22 Φεβ 2010

H μυστικὴ ζωὴ τῆς Ὀρθοδοξίας



τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου
Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου κ. Ἰεροθέου
ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ «Ὅσοι Πιστοί»,
Ἐκδόσεις Ι.Μ. Γενεθλίου της Θεοτόκου (Λιβαδειᾶ), 1996
Ἐκκλησία καὶ Ὀρθοδοξία ταυτίζονται. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι Ὀρθόδοξη καὶ ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἡ μόνη Ἐκκλησία. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι τὸ Σῶμα τοῦ Χρίστου. Σὲ αὐτὸ τὸ εὐλογημένο Σῶμα ὑπάρχει τὸ Πανάγιο Πνεῦμα ποῦ σὰν ψυχὴ τὸ ζωοποιεῖ. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα κατευθύνει τὴν Ἐκκλησία «εἰς πάσαν τὴν ἀλήθειαν». Ἄρα μέσα στὴν Ἐκκλησία φυλάσσεται ἡ ἀλήθεια, ὅπως τὴν ἀποκάλυψε ὁ Χριστός, τὴν παρέλαβαν οἱ Ἀπόστολοι, τὴν διαφύλαξαν οἱ ἅγιοι Πατέρες καὶ τὴν ὁμολόγησαν οἱ ἔνδοξοι Μάρτυρες. Ἐπειδή, λοιπόν, ἕνα εἶναι τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ καὶ μία εἶναι ἡ ἀλήθεια, γὶ΄ αὐτὸ λέμε ὅτι Ἐκκλησία καὶ Ὀρθοδοξία ταυτίζονται.
Ἐπειδὴ ἕνα εἶναι τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, γὶ΄ αὐτὸ δὲν ὑπάρχουν πολλὲς Ἐκκλησίες, ἀλλὰ μία. Τὸ λέμε στὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως. «Πιστεύω... εἰς μίαν, ἁγίαν, καθολικὴν καὶ ἀποστολικὴν Ἐκκλησίαν»... Ἂν ἰσχυρισθοῦμε ὅτι ὑπάρχουν πολλὲς Ἐκκλησίες, διαπράττουμε μεγάλο σφάλμα, βλασφημοῦμε τὴν Κεφαλὴ τῆς Ἐκκλησίας, τὸν Χριστό. Δὲν μποροῦμε, ἑπομένως, νὰ λέμε ἡ Καθολικὴ Ἐκκλησία ἢ ἡ Προτεσταντικὴ Ἐκκλησία, ἀλλὰ ὁ Παπισμὸς καὶ ὁ Προτεσταντισμός. Οὔτε μποροῦμε νὰ μιλᾶμε γιὰ ἕνωση τῶν Ἐκκλησιῶν. Ἀφοῦ ὑπάρχει ἡ μία Ἐκκλησία, ἀπομένει ὅσοι ἀπομακρύνθηκαν ἀπὸ αὐτὴν νὰ ἐπιστρέψουν.
Αὐτὸ σημαίνει ὅτι μία εἶναι ἡ ἀλήθεια τὴν ὁποία ἀποκάλυψε ὁ Χριστὸς καὶ στὴν ὁποία μᾶς καθοδηγεῖ τὸ Πανάγιο Πνεῦμα. Στὶς ἥμερές μας γίνεται προσπάθεια νὰ ξεχάσουμε τὸν θησαυρὸ ποῦ κατέχουμε καὶ νὰ παραδεχθοῦμε ὅτι ὅλοι οἱ Χριστιανοὶ ἀπὸ κοινοῦ ψάχνουμε νὰ βροῦμε τὴν ἀλήθεια. Αὐτὸ εἶναι μεγάλη ἁμαρτία, γιατί εἶναι σὰν νὰ πιστεύουμε ὅτι πέθανε τὸ πραγματικὸ Σῶμα τοῦ Χρίστου καὶ ὅτι ἀπέτυχε τὸ Πανάγιο Πνεῦμα στὸ νὰ καθοδηγῆ τὴν Ἐκκλησία «εἰς πάσαν τὴν ἀλήθειαν», ὅπως εἶπε ὁ Χριστός. Ἡ πραγματικότητα εἶναι ὅτι ὑπάρχει ἡ Ἐκκλησία καὶ αὐτὴ εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη καὶ ἀκόμη περιμένουμε τοὺς πεπλανημένους καὶ αἱρετικοὺς νὰ ἐπιστρέψουν σὲ αὐτὴν καὶ νὰ παραδεχθοῦν τὴν ἀλήθεια, ὅπως μᾶς τὴν παρέδωσαν οἱ Πατέρες μας.
Εἶναι ἀνάγκη, ὅμως, νὰ τονισθῆ ὅτι καὶ ἐμεῖς πρέπει νὰ ἀρχίσουμε νὰ ἐκτιμοῦμε τὸν μεγάλο θησαυρό, ποῦ ἂν καὶ κατέχουμε, ἐν τούτοις ὅμως ἀγνοοῦμε. Τότε θὰ κατορθώσουμε νὰ λύσουμε ὅλα τὰ προβλήματα, ποῦ μᾶς ἀπασχολοῦν σωστὰ καὶ θὰ ἐκδιώξουμε τὸ ἄγχος, ποῦ τὸ γέννησαν καὶ τὸ ζοῦν ἐκεῖνοι ποῦ ἔφυγαν ἀπὸ τὴν ἀλήθεια καὶ ἔχασαν τὴν ζωή.
* * *
Ὁ Ναθαναὴλ ἐξεπλάγει ἐπειδὴ ὁ Κύριος ἀπεκάλυψε τὸ ἄδολό της καρδίας του καὶ τὸν τόπο ὅπου βρισκόταν. Ἀπαντώντας ὁ Κύριος στὴν ἐρώτησή του προσφέρει μία καινούργια ἀποκάλυψη: «ἀπ’ ἄρτι ὄψεσθε τὸν οὐρανὸν ἀνεωγότα καὶ τοὺς ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ ἀναβαίνοντας καὶ καταβαίνοντας ἐπὶ τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου» (Ἰω. ἃ’ 52) Ἀπόδοση στὰ Νεοελληνικὰ «Σᾶς διαβεβαιώνω πὼς πολὺ γρήγορα θὰ δεῖτε ἀνοιγμένο τὸν οὐρανὸ καὶ τοὺς ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ νὰ ἀνεβαίνουν καὶ νὰ κατεβαίνουν στὸν Υἱὸ τοῦ ἀνθρώπου». Αὐτὸ μας δίδει τὴν ἀφορμὴ νὰ κάνουμε ἕνα μικρὸ σχολιασμὸ καὶ νὰ παρουσιάσουμε πολὺ σύντομα τὸ μεγαλεῖο της Ὀρθοδοξίας, ποὺ εἶναι τὸ ἕνα καὶ μοναδικὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ.
Προφανῶς μὲ τὴ ἀπάντησή Του αὐτὴ ὁ Κύριος θέλει νὰ τονίσει τὴν μεγάλη ἀλήθεια ὅτι ὁ Ἰησοῦς, ὡς Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἡ μεγαλύτερη καὶ κατ’ ἐξοχὴν ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ στὸν ἄνθρωπο. Πράγματι οἱ μαθηταί Του καὶ γενικὰ οἱ ἅγιοι ἀξιώθηκαν νὰ δοῦν πολλὲς φορὲς τὸ ἄνοιγμα τῶν οὐρανῶν καὶ τὴν δόξα τοῦ Θεανθρώπου Ἰησοῦ. Αὐτὸ ἔγινε πρὸ τῆς Πεντηκοστῆς, ἀλλὰ καὶ μετὰ τὴν Πεντηκοστή. Ἀκόμη καὶ ὁ Πρωτομάρτυς Στέφανος στὸ Συνέδριο ὁμολόγησε «Θεωρῶ τοὺς οὐρανοὺς ἀνεωγμένους καὶ τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου ἐκ δεξιῶν του Θεοῦ ἐστώτα» (Πράξ. ζ’ 56).
Ἀλλὰ ξέρουμε καλὰ ἀπὸ τὴν ἐμπειρία ὅλων τῶν ἁγίων ὅτι ἡ θέα τῆς δόξης τοῦ Θεανθρώπου γίνεται διὰ τῆς θεώσεως τοῦ ἀνθρώπου δηλαδὴ διὰ τῆς ἐσωτερικῆς μεταμορφώσεως καὶ ἑπομένως δὲν εἶναι μία ἁπλὴ θεωρία μὲ τὰ σωματικὰ μάτια. Ἐπάνω στὸ Θαβώριο Ὅρος ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὃ Παλαμᾶς, «μετασκευάζονται οἱ ὀφθαλμοὶ τῶν Ἀποστόλων τὴ δυνάμει τοῦ θείου Πνεύματος» καὶ ἀξιώνονται νὰ δοῦν τὴν δόξα τοῦ Χριστοῦ. Καὶ ὁ Προφήτης Ἠλίας «οὐκ αἰσθητῶς ἐκεῖνος εἶδεν» τὸν ἄσαρκο Λόγο, δηλαδὴ τὸν Χριστό, ἀφοῦ τὸ πρόσωπό του ἦταν κεκαλυμμένο μὲ τὴν μηλωτή. Ἄρα διὰ τῆς ἐσωτερικῆς καθάρσεως καὶ μὲ τοὺς αἰσθητοὺς ὀφθαλμούς, ποὺ μεταμορφώνονται ἀπὸ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, βλέπει κανεὶς τὴν δόξα τοῦ Χριστοῦ, ὅπως ἄλλωστε καὶ ὁ Ἴδιος ἀπεκάλυψε: «Μακάριοι οἱ καθαροὶ τὴ καρδία ὅτι αὐτοὶ τὸν Θεὸν ὄψονται» (Μάτθ. ἐ’ 8).
Αὐτὰ δείχνουν ἕνα χαρακτηριστικὸ γνώρισμα τῆς Ὀρθοδοξίας, τὸ ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι μυστική, δηλαδὴ ὅλη ἡ θεολογία καὶ ἡ ζωῆς τῆς εἶναι μυστική. Ὅταν λέμε μυστικὴ ζωὴ δὲν ἐννοοῦμε τὴν ὕπαρξη διαφόρων «μυστικῶν» ἢ μία ἀφηρημένη καὶ ἄγνωστη ζωή, δὲν ὑπονοοῦμε ἀκόμη τὸν μυστικισμὸ ὃ ὅποιος συνδέεται μὲ πλατωνικὲς ἀπόψεις γιὰ τὴν ἐπάνοδο τῆς ψυχῆς στὸν κόσμο τῶν ἰδεῶν, ἀλλὰ τὴν ζωὴ ἐκείνη ποῦ κινεῖται πέρα ἀπὸ τὴν ἐπιφάνεια, πέρα ἀπὸ αὐτὰ ποὺ βλέπουμε. Αὐτὸ φαίνεται καθαρὰ σὲ τρία σημεῖα.
Πρῶτον. Ἡ Ὀρθοδοξία χωρὶς νὰ παραγνωρίζει τὴν λογικὴ κινεῖται πέρα ἀπ’ αὐτή. Ὁ ἄνθρωπος λέμε συνήθως ὅτι εἶναι λογικὸ ὄν. Αὐτὸ εἶναι σωστὸ κυρίως γιατί ὁ ἄνθρωπος πλάστηκε «κατ’ εἰκόνα» τοῦ Λόγου, τοῦ Δευτέρου προσώπου τῆς Ἁγίας Τριάδος. Ἡ Ὀρθοδοξία δὲν παραθεωρεῖ τὴν λογική του ἀνθρώπου, ἀλλὰ καὶ δὲν τὴν ἀπολυτοποιεῖ. Γνωρίζει ὅτι ἡ λογικὴ λειτουργία εἶναι μία ἀπὸ τὶς λειτουργίες τῆς ψυχῆς, ἀφοῦ ἡ ψυχὴ εἶναι ἑνιαία καὶ πολυδύναμη. Ἐκτὸς ἀπὸ τὴν λογικὴ ὑπάρχουν καὶ ἄλλες ἐνέργειες ὅπως ἡ ἐπιθυμία, ὁ νοῦς, ἡ βούληση, ἡ φαντασία κλπ. Αὐτὸ τὸ γνωρίζει καὶ ἡ σύγχρονη ψυχολογία ποὺ διαπιστώνει τὴν ὕπαρξη τοῦ ὑποσυνειδήτου, στὸ ὁποῖο ὑπάρχουν πράγματα ποὺ δὲν ἔχουν ἀξιολογηθεῖ ἀπὸ τὴν λογική. Ἔτσι λοιπὸν ἡ Ὀρθοδοξία εἶχε ἀνέκαθεν στραμμένη τὴν προσοχὴ τῆς σ’ αὐτὸν τὸν μυστικὸ καὶ κεκρυμμένο θησαυρὸ ποὺ λέγεται καρδιὰ καὶ εἶναι τὸ κέντρο ὅλου του πνευματικοῦ κόσμου καὶ αὐτὴν ἐπιδιώκει νὰ καθαρίσει καὶ νὰ ἐλευθερώσει. Ὁ Προφήτης Δαβὶδ ψάλλει: «καρδίαν καθαρὰν κτίσον ἐν ἐμοὶ ὁ Θεός». Ἡ καρδιὰ ζεῖ τὴν κοινωνία μὲ τὸν Θεὸ καὶ ἡ λογικὴ διατυπώνει τὶς ἐμπειρίες της. Ὅταν ὅμως ὁ ἄνθρωπος θέλει νὰ τὰ καταλαβαίνει ὅλα μὲ τὴν λογική του, τότε παύει νὰ εἶναι ὀρθόδοξος. Γίνεται σχολαστικός, δηλαδὴ αἱρετικός.
Δεύτερον. Ἡ Ὀρθοδοξία χωρὶς νὰ παραγνωρίζει τὶς σωματικὲς αἰσθήσεις, κινεῖται πέρα ἀπὸ αὐτές. Ὁ ἄνθρωπος ἀποτελεῖται ἀπὸ σῶμα καὶ ψυχή. Ὅπως τὸ σῶμα ἔχει αἰσθήσεις τὸ ἴδιο ἔχει καὶ ἡ ψυχή. Εἶναι οἱ λεγόμενες νοερὲς ἢ πνευματικὲς αἰσθήσεις. Μὲ τὴν μυστηριακὴ ὀρθόδοξη ζωὴ οἱ σωματικὲς αἰσθήσεις μεταμορφώνονται, δηλαδὴ γίνονται αἰσθήσεις τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ. Συγχρόνως ἀναπτύσσονται οἱ νοερὲς ἐσωτερικὲς αἰσθήσεις. Οἱ ἅγιοι Πατέρες λένε ὅτι τὸ ἀληθινὸ στοιχεῖο τῆς ἀναγεννήσεως τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ ἀνάπτυξη τῶν νοερῶν αἰσθήσεων. Π.χ. ὁ ἅγιος Ἰσαὰκ μᾶς λέγει ὅτι «ἡ ζωὴ ἐν Θεῶ, κατάπτωσις τῶν αἰσθήσεων ἐστίν. Ὄτε δὲ ζήσει ἡ καρδία, καταπίπτουσιν οἱ αἰσθήσεις. Ἡ ἀνάστασις τῶν αἰσθήσεων, ἐστὶν νέκρωσις καρδίας».
Πέρα ἀπὸ τὴν προσπάθεια γιὰ τὴν ἀνακάλυψη αὐτῶν τῶν ψυχικῶν, πνευματικῶν αἰσθήσεων πρέπει νὰ καταλαβαίνουμε μέσα στὴν λατρεία καὶ τὴν γλώσσα τῶν συμβόλων. Τὸ ἄναμμα τοῦ κεριοῦ, ἡ καύση τῆς κανδήλας, τὸ κερὶ πρὸ τοῦ Εὐαγγελίου, ὁ τρόπος τῆς εὐλογίας θέλουν νὰ δείξουν κάτι ἐσωτερικό. Ἐπίσης ἡ Ὀρθοδοξία μὲ τὴν εἰκόνα της, τῆς ὁποίας τὴν ἀναστήλωση ἑορτάζουμε σήμερα, δὲν θέλει ἁπλῶς νὰ στολίσει τοὺς Ναοὺς ἢ νὰ ἱκανοποιήσει τὴν ὅραση, ἀλλὰ νὰ μεταδώσει ἄλλες ἐμπειρίες στὸν προσευχόμενο Χριστιανό. Στὴν Ὀρθόδοξη ἁγιογραφία φαίνεται ἡ μεταμόρφωση τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως καὶ τοῦ κόσμου, ἡ ἔκχυση τοῦ Θαβωρίου Φωτὸς πάνω στὸ ἀνθρώπινο σῶμα, ἡ μεγάλη ἀγάπη καὶ φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ, ἡ ἀγάπη τῶν ἁγίων στὸ Θεὸ καὶ ὅλα τὰ ἐσωτερικὰ βιώματά τους. Εἶναι παρατηρημένο ὅτι ὅταν ὁ ἄνθρωπος ξέρει νὰ βλέπει τὶς εἰκόνες, μεταμορφώνεται. Καὶ ὅσο μεταμορφώνεται τόσο μπορεῖ νὰ ἐκτιμήσει τὴν μεγάλη ἀξία τῆς Ὀρθόδοξης ἁγιογραφίας.
Τρίτον. Ἡ Ὀρθοδοξία χωρὶς νὰ παραθεωρεῖ τὰ φαινόμενα, κινεῖται πέρα ἀπὸ αὐτά. Ὁ Ὀρθόδοξος Χριστιανὸς δὲν βλέπει ἢ δὲν ἐπηρεάζεται ἀπὸ τὰ ἐξωτερικὰ πράγματα, ἀλλὰ βλέπει τὴν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ, ποὺ βρίσκεται κάτω ἀπὸ ὅλα τὰ ἱστορικὰ καὶ φυσικὰ γεγονότα. Αὐτὸ γίνεται διὰ τῆς ἐσωτερικῆς μεταμορφώσεως. Συνήθως ἐμεῖς, ὄντας ἀκάθαρτοι, ἀγνοοῦμε τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ ἀποδίδουμε σ’ Αὐτὸν ὅλα τὰ πάθη μας καὶ τοὺς στοχασμούς μας μὲ ἀποτέλεσμα νὰ παλεύουμε μὲ τὸν Θεό! Οἱ ὀρθόδοξοι σταυρώνουν ὅλα αὐτὰ τὰ φαινόμενα. Ὁ ἅγιος Μάξιμος λέγει κάπου ὅτι «τὰ φαινόμενα πάντα δεῖται σταυροῦ… καὶ τὰ νοούμενα χρήζει ταφῆς» καὶ τότε ἀνασταίνεται ὁ ἐν ἠμὶν λόγος καὶ ἔρχεται ἡ σωτηρία. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι πρέπει νὰ σταυρώνουμε καθημερινὰ κάθε σχέση μὲ τὰ αἰσθητά, τὴν ἀμεσότητα καὶ νὰ ἐπιδιώκουμε τὴν ἐλευθέρωση τοῦ νοῦ ἀπὸ τὴν θανατηφόρο ἐνέργεια τῶν ἐξωτερικῶν ἐρεθισμάτων. Σταυρωμένοι μποροῦμε νὰ γνωρίσουμε τὸ μακάριο πνεῦμα τῆς Ὀρθοδοξίας μας καὶ νὰ δοῦμε τὴν δόξα τοῦ Χριστοῦ.
Ἀπαιτεῖται προσωπικὸς ἀγώνας γιὰ νὰ μπορέσουμε νὰ βιώσουμε τὴν μυστικὴ αὔτη ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας. Ἀπαιτεῖται ἀγώνας ἐναντίον τῆς ἁμαρτίας, κάθαρση τῶν αἰσθήσεων, ὑπακοὴ σὲ πνευματικὸ πατέρα καὶ τότε θὰ γνωρίσουμε αὐτὴ τὴν μυστικὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας, ποῦ, δυστυχῶς, εἶναι ἄγνωστη σὲ πολλοὺς Ὀρθοδόξους. Τότε τὰ ἀκατάληπτα γίνονται γνωστὰ καὶ ὅσα φαίνονται πολὺ μπερδεμένα, εἶναι πολὺ ἁπλά.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.