν ἐθνικῶν, ποὺ δὲν εἶχε πιὸ μπροστὰ ὥριμο καὶ γλυκὸ καρπό, πρόσφορο νὰ θρέψει τὸ Χριστὸ ὅπως ἔθρεψε καὶ ὅσους βρῆκε καλοπροαίρετους Σαμαρεῖτες μὲ τὴν πνευματικὴ τροφὴ καὶ τὸ πνευματικὸ νερό, ποὺ ἀποκάλυψε στὴ Σαμαρείτιδα καὶ στὴ Χαναναία ὁ ἴδιος ὁ Κύριος. Σὲ κάθε μία ἀπ’ αὐτὲς τὶς δύο ἐρήμους κήρυξε ὁ Ἰωάννης -ποὺ ὑπῆρξε ἡ μεγάλη καὶ θαυμαστὴ φωνὴ τοῦ Θεοῦ Λόγου- τὸ πραγματικὰ σωτήριο κήρυγμά του, ποὺ στάθηκε ἱκανὸ νὰ τὶς μεταβάλει ἀπὸ ἄκαρπες σὲ καρποφόρες.
(«Τὸ Θεϊκὸ Λυχνάρι, ὁ Τίμιος Πρόδρομος», Ἔκδ. «Ἑτοιμασία»).
Πηγή:Ἀπόψεις γιὰ τὴν Μονὴ Βατοπαιδίου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου