18 Ιαν 2024

Ὁ Μέγας Ἀθανάσιος, ὁ σημαιοφόρος τῆς Ἐκκλησίας μας

Ἐπιμέλεια: Ἰωάννης Τυπάλδος
Ὁ λόγος ἀγαπητοί μου σήμερα, εἶναι ἀφιερωμένος στὸν Mεγάλο πατέρα τῆς Ἐκκλησίας μας Ἅγιο Ἀθανάσιο, ποὺ ἄγομεν τὴν σεπτήν του ἱερά μνήμη.
Ὁ Μέγας καὶ παγκόσμιος Πατήρ, Ἅγιος Ἀθανάσιος, ἐγεννήθη εἰς τὴν Ἀλεξάνδρειαν τῆς Αἰγύπτου.
Ἐγεννήθη τὸ 295 μ.Χ. Μᾶς ἀναφέρει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος ποὺ ἤδη εἶχαν συνδεθεῖ μὲ φιλία, ὅτι ὁ Μέγας Ἀθανάσιος «ἐτράφη ἐν τοῖς θείοις ἤθεσι καὶ παιδεύμασι». Τὰ συγγράμματά του δείχνουν σπουδαία καὶ πλουσία μόρφωση, τόσο θεολογική, ὅσο καὶ κλασική.
Ἐκεῖνος πού εἶναι θεολόγος, εἶναι καί πνευματικός πατέρας. Καὶ καθοδηγεῖ τά πνευματικά του παιδιά στήν ὁδό τῆς σωτηρίας. Καί ἐκεῖνος πού εἶναι πνευματικός πατέρας, προκειμένου νά καθοδηγήση τά πνευματικά του παιδιά, πρέπει νά... εἶναι καί θεολόγος. Ἔτσι συνδέεται πολύ στενά ἡ θεολογία μέ τήν πνευματική πατρότητα.
Ὅλοι οἱ μεγάλοι ἅγιοι Πατέρες, οἱ λεγόμενοι Καππαδόκες Πατέρες, ὅπως ὁ Μέγας Βασίλειος, ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης, ὁ Ἅγιος Ἀμφιλόχιος Ἰκονίου, θεωροῦσαν τόν Μεγάλο Ἀθανάσιο ὡς Γέροντά τους στά θέματα τῆς Θεολογίας. Τόν σέβονταν καί τόν εἶχαν ὡς πρότυπο ζωῆς.
Ὡς διάκονος, ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος μετεῖχε τῶν ἐργασιῶν τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου ποὺ ἔγινε τὸ 325 μ.Χ., ὅπου καὶ διέπρεψε. Διάκονος ἀλλά διέπρεψε! Ὁ ὅρος «ὁμοούσιος» ποὺ εἰσήχθη εἰς τὸ Σύμβολον τῆς Νικαίας ἦτο ὅρος δικός του, παρὰ τὸ ὅτι εἶχε σηκώσει κυριολεκτικὰ θύελλα ἐναντίον τῶν ἀντιφρονούντων, ἐναντίον του. Ἐκεῖνος ἐπέμενε. Ἐπέμενε καὶ ποτὲ δὲν δέχθηκε τὸν μετριοπαθῆ ἐκεῖνον ὄρο «ὁμοιούσιος».
Ὅταν διαβάζουμε τά ἔργα τοῦ Μεγάλου Ἀθανασίου παρατηροῦμε ὅτι ὁ Μέγας Ἀθανάσιος θεολογοῦσε μέσα ἀπό τήν ἐμπειρία τῶν ἀσκητῶν τῆς ἐρήμου. Γνώριζε στενά τόν Μέγα Ἀντώνιο καί τόν ἐπισκεπτόταν, λάμβανε ἀπό ἐκεῖνον καθοδήγηση καί αἰσθανόταν ἄρρητη χαρά καί εὐλογία στήν ἔρημο, νά ρίχνη νερό γιά νά πλύνη τά πόδια του ὁ Μέγας Ἀντώνιος καί φοροῦσε ὡς πολύτιμο κειμήλιο τήν μηλωτή του. Ἔγραψε δέ καί τόν βίο τοῦ Μεγάλου Ἀντωνίου. Καί ὁ Μέγας Ἀντώνιος ἀγαποῦσε τόν Ἅγιο Ἀθανάσιο. Ἀλλά καί ὁ ἴδιος ὁ Μέγας Ἀθανάσιος εἶχε πνευματικές ἐμπειρίες. Καί ὅταν θεολογοῦσε, δέν θεολογοῦσε μέ βάση τόν Ἀριστοτέλη, ἀλλά μέ βάση τούς Προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης καί τούς Ἁγίους Ἀποστόλους.
Ἐάν διαβάση κανείς προσεκτικά τό πῶς ἀντιμετωπίζει τόν αἰρτικό Ἄρειο, θά διαπιστώση ὅτι δέν τόν ἀντιμετωπίζει φιλοσοφικά, ἀλλά μέσα ἀπό τήν ἐμπειρία τῶν θεοπτῶν ἁγίων, γι’ αὐτό χρησιμοποιοῦσε τούς λόγους τοῦ Χριστοῦ, τῶν Προφητῶν, τῶν Ἀποστόλων, ἀλλά προφανῶς καί τήν δική του προσωπική ἐμπειρία. Διότι δέν εἶναι εὔκολο νά διαβάζη κανείς καί νά ἑρμηνεύη τούς Προφῆτες καί τούς Ἀποστόλους, ἐάν δέν ἔχη καί ὁ ἴδιος πνευματική κατάσταση.
Τὸ 328 μ.Χ. κοιμήθηκε ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀλεξανδρείας Ἀλέξανδρος καὶ ὅλος ὁ λαὸς ζήτησαν Ἀρχιεπίσκοπο τὸν Μέγαν Ἀθανάσιον. Ἔτσι γράφει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος ὅτι ἡ ἐκλογὴ του ἔγινε «ψήφῳ τοῦ λαοῦ παντός, οὐ κατὰ τὸν ὕστερον νικήσαντα πονηρὸν τύπον»· Ὁ Μέγας Ἀθανάσιος ἐξελέγη μὲ τὴν ψῆφο καὶ τοῦ λαοῦ παντὸς καὶ τοῦ κλήρου καὶ σὲ ἡλικία μόλις τριάκοντα τριῶν ἐτῶν.
Γράφει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος ὅτι «εἰς τὸ πρόσωπόν του, αἱ παρθένοι εὗρον», λέει, «τὸν νυμφαγωγόν· αἱ ὑπανδρευμέναι, τὸν σωφρονιστήν· οἱ ἐρημίται τὸν ἀναπτερωτήν· οἱ ἄνθρωποι τῆς κοινωνίας, τὸν νομοθέτην· οἱ πρακτικοὶ τὸν ὁδηγόν, οἱ θεωτητικοὶ τὸν θεολόγον, αἱ χῆραι τὸν προστάτην, οἱ ὀρφανοὶ τὸν πατέρα, οἱ ἀδελφοὶ τὸν φιλάδελφον, οἱ ἀσθενεῖς τὸν ἰατρόν, οἱ ὑγιεῖς τὸν φύλακα τῆς ὑγείας».
Ὑπέστη ἔξι ἐξορίες, διαρκείας δεκαέξι ἐτῶν ὁ Μέγας Ἀθανάσιος. Ἐδέχθη ἀνήκουστες συκοφαντίες.
Παρὰ τὶς περιπέτειές του αὐτές, εἶχε διάθεση, ἀλλὰ καὶ καιρὸ νὰ ἀσχοληθεῖ καὶ μὲ τὸ ποίμνιόν του… Ἐπιστολὲς πρὸς Μοναχούς, πρὸς Ἐπισκόπους συγγράφει διαρκῶς. Τὰ πιὸ πολλὰ συγγράμματά του ἐγράφησαν κατὰ τὴν ἐποχὴ ποὺ ἐβρίσκετο μακριὰ ἀπὸ τὸν θρόνον του, προκειμένου βέβαια νὰ στηρίξει τὸ ποίμνιόν του.
Στὴν τελευταία του ἐξορία, ὅταν ὁ λαὸς ἄρχισε νὰ θλίβεται, παρηγόρησε τὸ πλῆθος μὲ ἐκεῖνο τὸ θαυμάσιο ποὺ μένει τόσο εὔκολα καὶ εἰς τὴν μνήμην: «νεφύδριόν ἐστι καὶ θάττον παρελεύσεται»· εἶναι, λέει, «νεφύδριον», συννεφάκι, εἶναι συννεφάκι αὐτὰ ποὺ συμβαίνουν καὶ γρήγορα κι αὐτὸ τὸ συννεφάκι θὰ περάσει. Ἔτσι παρηγόρησε τὸν κλαίοντα λαόν.
Ἐκοιμήθη τὴ 2α Μαΐου τοῦ ἔτους 373 μ.Χ. Τόμοι ὁλόκληροι, ἀγαπητοί μου, θὰ μποροῦσαν νὰ γραφοῦν γιὰ τὸν Ἅγιο Ἀθανάσιο καὶ τὶς περιπέτειές του· καὶ τὸν θαυμάσιο χαρακτήρα του· ποὺ ἦταν ὀξυδερκέστατος ἀλλὰ καὶ σταθερός.

Ἄς ἀκούσουμε τὶ διδάσκει ὁ ἵδιος ὁ Μέγας Ἀθανάσιος:
«Πολλὲς φορὲς λέει κάποιος ἀπό σᾶς: “Ποῦ ὑπάρχει διωγμὸς γιὰ νὰ μαρτυρήσω;” Μαρτύρησε μὲ τὴν συνείδηση, πέθανε γιὰ τὴν ἁμαρτία, ἀπονέκρωσε ὅ,τι σὲ συνδέει μὲ τὴν ἁμαρτωλὴ κατάσταση καὶ ἔχεις γίνει μάρτυς κατὰ τὴν προαίρεση.
Ἐκεῖνοι μάχονταν μὲ βασιλεῖς καὶ ἄρχοντες, ἔχεις καὶ σὺ ἀντίπαλο τὸν διάβολο, τὸν βασιλιὰ τῆς ἁμαρτίας, καὶ ἄρχοντες τοὺς δαίμονες. Καὶ τότε βέβαια μπροστὰ στοὺς μάρτυρες, τοποθετοῦνταν βωμὸς καὶ θυσιαστήριο καὶ ὅλη ἡ ἀηδία τῆς εἰδωλολατρίας, τὸ ἴδιο καὶ τώρα, νιῶσε τὸ ὅτι ἔχεις στημένο στὴν ψυχή σου ἀξιοκατάκριτο εἴδωλο.
Ὑπάρχει καὶ σήμερα βωμὸς καὶ θυσιαστήριο καὶ μεμπτὸ εἴδωλο, νοητό, μέσα στὶς ψυχές. Βωμὸς τὸ πάθος τῆς λαιμαργίας, θυσιαστήριο καὶ ἐπιθυμία τῶν ἡδονῶν, εἴδωλο τὸ πνεῦμα τῆς ἐπιθυμίας. Γιατί αὐτὸς ποὺ εἶναι δοῦλος τῆς πορνείας καὶ παραδίνεται στὶς ἡδονές, ἀρνήθηκε τὸν Ἰησοῦ καὶ προσκυνεῖ εἴδωλο, ἔχει μέσα του τὸ ἄγαλμα τῆς Ἀφροδίτης, τὴν αἰσχρὴ δηλαδὴ σαρκικὴ ἡδονή.
Ὅπως ἐπίσης ἐκεῖνος ποὺ νικιέται ἀπὸ τὴν ὀργὴ καὶ τὸν θυμὸ καὶ δὲν ξεριζώνει τὴν μανία τοῦ πάθους αὐτοῦ, τὸν Ἰησοῦ τὸν ἀρνήθηκε καὶ τὸν Ἄρη κρατάει μέσα του γιὰ Θεό, μπῆκε δηλαδὴ στὸν ζυγὸ τῆς ὀργῆς, ποὺ αὐτὸ εἶναι εἴδωλο παραφροσύνης.
Ἄλλος ποὺ εἶναι φιλάργυρος καὶ φιλήδονος, ποὺ κλείνει τὰ σπλάχνα του στὶς ἀνάγκες τοῦ ἀδελφοῦ του καὶ δὲν βοηθάει τὸν πλησίον, τὸν Ἰησοῦ τὸν ἀρνήθηκε καὶ λατρεύει τὰ εἴδωλα γιατί ἔχει μέσα του, τοῦ Ἑρμῆ τὸ εἴδωλο καί ἐπὶ πλέον, λατρεύει τὴν κτίση καὶ ὄχι τὸν κτίστη. Ρίζα βέβαια ὅλων τῶν κακῶν εἶναι ἡ φιλαργυρία.
Ἂν λοιπὸν κυριαρχήσεις σ’ αὐτὰ καὶ προφυλαχθεῖς ἀπὸ τὰ παράλογα πάθη, πάτησες τὰ εἴδωλα καὶ ἀρνήθηκες τὴν δεισιδαιμονία. Ἔχεις γίνει κιόλας μάρτυς, ἀφοῦ ὁμολόγησες τὴν καλὴ ὁμολογία».
Καί ἄν θέλουμε νά εἴμαστε μαθητές καί μιμητές τῶν ἁγίων Πατέρων μας, ἰδιαιτέρως τοῦ Μεγάλου Ἀθανασίου, πού σήμερα ἑορτάζουμε, πρέπει νά παραμείνουμε σέ αὐτήν τήν ζωντανή παράδοση τῆς Ἐκκλησίας. Νά ἐκφράζουμε καί νά ζοῦμε καί νά ὁμολογοῦμε αὐτήν τήν ἐμπειρική Θεολογία τῶν Ἁγίων Πατέρων, ὅπως μᾶς τὴν κληρονόμησε καὶ ὁ Μέγας Ἀθανάσιος. Ἄς μάθουμε νά τιμοῦμε τούς Ἁγίους μας, γιά νά ἔχουμε τήν χάρη καί τήν εὐλογία τους. Νά μᾶς δίνουν δύναμη, γιά νά προκόψουμε στήν πνευματική ζωή. Ἀμήν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.