Καλὴ Παναγιά! Ἂν θέλουμε νὰ ξαναγίνουμε παιδιά, νὰ γίνουμε μόνο δικά της - Μόνο ἡ Παναγία μπορεῖ νὰ ὀμορφύνει πάλι τὴν ἀσχήμια τῆς ζωῆς μας.
Γράφει ὁ Ἐλευθέριος Ἀνδρώνης
Καλὴ Παναγιά! Μὲ τὴν εὐλογία τῆς λατρευτῆς μας μητέρας Παναγίας, νὰ γιορτάσουμε σήμερα τὴν Κοίμησή της.
Ξέρετε, ἡ ἑλληνορθόδοξη παράδοση εἶναι ἕνας ζωντανὸς ὀργανισμὸς ποὺ ἐξελίσσεται καὶ τελειοποιεῖται ὅπως ὁρίζει ἡ ἁγιοπνευματικὴ συνείδηση τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας. Καὶ αὐτὴ ἡ εὐχή, τὸ «καλὴ Παναγιὰ» ἀγκαλιάστηκε ἀπὸ τὴ συντριπτικὴ πλειοψηφία τῶν ὀρθοδόξων.
Γιατί τί ἄλλο παρὰ παρηγοριὰ καὶ ἀγαλλίαση νὰ προκαλεῖ ἡ ἐπίκληση τῆς Παναγίας σὲ μιὰ εὐχή; Κι ὅμως ἀρκετοὶ ἐνοχλοῦνται ἀπὸ αὐτὲς τὶς δύο λέξεις καὶ τὶς χλευάζουν, προφανῶς γιατί ἐνοχλεῖται πρῶτα ἀπ’ ὅλα ὁ Ἀντικείμενος ποὺ φρίττει στὸ ἄκουσμα τῆς Παναγίας καὶ δὲν θέλει νὰ φυτευτεῖ στὴ λαϊκὴ συνείδηση... μιὰ τέτοια εὐχή.
Καλὴ Παναγιὰ σημαίνει, μὲ τὸ καλὸ νὰ γιορτάσουμε τὴν ἑορτὴ τῆς Παναγίας.
Καλὴ Παναγιὰ σημαίνει, νὰ εἶμαι ἐγὼ καλὸς καὶ πνευματικὰ ἕτοιμος γιὰ νὰ σταθῶ μπροστὰ στὸ Θεομητορικὸ μεγαλεῖο. Νὰ σταθῶ ἄξιος μπροστὰ στὴν πιὸ ἁγιασμένη κόρη ποὺ γέννησε τὸ ἀνθρώπινο γένος, σ’ ἐκείνη ποὺ ἔκανε τὸ φεγγάρι ὑποπόδιό της, ὅπως ἔγραψε ὁ λυρικότατος Φώτης Κόντογλου.
Καλὴ Παναγιὰ σημαίνει καλὸ στάδιο ὡς τὸν δεκαπενταύγουστο, καλὴ ἐγρήγορση, καλὴ ἐγκράτεια, καλὴ παραμυθία, καλὴ ἐλπίδα, καλὴ φώτιση, καλὸ δρόμο γιὰ τὴ σωτηρία.
Καλὴ Παναγιὰ σημαίνει καλὴ ἀντάμωση νοητὴ ἐκεῖ δίπλα στὴν κλίνη ποὺ ξάπλωσε τὸ πανάγιο σῶμα τῆς Θεοτόκου, ἐκεῖ ποὺ συγκεντρώθηκαν οἱ Ἀπόστολοι ἀπὸ τὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης γιὰ νὰ θρηνήσουν τὴ μητέρα τοῦ Θεοῦ μας, ἐκεῖ ποὺ ἡ ἀρχόντισσα τῶν Οὐρανῶν ἐτάφη, ἐκεῖ ποὺ τὴν ἀνέστησε ὁ Χριστὸς μετὰ ἀπὸ τρεῖς ἡμέρες, κι ἐκεῖ ποὺ ἔγινε τὸ ἄφατο θαῦμα τῆς Μετάστασης της.
Φέρνω στὸ μυαλὸ ὅλες τὶς εἰκόνες τῆς Παναγίας ποὺ ἔχω προσκυνήσει μέσα στὰ χρόνια σὲ διάφορα μέρη τῆς Ἑλλάδας. Φρουροὶ ἀκοίμητοι σὲ κάθε τόπο καὶ ἐσχατιά. Καὶ ὅσο καὶ νὰ διαφέρουν οἱ τεχνοτροπίες τους, ὅλες συνθέτουν τὸ ἴδιο ἱλαρὸ βλέμμα στοργικῆς μητρότητας ποὺ ἡμερεύει τὶς φουρτοῦνες ποὺ κουβαλοῦμε μέσα μας. Ὅλες ἔχουν μιὰ ζωντάνια ποὺ σὲ πλημμυρίζει δέος. Ἕναν ἠλεκτρισμὸ ἥμερο καὶ ἐξαγνιστικό. Συστέλλεσαι μπροστὰ στὴ θωριά της, σὰν ἄτακτο παιδὶ ποὺ σαστίζει μὲ τὴν ἀτέλευτη συγχώρεση τῆς μάνας. Κάθε ψυχὴ ὀρφανεμένη ἀπὸ τὸν κόσμο, βρίσκει τὸ ἀποκούμπι της σὲ αὐτὸ τὸ ὑπέρκαλο πρόσωπο ποὺ σιγοφωτίζει τὸ καντήλι.
Δύο σταθμοὶ κυριαρχοῦν στὴ ζωὴ τοῦ χριστιανοῦ: κινούμαστε ἀπὸ τὸ «Χαῖρε Κεχαριτωμένη» στὸ «σπεῦσον, ἀπολλύμεθα», πότε χαιρετοῦμε τὴ μάνα μας καὶ πότε ζητοῦμε τὸ χέρι της νὰ μᾶς σηκώσει ἀπὸ τὸ βάσανο, τὸν πόνο, τὴ δοκιμασία. Καλομαθημένοι στὴν ἄπειρη ἀγάπη της καὶ ἀποροῦντες πῶς γίνεται νὰ ἔχουμε τόσο εὔσπλαχνη μάνα. Εἴμαστε πνευματικὰ νήπια κι ἐκείνη εἶναι πάντα ἐκεῖ γιὰ νὰ μᾶς κατευθύνει τὰ πρῶτα βήματα. Πέφτουμε καὶ ξανασηκωνόμαστε. Μᾶς πιάνει τὸ γινάτι τῶν παθῶν. Συχνὰ μᾶς πιάνει καὶ γαϊδουριά. Ἀναισθησία. Ἀδιαφορία. Κι ἐκείνη στέκει πάντα ἀγρυπνῶντας πότε θὰ γυρίσει ὁ Ἄσωτος υἱὸς καὶ ἡ Ἄσωτη κόρη. Παρακαλεῖ καὶ κάμπτει τὴν ὀργὴ τοῦ Δεσπότη Χριστοῦ.
Σὲ μιὰ ζωὴ ξεθωριασμένη καὶ γκρίζα, ἡ Παναγία εἶναι ἡ μόνη ποὺ συγκρατεῖ ἀκέραια τὴν πρότερη αἴσθηση τῆς πλάσης. Τὴν ἀληθινὴ εὐλογημένη ζωή, ὅπως τὴν προίκισε ὁ Θεὸς πρὶν τὴν καταστρέψουμε. Ὅσο καὶ ἂν τὰ δαιμονοκίνητα ἀνθρωπάρια ἔχουν βαλθεῖ νὰ διαλύσουν ὅλη τὴν ὀμορφιὰ τοῦ ἑλληνικοῦ καλοκαιριοῦ, ὁ Δεκαπενταύγουστος στέκει πάντα ἀκλόνητος σὰν βράχος στερεωμένος σὲ ὅρος εὐλογίας. Μοσχομυριστὸς καὶ θεοσκέπαστος, λιασμένος στὸ φῶς τῆς ὀρθόδοξης Ἑλλάδας. Καθρεφτίζοντας ὅλες τὶς ἀντανακλάσεις τῆς αἰωνιότητας.
Ἀκούγοντας τὴ λειτουργιὰ σὲ μιὰ ξύλινη ταπεινὴ καρέκλα, σὲ ἕνα πεζούλι ποὺ σὲ χαϊδεύει τὸ μελτέμι, σὲ ἕνα σκαλοπάτι νησιώτικο ἀσβεστωμένο ἢ στὴ δροσερὴ σκιὰ ἑνὸς πλατάνου, ἡ Χάρη τῆς Παναγίας ζωντανεύει κάθε χρόνο τὸν καμβᾶ τῶν παιδικῶν μας ἀναμνήσεων. Γιατί ὅσο καὶ νὰ μεγαλώσουμε, στὰ μάτια τῆς Παναγίας μας παραμένουμε πάντα παιδιά. Ἄτακτα ἢ φρόνιμα, μᾶς ἀγαπάει τὸ ἴδιο.
Βασανίζονται οἱ ἄνθρωποι γιὰ νὰ γίνουν πάλι παιδιά, νὰ ἀντιστρέψουν τὸ γῆρας, νὰ πολεμήσουν τὸν χρόνο, νὰ κρύψουν τὴ φθορά, νὰ κοροϊδέψουν τὸν θάνατο, νὰ χαλᾶνε περιουσίες γιὰ νὰ παγώσουν τὰ ρολόγια. Καὶ δὲν σκέφτονται οἱ δύστυχοι ὅτι ὁ ἀληθινὸς τρόπος γιὰ νὰ ξανανιώσεις παιδί, εἶναι ἁπλὰ νὰ στραφεῖς στὴ μάνα σου καὶ μάνα ὅλου τοῦ κόσμου, στὴν Παναγία.
Ἐκεῖ ἡ ξεγνοιασιά, ἐκεῖ ἡ ἀσφάλεια, ἐκεῖ ἡ θαλπωρή, ἐκεῖ τὸ χάδι τὸ μητρικό, ἐκεῖ ἡ αἰωνιότητα καὶ ἡ ἀθανασία. Ὅλα τὰ ἄλλα εἶναι ψευτοπαρηγοριὰ στὸν ἄρρωστο. Εἶναι ὀρφάνια ποὺ τὴν περιγελοῦν τα μπιχλιμπίδια.
Γιὰ δεῖτε τοὺς μοναχοὺς ποὺ ἀφήνουν πίσω οἰκογένεια καὶ κόσμο, πῶς στὸ βλέμμα τους εἶναι σὰν μικρὰ παιδιὰ γιατί ἀφήνονται στὴν ἀγκαλιὰ τῆς Παναγίας. Ἡ ἁγνότητα, τὸ κέφι τους, ἡ χαρά τους, τὰ ἄδολα πειράγματά τους, ὅλα δείχνουν ἀνθρώπους χορτασμένους ἀπὸ ἀγάπη μάνας, καὶ ἂς ἄφησαν πίσω τὸν θησαυρὸ τῆς κατὰ σάρκα μητέρας.
Νὰ ἕνα μυστικὸ αἰώνιας νιότης στὴν καρδιά, ποὺ δὲν εἶναι μυστικὸ γιατί μᾶς τὰ φανέρωσε ὅλα τὰ ὠφέλιμα ὁ Θεός. Νὰ ἕνας τρόπος νὰ φυλάξουμε τὰ μαγαρισμένα καλοκαίρια μας. Ἡ Παναγία μας, ὅπου προχωρᾶ μπροστά, πίσω της ἀφήνει αὔρα αἰωνιότητας καὶ ἀναλλοίωτου κάλλους. Ὀμορφαίνει τὴν κτίση. Μετατρέπει τὴν ἀσχήμια τῆς ἐποχῆς μας, σὲ περίλαμπρα κοσμήματα στιγμῶν ποὺ ξεπροβάλλουν στὴν καθημερινότητα. Ζωντανεύει μέσα μας τὸ δῶρο τῆς παιδικότητας, ποὺ στὴν πραγματικότητα δὲν τὸ καταστρέφει ὁ χρόνος, ἀλλὰ ἡ φθοροποιὸς δράση τῶν παθῶν.
Ἡ Παναγία ὀμορφαίνει τὴ ζωή μας. Ἡ Παναγία εἶναι πηγὴ τῆς χαρᾶς στὴ ζωή μας. Ἂν εἶναι νὰ γίνουμε παιδιά, νὰ γίνουμε μόνο δικά της.
Ξέρετε, ἡ ἑλληνορθόδοξη παράδοση εἶναι ἕνας ζωντανὸς ὀργανισμὸς ποὺ ἐξελίσσεται καὶ τελειοποιεῖται ὅπως ὁρίζει ἡ ἁγιοπνευματικὴ συνείδηση τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας. Καὶ αὐτὴ ἡ εὐχή, τὸ «καλὴ Παναγιὰ» ἀγκαλιάστηκε ἀπὸ τὴ συντριπτικὴ πλειοψηφία τῶν ὀρθοδόξων.
Γιατί τί ἄλλο παρὰ παρηγοριὰ καὶ ἀγαλλίαση νὰ προκαλεῖ ἡ ἐπίκληση τῆς Παναγίας σὲ μιὰ εὐχή; Κι ὅμως ἀρκετοὶ ἐνοχλοῦνται ἀπὸ αὐτὲς τὶς δύο λέξεις καὶ τὶς χλευάζουν, προφανῶς γιατί ἐνοχλεῖται πρῶτα ἀπ’ ὅλα ὁ Ἀντικείμενος ποὺ φρίττει στὸ ἄκουσμα τῆς Παναγίας καὶ δὲν θέλει νὰ φυτευτεῖ στὴ λαϊκὴ συνείδηση... μιὰ τέτοια εὐχή.
Καλὴ Παναγιὰ σημαίνει, μὲ τὸ καλὸ νὰ γιορτάσουμε τὴν ἑορτὴ τῆς Παναγίας.
Καλὴ Παναγιὰ σημαίνει, νὰ εἶμαι ἐγὼ καλὸς καὶ πνευματικὰ ἕτοιμος γιὰ νὰ σταθῶ μπροστὰ στὸ Θεομητορικὸ μεγαλεῖο. Νὰ σταθῶ ἄξιος μπροστὰ στὴν πιὸ ἁγιασμένη κόρη ποὺ γέννησε τὸ ἀνθρώπινο γένος, σ’ ἐκείνη ποὺ ἔκανε τὸ φεγγάρι ὑποπόδιό της, ὅπως ἔγραψε ὁ λυρικότατος Φώτης Κόντογλου.
Καλὴ Παναγιὰ σημαίνει καλὸ στάδιο ὡς τὸν δεκαπενταύγουστο, καλὴ ἐγρήγορση, καλὴ ἐγκράτεια, καλὴ παραμυθία, καλὴ ἐλπίδα, καλὴ φώτιση, καλὸ δρόμο γιὰ τὴ σωτηρία.
Καλὴ Παναγιὰ σημαίνει καλὴ ἀντάμωση νοητὴ ἐκεῖ δίπλα στὴν κλίνη ποὺ ξάπλωσε τὸ πανάγιο σῶμα τῆς Θεοτόκου, ἐκεῖ ποὺ συγκεντρώθηκαν οἱ Ἀπόστολοι ἀπὸ τὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης γιὰ νὰ θρηνήσουν τὴ μητέρα τοῦ Θεοῦ μας, ἐκεῖ ποὺ ἡ ἀρχόντισσα τῶν Οὐρανῶν ἐτάφη, ἐκεῖ ποὺ τὴν ἀνέστησε ὁ Χριστὸς μετὰ ἀπὸ τρεῖς ἡμέρες, κι ἐκεῖ ποὺ ἔγινε τὸ ἄφατο θαῦμα τῆς Μετάστασης της.
Φέρνω στὸ μυαλὸ ὅλες τὶς εἰκόνες τῆς Παναγίας ποὺ ἔχω προσκυνήσει μέσα στὰ χρόνια σὲ διάφορα μέρη τῆς Ἑλλάδας. Φρουροὶ ἀκοίμητοι σὲ κάθε τόπο καὶ ἐσχατιά. Καὶ ὅσο καὶ νὰ διαφέρουν οἱ τεχνοτροπίες τους, ὅλες συνθέτουν τὸ ἴδιο ἱλαρὸ βλέμμα στοργικῆς μητρότητας ποὺ ἡμερεύει τὶς φουρτοῦνες ποὺ κουβαλοῦμε μέσα μας. Ὅλες ἔχουν μιὰ ζωντάνια ποὺ σὲ πλημμυρίζει δέος. Ἕναν ἠλεκτρισμὸ ἥμερο καὶ ἐξαγνιστικό. Συστέλλεσαι μπροστὰ στὴ θωριά της, σὰν ἄτακτο παιδὶ ποὺ σαστίζει μὲ τὴν ἀτέλευτη συγχώρεση τῆς μάνας. Κάθε ψυχὴ ὀρφανεμένη ἀπὸ τὸν κόσμο, βρίσκει τὸ ἀποκούμπι της σὲ αὐτὸ τὸ ὑπέρκαλο πρόσωπο ποὺ σιγοφωτίζει τὸ καντήλι.
Δύο σταθμοὶ κυριαρχοῦν στὴ ζωὴ τοῦ χριστιανοῦ: κινούμαστε ἀπὸ τὸ «Χαῖρε Κεχαριτωμένη» στὸ «σπεῦσον, ἀπολλύμεθα», πότε χαιρετοῦμε τὴ μάνα μας καὶ πότε ζητοῦμε τὸ χέρι της νὰ μᾶς σηκώσει ἀπὸ τὸ βάσανο, τὸν πόνο, τὴ δοκιμασία. Καλομαθημένοι στὴν ἄπειρη ἀγάπη της καὶ ἀποροῦντες πῶς γίνεται νὰ ἔχουμε τόσο εὔσπλαχνη μάνα. Εἴμαστε πνευματικὰ νήπια κι ἐκείνη εἶναι πάντα ἐκεῖ γιὰ νὰ μᾶς κατευθύνει τὰ πρῶτα βήματα. Πέφτουμε καὶ ξανασηκωνόμαστε. Μᾶς πιάνει τὸ γινάτι τῶν παθῶν. Συχνὰ μᾶς πιάνει καὶ γαϊδουριά. Ἀναισθησία. Ἀδιαφορία. Κι ἐκείνη στέκει πάντα ἀγρυπνῶντας πότε θὰ γυρίσει ὁ Ἄσωτος υἱὸς καὶ ἡ Ἄσωτη κόρη. Παρακαλεῖ καὶ κάμπτει τὴν ὀργὴ τοῦ Δεσπότη Χριστοῦ.
Σὲ μιὰ ζωὴ ξεθωριασμένη καὶ γκρίζα, ἡ Παναγία εἶναι ἡ μόνη ποὺ συγκρατεῖ ἀκέραια τὴν πρότερη αἴσθηση τῆς πλάσης. Τὴν ἀληθινὴ εὐλογημένη ζωή, ὅπως τὴν προίκισε ὁ Θεὸς πρὶν τὴν καταστρέψουμε. Ὅσο καὶ ἂν τὰ δαιμονοκίνητα ἀνθρωπάρια ἔχουν βαλθεῖ νὰ διαλύσουν ὅλη τὴν ὀμορφιὰ τοῦ ἑλληνικοῦ καλοκαιριοῦ, ὁ Δεκαπενταύγουστος στέκει πάντα ἀκλόνητος σὰν βράχος στερεωμένος σὲ ὅρος εὐλογίας. Μοσχομυριστὸς καὶ θεοσκέπαστος, λιασμένος στὸ φῶς τῆς ὀρθόδοξης Ἑλλάδας. Καθρεφτίζοντας ὅλες τὶς ἀντανακλάσεις τῆς αἰωνιότητας.
Ἀκούγοντας τὴ λειτουργιὰ σὲ μιὰ ξύλινη ταπεινὴ καρέκλα, σὲ ἕνα πεζούλι ποὺ σὲ χαϊδεύει τὸ μελτέμι, σὲ ἕνα σκαλοπάτι νησιώτικο ἀσβεστωμένο ἢ στὴ δροσερὴ σκιὰ ἑνὸς πλατάνου, ἡ Χάρη τῆς Παναγίας ζωντανεύει κάθε χρόνο τὸν καμβᾶ τῶν παιδικῶν μας ἀναμνήσεων. Γιατί ὅσο καὶ νὰ μεγαλώσουμε, στὰ μάτια τῆς Παναγίας μας παραμένουμε πάντα παιδιά. Ἄτακτα ἢ φρόνιμα, μᾶς ἀγαπάει τὸ ἴδιο.
Βασανίζονται οἱ ἄνθρωποι γιὰ νὰ γίνουν πάλι παιδιά, νὰ ἀντιστρέψουν τὸ γῆρας, νὰ πολεμήσουν τὸν χρόνο, νὰ κρύψουν τὴ φθορά, νὰ κοροϊδέψουν τὸν θάνατο, νὰ χαλᾶνε περιουσίες γιὰ νὰ παγώσουν τὰ ρολόγια. Καὶ δὲν σκέφτονται οἱ δύστυχοι ὅτι ὁ ἀληθινὸς τρόπος γιὰ νὰ ξανανιώσεις παιδί, εἶναι ἁπλὰ νὰ στραφεῖς στὴ μάνα σου καὶ μάνα ὅλου τοῦ κόσμου, στὴν Παναγία.
Ἐκεῖ ἡ ξεγνοιασιά, ἐκεῖ ἡ ἀσφάλεια, ἐκεῖ ἡ θαλπωρή, ἐκεῖ τὸ χάδι τὸ μητρικό, ἐκεῖ ἡ αἰωνιότητα καὶ ἡ ἀθανασία. Ὅλα τὰ ἄλλα εἶναι ψευτοπαρηγοριὰ στὸν ἄρρωστο. Εἶναι ὀρφάνια ποὺ τὴν περιγελοῦν τα μπιχλιμπίδια.
Γιὰ δεῖτε τοὺς μοναχοὺς ποὺ ἀφήνουν πίσω οἰκογένεια καὶ κόσμο, πῶς στὸ βλέμμα τους εἶναι σὰν μικρὰ παιδιὰ γιατί ἀφήνονται στὴν ἀγκαλιὰ τῆς Παναγίας. Ἡ ἁγνότητα, τὸ κέφι τους, ἡ χαρά τους, τὰ ἄδολα πειράγματά τους, ὅλα δείχνουν ἀνθρώπους χορτασμένους ἀπὸ ἀγάπη μάνας, καὶ ἂς ἄφησαν πίσω τὸν θησαυρὸ τῆς κατὰ σάρκα μητέρας.
Νὰ ἕνα μυστικὸ αἰώνιας νιότης στὴν καρδιά, ποὺ δὲν εἶναι μυστικὸ γιατί μᾶς τὰ φανέρωσε ὅλα τὰ ὠφέλιμα ὁ Θεός. Νὰ ἕνας τρόπος νὰ φυλάξουμε τὰ μαγαρισμένα καλοκαίρια μας. Ἡ Παναγία μας, ὅπου προχωρᾶ μπροστά, πίσω της ἀφήνει αὔρα αἰωνιότητας καὶ ἀναλλοίωτου κάλλους. Ὀμορφαίνει τὴν κτίση. Μετατρέπει τὴν ἀσχήμια τῆς ἐποχῆς μας, σὲ περίλαμπρα κοσμήματα στιγμῶν ποὺ ξεπροβάλλουν στὴν καθημερινότητα. Ζωντανεύει μέσα μας τὸ δῶρο τῆς παιδικότητας, ποὺ στὴν πραγματικότητα δὲν τὸ καταστρέφει ὁ χρόνος, ἀλλὰ ἡ φθοροποιὸς δράση τῶν παθῶν.
Ἡ Παναγία ὀμορφαίνει τὴ ζωή μας. Ἡ Παναγία εἶναι πηγὴ τῆς χαρᾶς στὴ ζωή μας. Ἂν εἶναι νὰ γίνουμε παιδιά, νὰ γίνουμε μόνο δικά της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου