12 Νοε 2021

Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Ἐλεήμων Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας (12 Νοεμβρίου †)

ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου - Καθηγητοῦ
Πολλοί ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας ἔλαβαν τόν χαρακτηρισμό τοῦ ἐλεήμονα, διότι ἄσκησαν ὑπερβαλλόντως τήν χριστιανική ἀρετή τῆς ἐλεημοσύνης. Ὁ ἁγιασμός τους καί ἡ τελείωσή τους πέρασε μέσα ἀπό τήν ἄσκηση τῆς ἔμπρακτης ἀγάπης, ἡ ὁποία θεωρεῖται ὡς ἡ κορωνίδα ὅλων τῶν ἀρετῶν. Ἕνας ἀπό αὐτούς ὑπῆρξε καί ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Ἐλεήμων, Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας.
Γεννήθηκε περί τό 555 στήν Ἀμαθούντα τῆς Κύπρου, τή σημερινή Λεμεσό. Οἱ γονεῖς του ὀνομαζόταν Ἐπιφάνιος καί Εὐκοσμία, ἦταν εὔποροι καί εἶχαν μεγάλη κοινωνική θέση στήν Κύπρο. Παράλληλα ἦταν εὐσεβεῖς καί ἐνάρετοι ἄνθρωποι. Ὁ πατέρας του ἦταν κυβερνήτης τῆς Κύπρου καί εἶχε πολλά καί σπάνια διοικητικά χαρίσματα καί ἱκανότητες. Γιά τήν δικαιοσύνη του καί τήν ἀγάπη του γιά το λαό του ἦταν πολύ ἀγαπητός καί σεβαστός... ἀπό ὅλους. Ἡ μητέρα του εἶχε πλούσια ψυχικά καί πνευματικά χαρίσματα, τά ὁποῖα τήν καθιστοῦσαν ἀξιοσέβαστη στό νησί. Οἱ εὐσεβεῖς καί ἐνάρετοι αὐτοί ἄνθρωποι μετέδωσαν καί στό παιδί τους, τόν Ἰωάννη, τήν βαθειά πίστη στό Θεό καί τοῦ πρόσφεραν τή μεγαλύτερη δυνατή μόρφωση τῆς ἐποχῆς τους. Ἀλλά καί ἐκεῖνος εἶχε φιλομαθῆ διάθεση, ἀποκτῶντας μεγάλη γνώση. Ἀρεσκόταν περισσότερο νά μελετᾶ τήν Ἁγία Γραφή καί τά συγγράμματα τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας.

Ὅταν μεγάλωσε, μέ τήν πίεση τῶν γονέων του καί χωρίς τή δική του θέληση, νυμφεύτηκε μιά εὐσεβῆ γυναῖκα. Ἀλλά σύντομα, ἀπό κάποιο θανατικό, πού εἶχε πέσει στό νησί, πέθανε ἡ σύζυγός του καί τά παιδιά του, μένοντας μόνος. Αὐτό τό θεώρησε ὡς εὐκαιρία γιά νά ἀφιερωθεῖ στήν ὑπηρεσία τῆς Ἐκκλησίας καί στή διακονία τῶν ἐνδεῶν ἀνθρώπων, τῶν ὁποίων τά παθήματα ἄγγιζαν τήν εὐαίσθητη ψυχή του.
Κάποιο βράδυ εἶδε στόν ὕπνο του ἕνα παράδοξο ὄνειρο, μιά ὡραία κόρη, στεφανωμένη μέ κλάδο ἐλιᾶς, ἡ ὁποία τοῦ εἶπε: «Ἐγώ εἶμαι ἡ πρώτη θυγατέρα τοῦ βασιλέα. Ἄν μέ ἀγαπήσεις, ἔχω τήν δύναμη νά σέ ὁδηγήσω σ' αὐτόν»! Ὁ Ἰωάννης προσπάθησε νά ἑρμηνεύσει τήν ὀπτασία, συμπεραίνοντας, πώς ἡ κόρη ἦταν ἡ χάρις τῆς συμπάθειας καί τῆς ἐλεημοσύνης, ἡ ὁποία ὄντως ὁδηγεῖ στό Θεό.
Στά 610 χήρεψε ὁ πατριαρχικός θρόνος τῆς Ἀλεξάνδρειας καί οἱ Ἀλεξανδρείς πιστοί ἐξεδήλωσαν τήν ἐπιθυμία τους νά γίνει ποιμενάρχης τους ὁ ἐνάρετος Ἰωάννης. Ὁ ἔπαρχος τῆς Αἰγύπτου, πατρίκιος Νικήτας, μετέβη στήν Κωνσταντινούπολη, ὅπου μετέφερε τήν ἐπιθυμία τοῦ λαοῦ τῆς Ἀλεξάνδρειας στόν αὐτοκράτορα Ἡράκλειο (575-641), νά προωθήσει τόν Ἰωάννη στό θρόνο τοῦ Ἁγίου Μάρκου. Ὁ αὐτοκράτορας δέχτηκε καί ἔστειλε διαταγή στόν Ἰωάννη νά μεταβεῖ στήν Ἀλεξάνδρεια καί νά ἀναλάβει τόν πατριαρχικό θρόνο. Ὅταν ἐκεῖνος πῆρε τή διαταγή, χωρίς νά τό θέλει, ὑπάκουσε καί δέχτηκε τήν ὑψηλή αὐτή διακονία. Χειροτονήθηκε Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας.
Ἡ Ἀλεξάνδρεια ἦταν μιά μεγάλη πόλη, ὅπου συμβίωνε ὁ πλοῦτος τῶν ὀλίγων μέ τή φτώχεια τῶν πολλῶν. Οἱ δρόμοι ἦταν γεμᾶτοι ἀπό ἐπαῖτες, περιφερόμενα πεινασμένα παιδιά καί ἐγκαταλειμμένους γέροντες. Ἔβλεπε κανείς ἐξαθλιωμένες χῆρες μέ σκελετωμένα παιδιά στήν ἀγκαλιά νά ζητοῦν βοήθεια γιά νά ἐπιβιώσουν. Ἀσθενεῖς καί κατάκοιτους, δίχως στέγη καί φροντίδα. Αὐτό τό οἰκτρό θέαμα πλήγωσε τήν εὐαίσθητη καρδιά τοῦ Ἰωάννη. Θυμήθηκε τό παράδοξο ὄνειρο καί κατάλαβε ὅτι ἡ κόρη τοῦ ὀνείρου ἦρθε στό ὄνειρό του γι' αὐτούς τούς ἀνθρώπους! Ὅτι ἡ θεία πρόνοια τόν ὁδήγησε ἐκεῖ γιά νά τούς βοηθήσει, νά ἁπαλύνει τόν πόνο τους!
Ἔτσι ὡς πρῶτο του μέλημα ἔθεσε τήν καταγραφή ὅλων τῶν ἀναξιοπαθούντων ἀνθρώπων τῆς Ἀλεξάνδρειας καί τῶν ἄλλων περιοχῶν τῆς ἐπισκοπικῆς του
περιφέρειας. Ἀνάθεσε σέ κληρικούς καί οἰκονόμους νά καταγράψουν ὅλους τούς ζητιάνους, τίς χῆρες καί τά ὀρφανά, τούς ἐγκαταλειμμένους, τούς ὁποίους ἀποκαλοῦσε «κυρίους καί δεσπότες του», διακηρύσσοντας δημόσια πώς ὅλους αὐτούς μας τούς στέλνει ὁ Θεός, οἱ ὁποῖοι μέ τήν βοήθειά μας, μποροῦν νά μᾶς ἀνοίξουν τή βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
Περισσότεροι ἀπό 7.500 ἄνθρωποι καταγράφηκαν καί ἐντάχτηκαν στά προγράμματα φιλανθρωπίας τοῦ Ἰωάννη. Τούς εἶχε ἐξασφαλίσει τό καθημερινό φαγητό καί μερίμνησε νά μήν εἶναι κανένας ἄστεγος. Διέθεσε ἀρχικά τήν προσωπική του μεγάλη περιουσία καί ὅταν αὐτή ἐξαντλήθηκε, στράφηκε πρός τούς πλουσίους, τούς ὁποίους ἔπειθε νά ἐπιχορηγούν τό μεγάλο φιλανθρωπικό του ἔργο. Ὁ λαός ἐξέφραζε τήν ἀγάπη του καί τήν ἀφοσίωσή του στόν ἐλεήμονα ποιμενάρχη του, τοῦ ὁποίου προσέδωσε τήν προσωνυμία «Ἐλεήμων».
Ἔβλεπε στά πρόσωπα τῶν φτωχῶν καί ἀσθενῶν τό Χριστό. Πέρα ἀπό τό ἐπισιτιστικό καί στεγαστικό ἔργο, μερίμνησε καί γιά τούς ἀσθενεῖς, τούς γέροντες, τά ὀρφανά, κτίζοντας πολλά νοσοκομεῖα, γηροκομεῖα, φτωχοκομεία, ὀρφανοτροφεῖα, ὅπου ἔβρισκαν ἀγάπη καί φροντίδα χιλιάδες ἀναξιοπαθοῦντες.
Στά 614, ὅταν οἱ Πέρσες εἶχαν καταλάβει τά Ἱεροσόλυμα, καί ἄρχισαν τίς σφαγές τῶν ἀμάχων. Τότε μεγάλος ἀριθμός προσφύγων ἔφτασαν στήν Ἀλεξάνδρεια γιά νά γλυτώσουν ἀπό τά σπαθιά τῶν βαρβάρων εἰσβολέων. Ὁ Ἰωάννης τους δέχτηκε μέ πατρική ἀγάπη καί ἄνοιξε τίς πόρτες τῶν ἱδρυμάτων, προσφέροντάς τους πολύτιμη βοήθεια. Μάλιστα ὀργάνωσε μεγάλες ἀποστολές σιτηρῶν καί τροφίμων στούς ἐναπομείναντες κατοίκους τῆς Παλαιστίνης, σώζοντας χιλιάδες ἀνθρώπους ἀπό τήν πεῖνα. Ὁ γνωστός ἱστορικός καί ἀκαδημαϊκός Κ. Ἄμαντος ἔγραψε τά ἑξῆς γιά τό ἔργο τοῦ ἁγίου Ἰωάννη: «Περιέθαλψε τούς πρόσφυγας κατά τρόπον μοναδικόν, ἄγνωστον μέχρι τότε εἰς τήν ἱστορίαν»!
Ἀξιοσημείωτο εἶναι ὅτι ὁ Ἰωάννης δέν περίμενε ἀπό τούς ἄλλους, ἀλλά ἐμφανιζόταν πρῶτος νά ὑπηρετεῖ τούς ἀσθενεῖς καί νά περιθάλπει τούς ἀνήμπορους. Προσωπικά ὁ ἴδιος καί οἱ πολυπληθεῖς συνεργάτες του προσέφερε τίς πολύτιμες ὑπηρεσίες τους στούς ζωντανούς, ἀλλά καί θάβοντας τούς νεκρούς, ἀπό τίς λοιμικές νόσους, πού μάστιζαν συχνά τήν περιοχή, τούς ὁποίους ἄφηναν ἄταφους οἱ οἰκεῖοι τους, φοβούμενοι τή μετάδοση τῆς νόσου. Ἔδινε τό καλό παράδειγμα τῆς πίστης καί τῆς φιλανθρωπίας. Ό, τί τοῦ προσέφεραν τό ἔδινε στούς φτωχούς.
Ἀλλά τό φιλανθρωπικό ἔργο του δέν παρεμπόδιζε κι ἐπισκίαζε τό ποιμαντικό καί πνευματικό. Κατηχοῦσε τούς πιστούς, ὀργάνωνε ἱεραποστολικές ἀποστολές καί ἔκτιζε ναούς. Σέ ἐλάχιστο διάστημα ἔκτισε 70 ναούς!
Ὁ ἴδιος ζοῦσε σάν ἀσκητής. Δέν παραμελοῦσε τόν προσωπικό του ἀγῶνα γιά κόψιμο παθῶν,παθών καί ἀπόκτηση ἀρετῶν. Προσευχόταν ἀδιάκοπα, νήστευε, ἀγρυπνοῦσε. Ἦταν ἀνεξίκακος καί σκορποῦσε στούς γύρῳ,γύρω του ἀγάπη καί καλοσύνη. Δέν ἀνταπέδιδε μῖσος ἤ ἐκδίκηση σέ ὅσους τόν ἀδικοῦσαν. Ἦταν ταπεινός καί ἀπέδιδε στόν ἑαυτό του τόν χαρακτηρισμό τοῦ «μεγαλύτερου ἁμαρτωλοῦ», ζητῶντας ἀπ' ὅλους συγχώρεση. Ἐνθάρρυνε τούς ἁμαρτωλούς νά μετανοοῦν, τονίζοντάς τους τό μεγαλεῖο της θεῖα ἀγάπης καί τό ἀκένωτο τοῦ θείου ἐλέους. Τόνιζε τήν πίστη τῆς Ἐκκλησίας πώς ὁ ἀληθινός Τριαδικός Θεός εἶναι Θεός ἀγάπης καί ὄχι ἐκδίκησης καί κακότητας, ὅπως πρέσβευαν οἱ ἐθνικοί καί οἱ αἱρετικοί.
Ὁ αὐτοκράτορας Ἡράκλειος εἶχε πληροφορηθεῖ γιά τό μεγάλο καί ἀνεκτίμητο ἔργο τοῦ Ἰωάννη καί ζητοῦσε ἐπίμονα νά ἔρθει στήν Κωνσταντινούπολη νά πάρει τήν εὐλογία του καί νά τόν τιμήσει. Ὁ ἅγιος ἀρνιόταν ἐπίμονα, διότι δέν ἤθελε ἀνθρώπινα βραβεῖα καί ἐπαίνους. Ἀλλά μετά ἀπό ἐπίμονες παρακλήσεις τοῦ ἐπάρχου Νικήτα ὑπάκουσε καί πῆρε τό πλοῖο γιά τήν Πόλη. Ὅταν ὅμως ἔφτασε στή Ρόδο εἶδε ἕνα
ὅραμα: ἕνα φωτεινό ἄνδρα ὁ ὁποῖος τοῦ εἶπε: «Ἔλα στήν Κύπρο, μήν ἀργεῖς. Ἔλα! Ὁ βασιλεύς τῶν βασιλέων σέ περιμένει»! ὁ ἅγιος κατάλαβε ὅτι εἶχε ἔρθει ἡ ὥρα νά
τόν καλέσει κοντά Του ὁ Κύριος, τόν Ὁποῖο ἀγάπησε καί ὑπηρέτησε στά πρόσωπα τῶν ἀνθρώπων.
Ἄλλαξε λοιπόν πορεία καί κατευθύνθηκε στή γενέτειρά του τήν Κύπρο, ὅπου κοιμήθηκε εἰρηνικά τό 619 σέ ἡλικία 64 ἐτῶν. Λίγο πρίν τήν κοίμησή του εἶδε ξανά στό ὄνειρό του τήν κόρη πού εἶχε δεῖ παλιά, ἡ ὁποία τοῦ ἀποκάλυψε ὅτι πράγματι ἦταν ἡ ἐλεημοσύνη, ἡ ὁποία ἀνοίγει τήν βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
Στή διαθήκη του ἔγραψε: «Σ' εὐχαριστῶ, Κύριε καί Θεέ μου, γιατί μέ ἀξίωσες, τά δῶρα πού Σύ μοῦ ἔδωσες, νά σοῦ τά προσφέρω πίσω. Σ' εὐχαριστῶ, ἀκόμη πού ἄκουσες τήν προσευχή μου καί στήν κατοχή μου τώρα πού πεθαίνω δέν ἔμεινε παρά «ἕν τρίτον νομίσματος», τό ὁποῖον προστάζω νά δοθεῖ στούς φτωχούς ἀδελφούς μου. Ὅταν μέ τη χάρη τοῦ Θεοῦ ἔγινα ἐπίσκοπος τῆς Ἀλεξάνδρειας, βρῆκα στά ταμεῖα τῆς ἐπισκοπῆς μοῦ ὀκτώ χιλιάδες περίπου λίτρες χρυσοῦ. Μέ τίς γενναιόδωρες προσφορές φιλόχριστων ἀνθρώπων, κατόρθωσα νά συγκεντρώσω ἀμύθητα ποσά. Τά ποσά αὐτά, ἐπειδή ἤξερα, πώς εἶναι δῶρα τοῦ βασιλέα τῶν ὅλων Χριστοῦ, τά ἐπέστρεψα μέ ἐπιμέλεια καί προσοχή στόν Θεό, στόν ὁποῖο καί ἀνήκουν. Σ' Αὐτόν παραδίδω τώρα καί τήν ψυχή μου».
Οἱ Χριστιανοί της Ἀμαθοῦντος κήδεψαν τό τιμημένο καί ἁγιασμένο σῶμα τοῦ Ἰωάννη στό Ναό τοῦ Ἁγίου Τύχωνος. Μετά ἀπό λίγο καιρό ὁ χαρυτόβρυτος τάφος του ἀνέβλυζε μύρο καί ἔκανε πολλά θαύματα. Εἶναι δέ ὁ πολιοῦχος ἅγιος τῆς Λεμεσοῦ.
Ἡ μνήμη του ἑορτάζεται στίς 12 Νοεμβρίου καί τό ὄνομά του κατέστη συνώνυμο τῆς ἐλεημοσύνης καί τῆς χριστιανικῆς ἀγάπης.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.