6 Ιουλ 2024

Ἡ λειτουργικὴ ἑρμηνεία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης

Τοῦ μακαριστοῦ πατρὸς Κωνσταντίνου Στρατηγοπούλου

Εἶναι ἀλήθεια πὼς στὴν Ὀρθόδοξη ἑρμηνευτικὴ τῆς Ἁγίας Γραφῆς ἔχει ἐπικρατήσει στοὺς καιρούς μας ἡ ἐργαστηριακὴ μέθοδος. Ὅταν λέγω «ἐργαστηριακὴ μέθοδος» ἐννοῶ τὴ συστηματικὴ ἐκείνη προσπάθεια ἀνευρέσεως ὅλων τῶν πατερικῶν κειμένων ποὺ ἑρμηνεύουν κάποια περικοπή. Ἀκολουθεῖ ἡ σύνθεση ἢ κι ὁ συνδυασμὸς τῶν πατερικῶν ἀπόψεων γιὰ νὰ ἔχουμε τὴν ἑρμηνευτικὴ ἀπόδοση τοῦ μελετωμένου χωρίου.
Ἡ ἀναμφισβήτητη ὀρθότητα τῆς μεθόδου αὐτῆς δὲν πρέπει ὅμως νὰ τῆς δώσει καὶ ἀποκλειστικότητα. Μιὰ ὀρθόδοξη ἑρμηνεία μπορεῖ νὰ χρησιμοποιήσει παράλληλα τὴ θεολογία τῆς εἰκόνας, τοῦ τροπαρίου καὶ τῆς ζωῆς ἑνὸς ἁγίου. Ὅλα αὐτὰ βέβαια εἶναι σωστὰ καὶ πολυσυζητημένα. Ἐμεῖς θέλουμε νὰ προκαλέσουμε τὴν προσοχὴ σ’ ἕνα περαιτέρω σημεῖο.
Εἶναι γνωστὸ πὼς ἡ ἑρμηνεία εἶναι καρπὸς τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας. Ἐκεῖνος ποὺ μετέχει στὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας ἀσκεῖται καὶ καθαρίζει ἁγιοπνευματικὰ... τὶς αἰσθήσεις του. Αὐτὸ τὸ ζύμωμα τὸ βαθὺ μὲ τὴν Ἐκκλησία καὶ τὶς ἀκολουθίες της μᾶς ἑρμηνεύει τὴν ἴδια τήν πορεία τῆς ζωῆς μας, ἀλλὰ καὶ τὰ κείμενα τῶν ἀκολουθιῶν ποὺ εἶναι κατ’ ἐξοχὴν βιβλικά. Στὴν ἑρμηνευτικὴ αὐτὴ μέθοδο ἀντὶ νὰ ἐπιλέξω ἕνα χωρίο καὶ νὰ προσπαθῶ νὰ βρω τὸ νόημά του, ἐργάζομαι ἀντίθετα. Παρατηρῶ τὴν ἀκολουθία στὴν ὁποία βρίσκεται τὸ κείμενο κι ἀπὸ ἐκεῖ ἀντιλαμβάνομαι τὸ νόημα τοῦ κειμένου. Θὰ προσπαθήσω νὰ δώσω μερικὰ παραδείγματα γιὰ νὰ γίνει ἐναργὴς ἡ προαναφερθεῖσα σκέψη. Ἐπειδὴ δὲ οἱ ἀκολουθίες μας Ὄρθρου, Ἑσπερινοῦ, Ὡρῶν, Ἀποδείπνου καὶ Μεσονυκτικοῦ ἔχουν κατ’ ἐξοχὴν κείμενα τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, τολμῶ νὰ τονίσω πὼς ἡ ἑρμηνευτικὴ αὐτὴ προσέγγιση προσιδιάζει ἰδιαίτερα νὰ χαρακτηρισθεῖ παλαιοδιαθηκική.

Ἂς γίνουμε πιὸ συγκεκριμένοι. 
Τὸ ἁπλούστερο παράδειγμα ποὺ μποροῦμε νὰ δώσουμε εἶναι ἡ ἀνάγνωση τοῦ Ὕμνου τῶν τριῶν παίδων κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ Ἑσπερινοῦ τοῦ Μεγάλου Σαββάτου. Ἐφ’ ὅσον τὸ κείμενο ἀναγιγνώσκεται τὴν ἡμέρα αὐτή, ἑρμηνεύει τὴν κάθοδο τοῦ Κυρίου στὸν Ἅδη. Πρὶν ἀπὸ ὁποιαδήποτε ἄλλη πατερικὴ προσέγγιση ἔχω τὴ βεβαιότητα τὴν ἑρμηνευτική. Κι αὐτὸ ἐπειδὴ τὸ τροπάριο ἢ τὸ κείμενο ἀποκαλύπτουν τὴν ἑρμηνεία τους λόγῳ τῆς θέσεώς τους μέσα σὲ μιὰ ἀκολουθία. Νὰ δώσουμε κι ἄλλα παραδείγματα γιὰ νὰ δείξουμε τὸ ἁπλό, ἀλλὰ ταυτόχρονα καὶ τὸ βέβαιο τῆς ἑρμηνευτικῆς αὐτῆς μεθόδου ποὺ εἶναι φυσικὰ καὶ πατερικὴ μιᾶς καὶ οἱ θεοφόροι πατέρες τῆς Ἐκκλησίας οὕτως τὰ ἐθέσπισαν.

Στὴν ἴδια ἀκολουθία τοῦ Μεγ. Σαββάτου, τὸ γ’ ἀνάγνωσμα εἶναι ἀπὸ τὸ βιβλίο τῆς ἐξόδου (ιβ’, 1-11). Ἐκεῖ γίνεται λόγος γιὰ τὸ «πρόβατον, τέλειον, ἄρσεν, ἐνιαύσιον», ποὺ πρέπει νὰ σφαγεῖ. Ἐφ’ ὅσον τὸ κείμενο αὐτὸ βρίσκεται μέσα στὴν ἀκολουθία αὐτὴ δὲν χρειάζεται ἄλλη ἑρμηνευτικὴ ἀναζήτηση τῆς ἔννοιας τοῦ προβάτου. Εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς ποὺ «ἄγεται ἐπὶ σφαγήν».

Ἕνα ἀκόμη παράδειγμα ἀπὸ τὴν ἴδια ἀκολουθία εἶναι ἡ περικοπὴ ε’ 10-15 ἀπὸ τὸ βιβλίον τοῦ Ἰησοῦ τοῦ Ναυή. Ὁ Ἰησοῦς τοῦ Ναυὴ βρίσκεται πρὸ τῆς Ἰεριχοῦς, ὅπου ἐμφανίζεται ὁ «Ἀρχιστράτηγος δυνάμεως Κυρίου» καὶ καλεῖ τὸν Ἰησοῦ «λῦσαι τὸ ὑπόδημα ἐκ τῶν ποδιῶν σου, ὁ γὰρ τόπος, ἐφ’ ὁ νῦν ἕστηκας ἐπ’ αὐτοῦ, ἅγιὸς ἐστι». Τί σχέση ἔχει αὐτὴ ἡ περικοπὴ μὲ τὴν κάθοδο στὸν Ἅδη; Πρὶν ἀκόμη ἀπαντήσω στὸ ἐρώτημα, γνωρίζω πὼς ὑπάρχει σχέση, λόγῳ τῆς θέσεως τῆς περικοπῆς ἐντὸς τῆς συγκεκριμένης ἀκολουθίας. Μετὰ ἀπ’ αὐτή την ἀφετηριακὴ ἑρμηνευτικὴ τοποθέτηση, μπορεῖς ν’ ἀναζητήσεις λεπτομέρειες τῆς περικοπῆς. Ἡ Ἰεριχὼ εἶναι ὁ τόπος «τῶν ὑπεναντίων» καὶ καταπατεῖται ὄχι μὲ ἀνθρώπινη δύναμη ἀλλὰ μὲ τὴ σωτήρια καὶ ἀνερμήνευτη κίνηση τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ. Ἡ γῆ εἶναι ἁγία. Αὐτὸ ἀρκεῖ. Κανένα μέσο (ὑπόδημα) δὲν μπορεῖ νὰ βοηθήσει γιὰ τὴν τελειωτικὴ νίκη.

Ζῶντας μέσα στὶς ἀκολουθίες βιώνεις τὸ ἦθος τους τὸ ἀναγωγικό. Ἂς ἀναφέρουμε σὰν παράδειγμα τὴν ἀκολουθία τοῦ μεσονυκτικοῦ. Ἡ ἀκολουθία αὐτὴ ἔχει σχεδὸν ἀτονήσει στὴν καθημερινὴ ἐνοριακὴ πράξη. Κακῶς βέβαια. Τὸ μεσονυκτικὸ γίνεται «ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυχτὸς» ἢ γιὰ λόγους πρακτικοὺς πρὸ τοῦ Ὄρθρου. Προλαμβάνουμε τὸ σκοτάδι, ἔχουμε ἐγρήγορση. Ἀρχίζουμε τὴν ἀναφορά μας στὸν Κύριο πρὶν ἀκόμη προλάβει νὰ ξημερώσει. Δὲν μᾶς προκαθορίζει τὸ σκοτάδι τῆς νυκτός, ἀλλὰ ἐμεῖς τὸ προλαμβάνουμε. Στὸ κέντρο τῆς ἀκολουθίας αὐτῆς βρίσκεται ὁ Ψαλμὸς 118, γνωστὸς ὡς Ἄμωμος. Ἐκεῖνος ποὺ γνωρίζει τὴ βασικὴ θεολογικὴ τοποθέτηση τῆς ἀκολουθίας τοῦ μεσονυκτικοῦ γνωρίζει ἀμέσως τὴ γενικὴ ἑρμηνευτικὴ πορεία τοῦ Ψαλμοῦ.

Ἐφ’ ὅσον τὸ μεσονυκτικὸ προκαλεῖ σὲ ἐγρήγορση, καὶ ὁ Ψαλμὸς αὐτὴ τὴν προοπτικὴ ἔχει. Εἶναι ἕνα μικρὸ ἐγχειρίδιο νήψεως καὶ ἀσκητικῆς ἐγρηγόρσεως «ἐν τῇ καρδία μου ἔκρυψα τὰ λόγιά σου, ὅπως ἂν μὴ ἁμάρτω σοι» (στίχ. 11), «ἡτοιμάσθην καὶ οὐκ ἐταράχθην τοῦ φυλάξασθαι τὰς ἐντολὰς σου» (στίχ. 60), «ἐταπεινώθην ἕως σφόδρα Κύριε, ζῆσὸν με κατὰ τὸν λόγον σου» (στίχ. 107), «φθέγξαιτο ἡ γλῶσσα μου τὰ λόγιά σου, ὅτι πᾶσαι αἱ ἐντολαί σου δικαιοσύνη» (στίχ. 172).

Νὰ τονίσουμε καὶ μία ἄλλη λειτουργικὴ ἑρμηνεία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Ὅπως εἶναι γνωστό, στὸν Ἑσπερινό, ἐκτὸς Κυριακῆς καὶ ἐνίοτε Παρασκευῆς, ἀναγιγνώσκεται ἕνα κάθισμα τοῦ Ψαλτηρίου κατὰ τὴν προκαθορισμένη σειρά. Ὅταν ὅμως ἔχουμε ἑορτὴ ἑορταζομένου Ἁγίου, ἡ λειτουργικὴ πράξη καταλιμπάνει τὸ τεταγμένο κάθισμα. Στὴ θέση τοῦ παραλειφθέντος καθίσματος ἀναγιγνώσκεται ὁ 1ος Ψαλμὸς «Μακάριος ἀνήρ, ὀς οὐκ ἐπορεύθη ἐν βουλῇ ἀσεβῶν καὶ ἐν ὁδῷ ἁμαρτωλῶν οὐκ ἔστη καὶ ἐπὶ καθέδραν λοιμῶν οὐκ ἐκάθισεν». Πρὶν ἀκόμη ἀσχοληθοῦμε μὲ τὴν ἑρμηνεία τοῦ Ψαλμοῦ, γνωρίζουμε πὼς περιγράφει τὴν πορεία τῶν ἁγίων, ἀφοῦ ἡ λειτουργικὴ χρήση εἶναι συνδεδεμένη μὲ τὴ μνήμη τῶν ἑορταζομένων ἁγίων.

Καὶ ἕνα τελευταῖο παράδειγμα ἀπὸ τὴν ἀκολουθία τῆς Θ’ ὥρας. Ἡ ὥρα αὐτή μας τονίζει τὴν ὥρα τοῦ θανάτου τοῦ Κυρίου πάνω στὸ σταυρό. Ἐμεῖς στεκόμαστε μπροστὰ στὸ γεγονὸς αὐτὸ μὲ μετάνοια. Ἡ ἡμέρα παρῆλθε κι ἐμεῖς μὲ τὶς πράξεις μας ποὺ προηγήθηκαν δὲν σηκώσαμε τὸ σταυρό μας, δὲν συσταυρωθήκαμε μαζὶ μὲ τὸν Κύριο. Οἱ τρεῖς ψαλμοὶ 83, 84, 85, ποὺ ἀναγιγνώσκονται κατὰ τὴν ὥρα αὐτὴ περιγράφουν τὴ στάση αὐτὴ τοῦ ἀνθρώπου ποὺ στέκεται μὲ μετάνοια καὶ ζητεῖ τὸ ἔλεος τοῦ Κυρίου. «Δεῖξον ἡμῖν, Κύριε, τὸ ἔλεος σου, καὶ τὸ σωτήριόν σου δώης ἡμῖν» (84.7), «ὡς ἀγαπητὰ τὰ σκηνώματά σου Κύριε» (83,1), «Κλῖνον, Κύριε, τὸ οὖς σου καὶ ἐπάκουσόν μου, ὅτι πτωχὸς καὶ πένης εἶμὶ ἐγὼ» (85,1). Ὅποιος γνωρίζει μερικὰ πράγματα ἀπὸ τὸ ἦθος τῆς Θ’ ὥρας θὰ μπορεῖ νὰ δώσει καὶ πάλιν τὴν κατάλληλη λειτουργικὴ ἑρμηνεία στὰ συγκεκριμένα κείμενα τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης.

Δὲν νομίζουμε πὼς στὶς λίγες γραμμὲς ποὺ προηγήθηκαν εἴπαμε κάτι ποὺ ἔφερε μέσα του νέες ἀπόψεις γιὰ τὴν ἑρμηνεία τῶν γραφικῶν κειμένων. Ὅλοι ὅσοι εὐλαβῶς λειτουργοῦν τὶς ἀκολουθίες μας καὶ μυσταγωγοῦνται ἀπ’ αὐτὲς γνωρίζουν μ’ ἕναν τρόπο μυστικὸ τὴν ἑρμηνευτικὴ αὐτὴ μέθοδο, ποὺ τὴν ἀπεκαλέσαμε «λειτουργική». Ἡ μέθοδος αὐτὴ εἶναι ἀσφαλὴς καὶ δίνει τὸ γενικὸ πλαίσιο σὲ μία ἑρμηνευτικὴ προσπάθεια. Μετὰ ἀπὸ τὸ πλαίσιο-ὑπόβαθρο αὐτό, μπορεῖ νὰ χρησιμοποιηθεῖ ἡ ἀναλυτικὴ πατερικὴ μέθοδος.

Ὁ τρόπος αὐτὸς τῆς ἑρμηνευτικῆς προσβάσεως ἔχει ἄμεση ἐφαρμογὴ στὴν κατήχηση τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ ποικιλία τῶν διηγήσεων τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ποὺ ἔχουν ὅμως ἀναφορὰ στὸ ἴδιο θέμα ἀνοίγει στὸν κατηχοῦντα δυνατότητες σπουδαῖες. Τὴν κατήχησή μας πολλὲς φορὲς τὴ στενέψαμε, ἐπειδὴ κάποιο θέμα τὸ συνδέσαμε μὲ ὁρισμένη συγκεκριμένη διήγηση. Ὅταν ὅμως ἡ διήγηση γίνει γνωστή, ἐμεῖς βρισκόμαστε σὲ ἀδυναμία νὰ ἀναλύσουμε τὸ ἴδιο θέμα. Ἐμεῖς ἐδῶ μποροῦμε ἁπλῶς νὰ βεβαιώσουμε τὶς ἀλλεπάλληλες κατηχητικὲς ἐφαρμογὲς αὐτῆς τῆς μεθόδου, μὲ ἀγαθὰ πιστεύουμε ἀποτελέσματα.

Νὰ ἐπαναλάβουμε, τελειώνοντας, αὐτὸ ποὺ τονίσαμε στὴν ἀρχὴ καὶ δὲν πρέπει νὰ λησμονηθεῖ. Ἡ ἑρμηνευτικὴ αὐτὴ πρόσβαση ἔχει ἦθος ἀκραιφνῶς λειτουργικό. Γι’ αὐτὸ καὶ τὴν ἀπεκαλέσαμε «λειτουργικὴ ἑρμηνευτικὴ μέθοδο». Βασική της προϋπόθεση εἶναι ἡ πορεία καὶ τὸ ζύμωμα μέσα στὶς ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας μας. Στὸ σημεῖο αὐτὸ βρίσκονται καὶ οἱ ἀσφαλιστικές της δικλεῖδες. Τὸ σημεῖο αὐτὸ τὴν κάνει πατερική, χωρὶς νὰ ἀποκλείεται ἡ ἀναζήτηση ἡ προσωπικὴ τοῦ ἑρμηνευτοῦ καὶ ἡ προσπάθειά του νὰ ἀνακαλύψει τὶς σχέσεις τῶν ἀναγιγνωσκομένων περικοπῶν μὲ τὴν ἑορταστικὴ ἀκολουθία στὴν ὁποία εὑρίσκονται.

Πιστεύουμε πὼς οἱ καθ’ ἡμᾶς διάκονοι τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ καὶ θεολόγοι θὰ πλάθουν καθημερινὰ τὴ θεολογική τους προσφορὰ μέσα στὴν ἁγιασμένη λειτουργική μας παράδοση καὶ θὰ ἑρμηνεύουν ὀρθοδόξως, ἀλλὰ καὶ θὰ ἀποκαλύπτουν τὸν πλοῦτο τῶν βιβλικῶν καὶ εἰδικότερα τῶν παλαιοδιαθηκικῶν κειμένων.
Ἀπὸ τὸ περιοδικὸ "ΣΥΝΑΞΗ" ΤΕΥΧΟΣ 33 – ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ – ΜΑΡΤΙΟΣ 1990.
ΨΗΦΙΟΠΟΙΗΣΗ: Ι.Ν.ΑΓΙΩΝ ΤΑΞΙΑΡΧΩΝ ΙΣΤΙΑΙΑΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.