14 Φεβ 2010
Οὔτε γεννιέσαι οὔτε γίνεσαι Ἕλληνας. Μόνο πεθαίνεις ὡς Ἕλληνας.
Γράφει ἕνας Ἕλληνας Ἀξιωματικός, πού λοιδωρεῖται δεκαετίες τώρα ἀπό ἀπάτριδες 'δημοσιογράφους' καί 'προοδευτικούς διανοούμενους', μόνο καί μόνο ἐπειδή ἦταν ἀπέναντί τους ὅταν οἱ ὁμοϊδεάτες τούς ἔστρεψαν τά ὄπλα ἐναντίον τῆς πατρίδας καί ἐπειδή κάποιοι ἀξιωματικοί προδότες τοῦ ὅρκους τούς κατέλυσαν τή Δημοκρατία. Ἄς τόν διαβάσουμε καί ἄς ἀκούσουμε τήν κραυγή του.
Ἄν μή τί ἄλλο, σέ μία ἐποχή πού ἀνθεῖ ἡ φιλολογία γιά τό ἄν γεννιέσαι ἤ γίνεσαι Ἕλληνας, αὐτός ξέρει νά πεθαίνει σάν Ἕλληνας
Εἶμαι ὁ ἴδιος. Ὅταν πετάω στούς αἰθέρες τοῦ Αἰγαίου, ὅταν βυθίζομαι στά καταγάλανα νερά του, ὅταν τρέμει τό χῶμα τῶν συνόρων ἀπό τό ἅρμα μου, ὅταν πάνω σέ μία μηχανή ἤ σέ ἕνα περιπολικό τριγυρίζω ἄγρυπνος τή νύχτα, ὅταν μπαίνω στή φωτιά, ὅταν παλεύω μέ τό λιοπύρι καί τό ἀγιάζι στά λιμάνια. Πιλότος, Ναύτης, Στρατιώτης, Ἀστυνόμος, Πυροσβέστης, Λιμενικός. Μπῆκα στίς Ἔνοπλες Δυνάμεις σχεδόν 17 χρονῶν. Δέν δυσκολεύτηκα ἰδιαίτερα γιατί διάβαζα σάν σκυλί γιά νά περάσω τίς Πανελλήνιες, ἤμουν ἀθλητικός καί πέρασα τά ἀθλητικά τέστ εὔκολα, κι ἤμουν συνειδητοποιημένος κι ἔξυπνος ἀρκετά γιά νά περάσω τά ψυχολογικά τέστ στά ὁποῖα ὑποβλήθηκα. Μά ἕνα πράγμα μέ δυσκόλεψε τότε. Πῶς νά καταφέρω νά πείσω τόν πατέρα μου νά ὑπογράψει γιά νά μπῶ στή Σχολή ? Πῶς νά καταφέρω νά τοῦ κρύψω ὅτι ἀπό τούς 80 πού τελικά θά μπαίναμε στή Σχολή, στατιστικά οἱ 11 δέν θά ζοῦσαν μετά ἀπό μία 15ετία ! Σήμερα εἶμαι σχεδόν 40.... Δέν ξέρω ἄν θά γυρίσω στήν οἰκογένειά μου τό μεσημέρι. Ποτέ δέ ρωτάω ἄν θά γυρίσω πίσω ἀπ' ὅπου μέ στέλνεις.Μέ παλιά μηχανήματα, μέ κατεστραμμένα αὐτοκίνητα, μέ ὅ,τι κι ἄν μου δώσεις. Μέ τήν μέση θρύψαλα ἀπό τά G, μέ τά χέρια γδαρμένα ἀπό τούς ἱμάντες τοῦ ἀλεξίπτωτου, μέ τή ματιά στή θάλασσα καί τό δάκρυ στή φωτογραφία τῆς οἰκογένειας δίπλα ἀπ' τήν εἰκόνα τοῦ Ἀη Νικόλα κάπου στ' ἀνοιχτά της Σομαλίας, μέ τίς πληγές μου ἀνοιχτές ἔξω ἀπό τό Τμῆμα τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς, μέ τίς παλάμες σάπιες ἀπ' τήν ἁρμύρα νά βγάζω ἀπ' τά νερά τά παιδιά ἐκείνων πού ξεβράζουν οἱ διακινητές στ' ἀκρονήσια. Ἄχ αὐτά τά μάτια ὅταν σώζονται πώς σέ κοιτάζουν. Σ' ἀπογοητεύω πολλές φορές. Τό ξέρω. Ἀλλά κι ἐσύ δέν ἦρθες στήν κηδεία μου. Δέν μοῦ ἄναψες ἕνα κερί. Δέν ἔκανες μία γιορτή γιά μένα στά σχολειά. Δέν κράτησες ἕνα δάκρυ γιά μένα ὅταν ἔπεφτα ἀπ' τά οὐράνια, οὔτε ὅταν μ' ἕνα ἑλικόπτερο πάλευα ἐκείνη τή νύχτα μεσ' στό σκοτάδι καί στήν ἀντάρα τῶν Ἰμίων, οὔτε μέ ἔκρυψες γιά νά μή μέ δεῖ ὁ Τοῦρκος ἀπό τίς τηλεοράσεις σου. Δέν ἦρθες στό νοσοκομεῖο μου δίπλα στό κρεβάτι νά μοῦ κρατήσεις λίγη συντροφιά ὅταν μέ καίγανε οἱ σφαῖρες καί οἱ μολότωφ πού σφηνώθηκαν πάνω μου.Τώρα οὔτε σέ παρέλαση δέ θές νά μέ βλέπεις. Καί ἡ σημαία μου ἔχει σταυρό πάνω καί μπορεῖ νά σέ ἐνοχλεῖ. Δέ νοιάστηκες ὅταν γκρεμιζόμουν, ὅταν πνιγόμουν, ὅταν μέ ἔλιωναν οἱ ἑρπύστριες, ὅταν καιγόμουν στή φωτιά. Ποτέ δέ μέ ρώτησες τόν καιρό τῆς ἀφθονίας ἄν χρειάζομαι κάτι.Ἔδινες στούς ἄλλους κι ἐγώ σέ περίμενα.Μή μιλᾶς μου λές. Μή ζητᾶς. Εἶσαι Στρατιώτης. Ἀλλά κι ἐγώ ἤμουν πολύ μακριά γιά νά μ' ἀφουγκραστεῖς. Στά σύνορα, στόν οὐρανό, στή θάλασσα. Μέσα στή φωτιά νά παλεύω μέ τίς μάνικες καί τά Καναντέρ. Καμιά φορᾶ ἀπό κεῖ μακρυά ἄκουγα νά μέ φωνάζεις "καραβανά" καί "μπάτσο" καί "ταβλαδόρο". Γελοῦσα καί χαιρόμουν, γιατί κι ἐγώ αὐτήν τήν ἐλευθερία ὑπερασπίζομαι. Νά μοῦ λές ὅ,τι θές κι ἐγώ νά εἶμαι ἐκεῖ. Ἀκοίμητος καί Ἄγνωστος.Τώρα μέ βγάζεις στά κανάλια καί στά ραδιόφωνα. Μοῦ λές βάλε πλάτη, βόηθα κι ἐσύ νά περάσουμε τή φουρτούνα. Δῶσε κι ἐσύ νά καβατζάρουμε τή χρονιά. Μοῦ λές ὅτι μ' ἔχεις γεμίσει ἐπιδόματα καί σπίτια καί νοσοκομεῖα καί λέσχες, ὅλα δικά μου. Δέ λές τήν ἀλήθεια, ἀλλά δέν μέ πειράζει.Ὅταν σου ἔχω δώσει τή ζωή μου, λές νά μέ πειράξουν τά λίγα χρήματα; Ὅταν ἔχω σκοπό νά μείνω μέ τήν Ἑλλάδα στήν αἰωνιότητα λές νά μέ ἀπασχολεῖ ἡ 25ετία.Μοῦ 'χεις δώσει τό μεγαλύτερο προνόμιο ἀπ' ὅλα, ὅταν μου εἶπες ὅτι μέ χρειάζεσαι διαθέσιμο 24 ὧρες τό 24ωρο, κάθε μέρα τῆς ζωῆς μου: Ὅταν σκοτώνομαι εἶναι γιά τήν Πατρίδα. Ὅταν τραυματίζομαι εἶναι γιά τήν Πατρίδα. Δέν βγαίνω στή σύνταξη. Μπαίνω στήν Ἐφεδρεία.Δέν πεθαίνω. Πάω νά γίνω ἕνα μέ τόν Ἡλιάκη καί τό Σιαλμά. Τόν Γιαλοψό, τόν Καραθανάση καί τόν Βλαχάκο.Γιατί ἐγώ τό ξέρω καλά. Οὔτε γεννιέσαι οὔτε γίνεσαι Ἕλληνας. Μόνο πεθαίνεις ὡς Ἕλληνας.
Ινφογνώμων Πολιτικά
Ἀναρτήθηκε ἀπὸ
ὁδοιπόρος
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου