2 Φεβ 2023

Ὁ Μεσογαίας ἀνακινεῖ τὸ σιναϊτικὸν ζήτημα;

Γράφει ὁ κ. Δημήτριος Λαμπρόπουλος, θεολόγος
Τὴν 21ην Δεκεμβρίου 2022 ὁ Πατριάρχης Ἱεροσολύμων ἀπέστειλεν ἐπιστολὴν πρὸς τὸν Ἀρχιεπίσκοπον Ἀθηνῶν σχετικῶς μὲ τὸν ἑορτασμὸν τῆς Ἱ. Μονῆς Σινᾶ, εἰς τὴν ὁποίαν μεταξὺ ἄλλων ἔγραφε:

«Ὡς γνωστόν, ἡ μακραίων κανονική παράδοσις τῆς Ὀρθοδόξου ἡμῶν Ἐκκλησίας, μαρτυρουμένη εἰς πλεῖστα κανονικά καί συνοδικά ἔγγραφα, (π.χ. εἰς τήν Κανονικήν Ἐπιστολήν τοῦ Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Γενναδίου Σχολαρίου πρός τόν Μάξιμον Σοφιανόν Ἡγούμενον τῆς Μονῆς Σινᾶ, εἰς τάς... ἀποφάσεις τῆς Συνοδικῆς Συνελεύσεως ἐν Καΐρῳ κατά τό ἔτος 1557 ὑπό τῶν Πατριαρχῶν Ἀλεξανδρείας Ἰωακείμ, Ἀντιοχείας Ἰωακείμ καί Ἱεροσολύμων Γερμανοῦ, εἰς τήν ἀπόφασιν τῆς ἐν Μόσχᾳ Ἱερᾶς Συνόδου τοῦ ἔτους 1667, εἰς τό Πατριαρχικόν Γράμμα τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Μεθοδίου Γ΄), προσέτι δέ καί εἰς τάς ὁμολογίας πίστεως, τάς ὁποίας ἔδιδον καί εἰσέτι δίδουν οἱ Ἀρχιεπίσκοποι Σιναίου ἐνώπιον τῶν Πατριαρχῶν Ἱεροσολύμων κατά τήν χειροτονίαν αὐτῶν, ἀλλά καί εἰς τό ἔγκυρον Συνταγμάτιον τοῦ Πατριάρχου Ἱεροσολύμων Χρυσάνθου, ὁρίζει τήν Μονήν ταύτην οὖσαν ἐντός τῶν ὁρίων τῆς δικαιοδοσίας τοῦ Πατριαρχείου Ἱεροσολύμων, ἀπ’ αἰώνων Αὐτοδέσποτον, Αὐτόνομον καί Ἀνεξάρτητον, διοικουμένην ὑπό τῆς Ἱερᾶς Συν­άξεως τῶν Σιναϊτῶν Πατέρων.

Τήν παράδοσιν καί τάξιν ταύτην ἀφ’ ἡμερῶν τῆς ἐκλογῆς Ἡμῶν εἰς τόν Πατριαρχικόν Θρόνον καί Ἡμεῖς, στοιχοῦντες εἰς τάς Κανονικάς Ἀρχάς, τάς ὁποίας ἔθεσαν οἱ προκάτοχοι Ἡμῶν, ἐν οἷς καί ὁ πολύς Σιναΐτης Πατριάρχης Ἱεροσολύμων Νεκτάριος, ἐσεβάσθημεν ἀπολύτως, ἄνευ παρεμβάσεώς τινος εἰς τά ἐσωτερικά, διοικητικά θέματα τῆς Μονῆς ἤ τάς ἐξωτερικάς δραστηριότητας αὐτῆς.

Τούτων οὕτως ἀκριβῶς τηρουμένων, ἐσχάτως δημιουργεῖται πρόβλημα, ὡς μή ὤφελε, ἐκ τῆς μή ἐνημερώσεως τοῦ Πατριαρχείου Ἱεροσολύμων ὑπό τῶν Σιναϊτῶν Πατέρων, διά τήν πρόσκλησιν Ἱεραρχῶν ἐξ ἑτέρων Ἐκκλησιαστικῶν Κλιμάτων, ἐπί τῷ σκοπῷ τῆς τελεσιουργίας τῆς Θείας Εὐχαριστίας ἐν τῇ Ἱερᾷ Μονῇ, ἰδίᾳ δέ κατά τήν ἑορτήν τῆς Ἁγίας Αἰκατερίνης. Ἡμεῖς καθ’ ἕκαστον ἔτος ἀποστέλλομεν ἀντιπροσωπίαν διά τήν ἑορτήν ταύτην, χωρίς νά γνωρίζωμεν ποίους Ἀρχιερεῖς ἄλλων Ἐκκλησιῶν θά συναντήσωμεν ἐκεῖ, καθισταμένων οὕτω τῶν ἀντιπροσώπων Ἡμῶν μαρτύρων κανονικῆς ἀταξίας.

Εἰς τήν Θείαν Λειτουργίαν τῆς ἑορτῆς τῆς Ἁγίας Αἰκατερίνης ἐφέτος προέστη ὁ Ἱερώτατος Μητροπολίτης Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆς κ. Νικόλαος, ἄνευ οἱασδήποτε γνώσεως Ἡμῶν καί ἐμνημόνευσεν εἰς τήν Θείαν Λειτουργίαν, προφανῶς ἐκ παρερμηνείας, τήν Ἱεράν Σύνοδον τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καί τόν Ἀρχιεπίσκοπον Σιναίου κ. Δαμιανόν, ἄνευ οὐδεμιᾶς μνείας τοῦ Πατριάρχου Ἱεροσολύμων, ἐν ἀντιθέσει πρός τήν λειτουργικήν καί κανονικήν τάξιν τήν ἰσχύουσαν ἐν τοῖς Παλαιφάτοις Πατριαρχείοις. Διερωτώμεθα ἐάν ἡ Αὐτονομία τῆς Μονῆς ἤ τό «Ἀδέσποτον» αὐτῆς, ὡς ἰσχυρίζονται οἱ Σιναΐται Πατέρες, ἀναιρεῖ τήν τάξιν τῶν Διπτύχων καί ἐπί ποίας κανονικῆς βάσεως ἐρείδεται ἡ ἀναίρεσις αὕτη.

Γνωρίζομεν τῇ Ὑμετέρᾳ Μακαριότητι ὅτι διά τῶν ὡς ἄνω οὐδαμῶς ἐκφράζομεν πρόθεσιν καταλύσεως τοῦ «Αὐτοδεσπότου» χαρακτῆρος διοικήσεως τῆς Μονῆς, ἀλλ’ ἀντιθέτως προτιθέμεθα, ἵνα προστατεύσωμεν ἐν παντί τό Καθεστώς αὐτῆς ἐν τῷ πλαισίῳ ὅμως τῶν κανονικῶν ἐπιταγῶν τῶν Πατέρων καί τῶν Συν­όδων (35ος Ἀποστόλων, 2ος Β΄ Οἰκουμενικῆς, 20ός Πενθέκτης, 13ος καί 22ος Ἀντιοχείας κ.ἄ.), διό καί παρεκαλέσαμεν τούς Σιναΐτας Πατέρας, ἵνα τηροῦν τήν κανονικήν τάξιν ἐπί τοῦ προκειμένου ζητήματος πρός διασφάλισιν «τῆς ἑνότητος τοῦ Πνεύματος ἐν τῷ συνδέσμῳ τῆς εἰρήνης» (Ἐφ. 4,3).

Ἐκθέτοντες ταῦτα, παρακαλοῦμεν τήν Ὑμετέραν Μακαριότητα, ὅπως συστήσῃ εἰς τούς Ἀρχιερεῖς τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ὁσάκις ἐπιθυμοῦν νά λειτουργήσουν εἰς τήν Ἱεράν Μονήν Θεοβαδίστου Ὄρους Σινᾶ, νά ἐνημερώνουν τό Πατριαρχεῖον Ἱεροσολύμων, καθώς πράττουν οἱ Ἀρχιερεῖς τῶν λοιπῶν ἀδελφῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, διότι ἡ Αὐτονομία τῆς Μονῆς δέν ἀναιρεῖ τό γεγονός ὅτι αὕτη δέν εὑρίσκεται εἰς μετέωρόν τινα κατάστασιν, ἀλλ’ ἐπί κανονικοῦ ἐδάφους τῆς δικαιοδοσίας τοῦ Πατριαρχείου Ἱεροσολύμων».

Τὸ Σιναϊτικὸν Ζήτημα

Τὸ πρόβλημα τοῦ καθεστῶτος τῆς Ἱ. Μονῆς καὶ τῶν διεκδικήσεων τοῦ Πατριαρχείου εἶναι παλαιὸν καὶ ἐν πολλοῖς παραμένει ἄλυτον, ἂν ἀναλογισθῆ κανεὶς ὅτι κατὰ καιροὺς παρὰ εἰλημμένας ἀποφάσεις ἐπανέρχεται.

Ἡ ἱστορία τῆς Ἱ. Μονῆς τυγχάνει ἀρχαιοτέρα τῆς ἀναδείξεως τῶν Ἱεροσολύμων εἰς Πατριαρχεῖον, καθὼς ἀσκηταὶ εἶχον καταφύγει εἰς τὴν περιοχὴν ἤδη ἀπὸ τὸν Γ΄ αἰ μ.Χ. καὶ μαρτυρίαι ἀναφέρουν ὅτι ἐμαρτύρησαν ἤδη κατὰ τὰ ἔτη τοῦ Διοκλητιανοῦ, ἐνῶ ὁ πρῶτος Πατριάρχης Ἱεροσολύμων Ἰουβενάλιος καθίσταται τὸ 422 μ.Χ. Ἐδημιουργήθη μία ἰσχυρὰ παράδοσις συνδεομένη μὲ τὴν ἀποκάλυψιν τοῦ Θεοῦ εἰς τὸν Μωϋσῆν καὶ ἀργότερα μὲ τὴν Ἁγ. Αἰκατερίνην. Κατὰ τὴν περίοδον τοῦ αὐτοκράτορος Ἰουστινιανοῦ ὄχι μόνον μεγαλύνεται ἡ μονὴ, ἀλλὰ καὶ φέρεται ὑπ’ αὐτοῦ «ὁρισμὸς» ὅτι ὁ προϊστάμενος αὐτῆς νὰ εἶναι Ἀρχιερεύς. Ὁ ὁρισμὸς δὲν εἶναι γνήσιος, ἀλλὰ φαίνεται ὅτι ἐπικυρώνει τὴν αὐθεντικὴν παράδοσιν τῆς μονῆς, ἡ ὁποία ὑπερεῖχε εἰς κῦρος, τόσον ὥστε ὁ ἀποκρισάριος αὐτῆς νὰ θεωρῆται ἤδη τὸν 6ον αἰ μ.Χ. ὅτι ἦτο ἀνώτερος καὶ αὐτοῦ τοῦ Ἐπισκόπου τῆς περιοχῆς, τοῦ Ἐπισκόπου Φαράν. Ἀπὸ τοῦ 9ου αἰ μ.Χ. ὁ ἡγούμενος εἶναι πλέον καὶ Ἐπίσκοπος.

Ἦτο βέβαιον ὅτι τὰ Πατριαρχεῖα Ἱεροσολύμων καὶ Ἀλεξανδρείας θὰ ἤθελον νὰ ὑποτάξουν τὴν μονήν, ὄχι μόνον διὰ τὴν ἀκτινοβολίαν της, ἀλλὰ καὶ διὰ τὴν μεγάλην περιουσίαν καὶ τὰ ἁπανταχοῦ εἰς τὴν οἰκουμένην μετόχια καὶ νὰ ὑπαγάγουν αὐτὴν εἰς τὴν δικαιοδοσίαν των, ὡς ἀνήκουσα εἰς ἐδάφη τῆς κυριότητός τους. Ἐπέτυχον μερικῶς ἀνὰ διαστήματα αὐτό, καθ’ ὅσον ὑπῆρχε ἡ ἀνάγκη χειροτονίας τοῦ Ἡγουμένου-Ἐπισκόπου.

Ὡστόσον, αἱ πάμπολλαι βοῦλλαι τοῦ Πατριαρχείου Ρώμης ἀκόμη καὶ μετὰ τὸ Σχίσμα, αἱ ὁποῖαι ἔθετον τὴν μονὴν ὑπὸ τὴν προστασίαν του μὲ τὴν σύμφωνον γνώμην τῆς ἀδελφότητος, καταδεικνύουν ὅτι ἡ μονὴ ἦτο πάντοτε αὐτεξουσία. Ἀπεφεύχθη πάντως ἐκεῖνο, τὸ ὁποῖον συνέβη μεταγενεστέρως εἰς τὸ Ἅγιον Ὄρος, ὅπου τὰ πατριαρχικὰ σταυροπήγια, ἐνῶ ἐτέθησαν, διὰ νὰ διαφυλάξουν ἐν μέσῳ τῆς Ὀθωμανοκρατίας τὰ βασιλικὰ αὐτοκρατορικὰ βυζαντινὰ προνόμια, διεστράφησαν, εἰς σημεῖον ὥστε νὰ ἐπικαλύψουν αὐτὰ καὶ νὰ θεωροῦνται ὡς δῆθεν ἀπόδειξις τῆς ὑπαγωγῆς αὐ­τῶν εἰς τὸν Πατριάρχην Κων/λεως.

Ἡ ἀνάμειξις τοῦ Πατριαρχείου Κων/λεως δὲν ἦτο πάντοτε ἡ προσδοκωμένη ὑπὸ τῶν Πατριαρχείων Ἱεροσολύμων καὶ Ἀλεξανδρείας. Ἄλλοτε ἐτάχθη ὑπὲρ τοῦ πρώτου καὶ ἄλλοτε ὑπὲρ τοῦ δευτέρου. Οὐδεὶς ὅμως ἐτόλμα νὰ ἀμφισβητήση τὴν ἐπικρατήσασαν κατάστασιν, κατὰ τὴν ὁποίαν ὁ ἐκλεγής ὑπὸ τῆς συνάξεως τῆς μονῆς Ἡγούμενος ἔπρεπε νὰ χειροτονηθῆ καὶ Ἐπίσκοπος, ὁ ὁποῖος ἐκ τοῦ 16ου αἰ μ.Χ. φέρει καὶ τὸν τίτλον τοῦ «Ἀρχιεπισκόπου». Εἰς τὸν Ἱεροσολύμων τελικῶς ἀπέμεινε μόνον τὸ δικαίωμα τῆς χειροτονίας, καθὼς ἡ μὲν Ἀρχιεπισκοπὴ συναριθμεῖται εἰς αὐτάς τοῦ Πατριαρχείου, ἀλλὰ εἶναι αὐτοκέφαλος, ἡ δὲ μονὴ ἀνεξάρτητος ἀπὸ κάθε ἐκκλησιαστικὴν ἐπέμβασιν «ἕνεκα δὲ τούτου καὶ τὸ ἱερὸν σύνθρονον τοῦ ναοῦ ἐσφραγίσθη, ἵνα μηδεὶς καθήσῃ ἐν αὐτῷ, οὐδὲ τοῦ ἀρχιεπισκόπου τοῦ Σινᾶ ἐξαιρουμένου» (ΘΗΕ, τ. 11, σ. 181).

Ἡ στάσις τοῦ Μεσογαίας

Ὁ Μητροπολίτης Μεσογαίας ἐπέτυχε νὰ καταστῆ μέρος αὐτοῦ τοῦ μακραίωνος προβλήματος. Δὲν εἶναι ἄλλωστε τὸ μοναδικὸν πρόβλημα εἰς τὸ ὁποῖον ἔχει μερίδιον εὐθύνης, ἔχουν προηγηθῆ τὸ μάθημα τῶν θρησκευτικῶν, τὸ οὐκρανικόν, τὰ ἐμβόλια κ.ἄ.

Εἶναι ὅμως ἀπορίας ἄξιον, διατί δὲν ἐνημέρωσε τὸν Πατριάρχην Ἱεροσολύμων; Διατί δὲν ἠρώτησε νὰ πληροφορηθῆ διὰ τὴν τάξιν τῆς μνημονεύσεως; Ἐπὶ ποίῳ σκοπῷ μετέβη εἰς τὴν Ἱ. Μονήν, προσεκλήθη ἢ τὴν ἐπεσκέφθη;

Ἀνεξαρτήτως ἐὰν ὁ Πατριάρχης Ἱεροσολύμων ἔχει δίκαιον ἢ ἄδικον ὑπάρχουν λεπτὰ ζητήματα εἰς τὴν Ὀρθοδοξίαν, τὰ ὁποῖα ἀπαιτοῦν ἐπιδεξίους χειρισμοὺς καὶ ἡ δρᾶσις τοῦ Μεσογαίας προκαλεῖ πολλὰ ἐρωτήματα.

Διδάγματα

Τὸ ὅλον ζήτημα, ὡστόσον, ἴσως ὀφείλει νὰ καταστῆ πιλοτικὸν διὰ τὴν θεώρησιν εὐρυτέρων ζητημάτων. Εἰς τὴν προκειμένην περίπτωσιν εἴτε ὅσα ἰσχυρίζεται ὁ Πατριάρχης Ἱεροσολύμων εἶναι ὀρθὰ εἴτε ὅσα ἐπιτρέπουν οἱ πατέρες εἰς τὸ Σινᾶ εἶναι σωστά. Ἀναλόγως αὐτὰ ἔχουν ἐπιπτώσεις ὄχι τόσον διὰ τὸν Μεσογαίας (θὰ ἀναλάβη ἄλλωστε ὁ Ἀρχιεπίσκοπος νὰ διευθετήση τὴν κατάστασιν καὶ εὐελπιστοῦμεν ὅτι δὲν θὰ συμπεριφερθῆ ὡς ἀπαξιωτικῶς ἐνίοτε συμπεριφέρεται τὸ Φανάρι π.χ. περίπτωσις βαπτίσεως εἰς Γλυφάδα ὑπὸ Ἀμερικῆς) ὅσον διὰ τὰ σταυροπήγια καὶ ἄλλας ἀδεσπότους ἱ. μονάς. Ἂν πρέπη νὰ μνημονεύεται ὁ Πατριάρχης εἰς ἕν ἱστορικὰ αὐτεξούσιον μοναστήριον τότε, διατί ὄχι καὶ εἰς τὰ ἐν Ἑλλάδι ἐλάσσονα σταυροπήγια ὁ οἰκεῖος Ἐπίσκοπος; Ἂν πάλιν τὸ δίκαιον εἶναι εἰς τὸ πλευρὸν τῆς μοναστικῆς ἀδελφότητος, τότε ἴσως θὰ ἔπρεπε νὰ ἐπανεξετάσουν καὶ εἰς τὸ Ἅγιον Ὄρος τὴν ἐπαναφορὰν Ἐπισκόπου Ἁγίου Ὄρους, ὥστε νὰ εἶναι πλήρως ἀνεξάρτητοι ἐκ τοῦ αἰχμαλώτου εἰς τὸν οἰκουμενισμὸν Φαναρίου. Τουλάχιστον, ἂς καταστῆ τροφὴ διὰ προβληματισμὸν εἰς τὰ Ἱ. Ἡσυχαστήρια, τὰ ὁποῖα ἐδέχθησαν ἀπαθῶς τὴν ἀλλαγὴν καθεστῶτος, τὴν ὁποίαν ἐπέβαλεν ἡ Ἱ. Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἀπομειώνουσα τὴν ἐλευθερίαν τους. Τὸ «Σιναϊτικὸν» ἔχει βαθυτέρας προεκτάσεις σχετικῶς μὲ τὴν σχέσιν ἐπισκοπικῆς ἐξουσίας καὶ ἐκκλησιαστικῆς ἐλευθερίας, «γόρδιος δεσμὸς», ὁ ὁποῖος θὰ παραμένη ἄλυτος διὰ τοῦτο ἀπαιτεῖ οἱ πιστοὶ νὰ εἶναι συνειδητοποιημένοι.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.