Θεολόγου - Καθηγητοῦ
Ἕνας ἀπὸ τοὺς πλέον συμπαθεῖς καὶ δημοφιλεῖς ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι καὶ ὁ ὅσιος Δαυὶδ ὁ ἐν Εὐβοίᾳ. Μάλιστα ἔχοντας τὴ φήμη τοῦ θαυματουργοῦ, χιλιάδες πιστοὶ τὸν εὐλαβοῦνται καὶ τὸν ἐπικαλοῦνται καὶ ἐκεῖνος συχνὰ ἀνταποκρίνεται, φανερώνοντας τὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος χαριτώνει ὅσους θέλουν νὰ ζήσουν σύμφωνα μὲ τὸ δικό Του θέλημα.
Γεννήθηκε γύρω στὰ 1490, στὴ Γαρδενίτσα Φθιώτιδος, ἀπέναντι ἀπὸ τὴν Εὔβοια. Ἦταν γιὸς ἐνάρετου καὶ εὐλαβοῦς ἱερέα, ὁ ὁποῖος φρόντισε νὰ γεμίσει τὴν ψυχὴ τοῦ παιδιοῦ του μὲ βαθιὰ πίστη στὸ Θεὸ καὶ εὐλάβεια. Νήπιο ἀκόμη τὸν βοηθοῦσε στὶς ἱερὲς ἀκολουθίες, ὥστε ὁ ναὸς εἶχε γίνει τὸ δεύτερο σπίτι του. Ὁ Θεὸς τὸν ἀξίωσε, ὄντας τριῶν ἐτῶν, νὰ βιώσει μιὰ ἐξαιρετικὴ πνευματικὴ ἐμπειρία, ἡ ὁποία σφράγισε τὴν κατοπινή του ζωή. Μιὰ νύχτα του φανερώθηκε ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος καὶ τὸν ὁδήγησε σὲ παρακείμενο ναό, ἀφιερωμένο στὸ ὄνομά του. Ἔμεινε ἐκεῖ ὄρθιος καὶ ξυπόλυτος γιὰ ἕξι ὁλόκληρες ἡμέρες μπροστὰ στὴν εἰκόνα τοῦ ἁγίου, βυθισμένος σὲ ὥριμες γιὰ τὴν ἡλικία τοῦ θεωρήσεις καὶ προβληματισμούς. Ἔμαθε νὰ ἀγαπᾶ τὴν προσευχὴ καὶ τὴν ἡσυχία. Γι’ αὐτὸ... καὶ ὅταν ἔφτασε στὴν ἐφηβεία, ζήτησε τὴν ἄδεια ἀπὸ τοὺς γονεῖς του, ἀναχώρησε, ἀναζητῶντας πνευματικὸ πατέρα καὶ πνευματικὲς ἐμπειρίες. Πληροφορήθηκε ὅτι κάποιος ὀνομαστὸς ἱερομόναχος, ὀνόματι Ἀκάκιος, ἄνθρωπος ἀρετῆς καὶ σοφίας, εἶχε τὴ φήμη τοῦ ὥριμου πνευματικοῦ καθοδηγητῆ. Πῆγε λοιπὸν κοντά του καὶ ζήτησε νὰ γίνει ὑποτακτικός του.
Ὁ Ἀκάκιος τὸν δέχτηκε μὲ εὐχαρίστηση στὴ Μονή του καὶ ἔντυσε τὸ μοναχικὸ σχῆμα. Νωρὶς ἀναδείχτηκε ὑποδειγματικὸς μοναχός, δείχνοντας τέλεια ὑπακοὴ στὸν γέροντά του. Μὲ πνεῦμα ταπεινώσεως καὶ ἀποκοπῆς τοῦ ἰδίου θελήματος, ἀσκοῦνταν στὴν ἀδιάλειπτη προσευχή. Σύντομα φάνηκαν τὰ πρῶτα σημάδια τῆς πνευματικῆς του προόδου καὶ τῶν ἀρετῶν του. Ὧρες ὁλόκληρες καθόταν κοντὰ στὸν πνευματικό του πατέρα καὶ ἄκουγε τὶς νουθεσίες του, ἀποκαλύπτοντάς του τὴν ὁδὸ τῆς μοναχικῆς τελειώσεως, ἡ ὁποία ὁδηγεῖ στὸν ἁγιασμὸ καὶ στὴ θέωση.
Ὁ πνευματικός του, λίγο καιρὸ ἀργότερα, ἀναζητῶντας τόπο γιὰ μεγαλύτερη πνευματικὴ ἄσκηση, κατέφυγε στὸ ὅρος Ὄσσα τῆς Θεσσαλίας. Ὁ Δαυὶδ τὸν ἀκολούθησε. Σὲ ἕνα ταξίδι του ὁ Ἀκάκιος στὸ Ἅγιον χειροτονήθηκε διάκονος καὶ στὴ συνέχεια μετέβη στὴν Κωνσταντινούπολη, ἀφήνοντας στὴ Μονὴ Μεγίστης Λαύρας τὸν Δαυίδ. Ὁ Ἀκάκιος στὴν Πόλη χειροτονήθηκε πρεσβύτερος καὶ στὴ συνέχεια ἐκλέχτηκε μητροπολίτης Ἄρτης καὶ Ναυπάκτου ἀπὸ τὸν Πατριάρχη Ἰερεμία. Κάλεσε μαζί του καὶ τὸν Δαυὶδ γιὰ βοηθό του.
Αὐτὴ ἦταν μιὰ νέα ἀρχὴ γιὰ τὸν μοναχὸ Δαυίδ, τὸν ὁποῖο καθόλου δὲν εἶχε ἐπηρεάσει ἡ κοσμικὴ ζωὴ τῆς ἠπειρώτικης μεγαλούπολης. Μαζὶ μὲ τὰ καθήκοντα, ποὺ τοῦ εἶχε ἀναθέσει ὁ πνευματικός του, ἀσκοῦσε μὲ ἀκρίβεια τὸν μοναχικό του κανόνα. Ἔκανε ὁλονυκτίες, νήστευε καὶ προσεύχονταν ἀδιάκοπα, κάνοντας τέλεια ὑπακοὴ στὸν πνευματικό του πατέρα. Ὁ Ἀκάκιος τὸν χειροτόνησε πρεσβύτερο καὶ τὸν ὅρισε ἡγούμενο τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τῆς Θεοτόκου της Βαρνάκοβας, στὸ ὁμώνυμο ὅρος κοντὰ στὴ Ναύπακτο. Πρόκειται γιὰ τὸ «Ἅγιο Ὅρος τῆς Δυτικῆς Ἑλλάδος», στὸ ὁποῖο ζοῦσαν πλῆθος ἀσκητῶν, ὅπου μέχρι σήμερα σώζονται τὰ ἀπομεινάρια τους.
Ἐκεῖ ὁ Δαυὶδ θέλησε νὰ ἐφαρμόσει τὶς μοναχικὲς ἀρχές, ποὺ εἶχε διδαχθεῖ ἀπὸ τὸν γέροντα πνευματικό του. Ὅμως γρήγορα ἀπογοητεύτηκε, διότι οἱ ὑποτακτικοί του δὲν ἦταν πρόθυμοι νὰ ἀκολουθήσουν τὶς δικές του ἀρχές. Γι’ αὐτὸ καὶ ἔφυγε ἀπὸ τὴ Μονή, ἀναζητῶντας νέους τόπους, γιὰ περισσότερη ἡσυχία καὶ ἄσκηση.
Ἐγκαταστάθηκε, στὸ ὅρος Στείρι, κοντὰ στὸν Παρνασσό, ὅπου ὑπέστη λυσσαλέες ἐπιθέσεις τοῦ σατανᾶ. Ἡ φήμη του δὲν ἄργησε νὰ γίνει γνωστὴ στὴ γύρω περιοχή. Τό
ἀσκητήριό του εἶχε γίνει τόπος ἕλξης πολλῶν ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι ἔτρεχαν στὸν ἅγιο ἀσκητὴ νὰ ἀκούσουν λόγια παρηγοριᾶς καὶ σωτηρίας.
Ὁ ὅσιος ἔζησε σὲ χρόνια δύσκολα, ὅπου οἱ Ὀρθόδοξοι Ἕλληνες στέναζαν κάτω ἀπὸ τὴν φρικτὴ καὶ ἀπάνθρωπη τουρκικὴ δουλεία. Δὲν ἄργησε νὰ ὑποστεῖ καὶ αὐτὸς τὰ δεινὰ τῆς σκλαβιᾶς. Κατηγορήθηκε ὅτι ἔκρυψε στὸ ἀσκητήριό του ἕναν σκλάβο δραπέτη. Οἱ τοῦρκοι τὸν συνέλαβαν καὶ τὸν ὑπέβαλαν σὲ φρικτὰ βασανιστήρια, τὰ ὁποῖα ὑπέφερε μὲ μεγάλη καρτερία καὶ ἡρωισμό. Ὕστερα ἀπὸ πολὺ καιρὸ ἀπελευθερώθηκε χάρις στὰ λύτρα ποὺ κατέβαλαν εὐσεβεῖς κάτοικοι τῆς περιοχῆς.
Κατόπιν, ἀποφάσισε νὰ ἀλλάξει καὶ πάλι τόπο ἀσκήσεως. Κατέφυγε στὶς Ροβιὲς τῆς βόρειας Εὔβοιας, ὅπου ἵδρυσε τὴν Ἱερὰ Μονὴ Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος. Ἡ φήμη του καὶ πάλι δὲν ἄργησε νὰ διαδοθεῖ. Σύντομα ἐγκαταστάθηκαν μαζί του κάποιοι μαθητές του, οἱ ὁποῖοι ἐπιθυμοῦσαν νὰ τὸν μιμηθοῦν στὴν ἄσκηση καὶ στὴν ἁγιότητα. Παράλληλα ἀσκοῦσε μιὰ πρωτοφανῆ φιλανθρωπία. Ἔδειχνε τὴν ἀγάπη του ἔμπρακτα στοὺς φτωχοὺς καὶ κατατρεγμένους, στὰ πρόσωπα τῶν ὁποίων ἔβλεπε τὸν ἴδιο τὸ Χριστό. Μοίραζε ἀλύπητα τὰ ἐφόδια τῆς Μονῆς ἀδιακρίτως σὲ Χριστιανοὺς καὶ Μουσουλμάνους.
Κάποτε ἀναγκάστηκε νὰ ταξιδέψει στὴν Πελοπόννησο γιὰ νὰ συμφιλιώσει κάποιους ἐπισκόπους, οἱ ὁποῖοι εἶχαν διαφορὲς μεταξύ τους, μὴ μπορῶντας νὰ διανοηθεῖ διχοστασίες ἀνάμεσα σὲ Χριστιανοὺς καὶ μάλιστα ἐπισκόπους. Τὸ πλοῖο ποὺ τὸν μετέφερε ναυάγησε καὶ ὁ ἴδιος σώθηκε ἐκ θαύματος.
Ξαναγύρισε στὴ Μονή του καὶ ἀφοσιώθηκε περισσότερο στὴν πνευματική του ἄσκηση, ὅπου ὁ Θεὸς τὸν ἀξίωσε καὶ τοῦ προορατικοῦ χαρίσματος. Πρόβλεψε τὸν θάνατό του καὶ ἀφοῦ ἔδωσε τὶς τελευταῖες του νουθεσίες πρὸς τοὺς μαθητές του, παρέδωσε τὴν ψυχή του στὸ Χριστό, στὸν Ὁποῖο ὑπηρέτησε σὲ ὅλη του τὴ ζωή.
Ἦταν 1η Νοεμβρίου τοῦ ἔτους 1589 ἢ 1601. Ὁ τάφος του καὶ τὰ ἱερά του λείψανα καὶ δεῖ ἡ κάρα του, ἐπιτελοῦν πολλὰ θαύματα. Ἡ μνήμη του τιμᾶται τὴν ἡμέρα τῆς ὁσιακῆς κοιμήσεώς του, τὴν 1η Νοεμβρίου.
Ὁ ὅσιος Δαβὶδ ἀνήκει στὴ χορεία τῶν μεγάλων ἀσκητῶν τῆς Ἐκκλησίας μας, ὁ ὁποῖος πολέμησε μὲ συνέπεια, σὲ ὅλον του τὸν βίο, τὸν τριπλὸ ἐχθρό: τὸν διάβολο, τὸν κόσμο καὶ τὴ σάρκα. Μὲ τὸν προσωπικό του ἀγῶνα χαριτώθηκε ἀπὸ τὸ Θεό, νὰ γίνει σκεῦος ἐκλογῆς καὶ κατοικητήριο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὁ ἁγιασμένος αὐτὸς ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ μπορεῖ νὰ ἀποτελέσει γιὰ καὶ μᾶς τοὺς πιστοὺς ἀσφαλὴς ὁδοδείκτης τῆς πνευματικῆς ζωῆς, καὶ νοητὸς φάρος στοὺς ἀσέληνους πνευματικὰ καιροὺς ποὺ ζοῦμε.
Γεννήθηκε γύρω στὰ 1490, στὴ Γαρδενίτσα Φθιώτιδος, ἀπέναντι ἀπὸ τὴν Εὔβοια. Ἦταν γιὸς ἐνάρετου καὶ εὐλαβοῦς ἱερέα, ὁ ὁποῖος φρόντισε νὰ γεμίσει τὴν ψυχὴ τοῦ παιδιοῦ του μὲ βαθιὰ πίστη στὸ Θεὸ καὶ εὐλάβεια. Νήπιο ἀκόμη τὸν βοηθοῦσε στὶς ἱερὲς ἀκολουθίες, ὥστε ὁ ναὸς εἶχε γίνει τὸ δεύτερο σπίτι του. Ὁ Θεὸς τὸν ἀξίωσε, ὄντας τριῶν ἐτῶν, νὰ βιώσει μιὰ ἐξαιρετικὴ πνευματικὴ ἐμπειρία, ἡ ὁποία σφράγισε τὴν κατοπινή του ζωή. Μιὰ νύχτα του φανερώθηκε ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος καὶ τὸν ὁδήγησε σὲ παρακείμενο ναό, ἀφιερωμένο στὸ ὄνομά του. Ἔμεινε ἐκεῖ ὄρθιος καὶ ξυπόλυτος γιὰ ἕξι ὁλόκληρες ἡμέρες μπροστὰ στὴν εἰκόνα τοῦ ἁγίου, βυθισμένος σὲ ὥριμες γιὰ τὴν ἡλικία τοῦ θεωρήσεις καὶ προβληματισμούς. Ἔμαθε νὰ ἀγαπᾶ τὴν προσευχὴ καὶ τὴν ἡσυχία. Γι’ αὐτὸ... καὶ ὅταν ἔφτασε στὴν ἐφηβεία, ζήτησε τὴν ἄδεια ἀπὸ τοὺς γονεῖς του, ἀναχώρησε, ἀναζητῶντας πνευματικὸ πατέρα καὶ πνευματικὲς ἐμπειρίες. Πληροφορήθηκε ὅτι κάποιος ὀνομαστὸς ἱερομόναχος, ὀνόματι Ἀκάκιος, ἄνθρωπος ἀρετῆς καὶ σοφίας, εἶχε τὴ φήμη τοῦ ὥριμου πνευματικοῦ καθοδηγητῆ. Πῆγε λοιπὸν κοντά του καὶ ζήτησε νὰ γίνει ὑποτακτικός του.
Ὁ Ἀκάκιος τὸν δέχτηκε μὲ εὐχαρίστηση στὴ Μονή του καὶ ἔντυσε τὸ μοναχικὸ σχῆμα. Νωρὶς ἀναδείχτηκε ὑποδειγματικὸς μοναχός, δείχνοντας τέλεια ὑπακοὴ στὸν γέροντά του. Μὲ πνεῦμα ταπεινώσεως καὶ ἀποκοπῆς τοῦ ἰδίου θελήματος, ἀσκοῦνταν στὴν ἀδιάλειπτη προσευχή. Σύντομα φάνηκαν τὰ πρῶτα σημάδια τῆς πνευματικῆς του προόδου καὶ τῶν ἀρετῶν του. Ὧρες ὁλόκληρες καθόταν κοντὰ στὸν πνευματικό του πατέρα καὶ ἄκουγε τὶς νουθεσίες του, ἀποκαλύπτοντάς του τὴν ὁδὸ τῆς μοναχικῆς τελειώσεως, ἡ ὁποία ὁδηγεῖ στὸν ἁγιασμὸ καὶ στὴ θέωση.
Ὁ πνευματικός του, λίγο καιρὸ ἀργότερα, ἀναζητῶντας τόπο γιὰ μεγαλύτερη πνευματικὴ ἄσκηση, κατέφυγε στὸ ὅρος Ὄσσα τῆς Θεσσαλίας. Ὁ Δαυὶδ τὸν ἀκολούθησε. Σὲ ἕνα ταξίδι του ὁ Ἀκάκιος στὸ Ἅγιον χειροτονήθηκε διάκονος καὶ στὴ συνέχεια μετέβη στὴν Κωνσταντινούπολη, ἀφήνοντας στὴ Μονὴ Μεγίστης Λαύρας τὸν Δαυίδ. Ὁ Ἀκάκιος στὴν Πόλη χειροτονήθηκε πρεσβύτερος καὶ στὴ συνέχεια ἐκλέχτηκε μητροπολίτης Ἄρτης καὶ Ναυπάκτου ἀπὸ τὸν Πατριάρχη Ἰερεμία. Κάλεσε μαζί του καὶ τὸν Δαυὶδ γιὰ βοηθό του.
Αὐτὴ ἦταν μιὰ νέα ἀρχὴ γιὰ τὸν μοναχὸ Δαυίδ, τὸν ὁποῖο καθόλου δὲν εἶχε ἐπηρεάσει ἡ κοσμικὴ ζωὴ τῆς ἠπειρώτικης μεγαλούπολης. Μαζὶ μὲ τὰ καθήκοντα, ποὺ τοῦ εἶχε ἀναθέσει ὁ πνευματικός του, ἀσκοῦσε μὲ ἀκρίβεια τὸν μοναχικό του κανόνα. Ἔκανε ὁλονυκτίες, νήστευε καὶ προσεύχονταν ἀδιάκοπα, κάνοντας τέλεια ὑπακοὴ στὸν πνευματικό του πατέρα. Ὁ Ἀκάκιος τὸν χειροτόνησε πρεσβύτερο καὶ τὸν ὅρισε ἡγούμενο τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τῆς Θεοτόκου της Βαρνάκοβας, στὸ ὁμώνυμο ὅρος κοντὰ στὴ Ναύπακτο. Πρόκειται γιὰ τὸ «Ἅγιο Ὅρος τῆς Δυτικῆς Ἑλλάδος», στὸ ὁποῖο ζοῦσαν πλῆθος ἀσκητῶν, ὅπου μέχρι σήμερα σώζονται τὰ ἀπομεινάρια τους.
Ἐκεῖ ὁ Δαυὶδ θέλησε νὰ ἐφαρμόσει τὶς μοναχικὲς ἀρχές, ποὺ εἶχε διδαχθεῖ ἀπὸ τὸν γέροντα πνευματικό του. Ὅμως γρήγορα ἀπογοητεύτηκε, διότι οἱ ὑποτακτικοί του δὲν ἦταν πρόθυμοι νὰ ἀκολουθήσουν τὶς δικές του ἀρχές. Γι’ αὐτὸ καὶ ἔφυγε ἀπὸ τὴ Μονή, ἀναζητῶντας νέους τόπους, γιὰ περισσότερη ἡσυχία καὶ ἄσκηση.
Ἐγκαταστάθηκε, στὸ ὅρος Στείρι, κοντὰ στὸν Παρνασσό, ὅπου ὑπέστη λυσσαλέες ἐπιθέσεις τοῦ σατανᾶ. Ἡ φήμη του δὲν ἄργησε νὰ γίνει γνωστὴ στὴ γύρω περιοχή. Τό
ἀσκητήριό του εἶχε γίνει τόπος ἕλξης πολλῶν ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι ἔτρεχαν στὸν ἅγιο ἀσκητὴ νὰ ἀκούσουν λόγια παρηγοριᾶς καὶ σωτηρίας.
Ὁ ὅσιος ἔζησε σὲ χρόνια δύσκολα, ὅπου οἱ Ὀρθόδοξοι Ἕλληνες στέναζαν κάτω ἀπὸ τὴν φρικτὴ καὶ ἀπάνθρωπη τουρκικὴ δουλεία. Δὲν ἄργησε νὰ ὑποστεῖ καὶ αὐτὸς τὰ δεινὰ τῆς σκλαβιᾶς. Κατηγορήθηκε ὅτι ἔκρυψε στὸ ἀσκητήριό του ἕναν σκλάβο δραπέτη. Οἱ τοῦρκοι τὸν συνέλαβαν καὶ τὸν ὑπέβαλαν σὲ φρικτὰ βασανιστήρια, τὰ ὁποῖα ὑπέφερε μὲ μεγάλη καρτερία καὶ ἡρωισμό. Ὕστερα ἀπὸ πολὺ καιρὸ ἀπελευθερώθηκε χάρις στὰ λύτρα ποὺ κατέβαλαν εὐσεβεῖς κάτοικοι τῆς περιοχῆς.
Κατόπιν, ἀποφάσισε νὰ ἀλλάξει καὶ πάλι τόπο ἀσκήσεως. Κατέφυγε στὶς Ροβιὲς τῆς βόρειας Εὔβοιας, ὅπου ἵδρυσε τὴν Ἱερὰ Μονὴ Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος. Ἡ φήμη του καὶ πάλι δὲν ἄργησε νὰ διαδοθεῖ. Σύντομα ἐγκαταστάθηκαν μαζί του κάποιοι μαθητές του, οἱ ὁποῖοι ἐπιθυμοῦσαν νὰ τὸν μιμηθοῦν στὴν ἄσκηση καὶ στὴν ἁγιότητα. Παράλληλα ἀσκοῦσε μιὰ πρωτοφανῆ φιλανθρωπία. Ἔδειχνε τὴν ἀγάπη του ἔμπρακτα στοὺς φτωχοὺς καὶ κατατρεγμένους, στὰ πρόσωπα τῶν ὁποίων ἔβλεπε τὸν ἴδιο τὸ Χριστό. Μοίραζε ἀλύπητα τὰ ἐφόδια τῆς Μονῆς ἀδιακρίτως σὲ Χριστιανοὺς καὶ Μουσουλμάνους.
Κάποτε ἀναγκάστηκε νὰ ταξιδέψει στὴν Πελοπόννησο γιὰ νὰ συμφιλιώσει κάποιους ἐπισκόπους, οἱ ὁποῖοι εἶχαν διαφορὲς μεταξύ τους, μὴ μπορῶντας νὰ διανοηθεῖ διχοστασίες ἀνάμεσα σὲ Χριστιανοὺς καὶ μάλιστα ἐπισκόπους. Τὸ πλοῖο ποὺ τὸν μετέφερε ναυάγησε καὶ ὁ ἴδιος σώθηκε ἐκ θαύματος.
Ξαναγύρισε στὴ Μονή του καὶ ἀφοσιώθηκε περισσότερο στὴν πνευματική του ἄσκηση, ὅπου ὁ Θεὸς τὸν ἀξίωσε καὶ τοῦ προορατικοῦ χαρίσματος. Πρόβλεψε τὸν θάνατό του καὶ ἀφοῦ ἔδωσε τὶς τελευταῖες του νουθεσίες πρὸς τοὺς μαθητές του, παρέδωσε τὴν ψυχή του στὸ Χριστό, στὸν Ὁποῖο ὑπηρέτησε σὲ ὅλη του τὴ ζωή.
Ἦταν 1η Νοεμβρίου τοῦ ἔτους 1589 ἢ 1601. Ὁ τάφος του καὶ τὰ ἱερά του λείψανα καὶ δεῖ ἡ κάρα του, ἐπιτελοῦν πολλὰ θαύματα. Ἡ μνήμη του τιμᾶται τὴν ἡμέρα τῆς ὁσιακῆς κοιμήσεώς του, τὴν 1η Νοεμβρίου.
Ὁ ὅσιος Δαβὶδ ἀνήκει στὴ χορεία τῶν μεγάλων ἀσκητῶν τῆς Ἐκκλησίας μας, ὁ ὁποῖος πολέμησε μὲ συνέπεια, σὲ ὅλον του τὸν βίο, τὸν τριπλὸ ἐχθρό: τὸν διάβολο, τὸν κόσμο καὶ τὴ σάρκα. Μὲ τὸν προσωπικό του ἀγῶνα χαριτώθηκε ἀπὸ τὸ Θεό, νὰ γίνει σκεῦος ἐκλογῆς καὶ κατοικητήριο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὁ ἁγιασμένος αὐτὸς ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ μπορεῖ νὰ ἀποτελέσει γιὰ καὶ μᾶς τοὺς πιστοὺς ἀσφαλὴς ὁδοδείκτης τῆς πνευματικῆς ζωῆς, καὶ νοητὸς φάρος στοὺς ἀσέληνους πνευματικὰ καιροὺς ποὺ ζοῦμε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου