Τὸ ἄρθρο 9 τοῦ Χάρτη Θεμελιωδῶν Δικαιωμάτων τῆς ΕΕ προβλέπει ὅτι: «Τὸ δικαίωμα γάμου καὶ τὸ δικαίωμα δημιουργίας οἰκογένειας διασφαλίζονται σύμφωνα μὲ τὶς ἐθνικὲς νομοθεσίες ποὺ διέπουν τὴν ἄσκησή τους».
Τὸ ἄρθρο 81 παρ. 3 τῆς ΣΛΕΕ ὑπογραμμίζει περαιτέρω τὴν ἀρχὴ αὐτὴ ἐξαιρῶντας τὸ οἰκογενειακὸ δίκαιο ἀπὸ τὴ συνήθη νομοθετικὴ διαδικασία, ἀπαιτῶντας ὁμοφωνία στὸ Συμβούλιο καὶ παρέχοντας οὐσιαστικὰ δικαίωμα ἀρνησικυρίας σὲ κάθε κράτος μέλος.
Τὸ ἄρθρο 18 τοῦ πολωνικοῦ Συντάγματος προβλέπει ὅτι: «Ὁ γάμος, ὡς ἕνωση ἑνὸς ἄνδρα καὶ μιᾶς γυναίκας, καθὼς καὶ ἡ οἰκογένεια, ἡ μητρότητα καὶ ἡ γονιμότητα, τίθενται ὑπὸ τὴν προστασία καὶ τὴ φροντίδα τῆς Δημοκρατίας τῆς Πολωνίας».
Στὶς 3 Ἀπριλίου 2025, ὁ Jean Richard de la Τόur, Γενικὸς... Eισαγγελέας στὸ Δικαστήριο τῆς ΕΕ στὸ Λουξεμβοῦργο, ἐξέδωσε τὶς προτάσεις του σὲ μιὰ ὑπόθεση ποὺ ἀφοροῦσε δύο ἄνδρες, οἱ ὁποῖοι τέλεσαν «γάμο» στὸ Βερολῖνο τὸ 2018 καὶ στὴ συνέχεια ζήτησαν νὰ τὸν καταχωρήσουν σὲ ληξιαρχεῖο στὴν Πολωνία, ἀλλὰ τὸ αἴτημά τους δὲν ἔγινε δεκτό.
Ἡ ἀπόρριψη βασίστηκε στὸ γεγονὸς ὅτι ὁ «γάμος» μεταξὺ ἀτόμων τοῦ ἰδίου φύλου δὲν ἀναγνωρίζεται ἀπὸ τὸ πολωνικὸ δίκαιο, καθὼς τὸ Σύνταγμα τῆς χώρας ὁρίζει ὅτι ὁ γάμος εἶναι ἀποκλειστικὰ ἡ ἕνωση μεταξὺ ἑνὸς ἄνδρα καὶ μίας γυναίκας.
Οἱ ἐνδιαφερόμενοι προσέφυγαν στὰ δικαστήρια κατὰ τῆς ἀπόρριψης μὲ τὸ σκεπτικὸ ὅτι σκόπευαν νὰ ζήσουν στὴν Πολωνία καὶ ἤθελαν νὰ ἀναγνωριστεῖ ὁ «γάμος» τους ἀπὸ τὶς πολωνικὲς ἀρχές.
Τὸ Ἀνώτατο Διοικητικὸ Δικαστήριο τῆς Πολωνίας ἀπέστειλε στὴ συνέχεια προδικαστικὸ ἐρώτημα στὸ Δικαστήριο τῆς ΕΕ θέτοντας τὸ ζήτημα ἂν τὸ δίκαιο τῆς ΕΕ ἐπιτρέπει σὲ ἕνα κράτος μέλος νὰ ἀρνηθεῖ τὴν ἀναγνώριση καὶ τὴν καταχώριση γάμων ὁμοφυλοφίλων ποὺ ἔχουν συναφθεῖ σὲ ἄλλη χώρα.
Στὴ γνωμοδότησή του, ὁ Γενικὸς Εἰσαγγελέας Jean Richard de la Τόur ἀναγνώρισε ὅτι τὰ θέματα οἰκογενειακοῦ δικαίου, συμπεριλαμβανομένου τοῦ γάμου, κεῖνται ἐντὸς τῆς ἁρμοδιότητας τῶν κρατῶν μελῶν τῆς ΕΕ.
Ὑποστήριξε καὶ ἐπιπλέον ὅμως ὅτι οἱ ἐθνικοὶ νόμοι πρέπει νὰ συμμορφώνονται μὲ εὐρύτερες ἀρχὲς τῆς ΕΕ ποὺ προστατεύονται ἀπὸ τὸν Χάρτη τῶν Θεμελιωδῶν Δικαιωμάτων τῆς ΕΕ, ὅπως ἡ ἐλευθερία κυκλοφορίας καὶ διαμονῆς καὶ τὸ δικαίωμα στὴν ἰδιωτικὴ καὶ οἰκογενειακὴ ζωή.
Σύμφωνα μὲ τὸν Γενικὸ Εἰσαγγελέα, ἕνα κράτος μέλος ποὺ δὲν ἀναγνώριζε τὸν γάμο μεταξὺ ἀτόμων τοῦ ἰδίου φύλου ὑπονομεύει τὰ ἐν λόγῳ δικαιώματα καί, ὡς ἐκ τούτου, εἶναι ὑποχρεωμένο νὰ παρέχει τοὐλάχιστον μηχανισμοὺς ποὺ νὰ διασφαλίζουν ὅτι οἱ νομικὲς συνέπειες τῶν γάμων ποὺ ἀφοροῦν τὴν κοινὴ περιουσία, τὴ φορολογία καὶ τὴν κληρονομιὰ γίνονται σεβαστές.
Εἶπε ἐπιπροσθέτως ὅτι τὰ κράτη μέλη τῆς ΕΕ δὲν ὑποχρεοῦνται νὰ ἐγγράφουν τοὺς «γάμους» ὁμοφυλοφίλων στὰ ληξιαρχεῖα τους ἀλλὰ τοὐλάχιστον νὰ «προσφέρουν ἐναλλακτικὰ νομικὰ μέσα στὰ ζευγάρια γιὰ νὰ ἐπιβεβαιώσουν τὴν οἰκογενειακή τους κατάσταση».
Δεδομένου ὅτι ἡ πολωνικὴ νομοθεσία δὲν προέβλεπε τέτοια ἐναλλακτικὰ νομικὰ μέσα, ὁ Γενικὸς Εἰσαγγελέας κατέληξε στὸ συμπέρασμα ὅτι ἡ Πολωνία ὄφειλε νὰ καταχωρίσει τὸν «γάμο» στὰ ληξιαρχικά της ἀρχεῖα.
Ἂν καὶ δὲν εἶναι νομικὰ δεσμευτικές, οἱ προτάσεις - γνωμοδοτήσεις τῶν Γενικῶν Εἰσαγγελέων ἀσκοῦν σημαντικὴ ἐπιρροὴ καὶ συχνὰ καθορίζουν τὴν τελικὴ ἀπόφαση τοῦ Δικαστηρίου τῆς ΕΕ.
Παρεμφερῆ μὲ τὴν πρόταση τοῦ Γενικοῦ Εἰσαγγελέως εἶναι καὶ μιὰ πρόσφατη ἀπόφαση τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ Δικαστηρίου Δικαιωμάτων τοῦ Ἀνθρώπου (Przybyszewska and Others v. Poland), ἡ ὁποία διαπίστωσε ὅτι ἡ Πολωνία δὲν εἶχε ἐκπληρώσει τὴ θετική της ὑποχρέωση νὰ θεσπίσει ἕνα νομικὸ πλαίσιο γιὰ τὴν ἀναγνώριση καὶ τὴν προστασία τῶν ἑνώσεων ὁμοφυλοφίλων.
Τὸ ἄρθρο 81 παρ. 3 τῆς ΣΛΕΕ ὑπογραμμίζει περαιτέρω τὴν ἀρχὴ αὐτὴ ἐξαιρῶντας τὸ οἰκογενειακὸ δίκαιο ἀπὸ τὴ συνήθη νομοθετικὴ διαδικασία, ἀπαιτῶντας ὁμοφωνία στὸ Συμβούλιο καὶ παρέχοντας οὐσιαστικὰ δικαίωμα ἀρνησικυρίας σὲ κάθε κράτος μέλος.
Τὸ ἄρθρο 18 τοῦ πολωνικοῦ Συντάγματος προβλέπει ὅτι: «Ὁ γάμος, ὡς ἕνωση ἑνὸς ἄνδρα καὶ μιᾶς γυναίκας, καθὼς καὶ ἡ οἰκογένεια, ἡ μητρότητα καὶ ἡ γονιμότητα, τίθενται ὑπὸ τὴν προστασία καὶ τὴ φροντίδα τῆς Δημοκρατίας τῆς Πολωνίας».
Στὶς 3 Ἀπριλίου 2025, ὁ Jean Richard de la Τόur, Γενικὸς... Eισαγγελέας στὸ Δικαστήριο τῆς ΕΕ στὸ Λουξεμβοῦργο, ἐξέδωσε τὶς προτάσεις του σὲ μιὰ ὑπόθεση ποὺ ἀφοροῦσε δύο ἄνδρες, οἱ ὁποῖοι τέλεσαν «γάμο» στὸ Βερολῖνο τὸ 2018 καὶ στὴ συνέχεια ζήτησαν νὰ τὸν καταχωρήσουν σὲ ληξιαρχεῖο στὴν Πολωνία, ἀλλὰ τὸ αἴτημά τους δὲν ἔγινε δεκτό.
Ἡ ἀπόρριψη βασίστηκε στὸ γεγονὸς ὅτι ὁ «γάμος» μεταξὺ ἀτόμων τοῦ ἰδίου φύλου δὲν ἀναγνωρίζεται ἀπὸ τὸ πολωνικὸ δίκαιο, καθὼς τὸ Σύνταγμα τῆς χώρας ὁρίζει ὅτι ὁ γάμος εἶναι ἀποκλειστικὰ ἡ ἕνωση μεταξὺ ἑνὸς ἄνδρα καὶ μίας γυναίκας.
Οἱ ἐνδιαφερόμενοι προσέφυγαν στὰ δικαστήρια κατὰ τῆς ἀπόρριψης μὲ τὸ σκεπτικὸ ὅτι σκόπευαν νὰ ζήσουν στὴν Πολωνία καὶ ἤθελαν νὰ ἀναγνωριστεῖ ὁ «γάμος» τους ἀπὸ τὶς πολωνικὲς ἀρχές.
Τὸ Ἀνώτατο Διοικητικὸ Δικαστήριο τῆς Πολωνίας ἀπέστειλε στὴ συνέχεια προδικαστικὸ ἐρώτημα στὸ Δικαστήριο τῆς ΕΕ θέτοντας τὸ ζήτημα ἂν τὸ δίκαιο τῆς ΕΕ ἐπιτρέπει σὲ ἕνα κράτος μέλος νὰ ἀρνηθεῖ τὴν ἀναγνώριση καὶ τὴν καταχώριση γάμων ὁμοφυλοφίλων ποὺ ἔχουν συναφθεῖ σὲ ἄλλη χώρα.
Στὴ γνωμοδότησή του, ὁ Γενικὸς Εἰσαγγελέας Jean Richard de la Τόur ἀναγνώρισε ὅτι τὰ θέματα οἰκογενειακοῦ δικαίου, συμπεριλαμβανομένου τοῦ γάμου, κεῖνται ἐντὸς τῆς ἁρμοδιότητας τῶν κρατῶν μελῶν τῆς ΕΕ.
Ὑποστήριξε καὶ ἐπιπλέον ὅμως ὅτι οἱ ἐθνικοὶ νόμοι πρέπει νὰ συμμορφώνονται μὲ εὐρύτερες ἀρχὲς τῆς ΕΕ ποὺ προστατεύονται ἀπὸ τὸν Χάρτη τῶν Θεμελιωδῶν Δικαιωμάτων τῆς ΕΕ, ὅπως ἡ ἐλευθερία κυκλοφορίας καὶ διαμονῆς καὶ τὸ δικαίωμα στὴν ἰδιωτικὴ καὶ οἰκογενειακὴ ζωή.
Σύμφωνα μὲ τὸν Γενικὸ Εἰσαγγελέα, ἕνα κράτος μέλος ποὺ δὲν ἀναγνώριζε τὸν γάμο μεταξὺ ἀτόμων τοῦ ἰδίου φύλου ὑπονομεύει τὰ ἐν λόγῳ δικαιώματα καί, ὡς ἐκ τούτου, εἶναι ὑποχρεωμένο νὰ παρέχει τοὐλάχιστον μηχανισμοὺς ποὺ νὰ διασφαλίζουν ὅτι οἱ νομικὲς συνέπειες τῶν γάμων ποὺ ἀφοροῦν τὴν κοινὴ περιουσία, τὴ φορολογία καὶ τὴν κληρονομιὰ γίνονται σεβαστές.
Εἶπε ἐπιπροσθέτως ὅτι τὰ κράτη μέλη τῆς ΕΕ δὲν ὑποχρεοῦνται νὰ ἐγγράφουν τοὺς «γάμους» ὁμοφυλοφίλων στὰ ληξιαρχεῖα τους ἀλλὰ τοὐλάχιστον νὰ «προσφέρουν ἐναλλακτικὰ νομικὰ μέσα στὰ ζευγάρια γιὰ νὰ ἐπιβεβαιώσουν τὴν οἰκογενειακή τους κατάσταση».
Δεδομένου ὅτι ἡ πολωνικὴ νομοθεσία δὲν προέβλεπε τέτοια ἐναλλακτικὰ νομικὰ μέσα, ὁ Γενικὸς Εἰσαγγελέας κατέληξε στὸ συμπέρασμα ὅτι ἡ Πολωνία ὄφειλε νὰ καταχωρίσει τὸν «γάμο» στὰ ληξιαρχικά της ἀρχεῖα.
Ἂν καὶ δὲν εἶναι νομικὰ δεσμευτικές, οἱ προτάσεις - γνωμοδοτήσεις τῶν Γενικῶν Εἰσαγγελέων ἀσκοῦν σημαντικὴ ἐπιρροὴ καὶ συχνὰ καθορίζουν τὴν τελικὴ ἀπόφαση τοῦ Δικαστηρίου τῆς ΕΕ.
Παρεμφερῆ μὲ τὴν πρόταση τοῦ Γενικοῦ Εἰσαγγελέως εἶναι καὶ μιὰ πρόσφατη ἀπόφαση τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ Δικαστηρίου Δικαιωμάτων τοῦ Ἀνθρώπου (Przybyszewska and Others v. Poland), ἡ ὁποία διαπίστωσε ὅτι ἡ Πολωνία δὲν εἶχε ἐκπληρώσει τὴ θετική της ὑποχρέωση νὰ θεσπίσει ἕνα νομικὸ πλαίσιο γιὰ τὴν ἀναγνώριση καὶ τὴν προστασία τῶν ἑνώσεων ὁμοφυλοφίλων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου