Στή μεγάλη ὁμάδα τῶν Νεομαρτύρων ἐξέχουσα θέση κατέχουν τά νέα παιδιά, ἀγόρια καί κορίτσια, τά ὁποῖα προτίμησαν νά ὑποφέρουν, νά χύσουν τό αἷμα τους καί νά χάσουν τή ζωή τους γιά τήν πίστη τους στό Χριστό. Ἕνας ἀπό αὐτούς τούς καλλίνικους Μάρτυρες ὑπῆρξε καί ὁ ἅγιος Νεομάρτυρας Μιχαήλ Πακνανάς ὁ Κηπουρός.
Γεννήθηκε στήν σκλαβωμένη ἀπό τούς τούρκους Ἀθήνα, περί τό 1751 ἀπό φτωχούς, ἀλλά εὐσεβεῖς γονεῖς. Ἡ ἀπάνθρωπη καταπίεση ἀπό τούς ἀλλόθρησκους δυνάστες, μά καί ἡ μεγάλη...φτώχεια τῶν γονέων του δέν τοῦ ἐπέτρεψαν νά μάθει γράμματα. Ὅμως μορφώθηκε πνευματικά ἐν Χριστῷ ἀπό τούς ἁπλοϊκούς γονεῖς του, οἱ ὁποῖοι τοῦ ἐνέπνευσαν τήν προσήλωσή του στήν Ὀρθοδοξία, ὡς τήν μόνη ἀληθινή πίστη. Ἔμεινε μέ τούς γονεῖς του, βοηθῶντας τους στήν καλλιέργεια ξένων κήπων. Μετά ἀπό λίγα χρόνια πέθανε ξαφνικά ὁ πατέρας του. Ὁ Μιχαήλ ἀγόρασε ἕνα γαϊδουράκι καί περιόδευε τίς γειτονιές τῆς Ἀθήνας πωλῶντας κοπριά γιά τούς κήπους τῶν Ἀθηναίων. Συχνά ἔκανε καί το μεταπράτη, κουβαλῶντας προμήθειες ἀπό τήν πόλη στούς χωρικούς τῆς Ἀττικῆς. Ἡ ἐργασία του ἦταν κοπιαστική καί ἐπικίνδυνη, μά ἐκεῖνος δοξολογοῦσε καθημερινά το Θεό, πού ἔβγαζε τό ψωμί του τίμια καί ἦταν ὀρθόδοξος χριστιανός.
Στήν ἐποχή του βρισκόταν σέ πλήρη ἐξέλιξη γιγάντια ἐπιχείρηση ἐξισλαμισμοῦ τῶν ὑποδούλων Χριστιανῶν ἀπό τήν ὀθωμανική ἐξουσία. Κι αὐτό διότι οἱ ἐξισλαμισμένοι, μαζί μέ τήν πίστη τους, ἔχαναν καί τήν ἐθνική τους συνείδηση. Ὁ Μιχαήλ, δεκαοχτώ χρονῶν παλικάρι, εἶχε γίνει στόχος τῶν τουρκικῶν ἀρχῶν. Κάποια μέρα πού ὁ Μιχαήλ ἔμπαινε στήν πόλη μέ τό ζωντανό του, συνάντησε ἕνα ἀπόσπασμα χωροφυλάκων, ἀνθρώπων τοῦ τοπικοῦ Βοεβόδα (τοπάρχη). Τόν εἶχαν βάλλει στό μάτι ἀπό καιρό μέ σκοπό νά τόν ἀναγκάσουν νά ἐξισλαμισθεῖ. Ἀγράμματος καί ἁπλοϊκός, ὅπως ἦταν, πίστευαν ὅτι θά τόν ἔπειθαν. Σκάρωσαν μιά δαιμονική σκευωρία γιά νά τόν συλλάβουν. Τόν συκοφάντησαν ὅτι δῆθεν μεταφέρει μέ τό ζῶο του μπαρούτι στούς ἀρματωμένους κλέφτες Ἕλληνες των γύρῳ,γύρω βουνῶν. Τόν συνέλαβαν καί τόν ἔκλεισαν σέ μπουντρούμι. Τόν ἐπισκέπτονταν καθημερινά καί προσπαθοῦσαν μέ κολακεῖες καί ἀπειλές νά «τουρκέψει». Νά ἀνταλλάξει τό Εὐαγγέλιο μέ τό Κοράνιο, τό Χριστό μέ τό Μωάμεθ. Ὅμως ἐκεῖνος στεκόταν ἀμετάπειστος. Ἡ ὀρθόδοξη πίστη εἶχε βαθιές ρίζες στήν ψυχή του καί δέν ἦταν εὔκολο γιά ἐκείνους νά τήν ξεριζώσουν.
Πέρασε πολύς καιρός, χωρίς νά ἐπιτύχουν το στόχο τους. Ὁ Μιχαήλ δέν ὑπέκυπτε. Τότε ἄρχισαν τίς φοβέρες, λέγοντάς τους ὅτι ἡ ὑπομονή τους εἶχε ἐξαντληθεῖ καί ὅτι θά τόν θανάτωναν ἄν δέν ἀσπασθεῖ τό Ἰσλάμ. Κάποιος πιστός Χριστιανός, ὀνόματι Γεώργιος, φοβοῦνταν ὅτι ὁ δεκαοχτάχρονος Μιχαήλ θά λύγιζε καί θά ἀλλαξοπιστοῦσε. Δωροδόκησε λοιπόν τούς φύλακες καί ζήτησε νά τόν ἐπισκεφτεῖ. Τόν βρῆκε, ὄχι πανικόβλητο, ἀλλά ἤρεμο καί γονατιστό νά προσεύχεται μέ δάκρυα καί νά ψέλνει τροπάρια τῆς Ἐκκλησίας. Ἔπιασε συζήτηση μαζί του καί προσπαθοῦσε νά τόν στηρίξει καί νά τοῦ ἐμβαθύνει τήν πίστη στό Χριστό. Νά τόν ἐνθαρρύνει νά δεχτεῖ τό μαρτύριο καί νά μήν δειλιάσει μπροστά στά βασανιστήρια καί τό θάνατο. Ὁ Γεώργιος ἀγκάλιασε τόν Μάρτυρα, τόν ἀσπάστηκε καί ἔφυγε.
Οἱ βασανισμοί συνεχίζονταν καθημερινά. Τόν χτυποῦσαν ἀλύπητα γιά ὧρες καί ἐκεῖνος φώναζε μέ ὅλη τή δύναμη τῆς ψυχῆς του: «δέν τουρκίζω, δέν τουρκίζω• εἶμαι χριστιανός»! Τόν παρουσίασαν στόν Βοεβόδα. Ἐκεῖνος ἄρχισε νά τοῦ τάζει ἀξιώματα, τιμές καί πλούτη ἄν ἀλλαξοπιστοῦσε. Ὁ Μιχαήλ ἐπαναλάμβανε τήν στερεότυπη ἄρνησή του: «δέν τουρκίζω, δέν τουρκίζω• εἶμαι χριστιανός»!
Μετά ἄρχισαν οἱ φοβέρες, ἀλλά αὐτός ἔμεινε ἑδραῖος στήν πίστη του στό Χριστό. Ὅταν εἶδε ὁ Βοεβόδας ὅτι δέν μπόρεσε νά τόν μεταπείσει, τόν παρέδωσε σέ ἕναν θηριώδη ἄνθρωπο, τόν Καλοπασσιά ἀπό τά Γιάννενα, ὁ ὁποῖος βρισκόταν ἐκεῖνες τίς μέρες στήν Ἀθήνα. Ὁ αἱμοδιψής ἐκεῖνος ἄνθρωπος ἦταν ὁ φόβος καί ὁ τρόμος τῶν φυλακισμένων. Ἔλπιζε πώς καί μόνο ἡ θέα του, θά μποροῦσε νά κάμψει τήν ἄρνησή του νά ἀλλαξοπιστήσει. Ὁ Μιχαήλ στάθηκε μπροστά του μέ ἀσυνήθιστο θάρρος. Ἀγνόησε ἐπιδεικτικά τά ταξίματα καί τίς φοβέρες του καί φώναζε μέ ὅλη τή δύναμή του, νά ἀκουστεῖ ὅσο μακριά γινόταν: «δέν τουρκίζω»!
Μετά ἀπό αὐτό τόν ὁδήγησαν στόν τοῦρκο δικαστῆ γιά νά δικαστεῖ. Ἀλλά καί σ' αὐτόν ἡ μόνη του ἀπολογία ἦταν ἡ φράση του: «δέν τουρκίζω»! Ἐκεῖνος γεμᾶτος ὀργή καί θυμό ἔβγαλε τήν ἀπόφαση: θάνατος δι' ἀποκεφαλισμοῦ! Ὁ Μιχαήλ ἄκουσε μέ πρωτόγνωρη ἠρεμία τή θανατική του καταδίκη! Τόν ἅρπαξαν οἱ ὁπλισμένοι δήμιοι καί τόν ἔσυραν στόν τόπο τῆς ἐκτέλεσης. Ἐκεῖνος τούς ἀκολουθοῦσε μέ χαρά, λές καί πήγαινε σέ πανηγύρι! Ἀπέβαλλε κάθε ἴχνος φόβου καί ἀγωνίας, διότι ἤξερε ὅτι λίγες στιγμές τόν χώριζε ἀπό τή συνάντησή του μέ τό Δεσπότη Χριστό. Στό δρόμο ὅποιους Χριστιανούς συναντοῦσε τούς ἔλεγε: «συγχωρέστε με, ἀδέλφια, κι ὁ Θεός νά σᾶς συγχωρέσει»! Ἐκεῖνοι τόν κοίταζαν φοβισμένοι, ἐξαιτίας τῆς παρουσίας τῶν τούρκων, ἀλλά μέ τό βλέμμα τους τοῦ ἔδιναν κουράγιο.
Ὅταν ἔφτασαν στόν τόπο τῆς ἐκτέλεσης, στό χῶρο τῶν ἐρειπίων τοῦ Ὀλυμπίου Διός, ὁ Μιχαήλ γονάτισε καί προσευχήθηκε θερμά. Κατόπιν ἔσκυψε τό κεφάλι του καί περίμενε τό φονικό σπαθί. Ὅμως ὁ ἄπιστος δήμιος τόν ἅρπαξε ἀπό τά μαλλιά καί τοῦ ἔβαλε τό σπαθί στό λαιμό, πιστεύοντας ὅτι ὁ Μάρτυρας θά δείλιαζε, μπροστά στό θάνατο καί θά ἀρνοῦνταν τό Χριστό. Ὅμως ἐκεῖνος τοῦ φώναζε: «Χτύπα γιά χάρη τῆς πίστης»! Ὁ δήμιος ἄρχισε νά κόβει ἀργά καί βασανιστικά τό λαιμό του, ἐλπίζοντας ὅτι τήν ὕστατη στιγμή θά μεταπείθονταν. Τό αἷμα ἔτρεχε ποτάμι καί ὁ πόνος ἦταν φρικτός, ἀλλά ἐκεῖνος φώναζε ἀκόμα δυνατότερα: «Χτύπα γιά τήν πίστη μου»! Ὁ θηριώδης δήμιος γεμᾶτος ἀγανάκτηση, μέ ἕνα δυνατό χτύπημα, ἔκοψε τήν τίμα κεφαλή του καί ἡ ψυχή τοῦ φτερούγησε στά οὐράνια! Ἦταν 9 Ἰουλίου τοῦ ἔτους 1770, ἤ 1771, σύμφωνα μέ διαφορετικές πηγές. Κάποιος χάραξε στήν πρώτη κολώνα τοῦ ἀρχαίου ναοῦ τήν ἐπιγραφή: «1771 Ἰουλίου 9 ἀπεκεφαλίσθη ὁ Πακνανάς Μιχάλης». Ἡ μνήμη του ἑορτάζεται στίς 9 Ἰουλίου.
Στήν περιοχή τοῦ Νέου Κόσμου, στόν Ἱερό Ναό Ἀναλήψεως τοῦ Κυρίου (ὁδός Λαγουμιτζή καί Ντελακρουά) ὑπάρχει παρεκκλήσιο τοῦ ἁγίου. Στό σημεῖο ἐκεῖνο, βρισκόταν, κατά τήν παράδοση, οἱ κῆποι του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου